ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/3/2021
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Έλλειμμα στη διαχείριση Δήμου...Με τα δεδομένα αυτά, παρά τα αντιθέτως με την έφεση προβαλλόμενα, οι ως άνω μη νόμιμες δαπάνες δεν δύνανται να θεωρηθούν νόμιμες κατ’ εφαρμογή του άρθρου 26 παρ. 1 του ν. 3274/2004, δοθέντος ότι, όπως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο, δεν πληρούται η πρώτη προϋπόθεση αυτού, να πρόκειται, δηλαδή, για δαπάνες που προβλέπονται ρητώς από την κείμενη νομοθεσία ή που μπορούν να θεωρηθούν ως λειτουργικές. Επιπλέον, ο εκκαλών ζητεί με την υπό κρίση έφεση την ακύρωση της προσβαλλομένης κατά το μέρος που τον αφορά, προβάλλοντας ότι έχει παραβιαστεί το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασής του. Ο λόγος αυτός, όμως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, πριν από την έκδοση της προσβαλλομένης, κοινοποιήθηκαν στον εκκαλούντα τα 3 και 4/71412/22.12.2009 Φύλλα Μεταβολών και Ελλείψεων της Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στον Νομό .... σχετικά με τους απολογισμούς των οικονομικών ετών 1997 - 2002 του Δήμου ...., ενώ ουδόλως προκύπτει ότι ο εκκαλών ζήτησε να λάβει γνώση των στοιχείων του φακέλου, προκειμένου να εκφράσει τις αντιρρήσεις του και ο Επίτροπος αρνήθηκε (πρβλ. Ελ.Συν. Αποφ. Ολομ. 1389/2018). Ομοίως, αβάσιμος είναι και ο λόγος της κρινόμενης έφεσης περί έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλομένης, καθόσον ρητά αναγράφεται σε αυτήν ως αιτιολογία του καταλογισμού η έγκριση από τον εκκαλούντα της πραγματοποίησης μη νόμιμων και μη λειτουργικών δαπανών με την ιδιότητα του μέλους του δημοτικού συμβουλίου, αναφέρονται οι εφαρμοσθείσες διατάξεις, τα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν την ευθύνη του εκκαλούντος ως υπολόγου (έγκριση με την ιδιότητα του δημοτικού συμβούλου της πραγματοποίησης των μη νόμιμων και μη λειτουργικών δαπανών, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με τη δημιουργία του αντίστοιχου ελλείμματος), το ύψος του ελλείμματος (15.528,24 ευρώ), τα επιμέρους ποσά που το απαρτίζουν καθώς και ο χρόνος (1999) και ο τρόπος που αυτό προέκυψε. (...)Ωστόσο, το Δικαστήριο συνεκτιμώντας τις αντιλήψεις και πεποιθήσεις των οργάνων διοίκησης των δήμων κατά το έτος 1999, όσον αφορά τη δυνατότητά τους να πραγματοποιούν εκδηλώσεις, να προβαίνουν σε έξοδα φιλοξενίας και να προσφέρουν δώρα για λόγους εθιμοτυπίας, που εναρμονίζονταν και με τις τότε πεποιθήσεις της τοπικής κοινωνίας, κρίνει ότι η πραγματοποίηση των δαπανών που προαναφέρθηκαν και αφορούν στην κάλυψη εξόδων φιλοξενίας γευμάτων και διαμονής δεν οφείλεται σε πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων, αλλά στη συγγνωστώς πεπλανημένη πεποίθηση ότι οι δαπάνες αυτές ήταν νόμιμες (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. 725, 724, 658, 657, 656, 494, 493, 217/2020, 1319, 1318/2019). Συνακόλουθα, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο εκκαλών πρέπει να απαλλαγεί από τον καταλογισμό των ανωτέρω δαπανών, συνολικού ποσού 3.557,12 ευρώ, λόγω συγγνωστής πλάνης.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/2/2021
Έλλειμμα στη διαχείριση Δήμου...Το Δικαστήριο, όμως, συνεκτιμώντας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 37 παρ. 1 του ν. 3801/2009, τις επικρατούσες κατά το έτος 1998 και εναρμονιζόμενες με τις τότε πεποιθήσεις των τοπικών κοινωνιών αντιλήψεις των οργάνων των Ο.Τ.Α. ως προς τη δυνατότητά τους να πραγματοποιούν εκδηλώσεις και να προβαίνουν σε έξοδα φιλοξενίας, κρίνει ότι η πραγματοποίηση των ανωτέρω μη νόμιμων δαπανών δεν οφείλεται σε πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων, αλλά στην πεπλανημένη, πλην συγγνωστή, πεποίθηση του εκκαλούντος ότι οι δαπάνες αυτές μπορούσαν νόμιμα να διενεργηθούν. Επομένως, πρέπει ο εκκαλών να απαλλαγεί από το συνολικό ποσό του καταλογισμού, που για την ως άνω αιτία επιβλήθηκε σε βάρος του με την προσβαλλόμενη πράξη (βλ. Ελ.Συν. αποφ. VII Τμ. 1846, 1318, 1319/2019, 656 - 658/2020). Ως εκ τούτου, αλυσιτελώς προβάλλεται ότι έχουν παραβιαστεί οι αρχές της αναλογικότητας, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, καθώς αυτές αντανακλώνται στις διατάξεις του εφαρμοστέου εν προκειμένω άρθρου 37 παρ. 1 του ν. 3801/2009 (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. 308, 307/2018 ).
ΕλΣυν.Τμ.7/310/2018
ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι ο εκκαλών δεν ευθύνεται για την αποκατάσταση του ελλείμματος που αντιστοιχεί στις δαπάνες που πληρώθηκαν με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα του Δήμου .., καθόσον δεν βαρύνεται με οιασδήποτε μορφής υπαιτιότητα ως προς τη δημιουργία του, όπως βασίμως προβάλλεται και με την υπό κρίση έφεση. Ειδικότερα, ο εκκαλών προέβη στην εκκαθάριση των δαπανών για την πληρωμή των επίμαχων έργων, τα οποία είχαν ανατεθεί και ήδη βεβαιωθεί ως προσηκόντως παραληφθέντα, με επιμέλεια των αρμόδιων οργάνων της προηγούμενης Δημοτικής Αρχής, καθώς και στην υπογραφή των σχετικών χρηματικών ενταλμάτων, δεδομένου ότι στα εντάλματα αυτά είχαν επισυναφθεί όλα τα νόμιμα δικαιολογητικά, όπως οι ανωτέρω αποφάσεις της Δημαρχιακής Επιτροπής περί (απευθείας) ανάθεσης των έργων, οι οικείες συμβάσεις, οι βεβαιώσεις καλής εκτέλεσης της ορισθείσας προς τούτο Επιτροπής Παραλαβής, τα σχετικά τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, οι αποφάσεις της Δημαρχιακής Επιτροπής περί ψήφισης ισόποσων πιστώσεων, καθώς και οι απαιτούμενες βεβαιώσεις Ι.Κ.Α. και Δ.Ο.Υ.. Για τον λόγο αυτόν, άλλωστε, οι εν λόγω δαπάνες αρχικά είχαν θεωρηθεί νόμιμες και κανονικές και από την αρμόδια Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Περαιτέρω, για τη διάγνωση τυχόν υπαιτιότητας στη διαχειριστική συμπεριφορά του εκκαλούντος δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη το από 27.5.2010 έγγραφο της Διεύθυνσης Ελέγχου Κατασκευής Έργων της Περιφέρειας …, με το οποίο και αποδείχθηκε ότι τα συγκεκριμένα έργα που πληρώθηκαν με τα ως άνω, εκδοθέντα στις 19.9.2007 τα δύο πρώτα και στις 24.7.2008 το τρίτο, χρηματικά εντάλματα, δεν είχαν εκτελεσθεί, διότι το στοιχείο αυτό συντάχθηκε και περιήλθε σε γνώση του σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο της πληρωμής. Επιπλέον, τα επίμαχα έργα δεν συμπεριλαμβάνονταν στο από 21.12.2007 πόρισμα του δειγματοληπτικού ελέγχου που διενήργησε η συγκροτηθείσα, κατόπιν πρότασης του ίδιου του εκκαλούντος, Επιτροπή του Δήμου.(..)Κατόπιν αυτών, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης, η προσβαλλόμενη πράξη παρίσταται νομικώς πλημμελής και, ως εκ τούτου, ακυρωτέα ως προς τον εκκαλούντα.
ΕΣ/ΤΜ.1/816/2018
Αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές...Ενόψει των ισχυρισμών αυτών, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η .... δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα αποστολής του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης (σχετ. το …./23.7.2014 έγγραφο της Γραμματείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου), το Τμήμα κρίνει αναγκαία την αναβολή έκδοσης οριστικής απόφασης, προκειμένου να προσκομισθούν τα ακόλουθα στοιχεία: 1) η …..2013 απόφαση του Διοικητή της ...., με την οποία λύθηκε αυτοδικαίως η υπαλληλική σχέση του εκκαλούντος, 2) οι από 17.9.2013 και 9.10.2013 αιτήσεις παραίτησης αυτού από την Υπηρεσία, 3) οι αιτήσεις με τις οποίες ο εκκαλών ζήτησε τη χορήγηση αδειών υπηρεσιακής εκπαίδευσης με αποδοχές (από 19.9.2005 η πρώτη και από 6.8.2007 η δεύτερη), καθώς και οι σχετικές αποφάσεις της .... περί χορήγησης των αδειών αυτών, 4) οι αιτήσεις με τις οποίες ο εκκαλών ζήτησε τη χορήγηση αδειών άνευ αποδοχών (από 11.2.2011 η πρώτη και από 15.9.2011 η δεύτερη), καθώς και οι σχετικές αποφάσεις περί χορήγησης των αδειών αυτών, 5) τα ….2005 έγγραφα της ...., 6) το ….2014 έγγραφο της ..., με το οποίο φέρεται ότι ζητήθηκε από τον εκκαλούντα το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό των αποδοχών, όπως υπολογίστηκε από τον εκκαθαριστή της μισθοδοσίας, 7) τα λοιπά έγγραφα και στοιχεία της ..., με τα οποία τεκμηριώνεται αναλυτικά το ύψος του καταλογισθέντος σε βάρος του εκκαλούντος ποσού και 8) η ….2012 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβούλου της ....
ΕλΣυν.Τμ.7/12/2018
ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:… Η παράκαμψη από τον εκκαλούντα των νόμιμων διαδικασιών και η εκ μέρους του, δια μέσου των αρμόδιων διαχειριστικών οργάνων, εξωταμειακή διαχείριση των χρηματικών διαθεσίμων του Δήμου υπό τις ειδικότερες μορφές, υπό τις οποίες αυτή εμφανίσθηκε στην κρινόμενη υπόθεση, δεν καταλείπουν περιθώριο εφαρμογής των νομιμοποιητικών διατάξεων του άρθρου 26 του Ν. 3274/2004, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν γνησίως από το άρθρο 26 παρ.1 του Ν. 3274/2004. Ενόψει δε του ότι το έλλειμμα δεν είναι τυπικό, αλλά ουσιαστικό και ο επίδικος καταλογισμός αποσκοπεί στην αποκατάσταση της προκληθείσας στο Δήμο ζημίας, δεν τίθεται ζήτημα παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του οικείου λόγου έφεσης. Πρέπει, όμως, να διερευνηθεί η δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 37 παρ.1 του Ν. 3801/2009. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις γενικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες ενήργησε ο εκκαλών (πλήρης απουσία εφαρμογής των κανόνων του λογιστικού των Ο.Τ.Α. επί μακρό χρονικό διάστημα, η οποία τελούσε σε γνώση του Δημάρχου και του Αντιδημάρχου Οικονομικού) και συνεκτιμώντας ότι με την 1584/2014 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων … απαλλάχθηκε από την κατηγορία της συνέργειας σε υπεξαίρεση, μολονότι στη συγκεκριμένη υπόθεση οι δημοσιονομικές παραβάσεις, για τις οποίες καταλογίσθηκε, είναι ιδιαίτερα σοβαρές, το γεγονός ότι ο ίδιος ενημέρωνε εγγράφως και ανελλιπώς τη Διοίκηση του Δήμου περί της μη νομιμότητας των δαπανών, τη διενέργεια των οποίων αυτή διέτασσε, σε συνδυασμό με το ότι η εξωταμειακή διαχείριση, ως πρακτική εκταμίευσης δημοτικού χρήματος που διαπιστώθηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση εφαρμοζόταν παγίως κατά το παρελθόν από τις υπηρεσίες του Δήμου …, τη ανοχή ή και καθ’ υπόδειξη της ηγεσίας του, συνηγορεί υπέρ της παραδοχής ότι τελούσε υπό καθεστώς ηθικής και ψυχολογικής πίεσης ως προς την εφαρμογή της ως άνω πρακτικής. Με βάση τα ανωτέρω και ενόψει του μεγάλου ποσού του επιβληθέντος καταλογισμού και της οικονομικής κατάστασής του, όπως αυτή προκύπτει από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος οικονομικών ετών 2010 – 2012, που προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το Τμήμα κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση απαλλαγής του από τις προσαυξήσεις και μείωσης του σε βάρος του καταλογισθέντος ποσού έως το ένα δέκατο (1/10) του εναπομένοντος, μετά την εν μέρει ακύρωση της καταλογιστικής πράξης, κεφαλαίου. Συνεπεία αυτού ο καταλογισμός πρέπει να περιορισθεί στο ύψος των 241.899,62
ΕΣ/ΤΜ.6/314/2019
Ελλειμμα στη διαχείριση νομικού προσώπου...Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν και ενόψει των προεκτεθέντων πραγματικών δεδομένων, το Τμήμα κρίνει ότι, εφόσον το αντικείμενο των ως άνω συναφθεισών συμβάσεων αφορούσε στην εκτέλεση δημοσίων έργων, αποκλειστικά αρμόδια για την ανάθεσή του και τη σύναψη της σχετικής σύμβασης ήταν η Γ.Γ.Α. και όχι η Κ.Ο.Ε., κατά τις ορθές κρίσεις και της προσβαλλόμενης πράξης. Ωστόσο, το Τμήμα λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σχετικώς καταβληθείσες δαπάνες αφορούν σε έργα, η εκτέλεση των οποίων αποφασίσθηκε από την Κ.Ο.Ε. για τη βέλτιστη διοργάνωση των αγώνων του πρωταθλήματος και την εξυπηρέτηση των αθλητών, ότι στα στοιχεία του φακέλου υπάρχουν όλα τα σχετικά παραστατικά (επιμετρήσεις εργασιών, τιμολόγια κ.λ.π.) που αποδεικνύουν την εκτέλεσή τους καθώς και ότι δεν αμφισβητείται από τον έλεγχο η παράδοση αυτών, και συνεκτιμώντας : α) τις περιστάσεις, υπό τις οποίες έγιναν οι επίμαχες αναθέσεις και ιδίως τον ελάχιστο διαθέσιμο χρόνο (μόλις 2 έτη) που είχε η Χώρα μας για την προετοιμασία του Πρωταθλήματος σε σχέση με τον συνήθη προβλεπόμενο για ανάλογα γεγονότα χρόνο των 5 ετών, εξαιτίας της εσπευσμένης εκ μέρους της ανάληψης της εν λόγω διοργάνωσης (τέλη Μαΐου 1995) και την εν γένει δυσκολία, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, σχεδιασμού και προετοιμασίας ενός αθλητικού γεγονότος ανάλογου βεληνεκούς, β) το ύψος της δαπάνης για τη εκτέλεση των συγκεκριμένων έργων σε σχέση με το σύνολο των δαπανών που διενεργήθηκαν για το Πρωτάθλημα, γ) τον τυπικό χαρακτήρα του ελλείμματος που δεν ήγαγε σε ουσιαστική έλλειψη χρημάτων και δ) τη μικρή βαρύτητα της αποδιδόμενης στον εκκαλούντα δημοσιονομικής παράβασης, δεδομένου ότι η ανάθεση των εν λόγω έργων ήταν αναγκαία για την ορθή διοργάνωση του Πρωταθλήματος και ότι η χρηματοδότησή τους θα επιβάρυνε, σε κάθε περίπτωση, τον κρατικό προϋπολογισμό, άγεται στην κρίση, ενόψει και του κυρωτικού χαρακτήρα του καταλογισμού λόγω της φύσης του ελλείμματος, ότι εν προκειμένω, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την ένδικη έφεση, ο ένδικος καταλογισμός δεν τελεί σε εύλογη σχέση αναλογίας προς την βαρύτητα της ως άνω δημοσιονομικής παράβασης και τις συνθήκες τέλεσής της. Συνεπώς, πρέπει, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας να αρθεί ο καταλογισμός κατά το κεφάλαιο τούτο, ως προς τον εκκαλούντα.
ΕΣ/ΤΜ.6/489/2017
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ.Απαραδέκτως ζητείται «ο περιορισμός του καταλογισθέντος ποσού κατά 2.500.000 δρχ. που φέρεται ότι αποτελούν τις νόμιμες κρατήσεις και το φόρο που αναλογεί στο ποσό των 4.419.000 δρχ., καθόσον η αναζήτηση εκ μέρους του εκκαλούντος-ανακόπτοντος των φερομένων ως αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων και κρατήσεων αφενός υπάγεται στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αφετέρου δεν μπορεί να στραφεί κατά του εφεσίβλητου - καθ’ού Οργανισμού». Η ως άνω κρίση έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη, καθόσον όπως προκύπτει από το δικόγραφο της αίτησης αναίρεσης κατά της ανωτέρω απόφασης, το κεφάλαιο αυτό δεν επλήγη από τον εκκαλούντα και συνεπώς δεν ανετράπη από την 2497/2015 απόφαση της Ολομέλειας. Συνεπώς, δεν μπορεί να επανεξετασθεί από το δικαστήριο τούτο και ο προβαλλόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.
ΕλΣυν.Τμ.7/9/2018
ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η προσβαλλόμενη πράξη, όσον αφορά στον καταλογισμό του εκκαλούντος, δεν διαλαμβάνει επαρκή και πλήρη αιτιολογία. Ειδικότερα, δεν διαλαμβάνει αφενός μεν τη νομική αιτία για την οποία καθίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ανωτέρω υπόλογος και, συνακόλουθα, υποκείμενο καταλογισμού, αφετέρου δε την ιστορική αιτία, ήτοι συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις του που να τελούν σε αιτιώδη συνάφεια με το διαπιστωθέν στην επίμαχη διαχείριση έλλειμμα. Η γενικόλογη αναφορά, που περιέχεται στην προσβαλλόμενη, η οποία έχει συμπερασματικό και μόνο χαρακτήρα ως προς την ευθύνη του εκκαλούντος Δημάρχου, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω παράθεση των συνδεόμενων αιτιωδώς με την πληρωμή δαπανών πράξεων ή παραλείψεών του, που φέρονται ως γενεσιουργές του ελλείμματος, δεν συνιστά νόμιμη αιτιολογία και δεν καταδεικνύει την οποιαδήποτε συμβολή του στη δημιουργία του εν λόγω ελλείμματος. Συγκεκριμένα στην προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται ότι ο εκκαλών, με τη μη άσκηση της δέουσας εποπτείας και επίβλεψης, δεν επέδειξε την απαιτούμενη επιμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων του, αν και το έλλειμμα προήλθε εξολοκλήρου από τη διαχειριστική τακτική που εφάρμοσαν οι άμεσα εμπλεκόμενοι στην κύρια εξωταμειακή διαχειριστική διαδικασία και ιδίως ο Αντιδήμαρχος Οικονομικών … με τις ανωτέρω ήδη αναφερθείσες 2041/17.12.1998 και 2021/4.12.1998 προδήλως παράνομες ειδικές εντολές πληρωμής. Άλλωστε και την εποπτεία στην όλη διαχειριστική διαδικασία την είχε εξολοκλήρου ο εν λόγω Αντιδήμαρχος Οικονομικών .., σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη 186/ 1998 απόφαση περί μεταβιβάσεως των σχετικών οικονομικών αρμοδιοτήτων του τέως Δημάρχου ..(παραιτηθέντος στις 28.5.1998) .. προς αυτόν. Η απλή αναφορά, όμως, στην δια παραλείψεως (με τη μη άσκηση εποπτείας) ανάμειξη του εκκαλούντος στη διαχειριστική διαδικασία, όταν μάλιστα η άσκηση αυτής έχει ήδη μεταβιβαστεί στον Αντιδήμαρχο, δεν αρκεί για τη θεμελίωση της ευθύνης του στη δημιουργία του ελλείμματος, δεδομένου ότι δεν προσδιορίζεται και η, με συγκεκριμένο ενεργό τρόπο, ανάμειξή του στην εν λόγω διαχείριση. Ειδικότερα δεν προσδιορίζεται ο αναγκαίος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των αποδιδόμενων, με την προσβαλλόμενη πράξη, στον εκκαλούντα παραλείψεων και του διαπιστωθέντος ελλείμματος, που προήλθε από την εκταμίευση των ως άνω ποσών από τον ταμία του Δήμου, καθόσον μόνη, έστω η παράλειψη εποπτείας, χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό ιδιαίτερης διαχειριστικής δράσης, δεν καλύπτει το πραγματικό του απαιτούμενου αιτιώδους συνδέσμου στη διαδικασία δημιουργίας του ελλείμματος...Επομένως, αφού, πέραν της μη νόμιμης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης δεν καταδείχθηκε σ’ αυτή και η αναγκαία αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των παραλείψεων του εκκαλούντος τέως Δημάρχου και των ελλειμμάτων στη διαχειριστική διαδικασία, η πράξη αυτή, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση έφεση, είναι ακυρωτέα ως προς τον εκκαλούντα.
ΕΣ/ΟΛΟΜ/1837/2019
Καταλογισμός...Το αίτημα του εκκαλούντος περί επιστροφής του ποσού του καταλογισμού που κατέβαλε πρέπει να απορριφθεί για τον λόγο ότι μη νομίμως με αυτό διευρύνεται το αντικείμενο της δίκης που ανοίχθηκε με το από 20.3.2014 δικόγραφο της έφεσης, αντικείμενο της οποίας αποτελεί μόνο ο έλεγχος της νομιμότητας της εκκαλούμενης καταλογιστικής πράξης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτή πράξη να επιστραφεί στον εκκαλούντα το παράβολο της έφεσης και συνεκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 εδ. δ΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981όπως το τελευταίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006 (Α΄ 135).Αναιρεί την 1938/2015 απόφαση του ΙV Τμήματος.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/392/2021
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού..Το Δικαστήριο: α) υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας, ως εθνικής συνταγματικής αρχής και γενικής αρχής του ενωσιακού δικαίου (βλ.σκέψη 10), που επιβάλλει το αποκαταστατικό μέτρο της ανάκτησης της χρηματοδότησης να τελεί σε εύλογη σχέση αναλογίας προς τη διαπιστούμενη απόκλιση από την επίτευξη των στόχων της ενισχυόμενης δράσης και να παρίσταται πρόσφορο για την υλοποίηση του επιδιωκόμενου από την οικεία διάταξη σκοπού, προκειμένου τούτο (μέτρο) να διατηρεί τον επανορθωτικό του χαρακτήρα και να μην καταλήγει σε κυρωτικό μέτρο, λαμβανομένων περαιτέρω υπόψη των συντρεχουσών περιστάσεων και ιδίως το πραγματικό γεγονός, που πιστοποιήθηκε από τους επιγενόμενους της ένταξης ελέγχους της επένδυσης και δεν αμφισβητείται, β) ότι η εκκαλούσα ως επενδυτής, σε κάθε περίπτωση, υλοποίησε στο ακέραιο τις υποχρεώσεις που απέρρευσαν από την απόφαση υπαγωγής της στον αναπτυξιακό νόμο και αξιοποίησε πλήρως την χορηγηθείσα σε αυτήν ενίσχυση, υπηρετώντας έτσι τους οικείους σκοπούς ανάπτυξης και ενίσχυσης των ιδιωτικών επενδύσεων, συμβάλλοντας περαιτέρω στην επίτευξη των στόχων της περιφερειακής ανάπτυξης και γ) ότι το ύψος του ληφθέντος μέτρου, ήτοι ο καταλογισμός της με το ποσό των 90.815,45 ευρώ βαίνει πέραν των ορίων του πρόσφορου, του κατάλληλου και του αναγκαίου για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού της διασφάλισης της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της μη διακινδύνευσης των ενωσιακών πόρων, κρίνει, για τους λόγους αυτούς, ότι πρέπει το ποσό της ένδικης διόρθωσης να περιοριστεί στο ύψος των 45.000,00 ευρώ.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή και να περιοριστεί ο επίδικος καταλογισμός στο ποσό των 45.000,00 ευρώ, μεταρρυθμιζομένης κατά τούτο της προσβαλλομένης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης.
ΕΣ/ΤΜ.6/492/2017
Καταλογισμός.(...) Με την κρινόμενη έφεση ο εκκαλών προβάλλει κατ’ αρχήν ότι η τυχόν επελθούσα ζημία στην περιουσία του Κληροδοτήματος δεν οφείλεται σε δόλο ούτε σε βαρεία αμέλεια αυτού. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα στοιχεία, σε προηγούμενο έλεγχο της Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλίας, για τα έτη 1996 έως 2001 (γίνεται αναφορά στην ΕΜΠ.134/98, 173/2001, 141/2002/22.4.2003 έκθεση διαχειριστικού ελέγχου του Οικονομικού Επιθεωρητή ….), είχε προταθεί ο καταλογισμός των τότε μελών της διαχειριστικής επιτροπής του Ιδρύματος με το ποσό των 7.671,40 ευρώ για την ίδια αιτία, ήτοι διότι, λόγω αμελούς άσκησης των διαχειριστικών καθηκόντων τους, δεν προέβησαν στις οφειλόμενες ενέργειες για την είσπραξη των οικονομικών ενισχύσεων (επιδοτήσεων) ελαιολάδου. Με την 35/5.1.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Θεσσαλίας, αφότου διαπιστώθηκε ότι κατά τα κρίσιμα έτη 1996 και 1997 το Ίδρυμα ως εκ της φύσης του δεν μπορούσε να λάβει επιδότηση ελαιολάδου, κατά δε τα επόμενα έτη (1998 έως 2002) η επιδότηση γινόταν (παράτυπα) στο όνομα μέλους της Διαχειριστικής Επιτροπής που ακολούθως απέδιδε στο Ίδρυμα τα αντίστοιχα ποσά, κρίθηκε ότι τα μέλη της ως άνω Επιτροπής δεν άσκησαν αμελώς τα καθήκοντά τους και δεν πρέπει να καταλογιστούν. Με βάση την απόφαση αυτή, τα ήδη καταλογιζόμενα μέλη της διαχειριστικής επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο εκκαλών, δικαιολογημένα σχημάτισαν την πεποίθηση ότι το Ίδρυμα δεν δικαιούται να λάβει την ενιαία ενίσχυση για τα έτη 2006-2013. Εξάλλου, ενόψει της φύσης και του σκοπού του Κληροδοτήματος και του πολύπλοκου καθεστώτος της ενιαίας ενίσχυσης, οι προϋποθέσεις χορήγησης της οποίας είχαν προφανώς μεταβληθεί σε σχέση με παλαιότερα καθεστώτα ενισχύσεων, σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπειρίας του εκκαλούντα ως προς τα θέματα κοινής αγροτικής πολιτικής, αφού κατά το κρίσιμο διάστημα ασκούσε μη αγροτική επαγγελματική δραστηριότητα (ιατρός), ο εκκαλών δεν μπορούσε να διαγνώσει ότι το ίδρυμα μπορούσε να λάβει την ως άνω ενιαία ενίσχυση. Παρά δε το γεγονός ότι με την από 15.6.2006 αίτηση του Ιδρύματος ενεργοποιήθηκαν τα δικαιώματα ενίσχυσης αυτού, από τα στοιχεία του φακέλου δεν να προκύπτει ότι ο εκκαλών γνώριζε, έστω μέσω στοιχειώδους ενημέρωσης από τον υποβάλλοντα την αίτηση πρώην Πρόεδρο της Διαχειριστικής Επιτροπής, τη διαδικασία που κινήθηκε για τη διεκδίκηση της ενιαίας ενίσχυσης με δικαιούχο το Ίδρυμα ως νομικό πρόσωπο ασκούν γεωργική δραστηριότητα. Ενόψει των ανωτέρω, η παράλειψή του να μεριμνήσει για την ετήσια δήλωση των δικαιωμάτων ενίσχυσης, που οδήγησε στην απώλεια εσόδων συνολικού ύψους 25.042,36 ευρώ, δεν οφείλεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια αυτού. Στο μέτρο δε που η είσπραξη επιδοτήσεων δεν αποτελεί υποχρέωση που προβλέπεται ρητώς στη συστατική πράξη του ιδρύματος ούτε στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939, αλλά ανάγεται στην γενική ευθύνη του διαχειριστή της καταλειφθείσας περιουσίας, η έλλειψη υπαιτιότητας και συγκεκριμένα δόλου ή βαριάς αμέλειας, αποτελεί λόγο άρσης της ευθύνης του εκκαλούντα. (...)Κατ’ ακολουθία αυτών που κατά πλειοψηφία έγιναν δεκτά ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να αποδοθεί στον εκκαλούντα το καταβληθέν παράβολο και, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.