Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)320/2013

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Εξόφληση του 3ου λογαριασμού και μέρους της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης για την εκπόνηση της μελέτης «Αναβάθμιση Αστικού περιβάλλοντος Πόλης ......».(...)Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα προαναφερόμενα (βλ. το από 9.8.2010 έγγραφο της αναδόχου για την κατάθεση της οριστικής μελέτης – μελέτης εφαρμογή και την από 9.8.2010 – σε ορθή επανάληψη - βεβαίωση παραλαβής της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών, Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων), ήδη από 9.8.2010 είχε κατατεθεί από την ανάδοχο σύμπραξη και εγκριθεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία (Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών, Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων), η οριστική μελέτη - μελέτη εφαρμογής, σε ενιαίο στάδιο, στην οποία είχαν συμπεριληφθεί τα τμήματα της περιοχής που είχαν προταθεί από το Δήμο ...... για ένταξη στο ολοκληρωμένο σχέδιο αστικής ανάπτυξης. Επομένως, οι περιλαμβανόμενες στην συμπληρωματική σύμβαση εργασίες είχαν ήδη εκτελεστεί κατά τη σύναψή της. Εξάλλου, κατά το χρόνο υπογραφής της συμπληρωματικής σύμβασης (23.12.2011) και έγκρισης του συγκριτικού πίνακα (25.5.2011) είχε ήδη παρέλθει η οριακή προθεσμία περάτωσης των εργασιών της αρχικής σύμβασης, ενώ, αν και προκύπτει η αναστολή εκτέλεσης των εργασιών της, δεν αποδείχθηκε η έκδοση απόφασης για τη χορήγηση παράτασής της. Τέλος, η έγκριση σύναψης της ως άνω συμπληρωματικής σύμβασης και του οικείου συγκριτικού πίνακα (βλ. την 100/25.5.2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ......) πραγματοποιήθηκε χωρίς προηγούμενη γνωμοδότηση του αρμοδίου Συμβουλίου Δημοσίων Έργων της Περιφερειακής Ενότητας ......, η οποία εκδόθηκε στις 30.9.2011 (βλ. σχετ. την 26/30.9.2011 γνωμοδότηση). Εξάλλου, ο ισχυρισμός του Δήμου ...... (βλ. το 3778/13.8.2013 έγγραφο επανυποβολής), ότι με την από 5.1.2012 πράξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας ελέγχθηκε και εγκρίθηκε η πληρωμή του 3ου λογαριασμού της σύμβασης, μετά δε την έγκριση αυτή ανακύπτει υποχρέωση του κυρίου του έργου προς πληρωμή, είναι αβάσιμος και απορριπτέος, καθόσον, σύμφωνα με όσα ανωτέρω έγιναν δεκτά, η έγκριση αυτή δεν νομιμοποιεί την πληρωμή των πιστοποιούμενων προς πληρωμή εργασιών σε περίπτωση μη συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων για τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, η συνδρομή των οποίων, εξετάζεται παρεμπιπτόντως από Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον ασκούμενο από αυτό έλεγχο νομιμότητας της οικείας δαπάνης. Κατ’ ακολουθίαν αυτών, οι εντελλόμενες με τα υπό κρίση χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες, κατά το μέρος που αφορούν στην πληρωμή της ως άνω συμπληρωματικής σύμβασης δεν είναι νόμιμες και δεν πρέπει αυτά να θεωρηθούν.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Κλ.Ζ/133/2009

Με τις μνημονευθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, με τις οποίες, κατά τα ήδη εκτεθέντα (ανωτέρω σκέψη 6), ενσωματώνεται η σχετική κοινοτική Οδηγία, καθορίζονται οι προϋποθέσεις καθώς, επίσης, και η διαδικασία για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενης δημόσιας σύμβασης μελετών και συναφών υπηρεσιών. Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί εκ προοιμίου ότι, κατά τα παγίως κριθέντα από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.), η σύναψη συμπληρωματικών συμβάσεων, η οποία γίνεται με προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης και εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, το δε βάρος απόδειξης περί του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις που δικαιολογούν την προσφυγή στη διαδικασία αυτή το φέρει εκείνος ο οποίος τις επικαλείται (βλ. Δ.Ε.Κ.: απόφαση της 2.6.2005, Υπόθεση C-394/02, σκέψη 33, απόφαση της 14.9.2004, Υπόθεση C-385/02, σκέψη 19, απόφαση της 10.4.2003, Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-20/01 και C-28/01, σκέψη 58, απόφαση της 18.5.1995, Υπόθεση C-57/94, σκέψη 23, απόφαση της 10.3.1987, Υπόθεση C-199/85, σκέψη 14). Σύμφωνα, λοιπόν, με τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν.3316/2005, για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης και την ανάθεση, στον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης, της εκπόνησης συμπληρωματικών μελετών ή της παροχής συμπληρωματικών υπηρεσιών, που, κατά το είδος ή την ποσότητα, δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) Να είναι αναγκαίες οι συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης, επομένως, πρέπει να παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το εκτελούμενο έργο, δηλαδή να αφορούν το τεχνικό αντικείμενο της αρχικής σύμβασης, και να μην περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση. β) Να συντρέχει περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης. Συναφώς, όπως έχει ήδη κριθεί (βλ. 20/2009, 199/2008, 246/2007, 147, 30/2005, 45/2004 πράξεις παρόντος Κλιμακίου), ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται εκείνα τα πραγματικά γεγονότα, που, παρά το ότι καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικά, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, ώστε οι αναγκαίες για την αντιμετώπισή τους εργασίες να μπορέσουν να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την αρχικώς συναφθείσα σύμβαση. γ) Να μη μπορούν οι συμπληρωματικές υπηρεσίες, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα για τον εργοδότη ή να κρίνονται απολύτως αναγκαίες για την ολοκλήρωσή της έστω και αν μπορούν να διαχωριστούν από αυτήν. Επίσης, προϋπόθεση για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης είναι η προηγούμενη έγκριση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, η σύνταξη και έγκριση σχετικού Συγκριτικού Πίνακα. Τέλος, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών συμβάσεων δεν πρέπει να υπερβαίνει αθροιστικά το πενήντα τοις εκατό (50%) της αρχικής συμβατικής αμοιβής. Με δεδομένο ότι κατά την εκπόνηση των μελετών κτηματογράφησης των προγραμμάτων που προηγήθηκαν το ποσοστό των δηλώσεων δεν ξεπέρασε συνολικά, κατά προσέγγιση, το 60% του προεκτιμηθέντος αριθμού δικαιωμάτων, η εκτίμηση της εταιρείας κατά το χρόνο προκήρυξης του έργου ήταν ότι δεν θα υπήρχε υπέρβαση του ως άνω αριθμού των δικαιωμάτων που προέβλεψε το μοντέλο στατιστικής εκτίμησης. Όμως, οι σημαντικές απρόβλεπτες αλλαγές που επήλθαν τα τελευταία χρόνια στην αγορά ακινήτων (όπως, ενδεικτικά, η αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας λόγω των ευνοϊκών χρηματοοικονομικών συνθηκών και της κατασκευής σημαντικών έργων υποδομής που βελτίωσαν την ποιότητα ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα, η εισαγωγή του Φ.Π.Α. στην κατασκευή ακινήτων κλπ.) είχαν ως αποτέλεσμα, ιδίως στην περιοχή του Δήμου Αθηναίων που αφορά η συγκεκριμένη σύμβαση, να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των δικαιωμάτων που υπάρχουν σ’ αυτές.


ΣτΕ/619/2003

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο χρόνος εγκρίσεως από την προϊσταμένη αρχή του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, έχει, κατά το νόμο, ιδιαίτερη σημασία, διότι η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας προς πληρωμή του αναδόχου που γίνεται βάσει της πιστοποιήσεως των εργασιών που εκτελέσθηκαν επιφέρει υπέρ του αναδόχου τις συνέπειες του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 1418/84. Και είναι μεν αληθές ότι από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεν τάσσεται στην προϊσταμένη αρχή προθεσμία προς έγκριση του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως, η έγκριση των πράξεων που προαναφέρθηκαν (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) πρέπει να ενεργείται μέσα σε εύλογο χρόνο, τέτοιος δε χρόνος θεωρείται το τρίμηνο από της υποβολής τους στην προϊσταμένη αρχή. Κατά συνέπεια, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από της υποβολής τους, το ΠΚΤΜΝΕ και ο ΣΠ θεωρούνται αυτοδικαίως εγκεκριμένα, τυχόν δε μεταγενέστερη έγκρισή τους είναι τυπική και επιβεβαιώνει απλώς την έγκριση που έγινε με την πάροδο του τριμήνου, δεν μπορεί δε πλέον η προϊσταμένη αρχή να τροποποιήσει τα ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του τριμήνου εγκριθέντα εν λόγω στοιχεία (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) (πρβλ. ΣΕ 1674/97, 1921/93, 472/92).


ΕλΣυν/Τμ.7/61/2012

Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, ο λόγος διαφωνίας, κατά τον οποίο δεν προκύπτει η χρηματοδότηση των επίμαχων δαπανών είναι αβάσιμος, καθόσον από τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα προκύπτει ότι κατά το χρόνο έκδοσής τους επιβαρύνθηκε ο Κ.Α.Ε. 40.7413.0002 του δημοτικού προϋπολογισμού (με τίτλο «Έκτακτα Ειδικευμένα»), ενώ και από τις 201 και 367/2011 αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου ..... προκύπτει ότι στον ανωτέρω Κ.Α.Ε. κατανεμήθηκε πίστωση ποσού 215.000 ευρώ από επιχορηγήσεις του ν.3756/2009 (άρθρο 27) για την πληρωμή της επίμαχης συμπληρωματικής μελέτης. Ομοίως, αβασίμως προβάλλεται ότι δεν έχει συντελεστεί νόμιμα η παράδοση της μελέτης, αφού, πέραν της αοριστίας του σχετικού λόγου, με την 1578/29.3.2011 βεβαίωση της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου ..... (η νομιμότητα της οποίας δεν πλήττεται με συγκεκριμένο και ορισμένο λόγο διαφωνίας) πιστοποιείται η εμπρόθεσμη υποβολή της μελέτης «ενημέρωσης των κτηματογραφικών διαγραμμάτων της περιοχής στην οποία εκπονείται η πολεοδομική μελέτη αναθεώρησης του σχεδίου πόλης της συνοικίας Η/ της .....». Όμως ο προβαλλόμενος από τη διαφωνούσα Επίτροπο λόγος, σύμφωνα με τον οποίο για την κατάρτιση της δεύτερης συμπληρωματικής σύμβασης δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 29 του ν. 3316/2005, είναι, κατά την κρίση του Τμήματος βάσιμος, αφού δεν αιτιολογείται ότι η κατάρτιση αυτής οφείλεται σε περιστάσεις, που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης. Ειδικότερα τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα, που προέκυψαν κατά τις διαδικασίες δηλώσεων ιδιοκτησίας και δημοσιότητας των πολεοδομικών ρυθμίσεων, ένεκα των οποίων, κατά τους ισχυρισμούς του Δήμου, επήλθε αύξηση της επιφάνειας σύνταξης κτηματογραφικού διαγράμματος και κτηματολογικών πινάκων και συνεπώς ανάγκη ενημέρωσης του υπάρχοντος κτηματογραφικού υποβάθρου, δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις, καθόσον στα άρθρα 3.1., 5.3, 5.7. και 5.8. της από 5.1.2001 αρχικής σύμβασης ρητώς προβλέφθηκε η συλλογή συμπληρωματικών, διορθωτικών καθώς και νέων δηλώσεων ιδιοκτησίας, προκειμένου να εκτελεσθεί η αναγόμενη στις αρχικές συμβατικές υποχρεώσεις των μελετητών εργασία της ενημέρωσης του υπάρχοντος κτηματογραφικού υποβάθρου. Άλλωστε, δεδομένου ότι στον μεν 2ο Συγκριτικό Πίνακα ορισμένες πολεοδομικές εργασίες υπολογίσθηκαν σε επιφάνεια 1712 στρεμμάτων, στη δε αιτιολογική έκθεση που τον συνοδεύει αναφέρεται η ανάγκη αναθεώρησης τμήματος της συνοικίας Η της πόλεως της Χαλκίδας, μεγαλύτερου από αυτό που είχε αρχικά εκτιμηθεί, ήδη από το έτος 2006 ήταν γνωστή η αύξηση της επιφάνειας σύνταξης κτηματογραφικού διαγράμματος και κτηματολογικών πινάκων, η οποία προκάλεσε και τη σύναψη της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης. Ενόψει δε του χρονικού διαστήματος, που μεσολάβησε από τη σύνταξη του 2ου Σ.Π. (17.1.2006) έως την υπογραφή της 2ης συμπληρωματικής σύμβασης (τέσσερα και πλέον έτη) δεν δύναται να στοιχειοθετηθεί η έννοια των απρόβλεπτων περιστάσεων, οι οποίες δικαιολογούν τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης.Κατά συνέπεια, η εντελλόμενη με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνη είναι μη νόμιμη.


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/134/2019

Παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών...Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απευθείας ανάθεση στην ανάδοχο Κοινοπραξία των εργασιών της 2ης Συμπληρωματικής Σύμβασης παρίσταται νόμιμη, ενόψει και της ήδη εγκριθείσας 2ης παράτασης του αρχικού συμβατικού χρόνου της μελέτης. Τούτο διότι αποδείχθηκε ότι οι ανατιθέμενες με το ελεγχόμενο σχέδιο σύμβασης εργασίες αποτελούν συμπληρωματικές υπηρεσίες κατά την έννοια του εφαρμοστέου εν προκειμένου άρθρου 29 παρ. 1 του ν. 3316/2005, καθόσον: α) αφορούν σε τμήμα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης, ήτοι στη λειτουργία του Γραφείου Κτηματογράφησης και στην ενημέρωση της κτηματολογικής βάσης, δεν περιλαμβάνονται όμως σ’ αυτό κατ’ είδος, καθόσον αφορούν σε μεταγενέστερο της αρχικής σύμβασης χρονικό διάστημα και τιμολογούνται, ως εκ τούτου, διαφορετικά, είναι δε αναγκαίες για την ολοκλήρωση του Εθνικού Κτηματολογίου στους προαναφερόμενους δήμους, β) οφείλονται σε περιστάσεις που προέκυψαν εκ των υστέρων από γεγονότα μη δυνάμενα να προβλεφθούν από την αναθέτουσα αρχή κατά το χρόνο κατάρτισης των συμβατικών τευχών και της σύναψης τόσο της αρχικής όσο και της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης. Συγκεκριμένα, η παροχή πρόσθετων υπηρεσιών από την ημερομηνία υπογραφής του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης και μέχρι την παραταθείσα ημερομηνία λήξης του καθαρού χρόνου (2.4.2019), κατέστη αναγκαία, οφειλόταν δε στις καθυστερήσεις που έλαβαν χώρα κατά την εκτέλεση των εργασιών της αρχικής αλλά και της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης για τους λόγους που προεκτέθηκαν (σκέψη 4.v) και οι οποίοι δεν ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης της αναθέτουσας αρχής και γ) αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της αρχικής σύμβασης και δεν μπορούν να διαχωριστούν, από τεχνική και οικονομική άποψη, από την εκτέλεση αυτής (της αρχικής σύμβασης), χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα αναφορικά με την αδιάλειπτη λειτουργία της διαδικασίας Κτηματογράφησης. Τέλος, δοθέντος ότι η αξία των εργασιών της 2ης Συμπληρωματικής Σύμβασης, όπως τιμολογήθηκαν με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 3 του Κανονισμού Προεκτιμώμενων αμοιβών της ...., συνυπολογιζόμενης και της αντίστοιχης τιμής μονάδος της οικονομικής προσφοράς του αναδόχου, εκτιμάται σε 116.638,43 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), αθροιζόμενη δε με εκείνη που προϋπολογίστηκε κατά τη σύναψη της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης, ποσού 155.517,90 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης, το Κλιμάκιο, κρίνει ότι κατά την ελεγχόμενη διαδικασία δεν διαπιστώνονται ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει την υπογραφή του σχεδίου της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/133/2019

Μελέτη κτηματογράφησης...Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η απευθείας ανάθεση στην ανάδοχο Κοινοπραξία των εργασιών της 2ης Συμπληρωματικής Σύμβασης παρίσταται νόμιμη, ενόψει και της ήδη εγκριθείσας 2ης παράτασης του αρχικού συμβατικού χρόνου της μελέτης. Τούτο διότι αποδείχθηκε ότι οι ανατιθέμενες με το ελεγχόμενο σχέδιο σύμβασης εργασίες αποτελούν συμπληρωματικές υπηρεσίες κατά την έννοια του εφαρμοστέου εν προκειμένου άρθρου 29 παρ. 1 του ν. 3316/2005, καθόσον: α) αφορούν σε τμήμα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης, ήτοι στη λειτουργία του Γραφείου Κτηματογράφησης και στην ενημέρωση της κτηματολογικής βάσης, δεν περιλαμβάνονται όμως σ’ αυτό κατ’ είδος, καθόσον αφορούν σε μεταγενέστερο της αρχικής σύμβασης χρονικό διάστημα και τιμολογούνται, ως εκ τούτου, διαφορετικά, είναι δε αναγκαίες για την ολοκλήρωση του Εθνικού Κτηματολογίου στους προαναφερόμενους δήμους, β) οφείλονται σε περιστάσεις που προέκυψαν εκ των υστέρων από γεγονότα μη δυνάμενα να προβλεφθούν από την αναθέτουσα αρχή κατά το χρόνο κατάρτισης των συμβατικών τευχών και της σύναψης τόσο της αρχικής όσο και της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης. Συγκεκριμένα, η παροχή πρόσθετων υπηρεσιών από την ημερομηνία υπογραφής του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης και μέχρι την παραταθείσα ημερομηνία λήξης του καθαρού χρόνου (2.4.2019), κατέστη αναγκαία, οφειλόταν δε στις καθυστερήσεις που έλαβαν χώρα κατά την εκτέλεση των εργασιών της αρχικής αλλά και της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης για τους λόγους που προεκτέθηκαν (σκέψη 4.v) και οι οποίοι δεν ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης της αναθέτουσας αρχής και γ) αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της αρχικής σύμβασης και δεν μπορούν να διαχωριστούν, από τεχνική και οικονομική άποψη, από την εκτέλεση αυτής (της αρχικής σύμβασης), χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα αναφορικά με την αδιάλειπτη λειτουργία της διαδικασίας Κτηματογράφησης. Τέλος, δοθέντος ότι η αξία των εργασιών της 2ης Συμπληρωματικής Σύμβασης, όπως τιμολογήθηκαν με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 3 του Κανονισμού Προεκτιμώμενων αμοιβών της ...., συνυπολογιζόμενης και της αντίστοιχης τιμής μονάδος της οικονομικής προσφοράς του αναδόχου, εκτιμάται σε 116.638,43 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), αθροιζόμενη δε με εκείνη που προϋπολογίστηκε κατά τη σύναψη της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης, ποσού 155.517,90 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης, το Κλιμάκιο, κρίνει ότι κατά την ελεγχόμενη διαδικασία δεν διαπιστώνονται ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει την υπογραφή του σχεδίου της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης.


ΕΣ/Τ6/113/2008

Μελέτες.Συμπληρωματικές συμβάσεις.Ανάκληση της 160/2008 πράξης του Ζ Κλιμακίου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τρίτη και τέταρτη σκέψη της παρούσας Πράξεως, κρίσιμο νομοθετικό καθεστώς για να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικής συμβάσεως είναι οι διατάξεις του Ν. 3316/2005, καίτοι η αρχική σύμβαση είχε συνομολογηθεί υπό το καθεστώς του Ν. 716/1977, διότι η έγκριση του Συγκριτικού Πίνακα από το Δημοτικό Συμβούλιο έλαβε χώρα στις 26.7.2007, η δε κοινοποίηση του στην σύμπραξη των μελετητικών γραφείων, η οποία έπεται της εγκρίσεως και ισοδυναμεί με πρόσκληση για κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως συνετελέσθησαν υπό την ισχύ των νέων νομοθετικών διατάξεων. Περαιτέρω, η ανάγκη εκπόνησης κυκλοφοριακής και ακτομηχανολογικής μελέτης οφείλονται σε απρόβλεπτα περιστατικά διότι είτε ανάγονται στις αποφάσεις άλλου φορέα (Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.), οι πράξεις του οποίου δεσμεύουν την αναθέτουσα αρχή είτε ήταν αδύνατον να προβλεφθούν κατά την κατάρτιση της αρχικής μελέτης καθόσον κατά την αρχική ανάθεση δεν υπήρχε εγκεκριμένη προκαταρκτική μελέτη. Δεδομένου δε ότι συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του Νόμου, δηλαδή οι ως άνω συμπληρωματικές μελέτες παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με τις αρχικές, δεν μπορούν να διαχωρισθούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την Αναθέτουσα Αρχή κα είναι απολύτως αναγκαίες για την άρτια ολοκλήρωση της αρχικής μελέτης του έργου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η κατάρτιση της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως είναι νόμιμη.


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/6625/2015

Ολοκλήρωση μελετών παράκαμψης..ζητείται η αναθεώρηση της 4234/2015 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας απόφασης, το Τμήμα Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης κρίνει ότι το VI Τμήμα, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, (4234/2015 )με την οποία έγινε, κατ’ αρχάς, δεκτό ότι η ρύθμιση του άρθρου 109 του ν. 4199/2013, ενόψει της αναδρομικής ισχύος αυτής, καθώς και της εφαρμογής της ακόμη και στις μελέτες που είχαν απενταχθεί από το κοινοτικό πρόγραμμα, παρείχε τη δυνατότητα επανυποβολής στο Κλιμάκιο προς έλεγχο της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης μελετών, ορθώς έκρινε, περαιτέρω, ότι αλυσιτελώς γινόταν επίκληση της ίδιας διάταξης για τη νομιμότητα της σύναψης της εν λόγω σύμβασης, για το λόγο ότι εξακολουθούσε να υφίσταται ως πλημμέλεια που κώλυε την υπογραφή της, η εκφερθείσα αρχικά με την 313/2012 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου, υιοθετηθείσα μεταγενέστερα με τη 2792/2012 απόφαση του VI Tμήματος και μη ανατραπείσα τελικά με τη 3463/2012 απόφαση του Τμήματος Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης «απολύτως δεσμευτική κρίση» ότι ο 1ος Συγκριτικός Πίνακας της υπό έλεγχο συμπληρωματικής σύμβασης μελετών εγκρίθηκε μετά την παρέλευση και της οριακής προθεσμίας περαίωσης του αντικειμένου της κύριας (αρχικής) σύμβασης. Και τούτο, διότι τόσο από την άνω Πράξη του Κλιμακίου, αλλά και από τις προαναφερόμενες αποφάσεις των Τμημάτων, προκύπτει με σαφήνεια ότι εκφέρθηκε σχετική κρίση ικανή να στηρίξει αυτοτελώς το διατακτικό αυτών -ήτοι ανεξαρτήτως της διαπιστωθείσας πλημμέλειας της έλλειψης της απαιτούμενης από την περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 3316/2005 προϋπόθεσης της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων για τη νόμιμη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης- και, ως εκ τούτου, δυνάμενη να θεωρηθεί «δεσμευτική» για τους τυχόν επιλαμβανόμενους, στο πλαίσιο επανυποβολής της σύμβασης αυτής στον προσυμβατικό έλεγχο, δικαστικούς σχηματισμούς, τα οποία δεν μπορούν να αποστούν από το ήδη οριστικώς και μη δυνάμενο να ανατραπεί, άρα αμετακλήτως, κριθέν αυτό ζήτημα, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της κρινόμενης αίτησης..πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναθεώρησης ως απαράδεκτη


ΕΣ/ΤΜ.6/446/2018

ΜΕΛΕΤΗ. (..) ζητείται η ανάκληση της 317/2017 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι το σχέδιο της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης της μελέτης..(..)Με την προσβαλλόμενη Πράξη, το Ζ΄ Κλιμάκιο έκρινε ότι το σχέδιο της ανωτέρω 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης απαραδέκτως εισήχθη ενώπιόν του για τη διενέργεια ελέγχου νομιμότητας....το Κλιμάκιο έκρινε ότι «δεν υφίσταται δυνατότητα διαπραγμάτευσης και, εν γένει, προσδιορισμού των όρων ανάληψης και εκπλήρωσης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων» και ότι «λαμβανομένου υπόψη και του (…) σκοπού, για τον οποίο καθιερώθηκε ο έλεγχος των σχεδίων δημοσίων συμβάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο (προστασία του δημοσίου συμφέροντος από τυχόν λάθη, πλημμέλειες ή πράξεις διαφθοράς των διοικητικών οργάνων κατά τη διαδικασία σύναψης των δημοσίων συμβάσεων, καθώς και για την εμπέδωση της διαφάνειας και της εμπιστοσύνης των διοικουμένων στις ενέργειες της δημόσιας διοίκησης), δεν καταλείπεται πεδίο άσκησης προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας».(..) Εντούτοις, η κρίση αυτή του Κλιμακίου είναι εσφαλμένη. Και τούτο διότι, η ελεγχόμενη σύμβαση αποτελεί συμπληρωματική σύμβαση, με την οποία τροποποιείται ουσιωδώς το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης, αφού προστίθενται εργασίες που δεν είχαν αρχικώς προβλεφθεί, με ταυτόχρονη αύξηση του οικονομικού αντικειμένου της, οι συμβάσεις δε αυτές, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, ελέγχονται σε κάθε περίπτωση, ακριβώς προκειμένου να διαφυλαχθεί η διαφάνεια των διαδικασιών και η ίση μεταχείριση των παρόχων που μετείχαν στο αρχικό διαγωνισμό...Επομένως, ακόμη και αν ορισμένα στοιχεία της σύμβασης καθορίζονται νομοθετικώς, η σύμβαση αυτή δεν «εξαιρείται από τον ελεύθερο ανταγωνισμό»...αλλά, για λόγους διαφάνειας και ανταγωνισμού, απαιτείται να συναφθεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες στο νόμο προϋποθέσεις, οι οποίες ελέγχονται από το Δικαστήριο τούτο..(..)Με τα δεδομένα αυτά, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάγκη παράτασης του αρχικού συμβατικού χρόνου, που προκάλεσε την ανάγκη εκτέλεσης των πρόσθετων εργασιών, οφείλεται σε περιστάσεις που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν από την αναθέτουσα αρχή, επιπλέον δε ότι συντρέχουν όλες οι προβλεπόμενες στο άρθρο 29 του ν. 3316/2005 προϋποθέσεις, το Τμήμα κρίνει ότι οι επιπλέον αυτές εργασίες νομίμως περιλαμβάνονται στην ελεγχόμενη συμπληρωματική σύμβαση, η οποία δύναται να ισχύσει από την ημερομηνία υπογραφής της και εφεξής...Ανακαλεί την 317/2017 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Κρίνει ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης της μελέτης με τίτλο..


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)106/2013

«Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου ......»(…) Ειδικότερα, για τη νόμιμη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης πρέπει να υπάρχουν επιπρόσθετες εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης και είτε δεν ήταν δυνατόν να διαχωριστούν από τεχνική και οικονομική άποψη από την κύρια σύμβαση είτε ήταν αναγκαίες για την ολοκλήρωση και την τελειοποίησή της, ενώ περαιτέρω οι εργασίες αυτές πρέπει να οφείλονται σε περιστάσεις, που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την σύναψη της αρχικής σύμβασης. Κατά την πάγια νομολογία δε του Δικαστηρίου τούτου (βλ. αποφάσεις Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3210, 2489/2011, πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 412, 296/2010, 279, 277/2008) ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού του αρχικού συμβατικού αντικειμένου ή η διαφορά στην αμοιβή της αναδόχου που προκαλείται συνεπεία αυτού, δεν αφορά σε μελέτες πρόσθετες ή νέες που δύνανται να περιληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση.  Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται απλώς η αύξηση του προϋπολογισμού του αρχικού αντικειμένου ώστε να καλυφθούν οι διαφορές στην κοστολόγηση, οι οποίες προέκυψαν κατά την εκτέλεσή του και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ενταχθούν σε συμπληρωματική σύμβαση (απόφαση VI Τμήματος 2503/2009). Εξάλλου, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών εργασιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής, σε κάθε περίπτωση δε οι συμπληρωματικές αυτές εργασίες εκτελούνται μόνο μετά την σύνταξη συγκριτικού πίνακα που τις περιλαμβάνει, ο οποίος εγκρίνεται πριν εξαντληθεί η συνολική προθεσμία για την περαίωση του μελετητικού έργου (βλ. πράξεις VII Τμήματος 182/2009, 279/2008).(..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως συνήφθη η 1η Συμπληρωματική Σύμβαση της κρίσιμης μελέτης, διότι η μεν αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της αμοιβής των γεωλογικών μελετών δεν μπορεί να περιληφθεί, ως αυτοτελές κονδύλιο σε συμπληρωματική σύμβαση, καθόσον δεν αφορά σε πρόσθετες ή νέες μελέτες που χρειάζεται να εκπονηθούν εξαιτίας της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων, οι δε ρυθμίσεις της Υ.Α. οικ.37691/12.9.2007, με τις οποίες μεταβλήθηκαν οι προδιαγραφές και η διαδικασία εκπόνησης των γεωλογικών μελετών Γ.Π.Σ./Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., αφενός δεν συνιστούν περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, καθώς είχαν ήδη τεθεί σε ισχύ σε χρονικό διάστημα προγενέστερο της υπογραφής αυτής (στις 14.9.2007, ενώ η αρχική σύμβαση υπεγράφη στις 16.1.2008), αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 9 της από 10.7.2006 διακήρυξης του διαγωνισμού, έπρεπε να αποτελούν το θεσμικό πλαίσιο εκπόνησης των μελετών της αρχικής σύμβασης, ενώ για την πρόσθετη αμοιβή των μελετητών από το ενδεχόμενο της τροποποίησης του ισχύοντος κατά το χρόνο δημοσίευσης της προκήρυξης θεσμικού πλαισίου (της Υ.Α. ΥΠΕΧΩΔΕ 9572/1845/2000), που αφορούσε το σκέλος της γεωλογικής διερεύνησης της μελέτης, είχε προβλεφθεί μέρος του ποσού των 30.000,00 ευρώ, το οποίο είχε προστεθεί στην προεκτιμώμενη αμοιβή της αρχικής σύμβασης. Επιπλέον, μη νομίμως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 περ. β΄ της Υ.Α. 37691/12.9.2007, η ανάδοχος εταιρεία δεν διέθετε πτυχίο στην κατηγορία 20 του Μητρώου μελετητών Δημοσίων Έργων, έλλειψη η οποία δεν καλύπτεται από το πτυχίο του ειδικού συνεργάτη της μελετητή, καθώς οι επικαλούμενες μεταβατικές διατάξεις της ως άνω Υ.Α. δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω, εφόσον ρυθμίζουν περιπτώσεις μελετών που κατά το χρόνο ισχύος των κρίσιμων διατάξεων (στις 14.9.2007) ήδη βρίσκονταν σε εξέλιξη και όχι μεταγενεστέρως ανατεθεισών μελετών(…)

ΕλΣυν.Τμ.6(Γ'Διακοπών)/2790/2012

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:..ζητείται η ανάκληση της 304/2012 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ, το Τμήμα κρίνει ότι, ανεξαρτήτως των επιμέρους αιτιολογιών της προσβαλλόμενης πράξης, ορθώς κατ' αποτέλεσμα εφαρμόστηκαν από το Κλιμάκιο οι ανωτέρω διατάξεις, απορριπτομένου του λόγου περί εσφαλμένης ερμηνείας του νόμου, δεδομένου ότι ούτε γίνεται επίκληση ούτε αποδεικνύονται γεγονότα αιφνίδια, τα οποία συνέβησαν μετά από όσα είχαν ήδη διαπιστωθεί και οδήγησαν στη σύναψη της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης, τα οποία να δικαιολογούν την κατάρτιση νέας συμπληρωματικής σύμβασης. Ειδικότερα, ο πρώτος λόγος ανάκλησης περί πλάνης περί τα πράγματα ως προς το τεχνικό αντικείμενο των συμπληρωματικών εργασιών προβάλλεται αλυσιτελώς, διότι με αυτόν ουδόλως πλήττεται η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης του Κλιμακίου περί μη συνδρομής νέων απρόβλεπτων περιστάσεων για τη σύναψη της 2ης συμπληρωματικής σύμβασης, εκτός από εκείνες (έντονα πλημμυρικά φαινόμενα, νέα υδρολογικά δεδομένα) που οδήγησαν και στη σύναψη της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης, εξαιτίας των οποίων, όμως, θα έπρεπε όλες οι απαιτούμενες συμπληρωματικές εργασίες να έχουν περιληφθεί στο αντικείμενο της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης, δεδομένου, άλλωστε, ότι, κατά τους ισχυρισμούς της αιτούσας, είχαν επαρκώς προβλεφθεί από την επικαιροποιημένη μελέτη ως απαραίτητες για το έργο. Εξάλλου, ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι επελέγη η σταδιακή ένταξη των συμπληρωματικών εργασιών, προκειμένου να εξευρεθούν οι απαιτούμενες πιστώσεις, πέραν του ότι προβάλλεται το πρώτον με την αίτηση ανάκλησης και δεν αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου, δεν συνιστά, σε καμία περίπτωση, απρόβλεπτη περίσταση, που να δικαιολογεί τη σύναψη της συμπληρωματικής σύμβασης, ενώ πουθενά στη νομοθεσία δεν αναφέρεται αυτοτελώς η δυνατότητα σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης σε περίπτωση προβλημάτων στη χρηματοδότηση του έργου.(..)Κατ' ακολουθία των ανωτέρω το Τμήμα κρίνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν πρέπει να ανακληθεί και, ως εκ τούτου, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.