ΕΣ/ΚΠΕ ΤΜ.7/176/2014
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενες σκέψεις (ΙΙ έως IV), το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ανωτέρω 3428/22.10.2010 κατακυρωτική πράξη της Δημαρχιακής Επιτροπής του Δήμου .... ήταν εκτελεστή ήδη από την έκδοσή της, χωρίς, εν προκειμένω, να ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της δαπάνης η παράλειψη έκδοσης της εγκριτικής απόφασης, εκ μέρους του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, κατόπιν διενέργειας του προβλεπομένου εσωτερικού ελέγχου νομιμότητας. Περαιτέρω, η υπογραφή της εργολαβικής σύμβασης στις 15.7.2013, ήτοι τέσσερις μήνες μετά την κοινοποίηση προς τον ανάδοχο της 060691/15.3.2013 πρόσκλησης του Δήμου για την υπογραφή της, δε συνεπάγεται την ακυρότητα της τελευταίας, καθόσον τέτοια συνέπεια δεν προβλέπεται από τις εφαρμοστέες διατάξεις των άρθρων 27 και 30 του ν. 3669/2008. Ακόμη, νομίμως η εν λόγω σύμβαση υπογράφηκε, μετά τη λήξη του χρόνου της εξάμηνης ισχύος της προσφοράς του αναδειχθέντα στον οικείο διαγωνισμό μειοδότη, αφού αυτός συναίνεσε προς τούτο, με την υποβολή, ενώπιον της αναθέτουσας αρχής, των επικαιροποιημένων δικαιολογητικών συμμετοχής που απαιτούνταν από τη διακήρυξη, καθώς και της εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης, ο δε Δήμος δεν προχώρησε στην ανάκληση της κατακυρωτικής απόφασης, μετά την πάροδο μακρού χρόνου, από τη λήξη του ως άνω εξαμήνου, αλλά συμβλήθηκε με τον ανάδοχο, για την ολοκλήρωση της κατασκευής του έργου. Τέλος, δεδομένου ότι η προαναφερόμενη κατακυρωτική του αποτελέσματος της δημοπρασίας πράξη της Δημαρχιακής Επιτροπής εκδόθηκε στις 22.10.2010, ήτοι προ της ενάρξεως ισχύος της διάταξης του άρθρου 278 του ν. 3852/2010 (1.1.2011), η επίμαχη σύμβαση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της τελευταίας, ως εκ τούτου, ορθώς δεν υπήχθη στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον ενδιαφερόμενο Δήμο. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη, συνεπώς, το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Ε Κλ/467/2010
Aν δεν προβλέπεται η υποχρέωση υπεργολαβίας από τη διακήρυξη η νομιμότητα της ανάθεσης μέρους των εργασιών του έργου από τον ανάδοχο σε υπεργολάβο μετά την υπογραφή της σύμβασης ελέγχεται κατά το στάδιο της εκτέλεσης του έργου.
Ελσυν/Τμ 7/75/2009
Μη νόμιμες οι δαπάνες για την εξόφληση 5ου και 6ου λογαριασμού έργου, καθόσον αφορούν και σε πληρωμή πρόσθετων εργασιών, καθώς και του κονδυλίου αναθεώρησης αυτών, οι οποίες εκτελέστηκαν δυνάμει συμπληρωματικής σύμβασης, που εγκρίθηκε και υπογράφηκε μετά τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας περάτωσης του έργου και της νομίμως χορηγηθείσας παράτασης αυτής, η δε παράταση της προθεσμίας που χορηγήθηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο μετά τη λήξη της συμβατικής, κατά τα ανωτέρω, προθεσμίας, δεν συνιστά όντως παράταση αυτής, αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία όμως δεν προβλέπεται από τις διατάξεις περί δημοσίων έργων (ν. 1418/1984, ν.3212/2003, π.δ.334/2000, π.δ.609/1985).
ΕΣ/ΚΛ.Ε/1026/2019
Κατασκευή βιολογικού καθαρισμού Δήμου...Περαιτέρω, ήδη από τις 18.8.2012, έχει παρέλθει η συμβατική προθεσμία περάτωσης του έργου και από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι αυτή είχε, πριν από την λήξη της, παραταθεί νόμιμα, ώστε να καταλαμβάνει την επίμαχη υποκατάσταση. Εξάλλου, στην ως άνω 63/9.5.2019, εγκριτική της υποκατάστασης αυτής, απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ......, ουδεμία αναφορά γίνεται στο τμήμα της εργολαβίας για το οποίο ισχύει - εγκρίθηκε η υποκατάσταση, στην πιστοποίηση μετά την οποία οι πληρωμές θα διενεργούνται στη νέα ανάδοχο και στις εγγυήσεις που αυτή πρέπει να καταθέσει, όπως απαιτείται, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, δοθέντος ότι το σχετικό αίτημα της αναδόχου δεν αφορούσε στην εκχώρηση του όλου έργου, αλλά τμήματος αυτού. Στο δε σχέδιο σύμβασης μεταξύ της άνω υποκαταστάτριας κοινοπραξίας και της προαναφερόμενης Δ.Ε.Υ.Α, που υποβλήθηκε, αναγράφεται ως συμβατικό τίμημα το ποσό του 1.934.858,95 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., το οποίο αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό της αρχικής σύμβασης, υποδεικνύοντας ότι η υποκατάσταση επιχειρείται για το σύνολο του έργου, χωρίς, όμως, τούτο να έχει ζητηθεί από την ανάδοχο εταιρεία και εγκριθεί ρητά από την αναθέτουσα αρχή. Τέλος, ελλείψει σχετικών στοιχείων και ειδικών συγκριτικών αναφορών στα προσκομισθέντα έγγραφα, δεν αποδεικνύεται ότι τα μέλη της υποκαταστάτριας κοινοπραξίας έχουν, μεμονωμένα ή έστω και αθροιστικά, τα ίδια προσόντα που απαιτούνταν για την ανάληψη του έργου από την αρχική ανάδοχο εταιρεία.
ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010
Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.
ΕλΣυν/Κλ.Τμ.7/31/2012
Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής δεν αποτελεί όντως παράταση αυτής (εφ’ όσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν της καταληκτικής ημερομηνίας της), αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία, όμως, δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε εργασίες δημόσιου-δημοτικού έργου, οι οποίες έχουν εκτελεσθεί κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων, δηλαδή μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χορηγηθεισών παρατάσεων αυτής, δεν είναι νόμιμες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατήγησης των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων, υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξης, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκλήρωσης και παράδοσης ενός δημόσιου έργου. Εξάλλου, με την εγκριτική της παράτασης απόφαση προσδιορίζεται πάντοτε και ο υπαίτιος της καθυστέρησης των εργασιών – κύριος του έργου ή ανάδοχος, διότι, εφόσον υπαίτιος για την υπέρβαση είναι ο ανάδοχος, αφενός η εγκρινόμενη παράταση της προθεσμίας είναι ειδική «χωρίς αναθεώρηση», που σημαίνει ότι η αναθεώρηση των συμβατικών τιμών παγιώνεται στο ύψος της αναθεωρητικής περιόδου, η οποία συμπίπτει με τη λήξη της αρχικής συμβατικής προθεσμίας, αφετέρου επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες, ανεξάρτητα από την έγκριση της παράτασης αυτής. Επιπλέον δε, ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας, προ της εγκρίσεως της παράτασης και σε αντιπαράσταση με τον ανάδοχο, καταρτίζει πίνακα διαχωρισμού των εργασιών, σε εκείνες που μπορούσαν και έπρεπε να εκτελεσθούν σε προηγούμενη αναθεωρητική περίοδο και στις λοιπές εργασίες. Αντιθέτως, υπάρχει υποχρέωση της διευθύνουσας υπηρεσίας να εγκρίνει την προτεινόμενη αναμόρφωση του εγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος του έργου και την παράταση του χρόνου εκτέλεσής του «με αναθεώρηση», χωρίς να απαιτείται επιπλέον η σύνταξη του ανωτέρω πίνακα διαχωρισμού των αναγκαίων εργασιών, όταν σημειώνεται καθυστέρηση εκτέλεσης αυτών, μη οφειλόμενη σε υπαιτιότητα του αναδόχου ή η καθυστέρηση προήλθε από την εκτέλεση νέων εργασιών (πρβλ. Απόφ. Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3208, 3053/2011, VI Τμ. 2753/2011, Πρ. VII Τμ. 46, 2/2012, 280, 244/2010, 103, 92/2009, IV Τμ. 60/2011). Περαιτέρω, σε περίπτωση που στην εγκριτική απόφαση της προϊσταμένης αρχής για την παράταση της συμβάσεως δεν αναφέρεται αν γίνεται με αναθεώρηση ή χωρίς αναθεώρηση, θα πρέπει στην απόφαση αυτή να αναφέρεται ότι ο ανάδοχος δεν είναι υπαίτιος για την επιμήκυνση του χρόνου ολοκληρώσεως του έργου ή τουλάχιστον αυτό να προκύπτει από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, οπότε τεκμαίρεται ότι η προϊσταμένη αρχή σιωπηρά αποδέχθηκε ότι δεν υπάρχει υπαιτιότητα του αναδόχου (βλ. Πρ. IV Τμ. 111/2002, πρβλ. Πρ. VII Τμ. 46/2012).
ΕΣ/ΚΛ.Ε/458/2016
Συμπληρωματική σύμβαση έργου....Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής:α) Μη νομίμως εκδόθηκε η αρ.ΑΔΕ 4940/12.10.2016 απόφαση, με την οποία παρατάθηκε η προθεσμία περατώσεως του έργου μέχρι τις 26.4.2017, αφού η απόφαση αυτή εκδόθηκε μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας, η οποία, κατόπιν νομίμου παρατάσεως αυτής, έληξε στις 18.7.2016. Σύμφωνα, δε, με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη ΙV, δεν είναι νόμιμη η παράταση που χορηγείται μετά τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας, καθόσον συνιστά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία δεν προβλέπεται και δεν ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Κ.Δ.Ε. (πρβλ. Αποφ. Τμ. Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης 3208, 3053/2011, VI Τμ. 4606/2014, 2496, 1507/2012).(...)Kατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω το Κλιμάκιο κρίνει ότι η σύναψη της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Κάθετος Άξονας ... – Ν. ... – ...: Βελτίωση – Διαπλάτυνση τμήματος Ν. .... από χ.θ. 0+000 έως χ.θ. 4+200 (58.4.1.)» δεν είναι νόμιμη και για τον λόγο αυτό κωλύεται η υπογραφή της.
ΝΣΚ/212/2018
Νόμιμες προϋποθέσεις για τη χρησιμοποίηση από το Ελληνικό Δημόσιο του αποτελέσματος Σύμβασης Υπηρεσιών Τεχνικού Συμβούλου και για την επιστροφή στον ανάδοχο της εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης. Το Ελληνικό Δημόσιο δύναται νομίμως να χρησιμοποιήσει το αποτέλεσμα Σύμβασης Υπηρεσιών Τεχνικού Συμβούλου του άρθρου 41 του ν. 3669/2008, μετά την έκδοση από την Επιβλέπουσα Υπηρεσία, αφενός μεν, βεβαίωσής της για την υποβολή όλων των παραδοτέων εκ μέρους του αναδόχου και της συμμόρφωσής του προς όλες τις συμβατικές του υποχρεώσεις, αφετέρου δε, βεβαίωσής της για την παραλαβή του αντικειμένου της Σύμβασης. Η εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης επιστρέφεται στον ανάδοχο μετά την έκδοση της τελευταίας βεβαίωσης. (ομόφ.)
ΕλΣυν/Τμ.7/5/2012
Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η ανάθεση του ανωτέρω έργου με την εξαιρετική διαδικασία του διαγωνισμού μεταξύ περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία. Και τούτο διότι ανεξαρτήτως της ανάγκης εκτέλεσης μεγάλης έκτασης εργασιών επισκευής – ενίσχυσης και αναβάθμισής γυμναστηρίου αυτού, που ανέκυψαν μετά το σεισμό της 8.6.2008, δεν διαπιστώνεται η συνδρομή συγκεκριμένων περιστατικών, εξαιτίας των οποίων απειλείται με βεβαιότητα η επέλευση σοβαρού κινδύνου, η αποτροπή του οποίου επιβάλλει την άμεση έναρξη εκτέλεσης του έργου και τη σύντομη αποπεράτωσή του. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου, δεν προκύπτει συγκεκριμένος λόγος αδυναμίας τήρησης εξαρχής των προθεσμιών που απαιτούνται για τη διενέργεια ανοικτής δημοπρασίας, με δεδομένο μάλιστα ότι η μελέτη του έργου εγκρίθηκε στις 29.11.2008, η κατάρτιση των όρων της σχετικής διακήρυξης δημοπράτησής του έλαβε χώρα στις 2.2.2009, η ανακήρυξη αναδόχου στις 9.3.2009, η υπογραφή της σχετικής σύμβασης στις 6.4.2009, η δε προθεσμία αποπεράτωσης αυτού ορίστηκε αρχικώς σε τέσσερεις μήνες από την υπογραφή της σύμβασης (ήτοι στις 6.8.2009), παρατάθηκε δε εν συνεχεία, με την 58/23.2.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ....., έως τις 30.4.2010, ενώ στα στοιχεία του φακέλου περιλαμβάνεται και η από 22.4.2010 αίτηση της αναδόχου για νέα παράταση έως τις 30.9.2010, επί της οποίας έχει εκδοθεί η 12614/8.6.2010 θετική πρόταση της τεχνικής υπηρεσίας του Δήμου ....., ενώ δεν προκύπτει ότι έχει εκδοθεί σχετική εγκριτική απόφαση. Εξάλλου, αν και από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι οι περιλαμβανόμενες στον 1ο και 2ο λογαριασμό εργασίες αφορούν σε εργασίες που εκτελέσθηκαν μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας περαίωσης του έργου, σημειώνεται ότι οι από 6.8.2009 και 21.10.2009 αιτήσεις της αναδόχου για παράταση της προθεσμίας περαίωσης του έργου, έως τις 31.10.2009 και 31.12.2009, αντίστοιχα, δεν εγκρίθηκαν από το Δημοτικό Συμβούλιο ..... και ως εκ τούτου, η βάσει αυτών παράταση της προθεσμίας αυτής δεν ήταν νόμιμη. Εξάλλου, η χορηγηθείσα παράταση, με την 58/23.2.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ....., κατόπιν της 22.12.2009 αιτήσεως της αναδόχου, έως τις 30.4.2010, που έλαβε χώρα μετά τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας περάτωσης του έργου και της νομίμως, κατά τα ανωτέρω, παράτασης αυτής, δεν συνιστά όντως παράταση αυτής, αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία δεν προβλέπεται από τις διατάξεις περί δημοσίων έργων και, είναι ως εκ τούτου, μη νόμιμη.
ΝΣΚ/588/2008
Δικαιώματα προαιρέσεως στο δίκαιο των προμηθειών και προσδιορισμός ποσότητας των υπό προμήθεια ειδών, τόσο στην διακήρυξη του διαγωνισμού προμηθειών, όσο στην κατακυρωτική απόφαση και στην σύμβαση.Α) Το δικαίωμα προαιρέσεως του άρθρου 21 του Π.Δ/τος 118/2007, το οποίο, προκειμένου να ασκηθεί, πρέπει να προβλέπεται στην διακήρυξη του διαγωνισμού διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα δικαιώματα προαιρέσεως, κατά τον χρόνο ασκήσεώς του, καθόσον τούτο δύναται να ασκηθεί μόνο κατά την κατακύρωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού και όχι μεταγενεστέρως, ενώ τα υπόλοιπα δικαιώματα προαιρέσεως τα οποία πρέπει να προβλέπονται τόσο στη διακήρυξη, όσο στην κατακυρωτική απόφαση και την σύμβαση που ακολουθεί, δύνανται να ασκηθούν κατά την διάρκεια ή μετά την λήξη της συμβάσεως προμηθείας, αναλόγως της συμφωνίας (σύμφωνο προαιρέσεως) και εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Β) Σύμφωνα με τις διατάξεις των Π.Δ/των 60/2007 και 118/2007, αλλά και κατά τα γενόμενα, παγίως, δεκτά από την νομολογία του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ., οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να προσδιορίζουν, επακριβώς, τόσο στην διακήρυξη του διαγωνισμού προμηθείας, όσο στην κατακυρωτική απόφαση και την σύμβαση, τις ποσότητες των υπό προμήθεια ειδών, στις περιπτώσεις δε που τα ανωτέρω είδη υποδιαιρούνται σε διάφορες υποκατηγορίες, τότε θα πρέπει να προσδιορίζουν τις ποσότητες κάθε υποκατηγορίας, τουλάχιστον, κατά προσέγγιση. Γ) Εάν προβλεφθεί στην διακήρυξη δικαίωμα προαιρέσεως, το οποίο θα ασκηθεί μετά την κατακύρωση, δηλαδή είτε κατά την διάρκεια εκτελέσεως της συμβάσεως είτε μετά την λήξη αυτής, τούτο είναι μεν κατά νόμο επιτρεπτό, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις και την νομολογία του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ., πλην όμως, δεν δύναται να υπερβεί ως προς την επαύξηση της ποσότητας των υπό προμήθεια ειδών, τα προβλεπόμενα ανώτερα ποσοστά του άρθρου 21 του Π.Δ/τος 118/2007. Δ) Η ανωτέρω υποχρέωση των αναθετουσών αρχών να προσδιορίζουν, επακριβώς, τις ποσότητες των υπό προμήθεια ειδών στην διακήρυξη του διαγωνισμού, την κατακυρωτική απόφαση και την σύμβαση, δεν αναιρείται
ΕλΣυν/Ε Κλιμ/361/2010
Συμπληρωματική σύμβαση. Υποκατάσταση αναδόχου μετά την κατακυρωτική απόφαση από τρίτο. Απαιτείται εγκριτική απόφαση της προϊσταμένης αρχής, στην οποία να αιτιολογείται πλήρως αν η εργοληπτική επιχείρηση, που θα υποκαταστήσει τον ανάδοχο έχει τα ίδια προσόντα που απαιτήθηκαν για την ανάληψη του έργου και παρέχει τα απαραίτητα εχέγγυα για την κατασκευή του. Ως τρίτος νοείται και η ανώνυμη εταιρεία, στην οποία μετά την κατακύρωση εισφέρθηκε ένα-ντι μετοχών της ο κατασκευαστικός κλάδος της αναδόχου ανώνυμης εταιρείας, αφού η απόσχιση του κατασκευαστικού κλάδου και η εισφορά του σε άλλη εταιρεία χωρίς να λυθεί η δότρια εται-ρεία διέπεται από τους κανόνες της ειδικής διαδοχής του άρθρου 4 παρ. 3 του ν.2166/1993. Στην περίπτωση αυτή για την υποκατάσταση απαιτείται η τήρηση της προμνησθείσας διαδικασίας. Διαπίστωση ουσιωδών νομικών πλημμελειών, καθόσον α) αορίστως αιτιολογείται η συνδρο¬μή των απροβλέπτων περιστάσεων, β) η αναθέτουσα αρχή ομολογεί για κάποιες εργασίες ότι οφείλονται σε αστοχία των εγκεκριμένων μελετών και κατασκευαστικών σχεδίων, γ) υπάρχουν εργασίες, οι οποίες αποτελούν επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητάς του, δ) υπάρχουν εργασίες που έχουν προβλεφθεί στα συμβατικά τεύχη και επομένως αποτελούν τεχνικό αντικείμενο της κύριας σύμβασης. Με την 2838/2010 απόφασή του το VI Τμήμα, επιληφθέν αιτήσεως ανακλήσεως κατά της προμνησθείσας πράξης ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου να προσκομισθεί αιτιολογημένη απόφαση της προϊσταμένης αρχής, με την οποία να εγκρίνεται η υποκατάσταση της αναδόχου Κ/Ξ από το νέο κοινοπρακτικό σχήμα, κατά το άρθρο 65 του ν.3669/2008.