Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.6/525/2018

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, 60/2007

Mελέτη βελτίωσης επαρχιακής οδού...Με τα δεδομένα αυτά, η Περιφέρεια ..., η οποία δεν αξιολόγησε τις προσφορές ως ασυνήθιστα χαμηλές, δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας, όπως βάσιμα υποστηρίζει η αιτούσα.Τέλος, με την προσβαλλόμενη Πράξη κρίθηκε ότι ο έλεγχος εκτείνεται αποκλειστικά και μόνο στη φάση του διαγωνισμού που υποβλήθηκε ενώπιον του Κλιμακίου, η οποία ολοκληρώθηκε με την 2566/2016 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας ..., με την οποία κατακυρώθηκε προσωρινά το αποτέλεσμα του διαγωνισμού στην φερόμενη ως ανάδοχο σύμπραξη, και ότι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί το τελικό στάδιο του διαγωνισμού, ήτοι αυτό που ακολουθεί την έκδοση της κατακυρωτικής απόφασης (υποβολή από τον ανάδοχο και αξιολόγηση από την αναθέτουσα αρχή των δικαιολογητικών και εγγράφων νομιμοποίησης και ελέγχου της προσωπικής κατάστασης του αναδόχου, κατά το άρθρο 23 της διακήρυξης), μετά την ολοκλήρωση του οποίου, ο φάκελος θα πρέπει να επανυποβληθεί στο αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκειμένου αυτό να αποφανθεί για τη νομιμότητα της τελευταίας αυτής φάσης του διαγωνισμού και την υπογραφή η μη του σχεδίου σύμβασης. Η κρίση αυτή, η οποία ερείδεται α) στις διατάξεις του άρθρου 36 παρ. 1 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο (ν. 4129/2013), που απαιτούν την διενέργεια του προληπτικού ελέγχου πριν από τη σύναψη της σύμβασης, καθώς και β) στη διαδικασία που περιγράφεται στα – υποχρεωτικά για την αναθέτουσα αρχή – Πρότυπα Τεύχη Μελετών (άρθρο 6.1 περ. γ), που εγκρίθηκαν με την Δ17γ/06/102/ΦΝ 439.1/27.6.2011 απόφαση του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων (ΦΕΚ Β΄1581), είναι νόμιμη, απορριπτομένου ως αβάσιμου του περί του αντιθέτου λόγου ανάκλησης.Κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να κριθεί ότι δεν συντρέχει ουσιώδης πλημμέλεια στη φάση της διαδικασίας του διαγωνισμού μέχρι και το στάδιο της κατακύρωσης για την ανάθεση της ελεγχόμενης μελέτης.Ανακαλεί την 367/2017 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΚ/C-340/2002

Το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 92/50 για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, το οποίο επιτρέπει στην αναθέτουσα αρχή που χρησιμοποιεί τη διαδικασία με διαπραγμάτευση να παρεκκλίνει της υποχρεώσεως της προηγουμένης δημοσιεύσεως όταν η σύμβαση αποτελεί συνέχεια ενός διαγωνισμού μελετών και πρέπει να ανατεθεί στον επιτυχόντα ή σε έναν από τους επιτυχόντες του διαγωνισμού, πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο αυστηρής ερμηνείας, το σε βάρος αποδείξεως περί του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις που δικαιολογούν την απόκλιση το φέρει εκείνος ο οποίος τις επικαλείται. Ειδικότερα, η έκφραση «αποτελεί συνέχεια κανονισμού», υπό την έννοια της εν λόγω διατάξεως, σημαίνει ότι πρέπει να υφίσταται άμεσος λειτουργικός σύνδεσμος μεταξύ του διαγωνισμού και της οικείας συμβάσεως. Τέτοιος σύνδεσμος δεν υφίσταται, στο πλαίσιο σχεδίου με πολλές φάσεις, μεταξύ διαγωνισμού που αφορά την πρώτη φάση και διοργανώθηκε για τους σκοπούς αναθέσεως της συναφούς με τη φάση αυτή συμβάσεως και της συμβάσεως επόμενης φάσης, ως προς την οποία η αναθέτουσα αρχή διατηρεί απλώς τη δυνατότητα να αναθέσει στον νικητή του εν λόγω διαγωνισμού. (βλ. σκέψεις 37-38, 40-41)


ΣτΕ/186/2010/ΕΑ

Διαγωνισμός Δήμου για την εκπόνηση πολεοδομικής μελέτης. Αίτηση αναστολής εκτελέσεως πράξεων με τις οποίες απερρίφθη η προσφορά της αιτούσας και κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού σε άλλον διαγωνιζόμενο. Eφ` όσον είναι αμφίβολο εάν η αιτούσα πλήσσει παραδεκτώς και βασίμως τον αποκλεισμό της σε προηγούμενο στάδιο του διαγωνισμού, γεννώνται αμφιβολίες και ως προς το έννομο συμφέρον της για την προσβολή της 202/2009 αποφάσεως της Δημαρχιακής Επιτροπής του Δήμου …., με την οποία κατακυρώθηκαν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού Η βλάβη που προκαλείται σε συμμετέχοντα σε δημόσιο διαγωνισμό από την μη ανάδειξή του ως αναδόχου είναι προεχόντως οικονομική και συνεπώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη. Οι συμμετέχοντες στους δημόσιους διαγωνισμούς αναλαμβάνουν από την φύση της δραστηριότητάς τους, τον κίνδυνο να αποκλεισθούν ή να μην αναδειχθούν ανάδοχοι. Απορρίπτει την αίτηση.


ΣτΕ/549/2009/ΕΑ

Oι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3316/2005 αποτυπώνουν γενική αρχή τόσο του εθνικού όσον και του κοινοτικού δικαίου, η οποία διέπει όλους τους δημόσιους διαγωνισμούς (βλ. αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 2 ν. 3263/2004 Α΄ 179, σχετικά με τις συμβάσεις δημοσίων έργων), σύμφωνα με την οποία η αναθέτουσα αρχή έχει διακριτική ευχέρεια να ακυρώσει ή να ανακαλέσει τη διαγωνιστική διαδικασία και να προχωρήσει σε επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού, εφόσον όμως αιτιολογήσει νομίμως και επαρκώς τη σχετική κρίση της (πρβλ. και άρθρο 41 παρ. 1 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ). Ένας δε από τους λόγους, για τους οποίους μπορεί πάντοτε η αναθέτουσα αρχή να ανακαλέσει τη διακήρυξη του διαγωνισμού, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, είναι η ανάγκη επαναπροκηρύξεως του διαγωνισμού με τροποποίηση των αρχικών όρων, εφόσον αυτό διαπιστωθεί από την αρχή με νόμιμη και επαρκή αιτιολογία (βλ. Ε.Α. επί Α.Μ. 1082/2008). Μη προδήλως παράνομη η αιτιολογία ακύρωσης του διαγωνισμού για να ορισθεί εκ νέου η Προϊσταμένη Αρχή


ΣτΕ/1137/2006

Η αντίληψη της αναθετούσης αρχής περί του ότι η υποβολή μιας μόνον εγκύρου προσφοράς αρκεί για να αιτιολογήσει την ακύρωση της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας δεν μπορεί να βρει έρεισμα στα κριθέντα από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην απόφαση επί της υποθέσεως C-27/98, Metalmeccanica Fracasso, την οποία επικαλείται η αναθέτουσα αρχή. Και τούτο, διότι, ανεξαρτήτως αν το επίμαχο ζήτημα της ακυρώσεως διαδικασίας αναθέσεως συμβάσεως παραχωρήσεως δημοσίου έργου διέπεται από τους κανόνες της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ (βλ. σχετικώς τα οριζόμενα στο άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας), πάντως από τα κριθέντα με την απόφαση αυτή περί του ότι, κατά την οδηγία 93/37/ΕΟΚ, η αναθέτουσα αρχή ούτε υποχρεούται να αναθέσει το έργο στον μοναδικό διαγωνιζόμενο που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στο διαγωνισμό ούτε υποχρεούται να επικαλεσθεί σοβαρούς ή εξαιρετικούς λόγους για τη μη ανάθεση του έργου στον εν λόγω μοναδικό διαγωνιζόμενο, δεν μπορεί να συναχθεί, άνευ ετέρου, όπως φαίνεται να υπολαμβάνει η Διοίκηση, ότι, στην περίπτωση που η Διακήρυξη του διαγωνισμού προβλέπει ευχέρεια της αναθετούσης αρχής προς ακύρωση του διαγωνισμού και έχει υποβληθεί εγκύρως μια μόνον προσφορά, τούτο αρκεί πάντοτε, ανεξαρτήτως των συνθηκών του συγκεκριμένου διαγωνισμού, για να παράσχει αιτιολογικό έρεισμα στην πράξη ακυρώσεως του διαγωνισμού και προκηρύξεως νέου με το αυτό αντικείμενο.


ΕΣ/Τ6/129/2007

Οι αναθέτοντες φορείς, κατά τη διενέργεια δημόσιων διαγωνισμών οφείλουν σε κάθε περίπτωση να τηρούν την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, η οποία συνεπάγεται, ιδίως, υποχρέωση διαφάνειας. Η τελευταία επιβάλλεται, προκειμένου η αναθέτουσα αρχή να διασφαλίζει την τήρηση της ως άνω γενικής αρχής, συνίσταται δε, μεταξύ άλλων, στον έλεγχο του αμερόληπτου χαρακτήρα των οικείων διαδικασιών του διαγωνισμού (πρβλ. Δ.Ε.Κ. Αποφάσεις της 7.12.2000, C-324/98, σκέψεις 60-63, της 27.11.2001, C-285/99, σκέψη 38 κ.α.). Κατά συνέπεια και δοθέντος ότι στους διενεργούμενους δημόσιους διαγωνισμούς υπηρεσιών η θεσμοθέτηση σταδίων κατά τη διαδικασία ανάδειξης του αναδόχου αποβλέπει ακριβώς στην κατά αντικειμενικό και διαφανή τρόπο επιλογή του παρόχου υπηρεσιών, η μη τήρηση των εν λόγω σταδίων στοιχειοθετεί παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας. Τέτοια περίπτωση συντρέχει και όταν η αναθέτουσα αρχή, προκειμένου να συγκροτήσει την επιτροπή αξιολόγησης των προσφορών σε διαγωνισμό, επιλέγει, ως μέλος αυτής, πρόσωπο, το οποίο φέρει την ιδιότητα μέλους του έχοντος την αποφασιστική αρμοδιότητα για την κατακύρωση των αποτελεσμάτων αυτού συλλογικού οργάνου, καθόσον με τον τρόπο αυτό, και ανεξαρτήτως της ουσιαστικής συμμετοχής του ως άνω μέλους στη λήψη αποφάσεων του εν λόγω οργάνου, ουσιαστικά παρακάμπτεται το γνωμοδοτικό στάδιο του διαγωνισμού, ως ουσιώδης τύπος της διεξαγόμενης διαδικασίας (βλ. Πράξη VI Τμ. 10/2007, 29/2005, IV Τμ. 182/2004, 157/2003, 109/2001).Όπως προκύπτει από την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προκειμένου να διασφαλίζεται στην πράξη η τήρηση των παρατεθεισών κοινοτικών αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να προβλέπει με σαφήνεια στη διακήρυξη του διαγωνισμού τους όρους συμμετοχής και ανάδειξης διαγωνιζομένου ως αναδόχου των υπό ανάθεση υπηρεσιών, ώστε κάθε ενδιαφερόμενος αφενός να διαθέτει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, για να αποφασίσει περί της συμμετοχής του ή μη στον προκηρυχθέντα διαγωνισμό, αφετέρου δε, σε περίπτωση συμμετοχής του στο διαγωνισμό, να έχει τις αυτές ακριβώς με τους λοιπούς διαγωνιζομένους ευκαιρίες, τόσο κατά το χρόνο της προετοιμασίας προς υποβολή της προσφοράς του όσο και κατά το στάδιο της αποτίμησης αυτής (πρβλ. Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 12.12.2002, C-470/99, σκέψη 93, της 18.10.2001, C-19/00, σκέψεις 34, 41 και 43 και της 25.04.1996, C-87/94, σκέψη 54). Σε αυτά τα πλαίσια και σε περίπτωση σύναψης μιας δημόσιας σύμβασης βάσει της οικονομικά πλέον συμφέρουσας προσφοράς η αναθέτουσα αρχή δύναται να προσδώσει ειδικό βάρος στα προκαθορισθέντα στοιχεία ενός κριτηρίου ανάθεσης, προβαίνοντας σε επιμερισμό μεταξύ των στοιχείων αυτών των μονάδων που καθόρισε, δυνάμει του οικείου κριτηρίου, εφόσον η οικεία απόφαση α) δεν τροποποιεί τα οριζόμενα στη διακήρυξη κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης β) δεν περιλαμβάνει στοιχεία, τα οποία, αν ήταν γνωστά κατά την προετοιμασία υποβολής των προσφορών θα είχαν, ενδεχομένως, επηρεάσει αυτήν την προετοιμασία και γ) δεν ελήφθησαν κατά την έκδοσή της στοιχεία δυνάμενα να επιφέρουν δυσμενή διάκριση σε βάρος ενός ή περισσότερων εκ των υποβαλλόντων προσφορά. Επομένως, σε περίπτωση που η αρμόδια Επιτροπή Διαγωνισμού προβεί σε κατ΄ ουσίαν τροποποίηση των προκαθορισμένων τεχνικών ή οικονομικών κριτηρίων ανάθεσης της υπό σύναψη σύμβασης, παραβιάζει ουσιώδη τύπο της διαδικασίας, πλήττοντας ούτως τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και προστασίας του υγιούς ανταγωνισμού (βλ. και C-331/04, Συλλ. 2005, Ι-00000, σκέψη 32).


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/725/2019

Προγραμματική σύμβαση...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο είναι κατά χρόνο αναρμόδιο να ελέγξει την πρώτη φάση του διαγωνισμού για την επιλογή των αναδόχων των προκαταρκτικών μελετών, καθώς έχουν ήδη υπογραφεί και εκτελεστεί οι σχετικές από 22.11.2018 συμβάσεις μεταξύ της Περιφέρειας ... και των τριών αναδόχων. Περαιτέρω, οι συμβάσεις αυτές είναι άκυρες, καθώς δεν υποβλήθηκαν πριν την υπογραφή τους για έλεγχο νομιμότητας στο αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 1 έως 4 του ν. 4129/2013, παρότι η συνολική προϋπολογισθείσα δαπάνη του διαγωνισμού ανερχόταν σε 1.000.000 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.). Ως εκ τούτου, οι συμβάσεις αυτές, καθώς και οι βάσει αυτών εκπονηθείσες προκαταρκτικές μελέτες, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν νόμιμο έρεισμα για τη συμμετοχή των τριών επιλεγέντων αναδόχων στη δεύτερη φάση της διαδικασίας για την ανάθεση των υπολοίπων σταδίων της μελέτης. Συνακόλουθα, είναι μη νόμιμη και η .... απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας ..., με την οποία κατακυρώθηκε η ανάθεση των υπολοίπων σταδίων της μελέτης στη σύμπραξη .... Κατά τη γνώμη όμως του Προέδρου του Τμήματος, παραδεκτώς ελέγχονται στο παρόν στάδιο οι πράξεις της πρώτης φάσης της διαγωνιστικής διαδικασίας, πλην μη νομίμως έγινε δεκτή η προσφορά της σύμπραξης .... κατά την πρώτη φάση του διαγωνισμού, αφού η σύμπραξη αυτή, ενώ εκκρεμούσε ο έλεγχος των προσφορών των υποψηφίων από την Επιτροπή Διαγωνισμού, μετέβαλε τη στελέχωση της δηλωθείσας με την τεχνική προσφορά της ομάδας μελέτης για την κατηγορία 20, χωρίς να επικαλείται λόγο ανωτέρας βίας για την μεταβολή αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 3 του ν. 3316/2005, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο παρ. 4 εδ. α΄ του ν. 3621/2007. Συνακόλουθα, είναι μη νόμιμη η συμμετοχή της σύμπραξης αυτής στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού και, ως εκ τούτου, είναι νη νόμιμη και η .... κατακυρωτική απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας ...Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο απέχει του ελέγχου της πρώτης φάσης της διαδικασίας ανάθεσης, ενώ κρίνει ότι συντρέχει ουσιώδης πλημμέλεια στην ελεγχθείσα δεύτερη φάση της διαδικασίας, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη.


ΕλΣυν/Κλ.Ζ/180/2010

Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, από τον έλεγχο των υποβληθέντων σε αυτό στοιχείων, δεν διαπιστώθηκαν νομικές πλημμέλειες στην επί μέρους φάση της διαδικασίας ανάθεσης εκπόνησης της μελέτης με αντικείμενο…, η οποία (επί μέρους φάση) εκτείνεται μέχρι και την κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην ως άνω….. Συναφώς, επισημαίνεται ότι η επόμενη φάση της διαδικασίας που αφορά στον έλεγχο, από αρμόδιο, κατά το νόμο και τη διακήρυξη, όργανο, ο οποίος πιστοποιείται με τη σύνταξη αντίστοιχου πρακτικού, των υποβληθέντων από την ανωτέρω, αναδειχθείσα ανάδοχο Σύμπραξη γραφείων μελετών των προβλεπόμενων, στο άρθρο 23 της οικείας Διακήρυξης, επιμέρους δικαιολογητικών και εγγράφων νομιμοποίησης και ελέγχου της προσωπικής κατάστασης των μελών της, πρέπει να διαβιβαστεί για έλεγχο νομιμότητας στο Ελεγκτικό Συνέδριο (πρβλ. 281/2010 απόφαση VI Τμ. Ελ.Συν., βλ. 175/2010 Πράξη Ζ΄ Κλιμ. Ελ. Συν.).


ΕλΣυν/Τμ.VI/53/2007

Εξ άλλου, η διακήρυξη του διαγωνισμού, ως κανονιστική πράξη δεσμεύει με τους όρους της, τόσο τους τρίτους προς τους οποίους απευθύνεται, όσο και το ίδιο το νομικό πρόσωπο που προκηρύσσει το σχετικό διαγωνισμό, το οποίο υποχρεούται εφεξής και μέχρι τέλους της διαδικασίας του διαγωνισμού να εφαρμόζει τα όσα ορίζονται σε αυτή (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 181/2006, 31/2003, 105/2003). Η αρχή αυτή της δεσμευτικότητας της διακηρύξεως κατοχυρώνεται και στο κοινοτικό δίκαιο, αφού κάθε απόκλιση από τους όρους αυτής αποτελεί παραβίαση της αρχής της ισότητας των διαγωνιζομένων (βλ. Πράξη VI Τμ. Ε.Σ. 70/2006). Κατά συνέπεια, τυχόν παράβαση ουσιώδους όρου της διακήρυξης, είτε κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού, είτε κατά τη συνομολόγηση της σύμβασης που καταρτίζεται μετά τη διενέργεια του διαγωνισμού, είτε κατά το στάδιο εκτέλεσης αυτής, καθιστά μη νόμιμη τη σχετική διαδικασία και επάγεται ακυρότητα (βλ. Πράξεις IV Τμ. Ε.Σ. 70/2003, 105/2002, 78, 4/2001, 85/2000).


ΕΣ/ΤΜ.6/39/2008

Κατά συνέπεια, στον ως άνω προληπτικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται οι συμβάσεις εκείνες που δεν έχουν ακόμη συναφθεί, των οποίων η προϋπολογισθείσα δαπάνη υπερβαίνει το εκάστοτε προβλεπόμενο από την ισχύουσα νομοθεσία χρηματικό όριο υπαγωγής στον εν λόγω έλεγχο και στον έλεγχο αυτό δεν υπόκεινται τροποποιήσεις όρων σύμβασης υποβληθείσας στο προσυμβατικό έλεγχο, όταν οι τροποποιήσεις αυτές λαμβάνουν χώρα μετά τη σύναψη και κατά το στάδιο εκτέλεσης της τροποποιούμενης σύμβασης (πρβλ. Πράξη 261/2007 VI Τμ. Ε.Σ.) και δεν προκαλούν αύξηση του οικονομικού της αντικειμένου τέτοια που να υπερβαίνει το εκάστοτε θεσπιζόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις χρηματικό όριο υπαγωγής στον προσυμβατικό έλεγχο (πρβλ. Πράξη 48/2003 VI Τμ. Ε.Σ.).


ΔΕΚ/C-244/2002

Επομένως, στα υποβληθέντα ερωτήματα επιβάλλεται να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 93/36 έχει την έννοια ότι μια αναθέτουσα αρχή, η οποία έχει κινήσει διαδικασία διαγωνισμού με κριτήριο αναθέσεως τη χαμηλότερη τιμή, μπορεί να διακόψει τη διαδικασία χωρίς να προχωρήσει σε σύναψη της σχετικής συμβάσεως όταν ανακαλύπτει, μετά την εξέταση και τη σύγκριση των προσφορών, ότι, λόγω σφαλμάτων εκτιμήσεως στα οποία υπέπεσε η ίδια η αρχή κατά την εκ μέρους της προηγούμενη αποτίμηση του περιεχομένου της προσκλήσεως, δεν είναι σε θέση να συνάψει τη σύμβαση με τον υποβάλλοντα την οικονομικότερη όσον αφορά το συνολικό κόστος προσφορά, υπό την προϋπόθεση ότι τηρεί, όταν λαμβάνει μια τέτοια απόφαση, τους θεμελιώδεις κανόνες του κοινοτικού δικαίου στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.