ΕΣ/Τ7/212/2007
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Σύμβαση παροχής υπηρεσιών κατά την ανάθεση της οποίας παραβιάστηκαν βασικές διατάξεις του π.δ. 346/98 και του π.δ. 28/80, με συνέπεια να καταστεί μη νόμιμη ολόκληρη η διαδικασία του διαγωνισμού και η πράξη κατακύρωσης των αποτελεσμάτων αυτού, λόγω της μη διασφάλισης συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού και πλήρους διαφάνειας
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τμ.6/23/2012
Ανάληψη υποχρέωσης.Το άρθρο 3 του π.δ.113/2010 ορίζει στο εδάφιο γ΄ ότι: «η απόφαση ανάληψης υποχρέωσης πρέπει να περιλαμβάνει τη συνολική επιβάρυνση του προϋπολογισμού, καθώς και την κατανομή αυτής κατ’ έτος σε περίπτωση τμηματικής πραγματοποίησης που εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη». Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι στην απόφαση ανάληψης υποχρέωσης αναγράφεται το συνολικό ποσό με το οποίο επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός, στην περίπτωση, όμως, που η επιβάρυνση αυτή εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη η αναγραφόμενη στην απόφαση ανάληψης υποχρέωσης συνολική δαπάνη πρέπει επιπλέον να κατανέμεται κατ’ έτος και να αναφέρονται τα επιμέρους ποσά που θα βαρύνουν τους προϋπολογισμούς των περισσοτέρων οικονομικών ετών, στον προϋπολογισμό δε κάθε έτους αποτυπώνεται μόνο το ποσό της επιβάρυνσης που αφορά το συγκεκριμένο έτος, με εγγραφή ισόποσης πίστωσης στον οικείο κωδικό αριθμό εξόδου (ΚΑΕ) του προϋπολογισμού. Εργασίες συντήρησης.O κατ΄ αποκοπή επιμερισμός του συνόλου των εργασιών της ελεγχόμενης υπηρεσίας σε τεμάχια χρονικής διάρκειας συντήρησης, χωρίς οι εργασίες αυτές να ομαδοποιούνται με βάση το αντικείμενό τους και χωρίς να καθορίζεται ούτε η ποσότητα, έστω κατά προσέγγιση, ούτε η συνολική δαπάνη ή η τιμή μονάδας κάθε επιμέρους ομάδας εργασιών στη σχετική διακήρυξη (163/2011), στην κατακυρωτική απόφαση και στο σχέδιο συμβάσεως, συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της ελεγχόμενης διαδικασίας και του σχεδίου συμβάσεως. Και τούτο διότι ο μη προσδιορισμός των προαναφερόμενων ουσιωδών στοιχείων στη διακήρυξη, στην κατακυρωτική απόφαση και στη σύμβαση καθιστά αυτές ασαφείς και ως εκ τούτου μη νόμιμες, ενώ περαιτέρω η οφειλόμενη στους ως άνω λόγους ασάφεια της διακήρυξης καθιστά επιπλέον αδύνατο τον έλεγχο του υπολογισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης. Ενόψει δε της δυνατότητας μη απορρόφησης της συνολικής ποσότητας των εργασιών (άρθρο 3 του σχεδίου συμβάσεως), η ομαδοποίηση των εργασιών με βάση το αντικείμενό τους και ο καθορισμός της ποσότητας, έστω κατά προσέγγιση, καθώς και της συνολικής δαπάνης ή της τιμής μονάδας των εργασιών κάθε επιμέρους κατηγορίας και υποκατηγορίας κρίνονται απαραίτητα επιπροσθέτως προκειμένου να καταστεί δυνατός ο υπολογισμός του ακριβούς ύψους της αμοιβής του αναδόχου για τις εκτελεσθείσες από αυτόν εργασίες και κατ’ επέκταση και ο έλεγχος της νομιμότητας της διάθεσης του δημόσιου χρήματος, ο οποίος καθίσταται αδύνατος με τη ακολουθηθείσα πρακτική του κατ΄ αποκοπή επιμερισμού του συνόλου των εργασιών της ελεγχόμενης υπηρεσίας σε τεμάχια μηνιαίας ή ετήσιας συντήρησης.
ΕλΣυν/Τμ.4/174/2006
Εγκατάσταση Εφαρμογών Λογισμικού.(...) Μη νόμιμος ο όρος της διακήρυξης που θέσπισε ανώτατο επιτρεπόμενο ποσοστό έκπτωσης 15%.(...) Οι σχετικοί διαγωνισμοί με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, είτε διενεργούνται με κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή, είτε τη συμφερότερη προσφορά (άρθρα 20 π.δ.394/1996, 30 του π.δ. 346/1998 και ήδη άρθρο 53 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ της 31ης Μαρτίου 2004 «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών»), πρέπει να διεξάγονται υπό συνθήκες ανάπτυξης όρων υγιούς ανταγωνισμού και ελεύθερης διαμόρφωσης των οικονομικών προσφορών, χωρίς να επιτρέπεται ο περιορισμός της ελεύθερης διαμόρφωσης των οικονομικών προσφορών και της ελεύθερης λειτουργίας της αγοράς με τη θέση όρων απαγορευτικών της προσφοράς εκπτώσεων άνω ενός ποσοστού. Άλλο είναι το ζήτημα της αντιμετώπισης της ενδεχόμενης περίπτωσης υποβολής υπερβολικά χαμηλής προσφοράς, για την οποία ζητούνται κατά περίπτωση διευκρινίσεις από τον προσφέροντα ως προς τα στοιχεία που μπορεί να συντρέχουν στο πρόσωπό του και να τη δικαιολογούν (άρθρο 31 του π.δ. 346/1998 και ήδη άρθρο 55 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ της 31ης Μαρτίου 2004 «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών»).Ανεξάρτητα πάντως από το ζήτημα αυτό σε κάθε διαγωνιστική διαδικασία τα αρμόδια όργανα υποχρεούνται να εφαρμόζουν τα προαναφερόμενα θεσμοθετημένα κριτήρια ανάδειξης αναδόχου υπό συνθήκες διασφάλισης της διαφάνειας και της ανάπτυξης ελεύθερου ανταγωνισμού, χωρίς την εκ των προτέρων θέση περιοριστικών όρων στην ελεύθερη διαμόρφωση των οικονομικών προσφορών.
ΕΣ/Τ7/41/2008
Για τη σύναψη από την αναθέτουσα αρχή δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών μετά τη διενέργεια τακτικού δημόσιου διαγωνισμού κατά τις διατάξεις του π.δ. 346/1998, συντάσσεται διακήρυξη σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ του εν λόγω π.δ., η οποία, ως κανονιστική διοικητική πράξη που διέπει τον διαγωνισμό και δεσμεύει με τους κατά νόμο όρους της τόσο την αναθέτουσα αρχή όσο και τους διαγωνιζομένους (βλ. Πράξη IV Τμήματος 103/2006), πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, σαφή κριτήρια κατακύρωσης του διαγωνισμού και να προσδιορίζει τη βαρύτητα καθενός από αυτά, προκειμένου να γνωρίζουν οι ενδιαφερόμενοι κατά την υποβολή των προσφορών τους την ύπαρξη και τη σημασία τους, στοχεύοντας στην επίτευξη πλήρους διαφάνειας και στην προστασία του ανταγωνισμού, χωρίς να επιτρέπεται η μετά τη δημοσίευση της διακήρυξης θέσπιση νέων κριτηρίων, ο προσδιορισμός της σειράς σπουδαιότητάς τους και των συντελεστών βαρύτητάς τους (βλ. σχετ. ΔΕΚ C-225/1998, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-513/1999, Concordia Bus κ.ά.). Ειδικότερα, η αξιολόγηση των προσφορών των συμμετεχόντων στη διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων υπηρεσιών πρέπει να είναι ειδικώς αιτιολογημένη, δηλαδή να παρατίθενται στο πρακτικό αξιολόγησης τα στοιχεία που έλαβε υπόψη της η αναθέτουσα αρχή και τα οποία δικαιολογούν, για κάθε συγκεκριμένο κριτήριο αξιολόγησης που τίθεται από τη διακήρυξη, την ποιοτική και ποσοτική υπεροχή της προσφοράς του αναδόχου συγκριτικά με τις προσφορές των λοιπών διαγωνιζόμενων. Σε κάθε περίπτωση, τα ως άνω στοιχεία θα πρέπει τουλάχιστον να προκύπτουν με σαφήνεια από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου (πρακτικά εισηγήσεις, γνωμοδοτήσεις, κ.λ.π). Η εν λόγω ειδική κρίση της αναθέτουσας αρχής δεν δύναται να αναπληρωθεί από την παρεχόμενη βαθμολογία στα κριτήρια αξιολόγησης της προσφοράς, καθόσον η αναφορά συγκεκριμένων στοιχείων, πέραν του ότι επιβάλλεται για λόγους διαφάνειας, είναι αναγκαία τόσο για την υποβολή αντιρρήσεων από τους λοιπούς διαγωνιζόμενους, όσο κυρίως για το δικαστικό έλεγχο της κρίσης (πρβλ. Δ.Ε.Κ. Τ-4/2001, Renco κατά Συμβουλίου, Τ-169/2000, Esedra κατά Επιτροπής, Τ-166/1994, Koyo Seiko κατά Συμβουλίου κ.ά.). Συνεπώς, η έλλειψή της αποτελεί ουσιώδη πλημμέλεια που καθιστά μη νόμιμη τη διαδικασία αξιολόγησης των προσφορών και συναφώς τη διαδικασία ανάθεσης της μελέτης. Επιπλέον, για τη νόμιμη διενέργεια του διαγωνισμού είναι υποχρεωτική η τήρηση των προβλεπόμενων από το νόμο διατυπώσεων δημοσιότητας της διακήρυξης, οι οποίες επιτάσσουν, μεταξύ άλλων, την αποστολή των ουσιωδών στοιχείων της διακήρυξης προς δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφόσον η σχετική υπηρεσία υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 346/98 (βλ. Πράξεις IV Τμήματος 26/2007, 125/2006). Η μη τήρηση της ως άνω υποχρεωτικής διατύπωσης δημοσιότητας συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της διαγωνιστικής διαδικασίας και συνεπάγεται την ακυρότητά της, καθώς η τήρησή της συνιστά ουσιώδη τύπο της διαδικασίας δημοπράτησης των δημοσίων συμβάσεων, δεδομένου ότι αποσκοπεί στην ευρεία συμμετοχή στο διαγωνισμό και στη διασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού, προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό για την αναθέτουσα αρχή αποτέλεσμα (Πράξη VII Τμήματος 182/2007).
ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/98/2010
Μη νόμιμη η διαδικασία διενέργειας ανοικτού διαγωνισμού προμήθειας υλικών (με κριτήριο κατακύρωσης τη συμφερότερη προσφορά) από νοσοκομείο, καθόσον: i) κατά παράβαση του άρθρου 6 παρ.1 εδαφ. α' και 7 του ν.3580/2007, ανατέθηκε η διενέρ¬γεια του διαγωνισμού στο νοσοκομείο χωρίς να προηγηθεί έγκριση από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την ανάθεση αυτή, ενώ και η απόφαση τη Επιτροπής Προμηθειών Υγείας στερείται οποιασδήποτε αιτιολογίας, ii) μη νομίμως η επιτροπή Διαγωνισμού συγκροτήθηκε με απόφαση του Διοικητή του νοσοκομείου, ενώ έπρεπε να συγκροτηθεί με απόφαση της Επιτροπής Προμηθειών Υγείας. Λόγω της μη νόμιμης συγκρότησης της Επιτροπής Διαγωνισμού πάσχουν ακυρότητας όλες οι πράξεις της και καθίσταται νομικά πλημμελής όλη η διαδικασία του διαγωνισμού, iii) η σύνθεση της Επιτροπής Διαγωνισμού κατά τις συνεδριάσεις της, τόσο κατά το στάδιο αξι-ολόγησης των τεχνικών όσο και των οικονομικών προσφορών ήταν μη νόμιμη, διότι συμμετείχαν αναπληρωματικά μέλη χωρίς να προκύπτει ότι είχαν κληθεί νόμιμα να παραστούν τα τακτικά μέλη αυτής, iv) μη νομίμως απερρίφθησαν από την αναθέτουσα αρχή προδικαστικές προσφυγές που εί¬χαν ασκήσει συμμετέχουσες στο διαγωνισμό εταιρείες αναφερόμενες σε ιδιαζόντως τεχνικής φύσεως ζητήματα καθόσον η αναθέτουσα αρχή δεν αιτιολόγησε επαρκώς και ειδικώς την απόρριψη των υποβληθεισών αιτιάσεων, κατ' επιταγή της αρχής της διαφάνειας,ώστε να καταστεί δυνατός ο έλεγχος νομιμότητας της διακήρυξης από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Ειδικότερα, η απόφαση του Δ.Σ. του νοσοκομείου, με την οποία έγινε αποδεκτό το πρακτικό της Επιτροπής Ενστάσεων, δεν είναι προσηκόντως αιτιολογημένη, καθόσον δεν εξηγείται από τη Διοίκηση, αν οι κρίσιμες προδιαγραφές δικαιολογούνται από το αντικείμενο της συμβάσεως ή γιατί δεν έχουν ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένοι προμηθευτές ή προϊόντα και να μην επιτυγχάνεται μεγαλύτερη δυνατή ευρύτητα συμμετοχής στο διαγωνισμό, ν) μη νομίμως κατακυρώθηκαν υπό προμήθεια είδη από την αναθέτουσα αρχή σε προμη-θεύτρια εταιρεία με συνολική τιμή που υπερβαίνει κατά ποσοστό άνω του 10% την προϋπολογι-σθείσα για τα συγκεκριμένα είδη, δαπάνη, vi) μη νομίμως η αναθέτουσα αρχή προέβη στην κατακύρωση των αποτελεσμάτων του δια-γωνισμού προτού η αρμόδια Επιτροπή προβεί στον έλεγχο των δικαιολογητικών κατακύρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.2 του π.δ.118/2007, αλλά ούτε και επακολούθησε η έκδοση νέας κατακυρωτικής απόφασης, μετά τον έλεγχο αυτών και vii) ο προβλεπόμενος στα σχέδια συμβάσεων όρος, ότι το νοσοκομείο έχει το μονομερές δικαίωμα να αυξήσει τις ζητούμενες ποσότητες κατά 15%, πρέπει να απαληφθεί, καθόσον με την κατακυρωτική απόφαση δεν αποφασίστηκε η ενεργοποίηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 21 περ. α του π.δ.118/2007 δυνατότητας για αύξηση της υπό προμήθειας ποσότητας μέχρι 15%. ΜΗ ΑΝΑΚΛΗΤΕΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/780/2011
ΕλΣυν.Τμ.Μείζ-Επταμελούς Σύνθεσης/2448/2012
Προμήθεια αντιδραστηρίων (...) Αναθεώρηση της 1503/2012 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και αίτηση ανάκλησης της 28/2012 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού ΣυνεδρίουΜε τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι δεν προκλήθηκε νόθευση του ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού, ούτε παραβιάστηκε η αρχή της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων με τη μη δημοσίευση στην περίληψη της διακήρυξης στην ΕΕΕΕ του όρου περί δυνατότητας της αναθέτουσας αρχής να παρατείνει το χρόνο ισχύος της σύμβασης μονομερώς για ένα (1) έτος. Τούτο, διότι ο σκοπός των ανωτέρω κανόνων δημοσιότητας, που είναι η ανάπτυξη πραγματικού και υγιούς ανταγωνισμού σε κοινοτικό επίπεδο με την όσο το δυνατόν ευρύτερη γνωστοποίηση του διαγωνισμού, επιτεύχθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση μέσω της νομότυπης δημοσίευσης της διακήρυξης του διαγωνισμού και κατ’ αποτέλεσμα (μέσω) της δυνατότητας κάθε ενδιαφερομένου να ανατρέξει στο σώμα της διακήρυξης, που περιείχε τον σχετικό όρο περί δυνατότητας παράτασης της ισχύος της σύμβασης για ένα (1) έτος. Περαιτέρω, ορθώς το VI Τμήμα, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αποφάνθηκε ότι δεν είχε προσδιοριστεί η προϋπολογισθείσα δαπάνη κάθε προκηρυσσόμενου είδους. Ως εκ τούτου ήταν ανέφικτος αφενός μεν ο έλεγχος τόσο της νομιμότητας των προσφερθεισών τιμών καθώς και των τιμών κατακύρωσης, ως προς την τήρηση της προϋπόθεσης της μη υπέρβασης της προϋπολογισθείσας για κάθε είδος δαπάνης, κατά ποσοστό ανώτερο του 10%, αφετέρου δε ο υπολογισμός και έλεγχος του νόμιμου ύψους των κατατεθεισών εγγυητικών επιστολών κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 παρ. 3 του ν. 2955/2001 και 2 του π.δ/τος 118/2007. Τέλος, μη νομίμως το αιτούν ν.π.δ.δ. προέβη σε μείωση των ζητούμενων ποσοτήτων προκειμένου να μη σημειωθεί υπέρβαση της συνολικής προϋπολογισθείσας δαπάνης. Παρά ταύτα, ενόψει της πεποίθησης της αναθέτουσας αρχής ότι είχε τη δυνατότητα να προκηρύξει τον ελεγχόμενο διαγωνισμό με ενιαία προϋπολογισθείσα δαπάνη, σε συνδυασμό με τη σπουδαιότητα της ελεγχόμενης προμήθειας, δεδομένου ότι το αιτούν Νοσοκομείο καλύπτει τις ανάγκες, ως προς το εν λόγω υλικό, μιας μεγάλης γεωγραφικής περιφέρειας (Σποράδες Νήσους, Πήλιο και ολόκληρη την ηπειρωτική ενδοχώρα του Νομού Μαγνησίας), το Τμήμα άγεται, κατά πλειοψηφία, στην κρίση, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου αναθεώρησης, ότι τα όργανα του αιτούντος χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων σχημάτισαν την πεπλανημένη, πλην όμως συγγνωστή, πεποίθηση ότι δεν απαιτείτο να προσδιορίσουν την προϋπολογισθείσα δαπάνη ανά προσφερόμενο είδος. Κατά τη γνώμη όμως των Συμβούλων, …. και …, αίτηση αναθεώρησης κατά των αποφάσεων του VI Τμήματος, που δικάζει τις αιτήσεις ανάκλησης κατά των πράξεων των Κλιμακίων που εκδίδονται στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς τους για την άσκηση του προσυμβατικού ελέγχου των δημοσίων συμβάσεων, επιτρέπεται μόνο για τους λόγους που περιοριστικά αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 19Α του π.δ. 774/1980, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 14 του ν. 3932/2011, στους οποίους δεν περιλαμβάνεται η συγγνωστή νομική πλάνη των αρμοδίων οργάνων του αναθέτοντος φορέα. Ούτε, άλλωστε, θα μπορούσε η συγγνωστή νομική πλάνη να συνιστά λόγο αναθεώρησης, δεδομένου ότι ο έλεγχος της νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, που ασκείται κατά το άρθρο 98 παρ. 1 περ. β΄ του Συντάγματος από το Ελεγκτικό Συνέδριο, πριν από τη σύναψή τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Οργανισμού του, αποβλέπει στη διαπίστωση της αντικειμενικής νομιμότητάς τους, της τήρησης δηλαδή των κοινοτικών και εθνικών κανόνων και διαδικασιών που έχουν θεσπιστεί για την ανάθεσή τους, χωρίς να ενδιαφέρει η υποκειμενική στάση και συμπεριφορά των αρμοδίων οργάνων του αναθέτοντος φορέα, εάν δηλαδή είχαν πρόθεση καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων ή αν η παραβίασή τους οφείλεται σε παρερμηνεία, έστω και συγγνωστή, ως προς την έννοια των εφαρμοστέων διατάξεων. Ακολούθως, κατά τη γνώμη αυτή της μειοψηφίας, η επικαλούμενη συγγνωστή πλάνη των αρμοδίων οργάνων της αναθέτουσας αρχής, ως λόγος για την αναθεώρηση της προσβαλλόμενης απόφαση, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.(...)Αναθεωρεί την 1503/2012 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ανακαλεί την 28/2012 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου αυτού.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/396/2021
Παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας..Δημοσιονομική διόρθωση..ζητείται η ακύρωση: α) της 997/15.4.2015 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης με ανάκτηση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, β) της έκθεσης οριστικών αποτελεσμάτων ελέγχου της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου, όπως επικυρώθηκε κατά την 630/20.1.2015 συνεδρίαση αυτής, γ) της έκθεσης προσωρινών αποτελεσμάτων ελέγχου του ελεγκτικού κλιμακίου της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου και δ) κάθε άλλης συναφούς πράξης. ..Με δεδομένα αυτά το Δικαστήριο κρίνει ότι η διαπιστωθείσα από τον διενεργηθέντα έλεγχο αδυναμία πιστοποίησης του φυσικού αντικειμένου, η οποία παρατίθεται και ως αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης με ανάκτηση, προέκυψε από την αντικειμενική αδυναμία του εκκαλούντος να κοστολογήσει αναδρομικά τις υπηρεσίες του βάσει του νέου μοντέλου υπολογισμού κόστους των εν λόγω υπηρεσιών που εισήχθη με την Υ5β/Γ.Π.ΟΙΚ 50557/29.5.2013 υπουργική απόφαση, ήτοι σε μεταγενέστερο από την έναρξη της τυπικής ισχύος της εντάξεώς του στο Ε.Π. «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού» χρόνο. Παρ’ όλα αυτά και ανεξαρτήτως της νομιμότητας της αναδρομικής εφαρμογής της ως άνω υπουργικής απόφασης, το εκκαλούν προέβη στην κατά δυνατόν προσαρμογή των απολογιστικών του στοιχείων στο νέο ως άνω σύστημα κοστολόγησης των υπηρεσιών του, η ορθότητα δε αυτής επιβεβαιώθηκε και από την εποπτεύουσα αυτό Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε από τις υπηρεσίες της. Σε κάθε περίπτωση, η αποτύπωση των επισκέψεων των ωφελουμένων κατά τον τρόπο που δηλώθηκε στο Δελτίο Παρακολούθησης Προόδου Πράξης πραγματοποιήθηκε, όπως αποδείχθηκε, σύμφωνα με τις υποδείξεις του Υπουργείου Υγείας, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή μία κατά το δυνατόν πλησιέστερη στο νέο σύστημα αποτίμηση των υπηρεσιών των χρηματοδοτούμενων φορέων και να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία αυτών, λαμβανομένης υπόψη της κρίσιμης κατάστασης της ελληνικής οικονομίας κατά το χρόνο εκείνο (2013). Με βάση αυτά και ανεξαρτήτως των αποκλίσεων που διαπίστωσε ο έλεγχος, προκύπτει ότι οι τελευταίες ήταν αναπόφευκτες ενόψει των περιστάσεων καθώς και ότι η αδυναμία πιστοποίησης του φυσικού αντικειμένου από τον έλεγχο δεν ήταν αποτέλεσμα διάπραξης παρατυπίας εκ μέρους του εκκαλούντος νομικού προσώπου αλλά εσωτερικής συστημικής αστοχίας του προγράμματος χρηματοδότησης, όπως αυτό εφαρμόστηκε. Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του εκκαλούντος κατ’ αποκοπή δημοσιονομική διόρθωση με ανάκτηση, λόγω αδυναμίας του ελέγχου να προβεί σε ποσοτικοποίηση του διαπιστωθέντος ευρήματος, δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, καθόσον, όπως ήδη αναφέρθηκε, δεν στοιχειοθετείται εν προκειμένω παρατυπία του εκκαλούντος, ο οποίος σε κάθε περίπτωση ενήργησε σε συμμόρφωση με τις οδηγίες της εποπτεύουσας διοικητικής αρχής, οι οποίες υπαγορεύθηκαν για την ομαλή μετάβαση των φορέων στο νέο σύστημα κοστολόγησης των υπηρεσιών τους. Υπό το πρίσμα δε αυτό, συντρέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση λόγος απαλλαγής του εκκαλούντος από την επιβληθείσα σε βάρος του δημοσιονομική διόρθωση με ανάκτηση σύμφωνα με τη γενική αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης με το περιεχόμενο που εκτέθηκε στη σκέψη με στοιχ. ΙΙ.Α.5., κατά παραδοχή του προβαλλόμενου λόγου έφεσης, καθόσον συντρέχουν εν προκειμένω όλες οι προϋποθέσεις εφαρμογής της.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη προβαλλόμενου άλλου λόγου, πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης με ανάκτηση και να αποδοθεί στο εκκαλούν το κατατεθέν παράβολο της έφεσης στο σύνολό του (βλ. το άρθρο 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο - ν. 4129/2013, Α΄ 52). Το δε Δημόσιο πρέπει να απαλλαγεί, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, από τα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα εν προκειμένω (βλ. το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά το ν. 3472/2006, Α΄ 135) διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/57/2016
Παροχή υπηρεσιών διαχείρισης των Επικίνδυνων Αποβλήτων:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ, μη νομίμως, όπως βασίμως η Επίτροπος με τον λόγο διαφωνίας της προβάλλει, ανατέθηκαν οι επίμαχες υπηρεσίες, που υπερβαίνουν συνολικά σε αξία τις 207.000,00 ευρώ, δεδομένου ότι αφορούν το χρονικό διάστημα 1.10.2014 έως 30.9.2015, με την επίμαχη διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση διακήρυξης. Ειδικότερα, δεν προκύπτει ότι συνέτρεχαν, όπως αβασίμως το Νοσοκομείο με το έγγραφο επανυποβολής του ελεγχόμενου εντάλματος για θεώρηση προβάλλει, επείγουσες ανάγκες, οφειλόμενες σε απρόβλεπτες περιστάσεις, μη αναγόμενες σε υπαιτιότητα του Νοσοκομείου, που να κατέστησαν ανέφικτη τη διενέργεια σχετικού διαγωνισμού. Ειδικότερα, δεν συνιστούν απρόβλεπτες περιστάσεις, όπως αβασίμως το Νοσοκομείο προβάλλει, ούτε η μη ένταξη της ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών στο Πρόγραμμα Προμηθειών και Υπηρεσιών Υγείας (Π.Π.Υ.Υ.) έτους 2011, ούτε η μη διενέργεια από το Νοσοκομείο του διαγωνισμού ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών, στο πλαίσιο του Π.Π.Υ.Υ. έτους 2012, πριν από τον χρόνο της επίμαχης ανάθεσής τους, δεδομένου ότι το Νοσοκομείο ορίστηκε φορέας διενέργειας του διαγωνισμού τον Μάρτιο του 2014 και όφειλε να προβεί σε δημοσίευση της διακήρυξής του έως 31.12.2014, ούτε η μη διενέργεια του διαγωνισμού ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών από τον από 17.4.2014 ορισθέντα φορέα διενέργειας του, στο πλαίσιο του Π.Π.Υ.Υ. έτους 2013, αφού και στην περίπτωση αυτή η δυνατότητα δημοσίευσης της διακήρυξης του διαγωνισμού έληξε στις 31.12.2014, με αποτέλεσμα να μην καταστεί εφικτή η αύξηση των μειωμένων δαπανών που προέβλεπε το εν λόγω Π.Π.Υ.Υ. συνολικά για το Νοσοκομείο (18.611.503,00 ευρώ), σε σύγκριση με αυτές που προέβλεπαν τα Π.Π.Υ.Υ. ετών 2011 και 2012 (42.988.685,91 ευρώ και 43.498.393,23 ευρώ, αντίστοιχα), και τελικώς η προκήρυξη του διαγωνισμού. Τούτο δε διότι, ούτε προβάλλονται, ούτε αποδεικνύονται, οι ειδικότεροι λόγοι τόσο της επικαλούμενης μη ένταξης της ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών στο Π.Π.Υ.Υ. έτους 2011 όσο και της επικαλούμενης μη διενέργειας των σχετικών διαγωνισμών ανάθεσής τους, που είχαν ενταχθεί στα Π.Π.Υ.Υ. ετών 2012 και 2013, ώστε να κριθεί αν αυτές οφείλονται σε απρόβλεπτες περιστάσεις, που δεν ανάγονταν σε υπαιτιότητα του Νοσοκομείου. Εξάλλου οι επικαλούμενες καταστάσεις (μη ένταξη της ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών στο Π.Π.Υ.Υ. έτους 2011, μη διενέργειας των διαγωνισμών ανάθεσής τους, στο πλαίσιο των Π.Π.Υ.Υ. ετών 2012 και 2013), που αφορούν δυσχέρειες και εν γένει αδυναμίες στην ένταξη και διενέργεια των αντίστοιχων διαγωνισμών ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών, στο πλαίσιο των οικείων Π.Π.Υ.Υ., που προκαλούν δυσλειτουργία στον ελεγχόμενο φορέα, δεν συνιστούν άνευ ετέρου και ειδικότερους λόγους για τη μη εφαρμογή των περί διενέργειας διαγωνισμών διατάξεων του π.δ. 60/2007 και συνακόλουθα την κατ΄ εξαίρεση εφαρμογή των περί διενέργειας διαδικασιών διαπραγμάτευσης, χωρίς δημοσίευση της διακήρυξης διατάξεων του ίδιου π.δ., για την ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών, που διενεργήθηκε από το ίδιο το Νοσοκομείο, εκτός του πλαισίου των οικείων Π.Π.Υ.Υ. Εξάλλου, η από 1.10.2014 σχετική σύμβαση, στο πλαίσιο της οποίας παρασχέθηκαν οι επίμαχες υπηρεσίες, δεν συνιστά, ανεξαρτήτως του τίτλου της («Ανανέωση σύμβασης 03/10»), παράταση της ανωτέρω, από 10.8.2012, αρχικής μεταξύ του Νοσοκομείου και της ίδιας ανωτέρω αναδόχου εταιρείας σύμβασης, όπως άλλωστε και το ίδιο το Νοσοκομείο στο έγγραφο επανυποβολής συνομολογεί, αφενός διότι τέτοια παράταση δεν προβλεπόταν από όρο της αρχικής σύμβασης και αφετέρου διότι η αρχική αυτή σύμβαση είχε λήξει οριστικά κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της επίμαχης σύμβασης (1.10.2014), μετά την από 9.8.2014 παρέλευση της προθεσμίας μονομερούς παράτασής της. Περαιτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν έχει νομιμοποιηθεί, όπως βασίμως η Επίτροπος με τον λόγο διαφωνίας της προβάλλει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 37 του ν. 4238/2014 (Α΄ 38), η ισχύς της οποίας παρατάθηκε διαδοχικώς, με τη διάταξη του άρθρου δέκατου τρίτου παρ. Β2 του ν. 4286/2014 (Α΄ 194) έως 19.9.2014, με τη διάταξη του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. 4332/2015 (Α΄ 76) έως 9.7.2015 και με τη διάταξη του άρθρου 73 παρ. 3 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21/21.2.2016) έως 21.2.2016, καθώς με τη διάταξη αυτή, ενόψει και της αιτιολογικής της έκθεσης, νομιμοποιούνται δαπάνες για παροχή υπηρεσιών σε νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ., στο πλαίσιο απευθείας αναθέσεων – παρατάσεων συμβάσεων με ήδη εγκατεστημένους αναδόχους, που οφείλονται είτε σε καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των διαδικασιών κεντρικού προγραμματισμού υπηρεσιών της Επιτροπής Προμηθειών Υγείας (Ε.Π.Υ.), λόγω των οποίων δεν μπορούν να δρομολογηθούν εγκαίρως οι διαδικασίες ανάδειξης των νέων οικείων αναδόχων, είτε σε καθυστερήσεις κατά την εξέλιξη των οικείων νέων διαγωνιστικών διαδικασιών, που οφείλονται σε άσκηση ενδίκων βοηθημάτων εκ μέρους των διαγωνιζομένων, υπό την προϋπόθεση, μάλιστα, ότι οι οικείες υπηρεσίες παρέχονται από τους οικείους αναδόχους είτε στις προϋφιστάμενες συμβατικές τιμές είτε στις οικείες τυχόν καταγεγραμμένες τιμές του Παρατηρητηρίου Τιμών της Ε.Π.Υ., εφόσον οι τιμές του Παρατηρητηρίου είναι χαμηλότερες αυτών των οικείων προϋφιστάμενων συμβάσεων, μετά τη λήξη τους (βλ. Ε.Σ. IV Τμ. πράξη 15/2014, Κλιμ. Προλ. Ελ. IV Τμ. πράξη 255/2015). Η εντελλόμενη δαπάνη, κατά την κρίση του Κλιμακίου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης, αφού δεν αποδεικνύεται ότι η μη διενέργεια διαγωνισμού ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών οφείλεται σε καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των διαδικασιών κεντρικού προγραμματισμού υπηρεσιών της Ε.Π.Υ., ενόψει δε της μη διενέργειας σχετικού διαγωνισμού δεν υφίσταται ούτε ζήτημα καθυστέρησης της ολοκλήρωσής του λόγω άσκησης ενδίκων βοηθημάτων εκ μέρους διαγωνιζομένων. Εξάλλου, δεν έχει προσκομιστεί βεβαίωση αρμοδίου οργάνου του Νοσοκομείου ή της Ε.Π.Υ., που να αφορά στην καταγεγραμμένη στο Παρατηρητήριο Τιμών της Ε.Π.Υ. τιμή των επίμαχων υπηρεσιών για το επίμαχο χρονικό διάστημα ή στη μη ύπαρξη σχετικής καταγεγραμμένης τιμής σ’ αυτό, και η τιμή μονάδας της επίμαχης σύμβασης (1,21 ευρώ ανά κιλό πλέον Φ.Π.Α.) είναι υψηλότερη αυτής της ανωτέρω προϋφιστάμενης (αρχικής) σχετικής σύμβασης (1,10 ευρώ ανά κιλό πλέον Φ.Π.Α.). Αλυσιτελώς δε το Νοσοκομείο προβάλλει ότι η ανωτέρω υψηλότερη τιμή της επίμαχης σύμβασης είναι ανεξάρτητη της χαμηλότερης τιμής της ανωτέρω αρχικής σχετικής σύμβασης με την ίδια ανωτέρω ανάδοχο εταιρεία και δικαιολογημένη, σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της οικονομικότητας, ενόψει το μεν της παρόδου τριών (3) ετών από την υποβολή της προσφοράς για την ανωτέρω αρχική σύμβαση, το δε των τρεχουσών κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, δοθέντος ότι οι ισχυρισμοί αυτοί, ακόμα κι αν κριθούν βάσιμοι, δεν δύνανται να καταστήσουν δυνατή την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης για τη νομιμοποίηση της εντελλόμενης δαπάνης, αφού δεν συντρέχουν, όπως προεκτέθηκε, οι προϋποθέσεις εφαρμογής της. Τέλος, αβασίμως το Νοσοκομείο προβάλλει ότι η εντελλόμενη δαπάνη έχει νομιμοποιηθεί
ΕλΣυν/Τμ.7/117/2010
Με τις ανωτέρω διατάξεις προβλέπεται ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, οι οποίες αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημοσίων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων δια μέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ΄ ύλην αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (βλ. Πράξη 195/2006 VII Τμ. Ελ. Συν.). Στις συμβάσεις δε αυτές απαιτείται, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, να καθορίζεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο και το ειδικότερο περιεχόμενο των υποχρεώσεων των μερών, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και υπηρεσιών κάθε είδους που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν οι συμβαλλόμενοι φορείς, καθώς και ο προϋπολογισμός τους (βλ. Πράξεις 3, 60/2007, 179, 180/2006 VII Τμ.). Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, α) να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, τυχόν ποινικές ρήτρες σε περίπτωση παράβασης των όρων της σύμβασης και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτών, β) να προσδιορίζεται ο αναλυτικός προϋπολογισμός (κοστολόγηση) των επί μέρους (κατηγοριών) υπηρεσιών, έστω και κατά προσέγγιση, έτσι ώστε από το άθροισμα των επιμέρους προϋπολογισμών να προκύπτει και, επομένως, να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός της προγραμματικής σύμβασης (δεν αρκεί δηλαδή απλή αναφορά του συνολικού προϋπολογισμού), καθώς και γ) να αναγράφεται το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα αυτών - κυρίως δε στις περιπτώσεις τμηματικής καταβολής του οριζόμενου στη σύμβαση ποσού για την παροχή των προβλεπόμενων υπηρεσιών, όπου θα πρέπει να υπάρχει συσχέτιση των παρασχεθεισών εργασιών προς το τμηματικώς καταβαλλόμενο (σε συγκεκριμένες ημερομηνίες) ποσό της σύμβασης, όπου δηλαδή θα πρέπει να υπάρχει αντιστοιχία του χρονοδιαγράμματος εργασιών προς το χρονοδιάγραμμα τμηματικών καταβολών του ανωτέρω ποσού - το οποίο (χρονοδιάγραμμα) δεν μπορεί καταρχήν να ταυτίζεται με το χρόνο περαίωσης των ανατεθεισών εργασιών (διάρκεια της σύμβασης), καθόσον στην περίπτωση αυτή ο νόμος δεν θα απαιτούσε ρητώς στο περιεχόμενο της σύμβασης να ορίζονται ξεχωριστά (ως διαφορετικά μεγέθη) το χρονοδιάγραμμα και η διάρκεια αυτής. Και τούτο διότι μέσω του ανωτέρω ειδικότερου προσδιορισμού του περιεχομένου της προγραμματικής σύμβασης διασφαλίζεται: α) η εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων και των εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και η διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, καθώς και β) η μη καταστρατήγηση της διάταξης του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ. με την κατ΄ ουσία επιχορήγηση από Ο.Τ.Α., κυρίως α΄ και β΄ βαθμού, δημοτικών επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως αντισυμβαλλόμενοί τους (κατά παράβαση του άρθρου 270 παρ. 1 του ν. 3463/2006 σε συνδυασμό με το άρθρο 277 παρ. 8 του π.δ. 410/1995, (πρβλ. και πραξ. VI Τμ 30/2005, VI Τμ 46, 195/2006, VII Τμ 137/2007 κ.ά.). Τέλος, σύμφωνα με τη γενική αρχή της διαφάνειας, της διασφάλισης πραγματικού ανταγωνισμού του και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δεν επιτρέπεται κατά τη σύναψη των συμβάσεων αυτών να τίθενται όροι που προβλέπουν τη δυνατότητα τροποποίησης, παράτασης ή συμπλήρωσής τους κατά την απόλυτα ελεύθερη βούληση των συμβαλλομένων. Τέτοιου είδους τροποποιήσεις, συμπληρώσεις ή παρατάσεις μπορεί κατ’ εξαίρεση να γίνουν δεκτές όταν το περιεχόμενο, η χρονική διάρκειά τους και η οικονομική επιβάρυνση που συνεπάγονται καθορίζονται εκ των προτέρων συγκεκριμένα στο αρχικό συμβατικό κείμενο.