ΕΣ/Τ6/92/2008
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων, διαβαθμιζόμενη κατά τα ανωτέρω (τρεις κατηγορίες), διαφοροποιείται ως προς τα αρμόδια διοικητικά όργανα και τη διαδικασία, που συλλειτουργούν γνωμοδοτικά και αποφασιστικά, για να εκδοθεί η τελική απόφαση, ωστόσο, πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση χρονικά πρότερη της εναρκτήριας νομικής πράξης ή/και υλικής ενέργειας κατασκευής του δημόσιου έργου. Τούτο διότι, η μετά την εκκίνηση της σχετικής διαδικασίας, που συνιστά την επέμβαση στο περιβάλλον, απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων, καθίσταται αλυσιτελής, δοθέντος ότι, αν μεν διαφοροποιείται από το ήδη παραχθέν αποτέλεσμα, προσκρούει σε ημιτελή ή τετελεσμένη κατάσταση και, κατά συνέπεια, αποτυγχάνει να θεραπεύσει το σκοπό τον οποίο υπηρετεί (προστασία του περιβάλλοντος), ενώ αν δεν διαφοροποιείται από αυτό (παραχθέν αποτέλεσμα), τεκμαίρεται ότι αποτελεί απλή συμμόρφωση στην κανονιστική δύναμη της δημιουργηθείσας πραγματικότητας και επομένως δεν παρέχει στον πολίτη την εγγύηση ότι το δικαίωμα του για προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και η αντίστοιχη υποχρέωση της Πολιτείας, έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο. Όλα αυτά ανεξαρτήτως του ότι η έναρξη εκτέλεσης δημόσιου έργου, χωρίς να έχει εκδοθεί προηγουμένως απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, ενέχει σε υψηλότατο βαθμό τον κίνδυνο, η χρονικά μεταγενέστερη απόφαση (έγκρισης περιβαλλοντικών όρων) που θα εκδοθεί, αν βεβαίως εκδοθεί, να διαφοροποιείται από τη μελέτη και τον προϋπολογισμό κατασκευής ή την – ημιτελή ή τετελεσμένη – κατασκευή του έργου, με συνέπεια να αποτρέπεται έτσι η ολοκλήρωσή του (στην περίπτωση ημιτελούς κατασκευής) ή η λειτουργία του (στην περίπτωση τετελεσμένης κατασκευής) και να εγείρονται χρηματικές και άλλες αξιώσεις από τα συμβαλλόμενα μέρη, με αποτέλεσμα την κατασπατάληση δημόσιου χρήματος και την αναποτελεσματική ανάλωση δημόσιων πόρων. Συνεπώς, η παράλειψη έκδοσης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν από την έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας, που αναδεικνύει τον ανάδοχο εκτέλεσης δημόσιου έργου, δε δύναται να καλυφθεί από τη μεταγενέστερη έκδοση της απόφασης αυτής. Συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της διαδικασίας, της οποίας η διαπίστωση από το αρμόδιο Κλιμάκιο άγει στην αρνητική κρίση για τη νομιμότητά της και κωλύει την υπογραφή του σχετικού σχεδίου σύμβασης.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/465/2007
Πριν από τη δημοπράτηση έργου, που έχει καταταγεί στις κατηγορίες του άρθρου 3 του Ν 1650/1986, όπως ισχύει, απαιτείται να έχει εκδοθεί η κατ’ άρθρο 4 αυτού απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Τέτοια, όμως, απόφαση δεν απαιτείται να έχει εκδοθεί και πριν από την ανάθεση ή έγκριση της τεχνικής μελέτης του έργου.
ΕΣ/ΚΛ.Ε/392/2008 (ΣΤ΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)
Νομιμότητα της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου και του σχεδίου σύμβασης του έργου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ….«Έργα Διευθέτησης Χειμάρρου .....», Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι πριν την έναρξη πραγματοποίησης των έργων που με την ως άνω Κ.Υ.Α. έχουν καταταγεί σε μία ή περισσότερες από τις τρεις κατηγορίες που προβλέπει το άρθρο 3 του ν. 1650/1986, όπως τα αντιπλημμυρικά έργα διευθέτησης της ροής των υδάτων (Α κατηγορία) , απαιτείται, ως κύριο μέσο εφαρμογής της αρχής της πρόληψης, η έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη δε πραγματοποίησης του έργου θεωρείται όχι μόνο η υλική ενέργεια εκτέλεσης αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξης, αποτελούσας προϋπόθεση έναρξης της κατασκευής του. Συνακόλουθα , η παράλειψη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν της έκδοση απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της οικείας δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, η οποία δεν καλύπτεται από τη μεταγενέστερη έκδοση της πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων κατασκευής και λειτουργίας του έργου. Τούτο διότι η ως άνω πλημμέλεια, άγουσα στη δημιουργία νέας πραγματικής και νομικής κατάστασης, κατά παραγνώριση των αξιώσεων της αρχής της νομιμότητας, καθώς και των περί προστασίας του περιβάλλοντος κοινοτικών και εθνικών διατάξεων, ως και της ανάγκης της εκ των προτέρων εκτίμησης των επιπτώσεων κάθε έργου ή δραστηριότητας στο περιβάλλον, εξακολουθεί να υφίσταται, καθόσον δεν έχει προηγηθεί η εκτίμηση των επιπτώσεων του προκείμενου έργου στο περιβάλλον (βλ. Ολομ. ΣτΕ 2175/2004, Πράξη VI Τμήματος Ελ.Συν. 33/2007).
ΕΣ/ΤΜ.6/33/2007
Ζητείται από το Τμήμα τούτο να ανακληθεί η 1400/2006 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η παράλειψη υποβολής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και, ακολούθως, έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν την έκδοση απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της απόφασης της αναθέτουσας αρχής περί αναθέσεως εκτέλεσης του έργου στην αιτούσα εταιρεία, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη του Κλιμακίου, δοθέντος ότι η ελλείπουσα εκ των προτέρων εκτίμηση των επιπτώσεων του εν λόγω έργου στο περιβάλλον δε δύναται να καλυφθεί από τη μεταγενέστερη σύνταξη της οικείας μελέτης από τον ήδη ανάδοχο αυτού. Επιπροσθέτως, οι περιβαλλοντικοί όροι που τελικώς θα εγκριθούν είναι πιθανό να επιφέρουν ουσιώδεις τροποποιήσεις στην τεχνική μελέτη του δημοπρατηθέντος έργου ή τους λοιπούς συμβατικούς όρους, επιπλέον, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ουσιώδους μεταβολής του οικονομικού αντικειμένου της συναφθείσας σύμβασης, κατά παράβαση των αρχών της διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων στο διαγωνισμό, δεδομένου ότι η προβλεπόμενη από την αναθέτουσα αρχή δαπάνη ύψους 12.450 Ευρώ καλύπτει αποκλειστικά τα έξοδα εκπόνησης της σχετικής μελέτης και λήψης των λοιπών αναγκαίων μέτρων, μέχρι και το στάδιο έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων (βλ. και το 3870/15.06.2004 έγγραφο του Τμήματος Υδραυλικών Έργων της Διεύθυνσης Δημοσίων Έργων της Περιφέρειας .....), τα δε αντιθέτως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Ομοίως απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι πεπλανημένως πλην συγγνωστώς η αναθέτουσα αρχή, εξασφαλίζοντας δια του κονδυλίου των απροβλέπτων την κάλυψη των τυχόν απαιτούμενων πρόσθετων εργασιών για την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων που επρόκειτο να εγκριθούν, είχε την πεποίθηση ότι ηδύνατο να αναθέσει τη σύνταξη μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων στον ανάδοχο του έργου, καθόσον η εφαρμοστέα διάταξη του άρθρου 4 του ν. 1650/1986 είναι ρητή και αρκούντως σαφής, ορίζοντας ότι η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων συνιστά σε κάθε περίπτωση την αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση των διοικητικών πράξεων που απαιτούνται για την πραγματοποίηση του έργου, όπως, εν προκειμένω, της απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας.(...)Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης της εργοληπτικής επιχείρησης με την επωνυμία «….» και διακριτικό τίτλο «…..».
ΣΤΕ/2627/2016
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, ο ανωτέρω λόγος, κατά το μέρος που αφορά το ζήτημα του ανεπικαίρου της εγκριθείσας με την προσβαλλόμενη απόφαση μ.π.ε είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι πράγματι η έγκριση περιβαλλοντικών όρων πρέπει να ερείδεται σε επίκαιρη μ.π.ε., δηλαδή πρόσφατη μελέτη η οποία λαμβάνει υπ’ όψη την υπάρχουσα πραγματική κατάσταση (πρβλ. ΣτΕ 2675/2003 σκ. 12), το επίκαιρο όμως της μ.π.ε. κρίνεται σε σχέση με χρόνο που μεσολαβεί μέχρι την έκδοση της απόφασης περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Άλλωστε, ενόψει των αρχών της ασφάλειας δικαίου και δεδομένου ότι βάσει της περιβαλλοντικής αδειοδότησης δημιουργούνται νομικές και πραγματικές καταστάσεις που χρήζουν προστασίας, δεν δικαιολογείται ακύρωση της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων λόγω μεταβολής των απόψεων της Διοικήσεως, επί ζητημάτων, επί των οποίων διατυπώθηκε η γνώμη των αρμοδίων υπηρεσιών κατά την αρχική έγκριση περιβαλλοντικών όρων, στηριζομένη σε διαφορετική αξιολόγηση των στοιχείων που είχαν ήδη ληφθεί υπόψη κατά την έγκριση, εκτός αν συνέτρεξε πλάνη περί τα πράγματα ή μεταβλήθηκαν πραγματικά δεδομένα, οπότε και στην περίπτωση αυτή τίθεται ζήτημα άρνησης της ανανέωσης των περιβαλλοντικών όρων σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, κατόπιν ειδικής αιτιολογημένης γνώμης της αρμόδιας υπηρεσίας (πρβλ. ΣτΕ 4357/2011 σκ. 8). Τα περαιτέρω προβαλλόμενα από τους αιτούντες περί πλάνης περί τα πράγματα σε σχέση με τη δυσχέρανση των κυκλοφοριακών συνθηκών, ανεξαρτήτως της αοριστίας τους, έχουν εξετασθεί και ανωτέρω. Εξάλλου ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται, καθ’ ερμηνεία των ανωτέρω, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μη νόμιμη διότι τελικώς δεν πραγματοποιήθηκε η υπογειοποίηση των γραμμών του ΗΣΑΠ, η οποία ήταν κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων αρρήκτως συνδεδεμένη με τη χάραξη της ζώνης διέλευσης του τραμ, είναι απορριπτέος ως απαραδέκτως προβαλλόμενος, δοθέντος ότι με αυτόν δεν προβάλλεται πλημμέλεια της προσβαλλομένης πράξεως, αλλά άλλης διαδικασίας, που δεν εντάσσεται στη διαδικασία της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων ούτε αποτελεί προϋπόθεση ή έρεισμα της προσβαλλομένης (πρβλ. ΣτΕ 258/2004 σκ. 39), ενώ άλλωστε ούτε από την προσβαλλόμενη απόφαση τέθηκε ως προϋπόθεση για την πραγματοποίηση του επίμαχου έργου η προηγούμενη υπογειοποίηση των γραμμών του ΗΣΑΠ. Ούτε άλλωστε μπορούσε να θεωρηθεί ως παραδεκτώς συμπροσβαλλόμενη, ως μη συναφής, η μεταγενεστέρως εκδοθείσα 203342/23.11.2012 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για την υπογειοποίηση της γραμμής του ΗΣΑΠ από το σταθμό ........ έως το σταθμό Φαλήρου και την υλοποίηση νέου σταθμού στη θέση ........», ως αφορώσα άλλο έργο, ανεξάρτητο από το επίμαχο έργο της κατασκευής του τραμ.
ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010
Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.
ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/97025/6580/2022
Διαδικασία τροποποίησης της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων στην περίπτωση αλλαγής καυσίμου από φυσικό αέριο σε άλλο αέριο ή υγρό καύσιμο στη βιομηχανία.
ΝΣΚ/244/2005
Αρμοδιότητες αποφαινομένων οργάνων για τις μελέτες έργων της Γ.Γ.Α.Ο αρμόδιος για τα θέματα της Γ.Γ.Α. Υπουργός (ή ο Γ.Γ.Α.), επί των έργων της Γ.Γ.Α., δεν έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει την προσθήκη ειδικών επί πλέον όρων σε διακήρυξη διαγωνισμού, ούτε να αποφασίζει για την εφαρμογή της διαδικασίας δημοπράτησης έργου με προεπιλογή και του συστήματος υποβολής προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτη - κατασκευή. Μέχρι να εκδοθεί η κ.υ.α. της παρ.2 του άρθρου 45 του Ν 3316/2005, για τις μελέτες των έργων της Γ.Γ.Α. εξακολουθούν να υφίστανται οι αρμοδιότητες των οργάνων αυτής, σύμφωνα με τις οργανικές διατάξεις της.
2131088/2012
Διευκρινίσεις αναφορικά με την ανανέωση(παράταση ισχύος) αποφάσεων έγκρισης περιβαλλοντικών όρων
Κ.Υ.Α. οικ.84229/1996
Ανάθεση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για ορισμένα έργα ή δραστηριότητες της πρώτης (α) κατηγορίας του άρθρου 3 του Ν.1650/86 στους Γενικούς Γραμματείς των Περιφερειών της χώρας, εξαιρουμένης της Περιφερείας Αττικής
Κ.Υ.Α. 21398/2012
Ίδρυση και λειτουργία ειδικού δικτυακού τόπου για την ανάρτηση των αποφάσεων έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), των αποφάσεων ανανέωσης ή τροποποίησης ΑΕΠΟ, σύμφωνα με το άρθρο 19α του Νόμου 4014/2011 (ΦΕΚ Α/209/ 2011)