Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/465/2007

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1650/1986, 3669/2008

Πριν από τη δημοπράτηση έργου, που έχει καταταγεί στις κατηγορίες του άρθρου 3 του Ν 1650/1986, όπως ισχύει, απαιτείται να έχει εκδοθεί η κατ’ άρθρο 4 αυτού απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Τέτοια, όμως, απόφαση δεν απαιτείται να έχει εκδοθεί και πριν από την ανάθεση ή έγκριση της τεχνικής μελέτης του έργου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΛ.Ε/392/2008 (ΣΤ΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)

Νομιμότητα της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου και του σχεδίου σύμβασης του έργου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ….«Έργα Διευθέτησης Χειμάρρου .....», Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι πριν την έναρξη πραγματοποίησης των έργων που με την ως άνω Κ.Υ.Α. έχουν καταταγεί σε μία ή περισσότερες από τις τρεις κατηγορίες που προβλέπει το άρθρο 3 του ν. 1650/1986, όπως τα αντιπλημμυρικά έργα διευθέτησης της ροής των υδάτων (Α κατηγορία) , απαιτείται, ως κύριο μέσο εφαρμογής της αρχής της πρόληψης, η έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη δε πραγματοποίησης του έργου θεωρείται όχι μόνο η υλική ενέργεια εκτέλεσης αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξης, αποτελούσας προϋπόθεση έναρξης της κατασκευής του. Συνακόλουθα , η παράλειψη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν της έκδοση απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της οικείας δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, η οποία δεν καλύπτεται από τη μεταγενέστερη έκδοση της πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων κατασκευής και λειτουργίας του έργου. Τούτο διότι η ως άνω πλημμέλεια, άγουσα στη δημιουργία νέας πραγματικής και νομικής κατάστασης, κατά παραγνώριση των αξιώσεων της αρχής της νομιμότητας, καθώς και των περί προστασίας του περιβάλλοντος κοινοτικών και εθνικών διατάξεων, ως και της ανάγκης της εκ των προτέρων εκτίμησης των επιπτώσεων κάθε έργου ή δραστηριότητας στο περιβάλλον, εξακολουθεί να υφίσταται, καθόσον δεν έχει προηγηθεί η εκτίμηση των επιπτώσεων του προκείμενου έργου στο περιβάλλον (βλ. Ολομ. ΣτΕ 2175/2004, Πράξη VI Τμήματος Ελ.Συν. 33/2007).


Η.Π.11014/703/Φ.1042003

Διαδικασία Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης (Π.Π.Ε.Α.) και Έγκρισης Περιβαλλοντικών Ορων (Ε.Π.Ο.) σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.1650/1986 (Α"160) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Ν.3010/2002 ""Εναρμόνιση του Ν.1650/1986 με τις οδηγίες 97/11/ΕΕ και 96/61/ΕΕ .... και άλλες διατάξεις"" (Α"91).


Αριθμ. Οικ. 104247/ΕΥΠΕ/ΥΠΕΧΩΔΕ/2006

Διαδικασία Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης (Π.Π.Ε.Α.) και Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Ε.Π.Ο.) έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Α.Π.Ε.), σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3010/2002.


ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.


37111/2021/2003

Καθορισμός του τρόπου ενημέρωσης και συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων των έργων και δραστηριοτήτων σύμφωνα με την παράγρ.2 του άρθρ.5 του Ν.1650/1986 ΄πως αντικαταστάθηκε με τις παρ.2 και 3 του Ν.3010/2002 (ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ Αριθμ. Οικ.: 1649/45/2014 (ΦΕΚ 45 Β/15-1-2014))


ΕΣ/ΤΜ.6/2515/2009

Υπογραφή σχεδίου σύμβασης έργου..ζητείται η ανάκληση της 375/2009 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι μη νόμιμα το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου ... προέβη στην κατακύρωση του αποτελέσματος της δημοπρασίας, με την 48/29.5.2009 απόφασή του, καθόσον ήδη από 30.4.2008 είχε λήξει η ισχύς των περιβαλλοντικών όρων που εγκρίθηκαν με την Α.Π. 130418/27.6.2003 Κοινή Υπουργική Απόφαση, χωρίς παράλληλα να έχει τηρηθεί η διαδικασία ανανέωσης ή αναθεώρησής της. Μάλιστα, όπως προκύπτει από το 2427/18.8.2009 έγγραφο της Αναθέτουσας Αρχής, αυτή υπέβαλε αίτημα ανανέωσης της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων μόλις την 18.8.2009, δηλαδή μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, που εντόπισε τη συγκεκριμένη πλημμέλεια. Εξάλλου, αβάσιμα η παρεμβαίνουσα προβάλλει ότι η τήρηση της διαδικασίας αναθεώρησης ή ανανέωσης της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων απαιτείται μόνο εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, περίπτωση που εν προκειμένω δεν συντρέχει, τούτο δε διότι, κατά την έννοια της διάταξης της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν.1650/1986, η τήρηση της διαδικασίας ανανέωσης ή αναθεώρησης πρέπει να τηρείται σε κάθε περίπτωση, οι δε τυχόν επελθούσες – μετά την αρχική έγκριση - ουσιαστικές διαφοροποιήσεις ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον ασκούν επιρροή μόνο όσον αφορά στο είδος της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί από τη Διοίκηση κατά την έκδοση της αιτούμενης ανανέωσης (σύνταξη εκ νέου μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων κ.λπ., πρβλ. ΣτΕ 297/2009). Περαιτέρω, η 28/2.4.2009 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ..., κατά το μέρος που με αυτήν δεν έγινε αποδεκτή η εισήγηση της Επιτροπής Διαγωνισμού περί της ανάγκης αναβαθμολόγησης της προσφοράς της παρεμβαίνουσας κοινοπραξίας, επί τη βάσει των προβληθέντων ισχυρισμών της κοινοπραξίας «….» (σημεία 6 και 7 της ένστασής της), παρίσταται πλημμελώς αιτιολογημένη, καθόσον το εν λόγω αποφασίζον όργανο δεν αιτιολόγησε ειδικά, όπως όφειλε, έστω με παραπομπή σε άλλα στοιχεία του φακέλου, την απόκλισή του από τη γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού. Δεν αρκεί δε η επίκληση, στο σώμα της απόφασης, της αιτιολογίας που περιέχεται στο 4ο/16.12.2008 πρακτικό της ίδιας Επιτροπής, δεδομένου ότι ακριβώς το πρακτικό αυτό προσβλήθηκε με ένσταση από την παραπάνω κοινοπραξία, κατόπιν της οποίας η Επιτροπή Διαγωνισμού διέλαβε νέα κρίση, αποκλίνουσα μερικώς από την αρχική (ως προς τα σημεία 6 και 7 της ένστασης). Εξάλλου, ο ισχυρισμός του αιτούντος Δήμου ότι η διαδικασία έχει κριθεί στο σύνολό της νόμιμη με τις 956 και 961/2008 αποφάσεις της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι αβάσιμος, καθόσον οι αποφάσεις αυτές αφορούν σε προγενέστερο στάδιο του διαγωνισμού. Τέλος, ο ισχυρισμός της παρεμβαίνουσας ότι η επίμαχη 28/2.4.2009 απόφαση έχει καταστεί οριστική και απρόσβλητη, εφόσον δεν αμφισβητήθηκε από τους συμμετέχοντες στη διαγωνιστική διαδικασία, είναι ομοίως αβάσιμος, τούτο δε διότι ο έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά το στάδιο πριν τη σύναψη των δημόσιων συμβάσεων ασκείται χάριν του δημόσιου συμφέροντος και δεν εξαρτάται σε καμία περίπτωση από τις ενέργειες των συμμετεχόντων στην οικεία διαγωνιστική διαδικασία. Επομένως, ορθά με την προσβαλλόμενη πράξη κρίθηκε ότι η διαδικασία ανάθεσης του έργου «Αποχέτευση Παραλιακών Οικισμών Δήμου ... – 1ο Υποέργο: Εγκατάσταση Επεξεργασίας Λυμάτων» πάσχει κατά τις διαπιστωθείσες από το Κλιμάκιο πλημμέλειες. Πλην όμως, λαμβανομένου υπόψη ότι ο Δήμος ... 1) έχει ήδη υποβάλει αίτημα ανανέωσης της αρχικής απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και 2) είναι μικρός Δήμος που δεν διαθέτει οργανωμένη νομική και τεχνική υπηρεσία, το Τμήμα κρίνει, κατά πλειοψηφία, ενόψει και του ότι το κύρος της 28/2.4.2009 απόφασης δεν αμφισβητήθηκε από τους λοιπούς διαγωνιζόμενους, ότι δεν υπήρξε πρόθεση καταστρατήγησης του ισχύοντος νομικού πλαισίου από μέρους των οργάνων του αιτούντος Δήμου, τα οποία πεπλανημένως, πλην συγγνωστώς, πίστεψαν ότι οι παραπάνω ενέργειές τους ήταν εν προκειμένω επιτρεπτές. Αν και κατά τη γνώμη της Συμβούλου Ασημίνας Σαντοριναίου, που μειοψήφισε, η φύση των πλημμελειών που εντόπισε το Κλιμάκιο δε δικαιολογεί τη συγγνωστή πλάνη των οργάνων της Αναθέτουσας Αρχής..Ανακαλεί την 375/2009 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΝΣΚ/170/2019

Εάν η απόφαση του Συντονιστή (πρώην Γενικού Γραμματέα) Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης με την οποία χαρακτηρίζεται μια περιοχή ως προστατευόμενο τοπίο, επιτρέπεται να περιλαμβάνει καθορισμό χρήσεων γης, καθώς και να προβλέπει τη θέσπιση όρων, περιορισμών και ειδικών ρυθμίσεων. (...) Η απόφαση του Συντονιστή (πρώην Γενικού Γραμματέα) Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης, με το ως άνω περιεχόμενο, εκδόθηκε σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζουν τα άρθρα 18 παρ. 5, 19 παρ. 5β΄ και 21 παρ. 3 του ν. 1650/1986, διότι ορίζει προτεραιότητες διατήρησης και επιβάλλει απαγορεύσεις σε περιοχή που έχει χαρακτηρισθεί προστατευόμενο τοπίο σε υφιστάμενη περιοχή Natura 2000 και περιέχει Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και Ειδική Ζώνη Διατήρησης (ΕΖΔ), ενώ δεν μπορεί να προβλέπει καθορισμό χρήσεων γης και δραστηριοτήτων εντός του προστατευόμενου τοπίου (ομόφ.).


ΚΥΑ/59388/1988

Τρόπος, όργανα και διαδικασία επιβολής και είσπραξης των διοικητικών προστίμων του άρθρου 30 του ν. 1650/1986.

N 4843/2021 -ΦΕΚ: 193/Β/20.10.2021 Άρθρο 53 Καταργούμενες διατάξεις Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η υπ’ αρ. 59388/3363/1988 (Β΄ 638) κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών, Γεωργίας, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, περί επιβολής και είσπραξης διοικητικών προστίμων.


ΣΤΕ 796/2011

Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου:Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την πρώτη προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 7072/ 31.12.2004 απόφαση του Γ.Γ. Περιφερείας …, κηρύχθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση του ακινήτου του αιτούντος, για την κατασκευή Σταθμού Υπεραστικών της Α.Ε. Υπεραστικό ΚΤΕΛ νομού ... στο Ο.Τ. 298 του Δήμου .... Στο προοίμιο της πράξεως αυτής, μνημονεύεται εκ παραδρομής ως εγκριτική των περιβαλλοντικών όρων απόφαση η υπ’ αριθμ. ΚΟ/1229/12.7.2004 πράξη. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη στην πραγματικότητα έχει ως έρεισμα την υπ’ αριθμ. ΚΟ/1304/12.7.2004 απόφαση του Νομάρχη ..., με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή του έργου αυτού.Επειδή, η τελευταία αυτή απόφαση ακυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3731/2010 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως εκδοθείσα από αναρμόδιο όργανο. Συνεπώς, μετά την ακύρωσή της αποφάσεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, πρέπει, για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλομένη πράξη αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, η οποία έχει ως νόμιμο έρεισμα την ακυρωθείσα απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Σ.τ.Ε. 4275/2009, 1908-10/2008 κ.ά.). Εξ άλλου, μετά την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως για τον ανωτέρω λόγο, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των προβαλλομένων με την υπό κρίση αίτηση λόγων ακυρώσεως.


ΕλΣυν/Ε Κλιμ/434/2010

Συμπληρωματική σύμβαση. Για τις εργασίες όρυξης σε έδαφος βραχώδες δεν εξειδικεύονται οι λόγοι για τους οποίους, ακολουθώντας τους κανόνες της εμπειρίας και τεχνικής, ήταν αντικειμενικά αδύνατη πριν από την έναρξη των εκσκαφών η ένταξη αυτών των εργασιών στην αρχική μελέτη του έργου. Περαιτέρω, το ότι η ανάγκη εκτέλεσης εργασιών όρυξης χωρίς χρήση εκρηκτικών προέκυψε από την περιβαλλοντική μελέτη του έργου, που εκδόθηκε σε χρόνο μεταγενεστέρο της σύνταξης και έγκρισης της τεχνικής μελέτης του έργου, δεν επαληθεύεται από τα στοιχεία της διαδικασίας. Αντιθέτως, όπως προεκτέθηκε, η υποβληθείσα στο Τμήμα Περιβάλλοντος και Χωροταξικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, καθώς και η τροποποίηση αυτής, έχουν συνταχθεί και εκδοθεί πριν από την έγκριση της τεχνικής μελέτης του έργου. Σε κάθε περίπτωση, ενόψει της ανάγκης εκ των προτέρων εκτίμησης των επιπτώσεων κάθε έργου ή δραστηριότητας στο περιβάλλον η περιβαλλοντική αδειοδότηση, πρέπει να προηγείται από την έγκριση της τεχνικής μελέτης προκειμένου, μεταξύ άλλων, να μη μεταβάλλεται το φυσι¬κό και οικονομικό αντικείμενο της τεχνικής μελέτης του έργου από περιβαλλοντικούς όρους, που τίθενται εκ των υστέρων, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας της διαδικασίας . Ούτε, άλλωστε από τα στοιχεία του φακέλου της διαδικασίας, που υποβλήθηκαν στο Κλιμάκιο, αποδεικνύεται ο επικαλούμενος εξαιρετικά έντονος χαρακτήρας των καιρικών φαινομένων, ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 57 του ν. 3669/2008. Τέλος ο ισχυρισμός ότι οι εργασίες της συμπληρωματικής σύμβασης είναι αναγκαίες για τη σωστή και πλήρη ολοκλήρωση του έργου τόσο από τεχνικής και λειτουργικής πλευράς όσο και για λόγους ασφαλείας δεν αρκεί για να καταστήσει νόμιμη την υπογραφή της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης, αφού για τη νόμιμη κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις, απαιτείται, σε κάθε περίπτωση, να συντρέχουν σωρευτικά οι προβλεπόμενες από τις προαναφερθείσες διατάξεις προϋποθέσεις. Με την 261/2011 απόφαση του VI Τμήματος του Έλεγκτικού Συνεδρίου απορρίφθηκε αίτηση ανάκλησης κατά της προμνησθείσας Πράξης του Κλιμακίου