ΕΣ/Τ6/55/2007
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Σύμφωνα όμως με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη (ΙΙΙ) και ενόψει του ότι, όπως προκύπτει από την υπό κρίση αίτηση ανάκλησης και τα υποβληθέντα με αυτή στοιχεία, ειδικότερα δε το Π 637/2007/26.1.2007 πιστοποιητικό της Γραμματέως του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά της ως άνω 136945/5.12.2003 κοινής απόφασης των Υπουργών ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Πρόνοιας, Γεωργίας και Πολιτισμού, με την οποία είχαν εγκριθεί οι περιβαλλοντικοί όροι που διέπουν τo επίμαχο έργο, έχει ασκηθεί ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας από κατοίκους της Κοινότητας Γραμματικού και άλλων Δήμων της Αττικής, την Κοινότητα Βαρνάβα και το σωματείο με την επωνυμία «Κέντρο Βιωσιμότητας και Περιβαλλοντικής Προστασίας Β.Α. Αττικής», η από 5.2.2004 αίτηση ακυρώσεως, η οποία έχει ήδη συζητηθεί στις 7.12.2005, χωρίς όμως να έχει εκδοθεί ακόμη σχετική απόφαση, το Τμήμα τούτο άγεται στην κρίση ότι πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής Πράξης του, μέχρι να προσκομισθεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, αρμόδιου για την εκδίκαση αιτήσεων ακυρώσεως σύμφωνα με το άρθρο 95 παρ. 1 περ. α του Συντάγματος (Πράξη VI Τμ.Ε.Σ. 37/2005), επί της ανωτέρω ήδη συζητηθείσας στις 7.12.2005 αίτησης ακυρώσεως.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ ΕΑ 345/2015
Επειδή, μετά την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δημοσιεύθηκε η 1679/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ακυρώσεως κατά της προσβαλλόμενης κοινής απόφασης. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση δεν έχει πλέον αντικείμενο και για το λόγο αυτό πρέπει να απορριφθεί.
ΣΤΕ 796/2011
Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου:Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την πρώτη προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 7072/ 31.12.2004 απόφαση του Γ.Γ. Περιφερείας …, κηρύχθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση του ακινήτου του αιτούντος, για την κατασκευή Σταθμού Υπεραστικών της Α.Ε. Υπεραστικό ΚΤΕΛ νομού ... στο Ο.Τ. 298 του Δήμου .... Στο προοίμιο της πράξεως αυτής, μνημονεύεται εκ παραδρομής ως εγκριτική των περιβαλλοντικών όρων απόφαση η υπ’ αριθμ. ΚΟ/1229/12.7.2004 πράξη. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη στην πραγματικότητα έχει ως έρεισμα την υπ’ αριθμ. ΚΟ/1304/12.7.2004 απόφαση του Νομάρχη ..., με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή του έργου αυτού.Επειδή, η τελευταία αυτή απόφαση ακυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3731/2010 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως εκδοθείσα από αναρμόδιο όργανο. Συνεπώς, μετά την ακύρωσή της αποφάσεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, πρέπει, για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλομένη πράξη αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, η οποία έχει ως νόμιμο έρεισμα την ακυρωθείσα απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Σ.τ.Ε. 4275/2009, 1908-10/2008 κ.ά.). Εξ άλλου, μετά την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως για τον ανωτέρω λόγο, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των προβαλλομένων με την υπό κρίση αίτηση λόγων ακυρώσεως.
ΝΣΚ/146/2009
Συμμόρφωση Διοικήσεως προς ακυρωτική απόφαση.Η Διοίκηση δεν έχει πλέον αρμοδιότητα σε συμμόρφωση προς την απόφαση 3224/2008 του Συμβουλίου της Επικρατείας να τροποποιήσει τον πίνακα αρχαιότητος, λόγω της άγνωστης στο Συμβούλιο της Επικρατείας ασκήσεως ενδικοφανούς ενστάσεως κατ' αυτού και της επ' αυτής ληφθείσης αποφάσεως του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου. Στον ενδιαφερόμενο εναπόκειται, κατ' επίκληση των στοιχείων του φακέλου, στον οποίο η Διοίκηση οφείλει να περιλάβει πλέον και την ανωτέρω απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας να υποβάλει νέα ένσταση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου το οποίο είναι και το μόνο αρμόδιο να κρίνει το παραδεκτό και το νόμω βάσιμο αυτής. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/146/2009
Συμμόρφωση Διοικήσεως προς ακυρωτική απόφαση.Η Διοίκηση δεν έχει πλέον αρμοδιότητα σε συμμόρφωση προς την απόφαση 3224/2008 του Συμβουλίου της Επικρατείας να τροποποιήσει τον πίνακα αρχαιότητος, λόγω της άγνωστης στο Συμβούλιο της Επικρατείας ασκήσεως ενδικοφανούς ενστάσεως κατ' αυτού και της επ' αυτής ληφθείσης αποφάσεως του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου. Στον ενδιαφερόμενο εναπόκειται, κατ' επίκληση των στοιχείων του φακέλου, στον οποίο η Διοίκηση οφείλει να περιλάβει πλέον και την ανωτέρω απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας να υποβάλει νέα ένσταση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου το οποίο είναι και το μόνο αρμόδιο να κρίνει το παραδεκτό και το νόμω βάσιμο αυτής. (πλειοψ.)
Ν.4566/2018
Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ του Συμβουλίου της 20ης Απριλίου 2015 (EEL 106/24.4.2015) και άλλες διατάξεις
ΣΤΕ/5643/1996
Aπόφαση Υπουργού Δικαιοσύνης- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως: ..Επειδή, η προσβαλλόμενη 60539/20-7-1990 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης για τον επαναδιορισμό του προαναφερθέντος …, δημοσιεύθηκε στο 151 φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως (τεύχος τρίτο) την 9-8-1990 από την ημερομηνία δε αυτή άρχισε για το Δικηγορικό Σύλλογο …, ο οποίος είναι τρίτος, η εξηκονθήμερος προθεσμία για άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας την 18-10-1990, δηλαδή μετά την πάροδο της παραπάνω εξηκονθημέρου προθεσμίας ασκείται εκπροθέσμως και για τον πρώτο των αιτούντων το δικηγορικό σύλλογο … (πρβλ. ΣΤΕ 2356/1982,1920/1982).
ΝΣΚ/237/2016
Εκτέλεση ποινής οριστικής παύσης και παραίτηση υπαλλήλου, εκκρεμούσης προσφυγής κατά της πράξης που επιβάλλει την ποινή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.(..)α) Η Διοίκηση δεν υποχρεούται ούτε δύναται να εκτελέσει την επιβληθείσα σε βάρος υπαλλήλου ποινή της οριστικής παύσης, στην περίπτωση που από την περιέλευση της προσφυγής του υπαλλήλου στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με την οποία στρέφεται κατά της πειθαρχικής απόφασης που του επιβάλλει την ποινή (η εκτέλεση της οποίας έχει ανασταλεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου α' της παρ. 5 του άρθρου 142 του Υ.Κ., όπως το ανωτέρω άρθρο έχει αντικατασταθεί με τις διατάξεις του άρθρου δευτέρου του ν. 4057/2012), έχουν παρέλθει οκτώ μήνες χωρίς αυτή να εκδικασθεί. β) Ο υπάλληλος δεν έχει δικαίωμα παραίτησης από εκκρεμούσα προς εκδίκαση, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, προσφυγής, κατά της απόφασης του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου που επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης, εφόσον η προσφυγή ασκήθηκε υπό την ισχύ των διατάξεων της περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 142 του Υ.Κ., όπως το ανωτέρω άρθρο έχει αντικατασταθεί με τις διατάξεις του άρθρου δευτέρου του ν. 4057/2012 (ομοφ.).
ΣΤΕ/859/1997
Δημοσίευση ατομικής διοικητικής πράξεως:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ' οιονδήποτε τρόπο για τον αιτούντα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να θεωρηθεί για το λόγο αυτό ότι ασκείται εμπροθέσμως, τόσο κατά της ρηθείσης υπ' αριθ. 16/15-3-1991 αποφάσεως του Κοινοτικού Συμβουλίου όσο και κατά των 12002/30-4-1991 και 93111/1517/25-7-1991 αποφάσεων του Νομάρχη ... και του Υπουργού Εσωτερικών, αντιστοίχως.Επειδή, για τον προαναφερθέντα λόγο, ο οποίος είναι αυτεπαγγέλτως εξεταστέος, και εν όψει του ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου έχει τύχει εφαρμογής (βλ. 21/24-5-1993 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ... περί εγκρίσεως του πρωτοκόλλου παραλαβής του έργου), πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου καθώς και οι προαναφερόμενες αποφάσεις του Νομάρχη ..., με τις οποίες απερρίφθησαν αντίστοιχες προσφυγές του αιτούντος, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς, της εξετάσεως των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
ΕΑΔΗΣΥ/619/2022
Για να εξετάσει σε συμμόρφωση, η οποία η οποία διατάχθηκε με την υπ’ αρ. 471/2022 απόφαση του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας που εκδόθηκε επί της από 25.11.2021 αιτήσεως ακυρώσεως τη με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης (ΓΑΚ) Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ) 1767/20-09-2021 Προδικαστική Προσφυγή του οικονομικού φορέα με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…..», (εφεξής η «προσφεύγουσα»), με έδρα τ.. ..., οδός ..., αρ. ..., όπως εκπροσωπείται νόμιμα κατά του ... (εφεξής ο «αναθέτων φορέας»), όπως εκπροσωπείται νόμιμα.
ΣΤΕ/1890/2019
Συντάξεις- αντισυνταγματικότητα:..Επειδή, στο άρθρο 95 του Συντάγματος ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών (παρ. 1 εδ. α΄) και ότι οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει (παρ. 4). Ειδικώς δε ως προς το ζήτημα των συνεπειών της ακυρωτικής αποφάσεως, η ισχύουσα διάταξη του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989, ακολουθώντας προηγούμενες όμοιες νομοθετικές ρυθμίσεις [βλ. ταυτάριθμα άρθρα του αρχικού νόμου περί Συμβουλίου της Επικρατείας 3713/1928 (Α΄ 273)και του ν.δ. 170/1973 (Α΄ 229)], ορίζει στην παρ. 1 ότι: «Η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη». Την ανωτέρω διάταξη, την οποία (όπως και τις προγενέστερες) το Συμβούλιο της Επικρατείας παγίως εφάρμοζε με την έννοια ότι η ακύρωση της διοικητικής πράξεως ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεώς της, τροποποίησε το άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147), το οποίο προσέθεσε παρ. 3β έχουσα ως εξής: «Σε περίπτωση αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατά διοικητικής πράξεως, το δικαστήριο, σταθμίζοντας τις πραγματικές καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί κατά το χρόνο εφαρμογής της, ιδίως δε υπέρ των καλόπιστων διοικουμένων, καθώς και το δημόσιο συμφέρον, μπορεί να ορίσει ότι τα αποτελέσματα της ακυρώσεως ανατρέχουν σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο του χρόνου έναρξης της ισχύος της και σε κάθε περίπτωση προγενέστερο του χρόνου δημοσίευσης της απόφασης...». Με τη νέα διάταξη δόθηκε η δυνατότητα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, υπό προϋποθέσεις τις οποίες το ίδιο σταθμίζει, να αποκλίνει, σε εξαιρετικές πάντως περιπτώσεις, από τον κανόνα της αναδρομικής ακυρώσεως και να καθορίσει μεταγενέστερο χρόνο επελεύσεως των συνεπειών της ακυρώσεως. (ΣτΕ 851/2018 Ολομ., 481/2018 Ολομ., 2287-2288/2015 Ολομ. κ.α.). Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας τους λόγους για τους οποίους εχώρησε η ακύρωση της προσβαλλομένης κανονιστικής αποφάσεως και τον μεγάλο αριθμό των καταβαλλομένων επικουρικών συντάξεων, των οποίων ο επανυπολογισμός θα τεθεί εν αμφιβόλω με την αναδρομική ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, και των εκκρεμοτήτων που θα ανακύψουν, κρίνει ότι εν προκειμένω συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν, κατʼ εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως (άρθρου 50 παρ. 3β του π.δ. 18/1989), τα αποτελέσματα της ακυρώσεως να επέλθουν από την δημοσίευση της παρούσας αποφάσεως. Τούτο δε, κατʼ εξάντληση του απώτατου χρονικού ορίου περιορισμού του ακυρωτικού αποτελέσματος που επιτρέπει ο νόμος (χρόνος προγενέστερος εκείνου της δημοσιεύσεως της δικαστικής αποφάσεως), πέραν του οποίου τίθεται ζήτημα παραβιάσεως του άρθρου 93 παρ. 4 του Συντάγματος, διότι, ορίζοντας το εν λόγω άρθρο ότι: «Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα», απαγορεύει την - σε συμμόρφωση μάλιστα με δικαστική απόφαση - εφαρμογή νόμου μετά την κρίση αυτού ως αντίθετου προς το Σύνταγμα..Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Μ. Παπαδοπούλου, Ο. Ζύγουρα, Κ. Κουσούλη, Δ. Μακρή, Μ. Πικραμένου, Β. Αναγνωστοπούλου-Σαρρή και Αγ. Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη, όπως έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 4003/2014, σκέψη 14), oι ρυθμίσεις των διατάξεων των παρ. 3 α, β και γ του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989 αποδίδουν, σε επίπεδο νόμου, δυνατότητες που έχει το Δικαστήριο, κατʼ ορθή ερμηνεία, απευθείας από τις διατάξεις του άρθρου 95 παρ. 1 του Συντάγματος. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την ίδια νομολογία, το Δικαστήριο έχει τη συνταγματική ευχέρεια να αποκλίνει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, από τις ειδικότερες ρυθμίσεις των ως άνω δικονομικών διατάξεων. Ειδικότερα το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια, αφού εκτιμήσει τις συνθήκες της υπόθεσης και σταθμίσει, αφενός, τα έννομα συμφέροντα των λοιπών πλην της Διοίκησης διαδίκων και, αφετέρου, το δημόσιο συμφέρον, να καθορίσει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, χρόνο επελεύσεως των συνεπειών της ακυρώσεως μεταγενέστερο και από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της ακυρωτικής αποφάσεως, κατʼ απόκλιση των οριζομένων στην περίπτωση 3 β του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989. Στην προκειμένη περίπτωση, εν όψει του επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος να υφίσταται νόμιμο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης, οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του ν. 4387/2016 πρέπει να επέλθουν έξι μήνες μετά την δημοσίευση της παρούσας απόφασης, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στο νομοθέτη, αφού λάβει γνώση του σκεπτικού της ακυρωτικής απόφασης, να προβεί σε νέα, σύμφωνη με το Σύνταγμα, ρύθμιση του ζητήματος που αφορούν οι κριθείσες ως αντισυνταγματικές διατάξεις.