ΕΣ/Τ6/287/2010
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Επιτροπές διαγωνισμού.Πρόσκληση μελών.Για την περίπτωση δε κωλύματος των τακτικών μελών πρέπει να καλούνται και τα αναπληρωματικά μέλη, ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα συμμετοχής όλων των μελών του οργάνου στη συνεδρίασή του (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ελ. Συν. 224/2006, 260/2007, Αποφ. Σ.τ.Ε. 114/2007, 1027/2007 Ε.Α. Σ.τ.Ε.). Η σύνθεση συλλογικού οργάνου είναι μη νόμιμη σε περίπτωση κατά την οποία στη συνεδρίασή του μετέχει μεν αριθμός τακτικών μελών μεγαλύτερος του μισού των διορισμένων τακτικών μελών, πλην όμως δεν αποδεικνύεται με σχετικά στοιχεία προγενέστερα της συνεδρίασης ότι κλήθηκαν, αφενός τα τακτικά μέλη του οργάνου, αφετέρου δε τα προς αναπλήρωση των απόντων τακτικών μελών ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη να λάβουν μέρος σε αυτή (πρβλ. Πράξη VI Τμ. Ελ. Συν. 144/2008, Αποφ. ΣτΕ 1383/2000, 175/2002, 1363/2006).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.6/2065/2010
Δημόσια έργα.Επιτροπή διαγωνισμού.Ο ν. 3669/2008 ¨Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημόσιων έργων¨ (ΦΕΚ Α΄ 116) ορίζει στην παράγραφο 11 του άρθρου 21, ότι: «Για τη συγκρότηση και λειτουργία των ανωτέρω επιτροπών διαγωνισμού εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις των άρθρων 13 έως 15 του ν. 2690/1999.». Εξάλλου, ο ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 45) ορίζει, στο άρθρο 14, ότι: «1. Το συλλογικό όργανο συνεδριάζει νομίμως όταν στη σύνθεσή του μετέχουν, ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη, περισσότερα από τα μισά των διορισμένων τακτικών μελών (απαρτία). (…) 2. Ο πρόεδρος καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των συνεδριάσεων και καλεί τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη να συμμετάσχουν. Η πρόσκληση, η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, γνωστοποιείται, από το γραμματέα, στα μέλη του συλλογικού οργάνου τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση, μπορεί δε να γίνει και με τηλεφώνημα, τηλεγράφημα, τηλεομοιοτυπία ή άλλο πρόσφορο μέσο, εφόσον το γεγονός τούτο αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο, η οποία πρέπει να φέρει χρονολογία και την υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση. (…) Πρόσκληση των μελών του συλλογικού οργάνου δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε ημερομηνίες τακτές, που ορίζονται με απόφασή του, η οποία και γνωστοποιείται στα μέλη του. Πρόσκληση δεν απαιτείται, επίσης, όταν μέλος έχει δηλώσει, πριν από τη συνεδρίαση, κώλυμα συμμετοχής του σε αυτήν, ή όταν το κώλυμα τούτο είναι γνωστό στον πρόεδρο του συλλογικού οργάνου. (…) 4. Αν κατά τη συνεδρίαση απουσιάσει τακτικό μέλος το οποίο δεν είχε προσκληθεί, η συνεδρίαση είναι παράνομη. Το ίδιο ισχύει και αν, αντ’αυτού, είχε μετάσχει το αντίστοιχο αναπληρωματικό μέλος. (…)». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι για τη νόμιμη σύνθεση συλλογικού οργάνου δεν αρκεί η παρουσία των μελών που αποτελούν τη νόμιμη απαρτία αλλά απαιτείται να έχει προηγηθεί έγκαιρη πρόσκληση όλων των τακτικών μελών. Για την περίπτωση δε κωλύματος των τακτικών μελών πρέπει να καλούνται και τα αναπληρωματικά μέλη, ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα συμμετοχής όλων των μελών του οργάνου στη συνεδρίασή του. Πρόσκληση δεν απαιτείται, όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε τακτές ημέρες ή ημερομηνίες, που έχουν ορισθεί εκ των προτέρων με ρητή πράξη του συλλογικού οργάνου, την οποία χωρίς αμφιβολία γνωρίζουν όλα τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη. Επίσης δεν απαιτείται πρόσκληση των μελών, όταν τα τελευταία έχουν δηλώσει εγγράφως κώλυμα συμμετοχής ή όταν δεν είναι δυνατό να μετάσχουν στη συνεδρίαση λόγω αντικειμενικού κωλύματος που είναι γνωστό και δημιουργεί απόλυτη αδυναμία προσέλευσης, εφόσον στην περίπτωση αυτή γίνεται ειδική μνεία του ειδικού κωλύματος στα πρακτικά. Η πρόσκληση, η οποία σε κάθε περίπτωση πρέπει να λαμβάνει χώρα τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση, πρέπει να αποδεικνύεται από έγγραφα προγενέστερα της ημερομηνίας της συνεδρίασης ενώ μπορεί να γίνει και με τηλεφώνημα εφόσον αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο, η οποία φέρει χρονολογία και υπογραφή του προσώπου που έκανε το τηλεφώνημα. Συνακόλουθα, η σύνθεση συλλογικού οργάνου είναι μη νόμιμη σε περίπτωση κατά την οποία στη συνεδρίασή του μετέχει μεν αριθμός τακτικών μελών μεγαλύτερος του μισού των διορισμένων τακτικών μελών, πλην όμως δεν αποδεικνύεται με σχετικά στοιχεία προγενέστερα της συνεδρίασης ότι κλήθηκαν, αφενός τα τακτικά μέλη του οργάνου, αφετέρου δε τα προς αναπλήρωση των απόντων τακτικών μελών ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη να λάβουν μέρος σε αυτή (πρβλ. 287/2010 απόφ. VI Τμ., 144, 56/2008, κ.λ.π. Πράξεις VI Τμ. Ελ.Συν., Αποφ. ΣτΕ 1383/2000, 175/2002, 1363/2006). Στην προκειμένη περίπτωση, η επιτροπή του διαγωνισμού διατύπωσε την από 10.12.2009 γνώμη της επί ένστασης που υποβλήθηκε από τη διαγωνιζόμενη εταιρεία «……..», πλην όμως κατά την οικεία συνεδρίαση απουσίασαν δύο τακτικά μέλη της επιτροπής (….., εκπρόσωποι της ΚΕΔΚΕ και του ΠΕΔΜΕΔΕ, αντίστοιχα), καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη αυτών (…., αντίστοιχα), χωρίς να αναγράφεται στην ως άνω γνώμη, ούτε προκύπτει από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου ότι οι ανωτέρω είχαν κληθεί νομοτύπως να παραστούν ή ότι συνέτρεχαν οι κατά τα ανωτέρω προϋποθέσεις υπό τις οποίες και μόνον θα ήταν δυνατόν να παραλειφθεί η κλήτευσή τους.
ΕλΣυν/Επταμ/3053/2011
Συμπληρωματικές συμβάσεις,παράταση προθεσμίας.Οι περιστάσεις που επικαλείται για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου η αναθέτουσα αρχή, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009), δεν πρέπει να απορρέουν από δική της ευθύνη (βλ. απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 707/2010). Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες» οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (βλ. Πρ. VI Τμ. Ελ. Συν. 232, 216, 198, 192 και 98/2006, 108/2007, απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2069/2010). Ομοίως, δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις η εφαρμογή νέων κανονισμών και κανόνων, συνεπεία των οποίων δεν τροποποιείται η όλη κατασκευή και οι οποίοι καθιερώθηκαν ως υποχρεωτικοί μετά την ανάθεση του έργου, καθώς και παραλείψεις ή σφάλματα της προμέτρησης της μελέτης, καθόσον οι εργασίες που οφείλονται στα ανωτέρω καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλιο των απροβλέπτων που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066, 286, 285/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (βλ. αποφ. VI Τμ. 2066, 286, 285, 136/2010).
ΕΣ/Τ6/260/2007
«Το συλλογικό όργανο συνεδριάζει νομίμως όταν στη σύνθεσή του μετέχουν, ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη, περισσότερα από τα μισά των διορισμένων μελών (απαρτία). Η απαρτία πρέπει να υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης. Αν, κατά την πρώτη συνεδρίαση, διαπιστωθεί έλλειψη απαρτίας, το όργανο καλείται εκ νέου σε συνεδρίαση, η οποία πραγματοποιείται το νωρίτερο σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες, στον ίδιο τόπο και με την ίδια ημερήσια διάταξη. Κατά τη συνεδρίαση αυτή, υπάρχει απαρτία αν μετέχουν στη σύνθεση τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη που παριστούν τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) του συνόλου των διορισμένων τακτικών μελών του και εν πάση περιπτώσει όχι λιγότερα των τριών (3) τακτικών ή αναπληρωματικών μελών. Στα τριμελή συλλογικά όργανα, για την ύπαρξη απαρτίας, απαιτείται η παρουσία και των τριών (3) τακτικών ή αναπληρωματικών μελών». (Αρθρο 14 παρ. 1 του ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 45)).Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι για τη νόμιμη σύνθεση και λειτουργία του συλλογικού οργάνου απαιτείται αυτό να έχει απαρτία, η οποία ελλείπει όταν στη σύνθεσή του μετέχουν λιγότερα των τριών τακτικών ή αναπληρωματικών μελών. Απαρτία δε πρέπει να υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης (ΣτΕ 3838/2000, 1403/2002).
ΕΣ/ΚΛΙΜ Ζ/230/2008
«Στο άρθρο 14 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999) ορίζεται ότι «Το συλλογικό όργανο συνεδριάζει νομίμως όταν στη σύνθεσή του μετέχουν, ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη, περισσότερα από τα μισά των διορισμένων τακτικών μελών (απαρτία)…» (παρ. 1), ότι «Ο πρόεδρος καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των συνεδριάσεων και καλεί τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη να συμμετάσχουν. Η πρόσκληση … γνωστοποιείται από το γραμματέα στα μέλη του συλλογικού οργάνου … μπορεί δε να γίνει με τηλεφώνημα, τηλεγράφημα, τηλεμοιοτυπία, ή άλλο πρόσφορο μέσο, εφόσον το γεγονός τούτο αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο, η οποία πρέπει να φέρει χρονολογία και την υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση … πρόσκληση των μελών του συλλογικού οργάνου δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε ημερομηνίες τακτές που ορίζονται με απόφασή του, η οποία γνωστοποιείται στα μέλη του …» (παρ. 2) και ότι «Αν κατά τη συνεδρίαση απουσιάσει τακτικό μέλος, το οποίο δεν είχε προσκληθεί, η συνεδρίαση είναι παράνομη …» (παρ. 4). Στην προκειμένη περίπτωση, …… κλήθηκαν τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της ως άνω Επιτροπής να συμμετάσχουν στο παρόντα διαγωνισμό της …. Η πρόσκληση αυτή, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες σε φωτοτυπία σελίδες του Βιβλίου Διεκπεραίωσης Εγγράφων, επιδόθηκε στα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής του διαγωνισμού στις …. Κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής στις …. συμμετείχαν τα τακτικά μέλη ……., ενώ απουσίασαν τόσον τα λοιπά τακτικά, όσο και τα αναπληρωματικά μέλη. Στις επόμενες, όμως, συνεδριάσεις της Επιτροπής του διαγωνισμού, δεν συμμετείχαν και πάλι τα ως άνω δύο τακτικά και αναπληρωματικά μέλη, …..,χωρίς να προκύπτει η νομότυπη πρόσκλησή τους, ούτε, εν πάση περιπτώσει, η συνδρομή των προϋποθέσεων υπό τις οποίες θα ήταν δυνατόν, κατά τις ως άνω διατάξεις, να παραλειφθεί η κλήση των εν λόγω μελών που απουσίαζαν και κατά την πρώτη…, αλλά και κατά τη δεύτερη ….συνεδρίαση της Επιτροπής του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 2893/2007, 3928/2005). Ενόψει τούτων, η Επιτροπή του Διαγωνισμού κατά τις συνεδριάσεις αυτής της … και …., δεν είχε νόμιμη σύνθεση, με συνέπεια οι πράξεις που διενήργησε η Επιτροπή αυτή από το 2ο πρακτικό και εφεξής να είναι νομικώς πλημμελείς, γεγονός που καθιστά την αντίστοιχη διαδικασία του διαγωνισμού έως την κατακυρωτική απόφαση νομικώς πλημμελή.»
ΕΣ/Τ6/91/2011
Ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, που δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου υπήρξε πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής και να ενταχθούν στο αρχικό έργο και τη συναφθείσα σύμβαση. Οι περιστάσεις που επικαλείται για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου η αναθέτουσα αρχή, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009), δεν πρέπει να απορρέουν από δική της ευθύνη (βλ. απόφ. VI Τμ. 707/2010). Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες» οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων, κατά την υποβολή της προσφοράς τους, και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (βλ. πράξεις VI Τμ. Ελ. Συν. 98, 192, 197, 216 και 232/2006, 108/2007, 2069/2010). Ομοίως δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις η εφαρμογή νέων κανονισμών και κανόνων, συνεπεία των οποίων δεν τροποποιείται η όλη κατασκευή και οι οποίοι καθιερώθηκαν ως υποχρεωτικοί μετά την ανάθεση του έργου καθώς και παραλείψεις ή σφάλματα της προμέτρησης της μελέτης καθόσον οι εργασίες, που οφείλονται στα ανωτέρω, καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλιο των απροβλέπτων που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση (πρ.Ε΄ Κλιμ 350/2010). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (βλ. αποφ. VI Τμ Ελ. Συν. 2066, 285-6, 136/2010).
ΕλΣυν/Κλ.ΣΤ/159/2012
Για τη σύναψη συμβάσεων προμηθειών θα πρέπει, καταρχήν, να διενεργείται ανοιχτός ή κλειστός διαγωνισμός, ενώ η αναθέτουσα αρχή μπορεί να συνάψει σύμβαση προμήθειας με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, χωρίς την προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης, εξαιρετικά, στις περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις του ως άνω άρθρου 25, οι οποίες, καθώς εισάγουν παρέκκλιση από τον κανόνα της διενέργειας διαγωνισμού, είναι στενά ερμηνευτέες (βλ. πράξη VI Tμημ. Ελ. Συν. 171/2007). Ειδικότερα, η απευθείας ανάθεση δημοσίων συμβάσεων με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, χωρίς να έχει προηγηθεί δημοσίευση σχετικής προκήρυξης, αποτελεί μια εξαιρετική διαδικασία που προβλέπεται μόνο σε ορισμένες περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, διότι συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας και του ελεύθερου ανταγωνισμού στις διαγωνιστικές διαδικασίες για την κατάρτιση δημοσίων συμβάσεων, ενόψει του γεγονότος ότι δεν γίνεται γνωστή η πρόθεση της αναθέτουσας αρχής στο ευρύ κοινό, αλλά μόνο σε αυτόν ή αυτούς που η ίδια εκ των προτέρων επιλέγει. Στην περίπτωση δε κατά την οποία νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου προτίθενται να συνάπτουν συμβάσεις προμηθειών με απευθείας ανάθεση αυτών, λόγω αδυναμίας τήρησης των προθεσμιών που απαιτούνται για τη διενέργεια σχετικού ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, πρέπει να πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) οι εν λόγω προμήθειες πρέπει να παρασχεθούν κατεπειγόντως και β) η ως άνω κατεπείγουσα ανάγκη πρέπει να οφείλεται αποκλειστικά σε απρόβλεπτες περιστάσεις, ήτοι σε έκτακτα πραγματικά γεγονότα, τα οποία αφενός δεν απορρέουν από παραλείψεις ή έλλειψη προγραμματισμού και επιμέλειας της αναθέτουσας αρχής, αφετέρου δεν μπορούσαν, σύμφωνα με τα διδάγματα της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, σε καμία περίπτωση να προβλεφθούν (βλ. πράξεις IV Τμ. Ελ. Συν. 7/2007, 175, 109, 98, 34 και 4/2006, και πράξεις VI Tμ. Ελ. Συν , 91, 105, 171/2007). Η δε απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην προρρηθείσα διαδικασία ανάθεσης, πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος της νομιμότητάς της (πρβλ. πράξεις VI Tμ. 91, 105, 171/2007, VII 86/2008, ΣΤ΄ Κλιμ. 27/2012, 205/2007 κ.ά).
ΝΣΚ/89/2024
Ερωτάται, με ποιο τρόπο πρέπει να συγκροτηθεί το οικείο Εκλεκτορικό Σώμα κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 19 παρ. 3 εδ. β΄ του ν. 4009/2011, σε περίπτωση κατά την οποία : α) ο αριθμός των μελών του Μητρώου των εσωτερικών εκλεκτόρων με ίδιο ή συναφές γνωστικό αντικείμενο υπολείπεται των επτά, β) είναι ίσος προς αυτόν τον αριθμό, γ) κείται μεταξύ των επτά και δεκατεσσάρων μελών. (...) Εφόσον διαπιστωθεί κατόπιν αιτιολογημένης κρίσης ότι: α) Ο αριθμός των εσωτερικών μελών με ίδιο ή συναφές γνωστικό αντικείμενο είναι μικρότερος των επτά, τότε θα πρέπει ο αριθμός των τακτικών εσωτερικών μελών να συμπληρωθεί από το Μητρώο των εξωτερικών μελών με επιστημονικό έργο, πρώτα του ίδιου γνωστικού αντικειμένου και μόνο αν δεν υπάρχει αυτό ή έχει εξαντληθεί, τότε η συμπλήρωση θα προχωρήσει με μέλη του συναφούς γνωστικού αντικειμένου β) ο αριθμός των εσωτερικών μελών με ίδιο ή συναφές γνωστικό αντικείμενο είναι ίσος με επτά, τότε θα πρέπει, καθ’ όμοιο τρόπο, να οριστούν πρώτα τα τακτικά εσωτερικά μέλη με επιστημονικό έργο στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο και να ακολουθήσουν τα μέλη του συναφούς γνωστικού αντικειμένου. Ακολούθως, θα λάβει χώρα ο ορισμός των επτά αναπληρωματικών εσωτερικών μελών αναγκαστικά από το Μητρώο των εξωτερικών μελών. Πρώτα από τους έχοντες επιστημονικό έργο στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο και στη συνέχεια, αν χρειάζεται, ο αριθμός των αναπληρωματικών μελών θα συμπληρωθεί από μέλη συναφούς γνωστικού αντικειμένου, γ) ο αριθμός των εσωτερικών μελών του ίδιου ή συναφούς γνωστικού αντικειμένου είναι μεγαλύτερος από επτά αλλά μικρότερος από δεκατέσσερα (14), τότε θα πρέπει να οριστούν πρώτα τα τακτικά εσωτερικά μέλη με επιστημονικό έργο στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο και μετά, αν δεν υπάρχει ή έχει εξαντληθεί αυτή η κατηγορία, να ακολουθήσει η επόμενη του συναφούς γνωστικού αντικειμένου μέχρι συμπληρώσεως των επτά τακτικών μελών. Ακολούθως, να οριστούν τα αναπληρωματικά μέλη πρώτα του ιδίου γνωστικού αντικειμένου (αν υπάρχει) και μετά του συναφούς, μέχρι να εξαντληθεί η «δεξαμενή» των εσωτερικών μελών. Τα υπόλοιπα δε μέλη και μέχρι να συμπληρωθεί ο αριθμός των επτά αναπληρωματικών μελών, θα οριστούν από την «δεξαμενή» των εξωτερικών μελών, πρώτα από τα μέλη με επιστημονικό έργο στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο και μετά, κατά περίπτωση, από τα μέλη με συναφές γνωστικό αντικείμενο.
ΝΣΚ/92/2024
Με το δεδομένο της υποβολής από τον τέως Αναπληρωτή Καθηγητή Κ.Λ. αίτησης στις 26/10/2009 για την εξέλιξή του σε θέση Δ.Ε.Π. της βαθμίδας καθηγητή, της συγκρότησης του οικείου Εκλεκτορικού Σώματος σε Σώμα στις 6/12/2012 και της αναπομπής της υπόθεσης στο Ίδρυμα με την υπ’ αριθμ. Φ.122.2/3063/Ζ2/11-1-2024 απόφαση του Υπουργού κατόπιν ελέγχου νομιμότητας της διαδικασίας, ερωτάται, εάν η διοίκηση οφείλει να συγκροτήσει εξ αρχής το Εκλεκτορικό Σώμα, ποιος ο αριθμός των Εκλεκτόρων, εάν πρέπει να περιληφθούν σ’ αυτό και αναπληρωματικά μέλη και εάν πρέπει να οριστεί εκ νέου η οικεία Εισηγητική Επιτροπή. (...) Δεν απαιτείται η εξ αρχής συγκρότηση του Εκλεκτορικού Σώματος, προκειμένου να κρίνει επί της υποθέσεως του Κ.Λ. μετά από αποπομπή αυτής από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού κατόπιν άσκησης από αυτόν ελέγχου νομιμότητας. Επειδή, όμως, το οικείο Εκλεκτορικό Σώμα συντίθεται σήμερα από επτά μόλις μέλη (τακτικά και αναπληρωματικά) πρέπει να ανασυγκροτηθεί, διατηρώντας, πάντως, τα υφιστάμενα μέλη του, εκ των οποίων τα αναπληρωματικά θα αναπληρώσουν τα τακτικά μέλη. Περαιτέρω, κατά την ανασυγκρότηση το Σώμα, πρέπει να διαθέτει, τελικά, έντεκα τακτικά μέλη και ισάριθμα αναπληρωματικά, τηρουμένης της αναλογίας της προέλευσης των μελών κατά τα 2/3 από το Τμήμα της Σχολής και κατά το 1/3 από άλλα Τμήματα του ίδιου ή άλλου Α.Ε.Ι. Η σημερινή μείωση του αριθμού των μελών Δ.Ε.Π. που υπηρετούν στην Μονοτμηματική Σχολή Ε.Μ.Φ.Ε. κάτω των 100 δεν ασκεί επιρροή στον αριθμό των εκλεκτόρων, που θα απαρτίσουν το νέο Εκλεκτορικό Σώμα, δεδομένης της ήδη υφισταμένης μείωσης των μελών τούτου κάτω του ελαχίστου ορίου των έντεκα. Μετά την ανασυγκρότησή του το νέο όργανο θα απαρτίζεται από έντεκα μέλη, όπως ανωτέρω έχει αναφερθεί. Κατά την ανασυγκρότηση του σώματος και αφού τα υπάρχοντα αναπληρωματικά μέλη αναπληρώσουν τα υπάρχοντα τακτικά, θα οριστούν νέα αναπληρωματικά μέλη μέχρι του αριθμού των έντεκα. Μετά την νόμιμη ανασυγκρότησή του το νέο εκλεκτορικό σώμα δεν θα ορίσει νέα τριμελή επιτροπή, αφού ο λόγος της ακύρωσης-αναπομπής δεν αφορά στη συγκρότηση και σύνθεση αυτής, ούτε έχει προκύψει κάποιος μεταγενέστερος λόγος, που την αφορά. Το νέο όργανο, επιλαμβανόμενο της υπόθεσης, θα εξετάσει τη βασιμότητα της αίτησης εξαίρεσης, που έχει υποβληθεί από τον ενδιαφερόμενο, κατά τις υποδείξεις της παραπεμπτικής Υπουργικής Απόφασης.
ΕΣ/Ζ Κλ/103/2014
Προμήθεια ελαστικών επισώτρων.Επιτροπή συντήρησης κρατικών αυτοκινήτων.Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αλλά και όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η κατά ανωτέρω Επιτροπή, συνιστά το μόνο κατά νόμο αρμόδιο όργανο με αποφασιστική αρμοδιότητα για την προμήθεια των αναγκαίων ανταλλακτικών και ελαστικών επισώτρων με την εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, στην ειδικότερη περίπτωση της επισκευής οχημάτων του Δήμου, που έχουν ήδη παρουσιάσει βλάβη ή έχουν ήδη διαπιστωμένη ανάγκη συντήρησης ή επισκευής και μάλιστα ανεξαρτήτως του ύψους της απαιτούμενης κατά περίπτωση δαπάνης, καθόσον αρμόδιο κατά τα λοιπά όργανο, για τη διενέργεια διαγωνισμών στους Δήμους είναι η οικεία Οικονομική Επιτροπή (βλ. πράξη Κλιμ. VII Τμ. Ελ. Συν. 72/2012 σκ. IV και πράξη VII Τμ. Ελ. Συν. 96/2012, σκ. IV, αλλά και απόφ. VI Τμ. 243/2014, 3462/2012 σχετικές με τη σύναψη συμφωνιών – πλαισίου για την ανάθεση των υπηρεσιών προληπτικής συντήρησης και επισκευής των οχημάτων Ο.Τ.Α.). Περαιτέρω δε, η προμήθεια των ως άνω ειδών (ήτοι των ανταλλακτικών οχημάτων και των ελαστικών επισώτρων) διενεργείται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί προμηθειών των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού (βλ. απόφ. VI Τμ. 243/2014, 3462/2012, πράξη Κλιμ. VII Τμ. Ελ. Συν. 72/2012, πρβλ. πράξεις VII Τμ. Ελ. Συν. 96, 95/2012, 78/2011, 320, 204, 83/2010, 301/2009, ΙV Tμ. πράξεις 142/2007, 170/2006 κ.α.).
ΕΣ/Τ6/92/2011
Η κατάρτιση συμπληρωματικών συμβάσεων με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημοσίου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης εκτέλεσης εργασιών και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, αφού συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας συμμετοχής στις διαδικασίες για την κατάρτιση δημοσίων συμβάσεων και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Ως συμπληρωματικές εργασίες θεωρούνται εκείνες, για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το έργο και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικά συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, που δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου υπήρξε πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής και να ενταχθούν στο αρχικό έργο και τη συναφθείσα σύμβαση. Οι περιστάσεις που επικαλείται για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου η αναθέτουσα αρχή, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009), δεν πρέπει να απορρέουν από δική της ευθύνη (βλ. απόφ. VI Τμ. 707/2010). Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες» οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, με ανώτερα ποιοτικώς υλικά ή με μεθόδους μη προδιαγραφόμενες στα οικεία συμβατικά τεύχη, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων, κατά την υποβολή της προσφοράς τους, και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (βλ. πράξεις VI Τμ. Ελ. Συν. 98, 192, 197, 216 και 232/2006, 108/2007, 2069/2010). Ομοίως δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις η εφαρμογή νέων κανονισμών και κανόνων, συνεπεία των οποίων δεν τροποποιείται η όλη κατασκευή και οι οποίοι καθιερώθηκαν ως υποχρεωτικοί μετά την ανάθεση του έργου, οι παραλείψεις ή σφάλματα της προμέτρησης της μελέτης καθώς και απαιτήσεις της κατασκευής για την αρτιότητα και λειτουργικότητα της οποίας καθίστανται απαραίτητες συμπληρωματικές εργασίες, καθόσον οι εργασίες αυτές, καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλιο των απροβλέπτων, που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση. Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (βλ. αποφ. VI Τμ Ελ. Συν. 2066, 285-6, 136/2010).