Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ1/113/2009

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3026/1954

Οι προεισπράξεις δικηγορικής αμοιβής των οικείων δικηγορικών συλλόγων, οι οποίες κατατίθενται υποχρεωτικά από το δικηγόρο κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (παρ.2 και 6 άρθρου 96 του Κώδικα περί Δικηγόρων), επαρκούν για να αποδείξουν την πραγματοποίηση των δικαστικών ενεργειών, για τις οποίες ζητείται η αμοιβή. Μη νόμιμη η καταβολή των εξόδων για τα οποία δεν επισυνάπτεται κανένα δικαιολογητικό, από το οποίο να προκύπτει ότι πράγματι υποβλήθηκε σ΄ αυτά.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/436/2002

Επειδή, το δικόγραφο της αιτήσεως υπογράφεται από δικηγόρο, ως πληρεξούσιο του αιτούντος. Κατά τη συζήτηση όμως της υποθέσεως στο ακροατήριο ο αιτών δεν παρέστη με πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε εμφανίστηκε για να δηλώσει ότι εγκρίνει την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, ούτε τέλος προσκομίσθηκε συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο προς τον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (8 Α), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (67 Α), η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.


ΕΣ/Τ1/245/2009

Μη κανονική και ως εκ τούτου μη νόμιμη δαπάνη καταβολής αμοιβής σε δικηγόρο, λόγω χειρισμού δικαστικών υποθέσεων Δήμου, αφού δεν επισυνάπτονται τα νόμιμα δικαιολογητικά, ώστε να αποδεικνύεται και να προσδιορίζεται με ακρίβεια η ύπαρξη και η έκταση της απαίτησής της κατά του Δήμου και ειδικότερα α) τα γραμμάτια προείσπραξης της δικηγορικής αμοιβής της κατά τις δικασίμους, β) την απόφαση του Πρωτοδικείου, γ) το κατατεθέν από αυτήν υπόμνημα, δ) τα πρακτικά της δίκης κατά τις δικασίμους του Εφετείου, ε) την αίτηση του ιδιώτη κατά του Δήμου και στ) την τυχόν χορηγηθείσα σ’ αυτήν προηγούμενη εντολή και πληρεξουσιότητα για την παράστασή της στο Πρωτοδικείο κατά την ορισθείσα δικάσιμο.


ΕΣ/Τ1/162/2009

.Μη νόμιμη καταβολή αμοιβής σε δικηγόρο για εξώδικες και δικαστικές υπηρεσίες, κατά το μέρος που: α) παρασχέθηκαν κατόπιν «πρόσκλησης» (εντολής) του Δημάρχου, χωρίς να του έχει δοθεί σχετική εντολή με απόφαση της Δ.Ε., β) έχουν συνυπολογιστεί σ΄ αυτήν και ποσά για σύνταξη υπομνημάτων και προτάσεων, ενώ από τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν το χρηματικό ένταλμα δεν προκύπτει ότι συνέταξε τα προαναφερόμενα δικόγραφα, λαμβανομένου υπόψη, μάλιστα, ότι στη διαδικασία ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων δεν είναι υποχρεωτική η κατάθεση υπομνήματος, ενώ στη διαδικασία ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου, κατά την εκδίκαση εργατικών διαφορών και ενώπιον του Ειρηνοδικείου δεν είναι υποχρεωτική η κατάθεση προτάσεων (άρθρα 138 του ν.2717/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας», 115 παρ. 3 και 666 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), γ) έχει συνυπολογιστεί ποσό που αφορά παρακράτηση ποσοστού 12% επί του ποσού της προεισπραττόμενης δικηγορικής αμοιβής, η οποία σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 96 του Κώδικα περί Δικηγόρων, βαρύνει τον εντολοδόχο δικηγόρο και όχι το Δήμο και δ) περιλαμβάνεται ποσό που αντιστοιχεί σε έξοδα για δικαστικές υποθέσεις που δεν σχετίζονται με τις αναφερόμενες στον οικείο πίνακα αμοιβών.


ΕλΣυν/Τμ.1/148/2012

Δημόσια έργα...Με αιτιολογημένη απόφαση της δημαρχιακής επιτροπής (και ήδη της Οικονομικής Επιτροπής, βλ. άρθρο 72 του ν. 3852/2010) επιτρέπεται η ανάθεση σε δικηγόρο του χειρισμού μεμονωμένων εξώδικων ή δικαστικών υποθέσεων του Δήμου, μόνον όταν δεν έχει προσληφθεί δικηγόρος με μηνιαία αντιμισθία ή αυτός που έχει προσληφθεί δεν έχει δικαίωμα να παρίσταται σε ανώτατα δικαστήρια ή πρόκειται για υποθέσεις που έχουν ιδιαίτερη σημασία ή σπουδαιότητα για τα συμφέροντα του Δήμου και απαιτούν εξειδικευμένη γνώση ή εμπειρία, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των συμφερόντων του. Στην τελευταία περίπτωση, η δικηγορική αμοιβή καθορίζεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου και δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα εύλογα κατά περίπτωση όρια. Περαιτέρω, συνάγεται ότι προϋπόθεση για την καταβολή της ανωτέρω αμοιβής αποτελεί η προηγούμενη εκτέλεση από τον εντολοδόχο δικηγόρο όλων των αναγκαίων ή ενδεδειγμένων εργασιών (πρβλ. Πράξεις Ι Τμήμ. 17/2002, 119/2003, 126/2005, 235/2006, 162/2009), γεγονός που αποδεικνύεται με την προσκόμιση των νόμιμων κατά περίπτωση δικαιολογητικών εκκαθάρισης της δαπάνης (άρθρα 21 και 25 του β.δ. της 17.5/15.6.1959). Στο πλαίσιο αυτό, είναι επιτρεπτή η καταβολή προκαταβολής της δικηγορικής αμοιβής, κατά το άρθρο 91 παρ. 2 του Κώδικα περί Δικηγόρων, ανάλογης με το συνολικό ύψος της δικαιούμενης από τον δικηγόρο αμοιβής, δηλαδή προκαταβολής που δεν θα υπερβαίνει αυτοτελώς το εύλογο κατά περίπτωση μέτρο. Αντίθετα, επιβάλλεται η προκαταβολή της αμοιβής του δικηγόρου στις λοιπές περιπτώσεις των άρθρων 96, 157 Α και 161 αυτού. Συνεπώς, η δικηγορική αμοιβή που καθορίζεται με την απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να προσδιορίζει και την καταβολή ανάλογης προκαταβολής, αφού τέτοιου είδους συμφωνία προβλέπεται από τον Κώδικα περί Δικηγόρων (άρθρο 91 παρ.2), από τις διατάξεις δε του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων ούτε ορίζεται ευθέως το αντίθετο, ούτε συνάγεται έμμεσα βούληση του νομοθέτη να μην ισχύει τέτοια συμφωνία μεταξύ των δήμων και των δικηγόρων τους. (βλ. Πράξεις Ι Τμημ. 236, 159 και 101/2011).


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜΕΛΟΥΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ/419/2017

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:Ως εκ τούτου, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι το τιθέμενο νομικό ζήτημα εμφανίζει πλέον ιδιαίτερη πολυπλοκότητα ή πρωτοτυπία ούτε δύναται να χαρακτηριστεί ως δυσεπίλυτο, γεγονός που καθιστά αμφισβητούμενη ακόμα και την ίδια τη δυνατότητα ανάθεσης των συγκεκριμένων δικηγορικών υπηρεσιών σε μη υπηρετούντα στο Δήμο δικηγόρο. Εξάλλου, το γεγονός ότι με το ελεγχόμενο σχέδιο «Σύμβασης-Εργολαβικού Δίκης» ο προϋπολογισμός του Δήμου δεν θα επιβαρυνθεί με τη δαπάνη της συμφωνηθείσας δικηγορικής αμοιβής, όπως ισχυρίζεται ο αιτών Δήμος, δεν δύναται να θεραπεύσει την εντοπισθείσα από το Ζ΄ Κλιμάκιο και το VI Τμήμα πλημμέλεια, καθόσον η είσπραξη εκ μέρους της δικηγορικής εταιρείας ενός τόσο μεγάλου ποσοστού επί του ενδεχομένως επιδικασθησομένου υπέρ του Δήμου Περάματος προστίμου, αποστερεί, σε κάθε περίπτωση, από αυτόν ένα σημαντικό μέρος εσόδων,  λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι, όπως συνομολογείται με την υπό κρίση αίτηση, ο αιτών Δήμος είναι ήδη ελλειμματικός.Απορρίπτει την αίτηση αναθεώρησης της 2508/2016 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕΣ/Τ1/197/2007

Για την αναγνώριση, τη νόμιμη εκκαθάριση και εντολή πληρωμής της δαπάνης χρήσης ΙΧ αυτοκινήτου απαιτείται, σύμφωνα με ρητή διάταξη της 2/54866/0022//20.7.1999 υπουργικής απόφασης, ως απαραίτητο δικαιολογητικό, η προσκόμιση των αποδείξεων διοδίων, στις οποίες θα αναγράφεται υποχρεωτικά από τις υπηρεσίες διοδίων και η ημερομηνία διέλευσης. Αφού δε οι αποδείξεις αυτές, σύμφωνα με την ίδια υπουργική απόφαση, χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία της μετακίνησης, δεν μπορούν να αναπληρωθούν από υπεύθυνες δηλώσεις των μετακινηθέντων υπαλλήλων (Ε.Σ. Ι Τμ.43/2005, 266/2006).


ΔΕΚ/C-94/2004 και C-202/2004

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:1) Τα άρθρα 10 ΕΚ, 81 ΕΚ και 82 ΕΚ δεν απαγορεύουν τη λήψη από κράτος μέλος μέτρου κανονιστικού χαρακτήρα με το οποίο εγκρίνεται, βάσει σχεδίου που κατάρτισε επαγγελματική ένωση δικηγόρων, όπως το Consiglio nazionale forense (εθνικό συμβούλιο των δικηγορικών συλλόγων), πίνακας αμοιβών περί καθορισμού κατωτάτου ορίου των αμοιβών των μελών του δικηγορικού συλλόγου, από τον οποίο δεν χωρεί, καταρχήν, παρέκκλιση τόσο προκειμένου περί υπηρεσιών που παρέχονται αποκλειστικά από τα μέλη αυτά όσο και προκειμένου περί υπηρεσιών, όπως οι εξωδικαστικές, οι οποίες μπορούν να παρέχονται επίσης από οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία μη υποκείμενο στον εν λόγω πίνακα αμοιβών. 2) Κανονιστική ρύθμιση η οποία απαγορεύει απολύτως την παρέκκλιση, βάσει συμβάσεως, από τις κατώτατες αμοιβές που καθορίζει πίνακας δικηγορικών αμοιβών, όπως ο υπό κρίση στις κύριες δίκες, για παροχή υπηρεσιών οι οποίες, αφενός, αφορούν την ενώπιον δικαστηρίου εκπροσώπηση και, αφετέρου, παρέχονται αποκλειστικώς από δικηγόρους συνιστά περιορισμό της κατά το άρθρο 49 ΕΚ ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξακριβώσει αν μια τέτοια κανονιστική ρύθμιση, λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων λεπτομερειών εφαρμογής της, ανταποκρίνεται πράγματι στους δυνάμενους να τη δικαιολογήσουν σκοπούς της προστασίας των καταναλωτών και της εύρυθμης λειτουργίας της δικαιοσύνης και αν οι περιορισμοί που συνεπάγεται είναι δυσανάλογοι σε σχέση με τους σκοπούς αυτούς.


ΕλΣυν/Τμ.1/228/2009

Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών (2685/1999,2/54866/0022/20.7.1999)προκύπτει ότι οι υπάλληλοι που μετακινούνται εκτός έδρας με εντολή του δημοσίου και των ν.π.δ.δ. για εκτέλεση υπηρεσίας δικαιούνται εξόδων μετακίνησης, στα οποία περιλαμβάνεται και η δαπάνη χιλιομετρικής αποζημίωσης, όταν επιτρέπεται κατά τις μετακινήσεις η χρήση ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτου. Για την αναγνώριση, τη νόμιμη εκκαθάριση και εντολή πληρωμής της δαπάνης αυτής απαιτείται, σύμφωνα με ρητή διάταξη της προαναφερθείσας 2/5486/0022//20.7.1999 υπουργικής απόφασης, ως απαραίτητο δικαιολογητικό, η προσκόμιση των αποδείξεων διοδίων, στις οποίες θα αναγράφεται υποχρεωτικά από τις υπηρεσίες διοδίων και η ημερομηνία διέλευσης.


ΕλΣυν.Τμ.Μειζ.Επταμ.Συνθ/1746/2016

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-Αίτηση αναθεώρησης: από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του VI Τμήματος κοινοποιήθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο της αιτούσας από τη Γραμματεία του Τμήματος, με τηλεομοιοτυπία στις 11 Φεβρουαρίου 2016, όπως αποδεικνύεται από το αποδεικτικό επιτυχούς αποστολής τηλεομοιοτυπίας της ιδίας ως άνω ημερομηνίας. Στη συνέχεια δε αντίγραφο του αποδεικτικού κοινοποίησης, υπογεγραμμένο από τον πληρεξούσιο της αιτούσας και με σφραγίδα της δικηγορικής εταιρείας, επιστράφηκε στη γραμματεία του Τμήματος και ως εκ τούτου αποδεικνύεται ότι ο πληρεξούσιος της αιτούσας, που είναι υποχρεωτικά και αντίκλητός της για την κοινοποίηση της απόφασης, έλαβε κατά την ανωτέρω ημερομηνία πλήρη γνώση του περιεχομένου της. Περαιτέρω, η κρινομένη αίτηση κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Τμήματος στις 4.4.2016, με αριθμό κατάθεσης 583/2016, ήτοι μετά την παρέλευση σχεδόν δύο μηνών από την κοινοποίηση της πληττόμενης απόφασης στην αιτούσα.Ενόψει αυτών και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά, η υπό κρίση αίτηση αναθεώρησης που κατατέθηκε μετά την πάροδο της δεκαπενθήμερης αποκλειστικής προθεσμίας από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι εκπρόθεσμη και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη,


ΕΣ/ΤΜ.6/848/2018

Επιδιώκεται η ανάκληση της 1/2018 Πράξης της Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων:Στην προκειμένη περίπτωση, η αιτούσα εταιρεία, που παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση επί της ένδικης αίτησης ανάκλησης διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, ο οποίος ζήτησε από το Δικαστήριο προθεσμία για τη συμπλήρωση των στοιχείων του φακέλου, την οποία και έλαβε, δεν κατέβαλε το απαιτούμενο από τις διατάξεις του άρθρου 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως ισχύουν, για την άσκησή της παράβολο. Κατόπιν αυτών και δεδομένου ότι το Δικαστήριο δεν οφείλει να επισημάνει στον υπόχρεο διάδικο ή τον πληρεξούσιο δικηγόρο του τη δικονομική του υποχρέωση για καταβολή παραβόλου, την οποία αυτός οφείλει να γνωρίζει και να τηρεί, σύμφωνα με όσα προηγουμένως έγιναν δεκτά (βλ. σκέψη υπό στοιχείο 2), η ένδικη αίτηση, λόγω ελλείψεως παραβόλου, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.

ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜ/1316/2018.Απορρίπτει την αίτηση αναθεώρησης της εταιρείας «........» κατά της 848/2018 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου