ΕΣ/ΣΤ ΚΛΙΜΑΚΙΟ/390/2023
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Προμήθεια 35.000 θεραπευτικών αγωγών του αντιικού κατά της λοίμωξης COVID-19.(...)Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι είναι δυνατή η ανάθεση από το Ελληνικό Δημόσιο, που βαρύνεται με την κάλυψη της σχετικής δαπάνης, δημόσιας σύμβασης παραγωγής και προμήθειας οριστικώς εγκεκριμένων φαρμάκων κατά της νόσου (λοίμωξης) COVID-19 (ιού SARS-CoV2), τα οποία προκύπτει από έγγραφα των αρμοδίων για την αδειοδότηση φαρμάκων φορέων ή/και από σχετικά επιστημονικά δεδομένα ότι είναι τα μοναδικά που καταπολεμούν την ανωτέρω λοίμωξη με συγκεκριμένο τρόπο χορήγησης και σε ορισμένες, έστω, κατηγορίες ασθενών, σε οικονομικό φορέα που κατέχει τα αποκλειστικά δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας επί του οικείου φαρμάκου ή είναι συνδεδεμένη με αυτόν επιχείρηση ή διαθέτει το αποκλειστικό δικαίωμα διανομής (εμπορίας) του οικείου φαρμάκου στην Ελλάδα, δηλαδή σε οικονομικό φορέα που αφενός για τεχνικούς λόγους, οι οποίοι συνίστανται στη μοναδικότητα της αποδεδειγμένης κατά τα ανωτέρω αποτελεσματικότητας του συγκεκριμένου φαρμάκου με τον συγκεκριμένο τρόπο χορήγησης ή/και για συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών, και αφετέρου για λόγους προστασίας των σχετικών αποκλειστικών δικαιωμάτων επί της παραγωγής (διανοητικής ιδιοκτησίας) ή/και διανομής (εμπορίας) του συγκεκριμένου φαρμάκου, είναι ο μοναδικός προμηθευτής του φαρμάκου, με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση σχετικής προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕΕΕ). Με δεδομένα αυτά το Κλιμάκιο κρίνει ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος για έλεγχο σχεδίου σύμβασης (συμφωνίας).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΣΤ ΚΛΙΜΑΚΙΟ/550/2022
Προμήθεια αντιδραστηρίων:Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω και ιδίως στη σκέψη 3.6., η ανάθεση με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης στην ΕΕΕΕ της ελεγχόμενης προμήθειας αντιδραστηρίων για τη διάγνωση ασθενών νοσούντων από κορωνοϊό SARS-CoV-2, διότι δεν συντρέχει απρόβλεπτη και κατεπείγουσα περίσταση που καθιστά δικαιολογημένη τη μη τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις τακτικές διαδικασίες ανάθεσης (ανοικτό ή κλειστό διαγωνισμό των άρθρων 27 και 28, αντίστοιχα, του ν. 4412/2016) της προμήθειας των ανωτέρω ποσοτήτων των αντιδραστηρίων αυτών. Ειδικότερα, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι οι ανάγκες προμήθειας των ανωτέρω αντιδραστηρίων είναι υπαρκτές κατά τον χρόνο έναρξης της ανωτέρω διαδικασίας ανάθεσης αλλά, αντιθέτως, από την αόριστη επίκληση της «διασφάλισης και προάσπισης της δημόσιας υγείας και του κοινωνικού συμφέροντος» καταδεικνύεται ότι πρόκειται για ανάγκες μελλοντικές και αβέβαιες. Επομένως, σε καμμία περίπτωση η τυχόν μελλοντική προμήθεια των επιμάχων ποσοτήτων των ανωτέρω αντιδραστηρίων δεν δύναται να θεωρηθεί ότι συνάπτεται άμεσα με την κάλυψη αναγκών που ανέκυψαν λόγω της ανωτέρω πανδημίας ή ότι συνδέεται με την απρόβλεπτη και κατεπείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης της πανδημίας αυτής, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 3.1. έως 3.7.. Άλλωστε, ο ίδιος ο νομοθέτης εκτιμά ότι η απρόβλεπτη και κατεπείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης της πανδημίας δεν θα διαρκέσει πέραν της 31ης.12.2022, καθώς μέχρι τότε έχει παρατείνει τις ανωτέρω διατάξεις της από 30.3.2020 ΠΝΠ που προβλέπουν αυτή την εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης. Ως εκ τούτου, είναι αμφίβολο αν η απρόβλεπτη και κατεπείγουσα αυτή ανάγκη θα υφίσταται καθ’ όλο το χρονικό διάστημα εκτέλεσης της σύμβασης, δεδομένου ότι πρόκειται για συμβατικές ποσότητες που επαρκούν για τέσσερις μήνες, πολλώ δε μάλλον για χρονικό διάστημα λιγότερο του μηνός από την υπογραφή της σύμβασης, ήτοι μέχρι 31.12.2022.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/9/2017
Υπηρεσίες Λογισμικού-απευθείας ανάθεση.(..)Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο, εκτιμώντας το αντικείμενο τόσο της από 16.7.2013 σύμβασης, η οποία παρατάθηκε έως και 15.7.2015, όσο και της επίμαχης 61/2015, άγεται στην κρίση ότι οι παρασχεθείσες υπηρεσίες στα πλαίσια των δύο αυτών συμβάσεων είναι όμοιες ή ομοειδείς, αφού σχετίζονται με την εν γένει υποστήριξη της λειτουργίας των πληροφορικών υποσυστημάτων (ιατρονοσηλευτικό υποσύστημα και λογιστήριο ασθενών και εργαστηριακό υποσύστημα) του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος του Νοσοκομείου...Κατόπιν τούτων, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ελεγχόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, αφού, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο, ερείδεται σε μη νόμιμη απευθείας ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών...η σύμβαση δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα ούτε στις διατάξεις περί αποκλειστικότητας της αναδόχου λόγω δικαιωμάτων της πνευματικής ιδιοκτησίας επί των πληροφορικών εφαρμογών του Νοσοκομείου, όπως αβασίμως προβάλλει το τελευταίο, αφού, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω (σκ. IV), με την αρχική 504/2007 σύμβαση είχαν ήδη μεταβιβαστεί τα πνευματικά δικαιώματα στη .. Δ.Υ.Πε. (κατ’ επέκταση και στο Νοσοκομείο), ενώ γινόταν ρητή αναφορά περί δυνατότητας ανάθεσης της συντήρησης και αναβάθμισης της λειτουργικότητας του λογισμικού σε τρίτο οργανισμό. (..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η ελεγχόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/130/2015
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (βλ. σκέψη ΙΙ της παρούσας), μη νομίμως ανατέθηκε στη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία ...... Α.Ε. η αρχειοθέτηση των ιατρικών φακέλων των ασθενών στο νέο χώρο του αρχείου του Νοσοκομείου, για το χρονικό διάστημα από από 24.6.2014 έως 24.10.2014 και τούτο διότι οι εργασίες αυτές δεν είναι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ειδικής φύσης ώστε να επιβάλλεται η ανάθεσή τους σε τρίτους οι οποίοι να διαθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις ή εμπειρία αλλά ανάγονται στα πάγια και συνήθη καθήκοντα του προσωπικού της Διοικητικής - Οικονομικής Υπηρεσίας του Νοσοκομείου και, ειδικότερα, του Τμήματος Κίνησης Ασθενών, όπως κατ’ ουσίαν αποδέχεται και το ίδιο το Νοσοκομείο στο 5441/20.4.2015 έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου εντάλματος, με το οποίο ως αιτιολογία για την ανάθεση των εργασιών αυτών σε ιδιώτη προβάλλονται τα χρονίζοντα χωροταξικά προβλήματα του αρχείου και η έλλειψη προσωπικού και όχι η ειδική φύση των ανατεθεισών εργασιών. Ειδικότερα, το Νοσοκομείο, δια του εγγράφου επανυποβολής, προβάλλει ως δικαιολογητικό λόγο της ανωτέρω ανάθεσης την συσσώρευση ιδιαιτέρως μεγάλου αριθμού φακέλων ασθενών, λόγω χωροταξικών προβλημάτων του νοσοκομείου, και την άμεση ανάγκη της μεταφοράς και ταξινόμησης τους στους νέους χώρους του αρχείου, έργο το οποίο δεν ήταν δυνατόν να υλοποιηθεί από το υπάρχον προσωπικό του Τμήματος Κίνησης Ασθενών. Λαμβάνοντας όμως υπόψη τον αριθμό των συνολικά προβλεπόμενων, στο άρθρο 15 του Οργανισμού του Νοσοκομείου, θέσεων της Διοικητικής – Οικονομικής Υπηρεσίας και ειδικότερα των προβλεπόμενων 2 θέσεων Κλάδου ΤΕ Βιβλιοθηκονομίας, 69 θέσεων Κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, 18 θέσεων Κλάδου ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού και 10 θέσεων Κλάδου ΥΕ Εργατών, δεν αποδεικνύεται η αδυναμία του Νοσοκομείου να εκτελέσει τις επίμαχες εργασίες με το υπηρετούν προσωπικό, εφόσον δεν προκύπτει έλλειψη υπαλλήλων των αντίστοιχων κλάδων, και μάλιστα σε τέτοια έκταση που να μην είναι δυνατή η εξυπηρέτηση της συγκεκριμένης λειτουργικής δραστηριότητας. Εξάλλου ο ισχυρισμός του Νοσοκομείου ότι από τις προβλεπόμενες στον Οργανισμό του δέκα (10) θέσεις Κλάδου ΥΕ Εργατών, οι οποίες και είναι όλες καλυμμένες, απουσιάζουν τέσσερα (4) άτομα λόγω μετακινήσεων σε άλλα Νοσοκομεία ή μακροχρόνιας ανάρρωσης, πέραν του ότι προβάλλεται αναποδείκτως, περαιτέρω, και αληθής υποτιθέμενος δεν ασκεί, εν προκειμένω, επιρροή αφού δεν προκύπτει ότι οι ανωτέρω μετακινήσεις αφορούν στο κρίσιμο χρονικό διάστημα ανάθεσης των επίμαχων υπηρεσιών ή ότι δεν ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης των αρμοδίων οργάνων του Νοσοκομείου που όφειλε να προγραμματίσει εγκαίρως την αναπλήρωσή τους. Επιπρόσθετα, ενόψει του ότι α) οι σχετικές ανάγκες για την παροχή των επίμαχων υπηρεσιών αρχειοθέτησης είχαν ανακύψει –όπως προκύπτει - ήδη από μακρού χρόνου (αφού σύμφωνα με το 3020/4.3.2014 έγγραφο του Τμήματος Κίνησης Ασθενών το πρόβλημα «χρονίζει», όχι μόνο λόγω έλλειψης χώρων αλλά και προσωπικού) αλλά και β) οι εργασίες αυτές, ως εκ της φύσεώς τους (αρχειοθέτηση ιατρικών φακέλων), δύνανται, κατά την κοινή πείρα, να διεκπεραιωθούν και από το προσωπικό άλλων κλάδων του Νοσοκομείου, όπως για παράδειγμα από τους υπηρετούντες στο κλάδο ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού ή στο κλάδο ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, έπρεπε να αιτιολογείται, περαιτέρω, γιατί δεν κατέστη εφικτή η ενίσχυση του εν λόγω Τμήματος Κίνησης Ασθενών μετά από στάθμιση των επικαλούμενων αυξημένων αναγκών του, με το απαραίτητο επιπλέον προσωπικό. Ειδικότερα, έπρεπε να στοιχειοθετείται, ενόψει του ότι ήταν καλυμμένες ήδη 57 θέσεις του Κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, γιατί δεν ήταν εφικτή η προσωρινή αξιοποίηση υπηρετούντων στο συγκεκριμένο κλάδο για την εκτέλεση των επίμαχων υπηρεσιών ή γιατί δεν αξιοποιήθηκαν οι υπηρετούντες στο Κλάδο ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού (κλάδος στον οποίο προβλέπονται 18 οργανικές θέσεις). Εξάλλου, το Νοσοκομείο ούτε ισχυρίζεται ούτε αποδεικνύει εάν επιχειρήθηκε και δεν κατέστη εφικτή η ενίσχυση του Τμήματος Κίνησης Ασθενών είτε με μεταφορά προσωπικού από άλλες οργανικές μονάδες του Νοσοκομείου, πέραν του Τμήματος Επιστασίας το οποίο φέρεται να αντιμετώπιζε ομοίως έλλειψη προσωπικού (όπως για παράδειγμα και όχι αποκλειστικά από το Τμήμα Γραμματείας, στα καθήκοντα του οποίου άλλωστε περιλαμβάνεται και η τήρηση αρχείου σύμφωνα με τον οικείο οργανισμό), είτε με οποιονδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο (μετάταξη υπαλλήλων, μεγαλύτερη υπηρεσιακή προσπάθεια ή υπερωριακή απασχόληση του υπηρετούντος προσωπικού), ενώ, περαιτέρω, δεν αποδεικνύεται η εξάντληση των απαιτούμενων νόμιμων διαδικασιών προκειμένου να επιτευχθεί η κάλυψη των τυχόν κενών οργανικών θέσεων είτε του Κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων είτε του Κλάδου ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού. Ως εκ τούτου, παρίσταται βάσιμος ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου και συνεπώς, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.6/6229/2015
Προμήθεια ακτινολογικού υλικού:Επιδιώκεται η εν μέρει ανάκληση της 150/2015 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Μη νομίμως ζητήθηκε με τη διακήρυξη η προμήθεια των ειδών με αριθμ. 18, 19 και 20 με αναφορά σε συγκεκριμένο κατασκευαστή, διότι ακόμη και αν αυτό δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, μη νομίμως η σχετική παραπομπή δεν συνοδεύθηκε από τον όρο «ή ισοδύναμο», προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα να εξετασθούν προσφορές βασιζόμενες σε άλλες ισοδύναμες λύσεις. Ο ισχυρισμός δε της αιτούσας ότι οι συγκεκριμένες απαιτήσεις είναι σύμφωνες με την αρχή της αναλογικότητας, για την επίτευξη του ζητούμενου αποτελέσματος, ήτοι προκειμένου να λειτουργήσουν με ασφάλεια τα αναλώσιμα σε συνδυασμό με τα αντίστοιχα μηχανήματα για να παραχθεί ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, που αφορά στη διασφάλιση της δημόσιας υγείας είναι απορριπτέος ως αναπόδεικτος. Και τούτο, διότι, δεν προσκομίστηκε κανένα στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει ότι τα ήδη υπάρχοντα μηχανήματα στα Νοσοκομεία της Υ.Π.Ε. είναι συμβατά μόνο με τα συγκεκριμένα αναλώσιμα του ιδίου κατασκευαστή. Εξάλλου, περιλαμβάνοντας στην προκήρυξη τον όρο «ή ισοδύναμα» η αναθέτουσα αρχή θα μπορούσε να ελέγξει αν πληρούνται οι τεχνικές προϋποθέσεις άλλων προϊόντων, χωρίς να περιορίζει εξαρχής την προμήθεια σε προϊόντα συγκεκριμένου κατασκευαστή. Πλην όμως το Τμήμα, λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν υποβλήθηκε καμία ένσταση κατά του κύρους του διαγωνισμού και δεν αποκλείστηκε καμία προσφορά ως μη συμβατή με τις ως άνω τεχνικές προδιαγραφές, κρίνει ότι η προαναφερόμενη πλημμέλεια δεν είναι, εν προκειμένω, ουσιώδης. Περαιτέρω, από τα ως άνω προσκομιζόμενα στοιχεία, που συμπληρώνουν την αιτιολογία της κατακυρωτικής των αποτελεσμάτων του σχετικού διαγωνισμού απόφασης, αφενός μεν αποδεικνύεται η συμμόρφωση με τις αντίστοιχες τιμές του Παρατηρητηρίου Τιμών, όσον αφορά στα είδη με αριθμ. 18, 19, αφετέρου δε αιτιολογείται το συμφέρον των τιμών κατακύρωσης των υπολοίπων επίμαχων ειδών, σύμφωνα με το άρθρο 21 περ. η΄ του π.δ. 118/2007, καθώς αποδεικνύεται ότι αυτές είναι ίδιες ή κατώτερες των αντίστοιχων τιμών που αναγράφονται στα συγκριτικά στοιχεία. Επομένως, ο δεύτερος, τρίτος και τέταρτος λόγος ανάκλησης πρέπει να γίνουν δεκτοί. Ανακαλεί εν μέρει την 150/2015 πράξη του Στ΄ Κλιμακίου
ΕλΣυν/Τμ.6/2055/2010
Ειδικότερα, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης όταν, εκτός των άλλων, για λόγους τεχνικούς (όπως η κατοχή αποκλειστικών τεχνικών μέσων, γνώσεων ή μεθόδων) ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, καθίσταται απολύτως αναγκαίο να ανατεθεί η εκτέλεση της προμήθειας σε συγκεκριμένο προμηθευτή ο οποίος όμως δεν αρκεί να είναι απλώς ικανός να εκτελέσει με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο τη ζητούμενη προμήθεια, αλλά απαιτείται να είναι και ο μοναδικός έναντι οιουδήποτε άλλου προμηθευτή (ΔΕΚ 199/85 Επιτροπή κατά Ιταλίας, ΔΕΚ 296/92 Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας, ΔΕΚ 57/94 Επιτροπή κατάΙταλικής Δημοκρατίας). Συνεπώς, εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, η αναθέτουσα αρχή δύναται να προβεί, ύστερα από διαπραγματεύσεις, σε απευθείας ανάθεση προμηθειών για λόγους τεχνικούς ή προστασίας δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης, έχοντας όμως προηγουμένως σταθμίσει όλες τις οικονομοτεχνικές παραμέτρους, που καθιστούν συμφερότερη την προσφυγή σε αυτήν την όλως εξαιρετική διαδικασία, με πλήρη και ειδική αιτιολογία που πρέπει να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, για τους λόγους που επέβαλαν την απόφασή της αυτή, διαφορετικά η διαδικασία της απευθείας ανάθεσης δεν είναι νόμιμη (βλ. Πράξεις 186, 187, 188, 189, 190, 191/2006, 263/2007, 77/2008, 3334/2009, VI Τμ Ελ.Συν.). Τα προαναφερόμενα διέπουν και τις προμήθειες φαρμάκων. Ειδικότερα, τα φάρμακα αποτελούν ιδιόμορφα κοινωνικά αγαθά, γιατί πρέπει να εξασφαλίζεται η επάρκειά τους, η υψηλή ποιοτική τους στάθμη και ασφάλεια και η προσιτή τιμή τους, καθόσον συμβάλλουν τα μέγιστα στην προστασία και διατήρηση της δημόσιας υγείας και της ευεξίας του κοινωνικού συνόλου. Για τον λόγο αυτό η παραγωγή, εμπορία και διακίνηση αυτών υπόκεινται σε ειδικό καθεστώς που ρυθμίζεται άμεσα από το κανονιστικό νομοθέτη και ελέγχεται από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) και τον Υπουργό Ανάπτυξης, όπου συντρέχει περίπτωση, αφορά, δε, στη θέσπιση ορισμένων περιορισμών στην διαδικασία παρασκευής και διάθεσής τους, επιβαλλόμενων από την ανάγκη εξασφάλισης επαρκούς ποσότητας και συγκεκριμένης ποιότητας φαρμάκων σε εύλογο κόστος. Πέραν, όμως, των ανωτέρω παρατιθέμενων τα φάρμακα δεν χαρακτηρίζονται ως προϊόντα εξαιρούμενα του ελεύθερου ανταγωνισμού παρά τις μονοπωλιακές τάσεις της αγοράς, αφού η τιμή πώλησής τους μπορεί να μειωθεί έτι περαιτέρω, σύμφωνα με τις προπαρατιθέμενες διατάξεις (βλ. Πράξεις 203/2003, 116, 117/2008, 25/2010 IV Τμ. Ελ.Συν.).
ΣτΕ/2275/2022
Έγκριση κανονισμού άρδευσης περιοχής αρμοδιότητας Δ.Ε.Υ.Α., από Δημοτικό Συμβούλιο (...) Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω διατάξεις για τη χρήση ύδατος, στις οποίες περιλαμβάνεται η άρδευση, ή για έργο αξιοποίησης ύδατος απαιτείται η προηγούμενη άδεια του άρθρου 11 του ν. 3199/2003 και της κ.υ.α. 146896/2014. Η ως άνω υποχρέωση αδειοδότησης, στην οποία περιλαμβάνεται και η περιβαλλοντική αδειοδότηση, υπάρχει πριν από την έναρξη της χρήσης ή την εκτέλεση του έργου αξιοποίησης, ισχύει δε η υποχρέωση αυτή και για χρήση ή έργο αξιοποίησης ύδατος από δημοτικό φορέα, όπως οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης. Πάντως, έστω και εάν η χρήση και η διαχείριση του δικτύου άρδευσης από τη … απαιτεί προηγούμενη αδειοδότηση κατά τα ανωτέρω διατάξεις, ο επίμαχος Κανονισμός Άρδευσης, ο οποίος ρυθμίζει γενικά και αφηρημένα τις σχέσεις της … με τους καταναλωτές ύδατος για τη χρήση του δικτύου άρδευσης, δεν συνιστά αυτός καθ’ εαυτόν έναρξη χρήσης ή άδεια εκτέλεσης έργου, εφόσον δεν προβλέπει και δεν προσδιορίζει συγκεκριμένες θέσεις υδροληψίας και έργα αξιοποίησης ύδατος για άρδευση. Συνεπώς, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως, με το οποίο προβάλλεται ότι ο επίμαχος κανονισμός εγκρίθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 3199/2003 και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας Υ.Α. 146986/2014, εφόσον αφορά στη διαχείριση του αρδευτικού δικτύου συμπεριλαμβανομένων των σημείων υδροληψίας και των πηγών υδροδότησης αυτού και, συνεπώς, ο Δήμος … και η … όφειλαν να είχαν εξασφαλίσει τις προβλεπόμενες στη νομοθεσία άδειες χρήσης ύδατος. Για τον ίδιο λόγο ότι, δηλαδή, ο επίμαχος κανονισμός, με το συγκεκριμένο περιεχόμενο, δεν συνιστά άδεια για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου ή έργων ή σχέδιο ή πρόγραμμα έργων διαχείρισης υδάτων στην περιοχή, είναι απορριπτέος και ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι ο Κανονισμός Άρδευσης εγκρίθηκε κατά παράβαση των διατάξεων που διέπουν την περιβαλλοντική αδειοδότηση περιοχών ενταγμένων στο δίκτυο Natura 2000, διότι της έκδοσής του δεν προηγήθηκε δέουσα εκτίμηση και αξιολόγηση. Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
ΑΕΠΠ/306/2020
Παροχή υπηρεσίας....Σε συνέχεια των προαναφερθέντων, ο αναθέτων φορέας ακύρωσε το συγκεκριμένο διαγωνισμό και προέβη στις επίμαχες τροποποιήσεις των τευχών της διακήρυξης με πρόβλεψη δικαιωμάτων προαίρεσης «πριν και κατά την διάρκεια της ανάθεσης της παροχής υπηρεσίας». Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι έχει έννομο συμφέρον να προβεί στην συγκεκριμένη προσφυγή, για αποφυγή στον συγκεκριμένο διαγωνισμό, αλλά και στο μέλλον αυθαιρεσιών, διακρίσεων, αδικιών και άνισης μεταχείρισης μειοδοτών σε διαγωνισμούς του συγκεκριμένου αναθέτοντα φορέα. Ωστόσο, με βάση τα ως άνω, η προσφεύγουσα δεν επικαλείται και δεν αποδεικνύει τη συγκεκριμένη ζημία που υφίσταται από τον όρο τον οποίο θεωρεί μη νόμιμο και όχι σύμφωνο με τη νομοθεσία που διέπει τους διαγωνισμούς των δημοσίων συμβάσεων. Ούτε η προσφεύγουσα επικαλείται και αποδεικνύει άμεση βλάβη από τον προσβαλλόμενο όρο της διακήρυξης, ο οποίος παραβιάζει τους κανόνες που αφορούν τις προϋποθέσεις συμμετοχής στο διαγωνισμό, τη διαδικασία επιλογής του αναδόχου ή τα εφαρμοστέα για την ανάδειξή του κριτήρια, σε σημείο που να αποκλείει ή να καθιστά ουσιωδώς δυσχερή τη συμμετοχή της στον διαγωνισμό. Αλλά και οι προβληθέντες ισχυρισμοί της προσφεύγουσας είναι αόριστοι, αφού ούτε κάν επιχειρεί να αποδείξει, ως φέρουσα το σχετικό αποδεικτικό βάρος, ότι οι προβαλλόμενες παρανομίες της προκήρυξης δεν της επιτρέπουν να υποβάλει ανταγωνιστική αίτηση συμμετοχής. Η προσφεύγουσα δεν συνδέει με εξειδικευμένους και αποδεδειγμένους ισχυρισμούς συγκεκριμένα στοιχεία, που αφορούν τη νομική και την πραγματική κατάστασή της με τις αντίστοιχες πλημμέλειες που προβάλλει κατά της προκήρυξης. Απλώς αρκείται να προβάλει γενικούς και αφηρημένους ισχυρισμούς. 15. Κατά συνέπεια, δεκτού καθισταμένου ως βάσιμου του σχετικού ισχυρισμού του αναθέτοντα φορέα, η εξεταζόμενη προδικαστική προσφυγή κρίνεται απορριπέα ως απαραδέκτως ασκηθείσα, λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος της προσφεύγουσας εταιρίας.
ΣτΕ/2591/2010
Παροχή υπηρεσιών τεχνικής – εφοδιαστικής υποστήριξης πέντε ελικοπτέρων ιδιοκτησίας του Πυροσβεστικού Σώματος (...) Επειδή, κατά την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων της ένδικης διακήρυξης και του πδ/τος 118/2007, ερμηνευομένων ενόψει και της αρχής της τυπικότητας που διέπει τους δημόσιους διαγωνισμούς, η υποβολή της υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 παρ. 4 του ν. 1599/1986, με το παρατιθέμενο σε αυτές περιεχόμενο, αποτελεί ουσιώδη τυπική προϋπόθεση συμμετοχής στο διαγωνισμό, παράβαση δε του εν λόγω κανόνα εκ μέρους του συμμετέχοντος στο διαγωνισμό, δηλαδή παράλειψη συνυποβολής με την προσφορά της παραπάνω δήλωσης ή υποβολής ελλιπούς κατά περιεχόμενο δήλωσης, καθιστά την υποβληθείσα προσφορά του απαράδεκτη.(...)Επομένως, αδιαφόρως του αν η παρεμβαίνουσα εταιρία, ως νομικό πρόσωπο, υπείχε υποχρέωση να προσκομίσει υπεύθυνη δήλωση, στην οποία να προσδιορίζει «το ειδικό επάγγελμα» που ασκεί, πάντως, υπείχε, σε κάθε περίπτωση, υποχρέωση να προσκομίσει δήλωση, στην οποία να αναφέρεται το συγκεκριμένο (και κατά τόπο και κατ’ είδος) Επιμελητήριο, στο οποίο είναι εγγεγραμμένη. Περαιτέρω, η αναθέτουσα αρχή, δεν μπορούσε, εν προκειμένω, να αναπληρώσει την προαναφερθείσα έλλειψη με τις ανωτέρω περιγραφείσες ενέργειες, στις οποίες προέβη η ίδια, ενόψει αφενός της προαναφερθείσας αρχής της τυπικότητας που διέπει τους δημόσιους διαγωνισμούς, αφετέρου δε και της υποχρεώσεως, που επιβάλλει η οικεία διακήρυξη, τα σχετικά δικαιολογητικά να είναι επικαιροποιημένα, προβλέποντας ειδικότερα ότι στην υπεύθυνη δήλωση πρέπει να αναφέρουν οι συμμετέχοντες το επιμελητήριο, στο οποίο είναι εγγεγραμμένοι κατά την ημερομηνία διενέργειας του διαγωνισμού. Διά ταύτα Δέχεται την αίτηση
ΕΣ/ΤΜ.7/114/2009
Εξώδικος συμβιβασμος-αποκατάσταση ζημίας οχήματος.Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, παρά το γεγονός ότι τηρήθηκαν τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία του εξώδικου συμβιβασμού, ήτοι η προβλεπόμενη στο άρθρο 103 παρ. 2 περ. η΄ του Δ.Κ.Κ. διαδικασία, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν προέκυψε κατά τρόπο αναμφισβήτητο ότι συντρέχουν τα ουσιαστικά στοιχεία για τη σύναψη του εν λόγω εξώδικου συμβιβασμού. Ειδικότερα, από τα συνοδεύοντα το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δικαιολογητικά δεν προκύπτει κατά τρόπο βέβαιο και αδιαμφισβήτητο ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της επελθούσας ζημίας και της παράλειψης των οργάνων των δήμου να συντηρήσουν το οδόστρωμα, αφού δεν παρατίθενται λεπτομερώς οι συνθήκες πρόκλησης της ζημίας, όπως η εξακρίβωση της επικινδυνότητας του συγκεκριμένου σημείου της οδού ή η ταχύτητα με την οποία εκκινείτο ο φερόμενος ως δικαιούχος του εντάλματος, η δε απλή διαπίστωση από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου ότι στο συγκεκριμένο σημείο υπάρχει καθίζηση του οδοστρώματος δεν αρκεί για να θεμελιώσει την ευθύνη του Δήμου αφού αφενός οι συνθήκες του ατυχήματος δεν εξακριβώθηκαν αλλά προκύπτουν, κατά δήλωση του δικαιούχου, από το δελτίο συμβάντων της Τροχαίας, αφετέρου δεν αποδείχθηκε ότι η πραγματική κατάσταση του οδοστρώματος ήταν από μόνη της ικανή να επιφέρει το ζημιογόνο αποτέλεσμα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη και επομένως αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΑΕΠΠ/200/2020
Κατασκευή επέκτασης εγκατάστασης επεξεργασίας νερού...Επειδή, έτι περαιτέρω, βάσιμα ισχυρίζεται ο αναθέτων φορέας στις απόψεις του, ότι η προσφεύγουσα δεν προσδιορίζει σε τι συνίσταται η βλάβη που υφίσταται από τους προσβαλλόμενους όρους της διακήρυξης, δοθέντος ότι για την ορισμένη προσβολή διακήρυξης, δεν αρκεί η γενική μνεία περί του παράνομου χαρακτήρα του προσβαλλόμενου όρου, αλλά προσαπαιτείται εξειδίκευση του τρόπου με τον οποίο η παρανομία αυτού, εμπόδισε τον προσφεύγοντα να λάβει μέρος στην δημοπρασία ή ότι δυσχέρανε ουσιωδώς την συμμετοχή του (βλ ΕΑ ΣτΕ 182/2011, 6η σκέψη, 405/2009, 7η σκέψη, 105/2011, 1145/2010, 916/2009, 574/2009, 1141/2008, 1023/2007). Έχει δε κριθεί ότι εάν ο ενδιαφερόμενος για την ανάληψη Αριθμός απόφασης: 200 / 2020 34 δημόσιας σύμβασης ασκήσει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων (ή για την ταυτότητα του λόγου προδικαστική προσφυγή) κατά της διακήρυξης, θα πρέπει, προκειμένου να θεωρηθεί ότι ασκεί την αίτηση αυτή με έννομο συμφέρον, να επικαλεστεί βλάβη. Η βλάβη αυτή δεν ταυτίζεται με το έννομο συμφέρον για την άσκηση αίτησης ακυρώσεως αλλά, στο πλαίσιο εξέτασης αίτησης προσωρινής δικαστικής προστασίας, πρέπει να ανάγεται σε μία νομική και πραγματική κατάσταση, η οποία να είναι προσωρινά προστατευτέα και να δικαιολογεί τη χορήγηση προσωρινού μέτρου. Ως βλάβη, συνεπώς, στην περίπτωση αυτή νοείται όχι η απλή επίκληση παρανομίας ή η κατά γενικό τρόπο επίκληση παράβασης διαφόρων διατάξεων οποιουδήποτε επιπέδου αλλά τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, συγκεκριμένα και αρκούντως εξειδικευόμενα, αφορώντα τη νομική ή πραγματική κατάσταση του συγκεκριμένου συμμετέχοντος, τα οποία είτε αποκλείουν είτε καθιστούν υπερβολικά δυσχερή τη συμμετοχή στο διαγωνισμό είτε προδιαγράφουν άμεσα ή έμμεσα το αποτέλεσμα του λόγω αδυναμίας του προσφεύγοντος να εκπληρώσει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις. Επέκεινα, δεν προβάλλεται παραδεκτώς, κατά την αμφισβήτηση της νομιμότητας διακήρυξης διαγωνισμού, λόγος περί παρανομίας όρου της διακήρυξης, χωρίς να προσδιορίζεται κατά τρόπο συγκεκριμένο η εντεύθεν βλάβη, όπως εν προκειμένω, η βλάβη της προσφεύγουσας από τους προσβαλλόμενους όρους των άρθρων 22Γ, 22.Δ.1., 23.5 και 23.6 της επίμαχης διακήρυξης.