ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/85/2017
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η 2976/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατέστη τελεσίδικη, αφού το αρμόδιο όργανο του Δήμου Νοτίου ....., με την 171/22.5.2015 απόφασή του, που εκδόθηκε ύστερα από την από 18.5.2015 γνωμοδότηση του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δήμου και ενώ διαρκούσε η προθεσμία για την άσκηση έφεσης κατά της ως άνω δικαστικής απόφασης, αποφάσισε να μην ασκήσει έφεση κατ’ αυτής. Εξάλλου, η προβαλλόμενη από την Προϊσταμένη Διοικητικών Υπηρεσιών του Δήμου, καθώς και από τη Γραμματέα Δικαστικών Υποθέσεων μη έγκαιρη γνώση της επίδοσης της προαναφερόμενης δικαστικής απόφασης δεν ασκεί, εν προκειμένω, επιρροή, καθόσον η μη άσκηση έφεσης δεν ήταν αποτέλεσμα απώλειας της προθεσμίας για την άσκησή της, αλλά απόφασης του αρμόδιου οργάνου, με την οποία παραιτήθηκε από την άσκηση έφεσης. Λόγω δε μη άσκησης οποιουδήποτε ένδικου μέσου κατ’ αυτής, η εν λόγω δικαστική απόφαση έχει καταστεί αμετάκλητη (σχετ. το 9434/3.9.2015 πιστοποιητικό της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Αθηνών). Περαιτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το παραγόμενο από την ως άνω αμετάκλητη δικαστική απόφαση δεδικασμένο ανέκυψε υποχρέωση του Δήμου Νοτίου ..... να συστήσει προσωποπαγή θέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, προκειμένου να καλυφθεί από τη φερόμενη ως δικαιούχο του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, υπέρ της οποίας εκδόθηκε η προαναφερόμενη δικαστική απόφαση και συνακόλουθα, υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου να εκδώσει την οικεία πράξη κατάταξής της, αφού διαπιστώθηκε ότι διέθετε το απαιτούμενο από το νόμο τυπικό προσόν για τον Κλάδο ΔΕ (απολυτήριο τίτλο Λυκείου) καταβάλλοντάς της τις νόμιμες αποδοχές. Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι διαφωνίας (2ος, 3ος, 4ος) του αναπληρωτή Επιτρόπου. Εξάλλου, το γεγονός της προσκόμισης από την λόγω εργαζόμενη παραποιημένου ως προς τον βαθμό απόλυσης απολυτηρίου, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της εντελλόμενης με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνης, καθόσον η φερόμενη ως δικαιούχος διέθετε γνήσιο απολυτήριο τίτλο Λυκείου, που προβλέπεται από το νόμο (π.δ. 50/2001) ως τυπικό προσόν για την κατάταξη στον κλάδο ΔΕ, χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε διάκριση ανάλογα με τον βαθμό απόλυσης (βλ. και άρθρο 52 του ν. 4456/2017, Α΄24/1.3.2017). Μειοψήφησε η Πάρεδρος Χρυσούλα Μιχαλάκη, σύμφωνα με τη γνώμη της οποίας η εντελλόμενη με το επίμαχο ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι νόμιμο έρεισμά της δεν συνιστά κατ’ ουσίαν η ανωτέρω απόφαση του ΜΠΑ, με την οποία, ανεξαρτήτως της ορθότητάς της, απλώς υποχρεώθηκε ο Δήμος να αποδέχεται τις υπηρεσίες της φερομένης ως δικαιούχου υπαλλήλου υπό καθεστώς εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου έναντι μισθού έως ότου προβεί στην καθ’ οιονδήποτε νόμιμο τρόπο λύση της εργασιακής σχέσης, αλλά η κατόπιν αυτής εκδοθείσα πράξη σύστασης οργανικής θέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωποπαγούς χαρακτήρα, η οποία βαίνει πέραν των αναγκαίων ενεργειών της Διοίκησης για την υλική συμμόρφωσή της προς το περιεχόμενο της επίμαχης δικαστικής απόφασης, συνιστά δε νομική πράξη πρωτογενούς άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη προσιδιάζουσα σε έγκυρη σύμβαση εργασίας, η οποία όμως εν προκειμένω δεν υφίσταται, αφού δεν έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη εκ του εκτελεστικού του Συντάγματος ν. 2190/1994 διαδικασία. Επομένως, λαμβανομένου υπ’ όψη και του περιεχομένου της επίμαχης δικαστικής απόφασης, οι αξιώσεις της φερομένης ως δικαιούχου που παρέχει την εργασία της σε συμμόρφωση προς τον εκτελεστό αυτό τίτλο, δεν μπορούν να έχουν ως έρεισμά τους πράξεις αναγόμενες στη λειτουργία νομίμων συμβάσεων εργασίας που συνιστούν όρους οριστικής υποδοχής του εργαζομένου στην εκμετάλλευση του εργοδότη, όπως η τοποθέτησή του σε θέση, ο προσδιορισμός οργανικής ειδικότητας ή η μισθολογική του αντιμετώπιση αντιστοίχως προς το νομίμως προσληφθέν προσωπικό, με έκδοση πράξεων κατάταξης σε μισθολογικό κλιμάκιο και ευθεία εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4354/2015. Αντιθέτως, οι αξιώσεις αυτές έχουν ως βάση τους τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (904 ΑΚ) και, ως εκ τούτου, ο Δήμος υποχρεούται, χωρίς να εκδώσει νομικές πράξεις αντίστοιχες προς εκείνες που εκδίδει για τους μισθωτούς με έγκυρη σύμβαση εργασίας να αποδώσει στη φερόμενη ως δικαιούχο απλώς την ωφέλεια που αποκόμισε από την εργασία της. Η ωφέλεια δε αυτή συνίσταται στα ποσά που θα κατέβαλλε ως αμοιβή σε άλλα πρόσωπα, τα οποία, προς κάλυψη των αντίστοιχων αναγκών του θα προσελάμβανε με έγκυρες συμβάσεις και τα οποία θα είχαν τις ίδιες ικανότητες και τα ίδια προσόντα με αυτή (πρβ. Πρ. Ι Τμ. 141/2012, ΑΠ 885/2014, 126/2015). Τέλος, κατά την μειοψηφούσα αυτή άποψη, ενόψει των προεκτεθέντων παρίσταται αλυσιτελής ο προβαλλόμενος από τον Επίτροπο λόγος που αφορά τη γνησιότητα του απολυτηρίου της φερόμενης ως δικαιούχου. Περαιτέρω, απορριπτέος είναι και ο λόγος διαφωνίας, με τον οποίο προβάλλεται ότι μη νόμιμα με την 14484/2016 απόφαση του Δημάρχου κατατάχθηκε η εν λόγω εργαζόμενη σε μισθολογικά κλιμάκια από 1.1.2016, καθόσον, πέραν του ότι δεν προσκομίζεται η προαναφερόμενη απόφαση του Δημάρχου, δεν προβάλλεται συγκεκριμένος λόγος μη νομιμότητας της απόφασης αυτής, όπως δε προκύπτει από την οικεία μισθοδοτική κατάσταση η κατάταξη της εν λόγω δικαιούχου έγινε στο εισαγωγικό για τον κλάδο της μισθολογικό κλιμάκιο (Μ.Κ.1). Τέλος, το ζήτημα της νομιμότητας της 171/2015 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Νοτίου ....., το οποίο τίθεται με τον πρώτο λόγο διαφωνίας, με τον οποίο ο αναπληρωτής Επίτροπος εκφράζει αμφιβολίες ως προς το ουσιαστικό μέρος της δαπάνης που εντέλλεται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, προβάλλεται απαραδέκτως ενώπιον του παρόντος Κλιμακίου, καθόσον, όπως έγινε δεκτό στη σκέψη ΙΙ, ο αρμόδιος Επίτροπος, εάν δεν υφίσταται άλλος λόγος που να επιβάλλει τη μη θεώρηση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, οφείλει να το θεωρήσει και να αναφέρει συγχρόνως την περίπτωση στο Ι Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο, μετά από αξιολόγηση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, εφόσον κρίνει ότι είναι βάσιμες οι αμφιβολίες του Επιτρόπου, θα προβεί σε ανακοίνωση του θέματος στον Υπουργό Οικονομικών και τον αρμόδιο Υπουργό.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/4043/2014
Επειδή, η κρινόμενη αίτηση υπογράφεται από δικηγόρο, ως πληρεξούσιο των αιτουσών. Κατά την επ’ ακροατηρίου όμως συζήτηση της υποθέσεως δεν εμφανίσθηκαν ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης αιτούσης και η δεύτερη αιτούσα για να εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως ούτε προσκομίσθηκε μέχρι την εν λόγω συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητος προς τον ως άνω δικηγόρο. Και ναι μεν, κατά την ως άνω συζήτηση, εμφανίσθηκε δικηγόρος, άλλος από τον υπογράφοντα το δικόγραφο, ως εκπρόσωπος των αιτούντων, ο οποίος ζήτησε και έλαβε προθεσμία μέχρι 6.11.2014, προκειμένου να προσκομίσει συμβολαιογραφική πράξη παροχής δικαστικής πληρεξουσιότητος για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως. Δεδομένου, όμως, ότι η ως άνω προθεσμία παρήλθε άπρακτη, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύειΚατά την επ’ ακροατηρίου όμως συζήτηση της υποθέσεως δεν εμφανίσθηκαν ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης αιτούσης και η δεύτερη αιτούσα για να εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως ούτε προσκομίσθηκε μέχρι την εν λόγω συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητος προς τον ως άνω δικηγόρο. Και ναι μεν, κατά την ως άνω συζήτηση, εμφανίσθηκε δικηγόρος, άλλος από τον υπογράφοντα το δικόγραφο, ως εκπρόσωπος των αιτούντων, ο οποίος ζήτησε και έλαβε προθεσμία μέχρι 6.11.2014, προκειμένου να προσκομίσει συμβολαιογραφική πράξη παροχής δικαστικής πληρεξουσιότητος για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως. Δεδομένου, όμως, ότι η ως άνω προθεσμία παρήλθε άπρακτη, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/217/2016
ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Όμως, εν προκειμένω, η κρίση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, όπως αυτή αποτυπώθηκε στην 30/2014 γνωμοδότηση, δεν αιτιολογείται επαρκώς. Και τούτο, διότι, πέραν του ότι στο σώμα της ως άνω γνωμοδότησης αναφέρεται βεβαίωση έτους 2011 Προϊσταμένης Υπηρεσίας άλλης από αυτή στην οποία υπηρετεί η ανωτέρω, η διοίκηση περιορίστηκε στην αναφορά των διατάξεων του νόμου, χωρίς να προκύπτει ότι το Συμβούλιο για την εν λόγω κρίση του αξιολόγησε, ως όφειλε, το περιεχόμενο των σπουδών της ως άνω υπαλλήλου (σχετ. 87/85/1994 Απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, Β΄ 259, εγκριτική του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Ποιμαντικής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., η οποία αντικατάσταθηκε με την ΥΑ 56806/Β7 /2004, Β΄ 1156, όπως η τελευταία τροποποιήθηκε με την ΥΑ 70803/B7/2005, Β΄1375) σε σχέση, τουλάχιστον, με τα αντικείμενα, στα οποία ήταν δυνατόν, κατά τις οργανικές διατάξεις της υπηρεσίας της, να απασχοληθεί, συνακόλουθα δεν αιτιολογεί πού έγκειται η θεματική εγγύτητα του ιδιαίτερου γνωστικού αντικειμένου του Κανονικού Δικαίου και Ποιμαντικής τόσο με τις αρμοδιότητες της υπαλλήλου και την εν γένει λειτουργία του Τμήματος, στο οποίο υπηρετούσε κατά τον κρίσιμο χρόνο, όσο και με τα άλλα Τμήματα του Δήμου ....., στα οποία εν δυνάμει θα μπορούσε, με βάση τον κλάδο στον οποίο ανήκει, να απασχοληθεί. Συνεπώς, η προαναφερθείσα γνωμοδότηση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, ενώ τα όσα προβάλλονται με το έγγραφο επανυποβολής δεν ασκούν ουδεμία κατά νόμο επιρροή, αφού η ελλείπουσα αιτιολογία δεν δύναται τοιουτοτρόπως να αναπληρωθεί. Συνακόλουθα, κατά παραδοχή του προβαλλόμενου από τον Επίτροπο λόγο διαφωνίας, η 4860/21.3.2016 διαπιστωτική πράξη του Δημάρχου ....., κατά το μέρος που με αυτή συνυπολογίστηκε μισθολογικά ο προαναφερόμενος μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών και κατετάγη η φερόμενη ως δικαιούχος του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος στο 9ο Μ.Κ., δυνάμει της 30/2014 γνωμοδότησης του Υπηρεσιακού Συμβουλίου υπαλλήλων Ο.Τ.Α. Νομού ....., δεν είναι νόμιμη. Ως εκ τούτου η ελεγχόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, και, συνεπώς, το 15ΜΠ, οικονομικού έτους 2016, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Δήμου ..... δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/274/2018
ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η αποχή του Δήμου Νέας ..... από τη ρητή καταγγελία της σχέσεως εργασίας, με τις προϋποθέσεις και τους όρους νομιμότητας για την καταγγελία των σχέσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (π.δ. 410/1988, ιδίως άρθρα 46, 54, 55), μετά την αναγνώρισή της ως τέτοιας με την οικεία δικαστική απόφαση, η οποία κατέστη αμετάκλητη -το διατακτικό της οποίας δεν περιείχε καταδίκη του σε υποχρέωση να αποδέχεται εντεύθεν την εργασία της- και η κατάταξη της υπαλλήλου σε συνιστώμενη προσωποπαγή θέση ως προϊόν της αναγνώρισης της σχέσης εργασίας ως ενιαίας, είναι υποστηρίξιμη ως νόμιμη διοικητική ενέργεια κατά την αρχή της χρηστής διοίκησης. Η αντίθετη εκδοχή, ότι δηλαδή το κρίσιμο χρονικό διάστημα δεν πρέπει να συνυπολογιστεί ως ενιαίος χρόνος εργασίας που διανύθηκε στο πλαίσιο της ίδιας έννομης σχέσης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ενέχει την παραδοχή ότι η αρχική σχέση εργασίας λύθηκε, είτε με σιωπηρή καταγγελία από την υπάλληλο (μέσω της σύναψης συμβάσεων εργασίας όχι με το Δήμο αλλά με νομικό του πρόσωπο, με ειδικότητα μουσικού και αντίστοιχα καθήκοντα, προφανώς διαφορετικά από τον κλάδο Διοικητικού στον οποίο προσλήφθηκε, σε συνδυασμό με την αδράνειά της να επιδιώξει την τελεσιδικία της απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ....., πρβλ. ΑΠ 690/2006) είτε με άλλο νόμιμο τρόπο. Η εκδοχή αυτή, ωστόσο, δεν στοιχειοθετείται πλήρως από τα στοιχεία του φακέλου, ενόψει της εν τέλει σύγκλισης της βούλησης των μερών, Δήμου και εργαζομένης, όπως εκδηλώθηκε οψίμως, να λάβει συνέχεια η σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που αναγνωρίστηκε δικαστικά, σε συμμόρφωση προς την προηγηθείσα αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/169/2018
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, κρίνεται ότι η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης καθ’ υπέρβαση των ωρών του υποχρεωτικού ωραρίου από τους φερόμενους ως δικαιούχους υπαλλήλους, κατά τους μήνες Μάρτιο έως Ιούνιο του έτους 2017, δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Αναπληρωτή Επίτροπο με τον πρώτο λόγο διαφωνίας. Τούτο, καθόσον η 20909/906/7.2.2017 απόφαση του Περιφερειάρχη .., περί καθιέρωσης υπερωριακής απασχόλησης (με την οποία αναφέρονται γενικά και επιγραμματικά ως ανάγκες καθιέρωσης απασχόλησης υπερωριακής εργασίας οι συσσωρευμένες υπηρεσιακές υποχρεώσεις και εκκρεμότητες όλων των τμημάτων της Υπηρεσίας, λόγω έλλειψης του απαιτούμενου προσωπικού, καθώς και η πραγματοποίηση των κατά νόμο προβλεπόμενων ελέγχων στις σχολές οδηγών, ΚΕΘΕΥΟ και ΠΕΙ), δεν διαλαμβάνει την απαιτούμενη κατά τα προεκτεθέντα πλήρη και ειδική αιτιολογία με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή όλως απρόβλεπτων υπηρεσιακών αναγκών) που απαιτούν άμεση και δραστική διευθέτηση και συνεπάγονται τη δημιουργία πρόσθετων κατά ποσότητα καθηκόντων για το προσωπικό, τα οποία δεν μπορούν να εκτελεστούν εντός του τακτικού ωραρίου εργασίας αυτού, με αποτέλεσμα να δικαιολογείται η ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης του κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. Άλλωστε, η απαιτούμενη ειδική και πλήρης αιτιολογία, που ελλείπει από την ως άνω απόφαση, δεν μπορεί να αναπληρωθεί από την εκ των υστέρων παράθεση των καθηκόντων, που εκτέλεσαν οι φερόμενοι ως δικαιούχοι υπάλληλοι, στο ημερολόγιο υπερωριών, που αφορά τον καθένα τους, ενώ σε κάθε περίπτωση τα περισσότερα από τα καθήκοντα αυτά δεν αποτελούν εργασίες επειγουσών και έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, όπως προβάλλεται με το έγγραφο επανυποβολής του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, αλλά ανάγονται στα πάγια και συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων της Διεύθυνσής τους, τα οποία αυτοί οφείλουν να φέρουν σε πέρας εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας τους, εκτελώντας τις σχετικές εργασίες με τον απαιτούμενο εκ των προτέρων προγραμματισμό για την εξυπηρέτηση της υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Οργανισμό της Περιφέρειας .. (σκέψη IV). (...)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη σύμφωνα με το πρώτο λόγο διαφωνίας, όμως το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής μπορεί να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/8/2018
Καταβολή αναδρομικών επιδομάτων θέσεως ευθύνης:..Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην υπό στοιχ. ΙΙ. νομική σκέψη, η καταβολή του επίμαχου επιδόματος θέσης ευθύνης στην φερόμενη ως δικαιούχο του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος είναι μη νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τη διαφωνούσα Επίτροπο. Και τούτο, διότι της άσκησης των εν λόγω καθηκόντων δεν προηγήθηκε η έκδοση απόφασης, περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Τμήματος Παιδικής Φροντίδας και Παιδείας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Πολιτικής Πολιτιστικής Ανάπτυξης Παιδείας του ως άνω νομικού προσώπου. Τέτοια απόφαση δεν συνιστά η, επικαλούμενη από τη φερόμενη ως δικαιούχο, 62/1442/04.10.2013 απόφαση περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης Διεύθυνσης του Βρεφονηπιακού και των Παιδικών Σταθμών του νομικού προσώπου, η οποία αφενός μεν εκδόθηκε πριν από τη δημοσίευση της, ισχύουσας από 25.04.2014, έγκρισης του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας, αφετέρου δε αφορά σε θέση Προϊσταμένης Διεύθυνσης, η οποία δεν υφίσταται στον, ισχύοντα κατά τον κρίσιμο χρόνο, Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας, ούσα, σε κάθε περίπτωση, διάφορη της θέσης που αφορά το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα. Περαιτέρω, η προαναφερθείσα 56/2018/18.11.2016 απόφαση του Προέδρου του νομικού προσώπου, περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης, αφορά τον ορισμό αυτής από 18.11.2016, μη έχουσα αναδρομική ισχύ. Εξάλλου, τα προβαλλόμενα με το έγγραφο «αντιρρήσεων-προσφυγής-αίτησης» της φερόμενης ως δικαιούχου, σύμφωνα με το οποίο για τη νόμιμη καταβολή του επίμαχου επιδόματος αρκεί η εκ μέρους της πραγματική άσκηση των καθηκόντων της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης του παραπάνω Τμήματος, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η παράλειψη έκδοσης της απόφασης του ανωτέρω οργάνου, περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης, παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της νομιμότητας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, είναι απορριπτέα, καθόσον το μεν επίδομα θέσης ευθύνης καταβάλλεται νομίμως σε εκείνον που ασκεί εν τοις πράγμασι καθήκοντα προϊσταμένου, εφόσον, όμως, έχοντας τα νόμιμα προς τούτο προσόντα, ορίζεται προηγουμένως για το σκοπό αυτό με απόφαση του αρμόδιου οργάνου, η δε επίκληση των ανωτέρω αρχών δεν δύναται να καταστήσει νόμιμη την άσκηση από δημόσιο υπάλληλο καθηκόντων αναπλήρωσης Προϊσταμένου οργανικής μονάδας, χωρίς προηγούμενη απόφαση του αρμόδιου οργάνου που να τον διορίζει ως αναπληρωτή.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/107/2019
Καταβολή αποδοχών:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγούμενες σκέψεις, το διάστημα από 23.6.1993 έως 14.3.1995 κατά το οποίο ο προαναφερόμενος υπάλληλος απασχολήθηκε ως σερβιτόρος, δεν μπορεί να αναγνωριστεί για τη μισθολογική του εξέλιξη στην κατηγορία εκπαίδευσης όπου ήδη υπηρετεί, διότι παρασχέθηκε χωρίς τίτλο σπουδών της ΠΕ κατηγορίας. Επιπροσθέτως δε διότι παρασχέθηκε σε αντικείμενο και θέση απασχόλησης που δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε συνάφεια ή σχέση με τα καθήκοντα του ίδιου υπαλλήλου που εμπίπτουν σε αρμοδιότητες οικονομικής υπηρεσίας. Ακόμα, το διάστημα από 15.3.1995 έως 9.10.1995 δεν μπορεί να συνυπολογιστεί για τη μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, διότι και κατά τον χρόνο αυτό δεν είχε αποκτήσει τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο ανωτέρω χρόνος δεν προσμετρήθηκε ούτε ως εμπειρία, σύμφωνα με την 2272/2005 απόφαση ΑΣΕΠ, κατά τη διαδικασία διορισμού του. Εξάλλου, το προαναφερόμενο διάστημα από 15.3.1995 έως 9.10.1995 και έως 17.6.1998 κατά το οποίο συνολικά ο ανωτέρω υπηρέτησε με την ιδιότητα του βοηθού λογιστή σε δημοτική επιχείρηση, δεν μπορεί να προσμετρηθεί για τη μισθολογική του εξέλιξη, διότι οι ειδικότητες βοηθού λογιστή και λογιστή διαφέρουν, τα αντίστοιχα καθήκοντα διαφοροποιούνται, η δε θέση του βοηθού λογιστή είναι κατώτερη του λογιστή και από την άποψη των προβλεπόμενων, στις μνημονευόμενες στην προηγούμενη σκέψη συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αμοιβών και από την άποψη της ευθύνης που συνεπάγεται η σχετική απασχόληση. Το γεγονός ότι ο ανωτέρω ήταν πτυχιούχος ΑΕΙ από το έτος 1995 και είχε τον απαιτούμενο για την κατηγορία πανεπιστημιακής εκπαίδευσης τίτλο σπουδών δεν επιδρά εξομοιωτικά, διότι η προσμέτρηση προϋπηρεσίας για τη μισθολογική κατάταξη προϋποθέτει κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 2 ανωτέρω τη συνδρομή σωρευτικά των προϋποθέσεων να υφίσταται ο απαιτούμενος τίτλος σπουδών και αντιστοιχία μεταξύ των ασκούμενων καθηκόντων, του επιπέδου ευθύνης της θέσης εργασίας και του αντικειμένου εργασίας. Άλλωστε, όπως συνάγεται και από τα αναγραφόμενα στην αναγγελία πρόσληψης, η απασχόληση σε θέση βοηθού λογιστή (ακόμα δε και αυτή του λογιστή στη συνέχεια) δεν συναρτήθηκε, ως προς τα τυπικά προσόντα, με τον τίτλο σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης που απέκτησε ο ανωτέρω υπάλληλος, ενώ δεν γίνεται επίκληση οποιουδήποτε εσωτερικού κανονισμού εργασίας από τον οποίο προκύπτουν οι θέσεις που είχαν συσταθεί, μεταξύ των οποίων και θέση «βοηθού λογιστή» και οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που ασκούσε ο υπηρετών στη συγκεκριμένη θέση στην τότε «Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης … (..)» ούτε άλλα στοιχεία από τα οποία προκύπτουν τα καθήκοντα που πράγματι άσκησε ο φερόμενος ως δικαιούχος, τέτοια δε στοιχεία δεν υποβλήθηκαν προς εκτίμηση ούτε ενώπιον του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου προκειμένου να αξιολογηθούν ουσιαστικά. Εξάλλου, ούτε το γεγονός ότι ο ανωτέρω είχε την άδεια άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 3, η άδεια αυτή, προβλεπόταν μεν κατά το παρελθόν ως προϋπόθεση άσκησης των οικείων δραστηριοτήτων κατ’ επάγγελμα, ωστόσο δεν προσέδιδε την ιδιότητα του λογιστή σε όσους, παρά ταύτα, όπως ο φερόμενος ως δικαιούχος του χρηματικού εντάλματος, απασχολήθηκαν σε θέση βοηθού λογιστή. Επομένως, ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας κατά τον οποίο μη νομίμως στο χρόνο προϋπηρεσίας που αναγνωρίστηκε για τη μισθολογική εξέλιξη του ανωτέρω υπαλλήλου συνυπολογίστηκε το διάστημα από 23.6.1993 ως 17.6.1998, είναι βάσιμος, είχε δε ως συνέπεια να επανακαταταχθεί εσφαλμένως στο 12ο μισθολογικό κλιμάκιο της ΠΕ κατηγορίας και η εντελλόμενη δαπάνη για το λόγο αυτό είναι εν μέρει μη νόμιμη, τυγχάνουν δε απορριπτέοι οι αντίθετοι ισχυρισμοί του φερόμενου ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος υπαλλήλου που προβάλλονται με το από 11.10.2018 έγγραφο υπόμνημά του. Εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 44 του ν. 4569/2018 αναφέρεται σε μετατασσόμενους υπαλλήλους, περίπτωση που δεν είναι κρίσιμη εν προκειμένω.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/40/2019
Αποζημίωση για υπερωριακή απασχόληση...:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης από τους φερόμενους ως δικαιούχους υπαλλήλους του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου …, κατά τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2017, είναι μη νόμιμη. Και τούτο διότι η ληφθείσα, κατά την 1η/26.1.2017 τακτική συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου …, απόφαση, όπως αυτή τροποποιήθηκε, δεν διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών), που να δικαιολογούν την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. Η ως άνω δε ελλείπουσα αιτιολογία δεν καλύπτεται ούτε από τη σχετικώς εκδοθείσα (903/29.11.2017) απόφαση του Διοικητή του Νοσοκομείου, για τη συγκρότηση συνεργείου υπερωριακής απασχόλησης. Ωστόσο, το Κλιμάκιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι το Νοσοκομείο λειτουργεί σε 24ωρη βάση καλύπτοντας ανάγκες υγείας των πολιτών, καθώς και ότι δεν αμφισβητείται η πραγματοποίηση της υπερωριακής απασχόλησης από τους φερόμενους ως δικαιούχους υπαλλήλους, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων, αλλά διέλαβαν ότι οι προαναφερόμενες αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου κάλυπταν την απαιτούμενη εκ του νόμου αιτιολογία περί καθιέρωσης της υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων του. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη, ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τον προϋπολογισμό του οποίου βαρύνει.
ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)84/2017
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στη σκέψη 2, κρίνεται ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος ..., δεν δικαιούται επίδομα διαχειριστικών λαθών, δεδομένου ότι αυτό δεν προβλέπεται από τον ν. 4024/2011, με βάση τον οποίο πρέπει να προσδιορίζονται οι αποδοχές του από 1.1.2013, κατ’ εφαρμογή της περίπτωσης 12 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν αυτός και υπό την ισχύ της από 28.5.2009 Κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις Δ.Ε.Υ.Α. όλης της Χώρας (βλ. σκέψη 1), θα εδικαιούτο ή όχι το συγκεκριμένο επίδομα, το οποίο προσδιοριζόταν σε ποσοστό 10% επί του βασικού μισθού βάσει του άρθρου 5 της ανωτέρω Συλλογικής Σύμβασης, ενόψει του γεγονότος ότι δεν είναι ταμίας, όπως τούτο ρητώς απαιτείται από την ανωτέρω ρύθμιση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από το προσωρινό δεδικασμένο της εκτεθείσας στη σκέψη 4.Β. 649/ΑΦ/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ..., δεδομένου ότι, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 3, αυτό δεν καταλαμβάνει το ασφαλιζόμενο ουσιαστικό δικαίωμα, ήτοι το δικαίωμα των υπαλλήλων της Δ.Ε.Υ.Α.Β. να προσδιορίζουν τις αποδοχές τους με βάση το κανονιστικό πλαίσιο (συλλογικές συμβάσεις σε συνδυασμό με τα τεθέντα με το άρθρο 31 του ν. 4024/2011 όρια αποδοχών) που ίσχυε πριν την υπαγωγή τους στο ν. 4024/2011, με την περίπτωση 12 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 λόγω αντισυνταγματικότητας της περίπτωσης αυτής, αλλά μόνο το δικονομικής φύσης διαπλαστικό δικαίωμα τους να λάβουν, αφού πιθανολογήθηκε το ουσιαστικό δικαίωμά τους και ο κίνδυνος βιοπορισμού τους από την κατάργησή του, ασφαλιστικό μέτρο και, συγκεκριμένα, την καταβολή των αποδοχών τους ως αυτές είχαν διαμορφωθεί κατά τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2012. Κατά τον μήνα αυτό, στις αποδοχές του φερόμενου ως δικαιούχου του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος ... δεν περιλαμβανόταν και το επίδομα διαχειριστικών λαθών, για το οποίο, αφού επιδιώκεται να χορηγηθεί το πρώτον τον Οκτώβριο του έτους 2015, οφείλει να ελεγχθεί η νόμιμη ή μη χορήγησή του με βάση τον ν. 4024/2011. Τέλος, αν και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα αφορά την καταβολή του επιδόματος διαχειριστικών λαθών μηνός Οκτωβρίου του έτους 2015, σημειώνεται ότι το Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α.Β., με την 141/26.9.2014 απόφασή του, με την οποία χορήγησε το προμνησθέν επίδομα στον ..., εσφαλμένως θεώρησε ότι ο ανωτέρω υπάλληλος μπορεί να το λαμβάνει μέχρι την έκδοση, στις 12.8.2016, της 145/ΑΦ/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ..., με την οποία κρίθηκε ότι δεν συντρέχει λόγος να αποτρέψει την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4354/2015 (βλ. σκέψη 4.Γ.), δεδομένου ότι ο νόμος αυτός ισχύει από 1.1.2016 και στις διατάξεις του δεν προβλέπεται χορήγηση επιδόματος διαχειριστικών λαθών.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/111/2018
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ:.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι η προαναφερόμενη 255042/20.12.2016 απόφαση του Περιφερειάρχη ..περί καθιέρωσης υπερωριακής απασχόλησης, όπως αυτή συμπληρώνεται από την αντίστοιχη 49058/08.03.20167 απόφαση συγκρότησης συνεργείων, δεν διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία, με αναφορά σε συγκεκριμένα και σαφή πραγματικά στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή όλως απρόβλεπτων υπηρεσιακών αναγκών), που να οφείλονται σε απολύτως εξαιρετικά αίτια που να απαιτούν άμεση και δραστική διευθέτηση και, συνεπώς, να δικαιολογούν την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων του οικείου Τμήματος κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, με συνέπεια οι επικαλούμενες ανάγκες να μην εμπίπτουν στις προεκτεθείσες οριζόμενες από το νόμο προϋποθέσεις για την παροχή υπερωριακής εργασίας. Τέλος, η απαιτούμενη ειδική και πλήρης αιτιολογία, που ελλείπει από τις ως άνω αποφάσεις, δεν μπορεί να αναπληρωθεί από την, εκ των υστέρων, παράθεση λόγων που επέβαλαν την πραγματοποίηση των υπερωριών στο έγγραφο επανυποβολής για θεώρηση από τον φορέα των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής (Ε.Σ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 191, 47/2016, 350/2015, 73/2014), διότι οι ειδικές περιστάσεις που επιβάλλουν την ενεργοποίηση της υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων των Ο.Τ.Α. απαιτείται να αναγράφονται στην απόφαση περί καθιέρωσης της υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων, σε αντιστοίχιση προς τις ώρες που πράγματι θα απαιτηθούν για τη διεκπεραίωσή τους, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο προγραμματισμός της λειτουργίας των υπηρεσιών υπό όρους διαφάνειας, τόσο για την προστασία των υπαλλήλων από τυχόν υπερβάσεις στο ωράριο εργασίας τους, όσο και για την τήρηση των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης κατά τη διάθεση των πρόσθετων δημοσίων πόρων που συνεπάγεται η απασχόληση του προσωπικού πέραν του τακτικού του ωραρίου. Συνεπώς, η παράθεση για πρώτη φορά ειδικής αιτιολογίας για την πραγματοποίηση των υπερωριών σε έγγραφα που εκδίδονται μετά από την πραγματοποίησή τους, όπως εν προκειμένω η 255689/30.11.2017 απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη .., περί έγκρισης της παρασχεθείσας από τους φερόμενους ως δικαιούχους του χρηματικού εντάλματος υπερωριακής απασχόλησης, δεν ευρίσκει έρεισμα στον νόμο και ανατρέπει το σκοπό των εφαρμοστέων διατάξεων που είναι ο, εκ των προτέρων, προγραμματισμός της λειτουργίας των οικείων υπηρεσιών με την ενεργοποίηση του μηχανισμού των υπερωριών (Ε.Σ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 191, 47/2016, 350/2015). Ως εκ τούτου, η εντελλόμενη, με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα, δαπάνη είναι μη νόμιμη, όπως βασίμως προβάλλεται από τον αναπληρωτή Επίτροπο.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη, με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής, δαπάνη είναι μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/200/2019
Καταβολή αποζημίωσης υπερωριακής απασχόλησης...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, κρίνεται ότι η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης από τον φερόμενο ως δικαιούχο υπάλληλο, κατά το μήνα Σεπτέμβριο 2018, δεν είναι νόμιμη, διότι η προαναφερθείσα απόφαση καθιέρωσης υπερωριακής απασχόλησης των μόνιμων και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου διοικητικών του υπαλλήλων δεν διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών), που να δικαιολογούν την καθιέρωση της υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων αυτών, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. Αντίθετα, κρίνεται ότι στην ως άνω απόφαση, καθώς και στις αποφάσεις συγκρότησης συνεργείων και τις βεβαιώσεις πραγματοποίησης υπερωριακής εργασίας, περιγράφονται συνήθη καθήκοντα του διοικητικού προσωπικού του νοσοκομείου, χωρίς να στοιχειοθετείται για ποιο λόγο δεν ήταν δυνατός ο χρονικός προγραμματισμός και η εκτέλεση των σχετικών εργασιών από τους υπηρετούντες διοικητικούς υπαλλήλους στο πλαίσιο του υποχρεωτικού ωραρίου τους. Ωστόσο, αβασίμως προβάλλεται από την Αναπληρώτρια Επίτροπο ότι η απόφαση της Διοικητού του Νοσοκομείου για τη συγκρότηση συνεργείου υπερωριακής απασχόλησης, κατά τον κρίσιμο μήνα (Σεπτέμβριος 2018), αναρτήθηκε στο πρόγραμμα «Διαύγεια» σε χρόνο μεταγενέστερο εκείνου της πραγματοποίησης των υπερωριών, δοθέντος ότι, όπως προαναφέρθηκε, η απόφαση αυτή αναρτήθηκε στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ» στις 31.8.2018. Ως εκ τούτου, αβασίμως η Αναπληρώτρια Επίτροπος έκρινε ότι η υπερωριακή εργασία παρασχέθηκε από προσωπικό που δεν είχε νομίμως οριστεί προς τούτο, και ότι, για το λόγο αυτό, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Περαιτέρω, το Κλιμάκιο, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι το Νοσοκομείο λειτουργεί σε 24ωρη βάση, καλύπτοντας ανάγκες υγείας των πολιτών, και ότι δεν αμφισβητείται η πραγματοποίηση της υπερωριακής απασχόλησης, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων, αλλά επειδή πίστεψαν, συγγνωστώς, ότι η παροχή της εν λόγω εργασίας ήταν νόμιμη.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνη είναι μη νόμιμη, ωστόσο, αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν λόγω συγγνωστής πλάνης, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνουν.