1109881/740/0015/ΠΟΛ.1137/2007
Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ
Τρόπος εμφάνισης των αμοιβών των συμβολαιογράφων στις εκδιδόμενες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών (Α.Π.Υ), στα τηρούμενα βιβλία τους δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. και στις συγκεντρωτικές καταστάσεις
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΠΟΛ 1137/2007
Τρόπος εμφάνισης των αμοιβών των συμβολαιογράφων στις εκδιδόμενες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών (Α.Π.Υ), στα τηρούμενα βιβλία τους δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. και στις συγκεντρωτικές καταστάσεις.
ΝΣΚ/52/2017
Δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου - Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης – Έγκριση - Ηλεκτρονική πράξη της Διοίκησης - Έλλειψη νόμιμου συστατικού τύπου - Θεραπεία εκ των υστέρων - Προηγούμενη συμπεριφορά της Διοίκησης - Παραβίαση αρχών χρηστής διοίκησης, προστατευόμενης εμπιστοσύνης - ασφάλειας δικαίου. α) Η αναφερόμενη στο ιστορικό έγκριση για τη δανειοδότηση συγκεκριμένων δανειοληπτών φυσικών ή νομικών προσώπων, εκ των περιλαμβανομένων στις συγκεντρωτικές καταστάσεις που τα πιστωτικά ιδρύματα ηλεκτρονικά διαβίβαζαν στην άνω Διεύθυνση του Γ.Λ.Κ. και συνακόλουθα για την εκταμίευση του δανείου, δεν έγινε νομοτύπως, με αποτέλεσμα τη μη πλήρωση του όρου υπό τον οποίο τελούσε η ισχύς της εγγύησης του Δημοσίου, η οποία θεωρείται ως μηδέποτε παρασχεθείσα όσον αφορά τις αντίστοιχες δανειακές συμβάσεις.(πλειοψ.) β) Η μεταγενέστερη επίκληση από το Ελληνικό Δημόσιο της έλλειψης της εγγυητικής ευθύνης του σε δάνεια που χορηγήθηκαν στα πλαίσια της 2/73821/0025/14-12-2007 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και εγκρίθηκαν μη νομότυπα από τη Διοίκηση, αντίκειται στις αρχές της χρηστής διοίκησης, της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου, και συνεπώς ευθύνεται το Ελληνικό Δημόσιο, λόγω της εγγύησης, στην καταβολή των οφειλόμενων δανείων. (πλειοψ.) Παραπέμφθηκε στην Πλήρη Ολομέλεια με την 221/2016 γνωμ. της Β΄ Ολομέλειας Διακοπών (στην τελευταία παραπέμφθηκε με την 90/2016 γνωμ. του Α΄ Τμήματος)
ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.7/99/2017
Καταβολή αποζημίωσης στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) της εν λόγω δημοτικής κοινωφελούς επιχείρησης, (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, δεδομένου ότι για τον καθορισμό της αποζημίωσης του Προέδρου του Δ.Σ. της ...... δεν ελήφθη υπόψη η οικονομική κατάσταση της τελευταίας κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο, αφού οι σχετικές οικονομικές καταστάσεις δεν είχαν εγκαίρως καταρτισθεί και εγκριθεί αρμοδίως, ήτοι πριν την έκδοση της 184/29.10.2015 εγκριτικής απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου ......, μη αρκούσης της προαναφερόμενης και περιλαμβανόμενης στην οικεία απόφαση γενικής αναφοράς ότι για τον καθορισμό της επίμαχης αποζημίωσης ελήφθη υπόψη, πλην άλλων, και η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης.(...)Περαιτέρω, ωστόσο, ορθώς προβάλλεται από την Επίτροπο ότι δεν έγινε παρακράτηση φόρου επί της οφειλόμενης αποζημίωσης σε ποσοστό 20%, όπως απαιτείται κατά τη διάταξη του άρθρου 60 παρ. 5 του ν. 4172/2013. Ο δε προβαλλόμενος από την ...... ισχυρισμός ότι η αμοιβή του Προέδρου του Δ.Σ. δεν υπόκειται σε παρακράτηση φόρου, λόγω χαμηλότερης εισοδηματικής κλίμακας, κατ' επίκληση της Εγκυκλίου - ΠΟΛ 1120/25.4.2014 «Φορολογική μεταχείριση των αμοιβών που καταβάλλονται για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές και παρόμοιες υπηρεσίες» του Υπουργείου Οικονομικών είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η ως άνω Εγκύκλιος αφορά σε διαφορετικά του κρινόμενου ζητήματα, ήτοι στην ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 62 και 64 του ν. 4172/2013 [βλ. την ορθή εν προκειμένω Εγκύκλιο - ΠΟΛ 1072/31.3.2015 του Υπουργείου Οικονομικών με τίτλο «Οδηγίες περί της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 60 του ν. 4172/2013 αναφορικά με την παρακράτηση φόρου στο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις», στο σημείο ΙΙΙ της οποίας αναφέρεται ότι: «1. Στις καθαρές αμοιβές για υπερωριακή εργασία, επιχορηγήσεις, επιδόματα, καθώς και στις κάθε άλλου είδους, πρόσθετες αμοιβές ή εφάπαξ παροχές, οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, ο παρακρατούμενος φόρος υπολογίζεται με συντελεστή 20% στο καταβαλλόμενο ποσό των ανωτέρω αμοιβών, σύμφωνα με όσα ορίζονται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 60 του ν. 4172/2013 (...)»] και, σε κάθε περίπτωση, ως αναπόδεικτος, δεδομένου ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει το φορολογητέο εισόδημα του φερόμενου ως δικαιούχου Προέδρου του Δ.Σ. της δημοτικής κοινωφελούς επιχείρησης, προκειμένου να διαπιστωθεί η επικαλούμενη από την ...... εισοδηματική κλίμακα, στην οποία αυτός, κατά τους ισχυρισμούς της, εμπίπτει και βάσει της οποίας φορολογείται. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής της ......, ποσού 528,12 ευρώ, δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν.Τμ.6/1209/2013
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ:..η αιτούσα επιδιώκει την ανάκληση της 498/2012 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη V, ότι η αιτούσα δεν έχει αιτιολογήσει ότι εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον με την κατακύρωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού στη μειοδότρια εταιρεία, δεδομένου ότι, ενόψει της μείωσης των κατώτατων αμοιβών, έχει τη δυνατότητα είτε να προχωρήσει σε αντίστοιχη μείωση της τιμής κατακύρωσης κατόπιν διαπραγμάτευσης με τη μειοδότρια εταιρεία είτε σε ματαίωση του διαγωνισμού, κατ’ επίκληση λόγων δημοσίου συμφέροντος, ένεκα της ιδιαίτερα σημαντικής και ήδη επελθούσας, και όχι μελλοντικής και αβέβαιης όπως αβασίμως με την παρέμβαση προβάλλεται, μείωσης της δαπάνης της σύμβασης ..Πλήρη δε αιτιολόγηση της απόφασης της αιτούσας για μη ματαίωση και κατακύρωση του διαγωνισμού δεν συνιστούν ούτε η επίκληση της μείωσης της τιμής κατακύρωσης της σύμβασης κατά 40.54%, αφού συνομολογήθηκε λόγω αντίστοιχης μείωσης του αντικειμένου της, ούτε η επίκληση των αυξημένων ή παρόμοιων τιμών ανά εργατοώρα, που επιτεύχθηκαν σε όμοιες συμβάσεις που αφορούν είτε στο ίδιο είτε σε άλλα στρατιωτικά νοσοκομεία, καθώς δεν αποδεικνύεται ότι αυτές έχουν υπολογιστεί επί τη βάσει των ως άνω μειωμένων κατώτατων αμοιβών του οικείου προσωπικού, ούτε η επίκληση της ενδεχόμενης εμφάνισης νοσοκομειακών λοιμώξεων, καθώς το επικαλούμενο δημόσιο συμφέρον της αδιάλειπτης παροχής των επίμαχων υπηρεσιών καθαριότητας εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας και όχι με την παραβίαση αυτής διά της μη νόμιμης κατακύρωσης του διαγωνισμού.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση και η παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να προβεί σε διαπραγμάτευση της τιμής κατακύρωσης με τη μειοδότρια εταιρεία με αντικείμενο την προσαρμογή της οικονομικής της προσφοράς και ειδικά του εργατικού της κόστους στις δια της ΠΥΣ 6/28.2.2012 και ήδη δια της υποπαρ. ΙΑ.11 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 μειώσεις των κατώτατων αμοιβών του προσωπικού καθαριότητας. Σε περίπτωση που η μειοδότρια συναινέσει στη σχετική προσαρμογή, η αιτούσα δύναται να εκδώσει νέα κατακυρωτική του διαγωνισμού απόφαση με τη νέα αντιστοίχως μειωμένη τιμή και, αφού εκδώσει απόφαση ανάληψης της σχετικής υποχρέωσης (βλ. σκέψη ΙV), να συντάξει νέο σχετικό σχέδιο σύμβασης, το οποίο να αποστείλει στο Ζ΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου για προσυμβατικό έλεγχο. Σε περίπτωση δε που η μειοδότρια εταιρεία είτε δεν συναινέσει στη σχετική προσαρμογή είτε συναινέσει σε βαθμό μη συμφέροντα για την αιτούσα, να προβεί η τελευταία στη ματαίωση του διαγωνισμού..Δεν ανακαλεί την 498/2012 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΔΕΦΑΘ 827/2016
Κατάρτιση ανέργων στον κατασκευαστικό κλάδο...Με βάση τον έλεγχο αυτό στα δηλούμενα στοιχεία από την ανάδοχο, την εξέταση των τηρούμενων φακέλων παρακολούθησης του προγράμματος και την εξέταση εμπρόθεσμης ή μη εκπλήρωσης των οικονομικών υποχρεώσεων (βλ. Σχετ. Έκθεση ελέγχου που προαναφέρεται), που νόμιμα έγινε με βάση τα υποβληθέντα στοιχεία χωρίς να είναι αναγκαίο να γίνει επιτόπιος ή άλλος έλεγχος, όπως αβάσιμα υποστηρίζεται, προέκυψαν συγκεκριμένες παρατυπίες ως προς την υποβολή πινάκων καταβολής αμοιβών εκπαιδευτών και επόπτη πρακτικής, καταβολής αμοιβών επιχειρήσεων πρακτικής, καταβολής δαπανών κλπ, υποβολή πινάκων πρόσληψης εκπαιδευόμενων χωρίς πλήρη στοιχεία και υπογραφές, μη προσκόμιση νόμιμων παραστατικών για πληρωμές (τραπεζικά κλπ. στοιχεία), μη προσκόμιση ΑΠΔ για απασχόληση καταρτιζόμενων στις επιχειρήσεις πρακτικής του υποέργου και καθυστέρηση στην καταβολή των εκπαιδευτικών επιδομάτων κατά 8 μήνες ή 7 μήνες ή 13 και 14 μήνες ανάλογα με το πρόγραμμα, όπως αναλυτικά περιγράφονται στην 6η σκέψη) . Η πλημμελής αυτή τήρηση των υποχρεωτικά τηρητέων και παραδοτέων στην αναθέτουσα αρχή στοιχείων οδηγεί, ενόψει του είδους των παρατυπιών και της συχνότητας εμφάνισης τους (σε πολλά και διαφορετικά επί μέρους πεδία των παραδοτέων εντύπων του ένδικου υποέργου) σε αδυναμία παρακολούθησης της ορθής υλοποίησης του ενδικου έργου και τελικά σε αδυναμία πιστοποίησης του, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης. Ειδικά η απασχόληση και ασφάλιση του 25 % των καταρτισθέντων ανέργων στις συνεργαζόμενες επιχειρήσεις πρακτικής και η καταβολή των αμοιβών των εκπαιδευτών που απασχολήθηκαν στο υποέργο, καθώς και η καταβολή των αμοιβών των επιχειρήσεων πρακτικής άσκησης και των σχετικών δαπανών πρώτων υλών κλπ. αποτελούν, στο πλαίσιο της ένδικης ανάθεσης, σημαντικές υποχρεώσεις της αναδόχου, η τήρηση των οποίων, καθώς και η απόδειξη της τήρησης αυτης με νόμιμα παραστατικά, αποτελεί βασική υποχρέωση της τελευταίας. Την μη έγκαιρη πληρωμή των εκπαιδευτικών επιδομάτων τη δέχεται η προσφεύγουσα στο δικόγραφο της προσφυγής της (βλ. σελ.20 επ.), προσπαθεί δε απλά να τη δικαιολογήσει επικαλούμενη καθυστερήσεις στις πληρωμές της από το Δημόσιο (που πάντως προβάλλονται αόριστα αλλά δεν αποδεικνύονται) . Ομως ανεξάρτητα από τυχόν καθυστέρηση της καταβολής στην ανάδοχο των δόσεων της χρηματοδότησης, η καθυστέρηση στην καταβολή από την προσφεύγουσα των εκπαιδευτικών επιδομάτων διαπιστώθηκε μετά την καταβολή σε αυτήν της β δόσης χρηματοδότησης και υπολογίσθηκε με βάση την καταβολή αυτή, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 5.3.2 της σύμβασης (δηλαδή σύμφωνα με τη συμβατική υποχρέωση για καταβολή τους εντός δύο μηνών από τη λήξη του εκπαιδευτικού μέρους κάθε προγράμματος κατάρτισης και πάντως μετά την καταβολή της β δόσης). Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε με την τήρηση νόμιμων παραστατικών στοιχείων η απασχόληση του 25% των ανέργων σε συνεργαζόμενες επιχειρήσεις πρακτικής, και μάλιστα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, με την προβλεπόμενη αμοιβή και ασφαλιστική και φορολογική τακτοποίηση, σύμφωνα με τη συμβατική της υποχρέωση, γεγονότα που έπρεπε να προκύπτουν από συγκεκριμένα στοιχεία των φακέλων παρακολούθησης του έργου (προγράμματος κατάρτισης) και δεν υπήρχε υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής να τα ζητήσει εκ των υστέρων, ενώ προφανώς δεν υπήρχαν αφού δεν προσκομίσθηκαν ούτε και με την υποβολή των αντιρρήσεων.. Όμως, πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και σήμερα δεν προκύπτει, με βάση αποσπασματικά στοιχεία που προσκομίζονται, κατά τα προαναφερόμενα, στο δικαστήριο, η πλήρης και πιστή τήρηση των προβλέψεων της ένδικης σύμβασης. Αυτό γιατί ούτε η κατάσταση ονομάτων που ενσωματώνει στην προσφυγή της η προσφεύγουσα αποτελεί απόδειξη πραγματοποίησης πρακτικής άσκησης συγκεκριμένων ατόμων, ούτε όμως μεμονωμένα αντίγραφα ΑΠΔ, που αναφέρονται σε απασχόληση συγκεκριμένων προσώπων σε συγκεκριμένη επιχείρηση, αποδεικνύουν ότι πράγματι στα άτομα αυτά, ανεξάρτητα από ενδεχόμενη απασχόληση τους, καταβλήθηκαν οι νόμιμες αμοιβές κλπ. ασφαλιστικές υποχρεώσεις, όπως απαιτείται από τη σύμβαση. Αντίστοιχες διαπιστώσεις και παρατυπίες υπήρξαν στην καταβολή σχετικού προσαυξημένου επιδόματος για άτομα που παραπέμφθηκαν από τον ΟΑΕΔ ως ΕΚΟ, που τελικά, όπως περιγράφεται συγκεκριμένα στο δικόγραφο της προσφυγής, πληρώθηκαν καθυστερημένα κατά τα έτη 2009 και 2010. Οσα προβάλλονται από την προσφεύγουσα για ασάφεια και σύγχυση σχετικά με τα άτομα που δικαιούνταν το εν λόγω προσαυξημένο επίδομα προβάλλονται αόριστα και, πάντως, αναπόδεικτα, ενώ προφανώς δεν είχε η προσφεύγουσα την ευχέρεια να κρίνει ποια άτομα υπάγονται σε κατηγορία ΕΚΟ και ποια όχι. Ενόψει της αντισυμβατικής αυτής συμπεριφοράς της προσφεύγουσας, δηλαδή της πλημμελούς τήρησης των υποχρεώσεων της και των στοιχείων που απαιτούνταν για την πιστοποίηση της καταβολής των αμοιβών των πιο πάνω προσώπων (εκπαιδευτών και επιχειρήσεων πρακτικής), την απασχόληση των ανέργων (και την πληρωμή τους) και μάλιστα στο ύψος ημερομισθίων και χρονική διάρκεια που προβλέπει η σύμβαση, γεγονότα που συνιστούν παραβίαση των άρθρων 5, 6 και 8 της σύμβασης, και δημιουργούν, λόγω της σοβαρότητας τους, αντικειμενική αδυναμία πιστοποίησης της ολοκλήρωσης του ένδικου έργου και αδυναμία παραλαβής του, ορθά και νόμιμα, με βάση τις προβλέψεις της ένδικης σύμβασης έγινε καταγγελία αυτής, κατ` εφαρμογή του άρθρου 10.3.4. α και γ, περαιτέρω δε αποφασίσθηκε η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης και αποφασίσθηκε η ανάκτηση ως αχρεωστήτως καταβληθέντος του ποσού των καταβληθέντων στην ανάδοχο α και β δόσεων χρηματοδότησης, ύψους 587.520 ευρώ. Ολοι οι αντίθετοι ισχυρισμοί που προβάλλονται ως προς τα ζητήματα αυτά από την προσφεύγουσα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, μαζί με τον ισχυρισμό για παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας ή για προσβολή του δικαιώματος στην περιουσία ή για τη δυνατότητα επιβολής ηπιότερων μέτρων. Αυτό γιατί, στην ένδικη σύμβαση, προκειμένου να διασφαλισθεί η ορθή υλοποίηση των προγραμμάτων που είχαν ανατεθεί - και που ήταν σημαντικού οικονομικού αντικειμένου - και, επομένως, η ορθή διαχείριση των εθνικών και κοινοτικών πόρων, προβλέφθηκε διενέργεια ελέγχων σε όλα τα στάδια των υποέργων, τήρηση αυστηρών διαδικασιών παρακολούθησης και ελέγχου από την προετοιμασία εως την ολοκλήρωση τους, που συνεπάγεται και την εξόφληση τους, καθώς και η πλήρης αιτιολόγηση όλων των δαπανών που θεωρούνται ως επιλέξιμες.(...)Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της η κρινόμενη προσφυγή ως αβάσιμη και να καταπέσει το καταβληθέν παράβολο υπέρ του δημοσίου. Περαιτέρω, το Δικαστήριο κρίνει, κατ΄εκτίμηση των περιστάσεων, ότι πρέπει να απαλλαγεί η προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα. (άρθρ. 275 του ΚΔΔ).
Δ.ΕΦ.Π/Α395/2024
ΜΕΛΕΤΕΣ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: οι ενάγοντες επιδιώκουν να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Δήμος να καταβάλλει στον πρώτο από αυτούς το ποσό των 6.011,60 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 1.382,67 ευρώ (19%), ήτοι συνολικά 7.394,27 ευρώ και στον δεύτερο το ποσό των 6.610,50 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 1.520,41 ευρώ (23%), ήτοι συνολικά 8.130,91 ευρώ, ως συμβατική αμοιβή για την εκτέλεση της πρώτης και της δεύτερης ενότητας, αντιστοίχως, της από 7.12.2010 σύμβασης που καταρτίσθηκε με τον Δήμο Ζακυνθίων και είχε ως αντικείμενο την εκπόνηση της μελέτης «Προμελέτη Χωροθέτησης Τουριστικού Αγκυροβολίου Τ.Δ. Βασιλικού»(...)Τα ανωτέρω ποσά οι ενάγοντες ζητούν να τους καταβληθούν με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας του άρθρου 4 του π.δ/τος 166/2003, από την επομένη της ημέρας αυτά κατέστησαν απαιτητά κατά τις διατάξεις του νομοθετήματος αυτού, άλλως από την επομένη της επίδοσης στο εναγόμενη της με αριθ. 7/2016 Διαταγής Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Ζακύνθου, άλλως από την επίδοση της παρούσας αγωγής τους και έως την εξόφληση.(...)Εξάλλου, ο ισχυρισμός του εναγομένου, ότι δεν υποχρεούται στην καταβολή των ένδικων αμοιβών, διότι η επίμαχη μελέτη είχε ενταχθεί και ήταν επιδοτούμενη από το αναπτυξιακό πρόγραμμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης ‘'ΘΗΣΕΑΣ’', πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι ο Δήμος Ζακύνθου, ως καθολικός διάδοχος του ήδη καταργηθέντος Δήμου Ζακυνθίων, με τον οποίο υπογράφηκε η ένδικη σύμβαση και για λογαριασμό του οποίου εκπονήθηκε η οικεία μελέτη, είναι υπόχρεος για την ικανοποίηση των σχετικών αξιώσεων των εναγόντων κατ΄ άρθρο 72 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.Επειδή, περαιτέρω, ως προς την τοκοφορία των ένδικων απαιτήσεων, κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο, από τον συνδυασμό των διατάξεων που εκτέθηκαν στις 5η και 6η σκέψεις της παρούσας, συνάγεται ότι δεν γεννάται υποχρέωση του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης για λογαριασμό του οποίου εκπονήθηκε η ένδικη μελέτη προς καταβολή τόκων υπερημερίας, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται από όλα τα κατά τις κείμενες διατάξεις προβλεπόμενα έγγραφα και στοιχεία, όπως σχετικό τιμολόγιο, βεβαίωση φορολογικής ενημερότητας του αναδόχου, βεβαίωση περί καταβολής των οφειλόμενων από τον ανάδοχο ασφαλιστικών εισφορών κλπ, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται υπαιτιότητα του κυρίου του έργου από τη μη πληρωμή του εν λόγω λογαριασμού για όλο το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη του αναδόχου να υποβάλει τα κατά τα ανωτέρω δικαιολογητικά. Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες, παρότι φέρουν το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν απέδειξαν ότι προσκόμισαν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά (αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας, αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, τιμολόγιο κλπ) που συνιστούν νόμιμη υποχρέωση για την εκκαθάριση και την πληρωμή της απαίτησής του. Ενόψει τούτου, το Δικαστήριο, κατά πλειοψηφία, κρίνει ότι δεν αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος Δήμος κατέστη υπερήμερος από υπαιτιότητά του, με αποτέλεσμα να μην οφείλει τόκους υπερημερίας επί της ένδικης οφειλής καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που διαρκεί η παράλειψη των εναγόντων να υποβάλουν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την πληρωμή της. Κατόπιν τούτου, το αίτημα των εναγόντων για καταβολή των ανωτέρω ποσών νομιμοτόκως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο. ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/91/2021
Προμήθεια κάδων απορριμάτων-συμπληρωματική σύμβαση..ζητείται η ανάκληση της 24/2020 Πράξης της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Υπηρεσία ΟΤΑ IX στον Δήμο .....Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι κατά τα ορθώς κριθέντα με την προσβαλλόμενη Πράξη, στις αιτιολογίες της οποίας αναφέρεται προς αποφυγή περιττών επαναλήψεων, δεν συντρέχουν σωρρευτικά οι προβλεπόμενες από την περ. γ της παρ. 1 του άρθρου 132 του ν.4412/2016 νόμιμες προϋποθέσεις σύναψης της ελεγχόμενης δεύτερης συμπληρωματικής - τροποποιητικής σύμβασης. Και τούτο, διότι δεν προκύπτει η συνδρομή εκείνων των απρόβλεπτων περιστάσεων, οι οποίες επιβάλλουν την αύξηση της ποσότητας των προς προμήθεια κάδων σε σχέση με τα οριζόμενα στην αρχική σύμβαση και την τροποποιητική της, με το ελεγχόμενο σχέδιο σύμβασης, προς ικανοποίηση των αναγκών του προσφεύγοντος Δήμου. Περαιτέρω, το γεγονός ότι όπως κι ο ίδιος ο προσφεύγων αναγνωρίζει, η μη επαρκής γνώση του αδιαθέτου υπολοίπου κάδων σε συνάρτηση με τις πραγματικές ανάγκες οδήγησε στην σύναψη σύμβασης προμήθειας κάδων σε μη επαρκείς ποσότητες και στην - εξαιτίας του γεγονότος αυτού - τροποποίηση αυτής εντός συντόμου χρονικού διαστήματος από τη σύναψή της, δεν ασκεί επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση και δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη σύμφωνα με τις προπαρατιθέμενες διατάξεις τροποποιητική σύμβαση. Ούτε, εξάλλου μπορεί να ληφθεί υπόψη ότι η αρμόδια Διεύθυνση Καθαριότητας και Ανακύκλωσης παρέλειψε να λάβει εγκαίρως τα κατάλληλα εκείνα μέτρα – μέσω συστηματικών ελέγχων και παρακολούθησης – για τον προσδιορισμό των πραγματικών αναγκών σε κάδους απορριμμάτων, ενόψει των επικαλούμενων παλαιότητας, δυσκολίας απολύμανσης, καθώς και καταστροφών αυτών, καθόσον μια επιμελής αναθέτουσα αρχή οφείλει αφενός μεν να παρακολουθεί και να τηρεί στατιστικά στοιχεία του ημερήσιου όγκου και βάρους των αποκομιζόμενων απορριμμάτων, αφετέρου δε να προβαίνει, κατόπιν ενδελεχούς μελέτης των στοιχείων αυτών, στον ορθό προγραμματισμό προμήθειας των απαιτούμενων για την κάλυψη των αναγκών της ειδών. Περαιτέρω, αορίστως και αναποδείκτως προβάλλεται από τον προσφεύγοντα ότι η ελεγχόμενη συμπληρωματική προμήθεια κατέστη αναγκαία αφενός μεν λόγω της κατακόρυφης αύξησης του όγκου των απορριμμάτων, λόγω της λήψεως εκτάκτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο διάδοσης και διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 και ειδικότερα της επιβολής αυστηρών μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας, αφετέρου δε της κατακόρυφης αύξησης των αιτημάτων για αντικατάσταση των παλαιών φθαρμένων ή κατεστραμμένων κάδων απορριμμάτων προς αποφυγή εμφάνισης υγειονομικών κινδύνων. Συναφώς, τα αορίστως και αναποδείκτως προβαλλόμενα περί εναπόθεσης ογκωδών αντικειμένων και μπαζών στους κάδους απορριμμάτων δεν δύνανται να θεωρηθούν απρόβλεπτα γεγονότα, καθόσον και αληθή υποτιθέμενα συνιστούν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας γεγονότα, τα οποία κάθε επιμελής αναθέτουσα αρχή οφείλει να λαμβάνει υπόψη της κατά τον προγραμματισμό των σχετικών προμηθειών. Τέλος, απορριπτέοι τυγχάνουν και οι κατ’ εκτίμηση του δικογράφου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί περί συγγνωστής πλάνης των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου και συνδρομής δημοσίου συμφέροντος για τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, καθόσον υπάρχει από μακρού χρόνου σταθερότητα του νομικού πλαισίου και της νομολογίας ως προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών-τροποποιητικών συμβάσεων, μόνη δε η επίκληση λόγων δημοσίου συμφέροντος δεν αρκεί για να θεωρηθεί συγγνωστή η έλλειψη συνδρομής των προϋποθέσεων σύναψης τους (βλ. Ε.Σ. Τμ. Μείζ. Επταμ. Σύνθ. 581/2019, 1630/2018, 2490/2015, 3998/2013, 3009, 3008/2012, 3053/2011, VI Tμ. 827/2019, 1884, 1333, 842/2018).