Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/193/2018

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3929/2011, 3463/2006

ΠΑΡΟΧΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο πρώτος λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου περί παραγραφής των αξιώσεων του φερόμενου ως δικαιούχου για τις υπηρεσίες που παρείχε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου …, κατά τη δικάσιμο της 5.11.2008, και του Εφετείου .., κατά τη δικάσιμο της 22.2.2010, καθόσον κατά το χρόνο υποβολής, στις 6.4.2017, του από 27.3.2017 πίνακα αμοιβής του προς το Δήμο …, ώστε να εκκαθαριστεί και να ενταλματοποιηθεί η οικεία δαπάνη, δεν είχαν παραγραφεί οι εν λόγω αξιώσεις του που γεννήθηκαν από την συντέλεση της τελευταίας διαδικαστικής πράξης στη συγκεκριμένη δίκη, λαμβανομένης, όπως προαναφέρθηκε, στο σύνολό της, ανεξαρτήτως των βαθμών δικαιοδοσίας από τους οποίους διήλθε η επίδικη διαφορά, και η οποία, εν προκειμένω, είναι η ημερομηνία δημοσίευσης της 333/2016 απόφασης του Εφετείου .., δικάζοντος μετ’ αναίρεση, ήτοι η 17.2.2016. Επομένως, η πενταετής παραγραφή των αξιώσεων του φερόμενου ως δικαιούχου για το σύνολο της αμοιβής του άρχισε από το τέλος του έτους 2016, κατά το οποίο δημοσιεύθηκε η ως άνω απόφαση του Εφετείου .., ως τελευταίας διαδικαστικής πράξης της σχετικής δίκης, και δεν είχε συμπληρωθεί μέχρι την έκδοση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Περαιτέρω, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου περί της οφειλής μίας μόνο αμοιβής για την σύνταξη προτάσεων ενώπιον του Εφετείου κατά την συνεκδίκαση των τριών εφέσεων στις 22.2.2010, καθόσον ο φερόμενος ως δικαιούχος δικηγόρος έλαβε εντολή από το αρμόδιο όργανο του πρώην Δήμου … να εκπροσωπήσει το δήμο ενώπιον του Εφετείου .., όπου συνεκδικάστηκαν τρεις εφέσεις, ήτοι του εν λόγω δήμου, της αντιδίκου του δικηγόρου … και του Ελληνικού Δημοσίου, για την σύνταξη προτάσεων επί της καθεμίας των οποίων αυτός δικαιούται ξεχωριστή αμοιβή, σύμφωνα με την συνδυαστική ερμηνεία των άρθρων 101, 107, 110 και 111 του ν.δ. 3026/1954 «Κώδικα περί Δικηγόρων», που ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, όπως προαναφέρθηκε.(..)Σε κάθε περίπτωση, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του φορέα να αμφισβητήσει την προταθείσα από το δικηγόρο αμοιβή, προσφεύγοντας στο αρμόδιο δικαστήριο για τον προσδιορισμό αυτής κατά δίκαιη κρίση, ως τέτοια, δε, θεωρείται η κρίση του ελευθέρως δικάζοντος εντός του σκοπού της ενοχής και δη της σύμβασης και εντός των συγκεκριμένων μεταξύ των μερών περιστάσεων (πρβλ. ΑΠ 675/2002, 393/2002). Αντίστοιχα, με τον τρόπο αυτό δίδεται η δυνατότητα στον εναγόμενο Δήμο να προβάλλει ενώπιον του δικαστηρίου την ένσταση του  άρθρου 281 παρ. 1 εδ. β΄ του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και να ζητήσει, κατ’ επίκληση της οικονομικής κατάστασης αυτού, τη μείωση της αιτούμενης αμοιβής κατά το ήμισυ..(..)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικο ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι νόμιμη και αυτό πρέπει να θεωρηθεί.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ1/245/2009

Μη κανονική και ως εκ τούτου μη νόμιμη δαπάνη καταβολής αμοιβής σε δικηγόρο, λόγω χειρισμού δικαστικών υποθέσεων Δήμου, αφού δεν επισυνάπτονται τα νόμιμα δικαιολογητικά, ώστε να αποδεικνύεται και να προσδιορίζεται με ακρίβεια η ύπαρξη και η έκταση της απαίτησής της κατά του Δήμου και ειδικότερα α) τα γραμμάτια προείσπραξης της δικηγορικής αμοιβής της κατά τις δικασίμους, β) την απόφαση του Πρωτοδικείου, γ) το κατατεθέν από αυτήν υπόμνημα, δ) τα πρακτικά της δίκης κατά τις δικασίμους του Εφετείου, ε) την αίτηση του ιδιώτη κατά του Δήμου και στ) την τυχόν χορηγηθείσα σ’ αυτήν προηγούμενη εντολή και πληρεξουσιότητα για την παράστασή της στο Πρωτοδικείο κατά την ορισθείσα δικάσιμο.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/62/2016

Αμοιβές δικηγόρων.(..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η αμοιβή της φερόμενης ως δικαιούχου δικηγόρου για την εκπροσώπηση του εναγόμενου Δήμου ... ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ... (..) νομίμως καθορίστηκε στο ποσό των 6.039,06 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α., καθόσον η αμοιβή αυτή, η οποία είναι προϊόν συμφωνίας που καταρτίστηκε ύστερα από την από 2.3.2015 έγγραφη οικονομική προσφορά της δικηγόρου .... και την ../4.3.2015 απόφαση (θέμα 23ο) της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου ..., δεν υπερβαίνει τα εύλογα όρια, δεδομένου ότι, όπως ορθώς έχει υπολογιστεί με βάση την αξία του αντικειμένου της δίκης, είναι σύμφωνη με τις οριζόμενες στον Κώδικα Δικηγόρων ως νόμιμες αμοιβές. Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη ότι η Οικονομική Επιτροπή ανέθεσε το χειρισμό της συγκεκριμένης υπόθεσης στη φερόμενη ως δικαιούχο δικηγόρο με την αιτιολογία ότι στο Δήμο δεν έχει προσληφθεί δικηγόρος με μηνιαία αντιμισθία, καθώς και το γεγονός ότι η συμφωνηθείσα αμοιβή δεν είναι υψηλότερη της προβλεπόμενης στον Κώδικα Δικηγόρων νόμιμης αμοιβής, το Κλιμάκιο κρίνει ότι δεν ήταν απαραίτητη στην προκειμένη περίπτωση αιτιολογημένη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου για τον καθορισμό του ύψους της αμοιβής.


ΕΣ/ΤΜ.1/83/2009

Καταβολή δικηγορικής αμοιβής:..Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη αμοιβή των 600 ευρώ είναι μη νόμιμη, διότι αυτός παρείχε εξωδικαστικές νομικές υπηρεσίες προς τον Δήμο ..., χωρίς προηγουμένως να έχει εγκριθεί με απόφαση της αρμόδιας Δημαρχιακής Επιτροπής, το ακριβές αντικείμενο της ανατεθείσας σε αυτόν εντολής. Περαιτέρω, η επικαλούμενη από τον Δήμο ..., από 15.4.2008 σχετική επιστολή του Δημάρχου προς τον ανωτέρω δικηγόρο, δεν προσκομίζεται, ούτε άλλωστε προκύπτει ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη στην διάταξη του άρθρου 86 παρ. 2 του ν. 3463/2006 διαδικασία, ότι δηλαδή η επιστολή αυτή υποβλήθηκε προς έγκριση στην Δημαρχιακή Επιτροπή, ε) Για την υπόθεση 10 του άνω πίνακα αμοιβών και παραστάσεων χρεώθηκε σε βάρος του Δήμου ... από τον φερόμενο ως δικαιούχο αμοιβή 300 ευρώ, η οποία αντιστοιχεί σε απασχόλησή του επί 5 ώρες σε ποινική υπόθεση δύο (2) μελών του Δημοτικού Συμβουλίου ..., και ενός εργαζομένου σ’αυτόν, κατόπιν άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος τους για αδικήματα σχετικά με την ενάσκηση των καθηκόντων τους, στην αμοιβή δε αυτή περιλαμβάνεται και παράστασή του ενώπιον του Ε’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών κατά την δικάσιμο της 11.6.2008. Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι η εν λόγω δαπάνη δεν μπορεί να βαρύνει τον προϋπολογισμό του Δήμου ..., αφού οι επίμαχες ποινικές υποθέσεις αφορούν στην προσωπική συμπεριφορά μελών του Δημοτικού Συμβουλίου κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ούτε δε η δαπάνη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως λειτουργική. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το κρινόμενο χρηματικό ένταλμα περιέχει μη νόμιμη δαπάνη και για το λόγο αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΣΤΕ/127/2015

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το από 29.3.2013 αποδεικτικό επιδόσεως του επιμελητή του Συμβουλίου της Επικρατείας Εμμανουήλ Παπαδάκη, αντίγραφα της κρινομένης αιτήσεως και της από 15.2.2013 πράξεως του Προέδρου του Α΄ Τμήματος περί ορισμού δικασίμου και εισηγητή της υποθέσεως κοινοποιήθηκαν νομοτύπως και εμπροθέσμως στον υπογράφοντα το δικόγραφο της αιτήσεως δικηγόρο ..., ως πληρεξούσιο και αντίκλητο του αναιρεσείοντος Ιδρύματος. Κατά τη δικάσιμο όμως της 17.2.2014, κατά την οποία η υπόθεση εισήχθη προς συζήτηση, ο αναιρεσίβλητος δεν παρέστη, ενώ εμφανίσθηκε εκπρόσωπος του αναιρεσείοντος Ιδρύματος και ζήτησε αναβολή προκειμένου να προσκομίσει αποδεικτικά επιδόσεως αντιγράφων της κρινομένης αιτήσεως και της πράξεως του Προέδρου περί ορισμού εισηγητή και δικασίμου. Κατόπιν αυτών, η συζήτηση της υποθέσεως αναβλήθηκε αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, για τη δικάσιμο της 5.5.2014 με το 32/17.2.2014 πρακτικό συνεδριάσεως, σύμφωνα με τις παρατεθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, προκειμένου το αναιρεσείον Ίδρυμα να προβεί στις εν λόγω επιδόσεις και στη συνέχεια για τη δικάσιμο της 24.11.2014. Και κατά την παρούσα όμως δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εισήχθη και πάλι προς συζήτηση, ο αναιρεσίβλητος δεν παρέστη, δεν προσκομίσθηκαν δε από το αναιρεσείον Ίδρυμα αποδεικτικά επιδόσεως των πιο πάνω εγγράφων στον αναιρεσίβλητο. Με τα δεδομένα αυτά, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις.


ΕΑΔΗΣΥ/1240/2022

Με την Προδικαστική Προσφυγή της, η οποία καθίσταται εκ νέου εκκρεμής ενώπιον της ΕΑΔΗΣΥ δυνάμει της Α 322/2022 Απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, η προσφεύγουσα επιδιώκει, για τους λόγους που αναλύονται λεπτομερώς στην προσφυγή της, να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 137/2021 και με αρ. πρωτ. 6867/19.5.2021 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου ..., κατά το μέρος που έκρινε ως αποδεκτή την προσφορά της εταιρείας «...», προκειμένου να αποκλειστεί η ως άνω εταιρεία από τη συνέχεια του διαγωνισμού. 


ΣΤΕ/808/2004

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σχετικό αποδεικτικό επιδόσεως, η προσβαλλομένη απόφαση κοινοποιήθηκε στις 11.4.2001 στον Επιθεωρητή Τελωνείων ..., τον οποίο, εκπρόσωπο άλλωστε του Δημοσίου στη δίκη ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και μόνον καταθέσαντα υπόμνημα επί της εφέσεως της αναιρεσίβλητης εταιρείας ενώπιον του δικάσαντος διοικητικού εφετείου, το τελευταίο, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλομένης αποφάσεώς του, δέχθηκε ως τον εκπρόσωπο του Δημοσίου στην ενώπιόν του δίκη. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση, η οποία κατετέθη στη γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στις 25.6.2001, μετά δηλαδή την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας από την κοινοποίηση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς το Δημόσιο, ασκήθηκε εκπροθέσμως. Και ναι μεν η προσβαλλόμενη απόφαση κοινοποιήθηκε στις 25.4.2001 και στον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος επίσης φέρεται ότι είχε παραστεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, πλην για την έναρξη της προθεσμίας της αιτήσεως αναιρέσεως από το Δημόσιο αρκούσε, κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη, η κοινοποίηση στον Επιθεωρητή Τελωνείων ... Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Λόγω της σπουδαιότητας όμως των ζητημάτων αυτών, το Τμήμα κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην επταμελή σύνθεσή του, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 5 του Π.Δ. 18/1989 (Α΄ 8), να ορισθεί δε ως εισηγητής η Πάρεδρος Κ. Λαζαράκη.


ΣΤΕ/2555/2004

Παροχή υπηρεσιών..:Επειδή, ως προς την παραδοχή ότι η αναιρεσείουσα παρέσχε και υπηρεσίες προς την ... άλλες από τις υπαγόμενες στο άρθρο 15 παρ. 8 του Ν.Δ. 3843/1958, η πλησσόμενη με την κρινόμενη αίτηση κρίση του διοικητικού εφετείου αιτιολογείται επαρκώς και χωρίς αντιστροφή βάρους αποδείξεως δι' αναφοράς στους όρους της μεταξύ των συναφθείσας συμβάσεως, όπως στον όρο της υποχρεώσεως για την εφαρμογή της αναδιαρθρώσεως του κεφαλαίου, και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Η περαιτέρω, όμως, κρίση του διοικητικού εφετείου, κατά την οποία το ήμισυ της ληφθείσας από την αναιρεσείουσα αμοιβής υπόκειται στον κατά την διάταξη αυτή τρόπο φορολογήσεως, ενώ το υπόλοιπο υπόκειται σε φόρο εισοδήματος κατά τις διατάξεις περί φορολογήσεως του εκ μονίμου εγκαταστάσεως στην Ελλάδα εισοδήματος αλλοδαπών εταιρειών, δεν είναι νόμιμη διότι, εφ’ όσον, κατά τα γενόμενα δεκτά, στην προκειμένη περίπτωση συμφωνήθηκε αμοιβή ενιαία, τόσο για την κατάρτιση μελετών οικονομικής φύσεως, όσο και για την εφαρμογή τους, το διοικητικό εφετείο, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη 4, ώφειλε να αποβλέψει στον κύριο σκοπό στον οποίο απέβλεψαν τα συμβληθέντα μέρη και να κρίνει αν, κατά τον προέχοντα χαρακτήρα της, η σύμβαση αυτή αφορά την κατάρτιση μελετών ή την εφαρμογή τους και, επίσης, αν το κύριο τμήμα της αμοιβής κατεβλήθη για την κατάρτιση ή για την εφαρμογή της μελέτης, εν συνεχεία, δε, να υπαγάγει το σύνολο της αμοιβής της αναιρεσείουσας στον φόρο κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο φορολογήσεως. Για τον λόγο αυτό, του οποίου η εξέταση καθίσταται αναγκαία ως εκ του προβαλλομένου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που αφορά τον κύριο φόρο, η δε υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεως κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο μέρος, στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/255/2017

Αμοιβή για την παροχή νομικών υπηρεσιών.(..)Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο λόγος διαφωνίας της αναπληρώτριας Επιτρόπου παρίσταται βάσιμος, διότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη μη νομίμως εκκαθαρίστηκε στο ύψος της συμφωνηθείσας αμοιβής της «.....-.....» - κατά παρέκκλιση των προβλεπόμενων στον Κώδικα περί Δικηγόρων - στο ποσό των 7.440,00 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. 24%.  Και τούτο, διότι, εν προκειμένω, δεν υφίσταται έγκυρη έγγραφη σύμβαση παροχής νομικών υπηρεσιών, αφού δεν προηγήθηκε αυτής η έκδοση σχετικής αιτιολογημένης ως προς το ύψος της δικηγορικής αμοιβής απόφασης του αποκλειστικώς αρμόδιου Δημοτικού Συμβουλίου, ληφθείσας με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών του, η οποία να συνιστά το προϊόν διαβούλευσης των συμβαλλόμενων μερών. Επισημαίνεται ότι, ενόψει όσων ανωτέρω (στην σκέψη ΙΙ.Β της παρούσας) έγιναν δεκτά, η πρόβλεψη του Κώδικα Δικηγόρων ότι στην περίπτωση που δεν προκύπτει η ύπαρξη έγκυρης έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών, ισχύουν οι οριζόμενες νόμιμες αμοιβές, έχει την έννοια ότι οι οριζόμενες νόμιμες αμοιβές ισχύουν όταν η αμοιβή για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών έχει εγκριθεί από το διοικητικό όργανο, αλλά η σχετική απόφαση και η σε εκτέλεση αυτής συμφωνία είναι νομικώς πλημμελής για άλλον λόγο και όχι στην περίπτωση που το στάδιο της διαπραγμάτευσης της αμοιβής απέβη ατελέσφορο, δηλαδή δεν προέκυψε συμφωνία των αντισυμβαλλόμενων ως προς το ουσιώδες στοιχείο της αμοιβής με την τήρηση της προσήκουσας διοικητικής διαδικασίας.(..)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω,., η δαπάνη είναι μη νόμιμη και το χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΣτΕ/839/2012

Διαδοχικές συμβάσεις σίτισης φοιτητών Πανεπιστημίου-Ένδικο βοήθημα (...)Σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη, το ένδικο βοήθημα που ασκείται ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμόδιου δικαστηρίου λογίζεται, ως προς όλες τις έννομες συνέπειες, μεταξύ των οποίων και ως προς το ζήτημα της έναρξης της τοκοφορίας της ένδικης αξίωσης, ότι έχει ασκηθεί κατά το χρόνο τυχόν άσκησης προηγουμένου που απορρίφθηκε τελεσιδίκως λόγω ελλείψεως δικαιοδοσίας, υπό την προϋπόθεση ότι το δεύτερο αυτό ένδικο βοήθημα ασκείται από τον ενδιαφερόμενο εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δύο μηνών από την επίδοση σε αυτόν της τελεσίδικης απορριπτικής απόφασης. Για την ταυτότητα δε του νομικού λόγου, πρέπει να θεωρηθεί ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται όχι μόνο όταν η απορριπτική για έλλειψη δικαιοδοσίας δικαστική απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη, αλλά και όταν το ένδικο βοήθημα ενώπιον του έχοντος δικαιοδοσία δικαστηρίου ασκείται πριν από την τελεσιδικία της ως άνω απόφασης, αφού με τον τρόπο αυτό εκπληρώνεται ο σκοπός της παραπάνω διατάξεως που συνίσταται στην επίλυση των εκκρεμών υποθέσεων σε σύντομο διάστημα και στην προστασία των ενδιαφερομένων, οι οποίοι με την εσφαλμένη άσκηση ενδίκου βοηθήματος ενώπιον δικαστηρίου στερουμένου δικαιοδοσίας κινδυνεύουν να απολέσουν τόκους. Εξάλλου, στο από 23.1.2003 υπόμνημα – έκθεση απόψεών του ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ... το αναιρεσείον αναφέρει ότι κατά της 4913/2001 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ... ο αναιρεσίβλητος άσκησε την από 13.9.2001 έφεσή, η οποία στις 23.1.2003 εκκρεμούσε ενώπιον του Εφετείου .... Επομένως και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο κατ’ ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 9 παρ. 4 του ν. 1649/1986 καθόρισε ως ημερομηνία έναρξης της τοκοφορίας την ημερομηνία επίδοσης της αγωγής ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ..., τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση 



ΤΡΙΜ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/368/2020

Καταβολή αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης...Στην προκείμενη περίπτωση, σύμφωνα με την αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, τα δικαστικά έξοδα των αιτούντων για την προκείμενη δίκη προσδιορισμού της οριστικής αποζημίωσης, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους (άρθρο 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), πρέπει, κατά τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, να επιβληθούν σε βάρος του καθ’ ου Ελληνικού Δημοσίου (που υπάγεται στη Γενική Κυβέρνηση κατά την έννοια του άρθρου 14 Ν. 4270/2014) ως υπόχρεου προς καταβολή της επίδικης αποζημίωσης, και περιλαμβάνουν: α) την αμοιβή για την παράσταση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους μετά των εξόδων του ενώπιον του Εφετείου τούτου (με τριμελή σύνθεση) και του Μονομελούς Εφετείου στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ και β) στην αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου τους για τη σύνταξη των αιτήσεων και των προτάσεων ενώπιον του Εφετείου (με τριμελή σύνθεση) και του Μονομελούς Εφετείου, η οποία πρέπει να καθοριστεί σε ποσοστό 1% (2% : 2) της αποζημίωσης, για την σύνταξη των αιτήσεων και σε ποσοστό 0,50% για τη σύνταξη προτάσεων επί των αιτήσεων, δηλαδή σε συνολικό ποσοστό 1,5% επί της ως άνω καθορισθείσης αποζημίωσης.