Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.4/201/2011

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 496/1974

Από τις παραπάνω διατάξεις (άρθρο 53 του ν.δ/τος 496/1974) συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκυρότητα της σχετικής κατάσχεσης χρηματικής απαίτησης είναι το κατασχετήριο έγγραφο, επί ποινή ακυρότητας της κατάσχεσης, να κοινοποιείται σωρευτικώς ως εξής: α) στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Ο.Τ., ως μόνο αρμόδιο για την αναγνώριση της δαπάνης όργανο του Ε.Ο.Τ., όντας κύριος διατάκτης και αποφασίζον όργανο για τη διάθεση των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Ε.Ο.Τ. (βλ. άρθρο 6 ν. 3878/2010 «Ρυθμίσεις θεμάτων Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού», Φ.Ε.Κ. Α΄ 161 και άρθρο 12 ν.δ/τος 496/1974), β) στην Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Ε.Ο.Τ. αρμόδια υπηρεσία αυτού για την πληρωμή και για την εκκαθάριση και εντολή πληρωμής της δαπάνης (βλ. άρθρο 12 π.δ/τος 343/2001 «Οργανισμός Διάρθρωσης Υπηρεσιών του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ)» - Φ.Ε.Κ. Α΄ 231) και γ) στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) που υπάγεται φορολογικά ο καθ’ ου η κατάσχεση (πρβλ. Πράξη IV Τμήματος 76/2008, Εφετείο Λαμίας 10, 56/2010, 212/2009, Εφετείο Αθηνών 5494/2008 και Α.Π. 480/2006). Β. Το π.δ. 503/85 «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και Εισαγωγικός του Νόμος» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 182) ορίζει στο άρθρο 983 ότι: «1. Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου γίνεται με επίδοση στον τρίτο και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση εγγράφου που πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία του άρθρου 118, και α) ακριβή περιγραφή του εκτελεστού τίτλου και της απαίτησης βάσει των οποίων γίνεται η κατάσχεση, β) το ποσό για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση, γ) επιταγή προς τον τρίτο να μην καταβάλει σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση, δ) διορισμό αντικλήτου που κατοικεί στην περιφέρεια του ίδιου ειρηνοδικείου ή στην έδρα του πρωτοδικείου της κατοικίας του τρίτου, αν εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση δεν κατοικεί στην περιφέρεια του ειρηνοδικείου της κατοικίας του τρίτου. (…)» και στο άρθρο 118 ότι: «Τα δικόγραφα που επιδίδονται από ένα διάδικο σε άλλον ή υποβάλλονται στο δικαστήριο πρέπει να αναφέρουν: 1) το δικαστήριο ή το δικαστή (…) και 5) τη χρονολογία (…)». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το κατασχετήριο έγγραφο πρέπει να φέρει το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 118 και 983 παρ. 1 του ΚΠολΔ αναγκαίο περιεχόμενο. Η χρονολόγηση, όμως, του κατασχετηρίου εγγράφου δεν είναι ουσιώδες στοιχείο. Τούτο δε διότι κρίσιμος δεν είναι ο χρόνος της σύνταξης του κατασχετηρίου εγγράφου, αλλά εκείνος της επίδοσής του. Ως εκ τούτου, η έλλειψη χρονολογίας σύνταξης του κατασχετηρίου εγγράφου μπορεί να αναπληρωθεί από την χρονολογία της έκθεσης επίδοσης του αχρονολόγητου κατασχετηρίου εγγράφου, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ακυρότητα ούτε οποιοδήποτε άλλο ελάττωμα της επιβληθείσας κατάσχεσης (πρβλ. ΑΠ 198/1994).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/596/2006

Επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης εις χείρας του Δημοσίου ως τρίτου επί των απαιτήσεων μισθού και επιδομάτων υπαλλήλου του, για ικανοποίηση αξιώσεων διατροφής. Υποβολή θετικής δήλωσης. Ακύρωση του κατασχετηρίου εγγράφου μετά από άσκηση ανακοπής του καθ’ ού οφειλέτη, για μη τήρηση δικονομικού τύπου και επιβολή νέας κατάσχεσης. Μη νόμιμη υποβολή αρνητικής δήλωσης του Δημοσίου. Δυνατότητα ανάκλησης αυτής.


ΝΣΚ/333/2013

Ανάκληση κατασχετηρίου εγγράφου Δ.Ο.Υ. εις βάρος εταιρείας τελούσας υπό ειδική εκκαθάριση του άρθρου 22 του Ν. 3606/2007.α) Η διοίκηση μπορεί να προβεί σε ανάκληση του κατασχετηρίου εγγράφου με το οποίο επιβλήθηκε κατάσχεση εις χείρας τραπεζικού ιδρύματος και επί απαιτήσεων εταιρείας που τελεί υπό ειδική εκκαθάριση, διότι η κατάσχεση επιβλήθηκε παρά τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 3606/2007, που απαγορεύουν στη συγκεκριμένη περίπτωση την αναγκαστική εκτέλεση, ενώ δεν υφίσταται υποχρέωση συμμόρφωσης προς την υπ’ αριθ. 14846/2012 απόφαση του Μ.Δ.Π. Αθηνών, η οποία δεν καταλαμβάνει την εν λόγω κατάσχεση. β) Εφόσον η διοίκηση αποφασίσει την ανάκληση αυτή, θα έχει αναδρομικές συνέπειες και πρέπει να επιστραφούν στην Τράπεζα ως αχρεωστήτως καταβληθέντα τα ήδη καταβληθέντα από την Τράπεζα χρηματικά ποσά, τα οποία στην περίπτωση αυτή δεν προσαυξάνονται με τόκο υπερημερίας. (ομοφ.) Παραπέμφθηκε στην Α΄Τακτική Ολομέλεια Ν.Σ.Κ., η οποία εξέδωσε την υπ'αριθμ. 191/2014 Γνωμοδότηση


ΝΣΚ/254/2016

Επιβολή κατάσχεσης, κατά τον ΚΕΔΕ, στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος, ως τρίτου, θετική δήλωση αυτού και απόδοση του κατασχεθέντος ποσού. Δεν επιτρέπεται η εκ μέρους της κατασχούσας Δ.Ο.Υ. επιστροφή του κατατεθέντος ποσού στο πιστωτικό ίδρυμα, σε περίπτωση που αυτό προβεί σε εκπρόθεσμη αρνητική δήλωση με την επίκληση πλάνης, ως προς το πρόσωπο του καθ’ ού η κατάσχεση προσώπου.


ΝΣΚ/218/2015

Άρση κατασχέσεων λόγω υπαγωγής σε ρύθμιση οφειλών. Α) Η κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας οφειλέτη, η οποία διενεργήθηκε μετά την υπαγωγή των χρεών του στη ρύθμιση του ν. 4305/2014, καταλαμβάνεται από την αναστολή του πρώτου εδαφίου της περ.γ’ της παρ.13 του άρθρου 51 του νόμου αυτού και συντρέχει νόμιμος λόγος άρσης της κατάσχεσης αυτής. (ομοφ.) Β) Η επιβολή της κατάσχεσης εις χείρας τρίτου, που συντελέσθηκε μετά την υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση των χρεών του, αντίθετα προς την ισχύουσα αναστολή λήψεως αναγκαστικών μέτρων, δεν είναι νόμιμη, πλην, όμως, εφόσον δεν ακυρώθηκε δικαστικώς, παρήγαγε τις έννομες συνέπειες της κατάσχεσης εις χείρας τρίτου και για την ταυτότητα του νομικού λόγου, υπάγεται στις ρυθμίσεις των παραγράφων 13 και 16 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014. Ως εκ τούτου τα αποδιδόμενα ποσά θα πιστώνονται σύμφωνα με την παρ.16 του άρθρου 51 του εν λόγω νόμου, ενώ η επιβληθείσα κατάσχεση αίρεται υποχρεωτικά σε ικανοποίηση αιτήματος του οφειλέτη που έχει εξοφλήσει το 50% της αρχικής βασικής ρυθμιζόμενης οφειλής, σύμφωνα με την περ.γ’ της παρ.13 του άρθρου 51 του νόμου αυτού. Όμως, η Διοίκηση, στα πλαίσια της αρχής της νομιμότητας της διοικητικής δράσης, μπορεί, μολονότι δεν ακυρώθηκε δικαστικώς η επιβληθείσα μετά τη ρύθμιση κατάσχεση, να άρει αυτήν κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη. (πλειοψ.)


ΝΣΚ/521/2006

Η εκπρόθεσμη αρνητική δήλωση τρίτου στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε κατάσχεση για χρέη του οφειλέτη του Δημοσίου, επάγεται την συνέπεια του λογισμού του ως οφειλέτη της όλης απαιτήσεως για την οποία έγινε η κατάσχεση κατ’ άρθρο 33 του ΚΕΔΕ.


ΝΣΚ/236/2000

Κατάσχεση. Εξόφληση εργολαβικού ανταλλάγματος και επιβολή κατασχέσεως εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου. Σχετικώς με τις δυνάμει των από 16-11-1998 και 27-8-1999 κατασχετηρίων του ΙΚΑ και του από 15-1-1999 κατασχετηρίου του ….επιβληθείσες εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου, κατασχέσεις, εάν μεν δεν ετηρήθησαν οι διατυπώσεις του άρθρου 95 του Ν.2362/1995, αυτές είναι αυτοδικαίως άκυρες. Εξάλλου ακόμη και εάν οι ως άνω κατασχέσεις επεβλήθησαν εγκύρως, εφ όσον όπως συνάγεται από το διδόμενο ιστορικό και τα στοιχεία του φακέλλου, το Δημόσιο παρέλειψε να προβεί σε δήλωση και παρήλθε άπρακτη η προθεσμία προς άσκηση ανακοπής, κατ άρθρο 986 Κ.Πολ.Δικ., οι ως άνω κατασχόντες δεν δύνανται πλέον να αμφισβητήσουν την ειλικρίνεια της παραλείψεως αυτής και να επιδιώξουν την προς αυτούς καταβολή των κατασχεθέντων ποσών και γενικώς να επικαλεσθούν τις συνέπειες εκ των γενόμενων κατασχέσεων, οι δε κατασχέσεις έχουν παύσει ως προς το Δημόσιο και έχουν αρθεί ως προς αυτό οι συνέπειές τους. Περαιτέρω σχετικώς με την δυνάμει του από 20-6-1996 κατασχετηρίου της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας Ελλάδος επιβληθείσα εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου, κατάσχεση, εάν μεν δεν ετηρήθησαν οι υπό του άρθρου 95 του περί Δημοσίου Λογιστικού νόμου οριζόμενες διατυπώσεις είναι επίσης αυτοδικαίως άκυρη, λόγω δε της εκ του λόγου τούτου αυτοδικαίας ακυρότητας της ως άνω κατασχέσεως, το Δημόσιο δεν υπεχρεούτο σε δήλωση και ως εκ τούτου η προς την κατασχούσα Τράπεζα δήλωση τρίτου, που έγινε από τον Δ/ντή της 2ης ΔΕΚΕ του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ/ΓΓΔΕ στις 17-7-1996 ουδεμία συνέπεια έχει για το Δημόσιο. Εξάλλου, και στην περίπτωση κατά την οποία υποβλήθηκε εγκύρως κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου ως τρίτου, από την ως άνω Τράπεζα και το Δημόσιο προέβη σε θετική δήλωση κατά τον υπό του νόμου (άρθρο 985 Κ.Πολ.Δικ.) διαγραφόμενο τρόπο, εφ όσον υφίστανται εκκαθαρισμένες και βεβαιωμένες ανταπαιτήσεις του Δημοσίου κατά του καθ ου η εκτέλεση οφειλέτη…, όπως προκύπτει από το υπ αριθμ.πρωτ. 4719/29-3-2000 έγγραφο της ΔΟΥ ΙΗ Αθηνών και τον συνημμένο σ αυτή πίνακα χρεών του ως άνω οφειλέτη, οι οποίες εγεννήθησαν προ του χρόνου της γενέσεως της κατασχεθείσας απαιτήσεως, προηγούνται της απαιτήσεως της εν λόγω Τράπεζας και ικανοποιούνται δια συμψηφισμού με την κατασχεθείσα απαίτηση, δυναμένου να προταθεί και μετά την κατάσχεση, εφόσον οι ανταπαιτήσεις αυτές ήταν γεγεννημένες κατά τον χρόνο της προς το Δημόσιο κοινοποιήσεως του κατασχετηρίου.


ΝΣΚ/133/2011

Γενική Γραμματεία Αθλητισμού – Εκτελεστότητα θετικής δήλωσης του Δημοσίου, ως τρίτου, σχετικής με κατάσχεση αθλητικής επιχορήγησης.α) Δεν είναι δυνατή η εκταμίευση στον κατασχόντα του χρηματικού ποσού, το οποίο δίνεται ως επιχορήγηση από την Γενική Γραμματεία Αθλητισμού προς αθλητικό σωματείο. β) Η θετική δήλωση του Δημοσίου, ως τρίτου, η σχετική με αυτή την κατάσχεση, αποτελεί εκτελεστό τίτλο εις βάρος του.


ΝΣΚ/240/2019

Ζητήματα επί αίτησης τρίτων για την άρση κατάσχεσης ακινήτου οφειλέτη του Δημοσίου, για το οποίο προβάλλεται ότι, μετά την επιβολή της κατάσχεσης, περιήλθε στην κυριότητα των αιτούντων με έκτακτη χρησικτησία, η οποία αναγνωρίστηκε δικαστικώς σε δίκη μεταξύ αυτών και του κληρονόμου του οφειλέτη και αρχικού κυρίου του κατασχεμένου ακινήτου.Δεν αποκλείεται, ανάλογα με τις περιστάσεις της κάθε περίπτωσης, να επέλθει απώλεια της κυριότητας κατασχεμένου ακινήτου με την κτήση αυτής από τρίτο πρόσωπο με τα προσόντα της χρησικτησίας, εφόσον συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις της και, ειδικότερα, προκειμένου περί έκτακτης χρησικτησίας, όταν ασκήθηκε από τον χρησιδεσπόζοντα η νομή του ακινήτου επί συνεχή εικοσαετία, στην οποία μπορεί να προσμετρηθεί ο χρόνος του δικαιοπαρόχου του. Η κατάσχεση δεν διακόπτει τη χρησικτησία, που έχει ήδη ξεκινήσει πριν από την επιβολή της κατάσχεσης, παρά μόνον εάν αυτή είχε ως υλική συνέπεια την αποβολή του χρησιδεσπόζοντος από το ακίνητο είτε την παρεμπόδισή του κατά την άσκηση της φυσικής εξουσίασης του πράγματος, πράγμα που κρίνεται με βάση το πραγματικό της κάθε περίπτωσης. Περαιτέρω, δεν απαγορεύεται η απόκτηση με χρησικτησία από τρίτο, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της, πράγματος που ανήκει στην πτωχευτική περιουσία προσώπου που κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης. Το Δημόσιο, που έχει επιβάλει κατάσχεση σε ακίνητο οφειλέτη του, δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο που απορρέει από τελεσίδικη απόφαση επί αγωγής τρίτου κατά του οφειλέτη του Δημοσίου και φερόμενου, κατά την κατασχετήρια έκθεση, ιδιοκτήτη του κατασχεμένου ακινήτου, με αντικείμενο την αναγνώριση της κυριότητας του τρίτου επί του ακινήτου αυτού. Στο πλαίσιο των γενικών αρχών της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης, αλλά και προς αποφυγή έγερσης αποζημιωτικών αξιώσεων σε βάρος του Δημοσίου, συντρέχει περίπτωση άρσης της κατάσχεσης που αυτό επέβαλε επί ακινήτου του οφειλέτη του, εφόσον γίνει δεκτό ότι τούτο περιήλθε στην κυριότητα τρίτου προσώπου με χρησικτησία. Στην περίπτωση του ερωτήματος και σύμφωνα με το διδόμενο πραγματικό, ενδείκνυται να γίνει δεκτό από τη Διοίκηση το αίτημα που υποβλήθηκε για την άρση από το Δημόσιο κατάσχεσης του αναφερομένου στη σχετική αίτηση ακινήτου (ομόφ.).


ΝΣΚ/66/2013

Σύμβαση ενεχύρασης κατά το ΝΔ 17.7/13.8.1923 – Σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) – Εκχώρηση – Κατάσχεση εις χείρας τρίτου. 1) Η σύμβαση ενεχύρασης κατά τα άρθρα 36 και 39 ν.δ. 17.7/13.8.1923 θεωρείται σύμβαση εκχώρησης υπό τις αναλυόμενες στην παρ. ΙΙΙ 2 ειδικότερες προϋποθέσεις. (ομοφ.) 2) Σε περίπτωση επιβολής εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου κατάσχεσης εις χείρας τρίτου κατά τα άρθρα 30 επ. Κ.Ε.Δ.Ε. μετά την επίδοση της ως άνω σύμβασης ενεχύρασης, η κατάσχεση αυτή είναι άκυρη και συνεπώς δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το κατασχόν Ελληνικό Δημόσιο. (ομοφ.) 3) η σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) θεωρείται σύμβαση εκχώρησης υπό τις αναλυόμενες στην παρ. ΙΙΙ 3 ειδικότερες προϋποθέσεις. (ομοφ.) 4) Σε περίπτωση επιβολής εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου κατάσχεσης εις χείρας τρίτου κατά τα άρθρα 30 επ. Κ.Ε.Δ.Ε. μετά την αναγγελία της σύμβασης πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring), που περιέχει εκχώρηση και ικανοποιεί τις παραπάνω προϋποθέσεις, η κατάσχεση αυτή είναι άκυρη και συνεπώς δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το κατασχόν Ελληνικό Δημόσιο. (ομοφ.) 5) Η αναγγελία (μεταξύ ιδιωτών) μπορεί νομίμως να πραγματοποιηθεί με κάθε πρόσφορο (για να λάβει γνώση ο οφειλέτης) τρόπο και, συνεπώς, και με τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας (τηλεομοιοτυπία – FAX και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) ή με συστημένη επιστολή, πρέπει όμως να αποδεικνύεται παραχρήμα και να προσδιορίζονται σ’ αυτή επαρκώς οι απαιτήσεις, στις οποίες αφορά και η ταυτότητα του πράκτορα. Αντί της αναγγελίας μπορεί επίσης να γνωστοποιηθεί (με fax ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο τρόπο) η ίδια η σύμβαση πρακτορείας. Η μέλλουσα απαίτηση μπορεί νομίμως να εκχωρηθεί, εφόσον μπορεί να προσδιοριστεί κατ’ είδος και οφειλέτη. Η εγκυρότητα δε της σύμβασης πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων δεν εξαρτάται κατά τον Ν. 1905/1990 από την κατάθεση αυτής στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. (ομοφ.)


ΝΣΚ/241/2016

Άρση κατάσχεσης εις χείρας τρίτου που επιβλήθηκε μετά την υπαγωγή του οφειλέτη σε ρύθμιση. (...)α) Η επιβληθείσα κατάσχεση εις χείρας τρίτου μετά από την υπαγωγή του οφειλέτη σε ρύθμιση των χρεών του προς το Δημόσιο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 του ν. 4305/2014, δηλαδή σε χρόνο κατά τον οποίο υπήρχε αναστολή εκ του νόμου της λήψης αναγκαστικών μέτρων, συντελέσθηκε παρά την ισχύουσα αναστολή και για το λόγο αυτό δεν είναι νόμιμη, δεν παράγει έννομες συνέπειες και οφείλει η Διοίκηση να την άρει (πλειοψ.). β) Όσον αφορά τα ποσά, τα οποία έχουν μέχρι τούδε εισπραχθεί από την ανωτέρω κατάσχεση εις χείρας τρίτου, το Δημόσιο θα προβεί σε συμψηφισμό αυτών και μέχρι την κάλυψη του ποσού που αντιστοιχεί στο 1/7 των δόσεων που έχουν απομείνει, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.14 του άρθρ. 51 του ν. 4305/2014, σε συνδυασμό με την παρ. 5 του άρθρ. 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύει (ομοφ.). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την 218/2015 Γνωμ. Α’ Τμήματος.