ΕλΣυν/Τμ.4/17/2012
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Στο άρθρο 6 του π.δ. 60/2007 (Α΄ 64) «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ "περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών", όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2005/51/ΕΚ της Επιτροπής και την Οδηγία 2005/75/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005» (Παράρτημα ΙΙ Α της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ, υπηρεσίες χερσαίων μεταφορών), ορίζεται ότι: « 1. Το παρόν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών που δεν εξαιρούνται, δυνάμει των εξαιρέσεων που προβλέπονται στα άρθρα 16, 17 και 9 έως 15, και των οποίων η εκτιμώμενη αξία εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) είναι ίση προς ή ανώτερη από τα ακόλουθα κατώτατα όρια: α) 137.000 ευρώ (…) β) 211.000 ευρώ, προκειμένου για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που συνάπτονται είτε ί) από αναθέτουσες αρχές άλλες από εκείνες που αναφέρονται στο Παράρτημα IV, (…)». Τέλος, με τον Κανονισμό 1177/2009 της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ισχύει από 1.1.2010 άμεσα σε όλα τα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπροσαρμόστηκε το ως άνω όριο των 211.000 ευρώ στο ποσό των 193.000 ευρώ. Β. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι, για τη νόμιμη διενέργεια από ν.π.δ.δ. διαγωνισμού για την προμήθεια αγαθών, είναι υποχρεωτική η, προηγούμενη της δημοσίευσης στον ελληνικό τύπο, αποστολή των ουσιωδών στοιχείων της διακήρυξης προς δημοσίευση στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Επίσημης Εφημερίδας των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφόσον η προϋπολογιζόμενη δαπάνη των προς προμήθεια αγαθών είναι ίση η υπερβαίνει το όριο των 193.000 ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α. Η μη εκπλήρωση της ως άνω υποχρέωσης συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της διαγωνιστικής διαδικασίας η οποία πλήττει τις αρχές του ανταγωνισμού, της πρόσβασης στις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων και της διαφάνειας και καθιστά μη νόμιμη τη διενέργειά της (πρβλ. Ελ. Συν. 3556/2009 και 3085/2010 και IV Τμ. Πρ. 161/2009).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/C-275/2008
Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 15ης Οκτωβρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 93/36/ΕΟΚ — Δημόσιες συμβάσεις προμηθειών — Προμήθεια λογισμικού για τη διαχείριση της ταξινόμησης οχημάτων — Διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού)
ΟΔΗΓΙΑ/2004/18/ΕΚ
ΟΔΗΓΙΑ 2004/18/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 31ης Μαρτίου 2004 «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» ,όπως τροποποίθηκε από : Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1874/2004 της Επιτροπής της 28ης Οκτωβρίου 2004, Οδηγία 2005/51/ΕΚ της Επιτροπής της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, Οδηγία 2005/75/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005, Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2083/2005 της Επιτροπής της 19ης Δεκεμβρίου 2005, Οδηγία 2006/97/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2006 ,Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1422/2007 της Επιτροπής της 4ης Δεκεμβρίου 2007, Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 213/2008 της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2007,Απόφαση 2008/963/ΕΚ της Επιτροπής της 9ης Δεκεμβρίου 2008 , Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 596/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 2009,Οδηγία 2009/81/ΕΚ του ΕυρωπαϊκούΚοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 ΒΛΕΠΕ ΟΔΗΓΙΑ 2014/24/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ
ΠΔ 60/2007
Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2005/51/ΕΚ της Επιτροπής και την Οδηγία 2005/75/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005.
ΒΛΕΠΕ ΟΔΗΓΙΑ 2014/24/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ
(Καταργήθηκε με το Ν.4412/2016,ΦΕΚ-147/Α/8.8.2016)
ΠΔ.86/2011
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2009/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την τροποποίηση των Οδηγιών 77/91/ΕΟΚ, 78/855/ΕΟΚ, 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2005/56/ΕΚ όσον αφορά τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και τεκμηρίωσης σε περίπτωση συγχωνεύσεων και διασπάσεων (Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 259/14/2.10.2009).
ΕλΣυν/Τμ.6/2045/2010
Το π.δ. 118/2007 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (ΦΕΚ 150 Α΄) ορίζει στο άρθρο 16 ότι : «1. Με την προσφορά, η τιμή του προς προμήθεια υλικού δίνεται ανά μονάδα, όπως καθορίζεται στη διακήρυξη. Στην τιμή περιλαμβάνονται οι τυχόν υπέρ τρίτων κρατήσεις, ως και κάθε άλλη επιβάρυνση, εκτός από το Φ.Π.Α., για παράδοση του υλικού στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στη διακήρυξη. 2 (…)». Περαιτέρω, κατά πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική διοικητική πράξη και ως εκ τούτου οι όροι της έχουν δεσμευτική ισχύ τόσο για την αναθέτουσα αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό όσο και για τους υποψηφίους (πρβλ. απόφ. Δ.Ε.Κ. C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Fruta SpA, σκέψεις 108 επ. και ενδεικτ. αποφ. 2779/2009 VI Τμ., πράξεις 63/2008, 105/2009 IV Τμ., 88, 169/2009 Στ΄ Κλιμ. Ελ. Συν.). Η διακήρυξη που διέπει τον ελεγχόμενο διαγωνισμό ορίζει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2 «Οικονομική Προσφορά»(..) 4. Το κόστος των υπό προμήθεια προϊόντων θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλες τις νόμιμες κρατήσεις, έξοδα και επιβαρύνσεις του υποψηφίου αναδόχου. Από τις παρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η υποχρέωση με όρο της διακήρυξης να συμπεριλαμβάνονται στην προσφερόμενη τιμή όλες οι νόμιμες κρατήσεις και επιβαρύνσεις αποσκοπεί στη διασφάλιση με αδιαμφισβήτητο και αδιάβλητο τρόπο της αντικειμενικότητας στην ανάθεση της προμήθειας και υπαγορεύεται από την ανάγκη εξάλειψης κάθε ενδεχόμενης ασάφειας κατά την σύνταξη των οικονομικών προσφορών, τυχόν ύπαρξη της οποίας οδηγεί σε απόρριψη της προσφοράς ως απαράδεκτης (βλ. ΣτΕ 563/2008, ΣτΕ ΕΑ 482/2006, Γνωμ Ν.Σ.Κ. 334/2008).
ΕλΣυν/Τμ.4/205/2010
Από τις προμνησθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η ανάθεση προμηθειών για την κάλυψη αναγκών των Νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας, τα οποία αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, διενεργείται, κατά κανόνα, κατόπιν τακτικού διαγωνισμού (ανοικτού ή κλειστού), δοθέντος ότι, με την κατά νόμο απαιτούμενη ευρύτερη δημοσιότητα και την τήρηση των πλέον σύνθετων διαδικασιών, επιτυγχάνεται η επιλογή της πράγματι συμφέρουσας για τους ενδιαφερόμενους φορείς προσφοράς και, συνεπώς, διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον. Στην περίπτωση δε που η αξία των προμηθειών δεν υπερβαίνει, σε ετήσια βάση, το ποσό των 45.000,00 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.), είναι επιτρεπτή η προσφυγή στη διαδικασία του πρόχειρου διαγωνισμού, κατά την οποία, ναι μεν δεν επιβάλλεται η τήρηση διατυπώσεων ευρείας δημοσιότητας (δημοσίευση προκήρυξης), όμως απαιτείται τουλάχιστον η τήρηση μιας στοιχειώδους διαδικασίας, με την υποβολή έγγραφων προσφορών και την κατόπιν αξιολόγησή τους από αρμοδίως ορισθείσα προς τούτο επιτροπή (πρβλ. Πράξεις IV Τμ.Ε.Σ. 7/2010, 118/2009). Περαιτέρω, η τήρηση της διαδικασίας της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης) επιτρέπεται σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η περίπτωση που, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή προστασίας δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, στην αγορά υπάρχει ένας μόνον προμηθευτής των υπό ανάθεση προϊόντων, με συνέπεια να καθίσταται ατελέσφορη η, διά της προκήρυξης διαγωνισμού, αναζήτηση άλλων προσφορών. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει ειδικώς να αιτιολογείται στις σχετικές αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων της Αναθέτουσας Αρχής, η μοναδικότητα του αναδόχου, υπό την έννοια ότι η παροχή τους είναι δυνατή μόνο από τον οικείο ανάδοχο και δεν υφίστανται ανταγωνιστικοί προμηθευτές (βλ. σχετ. Πράξεις ΙV Τμ. Ε.Σ 50/2010, 86/2009, 47/2008, 26/2002). Επίσης, προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης επιτρέπεται και σε περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε απρόβλεπτες περιστάσεις, δηλαδή σε καταστάσεις συναρτώμενες με έκτακτα και ασυνήθιστα γεγονότα που αντικειμενικά δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν κατά τον προγραμματισμό των σχετικών προμηθειών εκ μέρους των αρμοδίων οργάνων και τα οποία δεν πρέπει επ’ ουδενί να απορρέουν από δική τους ευθύνη. Τέλος, η ως άνω εξαιρετική διαδικασία μπορεί να τηρηθεί και όταν η αξία των προς προμήθεια ειδών δεν υπερβαίνει, σε ετήσια βάση, το ποσό των 15.000,00 ευρώ (με Φ.Π.Α.), απαγορευομένου, όμως, του επιμερισμού της συνολικής ποσότητας των ζητούμενων όμοιων ή ομοειδών αγαθών σε περισσότερες μικρότερες ποσότητες ή μερικότερες κατηγορίες, και, εν συνεχεία, της χωριστής απευθείας ανάθεσης των αντίστοιχων προϊόντων, στο μέτρο που, με τον τρόπο αυτό, της κατάτμησης, δηλαδή, της δαπάνης, επιχειρείται, κατά περιγραφή των οικείων διατάξεων, η μη τήρηση των διατυπώσεων του τακτικού ή του πρόχειρου, αναλόγως της περίπτωσης, διαγωνισμού (πρβλ. Πράξεις IV Τμ.Ε.Σ. 50, 24, 23, 21/2010, 218, 215/2009, 47, 42/2008, 165/2007, 139/2006 κ.ά.).
Υπόθεση C-292/2007
Υπόθεση C-292/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 23ης Απριλίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου του Βελγίου (Παράβαση κράτους μέλους — Δημόσιες συμβάσεις — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών — Εσφαλμένη ή ατελής μεταφορά της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη — Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη)
ΕΣ/Τ4/50/2010
H προμήθεια ειδών από το Δημόσιο διενεργείται, κατά κανόνα, με τη διαδικασία του διαγωνισμού, καθόσον κατ’ αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η ευρύτερη δημοσιότητα και επιτυγχάνεται η επιλογή της συμφερότερης προσφοράς. Ακολούθως, η προμήθεια ειδών με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης) αποτελεί εξαιρετική διαδικασία, η προσφυγή στην οποία επιτρέπεται μόνο στις περιοριστικώς αναφερόμενες στο Νόμο περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και η περίπτωση κατά την οποία η συνολική δαπάνη για την προμήθεια όμοιων ή ομοειδών ειδών δεν υπερβαίνει, σε ετήσια βάση, το ποσό των 15.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. Στην περίπτωση όμως αυτή, προς αποφυγή καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων, απαγορεύεται ο επιμερισμός της συνολικής ποσότητας των όμοιων ή ομοειδών προς προμήθεια ειδών σε περισσότερες μικρότερες ποσότητες ή μερικότερες κατηγορίες και η, εν συνεχεία, χωριστή απευθείας ανάθεση των οικείων τμηματικών προμηθειών (βλ. ΕλΣ ΙV Τμ. πράξεις 176, 177/2009, 126, 102, 22/2008, 160, 137/2007). Προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης) επιτρέπεται, επίσης, όταν, λόγω επείγουσας ανάγκης, οφειλόμενης σε απρόβλεπτες περιστάσεις, καθίσταται αδύνατη η τήρηση των προθεσμιών διενέργειας τακτικού ή πρόχειρου, όταν το ποσό της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των οικείων προμηθειών δεν υπερβαίνει το ποσό των 45.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., διαγωνισμού. Σε αυτή την περίπτωση απαιτείται να συντρέχουν σωρευτικά τρεις προϋποθέσεις: α) ύπαρξη απρόβλεπτου γεγονότος, β) δημιουργία επείγουσας ανάγκης, η οποία δεν συμβιβάζεται με τις προθεσμίες που προβλέπονται στη διαδικασία του δημόσιου διαγωνισμού και γ) ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ του απρόβλεπτου γεγονότος και της επείγουσας ανάγκης. Ως απρόβλεπτα γεγονότα, νοούνται τα αιφνίδια ή εξαιρετικά πραγματικά γεγονότα, που δεν ήταν γνωστά στην οικεία υπηρεσία ή δεν μπορούσαν να προβλεφθούν και να συνυπολογισθούν, καθώς δεν ανάγονται στη σφαίρα επιρροής της, και καθιστούν ανέφικτο τον έγκαιρο προγραμματισμό της ανάθεσης των αναγκαίων για την αντιμετώπισή τους προμηθειών (βλ. Ελ.Σ. ΙV Τμ. πράξεις 176, 177, 24/2009, 230/2008, 145/2007). Τέλος, ανάθεση με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης) χωρεί και στην περίπτωση που για λόγους τεχνικούς ή σχετιζόμενους με την προστασία δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, τα προς προμήθεια είδη δύνανται να κατασκευαστούν ή να παραδοθούν μόνο από ορισμένο προμηθευτή. Στην περίπτωση αυτή, δεν αρκεί να αποδεικνύεται ότι τα οικεία είδη είναι μοναδικά από τεχνική άποψη ή ότι προστατεύονται από δικαιώματα αποκλειστικότητας, αλλά και ότι η παρασκευή ή η παράδοσή τους είναι δυνατή μόνο από τον οικείο προμηθευτή (πρβλ. ΔΕΚ απόφαση της 3.5.1994 στην υπόθεση C-328/1992, I-1569). Κατά συνέπεια, πρέπει να προσκομίζονται αποδεικτικά στοιχεία όχι μόνο για την αποκλειστική τεχνική καταλληλότητα των οικείων ειδών ή τη μοναδικότητα του κατασκευαστή τους αλλά και για τη μη ύπαρξη ανταγωνιστικών προμηθευτών ή κατασκευαστών των ίδιων προϊόντων (ΕλΣ ΙV Τμ. πράξεις 176, 177/2009).
ΕλΣυν/Τμ.6/2016/2010
Οι φορείς που διενεργούν δημόσιους διαγωνισμούς προμηθειών οφείλουν να τηρούν όλους τους προβλεπόμενους από το νόμο κανόνες δημοσιότητας και ειδικότερα υποχρεούνται, πλην άλλων, να δημοσιεύουν περίληψη των ουσιωδών στοιχείων των διακηρύξεων των διαγωνισμών στον ελληνικό τύπο και επίσης να αποστέλλουν περίληψη των διακηρύξεων στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η περίληψη αυτή δεν επιτρέπεται να περιέχει πληροφορίες διάφορες από τις δημοσιευόμενες στον ελληνικό τύπο, μεταξύ δε των πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνονται στις οικείες διακηρύξεις είναι και η «φύση των ζητουμένων προϊόντων, με αναφορά αν η υποβολή προσφορών ζητείται για την αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση – πώληση ή για συνδυασμό αυτών» (βλ. Παράρτημα ΙV του π.δ. 370/1995 και ήδη Παράρτημα VΙΙ Α του π.δ.60/2007). Άλλωστε, σε περίπτωση μετάθεσης της ημερομηνίας διενέργειας δημόσιου διαγωνισμού προμήθειας με τροποποιήσεις των όρων της διακήρυξης, κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμόδιου οργάνου της αναθέτουσας αρχής, η νέα ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, καθώς και το γεγονός ότι έλαβαν χώρα οι ως άνω τροποποιήσεις απαιτείται να γνωστοποιείται ευρέως με σχετική ανακοίνωση, για την οποία πρέπει να τηρούνται όλες οι διατυπώσεις δημοσιότητας που προβλέπονται και για τις διακηρύξεις των διαγωνισμών. Τούτο αποσκοπεί στην ανάπτυξη ανταγωνισμού με την επίτευξη της ευρύτερης δυνατής συμμετοχής στο διαγωνισμό, στη διασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών και της ίσης μεταχείρισης των ενδιαφερομένων να υποβάλουν υποψηφιότητα. Η αναθέτουσα δε αρχή οφείλει να ενημερώσει την Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφενός για τη νέα ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, αφετέρου για τις τροποποιήσεις ή συμπληρώσεις όρων της διακήρυξης, προκειμένου οι διαφοροποιήσεις αυτές σε σχέση με το αρχικό κείμενο της διακήρυξης να τύχουν της απαιτούμενης από τις κείμενες διατάξεις δημοσιότητας (VI Τμ. Ελ.Συν. 1860/2009, 1725/2009, 17/2009, 50/2008, 19/2007).
ΣτΕ/326/2008
Επειδή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ισότητος των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας, οι οποίες διέπουν το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων και κατοχυρώνονται ήδη ρητώς στο άρθρο 2 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, όταν η αναθέτουσα αρχή επιλέγει ως κριτήριο αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως το προβλεπόμενο στο άρθρο 53 της αυτής οδηγίας κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οφείλει, προκειμένου να διασφαλισθούν συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού, να οργανώσει κατά τέτοιο τρόπο τη διαγωνιστική διαδικασία, ώστε να καταστεί απολύτως αδύνατος ο επηρεασμός της αξιολογήσεως των τεχνικών προσφορών από το ύψος των οικονομικών προσφορών (πρβλ. ΣτΕ 2283/2006, 1452/2000, 2478/1997, καθώς και Ε.Α. 1234/2007, 599/2007, 374/2007, 21/2006, 44/2005, 51/2002 κ.ά.). Κατά συνέπεια, διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες δεν διασφαλίζουν πλήρως ότι η αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών διενεργείται και περατώνεται σε χρόνο κατά τον οποίον δεν έχουν ακόμη αποσφραγισθεί οι οικονομικές προσφορές ή διατάξεις Διακηρύξεως, οι οποίες επιτρέπουν έστω και τον έμμεσο ή κατά προσέγγιση προσδιορισμό του ύψους των οικονομικών προσφορών προ της αποσφραγίσεώς τους, είναι ανίσχυρες ως αντικείμενες στις ανωτέρω θεμελιώδεις αρχές. Και ναι μεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ως άνω ερμηνεία της οδηγίας 2004/18/ΕΚ δεν είναι απηλλαγμένη από κάθε εύλογη αμφιβολία και ότι, ως εκ τούτου, τίθεται ζήτημα υποβολής σχετικού προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (βλ. σχετικώς Δ.Ε.Κ. απόφαση της 6.10.1982, 283/1981, CILFIT, Συλλογή 1982, σελ. 3415), τούτο, όμως, δεν υποχρεώνει την Επιτροπή Αναστολών στην υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Κ. κατ’ εφαρμογή του άρθρου 234 παράγραφος 3 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητος, δοθέντος ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά, πάντως, στην παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, ενώ το τιθέμενο ζήτημα ερμηνείας της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και, επομένως, το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί επί του ζητήματος τούτου προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Κ., θα εξετασθεί εκ νέου στο πλαίσιο της ακυρωτικής δίκης, η οποία θα ανοιγεί εάν η αιτούσα ασκήσει συναφή αίτηση ακυρώσεως (βλ. Δ.Ε.Κ. αποφάσεις της 24.5.1977, 107/76, Hoffmann – La Roche, Rec. 1977, p. 957, σκέψεις 4-6 και της 27.10.1982, 35-6/82, Morson και Jhanjan, Συλλογή 1982, σελ. 3723, σκέψεις 8 – 10, καθώς και Ε.Α 400/2005, 80-3/2005, 240/2004, 81/2004, 684/2003, 73/1999 κ.ά).