Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.1/141/2012

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3068/2002

Με τα δεδομένα αυτά, κατά την άποψη που κράτησε στο Τμήμα, η εντελλόμενη δαπάνη, που στηρίζεται στην από 12.4.2011 προσωρινή διαταγή, η οποία από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι έχει ανακληθεί, είναι νόμιμη, καθόσον το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά τον υπ’ αυτού ασκούμενο προληπτικό έλεγχο δαπανών, δεσμεύεται από αυτήν και συνεπώς δεν δύναται να προβεί σε παρεμπίπτοντα έλεγχο της νομιμότητάς της. Ειδικότερα, ακόμη και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι ο Δήμος …δεν υποχρεούτο, σε συμμόρφωση προς την ως άνω προσωρινή διαταγή, να προβεί στην έκδοση νομικής πράξης και δη της 212/3.6.2011 απόφασής του, στην οποία η φερόμενη ως δικαιούχος αναφέρεται ως υπάλληλος της κατηγορίας ΔΕ Διοικητικού, ζήτημα για το οποίο δεν περιέχεται κρίση στη χορηγηθείσα προσωρινή διαταγή, πάντως σε κάθε περίπτωση ο υπολογισμός της αμοιβής της με βάση το οικείο μισθολογικό κλιμάκιο του ν.3205/2003 και η ασφάλισή της στο ΙΚΑ εντάσσονται στο επιβαλλόμενο και αναγκαίο πλαίσιο συμμόρφωσης του Δήμου προς αυτήν, καθόσον με την ως άνω προσωρινή διαταγή δεν υποχρεώθηκε απλώς ο Δήμος να συνεχίσει να αποδέχεται τις υπηρεσίες της, οπότε πράγματι σε αυτή την περίπτωση το μισθολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς αυτής θα παρέμενε αναλλοίωτο, αλλά περιελήφθη ρητή κρίση περί παροχής απ’ αυτήν εξαρτημένης (και όχι έργου) εργασίας με μισθό (και όχι εργολαβικό αντάλλαγμα), καθώς πιθανολογήθηκε ότι πρόκειται για σύμβαση αορίστου χρόνου προς κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών του φορέα. Συνεπώς, σε συμμόρφωση προς αυτήν, όφειλε ο Δήμος …..να εξομοιώσει τη φερόμενη ως δικαιούχο, αναφορικά με το μισθολογικό και ασφαλιστικό της καθεστώς, με το αντίστοιχο προσωπικό που παρέχει στο Δήμο υπηρεσίες στο πλαίσιο συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ1/217/2007

Σε περίπτωση που προσληφθέντες σε ΟΤΑ α΄ βαθμού αποχωρήσουν από την υπηρεσία μετά τη λήξη της σχετικής σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που έχουν συνάψει και στη συνέχεια, σε εκτέλεση προσωρινής διαταγής του άρθρου 691 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., επανέλθουν στην υπηρεσία τους και εξακολουθήσουν να απασχολούνται σ’ αυτή, η κατά τον τρόπο αυτό παρεχόμενη εργασία τους δεν είναι νόμιμη - ζήτημα που ελέγχεται παρεμπιπτόντως από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον έλεγχο της νομιμότητας των σχετικών δαπανών - αφού οι συναφθείσες μεταξύ αυτών και του οικείου Ο.Τ.Α. συμβάσεις έχουν λήξει, η δε εκδοθείσα, μη εκτελεστή, κατά τα προεκτεθέντα, προσωρινή διαταγή δεν δύναται να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα της, μετά τη λήξη της οικείας σύμβασης, απασχόλησής τους (βλ. Πράξεις Ι Τμ. 51, 130/2005).


Κλ.1/ΠΡΑΚΤΙΚΑ/ΣΥΝ25η,25ηα/2014

Αναδρομική καταβολή διαφορών αποδοχών.(...) α) Aπό τελεσίδικη αναγνωριστική απόφαση πολιτικού δικαστηρίου, με την οποία διαγιγνώσκεται αυθεντικώς η ύπαρξη σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, παρεμπιπτόντως δε και η παρανομία της διοίκησης να κατατάξει τον εργαζόμενο σε προσωρινή θέση αορίστου χρόνου αναδρομικά από το χρόνο κατά τον οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 17 του ν.2839/2000, παράγεται υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης, η οποία εξικνείται μέχρι της αναδρομικής κατάταξης του ενάγοντος στη συσταθείσα προσωρινή θέση από το χρόνο που ορίζει το ίδιο το Δικαστήριο στην απόφασή του, καθώς και του υπολογισμού του χρόνου αυτού, κατά πλάσμα δικαίου, ως διανυθέντος με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου για όλες τις έννομες συνέπειες. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Διοικητικών Δικαστηρίων, με τις οποίες η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη εξαφανίζεται έναντι πάντων και αναδρομικώς, οι ως άνω αναφερόμενες αναγνωριστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων δεν προβαίνουν σε διάπλαση της έννομης σχέσης που συνδέει τον εργαζόμενο με το Δημόσιο ούτε και σε μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτών, αλλά αντικείμενό τους αποτελεί απλώς η αυθεντική διάγνωση της ύπαρξης ή της συγκεκριμένης έννομης σχέσης. Ενόψει αυτού, η καταβολή αναδρομικών αποδοχών στον εργαζόμενο εκείνο, του οποίου η εργασιακή σχέση αναγνωρίστηκε τελεσιδίκως με δύναμη δεδικασμένου ως αορίστου χρόνου, δεν αποτελεί άμεση και ευθεία απόρροια του δεδικασμένου αυτού, αλλά, αντιθέτως, έμμεση αντανακλαστική συνέπειά του διότι η καταδίκη του εναγομένου εργοδότη στην καταβολή αποδοχών δεν αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικής κρίσης και, ως εκ τούτου, δεν κατελήφθη από την περί δεδικασμένου δέσμευση κατά τα ως άνω. β) Υπό το πρίσμα αυτό, η καταβολή αναδρομικών αποδοχών δεν συνιστά την αναγκαία πράξη προσήκουσας συμμόρφωσης της Διοίκησης προς το περιεχόμενο της εν λόγω δικαστικής απόφασης και, ως εκ τούτου, η τελευταία δεν δύναται να αποτελέσει νόμιμο και πλήρες δικαιολογητικό της απαίτησης του φερόμενου ως δικαιούχου σε βάρος του οικείου φορέα. Η καταβολή αποδοχών για το χρονικό διάστημα της αναδρομής αποτελεί έμμεση αντανακλαστική συνέπεια της αναγνωριστικής απόφασης, υπό την έννοια ότι εφόσον η φερόμενη ως δικαιούχος δεν απασχολήθηκε από το Δημόσιο ως εργαζόμενη αορίστου χρόνου, το τελευταίο κατέστη υπερήμερο ως προς την αποδοχή της εργασίας της και οφείλει να της καταβάλει αποδοχές καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της υπερημερίας, σύμφωνα με το άρθρο 656 του Α.Κ., η τελευταία έχει εκ της συμβάσεως πλέον αξίωση για την καταβολή των αναδρομικών διαφορών αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων δώρων εορτών και επιδομάτων αδείας, υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι η σύμβασή της δεν έχει καταγγελθεί. Και ναι μεν η αξίωσή της δύναται να ικανοποιηθεί από τον αρμόδιο φορέα κατόπιν αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου προς την αρμόδια αρχή πληρωμής, χωρίς να απαιτείται να μεσολαβήσει προηγούμενη δικαστική κρίση κατόπιν άσκησης αγωγής από αυτήν, πλην όμως η ικανοποίησή της υπόκειται στην προβλεπόμενη από το άρθρο το άρθρο 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού διετή παραγραφή, που εκκινεί από το χρόνο γένεση εκάστης αξίωσης και όχι από τη δημοσίευση της απόφασης του Εφετείου, με την οποία αναγνωρίστηκε η φύση της εργασιακής της σχέσης με το Δημόσιο ως αορίστου χρόνου.


ΕΣ/Τμ.4(ΚΠΕ)/171/2014

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη,  ως προς το ποσό των 2.375,33 ευρώ, η 156/2012 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου ….- η οποία δεν αμφισβητείται ότι είναι τελεσίδικη - συνιστά νόμιμο και πλήρες δικαιολογητικό του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, που δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο ως προς την ύπαρξη της απαίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας κατά του Νοσοκομείου. Οι υπόλοιπες, όμως, δαπάνες που εντέλλονται με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα, συνολικού ύψους 1.205 (1.150+50+5) ευρώ, ανεξαρτήτως της κατά το ουσιαστικό δίκαιο νομιμότητάς τους, σε κάθε περίπτωση δεν είναι κανονικές, καθώς πέραν της απλής αναφοράς τους στο προαναφερθέν από 6.4.2012 έγγραφο, δεν συνοδεύονται από οποιοδήποτε νόμιμο δικαιολογητικό που αποδεικνύει την πραγματοποίησή τους. Κατά συνέπεια, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής, που περιέχει εν μέρει μη νόμιμες δαπάνες, δεν πρέπει να θεωρηθεί. 


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/212/2016

ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η  προαναφερόμενη 2320/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ....., κατά της οποίας ασκήθηκε εμπρόθεσμη έφεση από τον Δήμο ..... και δεν έχει εκδοθεί οριστική επ’ αυτής (έφεσης) απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, δεν έχει ακόμα καταστεί τελεσίδικη, ούτε παράγει δεδικασμένο, με συνέπεια το Ελεγκτικό Συνέδριο να μην δεσμεύεται από αυτήν κατά τον έλεγχο της εντελλόμενης με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνης. Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη ότι η ως άνω οριστική πρωτόδικη απόφαση επί της αγωγής του εν λόγω υπαλλήλου, με την οποία αναγνωρίστηκε ότι αυτός συνδέεται με τον Δήμο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και υποχρεώθηκε ο εν λόγω Δήμος να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του μέχρι τη δημοσίευση της τελεσίδικης απόφασης επί της αγωγής αυτής, δεν κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 909 Κ.Πολ.Δ., ενώ δεν εκδόθηκε ούτε απόφαση ασφαλιστικών μέτρων υπέρ του εν λόγω εργαζομένου μετά τη δημοσίευση της πρωτόδικης απόφασης, η εκτέλεση της οποίας, μετά την άσκηση της από 13.6.2016 έφεσης του Δήμου ....., έχει ανασταλεί δυνάμει του άρθρου 521, παράγραφοι 1 και 3, του Κ.Πολ.Δ., μέχρι την έκδοση της σχετικής τελεσίδικης απόφασης. Κατόπιν τούτων, ο φερόμενος στο ελεγχόμενο ένταλμα ως δικαιούχος υπάλληλος μη νομίμως απασχολήθηκε, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2016, από τον Δήμο ...... Και τούτο, διότι δεδομένου ότι η απόφαση αυτή δεν έχει καταστεί τελεσίδικη, ούτε μπορεί, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, να εκτελεσθεί, ο εν λόγω Δήμος δεν είχε υποχρέωση συμμόρφωσης στην ανωτέρω 2320/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ..... και, κατά συνέπεια, ούτε υποχρέωση να αποδέχεται την προσηκόντως προσφερόμενη εργασία του υπαλλήλου αυτού. Μειοψήφησε η Πάρεδρος, Νεκταρία Δουλιανάκη, η οποία υποστήριξε ότι ο φερόμενος στο ελεγχόμενο ένταλμα ως δικαιούχος υπάλληλος νομίμως απασχολήθηκε στο Δήμο ..... κατά τον μήνα Ιούνιο 2016, καθόσον στο διατακτικό της 2320/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ..... περιλαμβάνεται διάταξη σύμφωνα με την οποία ο ως άνω Δήμος υποχρεούται,  μέχρι τη δημοσίευση της τελεσίδικης απόφασης επί της ήδη κριθείσας αγωγής, να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του εργαζομένου, υπό το καθεστώς της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου, καταβάλλοντας τις νόμιμες αποδοχές του, και κατά τούτο περιέχει διάταξη προσωρινώς εκτελεστή, που δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον έλεγχο των δαπανών


ΕΣ/Τ7/33/2006

Αγορά ακινήτου σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης.Η διαταγή πληρωμής κατά ρητή διαταγή του ν.3068/02 στερείται εκτελεστότητας και δεν παράγει δεδικασμένο.Νόμιμη η δαπάνη εφόσον τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία(συμβολαιογραφική πράξη μεταβίβασης,πιστοποιητικό μεταγραφής) Περ/γία:Συστατικός τύπος σύμβασης(Α.Κ.αρθ.169 και 1033)


ΝΣΚ/1/2016

Πολιτικά δικαστήρια – Απόφαση αναγνωριστική – Τελεσιδικία – Δεδικασμένο – Συμμόρφωση της Διοίκησης.Οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠ.ΠΟ.Α. δεν υποχρεούνται να απασχολούν και να αμείβουν, με οποιαδήποτε σχέση, τους εργαζόμενους για τους οποίους με την με αριθμ. 3104/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, έχει αναγνωρισθεί τελεσίδικα (μετά την απόρριψη της έφεσης του Ελλ. Δημοσίου κατ’ αυτής με την με αριθμ. 7083/2014 απόφαση του Εφετείου Αθηνών), ότι κατά το χρονικό διάστημα, που είχαν συνάψει με το Ελλ. Δημόσιο διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, ως φύλακες αρχαιοτήτων του ΥΠ.ΠΟ.Α., συνδέονται μ’ αυτό με ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου (ομοφ.).


ΕλΣυν/ΠΡΚ.7/24η/2015

Διαταγή πληρωμής.Εφεση.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως το Κλιμάκιο κρίνει ότι κρίσιμη εν προκειμένω παρίσταται η διευκρίνιση της τύχης της ασκηθείσας εφέσεως καθώς και η τυχόν κατάθεση αίτησης αναστολής και η επ’ αυτής απόφαση προκειμένου να διευκρινιστεί εάν η διαταγή πληρωμής έχει πράγματι εξοπλισθεί με δύναμη δεδικασμένου. Προς το σκοπό διάγνωσης αυτής της πραγματικής κατάστασης πρέπει να προσκομισθούν ενώπιον του Κλιμακίου: α) η τυχόν ασκηθείσα από το Δήμο ..... αίτηση αναστολής και η  εκδοθείσα επ’ αυτής απόφαση,  β) αντίγραφο της εφέσεως από την οποία να προκύπτει η ημερομηνία κατάθεσής της στο Ειρηνοδικείο και ο τυχόν προσδιορισμός αυτής στο Μονομελές Πρωτοδικείο ..... και γ) σε περίπτωση εκδικάσεως της εφέσεως, η επ’ αυτής εκδοθείσα απόφαση.


ΜΠρΘΕσ/33296/2009

Ο σκοπός της καθιερώσεως της διαταγής πληρωμής και ως τίτλου επιβολής συντηρητικής κατασχέσεως είναι συνακόλουθος με το σκοπό της εισαγωγής της διαδικασίας της διαταγής πληρωμής, η οποία συνιστά μέτρον που προάγει κατ" εξοχήν την ταχύτητα κατά την απονομή της δικαιοσύνης (βλ. !. Καστριώτη, Η κατάσχεσις εις χείρας τρίτου, τομ. Δεύτερος (1986) σ. 553, όπου και περαιτέρω παραπομπές στην υποσ. 20). Το γεγονός και μόνο ότι ο νόμος παρέχει ευχέρεια επιβολής αναγκαστικής κατασχέσεως με βάση τη διαταγή πληρωμής, δεν καθιστά περιττή τη δυνατότητα συντηρητικής κατασχέσεως, ενόψει και του ότι σύμφωνα με το άρθρο 632 §2 ΚΠολΔ το δικαστήριο που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής, μπορεί κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να χορηγήσει αναστολή, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή. Επομένως, συντηρητική κατάσχεση , επιβαλλόμενη βάσει διαταγής πληρωμής, είναι νοητή και δυνατή κατά το διάστημα της αναστολής του άρθρου 632 §2 ΚΠολΔ, το οποίο εκτείνεται μέχρι την τελεσιδικία της αποφάσεως επί της ασκηθείσας ανακοπής (βλ. I. Καστριώτη ό.π. σ. 559, Κ. Μπέη Δ 10. 350, βλ. όμως και Σ. Ματθία Δ 10. 347 επ). Ο ΚΠολΔ σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει επί της συντηρητής κατασχέσεως, που διατάσσεται από το Δικαστήριο (αρθρ. 722 §2) δεν ορίζει τίποτε σχετικά με τη δυνατότητα και το χρόνο μεταβίβασης της κατασχεθείσας απαίτησης προς τον κατασχόντα συντηρητικώς σια- χέρια τρίτου, βάσει διαταγής πληρωμής, θα πρέπει όμως να γίνει δεκτό ότι η αναγκαστική εκχώρηση λαβαίνει χώρα από την επέλευση της τελεσιδικίας της επί της ασκηθείσας ανακοπής αποφάσεως, οπότε η επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση τρέπεται σε αναγκαστική και παύει η ευχέρεια του δανειστή να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση (βλ. \\ Καστριώτη ο.ττ. σ. 561, 562 πρβλ. και Θ. Λιβαθηνό, ΝοΒ 20. 1131, ΕφΑΘ 10153/1985 ΕλΑΔνη 1985. 1150).


ΕλΣυν/Τμ7/226/2010

Από τις ανωτέρω διατάξεις και ενόψει των προπαρατιθέμενων άρθρων 2 παρ.3 και 14 παρ.1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τα οποία δεν ιδρύουν μόνο διεθνή ευθύνη των συμβαλλομένων κρατών, αλλά έχουν άμεση εφαρμογή και υπερνομοθετική ισχύ θεμελιώνοντας δικαιώματα υπέρ των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους, επιπροσθέτως δε εγγυώνται την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο, καθώς και την πραγματική ικανοποίηση του δικαιώματος που επιδικάστηκε από αυτό, δηλαδή το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την οποία η προσφυγή στο δικαστήριο θα απέβαλλε την ουσιαστική αξία και χρησιμότητά της, συνάγεται ότι η νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως το τρίτο εδάφιο αυτού προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν. 3301/2004, σύμφωνα με την οποία δεν εκτελούνται οι αναφερόμενοι σ΄ αυτή εκτελεστοί τίτλοι, μεταξύ των οποίων και η διαταγή πληρωμής, αποβαίνει ανίσχυρη ως αντικειμένη προς τις αρχές της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που οι ως άνω εκτεθείσες διατάξεις κατοχυρώνουν (Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010, Α.Π. 2347/2009, βλ. και Ολομ. Α.Π. 21/2001). Επομένως, υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφώνεται και στις διαταγές πληρωμής, οι οποίες ναι μεν εκδίδονται από δικαστή, χωρίς προηγουμένως να ακουστεί και να αναπτύξει τις απόψεις του ο καθού, μετά από εξέταση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή τους και όχι από συγκροτημένο δικαστήριο, πλην όμως εξομοιώνονται λειτουργικώς με τις δικαστικές αποφάσεις, διότι αφενός επιλύουν διαφορές, αφετέρου ανταποκρίνονται στα βασικά λειτουργικά γνωρίσματα της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 του Συντάγματος δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στον καθού να ασκήσει ανακοπή και να προβάλει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων έκδοσης της διαταγής πληρωμής όσο και ως προς την απαίτηση. Ενόψει τούτων, όταν για την αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου δαπάνης το δικαίωμα αυτού για την πραγμάτωση της δαπάνης στηρίζεται σε διαταγή πληρωμής δικαστηρίου που εκδόθηκε στο πλαίσιο των διατάξεων 623 επ. του Κ.Πολ.Δικ., το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου χρηματικού εντάλματος, διότι δεν αποτελεί παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζήτημα κατά τον ασκούμενο έλεγχο του Συνεδρίου ο έλεγχος της ορθότητας ή μη της διαταγής πληρωμής, δηλαδή η νομιμότητα και βασιμότητα των λόγων και των όρων που την δικαιολογούν, η οποία αποτελεί γι’ αυτό νόμιμο δικαιολογητικό με το οποίο αποδεικνύεται η οικεία απαίτηση (πρβλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010).


ΕΣ/Τ7/77/2009

Κατά τον ενεργούμενο από τον Ελεγκτικό Συνέδριο έλεγχο των δαπανών, ως δικαιολογητικό της δαπάνης προσκομίζεται ο εκτελεστός τίτλος της διαταγής πληρωμής, το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ./τος 774/1980 να προέρχεται σε παρεμπίπτοντα έλεγχο ζητημάτων που άπτονται της νομιμότητας και κανονικότητας της δαπάνης και υπάγονται στη δικαιοδοσία και καθ’ ύλην αρμοδιότητα άλλων δικαστηρίων. Κατά τον έλεγχο αυτό παρακολουθεί και το θέμα της υποχρέωσης για συμμόρφωση ή μη του ελεγχόμενου φορέα προς εκδοθείσα διαταγή πληρωμής. Κατά συνέπεια, εάν ο εκδοθείς τίτλος πληρωμής της δαπάνης δεν συνοδεύεται από άλλα, πλην της διαταγής πληρωμής, δικαιολογητικά στα οποία να ερείδεται η καταβολή αυτού, η οποία, όπως προεκτέθηκε δεν δύναται να στηρίξει αυτοτελώς την νομιμότητα της δαπάνης αφού δεν ενέχει αυθεντική διάγνωση των αξιώσεων που περιέχει, δεν δημιουργείται υποχρέωση συμμόρφωσης των ΟΤΑ προς αυτή, ούτε εκτελείται κατ’ αυτών, το δε Ελεγκτικό Συνέδριο δεν δεσμεύεται να καταλήξει σε κρίση ότι η προαναφερόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη (βλ. Πρακτικά της 4ης Γεν. Συν. της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 27.2.2008, της 7ης Γεν. Συν. της Ολομ. του Ε.Σ. της 19-3-2003,Θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμήματος 14/2005, 27/2006, 237/2007, IV.Τμήμ.17/2001, 30, 31/2004, Ι Τμήμ. 51, 71/2005 και Πρακτικά Ι τμήματος Συν.14η/5.6.2007 Θέμα Β΄).