Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΜΠρΘΕσ/33296/2009

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3068/2002

Ο σκοπός της καθιερώσεως της διαταγής πληρωμής και ως τίτλου επιβολής συντηρητικής κατασχέσεως είναι συνακόλουθος με το σκοπό της εισαγωγής της διαδικασίας της διαταγής πληρωμής, η οποία συνιστά μέτρον που προάγει κατ" εξοχήν την ταχύτητα κατά την απονομή της δικαιοσύνης (βλ. !. Καστριώτη, Η κατάσχεσις εις χείρας τρίτου, τομ. Δεύτερος (1986) σ. 553, όπου και περαιτέρω παραπομπές στην υποσ. 20). Το γεγονός και μόνο ότι ο νόμος παρέχει ευχέρεια επιβολής αναγκαστικής κατασχέσεως με βάση τη διαταγή πληρωμής, δεν καθιστά περιττή τη δυνατότητα συντηρητικής κατασχέσεως, ενόψει και του ότι σύμφωνα με το άρθρο 632 §2 ΚΠολΔ το δικαστήριο που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής, μπορεί κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να χορηγήσει αναστολή, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή. Επομένως, συντηρητική κατάσχεση , επιβαλλόμενη βάσει διαταγής πληρωμής, είναι νοητή και δυνατή κατά το διάστημα της αναστολής του άρθρου 632 §2 ΚΠολΔ, το οποίο εκτείνεται μέχρι την τελεσιδικία της αποφάσεως επί της ασκηθείσας ανακοπής (βλ. I. Καστριώτη ό.π. σ. 559, Κ. Μπέη Δ 10. 350, βλ. όμως και Σ. Ματθία Δ 10. 347 επ). Ο ΚΠολΔ σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει επί της συντηρητής κατασχέσεως, που διατάσσεται από το Δικαστήριο (αρθρ. 722 §2) δεν ορίζει τίποτε σχετικά με τη δυνατότητα και το χρόνο μεταβίβασης της κατασχεθείσας απαίτησης προς τον κατασχόντα συντηρητικώς σια- χέρια τρίτου, βάσει διαταγής πληρωμής, θα πρέπει όμως να γίνει δεκτό ότι η αναγκαστική εκχώρηση λαβαίνει χώρα από την επέλευση της τελεσιδικίας της επί της ασκηθείσας ανακοπής αποφάσεως, οπότε η επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση τρέπεται σε αναγκαστική και παύει η ευχέρεια του δανειστή να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση (βλ. \\ Καστριώτη ο.ττ. σ. 561, 562 πρβλ. και Θ. Λιβαθηνό, ΝοΒ 20. 1131, ΕφΑΘ 10153/1985 ΕλΑΔνη 1985. 1150).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΑΕΔ 18/2005

Αίτηση για άρση αποφατικής σύγκρουσης δικαιοδοσίας, ασκούμενη στο ΑΕΔ - φύση διαταγής πληρωμής  αναστολή προθεσμιών στις δικαστικές διακοπές.(...) Στην προκειμένη περίπτωση, όπως εκτίθεται στην πρώτη σκέψη, η διαφορά προκλήθηκε από την άσκηση ανακοπής και στη συνέχεια εφέσεως ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου κατά διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε από πολιτικό δικαστή, κατά τη διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 του Κώδικα Πολιτ. Δικονομίας. Δεδομένου ότι η έκδοση διαταγής πληρωμής εντάσσεται στην άσκηση δικαστικής και όχι διοικητικής αρμοδιότητας, ο έλεγχος της ορθότητας της αποφάσεως του δικαστικού λειτουργού της πολιτικής δικαιοδοσίας, που δέχθηκε την αίτηση εκδόσεως διαταγής πληρωμής για απαίτηση από σύμβαση δημοτικού έργου, ανήκει, κατά τα προεκτεθέντα, αποκλειστικά στα πολιτικά δικαστήρια. Συνεπώς, ορθώς, αν και με διάφορη αιτιολογία, απορρίφθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών η ανακοπή του Δήμου  κατά της  διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ, αντιθέτως, εσφαλμένως το πολιτικό Εφετείο Αθηνών απέρριψε έφεση του Δήμου  κατά της αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που είχε απορρίψει για έλλειψη δικαιοδοσίας ανακοπή του Δήμου κατά της ανωτέρω διαταγής πληρωμής υπό τα συντρέχοντα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υποθέσεως,..Δια ταύτα Αίρει υπέρ της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων την αποφατική σύγκρουση, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.Εξαφανίζει την 8462/22-10-2002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και παραπέμπει την υπόθεση στο δικαστήριο προς κρίση.


ΝΣΚ/253/2016

Κατάσχεση εκ μέρους της Διοίκησης, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, κατά υποχρέου ο οποίος είχε προαποβιώσει της επιβολής της κατασχέσεως και υποχρέωση της Διοίκησης προς απόδοση του περιελθόντος σ’ αυτή προϊόντος της κατασχέσεως, προς εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή είσπραξης, ενόψει της διάταξης της παρ.8 του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται. Δικαιούχος της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.


ΕΣ/ΤΜ.7/246/2011

Έλλειμμα διαχείρισης Δήμου...Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει του ύψους του καταλογισθέντος σε βάρος του αιτούντος ποσού, το Τμήμα πιθανολογεί ότι η άμεση καταβολή από αυτόν του βεβαιωθέντος ποσού θα επιφέρει δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη στα μέσα διαβίωσης αυτού και της οικογένειάς του σε περίπτωση ευδοκίμησης της ασκηθείσας από αυτόν ανακοπής και, επομένως, συντρέχει νόμιμος λόγος χορήγησης της αιτούμενης αναστολής. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να διαταχθεί η αναστολή της εκτέλεσης της 2754/20.11.2009 ταμειακής βεβαίωσης, μέχρις ότου εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ανακοπής του αιτούντος ή να καταργηθεί η επί της ασκηθείσας ανακοπής δίκη, και να αποδοθεί σε αυτόν το παράβολο της αίτησης (βλ. το άρθρο 277 παρ. 9 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/3η/2011

ΘΕΜΑ Β .Με βάση τα ανωτέρω, όταν για την αξίωση του φερομένου ως δικαιούχου δαπάνης σε βάρος του Δημοσίου ή ο.τ.α. ή ν.π.δ.δ., το δικαίωμα αυτού για την πραγματοποίηση της δαπάνης στηρίζεται στον εκτελεστό τίτλο της διαταγής πληρωμής, η οποία, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 633 παρ. 1 και 2 του Κ.Πολ.Δ., κατέστη τελεσίδικη, εξομοιώνεται με δικαστική απόφαση και παράγει δεδικασμένο, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά το γενόμενο υπ' αυτού έλεγχο υποχρεούται σε θεώρηση του χρηματικού εντάλματος που εκδίδεται υπέρ του αιτηθέντος την έκδοση διαταγής πληρωμής και σε συμμόρφωση προς αυτήν, αφού και το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει να συμμορφωθεί με αυτήν, διότι δεν αποτελεί κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 17 του π.δ. 774/1980 παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζήτημα κατά τον ασκούμενο έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ο έλεγχος της ορθότητας ή μη της απόφασης επί της προσωρινής διαταγής, ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, κατά τα προαναφερθέντα, ανήκει στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και μάλιστα ανεξαρτήτως του ζητήματος εάν τα τελευταία έχουν δικαιοδοσία εκδόσεως διαταγής πληρωμής σε περίπτωση που η χρηματική απαίτηση προέρχεται από υποκείμενη σχέση δημοσίου δικαίου.


2/113406/0026/2013

Επίλυση διαφωνίας:Ως προς τη νομιμότητα δαπάνης που απορρέει από την εκτέλεση διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου

ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/3Η/2011

ΘΕΜΑ Α .Όταν,για την ύπαρξη δικαιώματος δανειστή υπάρχει δεδικασμένο από απόφαση των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρο 322 επ. Κ.Πολ.Δ.) το Ελεγκτικό Συνέδριο δεσμεύεται από αυτό. Περαιτέρω, με βάση τα ανωτέρω, όταν για την αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου δαπάνης σε βάρος του Δημοσίου ή ο.τ.α. ή ν.π.δ.δ., το δικαίωμα αυτού για την πραγματοποίηση της δαπάνης στηρίζεται στον εκτελεστό τίτλο της διαταγής πληρωμής, η οποία υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 633 παρ.1 και 2 του Κ.Πολ.Δ., κατέστη τελεσίδικη, εξομοιώνεται με δικαστική απόφαση και παράγει δεδικασμένο, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά το γενόμενο υπ' αυτού έλεγχο υποχρεούται σε θεώρηση του χρηματικού εντάλματος που εκδίδεται υπέρ του αιτηθέντος την έκδοση διαταγής πληρωμής και σε συμμόρφωση προς αυτήν,

ΕΣ/Τ7/77/2009

Κατά τον ενεργούμενο από τον Ελεγκτικό Συνέδριο έλεγχο των δαπανών, ως δικαιολογητικό της δαπάνης προσκομίζεται ο εκτελεστός τίτλος της διαταγής πληρωμής, το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ./τος 774/1980 να προέρχεται σε παρεμπίπτοντα έλεγχο ζητημάτων που άπτονται της νομιμότητας και κανονικότητας της δαπάνης και υπάγονται στη δικαιοδοσία και καθ’ ύλην αρμοδιότητα άλλων δικαστηρίων. Κατά τον έλεγχο αυτό παρακολουθεί και το θέμα της υποχρέωσης για συμμόρφωση ή μη του ελεγχόμενου φορέα προς εκδοθείσα διαταγή πληρωμής. Κατά συνέπεια, εάν ο εκδοθείς τίτλος πληρωμής της δαπάνης δεν συνοδεύεται από άλλα, πλην της διαταγής πληρωμής, δικαιολογητικά στα οποία να ερείδεται η καταβολή αυτού, η οποία, όπως προεκτέθηκε δεν δύναται να στηρίξει αυτοτελώς την νομιμότητα της δαπάνης αφού δεν ενέχει αυθεντική διάγνωση των αξιώσεων που περιέχει, δεν δημιουργείται υποχρέωση συμμόρφωσης των ΟΤΑ προς αυτή, ούτε εκτελείται κατ’ αυτών, το δε Ελεγκτικό Συνέδριο δεν δεσμεύεται να καταλήξει σε κρίση ότι η προαναφερόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη (βλ. Πρακτικά της 4ης Γεν. Συν. της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 27.2.2008, της 7ης Γεν. Συν. της Ολομ. του Ε.Σ. της 19-3-2003,Θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμήματος 14/2005, 27/2006, 237/2007, IV.Τμήμ.17/2001, 30, 31/2004, Ι Τμήμ. 51, 71/2005 και Πρακτικά Ι τμήματος Συν.14η/5.6.2007 Θέμα Β΄).


ΑΠ 471/2009

Διαταγή πληρωμής(..}σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 30 του ν.2789/2000, εξαιρούνται από τη ρύθμιση του εν λόγω άρθρου και συναφώς και από την προβλεπόμενη από αυτό απαγόρευση της έναρξης ή συνέχισης των πράξεων της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός των άλλων, και απαιτήσεις που καίτοι θα περιλαμβανόταν κατ' αρχή στη ρύθμιση του άρθρου 30 παρ.1 του Ν.2789/2000 κρίθηκαν οποτεδήποτε τελεσίδικα έως τη δημοσίευση του εν λόγω νόμου, έως δηλαδή την 11-2-2000, εκτός εάν η υπόθεση κατά την ημερομηνία ψήφισης αυτού εκκρεμεί στον ' Αρειο Πάγο. Στην εξαίρεση αυτή εμπίπτει όχι μόνο η έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης για την απαίτηση, αλλά και η επιδίκαση της απαίτησης με διαταγή πληρωμής, εφόσον αυτή απέκτησε ισχύ δεδικασμένου αφού, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 631, 632 παρ.1, 633 παρ.2, 904 παρ.2, 933 παρ.3 και 330 του ΚΠολΔ, η κατά τα άρθρα 623 επ. του ΚΠολΔ εκδιδόμενη διαταγή πληρωμής, μολονότι δε φέρει χαρακτήρα δικαστικής απόφασης, αλλ' αποτελεί απλώς τίτλο εκτελεστό, αποκτά εντούτοις ισχύ δεδικασμένου και ισοδυναμεί συνεπώς με τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης, μετά την τελεσίδικη απόρριψη της ανακοπής που ασκήθηκε κατ' αυτής ή μετά την άπρακτη πάροδο των προθεσμιών, προς άσκηση ανακοπής των άρθρων 632 παρ.1 και 633 παρ.2 του ΚΠολΔ, οπότε δεν μπορεί να προσβληθεί πλέον, παρά μόνο με αναψηλάφιση ... Επομένως, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της ρυθμιστικής εξαίρεσης της παρ.8 του άρθρου 30 του Ν.2789/2000 στις περιπτώσεις εκείνες οφειλών προς Τράπεζες, από πιστωτικές συμβάσεις, που κατά τα προαναφερόμενα δεν υπαγόταν καθόλου στις ρυθμίσεις του άρθρου 30 παρ.1 του Ν.2789/2000 και 47 παρ.1 του Ν.2873/2000 μέχρι την 9-5-2001, που άρχισε να ισχύει ο Νόμος 2912/2001, δηλαδή εκτός άλλων ειδικότερα και για οφειλές από συμβάσεις δανείων που έληξαν με καταγγελία μέχρι την 15-4-1998 και η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίησή τους είχε ολοκληρωθεί μέχρι την 9-5-2001...


ΝΣΚ/233/2014

Τρόπος συμμόρφωσης προς το περιεχόμενο προσωρινής διαταγής αναστολής εκτελέσεως κατασχέσεως εις χείρας τρίτου και άλλα αντιμετωπιζόμενα ζητήματα. 1) Δεν προκύπτει, κατά κυριολεξία, υποχρέωση συμμορφώσεως του τρίτου προς το περιεχόμενο της εκδοθείσας προσωρινής διαταγής, αλλά υποχρέωσή του να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που πηγάζουν από την κατάσχεση και την εξ αυτής αναγκαστική εκχώρηση των απαιτήσεων, όπως αυτές διαμορφώνονται σταδιακώς κατά την διάρκεια ισχύος της συμβατικής σχέσεως και εντός των πλαισίων της ενοχής του που πρόσκαιρα διαμορφώθηκε από τυχόν εκδοθείσα προσωρινή διαταγή δικαστού είτε των διοικητικών, είτε των πολιτικών δικαστηρίων, ή από απόφαση περί μερικής αναστολής εκτελέσεως, χωρίς να επηρεάζεται κατά τα άλλα η υποχρέωση του τρίτου προς τον αντισυμβαλλόμενό του-καθού η εκτέλεση. Κατά το μέρος που αφορά στο Δημόσιο, υφίσταται τυπικώς και κατ’ ουσίαν, υποχρέωση της αρμόδιας υπηρεσίας να προβεί στις ανάλογες ενέργειες προς είσπραξη των κατασχεθέντων ποσών, με ταμειακή βεβαίωση του ποσού εις βάρος του τρίτου, μετά τον χρόνο επιβολής της κατασχέσεως και εντός των πλαισίων που ετέθησαν από τυχόν εκδοθείσα προσωρινή διαταγή ή απόφαση περί μερικής αναστολής, με χρόνο ισχύος την επομένη μη εξαιρετέα ημέρα από της δημοσιεύσεώς τους και για το χρονικό διάστημα που υφίστανται οφειλές του καθού η κατάσχεση προς τον τρίτο, βάσει της μεταξύ τους σχέσεως. (ομοφ.) 2) Ο χρόνος ισχύος της προσωρινής διαταγής, είναι αυτός της εκδόσεως αυτής και, επομένως, κάθε έννομο αποτέλεσμά της, όπως προσδιορίζεται από την ανωτέρω απάντηση επί του 1ου ερωτήματος, άρχεται από την επομένη της ανωτέρω ημερομηνίας, μη εξαιρετέα ημέρα. Ως εκ τούτου, εάν ο τρίτος έχει ήδη καταβάλει στο Δημόσιο το ποσό της κατεσχημένης απαιτήσεως, η υπηρεσία οφείλει να αποδώσει το ποσό που τυχόν δεν υποχρεούταν να καταβάλει ο τρίτος εξ αιτίας ισχύος της προσωρινής διαταγής, προς τον αντισυμβαλλόμενό του-καθού η κατάσχεση, με αιτιολογία την μη νόμιμη είσπραξη, λόγω εκδόσεως της προσωρινής διαταγής. Στην περίπτωση της μη αποδόσεως του κατασχεθέντος ποσού από τον τρίτο, λόγω μη παρόδου των προθεσμιών (8ημέρου της παρ.2 άρθρου 30 και 10ημέρου άρθρου 30Α και παρ.2 άρθρου 30Β του ΚΕΔΕ), καθώς και της παρόδου των ανωτέρω προθεσμιών χωρίς ο τρίτος να αποδώσει τα κατασχεθέντα, εν συνεχεία δε, εκδόσεως προσωρινής διαταγής, ο χρόνος ενάρξεως των εννόμων συνεπειών εκ της προσωρινής διαταγής, όπως αυτές προαναφέρονται, θα εξαρτηθεί από τον χρόνο εκδόσεως αυτής και από το ακριβές περιεχόμενό της, στην τελευταία δε περίπτωση, θα πρέπει να γίνει ταμειακή βεβαίωση της οφειλής, κατά το μέρος που εξακολουθεί να υφίσταται υποχρέωση του τρίτου, όπως αναφέρεται στην απάντηση επί του 1ου ερωτήματος. (ομοφ.)


ΕλΣυν/Τμ7/226/2010

Από τις ανωτέρω διατάξεις και ενόψει των προπαρατιθέμενων άρθρων 2 παρ.3 και 14 παρ.1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τα οποία δεν ιδρύουν μόνο διεθνή ευθύνη των συμβαλλομένων κρατών, αλλά έχουν άμεση εφαρμογή και υπερνομοθετική ισχύ θεμελιώνοντας δικαιώματα υπέρ των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους, επιπροσθέτως δε εγγυώνται την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο, καθώς και την πραγματική ικανοποίηση του δικαιώματος που επιδικάστηκε από αυτό, δηλαδή το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την οποία η προσφυγή στο δικαστήριο θα απέβαλλε την ουσιαστική αξία και χρησιμότητά της, συνάγεται ότι η νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως το τρίτο εδάφιο αυτού προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν. 3301/2004, σύμφωνα με την οποία δεν εκτελούνται οι αναφερόμενοι σ΄ αυτή εκτελεστοί τίτλοι, μεταξύ των οποίων και η διαταγή πληρωμής, αποβαίνει ανίσχυρη ως αντικειμένη προς τις αρχές της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που οι ως άνω εκτεθείσες διατάξεις κατοχυρώνουν (Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010, Α.Π. 2347/2009, βλ. και Ολομ. Α.Π. 21/2001). Επομένως, υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφώνεται και στις διαταγές πληρωμής, οι οποίες ναι μεν εκδίδονται από δικαστή, χωρίς προηγουμένως να ακουστεί και να αναπτύξει τις απόψεις του ο καθού, μετά από εξέταση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή τους και όχι από συγκροτημένο δικαστήριο, πλην όμως εξομοιώνονται λειτουργικώς με τις δικαστικές αποφάσεις, διότι αφενός επιλύουν διαφορές, αφετέρου ανταποκρίνονται στα βασικά λειτουργικά γνωρίσματα της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 του Συντάγματος δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στον καθού να ασκήσει ανακοπή και να προβάλει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων έκδοσης της διαταγής πληρωμής όσο και ως προς την απαίτηση. Ενόψει τούτων, όταν για την αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου δαπάνης το δικαίωμα αυτού για την πραγμάτωση της δαπάνης στηρίζεται σε διαταγή πληρωμής δικαστηρίου που εκδόθηκε στο πλαίσιο των διατάξεων 623 επ. του Κ.Πολ.Δικ., το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου χρηματικού εντάλματος, διότι δεν αποτελεί παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζήτημα κατά τον ασκούμενο έλεγχο του Συνεδρίου ο έλεγχος της ορθότητας ή μη της διαταγής πληρωμής, δηλαδή η νομιμότητα και βασιμότητα των λόγων και των όρων που την δικαιολογούν, η οποία αποτελεί γι’ αυτό νόμιμο δικαιολογητικό με το οποίο αποδεικνύεται η οικεία απαίτηση (πρβλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010).