Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν.Κλ.Τμ.1/185/2013

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2112/1920, 3068/2002

Καταβολή αποδοχών, εξόδων κινήσεως και επιδομάτων εορτών και αδείας σε υπάλληλο Δήμου: Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη κατά το μέρος των μισθολογικών εκείνων παροχών, που ανάγονται σε χρόνο κατά τον οποίο ίσχυε η από 12.4.2011 προσωρινή διαταγή και έχουν υπολογισθεί βάσει του ισχύοντος επί συμβάσεων εξηρτημένης εργασίας καθεστώτος είναι νόμιμη, συμφώνως και προς τα οριστικώς κριθέντα με την 141/2012 πράξη του Ι Τμήματος του Δικαστηρίου τούτου, δοθέντος ότι η Επίτροπος δεν προβάλλει άλλο λόγο μη νομιμότητος της εκκαθαρίσεως αυτών. Περαιτέρω, κατά το μέρος της δαπάνης που αφορά στην καταβολή μισθολογικών παροχών για το διάστημα από 6.7.2011 και εντεύθεν, ήτοι μετά την έκδοση της αποφάσεως ασφαλιστικών μέτρων και την κοινοποίηση αυτής στον Δήμο, το Κλιμάκιο κρίνει ότι συνιστά προσήκουσα συμμόρφωση προς το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής η καταβολή στην φερομένη ως δικαιούχο των αποδοχών εκείνων που της αναλογούν ως εργαζομένης υπό καθεστώς συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας και όχι έργου, όπως αβασίμως προβάλλει η Επίτροπος.(...)Επομένως, ο προσδιορισμός του είδους και του ύψους των αποδοχών σε συνάρτηση προς την σύμβαση εξηρτημένης εργασίας συνιστά, εν προκειμένω, ρητή κρίση του Δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων (βλ. άλλωστε και τη σχετική διατύπωση της προσωρινής διαταγής) που περιλαμβάνεται στο διαταχθέν μέτρο και όχι μόνο στις κατά πιθανολόγηση σκέψεις του επί της φύσης της έννομης σχέσης, για τον λόγο δε αυτό καλύπτεται από το προσωρινό δεδικασμένο και δεσμεύει τόσο την Διοίκηση όσο και το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον παρόντα έλεγχο νομιμότητας της επίμαχης δαπάνης.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/264/2019

Καταβολή αναδρομικών αποδοχών...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος από την διαφωνούσα Επίτροπο λόγος είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η εντελλόμενη με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνη είναι μη νόμιμη. Και τούτο διότι, λαμβάνοντας υπόψη ότι η σε συμμόρφωση προς την προαναφερθείσα απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου … κατάταξη των φερόμενων ως δικαιούχων υπαλλήλων σε προσωποπαγείς θέσεις του Δήμου … δεν συνιστά νέο διορισμό ούτε μετάταξη τους σε ανώτερη κατηγορία, η εντελλόμενη διαφορά αποδοχών, λόγω της επανακατάταξής τους σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, προέκυψε ενόψει μισθολογικών ωριμάνσεων, ήτοι συμπλήρωσης του απαιτούμενου από τις διατάξεις του ν. 4354/2015 χρόνου υπηρεσίας σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο κάθε κατηγορίας, που έλαβαν χώρα μετά την μισθολογική κατάταξή τους βάσει του νόμου αυτού. Επομένως, η μισθολογική αυτή εξέλιξη των ως άνω υπαλλήλων, η οποία επέρχεται δυνάμει του χρόνου υπηρεσίας που αναγνωρίζεται από το Δήμο …, δεν εξαιρείται από τη γενική αναστολή της μισθολογικής εξέλιξης όλων ανεξαιρέτως των υπαλλήλων, που καθιερώνεται στο άρθρο 26 του ν. 4354/2015, αφού, σε κάθε περίπτωση, με την αναγνώριση της εξ αρχής σύνδεσης των υπαλλήλων αυτών με τον συγκεκριμένο Δήμο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι ανωτέρω εξομοιώνονται στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις με τους λοιπούς υπαλλήλους του Δήμου. Κατόπιν τούτων, δοθέντος ότι το μέχρι τις 31.12.2017 αναγνωρισθέν χρονικό διάστημα δεν μπορεί να υπολογισθεί για την μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων, κατά παράβαση των προαναφερόμενων διατάξεων του ν. 4351/2015 λήφθηκε υπόψη, για την κατάταξη των φερόμενων ως δικαιούχων στα ως άνω ανώτερα μισθολογικά κλιμάκια, ο χρόνος υπηρεσίας τους που διανύθηκε στο Δήμο … κατά το διάστημα ισχύος της αναστολής των μισθολογικών ωριμάνσεων (πρβλ. Ε.Σ. Πρ. ΚΠΕΔ στο Ι Τμ. 204/2016).


Κλ.1/ΠΡΑΚΤΙΚΑ/ΣΥΝ25η,25ηα/2014

Αναδρομική καταβολή διαφορών αποδοχών.(...) α) Aπό τελεσίδικη αναγνωριστική απόφαση πολιτικού δικαστηρίου, με την οποία διαγιγνώσκεται αυθεντικώς η ύπαρξη σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, παρεμπιπτόντως δε και η παρανομία της διοίκησης να κατατάξει τον εργαζόμενο σε προσωρινή θέση αορίστου χρόνου αναδρομικά από το χρόνο κατά τον οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 17 του ν.2839/2000, παράγεται υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης, η οποία εξικνείται μέχρι της αναδρομικής κατάταξης του ενάγοντος στη συσταθείσα προσωρινή θέση από το χρόνο που ορίζει το ίδιο το Δικαστήριο στην απόφασή του, καθώς και του υπολογισμού του χρόνου αυτού, κατά πλάσμα δικαίου, ως διανυθέντος με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου για όλες τις έννομες συνέπειες. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Διοικητικών Δικαστηρίων, με τις οποίες η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη εξαφανίζεται έναντι πάντων και αναδρομικώς, οι ως άνω αναφερόμενες αναγνωριστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων δεν προβαίνουν σε διάπλαση της έννομης σχέσης που συνδέει τον εργαζόμενο με το Δημόσιο ούτε και σε μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτών, αλλά αντικείμενό τους αποτελεί απλώς η αυθεντική διάγνωση της ύπαρξης ή της συγκεκριμένης έννομης σχέσης. Ενόψει αυτού, η καταβολή αναδρομικών αποδοχών στον εργαζόμενο εκείνο, του οποίου η εργασιακή σχέση αναγνωρίστηκε τελεσιδίκως με δύναμη δεδικασμένου ως αορίστου χρόνου, δεν αποτελεί άμεση και ευθεία απόρροια του δεδικασμένου αυτού, αλλά, αντιθέτως, έμμεση αντανακλαστική συνέπειά του διότι η καταδίκη του εναγομένου εργοδότη στην καταβολή αποδοχών δεν αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικής κρίσης και, ως εκ τούτου, δεν κατελήφθη από την περί δεδικασμένου δέσμευση κατά τα ως άνω. β) Υπό το πρίσμα αυτό, η καταβολή αναδρομικών αποδοχών δεν συνιστά την αναγκαία πράξη προσήκουσας συμμόρφωσης της Διοίκησης προς το περιεχόμενο της εν λόγω δικαστικής απόφασης και, ως εκ τούτου, η τελευταία δεν δύναται να αποτελέσει νόμιμο και πλήρες δικαιολογητικό της απαίτησης του φερόμενου ως δικαιούχου σε βάρος του οικείου φορέα. Η καταβολή αποδοχών για το χρονικό διάστημα της αναδρομής αποτελεί έμμεση αντανακλαστική συνέπεια της αναγνωριστικής απόφασης, υπό την έννοια ότι εφόσον η φερόμενη ως δικαιούχος δεν απασχολήθηκε από το Δημόσιο ως εργαζόμενη αορίστου χρόνου, το τελευταίο κατέστη υπερήμερο ως προς την αποδοχή της εργασίας της και οφείλει να της καταβάλει αποδοχές καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της υπερημερίας, σύμφωνα με το άρθρο 656 του Α.Κ., η τελευταία έχει εκ της συμβάσεως πλέον αξίωση για την καταβολή των αναδρομικών διαφορών αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων δώρων εορτών και επιδομάτων αδείας, υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι η σύμβασή της δεν έχει καταγγελθεί. Και ναι μεν η αξίωσή της δύναται να ικανοποιηθεί από τον αρμόδιο φορέα κατόπιν αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου προς την αρμόδια αρχή πληρωμής, χωρίς να απαιτείται να μεσολαβήσει προηγούμενη δικαστική κρίση κατόπιν άσκησης αγωγής από αυτήν, πλην όμως η ικανοποίησή της υπόκειται στην προβλεπόμενη από το άρθρο το άρθρο 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού διετή παραγραφή, που εκκινεί από το χρόνο γένεση εκάστης αξίωσης και όχι από τη δημοσίευση της απόφασης του Εφετείου, με την οποία αναγνωρίστηκε η φύση της εργασιακής της σχέσης με το Δημόσιο ως αορίστου χρόνου.


ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)191/2013

Αναστολή εκτέλεσης.(...) Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του ΟΤΕΚ, όφειλαν να συμμορφωθούν προς το περιεχόμενο τόσο της από 3.5.2012 προσωρινής διαταγής όσο και προς εκείνο της 610/2012 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, διά των οποίων διετάχθη η αναστολή εκτελέσεως της 94/26.3.2012 αποφάσεως του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε.Κ., περί λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, μεταξύ του φερομένου ως δικαιούχου και του ως άνω Οργανισμού. Στο πλαίσιο δε αυτό, μετά την έκδοση και κοινοποίηση της από 3.5.2012 προσωρινής διαταγής τα εν λόγω όργανα είχαν υποχρέωση να επαναφέρουν τα πράγματα στην κατάσταση στην οποία ευρίσκοντο προ της λύσεως της υπαλληλικής σχέσεως, διά της επανόδου του φερομένου ως δικαιούχου στην θέση του και της καταβολής των αναλογουσών σ’ αυτόν αποδοχών (πρβλ. απόφ. Τριμ. Συμβ. Συμμ. ΣτΕ 28/2010), μετά δε την έκδοση της 610/2012 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου να διατηρήσουν τον φερόμενο ως δικαιούχο στην ενεργό υπηρεσία μέχρις εκδόσεως αποφάσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/112/2017

Ασφαλιστικα μετρα-Καταβολή αναδρομικών συμβασιούχου έργου.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη, κατά το μέρος των μισθολογικών εκείνων παροχών, που ανάγονται σε χρόνο μετά την έκδοση της 4877/2010 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων (23.6.2010) έως και την κοινοποίηση της τελεσίδικης απόφασης επί της κύριας αγωγής του εν λόγω υπαλλήλου (12.3.2014), παρίσταται μη νόμιμη, δοθέντος ότι η επίμαχη καταβολή, ήτοι παροχών υπό καθεστώς εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και όχι σύμβασης έργου, συνιστά μη προσήκουσα συμμόρφωση προς το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής, όπως βασίμως προβάλλει η Επίτροπος, παρελκούσης της εξέτασης των λοιπών λόγων αυτής. Τούτο, δε, διότι το δημοτικό ν.π.δ.δ. ήταν υποχρεωμένο να διατηρήσει το μισθολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς του ...ως συμβασιούχου έργου, στη διατήρηση του οποίου, άλλωστε, αποσκοπεί και η διαταχθείσα με την 4877/2010 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων προσωρινή ρύθμιση κατάστασης, υπό την έννοια της εξακολούθησης της  ισχύος της  επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς να δεσμεύεται από τις κρίσεις εκείνες που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της πιθανολόγησης  και αφορούν στην ασφαλιστέα έννομη σχέση, δηλαδή τον νομικό χαρακτηρισμό που απέδωσε η επίμαχη δικαστική απόφαση στη σχέση εργασίας που συνδέει τον μισθωτό με το νομικό πρόσωπο και, κυρίως, χωρίς να αλλοιώνει το είδος και το ύψος των αποδοχών που του κατέβαλλε, όσο η έννομη σχέση λειτουργούσε. Από την επισκόπηση, εξάλλου, του διατακτικού της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, προκύπτει ότι το δημοτικό ν.π.δ.δ. υποχρεώθηκε δι’ αυτής και μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της κύριας αγωγής να καταβάλλει στον ανωτέρω υπάλληλο αποκλειστικά το ποσό των 1.578,00 ευρώ μηνιαίως και όχι τυχόν άλλες εκ του νόμου προβλεπόμενες παροχές


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/321/2019

Καταβολή αναδρομικών αποδοχών σε υπαλλήλους..:Με τα δεδομένα αυτά οι εντελλόμενες δαπάνες είναι νόμιμες, αφού οι φερόμενες ως δικαιούχοι διορίστηκαν αναδρομικά από 2.2.2015 στα πλαίσια της υποχρεωτικής συμμόρφωσης της Διοίκησης προς την 95/2017 ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου … και ως εκ τούτου δικαιούνται το σύνολο των αποδοχών που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα του αναδρομικού διορισμού τους. Περαιτέρω, ενόψει του άρθρου 16 παρ. 4 του ν. 3863/2010, ο τυχόν καταλογισμός συντάξεων που έλαβαν συνταξιούχοι αναπηρίας οι οποίοι αναλαμβάνουν εργασία είναι ζήτημα που ανήκει στην αρμοδιότητα του εκάστοτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης και δεν τίθεται θέμα συμψηφισμού αποδοχών με τις συντάξεις αναπηρίας που τυχόν έλαβαν οι φερόμενες ως δικαιούχοι (Φ.11221/13237/199/2015/2016 εγκύκλιο Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης). Κατόπιν αυτών, οι εντελλόμενες, με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα, δαπάνες είναι νόμιμες και αυτά πρέπει να θεωρηθούν.


ΕλΣυνΚλ.Τμ.1/140/2018

Καταβολή αναδρομικών αποδοχών:..Υπό τα δεδομένα αυτά, και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος με την έκθεση διαφωνίας λόγος είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη. Και τούτο, διότι είναι μη νόμιμη η κατάταξη της υπαλλήλου στο 4ο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ, αφού, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη της παρούσας, αυτή έπρεπε, κατ’ ορθήν ερμηνεία των διατάξεων του ν. 4354/2015, να καταταγεί στο 3ο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ, με βασικό μισθό 978,00 ευρώ, το οποίο είναι το πλησιέστερο ποσοτικά με το, μέχρι τη μετάταξή της λαμβανόμενο, 4ο μισθολογικό κλιμάκιο ΥΕ, το οποίο αντιστοιχούσε σε Β.Μ. ύψους 909,00 ευρώ. Συνεπώς, εκ του λόγου αυτού η δαπάνη είναι μη νόμιμη, κατά το μέρος αυτής με το οποίο εντέλλεται ποσό διαφοράς αποδοχών υπερβαίνουσας τη διαφορά των εν λόγω μισθολογικών κλιμακίων (4ο ΔΕ - 4ο ΥΕ). Κατόπιν τούτων, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει αυτό να θεωρηθεί.ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.4/41/2018


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/271/2013

Καταβολή μισθοδοσίας σε υπαλλήλους Δήμου:..Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι τα Πρακτικά Συνεδριάσεως της 18ης Δεκεμβρίου 2012 του Ειρηνοδικείου .., τα οποία φέρουν τα αναγκαία εξωτερικά στοιχεία του κατά νόμον τύποις υποστατού αυτών, ήτοι υπογραφή του οικείου Ειρηνοδίκη και του Γραμματέως αποτελούν τίτλο εκτελεστό, κατ’ άρθρο 904 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τούτο δε, διότι η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3301/2004, περί μη εκτελεστότητος, μεταξύ άλλων τίτλων, και των πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού, δεν είναι συμβατή προς τις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 2 και 14 του ΔΣΠΑΠΔ), στα οποίο εντάσσεται και το δικαίωμα αναγκαστικής εκτελέσεως για την ικανοποίηση αξιώσεων του ουσιαστικού δικαίου, όπως αυτό οργανώνεται νομοθετικώς στα άρθρα 904 επ. ΚΠολΔ, που περιλαμβάνει μεταξύ των εκτελεστών τίτλων και τα πρακτικά των ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν δικαστικό συμβιβασμό (άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ΄ του ΚΠολΔ). Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την διενέργεια του εξωτερικού προληπτικού ελέγχου της νομιμότητος της απορρέουσας από τα πρακτικά αυτά δαπάνης, δεν δύναται να αμφισβητήσει το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, καθόσον μία τέτοια αμφισβήτηση συνιστά αντικείμενο διαγνωστικής δίκης ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου, η οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την διαδικασία του προληπτικού ελέγχου της δαπάνης, όπως βασίμως προβάλλει ο Δήμος ... με το από 8.4.2013 έγγραφο του Νομικού του Συμβούλου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο Επίτροπος με την έκθεση διαφωνίας του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.(..)Κατ’ ακολουθίαν αυτών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.


ΑΠ 575/2018

Καταβολή μισθολογικών παρχών με βάση συλλογικές συμβάσεις εργασίας- Αίτηση αναίρεσης:..Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δεύτερο και τελευταίο από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης, το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. προσάπτει στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια ότι εσφαλμένως και κατά παράβαση του άρθρου 904 του ΑΚ, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε ως νομικά αβάσιμο τον δεύτερο λόγο της έφεσης αυτού, με τον οποίο ισχυρίσθηκε ότι δεν συνέτρεχαν κατά νόμο οι προϋποθέσεις βασιμότητας της αγωγής των εναγόντων και ήδη αναιρεσιβλήτων προς λήψη των αιτουμένων μισθολογικών παροχών από την παρασχεθείσα στο εναγόμενο και ήδη αναιρεσείον εργασία τους, ως προς την επικουρική εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού βάση της αγωγής, καθόσον το εναγόμενο και ήδη αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ δεν θα προέβαινε στην πρόσληψη άλλων μισθωτών με έγκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας προς κάλυψη των αναγκών του, μετά την αποχώρηση των εναγόντων και ήδη αναιρεσίβλητων, γεγονός που προέκυψε άλλωστε και κατά την αποδεικτική διαδικασία. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότι για τη γέννηση των αξιώσεων των αναιρεσιβλήτων προς απόδοση του πλουτισμού του αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. από την παροχή σε αυτό εργασίας στο πλαίσιο λειτουργίας άκυρων συμβάσεων εργασίας, αρκούσε το γεγονός της πραγματικής παροχής των υπηρεσιών των αναιρεσιβλήτων προς το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. για όσο χρονικό διάστημα αυτοί πράγματι απασχολήθηκαν σε αυτό και κατά συνέπεια είναι αδιάφορο το εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση το αναιρεσείον από οικονομικούς ή άλλους λόγους δεν προέβη ή δεν θα προέβαινε σε κάθε περίπτωση στην πρόσληψη άλλων μισθωτών με έγκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας προς κάλυψη των αναγκών του. Μη υπάρχοντος άλλου λόγου, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αίτηση αναίρεσης. 


ΕλΣυν/ΚΠΕ.Τμ.1/271/2013

Δικαστικός συμβιβασμός.(...)Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία ότι τα Πρακτικά Συνεδριάσεως της 18ης Δεκεμβρίου 2012 του Ειρηνοδικείου…, τα οποία φέρουν τα αναγκαία εξωτερικά στοιχεία του κατά νόμον τύποις υποστατού αυτών, ήτοι υπογραφή του οικείου Ειρηνοδίκη και του Γραμματέως αποτελούν τίτλο εκτελεστό, κατ’ άρθρο 904 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τούτο δε, διότι η διάταξη του άρθρου 1  του ν. 3068/2002, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3301/2004, περί μη εκτελεστότητος, μεταξύ άλλων τίτλων,  και των πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού, δεν είναι συμβατή προς τις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6  της ΕΣΔΑ και 2 και 14 του ΔΣΠΑΠΔ), στα οποίο εντάσσεται και το δικαίωμα αναγκαστικής εκτελέσεως για την ικανοποίηση αξιώσεων του ουσιαστικού δικαίου, όπως αυτό οργανώνεται νομοθετικώς στα άρθρα 904 επ. ΚΠολΔ, που περιλαμβάνει μεταξύ των εκτελεστών τίτλων και τα πρακτικά των ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν δικαστικό συμβιβασμό (άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ΄ του ΚΠολΔ). Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την διενέργεια του εξωτερικού προληπτικού ελέγχου της νομιμότητος της απορρέουσας από τα πρακτικά αυτά δαπάνης, δεν δύναται να αμφισβητήσει το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, καθόσον μία τέτοια αμφισβήτηση συνιστά αντικείμενο διαγνωστικής δίκης ενώπιον του κατά δικαιοδοσία αρμοδίου πολιτικού δικαστηρίου, η οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την διαδικασία του προληπτικού ελέγχου της δαπάνης, όπως βασίμως προβάλλει ο Δήμος …με το από 8.4.2013 έγγραφο του Νομικού του Συμβούλου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο Επίτροπος με την έκθεση διαφωνίας του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατά συνέπεια, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/281/2018

Καταβολή αποδοχών επικουρικού προσωπικού:Υπό τα δεδομένα αυτά, και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη. Και τούτο διότι η σύμβαση ορισμένου χρόνου του εν λόγω επικουρικού ιατρού υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της εξαίρεσης της παρ. 2 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004, που επιτρέπει την καθ’ υπέρβαση του 24μηνου απασχόληση προσωπικού ορισμένου χρόνου ενταγμένου σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα, δοθέντος ότι η απασχόλησή του εντάχθηκε, όπως προκύπτει από τις οικείες τροποποιητικές του συμβάσεις, ήδη στο ανωτέρω συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα. Ενόψει τούτων, επιτρεπτώς η από 6.5.2017 σύμβασή του υπερέβη, μετά την παράτασή της από 6.5.2018 μέχρι 31.1.2019, με το άρθρο 27 του ν. 4532/2018, την αρχικώς συναφθείσα κατ’ απώτατο χρονικό όριο της παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004 επιτρεπόμενη διάρκεια, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η σύμβαση αυτή είχε ήδη συναφθεί κατά τον χρόνο που εντάχθηκε σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα. Παρέπεται δε ότι η εξαίρεση της ελεγχόμενης σύμβασης του άνω ιατρού από τον κανόνα που θεσπίζεται με την παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004 ισχύει μόνον για όσο χρόνο η απασχόλησή του στο Νοσοκομείο παραμένει ενταγμένη σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα η(..) επίμαχη παράταση της σύμβασης εξηρτημένης εργασίας παρίσταται μη νόμιμη, καθόσον συνιστά διαδοχική σύμβαση που εξικνείται ανεπιτρέπτως, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 164/2004, σε διάστημα πέραν των 24 μηνών. Η δε μεταβολή του φορέα καταβολής της μισθοδοσίας του φερόμενου ως δικαιούχου ιατρού, λόγω της ένταξής του κατά την πρώτη παράταση της από 6.5.2017 σύμβασής του, στο προαναφερόμενο συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα, δεν τον εντάσσει αυτόθροα στην εξαίρεση της παρ. 2 του άρθρου 6 του άνω διατάγματος, διότι δεν μεταβάλλει το είδος της εργασιακής του σχέσης με το άνω νοσηλευτικό ίδρυμα, που ήταν και παραμένει σύμβαση εξηρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, αφού και η ελεγχόμενη διαδοχική σύμβαση-παράταση καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου εργοδότη και ίδιου εργαζόμενου, για την ίδια ειδικότητα και με τους ίδιους όρους εργασίας. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι η παραβίαση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ/τος 164/2004 και η ένεκα αυτής ακυρότητα της τελευταίας συμβάσεως δεν επιφέρει δυσμενείς μισθολογικές συνέπειες για τον απασχοληθέντα ιατρό, ο οποίος εξακολουθεί, πλην άλλων, να έχει αξίωση καταβολής του συμβατικού του μισθού,  συμφώνως προς το εδάφιο α΄ της παρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ/τος 164/2004. Η γνώμη, όμως, αυτή δεν εκράτησε.