Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Επτ/2489/2011

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Μελέτες.Συμπληρωματικές συμβάσεις.Με αυτά τα δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα μείζονος – επταμελούς σύνθεσης άγεται στην κρίση ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών δεν αιτιολογείται ως προς το προαπαιτούμενο της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων εκ μέρους του αρμοδίου για την έκδοση της σχετικής απόφασης Aναπληρωτή Διευθυντή Συγκοινωνιακών Έργων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, απορριπτομένων ως αβασίμων των σχετικών λόγων αναθεώρησης περί συνδρομής των περιστάσεων αυτών και περί της ύπαρξης επαρκούς αιτιολογίας στην αιτιολογική έκθεση. Συγκεκριμένα, ως προς την ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά και την παρεμβαίνουσα σύμπραξη, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, λεκτέον ότι τούτο θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, όπως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Επταμ/3210/2011

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το παρόν Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης των προτεινόμενων με το σχέδιο σύμβασης συμπληρωματικών μελετών δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν αποδεικνύεται, με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, εκ μέρους των αρμοδίων διοικητικών οργάνων, η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης που να κατέστησε αναγκαία την ανάθεση εκπόνησης αυτών. Ειδικότερα, στη συνοδεύουσα το συγκριτικό πίνακα προεκτεθείσα αιτιολογική έκθεση δε γίνεται αναφορά στις αποτυπώσεις της προϋπάρχουσας αναγνωριστικής μελέτης και στις συγκεκριμένες αποδοχές αυτής, που ανετράπησαν κατά την εκπόνηση των συμβατικών μελετών σε τέτοιο βαθμό ώστε να απαιτούνται συμπληρωματικές μελέτες, ούτε, περαιτέρω, αιτιολογείται ότι οι διαφοροποιήσεις που ανέκυψαν δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί από τους αναδόχους μελετητές κατά την σύνταξη της προσφοράς τους, δεδομένου ότι ήταν γνωστό πως η μελέτη, στην οποία βασίστηκε η προκήρυξη της διαδικασίας ανάθεσης της μελέτης, ήταν αναγνωριστική και όχι βεβαίως οριστική. Και ναι μεν ισχυρίζεται το Δημόσιο με την υπό κρίση αίτηση ότι κατά την εκπόνηση της μελέτης, που ανατέθηκε στους αναδόχους με την αρχική σύμβαση, οι μελέτες που εκπόνησαν οι ανάδοχοι (προωθημένη αναγνωριστική μελέτη, η προμελέτη οδοποιϊας και κόμβων, προκαταρκτική μελέτη τεχνικών έργων και προμελέτη οχετών), στηρίχθηκαν στα ενημερωμένα δορυφορικά υπόβαθρα κλίμακας 1:500 και στους νέους ορθοφωτοχάρτες, που εντοπίζουν λεπτομέρειες, τις οποίες η αναγνωριστική μελέτη, στην οποία βασίστηκε η προκήρυξη της ανάθεσης της αρχικής σύμβασης μελέτης, δεν μπορούσε να εντοπίσει γιατί είχε στηριχθεί στα τότε διαθέσιμα υπόβαθρα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού κλίμακας 1:50.000, πλην όμως, όπως συνομολογείται με την υπό κρίση αίτηση, στην οποία επαναλαμβάνονται οι προβληθέντες με την ασκηθείσα ενώπιον του VI Τμήματος αίτηση ανακλήσεως ισχυρισμοί του δημοσίου, οι αποκλίσεις στην εκτίμηση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης εκπόνησης μελέτης όταν η σύμβαση έχει ανατεθεί κατόπιν αναγνωριστικής και μόνον μελέτης όχι μόνον δε συνιστούν απρόβλεπτο γεγονός, αλλά είναι αναμενόμενες, και για το λόγο αυτό περιλαμβάνεται στη διακήρυξη όρος (άρθρο 11.3 αυτής, που αποδίδει αντίστοιχο όρο των εγκεκριμένων με υπουργική απόφαση προτύπων τευχών δημοπράτησης), σύμφωνα με τον οποίο «ο ανάδοχος έλαβε υπόψη, κατά τη μελέτη του φακέλου του έργου, την πιθανότητα να μην αντιστοιχούν οι ποσότητες μονάδων φυσικού αντικειμένου που αναφέρονται στο τεύχος της προεκτιμώμενης αμοιβής, στις τελικές ποσότητες που θα απαιτηθούν για την εκπόνηση της μελέτης και διαμόρφωσε ανάλογα την οικονομική του προσφορά». Συναφώς, είναι απορριπτέα η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή υποστηρίζεται από το αιτούν Υπουργείο, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης κάθε περίστασης που συνίσταται σε εύρημα, το οποίο εντοπίζεται κατά τη διαδικασία εκπόνησης της οριστικής μελέτης οδού και δεν περιείχετο στην αναγνωριστική μελέτη, αφενός μεν γιατί με τον ισχυρισμό τούτο το αιτούν προβάλλει δογματικά ως απρόβλεπτες περιστάσεις τις οφειλόμενες στην εξ ορισμού ανεπάρκεια των αναγνωριστικών μελετών και αφετέρου διότι η εν λόγω ερμηνεία συνεπάγεται καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου, όπως τούτο ενσωματώθηκε στην εθνική έννομη τάξη με το ν.3316/2005, δυνάμει του οποίου οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. σχετικά άρθρο 4 του ν.3316/2005), να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης του διαγωνισμού, με όσο το δυνατό ακριβή προσδιορισμό τόσο του αντικειμένου της μελέτης, όπως προκύπτει από το φάκελο του έργου, με κάθε δυνατή λεπτομέρεια (βλ. άρθρα 6 παρ. 2β και 7 παρ. 2β του ν. 3316/2005) όσο και της απαιτούμενης δαπάνης, στην οποία περιλαμβάνεται και η προεκτιμώμενη αμοιβή των μελετητών, που υπολογίζεται με βάση τις τιμές αμοιβών ανά κατηγορία έργου και μονάδα φυσικού αντικειμένου και τα ποσοτικά στοιχεία του προς ανάθεση έργου. Ως εκ τούτου, δεν είναι επιτρεπτή η τροποποίηση ουσιώδους όρου του διαγωνισμού (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου), μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελέτης, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του VI Τμήματος.Πέραν δε τούτων η προβληθείσα ενώπιον του VI Τμήματος και επαναφερόμενη με την κρινόμενη αίτηση αναθεωρήσεως εκδοχή ότι όταν η δημοπράτηση μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν ουσιώδεις διαφοροποιήσεις και για το λόγο αυτό η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο, προεκτιμώμενη, είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη, γιατί η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο αμοιβή


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)145/2014

ΜΕΛΕΤΕΣ:Νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Δήμο στον ίδιο ως άνω ιδιώτη μελετητή, κατόπιν απευθείας ανάθεσης, σύμφωνα με την εξαιρετική διαδικασία του άρθρου 209 παρ.3 του Κ.Δ.Κ., για την εκπόνηση της «Γεωτεχνικής μελέτης αποκατάστασης φράγματος», καθόσον η σύμβαση που εκτελέσθηκε έχει ως αντικείμενο την εκπόνηση μελέτης του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α του ν. 3316/2005, κατά την οποία επιτρέπεται η εφαρμογή της εν λόγω εξαιρετικής διάταξης, δεδομένου ότι της απόφασης περί απευθείας ανάθεσης προηγήθηκε η απαιτούμενη  βεβαίωση του Προϊσταμένου του Τμήματος Έργων Υποδομής, περί αποδεδειγμένης αδυναμίας των υπηρεσιών του Δήμου να αναλάβουν τη σύνταξη της μελέτης, ενώ η  αμοιβή του μελετητή δεν υπερβαίνει το χρηματικό όριο των 7.342,50 ευρώ που τίθεται από τις διατάξεις της, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 45 παρ.3 ν.3316/2005, Δ15/οικ/6655/2011 (ΦΕΚ Β΄ 743/2011) υπουργικής απόφασης.


ΕλΣυν/Τμ.6/2245/2011

Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη δεύτερη σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών δεν αιτιολογείται ως προς το προαπαιτούμενο της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων εκ μέρους του αρμοδίου για την έκδοση της σχετικής απόφασης Διευθυντή Συγκοινωνιακών Έργων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, απορριπτομένων ως αβασίμων των σχετικών λόγων ανάκλησης περί συνδρομής των περιστάσεων αυτών και περί της ύπαρξης επαρκούς αιτιολογίας στην αιτιολογική έκθεση. Συγκεκριμένα, ως προς τον πρώτο λόγο ανάκλησης, η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από το Υπουργείο, αλλά και την παρεμβαίνουσα σύμπραξη, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, ως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο. Άλλωστε, η αναθέτουσα αρχή όφειλε να προβλέψει και να εκτιμήσει πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού για τη σύναψη της αρχικής σύμβασης την ανάγκη συμπερίληψης σε αυτή των υπόψη συμπληρωματικών εργασιών, δεδομένου ότι οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης διαγωνισμού, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. άρθρα 4 και 7 παρ. 2 εδ. β και 4 εδ. α του ν.3316/2005, σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων του φακέλου του έργου). Περαιτέρω και στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει το πίνακα συμπληρωματικών εργασιών δεν περιέχεται επαρκής αιτιολογία, όπως αβασίμως προβάλλεται με την αίτηση ανάκλησης. Συγκεκριμένα στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει την συμπληρωματική σύμβαση, αναφέρεται η ανάγκη σχεδιασμού παράπλευρων οδών, λόγω της αναμενόμενης αστικοποίησης της περιοχής, χωρίς όμως να δίνεται οποιαδήποτε αιτιολόγηση σε τι συνίσταται το απρόβλεπτο. Περαιτέρω αναφέρεται ότι η χρήση ακριβέστερων υποβάθρων και η αναγκαιότητα σεβασμού του φυσικού περιβάλλοντος οδήγησε σε μια σειρά από αλλαγές στα αναγκαία τεχνικά έργα, που αφορούν είτε αντικατάσταση των αρχικώς εκτιμηθέντων, αντικατάσταση, που όπως η ίδια αναφέρει, είναι αναμενόμενο να προκύψει κατά τη λεπτομερέστερη μελέτη οδοποιίας, είτε στη χάραξη νέων λόγω της ανάγκης γεφύρωσης υφισταμένων ρεμάτων, ότι προέκυψε επίσης ανάγκη για διαμορφώσεις στην κοίτη παρακείμενων της οδού ρεμάτων και μικρής κλίμακας αλλαγές στους διάφορους οχετούς. Αντίθετα δε γίνεται καμία αναφορά στις αποτυπώσεις της αναγνωριστικής μελέτης και στα σημεία που αυτή παρουσίασε ελλείψεις, ώστε να πρέπει να γίνουν διαφοροποιήσεις, ούτε περαιτέρω αιτιολογείται ότι οι διαφοροποιήσεις αυτές είναι τέτοιας έκτασης, που υπερβαίνουν τις αναμενόμενες, ενόψει του ότι πρόκειται για αναγνωριστική μελέτη, και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί από τους αναδόχους μελετητές κατά την σύνταξη της προσφοράς τους και, συνεπώς, ορθά το Κλιμάκιο, με την προσβαλλόμενη πράξη του έκρινε ότι δεν αποδεικνύεται με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης, πολλώ μάλλον που ορισμένες συμπληρωματικές μελέτες, όπως αυτές που αφορούν σε επιπλέον παράπλευρες οδούς, αφορούν απλώς σε επέκταση του φυσικού αντικειμένου του έργου. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής ότι τα αρμόδια όργανά της, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι η σύναψη της κρινόμενης συμβάσεως είναι νόμιμη. Τούτο δε καθόσον πλάνη και δη συγγνωστή δεν χωρεί εν προκειμένω διότι υπάρχει, από μακρού χρόνου, σταθερότητα της νομοθεσίας και της νομολογίας ως προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών συμβάσεων.


ΕΣ/Τμ.6/2158/2011

Οι επικληθείσες με τις υπό κρίση αιτήσεις ειδικές περιστάσεις, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι δεν συνιστούν αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή απρόβλεπτων περιστάσεων, εντούτοις αποτελούν πραγματικά γεγονότα δυνάμενα αντικειμενικά να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού μελετητή. Eπιπροσθέτως, οι προπεριγραφείσες νέες εργασίες επεκτείνουν κατ’ ουσίαν το τεχνικό αντικείμενο της αρχικής σύμβασης και βελτιώνουν την ποιότητά του (επέκταση και βελτίωση που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου) με αποτέλεσμα να μη δύνανται να θεωρηθούν κατά τα προεκτεθέντα ως νόμιμες συμπληρωματικές εργασίες οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα. Επίσης, η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από τους αιτούντες, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, ως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει ήδη εγκεκριμένης μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο. Άλλωστε, η αναθέτουσα αρχή ήταν δυνατόν να προβλέψει και να εκτιμήσει πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού για τη σύναψη της αρχικής σύμβασης το 2007 την ανάγκη συμπερίληψης σε αυτή των υπόψη συμπληρωματικών εργασιών, δεδομένου ότι οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης διαγωνισμού, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. άρθρα 4 και 7 παρ. 2 εδ. β και 4 εδ. α του ν.3316/2005, σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων του φακέλου του έργου). Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής ότι τα αρμόδια όργανά της, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι η σύναψη της κρινόμενης συμβάσεως είναι νόμιμη. Τούτο δε καθόσον πλάνη και δη συγγνωστή δεν χωρεί εν προκειμένω διότι υπάρχει, από μακρού χρόνου, σταθερότητα της νομοθεσίας και της νομολογίας ως προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών συμβάσεων.


ΕλΣυν/Τμ7/199/2010

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη (ΙΙ), το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από τον οικείο νόμο (3316/2005) ανοικτή ή κλειστή διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση μελέτης ή παροχής υπηρεσιών της παρ. 2 (εδάφ. α΄ και β΄, αντίστοιχα) του άρθρου 1 του ως άνω νόμου. Και ναι μεν ισχυρίζεται ο διατάκτης της δαπάνης ότι με την επίμαχη σύμβαση δεν ανατέθηκε η εκπόνηση μελέτης, αλλά η «παροχή τοπογραφικών υπηρεσιών», οι οποίες μπορούσαν, κατά τους ισχυρισμούς του, ν΄ ανατεθούν απ΄ ευθείας με απόφαση του Δημάρχου κατ΄ επίκληση της διατάξεως της παρ. 9 του άρθρου 209 του Δ.Κ.Κ., πλην όμως, όπως προκύπτει από το παρατιθέμενο στη σύμβαση και στην πιστοποίηση του Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών αντικείμενο των ανατεθεισών και εκτελεσθεισών, αντίστοιχα, εργασιών, αυτές αφορούν εκπόνηση τοπογραφικής μελέτης, όπως βασίμως προβάλλει ο διαφωνών Επίτροπος, και θα μπορούσαν ν΄ ανατεθούν απευθείας -αν συνέτρεχαν και οι λοιπές προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 209 του Δ.Κ.Κ.- μόνο με απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής. Πέραν δε τούτου ακόμη και αν συνιστούσαν τοπογραφικές απλώς υπηρεσίες και όχι μελέτη, όπως διατείνεται ο διατάκτης της δαπάνης, πάλιν δε θα ήταν νόμιμη η απευθείας ανάθεση αυτών κατ΄ επίκληση της παρ. 9 του άρθρου 209, καθόσον με τη διάταξη αυτή επιτρέπεται η απ΄ ευθείας ανάθεση της παροχής υπηρεσιών, οι οποίες δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005. Οι τοπογραφικές όμως αυτές εργασίες ανατέθηκαν στον φερόμενο ως δικαιούχο, «για την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης και στη διοίκηση ή επίβλεψη ή έλεγχο έργου», όπως υποστηρίζει ο Δήμος στο 11370/10.5.2010 απαντητικό έγγραφο της Τεχνικής Υπηρεσίας. Συνεπώς, και αν ακόμη δεν αποτελούσαν μελέτη κατά την έννοια του εδάφ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3316/2005, πάντως θα ενέπιπταν στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών της διατάξεως της παρ. 2 εδάφ. β΄ του άρθρου 1 του ν.3316/2005, στην οποία μάλιστα παραπέμπει το ως άνω έγγραφο. Τέλος, ναι μεν επιτρέπεται από το άρθρο 209 παρ. 3 του Δημοτικού Κώδικα η κατ΄ εξαίρεση των διαγωνιστικών διαδικασιών απ΄ ευθείας ανάθεση μελέτης, πλην όμως εν προκειμένω δεν συντρέχουν ούτε οι προϋποθέσεις που θέτει το εν λόγω άρθρο, καθόσον αφενός μεν δεν ελήφθη σχετική απόφαση για την ανάθεση από την αρμόδια κατά την παράγραφο αυτή Δημαρχιακή Επιτροπή και αφετέρου ο προϋπολογισμός της ανατεθείσας τοπογραφικής μελέτης υπερβαίνει το 30% του ορίου της αμοιβής του πτυχίου Α΄ τάξεως για τις μελέτες αυτές, όπως τούτο ορίζεται στην προεκτεθείσα υπουργική απόφαση. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία για την ανάθεση της μελέτης, η εντελλόμενη για την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)/24/2013

Μελέτη στατικής και τοπογραφικής αρχιτεκτονικής(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων που διέπουν την απευθείας ανάθεση υπηρεσιών και όχι βάσει των διατάξεων του ν. 3316/2005, καθόσον αφενός μεν οι ανατεθείσες εργασίες, όπως αυτές περιγράφονται στις οικείες τεχνικές εκθέσεις, αφορούσαν σε εκπόνηση αρχιτεκτονικής και στατικής μελέτης, αντίστοιχα, σε συνδυασμό με παροχή υπηρεσιών που συνδέονταν με τη διαδικασία εκπόνησης μελέτης τεχνικού έργου, και απέβλεπαν στην υποστήριξη της τεχνικής υπηρεσίας του πρώην Δήμου ...... (ήδη Δήμου ......) για την ασφαλή κατασκευή του έργου της συντήρησης του διατηρητέου μνημείου του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου από άποψη αρχιτεκτονικής αποκατάστασης και στατικής υποδομής, αφετέρου δε οι συμβαλλόμενοι απέβλεψαν στην παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών από πρόσωπα με εξειδικευμένες γνώσεις (η παροχή των αναδόχων συνίστατο στην επίτευξη ενός αποτελέσματος ως αντικείμενο συγκεκριμένης δραστηριότητας), γεγονότα που εντάσσουν τις ανωτέρω υπηρεσίες εννοιολογικά στις σύνθετες συμβάσεις (εκπόνηση μελέτης και παροχή συναφών υπηρεσιών) του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών(...)


ΕΣ/Τ7/102/2009

H καταρτισθείσα σύμβαση, με αντικείμενο την ανάπτυξη ολοκληρωμένου σχεδίου κυκλοφοριακών παρεμβάσεων στο κέντρο της πόλης της, φέρει το χαρακτήρα σύμβασης παροχής υπηρεσιών κατά την έννοια του ν. 3316/2005 κι όχι σύμβασης μίσθωσης έργου, δεδομένου ότι αφενός μεν οι συμβαλλόμενοι απέβλεψαν στην παροχή των συγκεκριμένων υπηρεσιών από πρόσωπο με εξειδικευμένες γνώσεις κι όχι σ’ αυτό καθ’ εαυτό το αποτέλεσμα που έχει συμφωνηθεί, αφετέρου δε οι εκτελούμενες υπηρεσίες συνίστανται ακριβώς στην εκπόνηση κυκλοφοριακής μελέτης, όπως προκύπτει τόσο από το περιεχόμενο της συναφθείσας από 1.2.2008 σύμβασης όσο και από το περιεχόμενο αυτής της ίδιας της συνταχθείσας μελέτης. Περαιτέρω, όμως, η απευθείας ανάθεση της επίμαχης μελέτης δεν είναι νόμιμη, διότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προβλεπόμενες στο άρθρο 10 του ν. 3316/2005 προϋποθέσεις της απευθείας ανάθεσης.


ΕλΣυν.Κλ.4/98/2015

ΜΕΛΕΤΕΣ Ανάθεση - Διαδικασία:Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Νοσοκομείο σε ιδιώτη, δυνάμει σύμβασης, για την εκπόνηση μελέτης πυροπροστασίας τριών (3) κτηρίων του Νοσοκομείου, καθόσον: α) μη νομίμως ανατέθηκε στον ανωτέρω η εκπόνηση της επίμαχης μελέτης, διότι πρόκειται για εργασία που εμπίπτει στα καθήκοντα των υπηρετούντων υπαλλήλων του κλάδου ΠΕ Μηχανικών που στελεχώνουν το Τμήμα Τεχνικού του Νοσοκομείου, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για την εκπόνηση μελετών εν γένει καθώς και για την καλή λειτουργία του συστήματος πυρασφάλειας και β) ακόμη και αν η εκπόνηση μελέτης πυροπροστασίας ήταν δυνατό να ανατεθεί σε τρίτο (ιδιώτη), στη συγκεκριμένη περίπτωση το Νοσοκομείο εφάρμοσε εσφαλμένα τη διαδικασία με διαπραγμάτευση - χωρίς δημοσίευση προκήρυξης - της περ. στ' της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ Α' 42/2005), καθώς δεν προκύπτει ότι εκδόθηκε προηγούμενη γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου, σχετικά με τη συνδρομή της επείγουσας περίπτωσης, ούτε ότι αναγγέλθηκαν τα κρίσιμα στοιχεία της σύμβασης στο Τ.Ε.Ε.(συγγνωστή πλάνη)


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/239/2016

ΜΕΛΕΤΕΣ:...μη νομίμως η εν λόγω μελέτη ανατέθηκε απευθείας στην ανωτέρω εταιρεία, αφού από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει, ούτε άλλωστε ο Δήμος ισχυρίζεται, ότι συντρέχει κάποια από τις περιοριστικά αναφερόμενες στο άρθρο 10 του νόμου 3316/2005 περιπτώσεις, στις οποίες είναι επιτρεπτή η προσφυγή στην επίμαχη εξαιρετική διαδικασία. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η ανατεθείσα σύμβαση δεν αφορά στην εκπόνηση τεχνικής μελέτης του ν. 3316/2005, αλλά σε εξειδικευμένα αντικείμενα ωρίμανσης και ένταξης έργων σε χρηματοδοτικά μέσα με συμπλήρωση εγγράφων ή εντύπων, δεν αποδεικνύεται ούτε από το περιεχόμενο της παραδοθείσας μελέτης, αλλά ούτε και από το τεύχος της τεχνικής περιγραφής και την οικεία σύμβαση, το ακριβές αντικείμενο των οποίων εκτέθηκε ανωτέρω. Κατόπιν αυτών, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και το χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν.Κλ.7/183/2015

ΜΕΛΕΤΕΣ:Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Κοινωφελή Επιχείρηση Δήμου σε ιδιωτική επιχείρηση για την εκτέλεση της σύμβασης «Οργάνωση και προώθηση του προορισμού ... ως education hub», καθόσον: α) το αντικείμενο της ανωτέρω σύμβασης δεν αφορά στην παροχή απλών υπηρεσιών του άρθρου 209 παρ.2 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, αλλά στην εκπόνηση κοινωνικής μελέτης και μελέτης οργάνωσης και επιχειρησιακής έρευνας που προϋποθέτει ιδιαίτερες επιστημονικές γνώσεις και ρυθμίζεται στα άρθρα 1 παρ.2 περ.α) και 2 παρ.2 περ.4 και 5 του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ Α' 42/2005) και β) μη νομίμως ανατέθηκε με απευθείας ανάθεση, αλλά θα έπρεπε να προηγηθεί ανοικτός διαγωνισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3316/2005, διότι στο πλαίσιο του τελευταίου αυτού νόμου δεν αναγνωρίζεται η δυνατότητα απευθείας ανάθεσης, όταν η σύμβαση δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α. (Όμοια η 184/205 πράξη του ιδίου ως άνω Κλιμακίου)