Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΑΔΗΣΥ/1091/2022

Τύπος: Προδικαστικές Προσφυγές

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΜΕΛΕΤΕΣ: Με την προτεινόμενη μελέτη θα συνταχθούν: (α) η τοπογραφική μελέτη (συμπλήρωση και επικαιροποίηση υφιστάμενων αποτυπώσεων), (β) λιμενικές μελέτες – μελέτες Η/Μ έργων – φάκελος ασφάλειας και υγείας και το σχέδιο ασφάλειας και υγείας (ΦΑΥ-ΣΑΥ) καθώς και τα τεύχη δημοπράτησης των προτεινόμενων νέων έργων που προβλέπονται από το εγκεκριμένο MASTERPLAN του λιμένα …


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΙΠΑΔ/οικ215/2008

Διευκρινίσεις σχετικά με την εκπόνηση Σχεδίου Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ) και την κατάρτιση Φακέλου Ασφάλειας και Υγείας (ΦΑΥ) των Δημοσίων Έργων.


ΔΕΕΠΠ/85/2001

Καθιέρωση του Σχεδίου Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ) και του Φακέλου Ασφάλειας και Υγείας (ΦΑΥ) ως απαραίτητων στοιχείων για την έγκριση μελέτης στο στάδιο της οριστικής μελέτης ή/και της μελέτης εφαρμογής σε κάθε Δημόσιο Έργο.


ΕλΣυν.Τμ.6/2792/2012 (Γ΄ΔΙΑΚΟΠΩΝ)

ΜΕΛΕΤΕΣ:Αίτηση ανάκλησης της 313/2012 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Με δεδομένα αυτά και αφού ληφθεί περαιτέρω υπόψη ότι δεν χορηγήθηκε παράταση, κατά τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, για το χρονικό διάστημα μετά τη συμπλήρωση της οριακής προθεσμίας, η έγκριση του 1ου Συγκριτικού Πίνακα στις 23.5.2012 έγινε σε χρόνο μετά την ολοκλήρωση της κύριας σύμβασης, όπως ορθά έκρινε και το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη πράξη του και ως εκ τούτου κωλύεται η υπογραφή της συμπληρωματικής σύμβασης, χωρίς, εν προκειμένω, να ασκεί επιρροή το χρονικό σημείο έναρξης των σχετικών διαδικασιών, που προηγούνται της έγκρισης του Συγκριτικού Πίνακα.Γ. Όσον αφορά τις συμπληρωματικές μελέτες, μόνο αυτές που αφορούν στις συγκοινωνιακές εργασίες περιλαμβάνονται νομίμως στην υπό έλεγχο συμπληρωματική σύμβαση, καθόσον αυτές πράγματι κατέστησαν αναγκαίες από το απρόβλεπτο γεγονός της μεταγενέστερης έκδοσης της ΔΜΕΟ/ο/612/16.2.2011 απόφασης του Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (Β΄702), με την οποία δόθηκαν νέες οδηγίες συστημάτων αναχαίτισης οχημάτων. Αντίθετα, για τις λοιπές συμπληρωματικές μελέτες προκύπτουν τα εξής: 1. Στατικές Μελέτες, που αφορούν την κατασκευή των Άνω Διαβάσεων των σηράγγων: Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει τον 1ο Συγκριτικό Πίνακα και στην οποία ουδόλως αναφέρεται η εγκριθείσα Μ.Π.Ε., η ανάγκη επανασχεδιασμού των τεχνικών των περιοχών εισόδου και εξόδου προέκυψε ύστερα από την οριστική μελέτη οδοποϊίας και την εκπόνησή της με βάση την συμπληρωματική επίγεια τοπογραφική αποτύπωση, ώστε να εξασφαλιστεί η μη διακοπή της κυκλοφορίας της υφισταμένης Ε.Ο. …. – ..... _ …. – …..ς. Επίσης, λόγω των γεωτεχνικών παραμέτρων που προέκυψαν από τις γεωτεχνικές έρευνες θα έπρεπε να επανασχεδιαστούν τα μέτωπα, ώστε να προσαρμόζονται καλύτερα στη μορφολογία του εδάφους. Ως εκ τούτου δεν προκύπτει ότι πρόκειται για μελέτες που κατέστησαν αναγκαίες λόγω απροβλέπτων περιστάσεων, σύμφωνα με τα όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, καθόσον η μη πρόβλεψη των οχλήσεων, που τα έργα αυτά θα προκαλούσαν στην υπάρχουσα Ε.Ο., οφείλεται σε αβλεψία, ενώ η μορφολογία του εδάφους δεν συνιστά απρόβλεπτο, αφού προϋπάρχει και θα έπρεπε να έχει ληφθεί υπόψη πριν από τη δημοπράτηση του έργου. Η Μ.Π.Ε., που επικαλούνται οι αιτούντες ως στοιχείο απρόβλεπτο, μεταγενέστερο της αρχικής σύμβασης, αφενός ουδόλως μνημονεύεται στην αιτιολογική έκθεση, αφετέρου δεν αποτέλεσε τη βάση των πρόσθετων αυτών μελετών, αφού, όπως προκύπτει από το από 11.11.2010 έγγραφο της αναδόχου σύμπραξης, ο 1ος Συγκριτικός Πίνακας υποβλήθηκε ενώπιον της Αναθέτουσας Αρχής πολύ πριν από την έγκριση της Μ.Π.Ε. 2. Στατική μελέτη, που αφορά τη μόνιμη επένδυση της σήραγγας και Ηλεκτρομηχανολογικές μελέτες: Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η επιλογή του ημιεγκάρσιου αερισμού δεν οφείλεται σε κάποιο απρόβλεπτο γεγονός, αφού και το μήκος της σήραγγας και η διπλή κατεύθυνσή της ήταν εκ των προτέρων γνωστή, αλλά στην επανεκτίμηση του αρχικού σχεδιασμού του έργου, με σκοπό τη βελτίωσή του, που οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο ημιεγκάρσιος αερισμός συνιστά, «για αμιγώς τεχνικούς λόγους, την οικονομικότερη ασφαλή λύση για τους επιβάτες οχημάτων». Ως εκ τούτου είναι μη νόμιμη και η συμπληρωματική στατική μελέτη για την κατασκευή της ψευδοροφής, αφού η θεμελίωση του απροβλέπτου αυτής στηρίζεται στην μελέτη του ημιεγκάρσιου αερισμού. 3. Υδραυλικές Μελέτες: Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση και επαναλαμβάνεται και στην αίτηση ανάκλησης, ο αριθμός των εγκάρσιων οχετών και η θέση αυτών αποτελούσαν μέρος της οριστικής μελέτης αποχέτευσης, που ανατέθηκε με την αρχική σύμβαση και ως εκ τούτου κανένα απρόβλεπτο δεν προκύπτει για την εκπόνηση επιπλέον υδραυλικών μελετών, ενώ δεν μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοιο η αδυναμία υπολογισμού της αμοιβής τους εξαρχής, την οποία φέρεται να θέλει να θεραπεύσει η παρούσα «συμπληρωματική» μελέτη. 4. Τοπογραφικές Μελέτες: Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 1ο Συγκριτικό Πίνακα, η ανάγκη για τις πρόσθετες αυτές μελέτες συνδέεται άμεσα με τις τροποποιήσεις των στατικών, κυρίως, μελετών, ως προς την κατασκευή των Άνω Διαβάσεων και την εξασφάλιση της κυκλοφορίας της υφιστάμενης Ε.Ο.. Συνεπώς, αφού οι ως άνω μελέτες (στατικές), όπως και ανωτέρω ελέχθη δεν κατέστησαν αναγκαίες εξαιτίας απρόβλεπτων περιστάσεων, ομοίως δεν είναι νόμιμη και η συμπληρωματική ανάθεση των ως άνω τοπογραφικών μελετών. Περαιτέρω, από κανένα στοιχείο δεν αποδεικνύεται ότι οι επικαλούμενες περιφράξεις και κατασκευές δεν προϋπήρχαν της δημοπράτησης της αρχικής μελέτης. 5. Γεωτεχνικές Μελέτες: Η αναφερόμενη στην αιτιολογική έκθεση αύξηση της δαπάνης εκτέλεσης των γεωτρήσεων της σήραγγας εξαιτίας του μεγάλου βάθους αυτών τυγχάνει παντελώς αόριστη, ενώ η πολύ κακή ποιότητα του πετρώματος στα μεγάλα βάθη δεν αιτιολογείται για ποιο λόγο συνιστά απρόβλεπτο. Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης ως και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση κατά της 313/2012 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου


ΕλΣυν/Κλιμ.7/85/2015

Μελέτες.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη νομίμως χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων (Σ.Α.Τ.Α.), καθόσον αφορά στην εκπόνηση τοπογραφικής μελέτης, που συνδέεται με «επενδυτικές δραστηριότητες» του Δήμου, όπως είναι η σύνταξη λοιπών μελετών και η διενέργεια τεχνικών επεμβάσεων, που πρόκειται να γίνουν στην περιοχή όπου αυτή αφορά, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο ΔΥ/17.7.2014 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η σύνταξη των επίμαχων τοπογραφικών αποτυπώσεων δεν συνδέεται ακόμη με την υλοποίηση συγκεκριμένων, σαφώς προσδιορισμένων, έργων υποδομής που έχει προγραμματίσει να εκτελέσει ο Δήμος. Περαιτέρω, η ως άνω μελέτη αφορά μεν, σε αντικείμενο που εμπίπτει στα καθήκοντα και στις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού,  πλην όμως από τα στοιχεία του φακέλου και, ειδικότερα, από την από 9.7.2012 βεβαίωση της Διευθύντριας Τεχνικών Υπηρεσιών, προκύπτει ότι υπήρχε αδυναμία της υπηρεσίας αυτής (Τμήμα Συγκοινωνιακών – Κτιριακών Έργων και Υπαίθριων Χώρων) να προβεί στην εκπόνησή της, λόγω ανεπαρκούς στελέχωσής της και έλλειψης κατάλληλου τεχνολογικού εξοπλισμού. Ως εκ τούτου, νομίμως, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκ.III, ο Δήμος ανέθεσε την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης σε ιδιώτη μελετητή. Εξάλλου, μετά την, κατά τα ανωτέρω, βεβαίωση περί αδυναμίας της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου να εκπονήσει τη μελέτη, η οποία απαιτείται από τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 209 του Κ.Δ.Κ. (και όχι βάσει των διατάξεων του π.δ. 28/1980, όπως αβασίμως υποστηρίζει η Επίτροπος), ο Δήμος ....... νομίμως ανέθεσε την επίμαχη μελέτη, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 209 του ίδιου ως άνω Κώδικα, δοθέντος ότι η προεκτιμώμενη αμοιβή αυτής ανερχόταν στο ποσό των 11.788,62 (χωρίς Φ.Π.Α.) και, συνεπώς, δεν υπερέβαινε το 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης για τις τοπογραφικές μελέτες, ήτοι το ποσό των 12.581 ευρώ. Από τις διατάξεις δε αυτές δεν προκύπτει πρόσθετη υποχρέωση του Δήμου να τηρήσει άλλες διατυπώσεις (γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου και σχετική αναγγελία στο Τ.Ε.Ε.), οι οποίες προβλέπονται στις επιμέρους διατάξεις του ν. 3316/2005, σε απευθείας αναθέσεις μελετών που ερείδονται στο καθεστώς αυτό, συνεπώς, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκ. IV), είναι αβάσιμος ο σχετικός λόγος διαφωνίας.


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/758/2022

«Μελέτη καταγραφής του υπάρχοντος οδικού δικτύου της χώρας, ανά Δημοτική Ενότητα (ΔΕ), στις περιοχές εκτός των ρυμοτομικών σχεδίων των πόλεων, εκτός των ορίων των οικισμών των νομίμως υφιστάμενων προ του έτους 1923 και των οικισμών μέχρι 2000 κατοίκους», συνολικής εκτιμώμενης αξίας 29.721.450,20 ευρώ πλέον ΦΠΑ(...)Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι επιτρεπτώς και με στόχο τη διασφάλιση εκδήλωσης ενδιαφέροντος από οικονομικούς φορείς με αποδεδειγμένα εξειδικευμένη εμπειρία σε παρόμοιες με την προκηρυσσόμενη μελέτες σε βάθος χρόνου, συνεπώς, εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει η αναθέτουσα Αρχή, τίθεται ο όρος περί εκπόνησης παρόμοιων μελετών από τους υποψηφίους κατά την τελευταία οκταετία πριν την λήξη της προθεσμίας υποβολής προσφορών, για την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή στο διαγωνισμό και την ανάπτυξη συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού. Αντιθέτως, ωστόσο, δεν αιτιολογείται επαρκώς, σε αναλογία και με τον αριθμό των λοιπών καθοριζόμενων μελετών συναφούς αντικειμένου των υπ’ αριθ. 1 έως 3 κατηγοριών του άρθρου 19.3.β της διακήρυξης, η απαίτηση για προσκόμιση οκτώ (8) τουλάχιστον, και όχι λιγότερων, έργων/μελετών αναφορικά με τα έργα χαρτογραφικών υποβάθρων. Τούτο, διότι το επί ποινή αποκλεισμού ζητούμενο ελάχιστο όριο των οκτώ (8) σχετικών έργων δημιουργίας και ενημέρωσης ψηφιακής γεωγραφικής βάσης δεδομένων τοπογραφικού υποβάθρου (τελούντων, πάντως, σε απόλυτη συνάφεια κατά αντικείμενο με το τελικό παραδοτέο της προς ανάθεση σύμβασης) εμφανίζεται αυθαίρετο, ήτοι χωρίς να παρατίθενται οι αντικειμενικοί λόγοι που καθιστούν αυτό επιβεβλημένο ή πρόσφορο, προκειμένου να εξασφαλισθεί η συμμετοχή οικονομικών φορέων με επαρκή και κατάλληλα προσόντα για την καλή εκτέλεση της σύμβασης, συνεπώς, βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου που ορίζει η επιλογή της βέλτιστης εν προκειμένω προσφοράς. Ομοίως, ο όρος περί υποχρεωτικής δήλωσης μίας κατηγορίας ανά προτεινόμενη μελέτη εκ μέρους των διαγωνιζομένων (ήτοι διαφορετικών ανά κατηγορία μελετών) παρίσταται δυσανάλογος σε σχέση με τον ανωτέρω επιδιωκόμενο σκοπό και, ως εκ τούτου, περιοριστικός για τους, έχοντες τη σχετική ικανότητα, ενδιαφερόμενους φορείς, καθώς δεν τεκμηριώνεται ο τρόπος, με τον οποίο η συγκεκριμένη προδιαγραφή θα εξασφαλίσει την ευρύτερη δυνατή πρόσβαση στον διαγωνισμό, συνεκτιμώμενης της φύσης και των ιδιαιτεροτήτων της σύμβασης, και θα συμβάλει πράγματι τόσο στην αποτελεσματική εκπόνηση της μελέτης όσο και στην, επικαλούμενη από την αναθέτουσα Αρχή, ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου.Ο έλεγχος της επιμέρους φάσης της προδικασίας (σχεδίου της διακήρυξης) για την ανάδειξη αναδόχου της σύμβασης με αντικείμενο την ανάθεση, από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, της εκπόνησης της «Μελέτης ... απέβη αρνητικός.


ΕλΣυν/Επταμ/3210/2011

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το παρόν Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης των προτεινόμενων με το σχέδιο σύμβασης συμπληρωματικών μελετών δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν αποδεικνύεται, με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, εκ μέρους των αρμοδίων διοικητικών οργάνων, η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης που να κατέστησε αναγκαία την ανάθεση εκπόνησης αυτών. Ειδικότερα, στη συνοδεύουσα το συγκριτικό πίνακα προεκτεθείσα αιτιολογική έκθεση δε γίνεται αναφορά στις αποτυπώσεις της προϋπάρχουσας αναγνωριστικής μελέτης και στις συγκεκριμένες αποδοχές αυτής, που ανετράπησαν κατά την εκπόνηση των συμβατικών μελετών σε τέτοιο βαθμό ώστε να απαιτούνται συμπληρωματικές μελέτες, ούτε, περαιτέρω, αιτιολογείται ότι οι διαφοροποιήσεις που ανέκυψαν δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί από τους αναδόχους μελετητές κατά την σύνταξη της προσφοράς τους, δεδομένου ότι ήταν γνωστό πως η μελέτη, στην οποία βασίστηκε η προκήρυξη της διαδικασίας ανάθεσης της μελέτης, ήταν αναγνωριστική και όχι βεβαίως οριστική. Και ναι μεν ισχυρίζεται το Δημόσιο με την υπό κρίση αίτηση ότι κατά την εκπόνηση της μελέτης, που ανατέθηκε στους αναδόχους με την αρχική σύμβαση, οι μελέτες που εκπόνησαν οι ανάδοχοι (προωθημένη αναγνωριστική μελέτη, η προμελέτη οδοποιϊας και κόμβων, προκαταρκτική μελέτη τεχνικών έργων και προμελέτη οχετών), στηρίχθηκαν στα ενημερωμένα δορυφορικά υπόβαθρα κλίμακας 1:500 και στους νέους ορθοφωτοχάρτες, που εντοπίζουν λεπτομέρειες, τις οποίες η αναγνωριστική μελέτη, στην οποία βασίστηκε η προκήρυξη της ανάθεσης της αρχικής σύμβασης μελέτης, δεν μπορούσε να εντοπίσει γιατί είχε στηριχθεί στα τότε διαθέσιμα υπόβαθρα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού κλίμακας 1:50.000, πλην όμως, όπως συνομολογείται με την υπό κρίση αίτηση, στην οποία επαναλαμβάνονται οι προβληθέντες με την ασκηθείσα ενώπιον του VI Τμήματος αίτηση ανακλήσεως ισχυρισμοί του δημοσίου, οι αποκλίσεις στην εκτίμηση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης εκπόνησης μελέτης όταν η σύμβαση έχει ανατεθεί κατόπιν αναγνωριστικής και μόνον μελέτης όχι μόνον δε συνιστούν απρόβλεπτο γεγονός, αλλά είναι αναμενόμενες, και για το λόγο αυτό περιλαμβάνεται στη διακήρυξη όρος (άρθρο 11.3 αυτής, που αποδίδει αντίστοιχο όρο των εγκεκριμένων με υπουργική απόφαση προτύπων τευχών δημοπράτησης), σύμφωνα με τον οποίο «ο ανάδοχος έλαβε υπόψη, κατά τη μελέτη του φακέλου του έργου, την πιθανότητα να μην αντιστοιχούν οι ποσότητες μονάδων φυσικού αντικειμένου που αναφέρονται στο τεύχος της προεκτιμώμενης αμοιβής, στις τελικές ποσότητες που θα απαιτηθούν για την εκπόνηση της μελέτης και διαμόρφωσε ανάλογα την οικονομική του προσφορά». Συναφώς, είναι απορριπτέα η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή υποστηρίζεται από το αιτούν Υπουργείο, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης κάθε περίστασης που συνίσταται σε εύρημα, το οποίο εντοπίζεται κατά τη διαδικασία εκπόνησης της οριστικής μελέτης οδού και δεν περιείχετο στην αναγνωριστική μελέτη, αφενός μεν γιατί με τον ισχυρισμό τούτο το αιτούν προβάλλει δογματικά ως απρόβλεπτες περιστάσεις τις οφειλόμενες στην εξ ορισμού ανεπάρκεια των αναγνωριστικών μελετών και αφετέρου διότι η εν λόγω ερμηνεία συνεπάγεται καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου, όπως τούτο ενσωματώθηκε στην εθνική έννομη τάξη με το ν.3316/2005, δυνάμει του οποίου οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. σχετικά άρθρο 4 του ν.3316/2005), να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης του διαγωνισμού, με όσο το δυνατό ακριβή προσδιορισμό τόσο του αντικειμένου της μελέτης, όπως προκύπτει από το φάκελο του έργου, με κάθε δυνατή λεπτομέρεια (βλ. άρθρα 6 παρ. 2β και 7 παρ. 2β του ν. 3316/2005) όσο και της απαιτούμενης δαπάνης, στην οποία περιλαμβάνεται και η προεκτιμώμενη αμοιβή των μελετητών, που υπολογίζεται με βάση τις τιμές αμοιβών ανά κατηγορία έργου και μονάδα φυσικού αντικειμένου και τα ποσοτικά στοιχεία του προς ανάθεση έργου. Ως εκ τούτου, δεν είναι επιτρεπτή η τροποποίηση ουσιώδους όρου του διαγωνισμού (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου), μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελέτης, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του VI Τμήματος.Πέραν δε τούτων η προβληθείσα ενώπιον του VI Τμήματος και επαναφερόμενη με την κρινόμενη αίτηση αναθεωρήσεως εκδοχή ότι όταν η δημοπράτηση μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν ουσιώδεις διαφοροποιήσεις και για το λόγο αυτό η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο, προεκτιμώμενη, είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη, γιατί η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο αμοιβή


ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/8/2013

Τοπογραφική αποτύπωση οικισμών(..)Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι ως κύρια διαδικασία ανάθεσης μελετών από τους Ο.Τ.Α. καθιερώνεται ο διαγωνισμός μεταξύ μελετητών ή/και μελετητικών γραφείων. Ως εξαιρετική δε διαδικασία προβλέπεται η απευθείας ανάθεση. Η τελευταία επιτρέπεται αποκλειστικώς και μόνο στις ρητά προσδιοριζόμενες από τις ίδιες ρυθμίσεις περιπτώσεις. Τέτοια περίπτωση συντρέχει όταν η προεκτιμώμενη συνολική αμοιβή όλων των σταδίων της υπό ανάθεση μελέτης δεν υπερβαίνει το 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης της κατηγορίας μελετών στην οποία ανήκει η υπό ανάθεση. Προκειμένου για μελέτες τοπογραφίας (κατηγορία μελετών 16) το ανώτατο αυτό όριο καθορίστηκε από 3.9.2009 στο ποσό των 38.078,00 ευρώ, ήτοι για την απευθείας ανάθεση τέτοιας κατηγορίας μελετών το όριο ήταν 11.423,40 ευρώ (38.078,00 Χ 30% = 11.423,40 ευρώ). Επομένως, δεν  επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση όταν η συνολική αμοιβή της υπό ανάθεση μελέτης υπερβαίνει το ως άνω όριο των 11.423,40 ευρώ. Εξάλλου, ελλείψει σχετικής ρύθμισης, στο ποσό της προεκτιμώμενης αμοιβής μιας μελέτης -και προκειμένου να διαπιστωθεί εάν το ποσό αυτό υπερβαίνει το όριο που τίθεται από την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 209 παρ.3 του ν.3463/2006- δεν περιλαμβάνεται ο αναλογών φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), δεδομένου ότι ο φόρος αυτός δεν αποτελεί τμήμα της αμοιβής, αλλά αποδίδεται όπως ειδικότερα ορίζουν οι οικείες διατάξεις περί Φ.Π.Α. Περαιτέρω, στην περίπτωση περισσότερων μελετών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, δηλαδή έχουν ομοειδές γνωστικό αντικείμενο, και αποτελούν τα τμήματα στα οποία έχει κατατμηθεί μία μελέτη, τα ανωτέρω εξακολουθούν να ισχύουν. Επομένως, η εφαρμοστέα διαδικασία ανάθεσης εξευρίσκεται με τη συνάθροιση της δαπάνης που απαιτείται για την εκπόνηση της συνολικής μελέτης, δηλαδή για το σύνολο των επιμέρους μελετών και όχι με βάση το ύψος της δαπάνης που προκύπτει για κάθε τμήμα. Κατά συνέπεια, ο επιμερισμός μιας μελέτης, η οποία λόγω του ύψους της αμοιβής για την εκπόνησή της δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις μελετών που επιτρέπεται να ανατίθενται απευθείας, σε περισσότερες ομοειδείς με αντίστοιχες προς αυτές χωριστές πιστώσεις στον οικείο προϋπολογισμό και η απευθείας ανάθεση των επιμέρους μελετών χωριστά λόγω ποσού, κατά παράκαμψη της διαδικασίας επιλογής αναδόχου με δημόσιο ανοικτό ή κλειστό διαγωνισμό δεν είναι νόμιμος. Επομένως δεν είναι νόμιμη και η δαπάνη που προκαλείται από την εκπόνηση των μελετών αυτών (βλ. πράξεις VII Τμ. 134, 101/2012, 238/2011, 430, 328/2010). Εξάλλου, η δυνατότητα της κατ' εξαίρεση αναγραφής στο δημοτικό προϋπολογισμό κατατμημένων πιστώσεων, αφορά, κατά τη ρητή διατύπωση του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3274/2004, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, μόνο στα έργα και τις αντίστοιχες μελέτες, που εκπονούνται για την εκτέλεση αυτών σε διαφορετικά δημοτικά ή τοπικά διαμερίσματα. Τέλος, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 περ. 43Α8 και 2 παρ.10 του ν.2539/1997 (ΦΕΚ Α?, 244) και 2 παρ. 3 και 4 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν.3463/2006, ΦΕΚ Α?, 114) συνάγεται ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο ανάθεσης των επίμαχων μελετών (έτος 2009) ο Δήμος ..... αποτελείτο αποκλειστικά από το τοπικό διαμέρισμα ......(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη δεύτερη σκέψη της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι επίμαχες μελέτες τοπογραφίας έχουν το ίδιο γνωστικό αντικείμενο, δεν προϋποθέτουν διαφορετικά προσόντα για την εκπόνησή τους, ανατέθηκαν κατά τον ίδιο χρόνο στον ίδιο μελετητή, εκτελέστηκαν βάσει πανομοιότυπων συμβάσεων, με συμβατικό οικονομικό αντάλλαγμα που δεν διαφοροποιείται σημαντικά, αφορούν, δε, στο ίδιο τοπικό διαμέρισμα (.....).

ΕΣ/ΤΜ.1/1413/2017

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού -κατασκευή δικτύων αποχέτευσης...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα κρίνει ότι:  Α) Η σύμβαση που κατήρτισε στις 22.12.2011 η ανάδοχος κοινοπραξία με την επωνυμία «....» με την εργοληπτική επιχείρηση «...» δεν πληροί τους όρους του νόμου ώστε να χαρακτηρισθεί αμιγώς ως σύμβαση υποκατάστασης ή ως συμφωνητικό υπεργολαβίας (όπως τα μέρη τη χαρακτήρισαν), διότι, αφενός φέρει χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν πρόθεση ολικής ή μερικής υποκατάστασης της αναδόχου από την αντισυμβαλλόμενή της και προσιδιάζουν στην έμμεση (άτυπη) σύμβαση υποκατάστασης ως: i) η ανάθεση της εκτέλεσης στην εργοληπτική επιχείρηση του συνόλου των προβλεπομένων εργασιών του έργου, όπως προσδιορίζονται στα οικεία συμβατικά τεύχη (στοιχείο Γ του προοιμίου), ii) η υποχρέωση της εργοληπτικής επιχείρησης να προσλαμβάνει και να απασχολεί με δική της μέριμνα και δαπάνες το προσωπικό που απαιτείται για την εκτέλεση των εργασιών (άρθρο 7.1.), iii) η αμοιβή της αναδόχου, η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 82% του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης (1.979.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α.) πλέον ποσοστού 50% που θα λαμβάνει σε κάθε αναθεώρηση τιμών (άρθρα 8.3 και 8.4), iv) η αυτοδίκαιη ανάθεση από την ανάδοχο κοινοπραξία στην εταιρεία των πρόσθετων ή νέων εργασιών που μπορεί να προκύψουν κατά την εκτέλεση του έργου (άρθρα 8.8 και 9 παρ.2), v) η υποχρέωση έκδοσης από την εργοληπτική επιχείρηση εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης (άρθρο 8.11), vi) η πρόβλεψη ότι κάθε καθυστέρηση η οποία θα προκύψει στο τμήμα του έργου που έχει αναλάβει να εκτελέσει η εταιρεία λόγω μη τήρησης κανόνων και μέτρων ασφαλείας, βαρύνει αυτήν αποκλειστικά (άρθρο 10), αφετέρου δε περιέχει όρους που δύνανται να την κατατάξουν στη σύμβαση υπεργολαβίας ως: i) η εκτέλεση του έργου από την αντισυμβαλλόμενη εργοληπτική επιχείρηση οφείλει να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση όλων των υποχρεώσεων της αρχικής αναδόχου (άρθρο 2.1.) ii) το φωτογραφικό αρχείο του έργου και η μονάδα βιντεοσκόπησης του δικτύου μετά το πέρας των εργασιών πρέπει να παραδοθούν στην ανάδοχο κοινοπραξία για να συμπεριληφθούν στο μητρώο έργου (άρθρο 2.6), iii) Το Σχέδιο Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ) καθώς και ο Φάκελος Ασφάλειας και Υγείας (ΦΑΥ του έργου, μετά το πέρας των εργασιών πρέπει να παραδοθούν ομοίως στην ανάδοχο «… που έχει την συμβατική υποχρέωση να τα παραδώσει στον κύριο του έργου» (2.7.), iv) η εργοληπτική επιχείρηση οφείλει να επιτρέπει ανά πάσα στιγμή στους εκπροσώπους της κοινοπραξίας την ελεύθερη πρόσβαση σε έγγραφα και στοιχεία και να παρέχει σ’ αυτούς κάθε πληροφορία (άρθρο 3 παρ. 4), v) η εργοληπτική επιχείρηση οφείλει να αποζημιώνει την κοινοπραξία για κάθε αξίωση ή επιβάρυνση που προκύπτει σε βάρος της από την εκ μέρους της αθέτηση της υποχρέωση τήρησης όλων των κανόνων δικαίου που διέπουν την εκτέλεση του έργου (άρθρο 4), vi)  η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται να συμμορφώνεται με όλες τις έγγραφες εντολές τις οδηγίες και τις υποδείξεις των οργάνων της κοινοπραξίας και να αποκαθιστά κάθε ελάττωμα ή παράλειψη που διαπιστώνεται από αυτήν (άρθρο 5), vii) η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται στην καταβολή κάθε ποινικής ρήτρας που στο πλαίσιο εκτέλεσης των εργασιών, θα καταπίπτει σε βάρος της κοινοπραξίας (άρθρο 6.7), viii) η ανάδοχος Κοινοπραξία θα καταβάλλει την αμοιβή στην εργοληπτική επιχείρηση (άρθρα 8.5. και 8.7.), ix) η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται να ενημερώσει την κοινοπραξία για τους κινδύνους που ενέχουν οι εργασίες που εκτελεί για άλλους εργαζομένους, τρίτους, διερχόμενους, τις εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό και το περιβάλλον (άρθρο 10), x) η εργοληπτική επιχείρηση υποχρεούται να αποζημιώσει την κοινοπραξία για κάθε θετική ή αποθετική ζημία που θα υποστεί από την παραβίαση μέτρων ασφαλείας (άρθρο 10), xi) η κοινοπραξία δύναται να κηρύξει έκπτωτη την εργοληπτική επιχείρηση για υπαίτια παράβαση όρων του παρόντος συμφωνητικού (άρθρο 11) και xii) η εργοληπτική επιχείρηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να τηρεί το καθήκον εχεμύθειας έναντι της κοινοπραξίας (άρθρο 12). Η σύμβαση αυτή, η οποία δεν υποβλήθηκε σε έγκριση ούτε γνωστοποιήθηκε στον κύριο του έργου και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι αυτού (Δήμος ...) προσδιορίζει αποκλειστικά τις σχέσεις μεταξύ των μερών...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. 


ΣΤΕ ΕΑ/107/2007

Εκτέλεση έργου: Με τα δεδομένα αυτά δεν πιθανολογείται σοβαρώς ότι μη νομίμως απερρίφθη η τεχνική προσφορά της αιτούσης εταιρείας για τον ανωτέρω λόγο, διότι, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην ένατη σκέψη, για να κρίνουν την συμφωνία τεχνικής προσφοράς προς τις θεσπιζόμενες με τα συνοδεύοντα την διακήρυξη τεύχη τεχνικές προδιαγραφές, που αφορούν την δυνατότητα προσβάσεως στις διάφορες εγκαταστάσεις του επιδίκου έργου, η Επιτροπή Διαγωνισμού και στη συνέχεια η αναθέτουσα αρχή υποχρεούνται να λάβουν υπόψη το υφιστάμενο στην περιοχή του έργου, κατά τον χρόνο διενέργειας του διαγωνισμού, οδικό δίκτυο, ώστε το έργο να προσαρμοσθεί στην υπάρχουσα κατάσταση και όχι να χρειασθεί να προσαρμοσθεί το περιβάλλον το έργο οδικό δίκτυο σ’ αυτό. Άλλωστε, και η ίδια η αιτούσα φαίνεται να δέχεται ότι, υπό τις υφιστάμενες στην περιοχή του έργου συνθήκες, δεν είναι δυνατή η πρόσβαση αυτοκινήτου στον επίμαχο χώρο, στη θέση όπου προβλέπει την κατασκευή του, προβάλλει δε απλώς ότι είναι δυνατόν να καταστεί εφικτή η πρόσβαση αυτή με κατάλληλες κυκλοφοριακές επεμβάσεις. Για το λόγο αυτό η αιτούσα αφενός μεν υπέβαλε – και μάλιστα μετά την διενέργεια του διαγωνισμού – την από 3.8.2006 αίτηση προς την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων για την διαμόρφωση στην συγκεκριμένη θέση κατάλληλης κυκλοφοριακής συνδέσεως, και αφετέρου, με την από 4.8.2006 ένστασή της κατά του υπ’ αριθ. 5/28.7.2006 πρακτικού της Επιτροπής Διαγωνισμού, πρότεινε, προκειμένου να εξασφαλισθεί η πρόσβαση στην ράμπα καθόδου, να γίνει κατάλληλη διαμόρφωση του πεζοδρομίου, η οποία, κατ’ αυτήν, είναι «σημειακή, ήπιας μορφής». Η αδυναμία προσβάσεως στον επίμαχο χώρο επιβεβαιώνεται, εξάλλου, και με την μεταγενέστερη της προσβαλλομένης πράξεως υπ’ αριθ. πρωτ. ΔΜΕΟ/10481/178/Φ.915/27.11.2006 πράξη του Διευθυντή της Διευθύνσεως Μελετών Έργων Οδοποιίας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, η οποία εκδόθηκε επί της προαναφερθείσης από 3.8.2006 αιτήσεως της αιτούσης και στην οποία αναφέρεται ότι «η προτεινόμενη θέση εισόδου – εξόδου για τις εγκαταστάσεις του «... Κολυμβητηρίου» στην υποβληθείσα μελέτη της Εταιρείας …. αμέσως μετά την ανισόπεδη Γέφυρα της οδού … δεν κρίνεται δόκιμη για λόγους οδικής ασφάλειας (Ανεπαρκές μήκος ομαλής πρόσβασης για είσοδο – έξοδο στις εν λόγω εγκαταστάσεις, προϋπάρχουσα καμπυλότητα και υψομετρική διαφορά μεταξύ της συναρμογής της γέφυρας και της προτεινόμενης εισόδου – εξόδου)». Ενόψει τούτων, οι προβληθέντες με την προσφυγή της αιτούσης και προβαλλόμενοι ήδη και με την κρινόμενη αίτηση λόγοι ότι μη νομίμως απερρίφθη η προσφορά της για τον ανωτέρω λόγο δεν πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμοι.


ΕΣ/ΤΜ.6/1979/2020

Εκπόνηση μελετών περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων...ζητείται η ανάκληση της 294/2020 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα προς όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 2 της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η πρόβλεψη στη διακήρυξη, ως κριτηρίου οικονομικής επάρκειας, της υποχρέωσης κάθε προσφέροντος να διαθέτει εν ισχύ ασφαλιστική κάλυψη με όριο αποζημίωσης ανά απαίτηση μεγαλύτερο από 1.000.000,00 ευρώ, που σκοπεί στην απόδειξη της οικονομικής ευρωστίας των διαγωνιζόμενων και στη δυνατότητά τους να αποζημιώσουν την αναθέτουσα αρχή σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, όσον αφορά σε μεμονωμένους υποψηφίους, έχει κατ’ αρχήν διαμορφωθεί σε εύλογο ύψος, δοθέντος ότι το όριο αποζημίωσης είναι ανάλογο με τη συνολική προεκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση μελέτης. Πλην όμως, εφόσον α) κατά τη διακήρυξη επιτρέπεται η συμμετοχή στον διαγωνισμό ενώσεων μελετητών, β) η υπό ανάθεση σύνθετη μελέτη περιλαμβάνει την εκπόνηση περισσότερων επιμέρους μελετών, υπαγόμενων σε διαφορετικές κατηγορίες, η μερική προϋπολογιζόμενη δαπάνη των οποίων, κυμαινόμενη από 30.000 ευρώ έως 500.000 ευρώ, προφανώς υπολείπεται του συνολικού αθροίσματος αυτών, γ) ανεξαρτήτως της υποχρέωσης υποβολής ενιαίας προσφοράς για το σύνολο του δημοπρατούμενου αντικειμένου, κάθε μέλος μιας ένωσης μελετητών δύναται να συμμετέχει σε επιμέρους μόνο κατηγορίες από τις δημοπρατούμενες μελέτες, ανάλογα με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα που διαθέτει, πρέπει, κατά την κρίση του Τμήματος, να γίνει δεκτό ότι το επίπεδο οικονομικής επάρκειας που απαιτείται να διαθέτουν τα μέλη των ανωτέρω ενώσεων πρέπει να είναι ανάλογο του  οικονομικού μεγέθους της σύμβασης που προτίθενται να αναλάβουν. Κατά τούτο, η προβλεπόμενη στο άρθρο 19.2 της διακήρυξης απαίτηση κατά την οποία, σε περίπτωση υποβολής προσφοράς από ένωση οικονομικών φορέων, το ανωτέρω κριτήριο οικονομικής επάρκειας (που κατά τα προαναφερθέντα συναρτάται με τον συνολικό προϋπολογισμό της σύμβασης) πρέπει να ικανοποιείται από ένα τουλάχιστον μέλος της ένωσης ανά κατηγορία μελέτης, ανεξάρτητα από το μέγεθος της επιμέρους κατηγορίας στην οποία συμμετέχει, συνιστά δυσανάλογο περιορισμό στη δυνατότητα συμμετοχής στον διαγωνισμό, ιδίως για τις κατηγορίες μελετών με συγκριτικώς πολύ μικρό οικονομικό αντικείμενο (όπως εν προκειμένω η τοπογραφική, η γεωλογική και η περιβαλλοντική μελέτη) και, επομένως, αντίκειται στο άρθρο 75 παρ. 2 του ν. 4412/2016. Προς τούτο, άλλωστε, συνηγορεί και η διατύπωση της διάταξης του άρθρου 22.2 της διακήρυξης (η οποία ευλόγως αποτυπώνεται στα Πρότυπα Τεύχη διακηρύξεων μελετών), κατά την οποία «Η πλήρωση των απαιτήσεων της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας (…) του άρθρου 19.2 (…) αρκεί να ικανοποιείται αθροιστικά από τα μέλη της ένωσης», διάταξη ωστόσο που η αναθέτουσα αρχή επιχείρησε να αδρανοποιήσει με την κρίσιμη αμφισβητούμενη διάταξη. Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, προς αντίκρουση των προβλεπομένων στο άρθρο 254 παρ. 3 του ν. 4412/2016 (βλ. και άρθρο 19 παρ. 2 του ν. 4412/2016), ότι η πλήρωση του κρίσιμου κριτηρίου οικονομικής επάρκειας από ένα μόνο μέλος της ένωσης γενικά  και όχι ανά κατηγορία μελέτης, δεν αρκεί, καθόσον τούτο θα οδηγούσε σε αδυναμία ενεργοποίησης της ασφαλιστικής κάλυψης σε περίπτωση που το ασφαλιζόμενο μέλος της ένωσης δεν συμμετείχε στην εκπόνηση της επιμέρους μελέτης στο πλαίσιο της οποίας επήλθε ο ασφαλιζόμενος κίνδυνος.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι η υπό κρίση προσφυγή ανάκλησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν, το δε αχρεωστήτως καταβληθέν παράβολο πρέπει να επιστραφεί στην προσφεύγουσα.Αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να ανακληθεί η 294/2020 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜ/2494/2020