Ε.2187/2019
Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ
Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 16 και 17 του μέρους Β΄ του ν.4633/2019 (Α΄161/16.10.2019) «Σύσταση Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), ρυθμίσεις για τα προϊόντα καπνού, άλλα ζητήματα του Υπουργείου Υγείας και λοιπές διατάξεις. ΑΔΑ: 6Ψ7Ξ46ΜΠ3Ζ-ΥΚ0
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Ν.4633/2019
Σύσταση Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), ρυθμίσεις για τα προϊόντα καπνού, άλλα ζητήματα του Υπουργείου Υγείας και λοιπές διατάξεις.
Γ4β/οίκ.:58226/2023
Καθορισμός αποδοχών του Διευθύνοντος Συμβούλου και του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ - ΝΠΙΔ).
ΕΣ/ΤΜ.4/4/2019
Παροχή υπηρεσιών εσωτερικού ελεγκτή: ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 129/2018 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμήμα(...)Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα, μετά από νέα έρευνα της υπόθεσης, κρίνει ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος να αποστεί από όσα δέχθηκε το Κλιμάκιο με την 129/2018 πράξη του, στις ορθές σκέψεις και λεπτομερείς αιτιολογίες της οποίας εμμένοντας, αναφέρεται εκ νέου, προς αποφυγή περιττών επαναλήψεων. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα γενόμενα ανωτέρω δεκτά (σκέψη ΙΙΙ), με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 4025/2011 προβλέπεται, στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Χώρα για μεταρρύθμιση και αναμόρφωση του τομέα υγείας, η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος εσωτερικού ελέγχου στις δημόσιες μονάδες υγείας, ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη χρηματοοικονομική διαχείριση τους, με την εισαγωγή και υλοποίηση ισχυρότερων μηχανισμών ελέγχου των δαπανών, μέσω της παρακολούθησης σημαντικών δραστηριοτήτων, όπως προμήθειες, διαδικασίες κοστολόγησης και τιμολόγησης προϊόντων και υπηρεσιών. Ένας από τους δύο βασικούς πυλώνες του εν λόγω συστήματος εσωτερικού ελέγχου είναι ο Εσωτερικός Ελεγκτής, ο οποίος διενεργεί στην πράξη τον εσωτερικό έλεγχο συντάσσοντας σχετικές εκθέσεις και ο οποίος απολαμβάνει πλήρους ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Οι λεπτομέρειες που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία του συστήματος εσωτερικού ελέγχου, καθώς επίσης και τα καθήκοντα του Εσωτερικού Ελεγκτή προβλέπονται, σύμφωνα με τις προμνησθείσες διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 4025/2011 από τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας των μονάδων υγείας, η σύνταξη του οποίου ανατίθεται με τις ίδιες διατάξεις στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Συγκεκριμένα, με τις διατάξεις αυτές προβλέφθηκε η υποχρέωση του εν λόγω Υπουργείου να συντάξει εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του νόμου, Ενιαίο Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας των μονάδων υγείας, σε θέματα διοικητικά, διαχειριστικά και λογιστικά με σκοπό να ρυθμιστούν συνολικά και ενιαία τα διοικητικά, διαχειριστικά και λογιστικά θέματα των Μονάδων Υγείας. Συνεπώς, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη, το θεσμοθετούμενο με τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 4025/2011 σύστημα εσωτερικού ελέγχου αποσκοπεί στην παρακολούθηση της τήρησης ακριβώς αυτού του Εσωτερικού Κανονισμού και συνεπώς, η έκδοσή του αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την λειτουργία του συστήματος του εσωτερικού ελέγχου και συνακολούθως για την ανάθεση των οικείων υπηρεσιών σε ιδιώτη εσωτερικό ελεγκτή. Περαιτέρω, η ρητή και σαφής νομοθετική επιλογή να ανατεθεί αποκλειστικά στο ως άνω Υπουργείο η αρμοδιότητα για την έκδοση του Κανονισμού αυτού δικαιολογείται από την επιδίωξη του νομοθέτη να υπάρξει ενιαία ρύθμιση σε κεντρικό επίπεδο των διοικητικών, διαχειριστικών και λογιστικών θεμάτων των Μονάδων Υγείας για την αναμόρφωση του Τομέα Υγείας σε εθνικό επίπεδο, με συνέπεια να μην είναι επιτρεπτή η υποκατάσταση του Υπουργείου Υγείας στην άσκηση της ως άνω αποκλειστικής αρμοδιότητάς του προς έκδοση Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των Μονάδων Υγείας από άλλα διοικητικά όργανα, η δε παρέκκλιση από την ως άνω ρύθμιση δεν δύναται να δικαιολογηθεί ούτε από την καθυστέρηση άσκησης της σχετικής αρμοδιότητας εκ μέρους του Υπουργείου (πρβλ. Ελ.Συν. IV Tμ. 32/2015). Επίσης, η έκδοση από το Υπουργείο Υγείας των ΓΠΔΥ5γ/οικ129854/22.11.2011, 94064/1.10.2012 και οικ.53560/5.6.2013 εγκυκλίων (βλ. σκ. ΙV), στις οποίες αναφέρονται αναλυτικώς τα καθήκοντα των εσωτερικών ελεγκτών και προσδιορίζεται το περιεχόμενο των συμβάσεων που καλούνται τα Νοσοκομεία να συνάψουν για την ανάθεση των οικείων υπηρεσιών, δεν δύναται θεωρηθεί ως συμμόρφωση της Διοίκησης προς την υποχρέωση έκδοσης Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού σύμφωνα με τη ρητή επιταγή του άρθρου 25 του ν. 4025/2011, ούτε να αναπληρώσει την παράλειψη έκδοσης του εν λόγω Εσωτερικού Κανονισμού, αφενός μεν διότι ο νομοθέτης επιβάλλει τη ρύθμιση των ανωτέρω ζητημάτων με υπουργική απόφαση, οι δε εγκύκλιοι δεν αποτελούν δεσμευτικούς κανόνες δικαίου (ΣτΕ 2787, 2077, 922/2017, 2884, 2877/2016, 4243/2014, ΔΕφΠειρ. 111/2019, ΔΕφΑθ 7/2019 κ.α.), αφετέρου δε διότι αυτές δεν έχουν το περιεχόμενο που σύμφωνα με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του ν. 4025/2011 απαιτείται να έχει ο Ενιαίος Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας, ήτοι τη ρύθμιση όλων των διοικητικών, διαχειριστικών και λογιστικών θεμάτων των Μονάδων Υγείας. Κατόπιν τούτων, όσον αφορά την ελεγχόμενη δαπάνη, δεν ήταν νόμιμη η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου στη φερόμενη ως δικαιούχο, δοθέντος ότι δεν είχε ακόμη εκδοθεί απόφαση του Υπουργού Υγείας σχετικώς με τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας των Μονάδων Υγείας, η έλλειψη δε αυτή δεν δύναται να αναπληρωθεί από τις στερούμενες δεσμευτικότητας εγκυκλίους του Υπουργείου Υγείας, οι οποίες περιορίζονται στη διατύπωση αποσπασματικών οδηγιών για διάφορα ζητήματα, αλλά ούτε και από τον εγκριθέντα από το Διοικητικό Συμβούλιο του αιτούντος Εσωτερικό Κανονισμό, που συντάχθηκε από την 5η Υ.ΠΕ., λόγω αναρμοδιότητας του εν λόγω οργάνου. Συναφώς, δε, το Τμήμα επισημαίνει ότι έχουν παρέλθει ήδη οκτώ (8) περίπου έτη από την δημοσίευση του ν. 4025/2011 και εν τούτοις δεν έχει εισέτι εκδοθεί ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας των Μονάδων Υγείας, εκ της παραλείψεως δε αυτής αναφύονται ζητήματα, όπως το κρινόμενο, ως προς τον εσωτερικό έλεγχο των μονάδων Υγείας, τα οποία δεν δύναται πλέον να θεραπευθούν με τις κατά διαστήματα εκδοθείσες εγκυκλίους του Υπουργείου Υγείας. Εντούτοις, όμως, το Τμήμα, συνεκτιμώντας ότι με την ΓΠΔΥ5γ/οικ129854/22.11.2011 εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, τα Νοσοκομεία κλήθηκαν να εφαρμόσουν την προαναφερόμενη διάταξη του ν. 4025/2011 το ταχύτερο δυνατό και ότι στην εγκύκλιο αυτήν παρατίθενται - έως την έκδοση από το Υπουργείο Υγείας του «Εσωτερικού Κανονισμού» - αναλυτικά οι υποχρεώσεις του εσωτερικού ελεγκτή και οι λοιπές προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης, εν συνεχεία δε, τα έτη 2012 και 2013, επακολούθησαν και νέες, ομοίου περιεχομένου εγκύκλιοι στις οποίες επαναλαμβανόταν η επιτακτική υποχρέωση των Νοσοκομείων να προβούν σε ανάθεση των υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του αιτούντος ενήργησαν χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων, αλλά σε συμμόρφωση προς τις σαφείς οδηγίες που τους απηύθυναν οι εποπτεύουσες αυτά αρχές.Δέχεται την αίτηση.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/114/2019
Παροχή υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την διαφωνούσα Επίτροπο, μη νομίμως ανατέθηκαν οι επίμαχες υπηρεσίες εσωτερικού ελέγχου στην φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία, αφού δεν έχει ακόμη εκδοθεί από το Υπουργείο Υγείας ο προβλεπόμενος από το άρθρο 25 του ν. 4025/2011 «Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας των μονάδων υγείας σε θέματα διοικητικά, διαχειριστικά και λογιστικά». Ειδικότερα, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη ΙΙ, το θεσμοθετούμενο με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 4025/2011 σύστημα εσωτερικού ελέγχου, το οποίο προβλέπει ως έναν από τους δύο βασικούς πυλώνες του τον Εσωτερικό Ελεγκτή, αποσκοπεί στην παρακολούθηση της τηρήσεως ακριβώς αυτού του Εσωτερικού Κανονισμού, στον οποίο ορίζονται οι λεπτομέρειες που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία του συστήματος εσωτερικού ελέγχου, καθώς επίσης και τα καθήκοντα του Εσωτερικού Ελεγκτή. Συνεπώς, η έκδοση του εν λόγω Κανονισμού αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την λειτουργία του συστήματος του εσωτερικού ελέγχου και συνακολούθως για την ανάθεση των οικείων υπηρεσιών σε ιδιώτη εσωτερικό ελεγκτή. Περαιτέρω, η ρητή και σαφής νομοθετική επιλογή να ανατεθεί αποκλειστικά στο Υπουργείο Υγείας, ήτοι στον αρμόδιο Υπουργό, ως προϊστάμενο της οργανικής μονάδας του Υπουργείου (πρβλ. ΣτΕ 2725/2001 σκ. 6), η αρμοδιότητα για την έκδοση του Κανονισμού αυτού, δικαιολογείται από την επιδίωξη του νομοθέτη να υπάρξει ενιαία ρύθμιση σε κεντρικό επίπεδο των διοικητικών, διαχειριστικών και λογιστικών θεμάτων των Μονάδων Υγείας για την αναμόρφωση του Τομέα Υγείας σε εθνικό επίπεδο, με συνέπεια να μην είναι επιτρεπτή η υποκατάσταση του εν λόγω Υπουργού στην άσκηση της ως άνω αποκλειστικής αρμοδιότητάς του προς έκδοση Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των Μονάδων Υγείας από άλλα διοικητικά όργανα. Επιπλέον, παρέκκλιση από την ως άνω ρύθμιση δεν δύναται να δικαιολογηθεί ούτε από την καθυστέρηση άσκησης της σχετικής αρμοδιότητας εκ μέρους του Υπουργείου (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. Πρ. 4/2019, πρβλ. Πρ. 32/2015). Ως εκ τούτου, η έκδοση από το Υπουργείο Υγείας των ΓΠΔΥ5γ/οικ129854/22.11.2011, 94064/1.10.2012 και οικ.53560/5.6.2013 εγκυκλίων (βλ. σκ. ΙΙΙ), στις οποίες αναφέρονται αναλυτικώς τα καθήκοντα των εσωτερικών ελεγκτών και προσδιορίζεται το περιεχόμενο των συμβάσεων που καλούνται τα Νοσοκομεία να συνάψουν για την ανάθεση των οικείων υπηρεσιών, δεν δύναται θεωρηθεί ως συμμόρφωση της Διοικήσεως προς την υποχρέωση εκδόσεως Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού σύμφωνα με τη ρητή επιταγή του άρθρου 25 του ν. 4025/2011, ούτε επίσης δύναται να αναπληρώσει την παράλειψη εκδόσεως του εν λόγω Εσωτερικού Κανονισμού, αφενός μεν διότι ο νομοθέτης επιβάλλει τη ρύθμιση των ανωτέρω ζητημάτων με υπουργική απόφαση, οι δε εγκύκλιοι δεν αποτελούν δεσμευτικούς κανόνες δικαίου (ΣτΕ 2787, 2077, 922/2017, 2884, 2877/2016, 4243/2014, ΔΕφΠειρ. 111/2019, ΔΕφΑθ 7/2019 κ.α.), αφετέρου δε, διότι οι εν λόγω εγκύκλιοι δεν έχουν το περιεχόμενο που, σύμφωνα με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του ν. 4025/2011, απαιτείται να έχει ο Ενιαίος Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας, ήτοι τη ρύθμιση όλων των διοικητικών, διαχειριστικών και λογιστικών θεμάτων των Μονάδων Υγείας. Κατόπιν τούτων, δεν ήταν νόμιμη η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου στη φερόμενη ως δικαιούχο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από το Νοσοκομείο είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Εντούτοις, όμως, το Κλιμάκιο, συνεκτιμώντας ότι με την ΓΠΔΥ5γ/οικ129854/22.11.2011 εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, τα Νοσοκομεία εκλήθησαν να εφαρμόσουν την προαναφερόμενη διάταξη του ν. 4025/2011 το ταχύτερο δυνατό και ότι στην εγκύκλιο αυτήν παρατίθενται - έως την έκδοση από το Υπουργείο Υγείας του «Εσωτερικού Κανονισμού» - αναλυτικά οι υποχρεώσεις του εσωτερικού ελεγκτή και οι λοιπές προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, εν συνεχεία δε, τα έτη 2012 και 2013, επακολούθησαν και νέες, ομοίου περιεχομένου εγκύκλιοι, στις οποίες επαναλαμβανόταν η επιτακτική υποχρέωση των Νοσοκομείων να προβούν σε ανάθεση των υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου ενήργησαν χωρίς πρόθεση καταστρατηγήσεως των οικείων διατάξεων, αλλά σε συμμόρφωση προς τις σαφείς οδηγίες που τους απηύθυναν οι εποπτεύουσες αυτά αρχές.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/1/2019
Παροχή υπηρεσιών εσωτερικού ελεγκτή(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την διαφωνούσα Επίτροπο, μη νομίμως ανατέθηκαν οι επίμαχες υπηρεσίες εσωτερικού ελέγχου στον φερόμενο ως δικαιούχο, αφού δεν έχει ακόμη εκδοθεί από το Υπουργείο Υγείας ο προβλεπόμενος από το άρθρο 25 του ν. 4025/2011 «Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας των μονάδων υγείας σε θέματα διοικητικά, διαχειριστικά και λογιστικά». Ειδικότερα, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη ΙΙ, το θεσμοθετούμενο με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 4025/2011 σύστημα εσωτερικού ελέγχου, το οποίο προβλέπει ως έναν από τους δύο βασικούς πυλώνες του τον Εσωτερικό Ελεγκτή, αποσκοπεί στην παρακολούθηση της τηρήσεως ακριβώς αυτού του Εσωτερικού Κανονισμού, στον οποίο ορίζονται οι λεπτομέρειες που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία του συστήματος εσωτερικού ελέγχου, καθώς επίσης και τα καθήκοντα του Εσωτερικού Ελεγκτή. Συνεπώς, η έκδοση του εν λόγω Κανονισμού αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την λειτουργία του συστήματος του εσωτερικού ελέγχου και συνακολούθως για την ανάθεση των οικείων υπηρεσιών σε ιδιώτη εσωτερικό ελεγκτή. Περαιτέρω, η ρητή και σαφής νομοθετική επιλογή να ανατεθεί αποκλειστικά στο Υπουργείο Υγείας, ήτοι στον αρμόδιο Υπουργό, ως προϊστάμενο της οργανικής μονάδας του Υπουργείου (πρβλ. ΣτΕ 2725/2001 σκ. 6), η αρμοδιότητα για την έκδοση του Κανονισμού αυτού, δικαιολογείται από την επιδίωξη του νομοθέτη να υπάρξει ενιαία ρύθμιση σε κεντρικό επίπεδο των διοικητικών, διαχειριστικών και λογιστικών θεμάτων των Μονάδων Υγείας για την αναμόρφωση του Τομέα Υγείας σε εθνικό επίπεδο, με συνέπεια να μην είναι επιτρεπτή η υποκατάσταση του εν λόγω Υπουργού στην άσκηση της ως άνω αποκλειστικής αρμοδιότητάς του προς έκδοση Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των Μονάδων Υγείας από άλλα διοικητικά όργανα. Επιπλέον, παρέκκλιση από την ως άνω ρύθμιση δεν δύναται να δικαιολογηθεί ούτε από την καθυστέρηση άσκησης της σχετικής αρμοδιότητας εκ μέρους του Υπουργείου (πρβλ. Ελ.Συν. IV Tμ. 32/2015). Ως εκ τούτου, η έκδοση από το Υπουργείο Υγείας των ΓΠΔΥ5γ/οικ129854/22.11.2011, 94064/1.10.2012 και οικ.53560/5.6.2013 εγκυκλίων (βλ. σκ. ΙΙΙ), στις οποίες αναφέρονται αναλυτικώς τα καθήκοντα των εσωτερικών ελεγκτών και προσδιορίζεται το περιεχόμενο των συμβάσεων που καλούνται τα Νοσοκομεία να συνάψουν για την ανάθεση των οικείων υπηρεσιών, δεν δύναται θεωρηθεί ως συμμόρφωση της Διοικήσεως προς την υποχρέωση εκδόσεως Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού σύμφωνα με τη ρητή επιταγή του άρθρου 25 του ν. 4025/2011, ούτε επίσης δύναται να αναπληρώσει την παράλειψη εκδόσεως του εν λόγω Εσωτερικού Κανονισμού, αφενός μεν διότι ο νομοθέτης επιβάλλει τη ρύθμιση των ανωτέρω ζητημάτων με υπουργική απόφαση, οι δε εγκύκλιοι δεν αποτελούν δεσμευτικούς κανόνες δικαίου (ΣτΕ 2787, 2077, 922/2017, 2884, 2877/2016, 4243/2014, ΔΕφΠειρ. 111/2019, ΔΕφΑθ 7/2019 κ.α.), αφετέρου δε, διότι οι εν λόγω εγκύκλιοι δεν έχουν το περιεχόμενο που, σύμφωνα με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του ν. 4025/2011, πρέπει να έχει ο Ενιαίος Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας, ήτοι τη ρύθμιση όλων των διοικητικών, διαχειριστικών και λογιστικών θεμάτων των Μονάδων Υγείας. Κατόπιν τούτων, δεν ήταν νόμιμη η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου στο φερόμενο ως δικαιούχο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από το Νοσοκομείο είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Εντούτοις, όμως, το Κλιμάκιο, συνεκτιμώντας ότι με την ΓΠΔΥ5γ/οικ129854/22.11.2011 εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, τα Νοσοκομεία κλήθηκαν να εφαρμόσουν την προαναφερόμενη διάταξη του ν. 4025/2011 το ταχύτερο δυνατό και ότι στην εγκύκλιο αυτήν παρατίθενται - έως την έκδοση από το Υπουργείο Υγείας του «Εσωτερικού Κανονισμού» - αναλυτικά οι υποχρεώσεις του εσωτερικού ελεγκτή και οι λοιπές προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, εν συνεχεία δε, τα έτη 2012 και 2013, επακολούθησαν και νέες, ομοίου περιεχομένου εγκύκλιοι στις οποίες επαναλαμβανόταν η επιτακτική υποχρέωση των Νοσοκομείων να προβούν σε ανάθεση των υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου ενήργησαν χωρίς πρόθεση καταστρατηγήσεως των οικείων διατάξεων αλλά σε συμμόρφωση προς τις σαφείς οδηγίες που τους απηύθυναν οι εποπτεύουσες αυτά αρχές.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.ΙV/101/2013 (Δ΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)
Προμήθεια μοσχευμάτων κερατοειδούς και αμνιακής μεμβράνης:Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο καταλήγει στα ακόλουθα:i. Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, και ενόψει του ότι το συνολικό ποσό των επίμαχων προμηθειών ανέρχεται στο ποσό των 51.726,60 ευρώ, υπερβαίνει δηλαδή το όριο των 20.000 ευρώ, μέχρι του οποίου επιτρέπεται βάσει της Π1/3305/3.11.2010 (ΦΕΚ Β΄ 1789/12.11.2010) απόφασης του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας η διενέργεια προμηθειών με απευθείας αναθέσεις, και ενόψει του ότι ο Επίτροπος δεν προβάλλει ότι η συνολική δαπάνη που απαιτήθηκε για την κάλυψη των ετήσιων αναγκών του Νοσοκομείου σε μοσχεύματα οφθαλμικών ιστών υπερβαίνει και αυτό το όριο των 60.000 ευρώ, μη νομίμως διενεργήθηκαν οι επίμαχες προμήθειες μετά από απευθείας αναθέσεις, κατά παράκαμψη των διατυπώσεων του πρόχειρου διαγωνισμού. Ειδικότερα, και μολονότι ειδικώς ζητήθηκαν σχετικά στοιχεία με τα προαναφερόμενα Πρακτικά του Κλιμακίου, από οποιοδήποτε έγγραφο του φακέλου δεν προκύπτει ότι η φερόμενη ως δικαιούχος εταιρεία είναι η μοναδική που δραστηριοποιείται στον τομέα της προμήθειας μοσχευμάτων οφθαλμικών ιστών. Ούτε άλλωστε, αποτελεί τέτοια απόδειξη το προσκομιζόμενο έγγραφο του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων, καθόσον σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη της παρ. 12 του άρθρου 65 του ν. 3984/2011, τα ήδη λειτουργούντα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (27.6.2011) ιδρύματα ιστών οφείλουν να υποβάλουν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ιδίου νόμου αίτηση στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για χορήγηση άδειας λειτουργίας το πρώτον μέσα σε ένα έτος από την έναρξη ισχύος της υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στο άρθρο 53 παρ. 2 και η οποία θα ρυθμίσει τα της έγκρισης ή αδειοδότησης τραπεζικών ιστών, πλην όμως η υπουργική απόφαση αυτή δεν έχει ακόμη εκδοθεί, παρέπεται δε ότι τα λειτουργούντα κατά την 27.6.2011 ιδρύματα ιστών εξακολουθούν να λειτουργούν νόμιμα, ενώ δεν προσκομίζεται βεβαίωση του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ότι εκτός της εταιρείας «…..» δεν δραστηριοποιούνται στον τομέα της προμήθειας οφθαλμικών ιστών άλλοι φορείς. Αντιθέτως, και από το ως άνω προσκομιζόμενο έγγραφο του Αντιπροέδρου του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων προκύπτει ότι ούτε η διαδικασία αδειοδότησης της εταιρείας «….» σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 3984/2011 έχει ολοκληρωθεί, ενώ σε κάθε περίπτωση δραστηριοποιείται στον τομέα αυτόν και άλλη εταιρεία. Απόδειξη περί της μοναδικότητας της προμηθεύτριας εταιρείας δεν αποτελεί, άλλωστε, ούτε και το προσκομιζόμενο συμφωνητικό μεταξύ της εταιρείας «...» και «…», καθόσον από το έγγραφο αυτό δεν προκύπτει ούτε ότι η εταιρεία «…» είναι η μοναδική τράπεζα οφθαλμικών ιστών παγκοσμίως, ούτε ότι η φερόμενη ως δικαιούχος των χρηματικών ενταλμάτων είναι αποκλειστική αντιπρόσωπός της στην Ελλάδα.ii. Περαιτέρω, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο, ενόψει του συνολικού ποσού των επίμαχων προμηθειών, έπρεπε η οικεία σύμβαση να συναφθεί εγγράφως. Η έλλειψη εγγράφου σύμβασης με αντικείμενο την προμήθεια μοσχευμάτων οφθαλμικών ιστών από την ως άνω εταιρεία καθιστά άκυρη τη σύμβαση, χωρίς η ακυρότητα αυτή να αίρεται από το γεγονός ότι η φερόμενη ως δικαιούχος των χρηματικών ενταλμάτων εταιρεία εκπλήρωσε τις προμήθειες που της είχαν ανατεθεί, διότι η εκτέλεση της σύμβασης μπορεί να καλύψει μόνο την έλλειψη εγγράφου τύπου της αποδοχής. Εν προκειμένω, ως δικαιολογητικά των επίμαχων χρηματικών ενταλμάτων επισυνάπτονται α) πρωτόκολλα παραλαβής των μοσχευμάτων, β) πιστοποιητικά νοσηλείας ασθενών στην οφθαλμολογική κλινική, γ) τιμολόγια της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας και δ) έγγραφα του Επιστημονικού Υπευθύνου του Τμήματος Παθήσεων Κερατοειδούς και Μεταμοσχεύσεων με τα οποία προωθούνται τα τιμολόγια της εταιρείας προς τον Προϊστάμενο του Οικονομικού Τμήματος του Νοσοκομείου. Επομένως δεν έχει ληφθεί, απόφαση των αρμοδίων οργάνων του Νοσοκομείου για την απευθείας ανάθεση της προμήθειας στην εταιρεία «….», ώστε να ακολουθήσει σχετική πρόταση απευθυντέα προς την εταιρεία αυτή και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καταρτίστηκε σύμβαση βάσει έγγραφης πρότασης εκ μέρους του Νοσοκομείου και του πραγματικού γεγονότος της προμήθειας των επίμαχων ειδών από την εταιρεία.iii. Αντιθέτως, αβασίμως προβάλλει ο Επίτροπος τη μη εναρμόνιση των επιτευχθεισών τιμών με τις χαμηλότερες τιμές της εγχώριας αγοράς, όπως αυτές έχουν καταγραφεί στο Παρατηρητήριο Τιμών του άρθρου 24 του ν. 3846/2010, ενόψει του ότι από τα επισυναπτόμενα στα χρηματικά εντάλματα στοιχεία προκύπτει η μη καταχώριση των ειδών αυτών στο Παρατηρητήριο Τιμών, με εξαίρεση τα είδη «μόσχευμα κερατοειδούς ολικού πάχους» (βλ. 18/27.2.2013, 27/22.3.2013, 28/22.3.2013, 30/22.3.2013, 31/22.3.2013 τιμολόγια της εταιρείας) και «αμνιακή μεμβράνη κρυοσυντηρημένη» (βλ. 26/22.3.2013 τιμολόγιο), οι τιμές των οποίων πράγματι συμφωνούν με την καταχωρηθείσα στο Παρατηρητήριο τιμή.iv. Τέλος, οι επίμαχες δαπάνες δεν μπορούν να νομιμοποιηθούν ούτε βάσει των διατάξεων του άρθρου 66 παρ. 28 του ν. 3984/2011, καθόσον όπως προκύπτει από το άρθρο 1 παρ. 5 εδαφ. στ΄ της Οδηγίας 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14.6.1993 «περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων», στο οποίο ρητά αναφέρεται ότι τα μοσχεύματα, οι ιστοί ή τα κύτταρα ανθρώπινης προέλευσης δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων περί ιατροτεχνολογικών προϊόντων, συνομολογεί, άλλωστε και το ίδιο το Νοσοκομείο στο 802οικ/20.5.2013 έγγραφο επανυποβολής των ενταλμάτων, τα ανθρώπινα μοσχεύματα δεν αποτελούν ιατροτεχνολογικά προϊόντα και συνεπώς δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ως άνω στενά ερμηνευτέας νομιμοποιητικής διάταξης αυτής. Συνακόλουθα, οι επίμαχες δαπάνες δεν είναι νόμιμες και τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΕλΣυν/Τμ6/896/2012
Προμήθεια αντιδραστηρίων αιμοδοσίας με συνοδό εξοπλισμό (..)Η υποχρέωση κατάθεσης των απαιτούμενων από το νόμο δικαιολογητικών ονομαστικοποίησης ( 3310/2005 άρθρο 8, άρθρο 1 του π.δ/τος 82/1996) για την ανώνυμη εταιρία που συμμετέχει σε διαγωνισμό ανάθεσης δημόσιας σύμβασης προμηθειών, απορρέει ευθέως από τις προεκτεθείσες διατάξεις και, ως εκ τούτου, δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή το γεγονός ότι τυχόν υποβολή των δικαιολογητικών αυτών δεν προβλέπεται ρητά στη διακήρυξη του οικείου διαγωνισμού, ούτε, άλλωστε, είναι δυνατή η μεταγενέστερη προσκομιδή αυτών, αφού η υποχρέωση υποβολής τους συνιστά ουσιώδη τυπική προϋπόθεση του παραδεκτού συμμετοχής της υποψήφιας εταιρείας, η παράλειψη της οποίας καθιστά την υποβληθείσα προσφορά απαράδεκτη (Ε.Σ. Ολομ. Πρακτ. της 27ης Γεν. Συν. της 29.11.2000, της 9ης Γεν. Συν. της 28.3.2001 και της 10ης Γεν.Συν. της 6.6.2007, VI Τμ. αποφάσεις 2200, 465/2011, πράξεις 16/2006, 11, 110, 137/2007). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 15) για τη συγκρότηση των συλλογικών γνωμοδοτικών οργάνων διενέργειας διαγωνισμών για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων προμηθειών, ήτοι της επιτροπής διαγωνισμού και της επιτροπής ενστάσεων, συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι αρμόδια να γνωμοδοτήσει επί ένστασης κατά πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής είναι η αρμόδια επιτροπή ενστάσεων και όχι η επιτροπή διαγωνισμού, που είναι αρμόδια να γνωμοδοτεί μόνο για τις λοιπές πράξεις της διαδικασίας του διαγωνισμού (πρβλ. Ε.Σ. VI Τμ. απόφαση 2430/2011, ΙV Τμ. πράξεις 224/2010, 161/2009, 34/2007). (…)Κατά συνέπεια, είναι μη νόμιμη η σύνθεση της οικείας επιτροπής, όταν συνεδριάζει χωρίς την παρουσία όλων των μελών της, χωρίς ν’ αποδεικνύεται, κατά τρόπο αναμφίβολο και από προγενέστερα της συνεδρίασης σχετικά στοιχεία, ότι τα απόντα τακτικά μέλη κλήθηκαν με έναν από τους ως άνω τρόπους να παραστούν ή ότι συνέτρεχε κάποιος από τους ως άνω λόγους, για τους οποίους δεν ήταν απαραίτητη η πρόσκλησή τους (πρβλ. ΣτΕ 3831/2009, 811/2008) και στη συνέχεια προσκλήθηκαν νόμιμα και τ’ αναπληρωματικά μέλη αυτών. Εξάλλου, για τις συνεδριάσεις των ως άνω επιτροπών συντάσσεται πρακτικό, το οποίο πρέπει ν’ αναφέρει μεταξύ άλλων, τα ονόματα και την ιδιότητα των παρισταμένων μελών, τον τόπο και το χρόνο της συνεδρίασης, ενώ αν για τη λήψη της σχετικής απόφασης πραγματοποιήθηκαν περισσότερες συνεδριάσεις, πρέπει να μνημονεύεται ιδίως η ημερομηνία της τελευταίας συνεδρίασης, κατά την οποία λήφθηκε η σχετική απόφαση, καθώς και τα μέλη που μετέχουν κατά τη συνεδρίαση αυτή. Ειδικότερα, η αναγραφή της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό της επιτροπής αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη νόμιμη υπόσταση της πράξης που δεν μπορεί ν’ αναπληρωθεί από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου (πρβλ. ΔΕφΑθ 601/2009), με συνέπεια η έλλειψη της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό να καθιστά ανέφικτο τον έλεγχο ως προς τη νομιμότητα της σύνθεσης της οικείας επιτροπής όταν στη συγκεκριμένη συνεδρίαση απουσιάζουν μέλη, καθώς και όταν, λόγω της αβέβαιης ημερομηνίας κατά την οποία η συνεδρίαση έλαβε χώρα, δεν μπορεί να διακριβωθεί αν τηρήθηκαν οι ανωτέρω διατυπώσεις ως προς τις προσκλήσεις των μελών της (τακτικών και αναπληρωματικών). (…)Με τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 21 ) παρέχεται στην αναθέτουσα αρχή δημόσιας σύμβασης προμηθειών η δυνατότητα για κατακύρωση στον προμηθευτή, που αναδεικνύεται μειοδότης ποσότητας μεγαλύτερης ή μικρότερης από εκείνη που προκηρύχθηκε, μέχρι ποσοστού 15% ή 50%, αντίστοιχα (για διαγωνισμούς προϋπολογισθείσης αξίας από 100.001 ευρώ και άνω με Φ.Π.Α.). Το δικαίωμα, όμως, αυτό της αναθέτουσας αρχής για αύξηση ή μείωση της προκηρυχθείσας ποσότητας των προς προμήθεια ειδών, μπορεί, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, να ασκηθεί, με την ενεργοποίηση της σχετικής δυνατότητας, μόνο κατά το χρόνο κατακύρωσης των αποτελεσμάτων του σχετικού διαγωνισμού, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου για την έγκριση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού οργάνου, ύστερα από σχετική εισήγηση της επιτροπής του διαγωνισμού (βλ. Ε.Σ. VI Tμ. 1646/2011). Εξάλλου, το ποσοστό της κατακυρούμενης ποσότητας δύναται να μειωθεί περαιτέρω, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης αποδοχής του από τον ανάδοχο προμηθευτή. Επομένως, μη νομίμως κατακυρώνεται είδος σε ποσότητα που υπολείπεται του 50% της ζητούμενης από την οικεία διακήρυξη ποσότητας, χωρίς την προηγούμενη προς τούτο ρητή συναίνεση του οικείου αναδόχου (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2385, 1645/2011). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 2, ν. 2955/2001 (ΦΕΚ 256 Α΄) άρθρο 4) συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι στην περίπτωση που από τη διακήρυξη διαγωνισμού για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης προμηθειών, και ειδικότερα σύμβασης προμηθειών Νοσοκομείου του Ε.Σ.Υ., προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για μέρος των προκηρυχθέντων ειδών, απαιτείται να καθορίζεται με αυτήν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη για κάθε επί μέρους είδος, ώστε αφενός να δύναται ο υποψήφιος να διαμορφώσει την προσφορά του υπό όρους διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης, αφετέρου να
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/143/2018
Παροχή υπηρεσιών λογιστικής υποστήριξης: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο, οι επίμαχες εργασίες λογιστικής υποστήριξης του Νοσοκομείου μη νομίμως ανατέθηκαν σε ιδιώτη τρίτο καθόσον συνιστούν συνήθεις λογιστικές εργασίες, που εμπίπτουν στα καθήκοντα των υπαλλήλων του Τμήματος Οικονομικού της Υποδιεύθυνσης Οικονομικού. Τούτο δε διότι, στις αρμοδιότητες του εν λόγω Τμήματος περιλαμβάνεται, σύμφωνα με τον οικείο Οργανισμό, το σύνολο των λογιστικών δραστηριοτήτων του Νοσοκομείου. Περαιτέρω, δεν προέκυψε έλλειψη προσωπικού σε τέτοια έκταση, ώστε να καθίσταται αδύνατη η εκτέλεση της συγκεκριμένης λειτουργικής δραστηριότητας από το προσωπικό του Νοσοκομείου δεδομένου ότι: α) η δυναμικότητα του Νοσοκομείου ανέρχεται, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Οργανισμού του, σε εξακόσιες ογδόντα (680) κλίνες, με συνέπεια η σύνθεση της ομάδας έργου να περιλαμβάνει υποχρεωτικώς έναν λογιστή-φοροτέχνη με άδεια Α΄ Τάξης, έναν λογιστή-φοροτέχνη με άδεια Β΄ Τάξης και δύο λογιστές-φοροτέχνες με άδεια τουλάχιστον Γ΄ τάξης (και ήδη λογιστές-φοροτέχνες Β΄ Τάξης, σύμφωνα με την παρ. 4 περ. γ΄ της Κ.Υ.Α. 62008/ΕΓΔΕΚΟ 1992/30.12.2008 σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παραγράφου Η΄ - υποπαράγραφος Η.2 του ν. 4152/2013), κατά τον κρίσιμο δε χρόνο, υπηρετούσαν στο Νοσοκομείο είκοσι τρεις (23) υπάλληλοι κλάδου ΠΕ Διοικητικού –Οικονομικού, ένας (1) υπάλληλος κλάδου ΠΕ Διοικητικού –Λογιστικού, τρεις (3) υπάλληλοι κλάδου ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού και δεκαεπτά (17) υπάλληλοι κλάδου ΤΕ Λογιστικής (βλ. το 22827/21.5.2017 έγγραφο). Όπως δε προκύπτει από το 38200/4.9.2018 έγγραφο της Δ/νσης Διοικητικής Υπηρεσίας, οι ανωτέρω υπάλληλοι ασχολούνται και σε άλλα τμήματα πλην του Λογιστηρίου, στο οποίο έχουν τοποθετηθεί δύο (2) άτομα ΤΕ Διοίκησης Μονάδων Υγείας και Πρόνοιας, τρία (3) άτομα ΤΕ Λογιστικής και δύο (2) άτομα Διοικητικών Γραμματειών, τα οποία είναι επιφορτισμένα αφενός να ελέγχουν και ενταλματοποιούν το μεγάλο όγκο τιμολογίων (περίπου 20.000 ετησίων), αφετέρου να διεκπεραιώνουν όλες τις λοιπές εργασίες που προκύπτουν σε καθημερινή βάση. Κατόπιν των ανωτέρω, η στελέχωση του Νοσοκομείου παρίσταται πλήρης και επαρκής, η δε επίκληση του μειωμένου αριθμού των υπηρετούντων στο Λογιστήριο υπαλλήλων είναι αλυσιτελής, καθόσον η ανωτέρω περιγραφόμενη αποψίλωση των κρίσιμων υπηρεσιών από προσωπικό ανάγεται στη σφαίρα ευθύνης του συγκεκριμένου φορέα. Εξάλλου, λαμβανομένου υπόψη ότι η θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση των εν λόγω υπαλλήλων περιλαμβάνεται ρητώς μεταξύ των υποχρεώσεων του ιδιώτη τρίτου, στον οποίο ανατίθενται οι εργασίες αυτές, σύμφωνα με την παράγραφο 2δ΄ της ως άνω Κ.Υ.Α. και ότι η σχετική υποχρέωση για την εφαρμογή του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου δεν είναι χρονικά πρόσφατη και ως εκ τούτου έκτακτη, αλλά εκκινεί προοδευτικά από το έτος 2003, το Νοσοκομείο όφειλε να ενεργήσει με κάθε πρόσφορο μέσο για τη θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση του προσωπικού αυτού και για την απόκτηση από τους υπαλλήλους του, των αναγκαίων προσόντων, ώστε η εκτέλεση του συνόλου των απαιτουμένων εργασιών λογιστικής υποστήριξης να γίνεται με ίδια μέσα (βλ. Ελ. Συν. IV Τμ. 5/2017). Συνεπώς, δεν αρκεί η προβαλλόμενη με το 38200/4.9.2018 έγγραφο της Δ/νσης Διοικητικής Υπηρεσίας βεβαίωση του φορέα ότι στο Νοσοκομείο δεν υπηρετεί υπάλληλος κάτοχος της άδειας Α΄ τάξεως, αλλά επιφορτίζονται οι διοικήσεις των Νοσοκομείων με την υποχρέωση να διερευνούν, με κάθε πρόσφορο τρόπο, τη δυνατότητα κάλυψης των αναγκών τους με ίδια μέσα και καταρχάς με το ήδη υπηρετούν προσωπικό της αντίστοιχης ειδικότητας, καθώς και να προβαίνουν στις κατά περίπτωση αναγκαίες προς τούτο ενέργειες, άλλως δεν καθίσταται επιτρεπτή η ανάθεση των υπηρεσιών για την πλήρη εφαρμογή του Κλαδικού Λογιστικού τους Σχεδίου σε εξωτερικούς συνεργάτες. Ειδικότερα, οφείλουν οι διοικήσεις των Νοσοκομείων, να διερευνούν τη δυνατότητα ενίσχυσης και συμπλήρωσης του δυναμικού τους με ανθρώπινο δυναμικό τυχόν διασυνδεδεμένου Νοσοκομείου, την υποβολή ειδικού αιτήματος για μετάταξη προσωπικού από άλλους φορείς, την εξάντληση όλων των νόμιμων διαδικασιών για την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων των αρμόδιων υπηρεσιών του Νοσοκομείου. Εν προκειμένω λοιπόν και λαμβανομένου υπόψη ότι με την 5/2017 πράξη του IV Tμήματος απορρίφθηκε η αίτηση ανάκλησης κατά της 141/2016 πράξης του παρόντος Κλιμακίου με την οποία κρίθηκε μη θεωρητέο το 43, οικονομικού έτους 2016, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Νοσοκομείου, που αφορά στην παροχή υπηρεσιών λογιστικής υποστήριξης για τις χρήσεις των ετών 2013 και 2014, δεν εξηγείται γιατί δεν έχουν ακόμη πιστοποιηθεί οι υπάλληλοι του Τμήματος Οικονομικού καταλλήλως (π.χ. με σεμινάρια από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, βλ. σκ. ΙΙΙ κ.ά.) και δεν προκύπτει καμμία ενέργεια εκ μέρους του Νοσοκομείου, δεδομένου ότι υπάρχει νομική υποχρέωση, προς τούτο, προκειμένου να αποκτήσουν, προϊόντος του χρόνου, άδεια λογιστή-φοροτέχνη Α΄ τάξεως.