Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΔΝΣβ/89142/Φ.ΕΓΚΥΚΛ/2017

Τύπος: Εγκύκλιοι

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Έγκριση υποδειγμάτων εντύπων γνωστοποίησης κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων και προηγούμενης εμπλοκής υποψηφίων κατά την διεξαγωγή διαδικασιών σύναψης συμβάσεων.(ΑΔΑ:ΩΔΩ6465ΧΘΞ-ΝΩ4) ΣΥΝΗΜΜΕΝΟ:7291/12-12-17


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

7291/2017

Έγκριση υποδειγμάτων εντύπων γνωστοποίησης κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων και προηγούμενης εμπλοκής υποψηφίων κατά την διεξαγωγή διαδικασιών σύναψης συμβάσεων.


42676/2017

Έγκριση υποδειγμάτων εντύπων γνωστοποίησης κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων και προηγούμενης εμπλοκής υποψηφίων κατά την διεξαγωγή διαδικασιών σύναψης συμβάσεων.


ΕΣ/ΚΛ.Ε/618/2018

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα:1. Νομίμως κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού στον οικονομικό φορέα «.........». Και τούτο, διότι, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙΑ της παρούσας, από την οικεία πρόσκληση προς διαπραγμάτευση δεν προέκυπτε κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο η υποχρέωση των διαγωνιζόμενων οικονομικών φορέων να υποβάλουν, ηλεκτρονικά, αντίγραφα επικυρωμένων πιστοποιητικών συμμόρφωσης στα πρότυπα EN ISO 9001 και EN ISO 14001, τα οποία στην ειδικότερη περίπτωση της ως άνω εταιρείας έχουν εκδοθεί από φορέα πιστοποίησης που έχει διαπιστευθεί από το ν.π.ι.δ. με την επωνυμία «Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης» (δ.τ. Ε.ΣΥ.Δ.), το οποίο αποτελεί τον Εθνικό Οργανισμό Διαπίστευσης κατά την έννοια των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 (L 218/30) (βλ. σχετ. ν.4468/2017, Α΄ 61, καθώς και τον αναρτημένο στην ιστοσελίδα του Ε.Σ.Υ.Δ. κατάλογο διαπιστευμένων φορέων και εργαστηρίων), παράλληλα δε η γνησιότητα αυτών μπορούσε να εξακριβωθεί με την απλή αναζήτηση αυτών στη δωρεάν και ευχερώς προσβάσιμη βάση δεδομένων του φορέα πιστοποίησης. Υπό τις περιστάσεις συνεπώς της ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας, προεχόντως δε λόγω της ως άνω ασάφειας της οικείας πρόσκλησης προς διαπραγμάτευση, η οποία ενισχύεται, αφενός εκ του ότι, κατά τα ρητώς προβλεπόμενα στην πρόσκληση, οι οικονομικοί φορείς που υπέβαλαν ηλεκτρονικά αντίγραφο της εγγυητικής επιστολής καλούνταν να προσκομίσουν εντός τριημέρου από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των προσφορών μόνο το πρωτότυπο αυτής, αφετέρου εκ του γεγονότος ότι τρεις εκ των έξι συμμετασχόντων υπέβαλαν ηλεκτρονικά αντίγραφα των επίμαχων πιστοποιητικών, τα οποία δεν έφεραν θεώρηση από τις υπηρεσίες και τους φορείς της περίπτωσης α΄ του άρθρου 1 του ν.4250/2014, ούτε επικύρωση από δικηγόρο, η αναθέτουσα αρχή, κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας, δεν έλαβε υπόψη τα έγγραφα που προσκόμισε στις 20.4.2018 ο ως άνω οικονομικός φορέας. Συνακόλουθα, ορθώς κατ’ αποτέλεσμα κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού στον οικονομικό φορέα «.........», ο οποίος αρχικώς είχε καταταγεί δεύτερος στη σειρά μειοδοσίας.2. Περαιτέρω, αναφορικά με το θέμα της ύπαρξης ή μη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων, διαπιστώνεται ότι η συγγενική σχέση μεταξύ του Προέδρου του Δ.Σ. του οικονομικού φορέα «........ Α.Ε.», ο οποίος είχε αρχικώς καταταγεί πρώτος στη σειρά μειοδοσίας, και του Προϊσταμένου του Τμήματος Συγκοινωνιακών Έργων της Δ.Τ.Ε. Π.Ε. ........, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, κληρώθηκε και ως μέλος της Επιτροπής Διενέργειας του Διαγωνισμού, εμπίπτει στο υποκειμενικό πεδίο της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν.4412/2016. Διαπιστώνεται, περαιτέρω, το μεν ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας στο σχετικό χωρίο του ΤΕΥΔ περί ύπαρξης ή μη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων απάντησε αρνητικά, το δε ότι ο ηλεκτρονικός διαγωνισμός διεξήχθη στις 15.3.2018 και ο ως άνω Προϊστάμενος υπέβαλε μετά την πάροδο δεκαεννέα (19) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προσφορών, συγκεκριμένα στις 3.4.2018, ενώπιον της Επιτροπής Διενέργειας του Διαγωνισμού υπεύθυνη δήλωση. Επιπροσθέτως, ότι η πλειοψηφούσα γνώμη της Επιτροπής Διενέργειας του Διαγωνισμού, η οποία υιοθετήθηκε από την Οικονομική Επιτροπή, και, ως εκ τούτου, συνιστά την διατυπωθείσα εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής κρίση ως προς τη μη ύπαρξη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων, βασίστηκε στην υπεύθυνη δήλωση του Προϊσταμένου του Τμήματος Συγκοινωνιακών Έργων, χωρίς περαιτέρω αιτιολογία. Συνεκτιμωμένων των προεκτεθέντων, κρίνεται ότι ορθώς, κατ’ αποτέλεσμα, αποκλείστηκε ο οικονομικός φορέας «........ Α.Ε.» εξ αυτού του λόγου. Ειδικότερα, πέραν του ότι η αναθέτουσα αρχή δεν εξέτασε, και, ως εκ τούτου, δεν συνεκτίμησε το γεγονός ότι ο ανωτέρω δήλωσε στο οικείο χωρίο του ΤΕΥΔ ότι δεν υφίσταται κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, παραβιάζοντας κατά τούτο την υποχρέωσή της να ελέγχει αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του στοιχείου ζ΄ της παρ. 4 του άρθρου 73 του ν.4412/2016 (πρβ. προπαρατεθείσα απόφ. Γ.Δ. Τ-292/15 σκ. 119), παραβίασε το καθήκον της να προβεί σε αιτιολογημένη, βάσει συγκεκριμένων στοιχείων και παραμέτρων, κρίση ως προς την ύπαρξη ή μη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων. Αντίθετα, από τα διαλαμβανόμενα στο επίμαχο Πρακτικό της Επιτροπής Διενέργειας του Διαγωνισμού, προκύπτει ότι ουδόλως εκτιμήθηκε αν συγκεκριμένες παράμετροι της υποκείμενης διαγωνιστικής διαδικασίας, όπως επί παραδείγματι η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση διακήρυξης, καθώς και η όλως συνοπτική περιγραφή των προς εκτέλεση εργασιών στην οικεία Τεχνική Περιγραφή, παρέχουν πλεονέκτημα στον εν λόγω οικονομικό φορέα. Επιπροσθέτως, η κρίση της Επιτροπής ως προς το μη αποκλεισμό του εν λόγω οικονομικού φορέα βασίζεται, αφενός στα όσα αναφέρονται στην υπεύθυνη δήλωση του Προϊσταμένου του Τμήματος Συγκοινωνιακών Έργων, αφετέρου στο ότι «δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι η κατάσταση αυτή οδήγησε σε στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ των διαγωνιζομένων» (πρβ. προπαρατεθείσα απόφ. Γ.Δ. Τ-292/15 σκ. 129- επ.). Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, η αναθέτουσα αρχή, παραλείποντας να προβεί σε πραγματικό έλεγχο ως προς τη στοιχειοθέτηση ή μη στο πρόσωπο του εν λόγω οικονομικού φορέα μη επιτρεπτής κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων, συνακόλουθα παραλείποντας να διεξαγάγει έρευνα, προκειμένου να αποδείξει μετά βεβαιότητας ότι η συμμετοχή του ως άνω Προϊσταμένου στη διαδικασία κατάρτισης των τευχών δημοπράτησης δεν συνεπαγόταν σύγκρουση συμφερόντων, υπέπεσε σε πλημμέλεια, αφού τίθεται εν αμβιβόλω η διασφάλιση των αρχών  της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των συμμετασχόντων, αλλά, και της διασφάλισης συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού. Συνεπώς, υπό τις περιστάσεις της ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας κρίνεται ότι ο αποκλεισμός του οικονομικού φορέα «........ Α.Ε.», ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, στο σχετικό χωρίο του ΤΕΥΔ απάντησε αρνητικά ως προς την ύπαρξη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων, συνιστούσε αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο, αφού, συνεκτιμώμενου του επείγοντος χαρακτήρα της εκτέλεσης των δημοπρατηθεισών εργασιών και του χρόνου διαπίστωσης της συγγενικής σχέσης μεταξύ του Προέδρου του Δ.Σ. του προαναφερθέντος οικονομικού φορέα και του Προϊσταμένου του Τμήματος Συγκοινωνιακών Έργων, ήτοι μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προσφορών, δεν ήταν δυνατή η λήψη οιουδήποτε προληπτικού μέτρου.VΙ. Κατόπιν αυτών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει την υπογραφή του υποληθέντος σχεδίου σύμβασης, το οποίο επισυνάπτεται στην παρούσα Πράξη και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής, με την επισήμανση, όμως, ότι, πριν από την υπογραφή του, θα πρέπει, ενόψει της κατάργησης, με την ΠΝΠ της 29.6.2018 (Α΄115), του μειωμένου συντελεστή Φ.Π.Α., μεταξύ άλλων, και για τα νησιά


ΕΣ/ΤΜ.6/1042/2019

Συντήρηση και αποκατάσταση βλαβών οδικού δικτύου...ζητείται η ανάκληση της 436/2019 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει κατά πλειοψηφία ότι εν προκειμένω η συγγενική σχέση μεταξύ του Περιφερειάρχη .... και του ομορρύθμου εταίρου της αναδόχου εταιρείας δεν εμπίπτει στο υποκειμενικό πεδίο της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν.4412/2016, αφού ο Περιφερειάρχης ... δεν μετείχε στην Οικονομική Επιτροπή, ήτοι το όργανο διοίκησης εκείνο που είναι αρμόδιο για την κατάρτιση των όρων, της διακήρυξης, ούτε μετείχε σε οποιοδήποτε άλλο στάδιο της διαδικασίας μέχρι τη κατακύρωση και συνακόλουθα δεν στοιχειοθετείται, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των συμμετασχόντων. Συνεπεία τούτου  ο υποψήφιος ανάδοχος δεν είχε ούτε υποχρέωση θετικής απάντησης στο σχετικό χωρίο του ΤΕΥΔ περί ύπαρξης ή μη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων, ούτε η αναθέτουσα αρχή όφειλε να εξετάσει αν υφίσταται, από μόνη την συγγενική σχέση των δύο προσώπων, τέτοια κατάσταση. Εξάλλου, το ποσοστό έκπτωσης που προσέφερε ο ανάδοχος, συγκρινόμενο τόσο με το προσφερόμενο από τους λοιπούς διαγωνιζόμενους όσο και με το προσφερόμενο από τους αναδόχους άλλων έργων της Περιφέρειας (βλ. σκέψη ΙΙΙ) δεν παρίστατο ασυνήθιστα υψηλό ούτε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι η διαμόρφωσή του σε αυτό το ύψος υπήρξε αποτέλεσμα αδιαφανών ενεργειών. Σε κάθε περίπτωση για την ανάθεση του ελεγχόμενου έργου διεξήχθη ηλεκτρονικός διαγωνισμός, που διασφαλίζει την τήρηση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των συμμετασχόντων, και παράλληλα αποκλείει την περίπτωση πληροφόρησης των οικονομικών προσφορών των ανταγωνιστών πριν από την κατάθεση της οικονομικής προσφοράς του υποψηφίου αναδόχου ενώ διαπιστώνεται ότι δεν υπεβλήθησαν ενστάσεις από συνυποψήφιες εταιρείες. Συνακόλουθα, το ελεγχόμενο σχέδιο σύμβασης, στο οποίο αναφέρεται ως νόμιμος εκπρόσωπος της οικείας Περιφέρειας ο Περιφερειάρχης αυτής, δύναται να υπογραφεί νομίμως από την αρμόδιο Αντιπεριφερειάρχη. Μειοψήφησε η Σύμβουλος Ευαγγελία – Ελισάβετ Κουλουμπίνη, κατά τη γνώμη της οποίας η παράλειψη του αναδόχου να γνωστοποιήσει την τυχόν ύπαρξη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων και συνακόλουθα η παράλειψη αυτή του σταδίου ελέγχου από την αναθέτουσα αρχή ορθά κρίθηκε, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην σκέψη Β.4. της παρούσας, από το Κλιμάκιο  ουσιώδης πλημμέλεια της διαγωνιστικής διαδικασίας που κωλύει τη σύναψη της σύμβασης.Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω η αίτηση ανάκλησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση  πρέπει να γίνουν δεκτές,  να ανακληθεί η προσβαλλόμενη 436/2019 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. και να κριθεί ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης με τον αναδειχθέντα ανάδοχο .... από τον αρμόδιο  Αντιπεριφερειάρχη.Ανακαλεί την 436/2019 πράξη του Ε’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1052/2024

Προμήθεια αντιδραστηρίων αιμοδοσίας με συνοδό εξοπλισμό .(...) Περαιτέρω, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, κατά τον προσυμβατικό έλεγχο, η Ολομέλεια, το Τμήμα και οι σχηματισμοί πρωτογενούς ελέγχου καταλήγουν σε αρνητική κρίση ως προς την υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης μόνο όταν η διαπιστωθείσα, στην οικεία διαδικασία σύναψης της σύμβασης ή εντός του σχεδίου της, νομική πλημμέλεια κρίνεται ως ουσιώδης, υπό την έννοια ότι, εν όψει του συγκεκριμένου πραγματικού πλαισίου της υπόθεσης, παραβιάζει ουσιώδεις αρχές της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων κατά τρόπο που πλήττεται η ακεραιότητα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης (ΕλΣ Ολ. 551/2023 σκ. 47, 2037/2022 σκ. 12, 1716/2022 σκ. 30). Στην προκειμένη περίπτωση, η ως άνω διαπιστωθείσα πλημμέλεια αφορά σε θεμελιώδη προϋπόθεση νομιμότητας μιας εκτελεστικής σύμβασης, ήτοι στην σύναψή της ενόσω η συμφωνία-πλαίσιο επί της οποίας ερείδεται βρίσκεται εν ισχύι. Αυτό προκύπτει τόσο από το προεκτεθέν νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την επίδικη περίπτωση, όσο και από τους προαναφερόμενους όρους (βλ. σκέψη 10) της οικείας διακήρυξης και της ίδιας της 17/18 συμφωνίας-πλαίσιο. Εν όψει τούτων, σε συνδυασμό με την αρχή της τυπικότητας που διέπει τη διενέργεια των διαδικασιών για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και δεδομένου ότι η ενεργοποίηση όρων λήξασας συμφωνίας-πλαίσιο συναρτάται ευθέως με παραβίαση των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και του υγιούς και ανόθευτου ανταγωνισμού, καθόσον με τον τρόπο αυτόν αποκλείονται έτεροι οικονομικοί φορείς από τη συμμετοχή στην κατά λογική ακολουθία επόμενη διαδικασία ανάθεσης συμφωνίας-πλαίσιο μετά τη λήξη της διάρκειας της προηγούμενης όμοιας, το Δικαστήριο κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι πρόκειται περί ουσιώδους νομικής πλημμέλειας, πλήττουσας καίρια την ακεραιότητα της διαδικασίας σύναψης της ελεγχόμενης εκτελεστικής σύμβασης (βλ. και τη σκέψη 61 του Προοιμίου της Οδηγίας 2014/14/ΕΕ, όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι οι συμφωνίες-πλαίσιο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται εσφαλμένα ή με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκλείουν, να περιορίζουν ή να στρεβλώνουν τον υγιή ανταγωνισμό), ως εκ τούτου απορριπτέοι τυγχάνουν οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του προσφεύγοντος και της παρεμβαίνουσας.  



ΕΣ/ΤΜ.6/3299/2011

Επισκευή λιμένα....Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην υπό στοιχ. II σκέψη της παρούσας η αιτούσα εταιρεία δεν θεμελιώνει σπουδαίο έννομο συμφέρον για την ανάκληση της πράξεως του αναπληρωτή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό ..., αφού από την ευδοκίμηση της αίτησης αυτής δεν αποκομίζει καμιά ωφέλεια. Τούτο δε, διότι ακόμη και αν ήθελε κριθούν ως βάσιμοι οι λόγοι ανάκλησης και κατά παραδοχή της εξεταζόμενης αίτησης ανακληθεί η προσβαλλομένη και ματαιωθεί η απευθείας ανάθεση του ελεγχόμενου έργου στον προαναφερόμενο εργολήπτη, τούτο δεν θα συνεπάγετο ευμενή μεταβολή της νομικής και πραγματικής κατάστασης της αιτούσας, δηλαδή δεν θα είχε σαν αποτέλεσμα την ανάθεση του ελεγχόμενου έργου σε αυτήν. Η μόνη ωφέλεια που μπορεί να αποκομίσει η αιτούσα από την ευδοκίμηση της αίτησής της συνίσταται στο ενδεχόμενο, υπό την προϋπόθεση επανάληψης της διαδικασίας και συμμετοχής της σε αυτήν πιθανόν να ανακηρυχθεί ανάδοχος. Η μελλοντική, όμως, και αβέβαιη αυτή προσδοκία δεν αρκεί προς θεμελίωση εννόμου συμφέροντος αυτής προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξεως. Επίσης, δεν αρκεί για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντος η επίκληση του ενδιαφέροντος της αιτούσας για την εν γένει νομότυπη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης των έργων του δημόσιου τομέα, αφού το ενδιαφέρον αυτό θα μπορούσε να επικαλεστεί οποιοσδήποτε εργολήπτης, ασχέτως της συμμετοχής του ή μη στην επίμαχη διαδικασία, αλλά και κάθε διοικούμενος με συνέπεια τη μετατροπή της αίτησης ανάκλησης από ένδικο βοήθημα χορηγούμενο στους προσωπικώς θιγόμενους από το αποτέλεσμα του πρωτοβάθμιου ελέγχου που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως τη θέλησε ο νομοθέτης (βλ. εισηγητική έκθεση του ν. 3060/2002), σε «λαϊκή αγωγή» για την προστασία γενικών και απρόσωπων συμφερόντων. Αντίθετα μετ’ εννόμου συμφέροντος προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος παρεμβαίνουν στην παρούσα δίκη υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης τόσο ο αναδειχθείς ως ανάδοχος του έργου όσο και η αναθέτουσα αρχή, όπως οι σχετικοί ισχυρισμοί τους αναπτύσσονται στο από 2.11.2011 σημείωμα και 21.11.2011 υπόμνημα του πρώτου και από 21.11.2011 υπόμνημα της δεύτερης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η αίτηση ανακλήσεως της εταιρείας «.....» πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, να γίνουν αντίστοιχα δεκτές οι παρεμβάσεις του .... και του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου ... και να διαταχθεί η κατάπτωση υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου του παραβόλου που κατατέθηκε από την αιτούσα για την άσκησής της.


ΣτΕ/2221/2023

Ανάθεση της παραχώρησης της κατασκευής, λειτουργίας και συντήρησης Μονάδας Επεξεργασίας Αποβλήτων(...) Επειδή, εξ άλλου, οι διατάξεις του Βιβλίου ΙV του ν. 4412/2016 ρυθμίζουν πλήρως τα σχετικά με την παροχή δικαστικής προστασίας στον τομέα των διαφορών του αναφύονται κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των εμπιπτουσών στο πεδίο εφαρμογής του νόμου δημοσίων συμβάσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων να τους ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και των αναθετουσών αρχών. Συνεπώς, κατά των αποφάσεων της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί των προσωρινών μέτρων, κατά των οποίων, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, δεν προβλέπεται στις διατάξεις του ν. 4412/2016 η δυνατότητα ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος της αίτησης αναστολής εκτελέσεως – ακυρώσεως του άρθρου 372 του ως άνω νόμου, δεν χωρεί ούτε αίτηση ακυρώσεως και αίτηση αναστολής εκτελέσεως κατά τις γενικές διατάξεις των άρθρων 45 επ. και 52 του π.δ. 18/1989. Εξ άλλου, η μη αναγνώριση της δυνατότητας δικαστικής προσβολής των αποφάσεων της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί των προσωρινών μέτρων δεν αντίκειται στο δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας που κατοχυρώνεται με το άρθρο 20 παρ.1 του Συντάγματος (και το οποίο έχει, κατ’ αρχήν, εφαρμογή και στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, βλ. ΣτΕ 1582/2021, 1367/2020, 1396/2014 επταμ.). Τούτο διότι οι αποφάσεις αυτές εκδίδονται για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης στο πλαίσιο του προδικαστικού σταδίου, η οριστική περάτωση του οποίου αποτελεί απαραίτητη δικονομική προϋπόθεση προκειμένου η υπόθεση να αχθεί ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου. Η ρύθμιση σχετικά με την εξουσία της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. για τη λήψη προσωρινών μέτρων εντάσσεται στο σύστημα των δικονομικών ρυθμίσεων που θεσπίζονται με τις διατάξεις του Βιβλίου ΙV του ν. 4412/2016 για την οργάνωση του σταδίου της προδικαστικής διαδικασίας και, εν συνεχεία, του σταδίου της διαδικασίας ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται επαρκώς, από της απόψεως αυτής, η ταχεία και αποτελεσματική (προσωρινή και οριστική) δικαστική προστασία των συμφερόντων των θιγομένων μερών, σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθούν τα περί του προβαλλόμενα με το από 9.10.2023 υπόμνημα του αιτούντος ν.π.δ.δ. Η Πάρεδρος Δ. Μαυροπόδη υποστήριξε τη γνώμη ότι, εφ’ όσον οι αποφάσεις της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί των προσωρινών μέτρων επάγονται αυτοτελείς έννομες συνέπειες ως προς τη διαδικασία του διαγωνισμού, πρέπει να υφίσταται δυνατότητα αυτοτελούς δικαστικής προσβολής τους, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος.Επειδή, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, με το οποίο ζητείται η αναστολή εκτελέσεως και η ακύρωση της υπ’ αριθμ. 875/2023 αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., με την οποία διατάχθηκαν προσωρινά μέτρα για την αναστολή της προόδου της διαδικασίας του ενδίκου διαγωνισμού, ασκείται απαραδέκτως και πρέπει να απορριφθεί.



ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)169/2013

Αμοιβή μελέτης με τίτλο: «Υδραυλική μελέτη αντλιοστασίων λυμάτων ......». Ως αιτιολογία της άρνησής της η Επίτροπος προέβαλε ότι η μελέτη αυτή, που ανατέθηκε απευθείας, έχει όμοιο γνωστικό αντικείμενο με τη μελέτη «Υδραυλική προμελέτη μονάδας επεξεργασίας λυμάτων(...)ο ν. 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (Α΄ 42, διορθ. σφαλμ. Α΄ 85) ορίζει, στην παρ. 2 περ. α΄ του άρθρου 1, ότι: «“Μελέτη” είναι το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, που αποβλέπει ιδίως στην παραγωγή τεχνικού έργου ή στην επέμβαση σε τεχνικό έργο ή αφορά στο σχεδιασμό και την απεικόνιση τεχνικού έργου ή παραγωγικής διαδικασίας ή σε μεθόδους ανάπτυξης και σχεδιασμού του ευρύτερου χώρου (…)», στο άρθρο 2 παρ. 1 και 2, ότι: «1. Ο νόμος αυτός ρυθμίζει τη σύναψη και εκτέλεση όλων των δημοσίων συμβάσεων, ανεξαρτήτως αξίας, για την εκπόνηση μελετών και παροχή λοιπών υπηρεσιών μηχανικού και των άλλων ελευθερίων επαγγελμάτων των κατηγοριών μελετών της παραγράφου 2, που εμπίπτουν καθ’ ύλην στο «Παράρτημα ΙΙ Α» της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ και στο «Παράρτημα XVIIΑ» της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, όπως εκάστοτε ισχύουν, όταν οι μελέτες δεν εκπονούνται και οι υπηρεσίες δεν παρέχονται από το προσωπικό της αναθέτουσας Αρχής. (…) 2. Οι μελέτες ή και υπηρεσίες επίβλεψης μελετών και έργων, ανάλογα με το αντικείμενό τους, διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες: (1) (…) (13) Μελέτες υδραυλικών έργων (εγγειοβελτιωτικών έργων, φραγμάτων, υδρεύσεων, αποχετεύσεων) και διαχείρισης υδατικών πόρων (…)», στο άρθρο 4: «3. Για τη διεξαγωγή διαγωνισμού του νόμου αυτού η αναθέτουσα Αρχή εγκρίνει τα αντίστοιχα συμβατικά τεύχη, που περιλαμβάνουν το φάκελο έργου και τη Συγγραφή Υποχρεώσεων. Προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας ανάθεσης οριστικής μελέτης είτε μεμονωμένα είτε με άλλα στάδια μελετών είναι η ένταξη του έργου στον προγραμματικό σχεδιασμό του φορέα», στο άρθρο 7, ότι: «1. Για την ανάθεση της οριστικής μελέτης χωρίς αξιολόγηση προκαταρκτικών μελετών όπως και των μελετών της παρ. 5 του άρθρου 5, ο εργοδότης συντάσσει προκήρυξη, η οποία δημοσιεύεται κατά το άρθρο 12. Η διαδικασία ανάθεσης που ακολουθείται είναι είτε η ανοικτή είτε η κλειστή, αναλόγως της πολυπλοκότητας, του μεγέθους και της εξειδικευμένης εμπειρίας που απαιτείται για την εκπόνηση της μελέτης». Κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 45 παρ. 3 και 4 του ν. 3316/2005 εκδόθηκε η Δ15/οικ/19263/2009 (Β΄ 1837) απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., ισχύουσα κατά τον κρίσιμο στην προκειμένη περίπτωση χρόνο, που ορίζει στο άρθρο μόνο αυτής: «1. (…) 2. (…) τα όρια αμοιβής κάθε τάξης πτυχίου καθορίζονται σε EURO όπως παρακάτω: Α) Για τις κατηγορίες μελετών του άρθρου 2 του π.δ. 798/1978 1-10-13-14-16 ΠΤΥΧΙΟ Α ΤΑΞΗΣ Από 0,0029 EURO έως 38,078 EURO». Τέλος, η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του π.δ. 171/1987 (Α΄ 84) ως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, ορίζει ότι: «Επιτρέπεται η κατάτμηση των δημοτικών (…) έργων και η σύνταξη των αντίστοιχων μελετών, με αναγραφή στον προϋπολογισμό του Δήμου (…) κατατμημένων πιστώσεων για την εκτέλεση αυτών ανά δημοτικό διαμέρισμα». Με τις διατάξεις του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των συμβάσεων μελετών ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να επιτυγχάνεται ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α.. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε περιπτώσεις περιοριστικά καθορισμένες. Τέτοια περίπτωση συντρέχει όταν η προεκτιμώμενη συνολική αμοιβή όλων των σταδίων της υπό ανάθεση μελέτης δεν υπερβαίνει το 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης της κατηγορίας μελετών στην οποία αυτή ανήκει. Προκειμένου για υδραυλικές μελέτες (κατηγορία μελετών 13) το ανώτατο αυτό όριο καθορίζεται από 3.9.2009 στο ποσό των 38.078 ευρώ, ήτοι για την απευθείας ανάθεση τέτοιας κατηγορίας μελετών το όριο είναι 11.423 ευρώ (38.078 Χ 30% = 11.423 ευρώ). Επομένως, δεν επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση όταν η συνολική αμοιβή της υπό ανάθεση μελέτης υπερβαίνει το ως άνω όριο των 11.423 ευρώ. Περαιτέρω, στην περίπτωση περισσότερων μελετών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, δηλαδή έχουν ομοειδές γνωστικό αντικείμενο και αποτελούν τα τμήματα στα οποία έχει κατατμηθεί μία μελέτη, τα ανωτέρω εξακολουθούν να ισχύουν. Επομένως, η εφαρμοστέα διαδικασία ανάθεσης εξευρίσκεται με τη συνάθροιση της δαπάνης που απαιτείται για την εκπόνηση της συνολικής μελέτης, δηλαδή για το σύνολο των επιμέρους μελετών και όχι με βάση το ύψος της δαπάνης που προκύπτει για κάθε τμήμα. Κατά συνέπεια, ο επιμερισμός μιας μελέτης, η οποία λόγω του ύψους της αμοιβής για την εκπόνησή της δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις μελετών που επιτρέπεται να ανατίθενται απευθείας, σε περισσότερες ομοειδείς με αντίστοιχες προς αυτές χωριστές πιστώσεις στον οικείο προϋπολογισμό και η απευθείας ανάθεση των επιμέρους μελετών χωριστά λόγω ποσού, κατά παράκαμψη της διαδικασίας ε


ΕΣ/ΤΜ.7(ΚΠΕ)242/2013

Καταβολή ποσού 24.600 ευρώ στη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία με την επωνυμία «......», ως αμοιβή της για την εκτέλεση εργασιών προετοιμασίας φακέλου, προκειμένου να ενταχθεί και να χρηματοδοτηθεί από το επιχειρησιακό πρόγραμμα ΕΠΠΕΡΑΑ το έργο «Ολοκλήρωση έργου πρώτου τμήματος α΄ φάση αποχέτευσης & ΒΙΟΚΑ ευρύτερης περιοχής ...... πρόσκληση 2.7».(...)Από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν. 3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται, μεταξύ άλλων γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011, 120/2010 καθώς και Κλιμάκιο VII Τμημ. 159/2012), ενώ στην περίπτωση επίκλησης από την αναθέτουσα αρχή συνδρομής λόγων κατεπείγουσας ανάγκης ή επείγουσας περίστασης σύναψης σύμβασης παροχής υπηρεσιών, μέχρι ποσού 15.000 ευρώ, προσκαλούνται υποχρεωτικά για διαπραγμάτευση τρεις υποψήφιοι, δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις του ν. 3315/2005 (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων που διέπουν την απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών και όχι βάσει των διατάξεων του ν. 3316/2005, καθόσον, οι ανατεθείσες εργασίες, εντάσσονται εννοιολογικά στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών.


ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/158/2012

(...) α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν.3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν.3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος καθώς και αναγγελία των κρισίμων στοιχείων της σύμβασης στο Τ.Ε.Ε. προκειμένου να δημοσιευθούν στην ιστοσελίδα του δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από την υπογραφή της (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011). δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010).