ΔΕΚ/C-331/1992
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Μικτή σύμβαση η οποία αφορά συγχρόνως την εκτέλεση εργασιών και την παραχώρηση πραγμάτων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 71/305/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, εάν η εκτέλεση των εργασιών παρουσιάζει παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα σε σχέση με την παραχώρηση πραγμάτων.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/C-199/1985
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ της 10ης Μαρτίου 1987
Λόγω της απόφασης του δήμου του Μιλάνου να προβεί σε απευθείας ανάθεση του έργου της κατασκευής ενός εργοστασίου ανακυκλώσεως των αστικών στερεών απορριμμάτων και της παράλειψης του να δημοσιεύσει προκήρυξη διαγωνισμού για το έργο στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας του Συμβουλίου 71/305, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων.
ΔΕΚ/C-296/1992
Μη δημοσιεύση πρόσκληση υποβολής προσφορών στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 71/305/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη των συμβάσεων δημοσίων έργων (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 7), -Σχετική ΕΣ/Τ6/156/2008
ΝΣΚ/37/2005
Νομικό καθεστώς διέπον δημόσιο διαγωνισμό μικτού χαρακτήρα (προμήθεια - έργο).Διενέργεια δημοσίου διαγωνισμού με αντικείμενο την Ανάπτυξη Συμπληρωματικών Ευρυζωνικών Υποδομών που αφορά στην κατασκευή Μητροπολιτικών Ευρυζωνικών Δικτύων Οπτικών Ινών.(…)Συνεπώς για τον χαρακτηρισμό μιας δημόσιας σύμβασης ως σύμβασης έργου ή προμήθειας δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο ούτε η συμβολή στην ανάπτυξη της χώρας, δεδομένου ότι σ' αυτήν μπορεί να αποσκοπούν και οι προμήθειες και τα έργα (Σ.τ.Ε. Ολομ. 4936/1995, Δ. Δικ. 1997. 406), ούτε ο τρόπος εγκατάστασης του προμηθευόμενου υλικού, δεδομένου ότι η στερεά σύνδεση με το έδαφος κ.λ.π. απαντάται και στις συμβάσεις προμηθειών και αυτό παρά το γεγονός ότι έχουν εκδοθεί και αποφάσεις δικαστηρίων που δέχονται το κριτήριο αυτό (63/2000 Πρακτικό ΣΤ' Κλιμακίου Ε.Σ., 4/2004 Πράξη του ΣΤ' Κλιμακίου Ε.Σ., 33/2004 Πράξη VI Τμήματος Ε.Σ. - σχετική και L•, η Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 112/1986).Παρά το ότι, όμως, στις ανωτέρω μικτού χαρακτήρα συμβάσεις ο Ν. 2286/1995 θέτει, ως κριτήριο νομικού χαρακτηρισμού αυτών το απλό οικονομικό κριτήριο (σχετική n 360/1996 Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ., Τμήμα Α'), το οποίο σημειωτέον θα μπορούσε ευκολότερα να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις μικτών συμβάσεων όπου τα περισσότερα αντικείμενα είναι διακριτά μεταξύ τους και μπορούν εκ των προτέρων να διαχωρισθούν, ήδη επικρατεί το κριτήριο του κύριου σκοπού της σύμβασης, όχι μόνο επί μικτών συμβάσεων έργου και προμήθειας αλλά και επί άλλων μορφών τους, όπως υπηρεσιών και προμήθειας. Ειδικότερα: α) Στο προοίμιο της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «Περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων προμηθειών και υπηρεσιών αναφέρεται (10η αιτιολογική σκέψη) ότι: «Οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις, να περιλαμβάνουν και την εκτέλεση εργασιών. Ωστόσο, στο βαθμό που οι εργασίες αυτές είναι παρεμπίπτουσες ως προς το κύριο αντικείμενο της σύμβασης και αποτελούν ενδεχόμενη συνέπεια ή συμπλήρωμα αυτού του αντικειμένου, το γεγονός ότι οι εν λόγω εργασίες συμπεριλαμβάνονται στη σύμβαση δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως δημόσιας σύμβασης έργων».β) Με την απόφαση του ΔΕΚ υπ' αριθ. C-331/92 έχει γίνει δεκτό ότι: «Μικτή σύμβαση, η οποία αφορά συγχρόνως την εκτέλεση εργασιών και την παραχώρηση πραγμάτων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 71/305/ ΕΟΚ , περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, εάν η εκτέλεση των εργασιών παρουσιάζει παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα σε σχέση με την παραχώρηση πραγμάτων».γ) Περαιτέρω και με τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων γίνεται δεκτό το κριτήριο του κύριου αντικειμένου της σύμβασης με βάση το σκοπό της (ad hoc αποφάσεις Επιτροπής Αναστολών ΣτΕ: 164/1999, 514/2000, 135/2001, 438/2002, 439/2002, 797/2004, 808/2004, Πράξη Ελ. Συν. 37/2005 Ε' Κλιμάκιο), πολλάκις σε συνδυασμό και με το οικονομικό κριτήριο (ΣτΕ Β' 2891/2003, 2555/2004) προφανώς γιατί στις περισσότερες των περιπτώσεων τα κριτήρια αυτά συμβαδίζουν.Κατόπιν των ανωτέρω, εν προκειμένω, με βάση το πραγματικό του ερωτήματος, σύμφωνα με το οποίο η μέλλουσα να συναφθεί σύμβαση α) αποσκοπεί στην προμήθεια, ανάπτυξη και πλήρη λειτουργία των ανωτέρω δικτύων και β) περιλαμβάνει χωματουργικές εργασίες για την εγκατάστασή της, μη υπερβαίνουσες το 40% των συνολικών δαπανών του προϋπολογισμού αυτής, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η διενέργεια του προαναφερόμενου διαγωνισμού διέπεται από τις περί προμηθειών του δημόσιου τομέα σχετικές διατάξεις και όχι από αυτές περί εκτέλεσης δημοσίων έργων.
ΕλΣυν/Κλ.7/46/2016
Μίσθωση μηχανημάτων έργου.(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει αναφορικά με το παραδεκτώς προβαλλόμενο λόγο διαφωνίας, ότι η υπό κρίση (μικτή) σύμβαση μεταξύ του Δήμου ....... και της αναδόχου ......., παρόλο που δεν διαχωρίστηκε στον ενδεικτικό προϋπολογισμό η αξία της προμήθειας των αγαθών από αυτή της παροχής των υπηρεσιών, είχε προεχόντως χαρακτήρα ανάθεσης εργασιών (υπηρεσιών). Τούτο δε διότι, το κύριο αντικείμενο της σύμβασης αυτής με βάση το σκοπό της είναι η εκτέλεση από την ανάδοχο των εργασιών απομάκρυνσης των προϊόντων που προκλήθηκαν από τις βροχοπτώσεις, με τη χρήση δύο εκσκαφέων και δύο φορτηγών και η αποκατάσταση, διά των εν λόγω εργασιών, της βατότητας του αγροτικού δρόμου, στην οποία απέβλεψε ο Δήμος με τη σύναψη της συγκεκριμένης σύμβασης κι όχι η μίσθωση των ανωτέρω μηχανημάτων, η οποία έχει παρεπόμενο χαρακτήρα.
ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)/159/2016
Μίσθωση μηχανημάτων-οχημάτων έργου.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, η υπό κρίση (μικτή) σύμβαση μεταξύ του Δήμου ... και της αναδόχου εταιρείας, παρόλο που δεν διαχωρίστηκε στον ενδεικτικό προϋπολογισμό η αξία της μίσθωσης των μηχανημάτων-οχημάτων από αυτήν της παροχής των υπηρεσιών, είχε προεχόντως χαρακτήρα ανάθεσης εργασιών (υπηρεσιών). Τούτο δε διότι, το κύριο αντικείμενο της σύμβασης αυτής με βάση το σκοπό της είναι ο καθαρισμός και η συνακόλουθη αποκατάσταση της βατότητας του αγροτικού δρόμου, στην οποία απέβλεψε ο Δήμος με τη σύναψη της συγκεκριμένης σύμβασης κι όχι η μίσθωση των ανωτέρω μηχανημάτων, η οποία έχει παρεπόμενο χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, νομίμως, ενόψει των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 209 του ν. 3463/2006, ανατέθηκε απευθείας η παροχή των υπό κρίση εργασιών στην ως άνω ανάδοχο, δοθέντος ότι το ποσό αυτών δεν υπερβαίνει το χρηματικό όριο των 20.000,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., μέχρι του οποίου επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση εργασιών.
ΕΣ/Ζ ΚΛΙΜ/79/2009
Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της έννοιας των ανωτέρω συμβάσεων παραχώρησης είναι το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου ή της υπηρεσίας είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με την καταβολή αμοιβής. Στην περίπτωση, όμως, που η λειτουργία και εκμετάλλευση του παραχωρηθέντος έργου συνιστά παράλληλα και εκτέλεση υπηρεσίας, δηλαδή, εφόσον η λειτουργία του έργου εξυπηρετεί ή συνδέεται με τη λειτουργία ορισμένης υπηρεσίας, την παροχή της οποίας αναλαμβάνει ο ανάδοχος υποκαθιστώντας την αναθέτουσα αρχή, τότε η σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου αποτελεί ταυτόχρονα και σύμβαση παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κοινοτικού δικαίου. Στη σύμβαση αυτή, η λειτουργία της παραχωρηθείσας υπηρεσίας συνίσταται στην εκμετάλλευση, χάριν του κοινού, των δημοσίων έργων που κατασκευάστηκαν από τον ανάδοχο, δηλαδή ο ανάδοχος της σύμβασης παραχώρησης αναλαμβάνει να υλοποιήσει με δικά του έξοδα τις επενδύσεις που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία της υπηρεσίας και για τη λειτουργία αυτής εντός μιας μακράς χρονικής περιόδου. Η εν λόγω σύμβαση αποτελεί μικτή σύμβαση, δηλαδή ενιαία σύμβαση που εμφανίζει μία σύνθεση στοιχείων που ανήκουν σε περισσότερα είδη συμβάσεων. Σύμφωνα με τη δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το προαναφερόμενο π.δ/μα 60/2007, εφόσον τα έργα γίνονται επικουρικώς και δεν αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως σύμβασης δημοσίων έργων. Συναφώς, το Δ.Ε.Κ. έκρινε (βλ. απόφαση της 19.4.1994, C-331/92), ότι εφόσον σε μία μικτή σύμβαση οι τεχνικές εργασίες έχουν παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενό της, τότε το σύνολο του διαγωνισμού αυτού δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως σύμβαση δημοσίων έργων. Επομένως, στις περιπτώσεις που η προβλεπόμενη εκτέλεση έργων έχει παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα ενώ το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η παραχώρηση υπηρεσιών, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών κι όχι για σύμβαση παραχώρησης έργου. Ως εκ τούτου, πρέπει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση να προσδιορίζεται αν το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η κατασκευή ενός έργου ή η παροχή υπηρεσιών ή, αντίθετα, αν η κατασκευή του έργου ή παροχή των υπηρεσιών έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης. Συνεπώς, στην περίπτωση που η κατασκευή του έργου αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την εκμετάλλευση της παραχωρούμενης υπηρεσίας, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσίας, επί της οποίας δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ/τος 60/2007. (Βλ. 209/2008 πράξη παρόντος Κλιμακίου, βλ. και Ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις συμβάσεις παραχώρησης στο κοινοτικό δίκαιο, ΕΕ C 121/29.4.2000, Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα "Ενίσχυση του δικαίου παραχωρήσεων και συμβάσεων Δημοσίων και Ιδιωτικών Συμπράξεων", ΕΕ C 14/16.1.2001, σελ. 91 επ., Ε.Α ΣτΕ 119/1999, 791/2002, 543/2003, Ε. Τροβά – Δ. Κούτρας, Η κατασκευή του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου και η σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων, Ι. Γκιτσάκης, Η παραχώρηση της δημόσιας υπηρεσίας και δημοσίου έργου, Σ. Παναγόπουλος, Η Σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου στην κοινοτική και ελληνική έννομη τάξη, σε Κοινοτικό Δίκαιο 25 χρόνια εφαρμογής στην Ελλάδα, σελ. 83 επ.).
ΔΕΚ/C-386/2011
«Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Έννοια του όρου “δημόσια σύμβαση” – Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο α΄ – Σύμβαση μεταξύ δύο οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης – Ανάθεση από τον ένα οργανισμό στον άλλο του έργου του καθαρισμού ορισμένων από τους χώρους του, για το οποίο καταβάλλεται χρηματική αποζημίωση»(...)Μια σύμβαση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, με την οποία, χωρίς να καθιερώνεται συνεργασία μεταξύ των συμβαλλόμενων δημόσιων φορέων προς τον σκοπό της επιτέλεσης κοινού σε αμφότερους τους συμβαλλόμενους έργου δημόσιας υπηρεσίας, ένας δημόσιος φορέας αναθέτει σε άλλο δημόσιο φορέα το έργο του καθαρισμού ορισμένων κτιρίων που χρησιμοποιούνται ως γραφεία ή για τη στέγαση διοικητικών υπηρεσιών ή σχολείων, διατηρώντας το δικαίωμα ελέγχου της ορθής εκτέλεσης του εν λόγω έργου, για την οποία καταβάλλεται χρηματική αποζημίωση που τεκμαίρεται ότι αντιστοιχεί στα έξοδα εκτέλεσης του έργου αυτού, ενώ ο δεύτερος αυτός φορέας μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί τρίτα πρόσωπα, τα οποία ενδέχεται να μπορούν να δρουν ανταγωνιστικά στην αγορά για την εκτέλεση του έργου αυτού, συνιστά δημόσια σύμβαση υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο δ΄, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών.
Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-145/2008 και C-149/2008
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται: 1) Μικτή σύμβαση της οποίας το κύριο αντικείμενο συνίσταται στην εκ μέρους επιχειρήσεως απόκτηση του 49 % του κεφαλαίου δημοσίας επιχειρήσεως και της οποίας το —αρρήκτως συνδεδεμένο με το κύριο αυτό αντικείμενο— παρεπόμενο αντικείμενο αφορά την παροχή υπηρεσιών και την εκτέλεση έργων δεν εμπίπτει, στο σύνολό της, στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών περί δημοσίων συμβάσεων.2) Το δίκαιο της Ένωσης, και ειδικότερα το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, ερμηνευόμενη υπό την έννοια ότι μεμονωμένα μέλη κοινοπραξίας που υπέβαλε προσφορά στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως δεν έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν ατομικώς από απόφαση εκδοθείσα όχι από την αναθέτουσα αλλά από διαφορετική αρχή, εμπλεκόμενη στη διαδικασία αυτή σύμφωνα με τους εφαρμοστέους εθνικούς κανόνες, και η οποία απόφαση είναι ικανή να επηρεάσει την εξέλιξη της διαδικασίας αυτής.
ΕλΣυν/Τμ.6/784/2011
Οι ανωτέρω διατάξεις (Ν.3669/2008) έχουν την έννοια ότι η απευθείας ανάθεση συμπληρωματικών εργασιών στον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημόσιου έργου, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία απευθείας ανάθεσης και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνον στις περιοριστικά αναφερόμενες στο Νόμο περιπτώσεις, καθόσον συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Ως συμπληρωματικές εργασίες, θεωρούνται εκείνες για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το έργο και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικώς συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου, όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση και τα οικεία συμβατικά τεύχη (μελέτες, γενική συγγραφή υποχρεώσεων κ.λπ.), λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Τέτοιες εργασίες θεωρούνται εκείνες, οι οποίες αν και προβλέπονται κατά είδος από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό, εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες) είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν, αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές οι εργασίες που αφορούν στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθώς είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (E.Σ. 2069/2010 κ.α.). Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων το φέρει όποιος τις επικαλείται (Δ.Ε.Κ. απόφαση της 17.09.1998, C-323/96 Επιτροπή κατά Βελγίου, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 28.03.1996, C-318/1994 Επιτροπή κατά Γερμανίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.05.1995, C-57/94 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.03.1992, C-24/91 Επιτροπή κατά Ισπανίας). Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, ώστε να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την ήδη συναφθείσα σύμβαση (Ε.Σ. 1780/2009, 2506/2009, 2726/2010, κ.α.). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (Ε.Σ. 2066, 285, 136/2010). (..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι για την πρώτη κατηγορία εργασιών (ενίσχυση του φέροντος οργανισμού), συντρέχουν οι προϋποθέσεις σύναψης της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση. Τούτο, διότι, αφενός μεν οι εργασίες αυτές τελούν σε απόλυτη συνάφεια με το προς εκτέλεση έργο, δεν συνιστούν τροποποίηση του τεχνικού του αντικειμένου και δεν μπορούν τεχνικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, αφετέρου δε οφείλονται σε περιστάσεις που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν κατά την κατάρτιση αυτής. Συγκεκριμένα, η εκτέλεση εργαστηριακών ελέγχων μετά τον αυξημένο αριθμό δειγματοληψιών κατά το στάδιο εκπόνησης της στατικής μελέτης εφαρμογής, σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τα πρότυπα του ΚΑΝ.ΕΠΕ., αποκάλυψε μικρότερες ποσότητες σκυροδέματος από τις ληφθείσες υπόψη κατά την εκπόνηση της οριστικής μελέτης. Εξάλλου, για ένα τμήμα του κτιρίου, μετά τις πραγματοποιηθείσες κατά την εκτέλεση του έργου καθαιρέσεις, αποκαλύφθηκε ότι είχαν κατά το παρελθόν πραγματοποιηθεί εργασίες ενίσχυσης με προβληματικό τρόπο, γεγονός που δεν θα μπορούσε να έχει προβλεφθεί κατά τη σύνταξη της οριστικής μελέτης, λόγω της έλλειψης σχετικών στοιχείων, γεγονός που δικαιολογείται άλλωστε από την παλαιότητα του κτιρίου. Όσον αφορά, όμως, στη δεύτερη κατηγορία εργασιών, που αποτελούν αντικείμενο της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης, κατά τη γνώμη που επικράτησε στο Τμήμα, ορθώς το Κλιμάκιο έκρινε ότι η εκτέλεσή τους συνεπάγεται την επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου, καθόσον πρόκειται για ριζική αναδιαρρύθμιση του διώροφου τμήματος του Νοσοκομείου, η οποία διαφοροποιείται ουσιωδώς από την απλή εκτέλεση επισκευών, που προβλέπονται στην τεχνική περιγραφή του αρχικού έργου.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/181/2019
Παροχή υπηρεσιών :Με αυτά τα δεδομένα, μετά τις διευκρινίσεις του Δήμου σχετικά με τις εργασίες που εκτελέστηκαν και εξοφλούνται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, δεν συντρέχει αοριστία της βεβαίωσης καλής εκτέλεσης. Συναφώς το άρθρο 6 της σύμβασης, σχετικά με την πληρωμή του αναδόχου, δεν αποκλείει την τμηματική εκτέλεση, παραλαβή και πληρωμή των εργασιών. Περαιτέρω, όμως, μη νομίμως η επίμαχη υπηρεσία ανατέθηκε σε ιδιώτη, καθόσον το αντικείμενό της συνίσταται αμιγώς στη διενέργεια ελεγκτικών εργασιών της ΥΚΠΑΑΠ, οι οποίες κατά ρητή διατύπωση του νόμου δύναται να διενεργηθούν μόνον από τις προβλεπόμενες Υπηρεσίες Εσωτερικού Ελέγχου (πρβλ. Κ.Π.Ε.Δ.VII Τμ. 12/ 2018, 305/2017). Η φύση, άλλωστε, του προκείμενου ελέγχου ως εσωτερικού αποκλείει την ανάθεσή του σε εξωτερικό φορέα (Κ.Π.Ε.Δ.VII Τμ. 12/2018).