Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/37/2005

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2286/1995
Νομικό καθεστώς διέπον δημόσιο διαγωνισμό μικτού χαρακτήρα (προμήθεια - έργο).Διενέργεια δημοσίου διαγωνισμού με αντικείμενο την Ανάπτυξη Συμπληρωματικών Ευρυζωνικών Υποδομών που αφορά στην κατασκευή Μητροπολιτικών Ευρυζωνικών Δικτύων Οπτικών Ινών.(…)Συνεπώς για τον χαρακτηρισμό μιας δημόσιας σύμβασης ως σύμβασης έργου ή προμήθειας δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο ούτε η συμβολή στην ανάπτυξη της χώρας, δεδομένου ότι σ' αυτήν μπορεί να αποσκοπούν και οι προμήθειες και τα έργα (Σ.τ.Ε. Ολομ. 4936/1995, Δ. Δικ. 1997. 406), ούτε ο τρόπος εγκατάστασης του προμηθευόμενου υλικού, δεδομένου ότι η στερεά σύνδεση με το έδαφος κ.λ.π. απαντάται και στις συμβάσεις προμηθειών και αυτό παρά το γεγονός ότι έχουν εκδοθεί και αποφάσεις δικαστηρίων που δέχονται το κριτήριο αυτό (63/2000 Πρακτικό ΣΤ' Κλιμακίου Ε.Σ., 4/2004 Πράξη του ΣΤ' Κλιμακίου Ε.Σ., 33/2004 Πράξη VI Τμήματος Ε.Σ. - σχετική και L•, η Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 112/1986).Παρά το ότι, όμως, στις ανωτέρω μικτού χαρακτήρα συμβάσεις ο Ν. 2286/1995 θέτει, ως κριτήριο νομικού χαρακτηρισμού αυτών το απλό οικονομικό κριτήριο (σχετική n 360/1996 Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ., Τμήμα Α'), το οποίο σημειωτέον θα μπορούσε ευκολότερα να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις μικτών συμβάσεων όπου τα περισσότερα αντικείμενα είναι διακριτά μεταξύ τους και μπορούν εκ των προτέρων να διαχωρισθούν, ήδη επικρατεί το κριτήριο του κύριου σκοπού της σύμβασης, όχι μόνο επί μικτών συμβάσεων έργου και προμήθειας αλλά και επί άλλων μορφών τους, όπως υπηρεσιών και προμήθειας. Ειδικότερα: α) Στο προοίμιο της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «Περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων προμηθειών και υπηρεσιών αναφέρεται (10η αιτιολογική σκέψη) ότι: «Οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις, να περιλαμβάνουν και την εκτέλεση εργασιών. Ωστόσο, στο βαθμό που οι εργασίες αυτές είναι παρεμπίπτουσες ως προς το κύριο αντικείμενο της σύμβασης και αποτελούν ενδεχόμενη συνέπεια ή συμπλήρωμα αυτού του αντικειμένου, το γεγονός ότι οι εν λόγω εργασίες συμπεριλαμβάνονται στη σύμβαση δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως δημόσιας σύμβασης έργων».β) Με την απόφαση του ΔΕΚ υπ' αριθ. C-331/92 έχει γίνει δεκτό ότι: «Μικτή σύμβαση, η οποία αφορά συγχρόνως την εκτέλεση εργασιών και την παραχώρηση πραγμάτων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 71/305/ ΕΟΚ , περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, εάν η εκτέλεση των εργασιών παρουσιάζει παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα σε σχέση με την παραχώρηση πραγμάτων».γ) Περαιτέρω και με τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων γίνεται δεκτό το κριτήριο του κύριου αντικειμένου της σύμβασης με βάση το σκοπό της (ad hoc αποφάσεις Επιτροπής Αναστολών ΣτΕ: 164/1999, 514/2000, 135/2001, 438/2002, 439/2002, 797/2004, 808/2004, Πράξη Ελ. Συν. 37/2005 Ε' Κλιμάκιο), πολλάκις σε συνδυασμό και με το οικονομικό κριτήριο (ΣτΕ Β' 2891/2003, 2555/2004) προφανώς γιατί στις περισσότερες των περιπτώσεων τα κριτήρια αυτά συμβαδίζουν.Κατόπιν των ανωτέρω, εν προκειμένω, με βάση το πραγματικό του ερωτήματος, σύμφωνα με το οποίο η μέλλουσα να συναφθεί σύμβαση α) αποσκοπεί στην προμήθεια, ανάπτυξη και πλήρη λειτουργία των ανωτέρω δικτύων και β) περιλαμβάνει χωματουργικές εργασίες για την εγκατάστασή της, μη υπερβαίνουσες το 40% των συνολικών δαπανών του προϋπολογισμού αυτής, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η διενέργεια του προαναφερόμενου διαγωνισμού διέπεται από τις περί προμηθειών του δημόσιου τομέα σχετικές διατάξεις και όχι από αυτές περί εκτέλεσης δημοσίων έργων.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΚ/C-215/2009

Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Οδηγία 2004/18 – Πεδίο εφαρμογής (Οδηγία 2004/18 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου) Η οδηγία 2004/18, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι σε περίπτωση συνάψεως συμβάσεως μεταξύ αναθέτουσας αρχής και ιδιωτικής εταιρίας, ανεξάρτητης από αυτήν, προς σύσταση κοινής εταιρίας υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρίας, με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της υγείας και της ευεξίας στους χώρους εργασίας, η ανάθεση από την εν λόγω αρχή της παροχής των προοριζόμενων για τους υπαλλήλους της υπηρεσιών, αξίας υπερβαίνουσας το προβλεπόμενο από την ως άνω οδηγία κατώτατο όριο, η οποία ανάθεση μπορεί να αποσπασθεί από την ιδρυτική της εταιρίας αυτής σύμβαση, πρέπει να γίνεται τηρουμένων των διατάξεων της συγκεκριμένης οδηγίας που έχουν εφαρμογή στις υπηρεσίες του παραρτήματος II B. Ειδικότερα, καίτοι η σύσταση εκ μέρους αναθέτουσας αρχής και ιδιωτικού οικονομικού φορέα κοινής επιχειρήσεως δεν εμπίπτει αυτή καθεαυτή στην οδηγία 2004/18, εντούτοις, μια πράξη κεφαλαιακής συναλλαγής δεν μπορεί να υποκρύπτει στην πραγματικότητα την ανάθεση σε εταίρο του ιδιωτικού τομέα συμβάσεων που δύνανται να χαρακτηριστούν ως δημόσιες συμβάσεις ή συμβάσεις παραχωρήσεως. Εξάλλου, το γεγονός ότι ένας ιδιωτικός φορέας και μια αναθέτουσα αρχή συνεργάζονται στο πλαίσιο ενός φορέα μικτού κεφαλαίου δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αθέτηση των διατάξεων των σχετικών με τις δημόσιες συμβάσεις και τις συμβάσεις παραχώρησης κατά την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης στον εν λόγω ιδιωτικό φορέα ή στον φορέα μικτού κεφαλαίου. Επομένως, σε περίπτωση που δεν αποδεικνύεται αντικειμενικώς η ανάγκη συνάψεως της μικτής συμβάσεως με ένα αποκλειστικώς αντισυμβαλλόμενο και το σκέλος της μικτής συμβάσεως που συνίσταται στη δέσμευση της αναθέτουσας αρχής να απευθύνεται στην κοινή εταιρία για την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της υγείας στους υπαλλήλους του είναι αποσπαστό από τη σύμβαση αυτή, οι κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας 2004/18 έχουν εφαρμογή επίσης επί της αναθέσεως του σκέλους αυτού. (βλ. σκέψεις 33-34, 45-47 και διατακτ.)


ΕλΣυν.Τμ.6/1069/2016

Αναβάθμιση του τεχνητού φωτισμού των εξωτερικών χώρων της Λιμενικής Ζώνης:..ζητείται η ανάκληση της 48/2016 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου.Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει ότι ενόψει του γεγονότος ότι η προϋπολογισθείσα δαπάνη της ελεγχόμενης σύμβασης υπερβαίνει το κατώτερο όριο των 207.000,00 ευρώ, ο νομικός χαρακτηρισμός αυτής καθορίζεται με βάση τα οριζόμενα στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Περαιτέρω, κρίνει ότι η επίμαχη σύμβαση είναι μικτή σύμβαση εκτέλεσης έργου, προμήθειας και παροχής υπηρεσιών, με προέχοντα χαρακτήρα αυτόν της σύμβασης προμήθειας. Ειδικότερα, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τις κρινόμενες αιτήσεις, σκοπός της σύμβασης είναι η επίτευξη τεχνητού περιβάλλοντος φωτισμού που υποδεικνύεται από τις φωτομετρικές μελέτες. Ο σκοπός δε της επίτευξης αναβαθμισμένης ποιότητας φωτισμού δεν σχετίζεται με την έννοια του δημοσίου έργου ως συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών πολιτικού μηχανικού που προορίζεται να πληροί αυτό καθαυτό μία οικονομική ή τεχνική λειτουργία. Τούτο, διότι για την επίτευξη του στόχου αυτού βασική υποχρέωση του αναδόχου είναι η προμήθεια των φωτιστικών σωμάτων, όλες δε οι λοιπές υποχρεώσεις που βαρύνουν τον ανάδοχο και ειδικότερα οι αναγόμενες στην εγκατάσταση των ιστών και των πυλώνων και στην τοποθέτηση των φωτιστικών αποτελούν δευτερεύουσες συμπληρωματικές ως προς την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού εργασίες.(...)Κατ’ ακολουθία όσων κρίθηκαν προηγουμένως, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η 48/2016 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να κριθεί ότι δεν κωλύεται η σύναψη του σχετικού σχεδίου σύμβασης. 


ΕΣ/ΤΜ.6/3035/2014

Προμήθεια ειδών κρεάτων...ζητείται η ανάκληση της 126/2014 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι:Α) Ορθώς το Κλιμάκιο έκρινε ότι μη νομίμως στην προκειμένη περίπτωση οι επιτροπές αξιολογήσεως και ενστάσεων δεν συγκροτήθηκαν παγίως και με ετήσια διάρκεια, σύμφωνα με το άρθρο 38 παρ. 3 του π.δ. 118/2007, αλλά για να καλύψουν τις ανάγκες διενέργειας του συγκεκριμένου διαγωνισμού και μόνο. Όμως, η εν λόγω πλημμέλεια, συνεκτιμωμένων και των ειδικότερων περιστάσεων της εξέλιξης της συγκεκριμένης διαγωνιστικής διαδικασίας (τέταρτος επαναληπτικός διαγωνισμός, κριτήριο κατακύρωσης η χαμηλότερη τιμή, έγκριση των πρακτικών των Επιτροπών από το Διοικητικό Συμβούλιο του νοσοκομείου), δεν παρίσταται ουσιώδης σε τέτοιο βαθμό που να μπορεί να επιφέρει από μόνη της ακυρότητα της όλης διαγωνιστικής διαδικασίας και να καθιστά εύλογη την επέλευση μιας τέτοιας δυσμενούς συνέπειας. ..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η 126/2014 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου και να υπογραφεί το υποβληθέν προς έλεγχο σχέδιο σύμβασης μεταξύ του Γενικού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου ..... «...» και της εταιρίας «...», καθόσον κατά τον προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας δεν διαπιστώθηκαν άλλες νομικές πλημμέλειες που να κωλύουν την υπογραφή του.


ΕλΣυν.Τμ.6/932/2013

Προμήθεια αντιδραστηρίων:..ζητείται η ανάκληση της 193/2012 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με τα παραπάνω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν προηγουμένως δεκτά, το Τμήμα κρίνει ότι:Α) Το τιθέμενο στη συγκεκριμένη διακήρυξη (Παράρτημα ΣΤ΄ της διακήρυξης, Ομάδα Β΄) κριτήριο με τίτλο «Αξιοπιστία αντιπροσώπου Ελλάδας προηγούμενη εμπειρία στη διάθεση παρόμοιων αντιδραστηρίων και αναλυτών σε άλλα νοσοκομεία», κατά την άποψη που επικράτησε, ορθώς αξιολογήθηκε και βαθμολογήθηκε ειδικά για κάθε συμμετέχουσα εταιρεία που προσέφερε αναλυτές. Και τούτο, διότι το εν λόγω κριτήριο συνάπτεται άρρηκτα με τη δυνατότητα διαρκούς ανεφοδιασμού του ... από τον ενδιάμεσο αντιπρόσωπο, που δεν είναι η κατασκευάστρια των προς προμήθεια ειδών εταιρεία, και συνδέεται άμεσα με την υλοποίηση της προμήθειας, καθόσον άπτεται της τεχνικής υποστήριξης κατά τη διάρκεια εξέλιξης της σύμβασης και επομένως είναι πρόσφορο για τον έλεγχο της καταλληλότητας των υποψηφίων, βάσει των επαγγελματικών και τεχνικών τους γνώσεων και ικανοτήτων.(..)Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, πρέπει η υπό κρίση αίτηση ανάκλησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η 193/2012 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου και να επιτραπεί η υπογραφή των οικείων σχεδίων συμβάσεων, δοθέντος ότι με την προσβαλλόμενη πράξη δεν αναδείχθηκε άλλος λόγος διακωλυτικός της υπογραφής τους.


EΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)197/2013

Eξόφληση της 1ης εντολής πληρωμής της  1ης παράτασης σύμβασης υπηρεσιών «Σύμβουλος Διαχείρισης Συγχρηματοδοτούμενων Έργων Δήμου .(...)Ο ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης» (ΦΕΚ Α΄ 87/7.6.2010) ορίζει, στο άρθρο 283, ότι: «1. Οι δήμοι που συνιστώνται με το άρθρο 1 υπεισέρχονται αυτοδικαίως από την έναρξη λειτουργίας τους και χωρίς άλλη διατύπωση σε όλα τα ενοχικά και εμπράγματα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δήμων και κοινοτήτων που συνενώνονται, στα οποία περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από  διεθνείς συνεργασίες…». Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι από την 1.1.2011 (ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του ν. 3852/2010) οι νέοι Δήμοι που προέκυψαν υπεισέρχονται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση, από την έναρξη λειτουργίας τους, στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των δήμων που συνενώνονται. Περαιτέρω, η συμβατική δράση της δημόσιας διοίκησης υπόκειται στη θεμελιώδη αρχή της νομιμότητας, ως εκ τούτου, κατ’ επιταγή αυτής κάθε δημόσια σύμβαση υπάγεται σε ορισμένο νομικό πλαίσιο, το οποίο περιλαμβάνει και τη διακήρυξη της διαγωνιστικής διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισής της, ως κανονιστική διοικητική πράξη. Παρέπεται τούτου ότι η δυνατότητα των συμβαλλομένων μερών για τροποποίηση όρου ή όρων δημόσιας σύμβασης με νεότερη κοινή συμφωνία τους, δεν μπορεί να εξικνείται μέχρι την κατ’ ουσία τροποποίηση ουσιωδών όρων της οικείας διακήρυξης. Η τροποποίηση μιας δημόσιας σύμβασης κατά τη διάρκεια της ισχύος της μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιώδης όταν προστίθενται όροι οι οποίοι, αν είχαν γνωστοποιηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας σύναψης της αρχικής σύμβασης, θα είχαν ίσως ως αποτέλεσμα να επιτραπεί η συμμετοχή στη διαδικασία άλλων διαγωνιζομένων από εκείνους που έγιναν αρχικώς δεκτοί ή να υποβληθούν προσφορές με διαφορετικό περιεχόμενο ή να επιλεγεί προσφορά διαφορετική από εκείνη που αρχικώς επελέγη. Ομοίως, τροποποίηση της αρχικής σύμβασης μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιώδης όταν διευρύνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης, συμπεριλαμβάνοντας υπηρεσίες που δεν είχαν αρχικώς προβλεφθεί (πρβλ. υπόθεση C-454/06 pressetext Nachrichtenagentur GmbH κατά Republik Österreich, σκέψεις 34-36 και υπόθεση C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Frutta SpA, σκέψεις 113-121). Επιπλέον, όπως γίνεται δεκτό, οι συμβαλλόμενες σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιφυλάσσουν υπέρ αυτών δικαίωμα προαίρεσης για τη δέσμευση του αντισυμβαλλομένου τους να συναινέσει σε νέα σύμβαση ομοειδών υπηρεσιών με τους ίδιους όρους, ασκούμενο με δήλωση της αναθέτουσας αρχής, το οποίο προσδιορίζεται ποσοτικά και ποιοτικά στη διακήρυξη, περιέχεται δε και στη δημοσιευόμενη περίληψή της (VI Τμ. 2224, 1778/2011, 3145, 660, 371/2010, κ.α.). Παρέπεται, αντίστοιχα προς τα προαναφερόμενα, ότι, η ενεργοποίηση του δικαιώματος προαίρεσης επιτρέπεται αποκλειστικά υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαγράφει η σύμβαση που το διαλαμβάνει. Όταν η άσκησή του κείται εκτός των ορίων τούτων, δεν ασκείται νόμιμα, συνεπάγεται δε τροποποίηση της οικείας συμβάσεως και της διακηρύξεως, η οποία ελέγχεται ως προς τη νομιμότητά της κατά τα ανωτέρω (Βλ. απόφαση VI Τμ. Ελ.Συν. 1508/2012

ΕΣ/ΤΜ.4/59/2017

Εξώδικος συμβιβασμός:ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 106/2017 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμήμα​(...)Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν συντρέχει λόγος να αποστεί από τις κρίσεις του Κλιμακίου, στις ορθές σκέψεις και αιτιολογίες της πράξης του οποίου εμμένει. Περαιτέρω, ως προς τους ισχυρισμούς που προβάλλονται με την αίτηση ανάκλησης, κρίνει τα εξής: α) Η εντελλόμενη δαπάνη, η οποία κρίθηκε με την πράξη του Κλιμακίου μη νόμιμη χωρίς να έχει εκδοθεί θετική για την ανωτέρω εταιρεία, τελεσίδικη απόφαση, με την οποία να επιδικάζονται υπέρ αυτής αξιώσεις για το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δεν εμπίπτει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη V, στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 4 του ν. 4132/2013, που δεν συνιστά, ούτως ή άλλως, νομιμοποιητική διάταξη, αλλά αποσκοπεί απλώς στην τακτοποίηση των υφιστάμενων μέχρι 31.12.2011 δημοσιονομικών εκκρεμοτήτων των νοσοκομείων προς τρίτους, όσα δε αντίθετα προβάλλει το αιτούν και η παρεμβαίνουσα είναι αβάσιμα και  απορριπτέα. β) Όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, το Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο κατά τον προληπτικό έλεγχο των δαπανών δικαιούται να εξετάζει παρεμπιπτόντως, με την επιφύλαξη τυχόν ύπαρξης δεδικασμένου, την πράξη του συμβιβασμού ως προς την τήρηση των νομίμων προϋποθέσεων, δηλαδή τόσο ως προς τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία αυτής όσο και ως προς το υπαρκτό, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, της απαίτησης, σε εξόφληση της οποίας οι δαπάνες αυτές εντέλλονται (βλ. σκεψ. ΙV), έκρινε με τις προεκτεθείσες στην πράξη του Κλιμακίου ορθές επάλληλες αιτιολογίες ότι η δεύτερη παράταση της 97/29.10.2004 αρχικής σύμβασης δεν είναι νόμιμη. Η επικαλούμενη δε 161/2011 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, που εκδόθηκε επί αγωγής που άσκησε η Γεωργία Περιστέρη κατά του Νοσοκομείου, δεν ασκεί έννομη επιρροή επί της συγκεκριμένης υπόθεσης, καθώς αφορά στην αρχική σύμβαση παροχής υπηρεσιών φύλαξης (97/2014), που είχε συνάψει το Νοσοκομείο με την ανωτέρω και όχι στην παράταση αυτής για το χρονικό διάστημα από 1.2.2006 έως 15.10.2006 που αποτελεί και την αιτία του επίμαχου εξώδικου συμβιβασμού και ως εκ τούτου, δεν απορρέει από αυτή δεδικασμένο που να δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο. Άλλωστε, τα ανωτέρω ήταν γνωστά στα όργανα του αιτούντος και συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι συγγνωστώς υπέλαβαν ότι μπορούσαν να προβούν στη σύναψη του επίμαχου συμβιβασμού. και γ) Αβασίμως το αιτούν ισχυρίζεται ότι τα όργανά του συγγνωστώς υπέλαβαν ότι υπήρχε η δυνατότητα της επιπλέον παράτασης. Τούτο, διότι η 16357/25.8.2010 διακήρυξη που προσκομίζει για την τεκμηρίωση του ισχυρισμού αυτού αφορά σε διαγωνιστική διαδικασία που διεξήχθη πολύ μεταγενέστερα από το χρονικό σημείο που αποφασίσθηκε η δεύτερη μη νόμιμη παράταση της σύμβασης, και ως εκ τούτου δεν παρέχει  έρεισμα ικανό να οδηγήσει το Τμήμα σε τέτοιου είδους κρίση και τούτο ανεξαρτήτως του ότι στο υπογεγραμμένο συμβατικό κείμενο- του οποίου οι όροι ήταν σαφείς- δεν υπήρχε τέτοια πρόβλεψη (για δεύτερη παράταση με σύμφωνη γνώμη του αναδόχου) και ως εκ τούτου δεν δύναται το αιτούν να επικαλείται όλως αορίστως πάγιες προηγούμενες πρακτικές προκειμένου να δικαιολογήσει μη νόμιμες ενέργειές των οργάνων του.Απορρίπτει την αίτηση.​


ΕΣ/ΤΜ.6/1642/2014

Προμήθεια υλικών...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη IV της παρούσας το Τμήμα κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα της αιτούσας είχαν προβεί σε προσδιορισμό της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των προς προμήθεια ειδών και είχαν καταστήσει γνωστό στους διαγωνιζόμενους ότι αυτή υπερέβαινε το όριο εφαρμογής των διατάξεων του Δικαίου της Ένωσης. Επιπλέον δε, στα τεύχη του διαγωνισμού προσδιοριζόταν με ακρίβεια τόσο η τεχνική περιγραφή των προς προμήθεια υλικών όσο και οι ζητούμενες ποσότητες για κάθε είδος εξαρτήματος. Κατά συνέπεια, λαμβανομένου υπόψη ότι κριτήριο κατακύρωσης ήταν η χαμηλότερη τιμή και ότι οι υποψήφιοι καλούνταν να υποβάλουν προσφορά προτείνοντας συγκεκριμένη τιμή για κάθε είδος εξαρτήματος, βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση ότι η αιτούσα είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ως προς την εκτίμηση της αξίας της συναφθησόμενης σύμβασης και την ενημέρωση των υποψηφίων, ενώ από το διέπον τη διαγωνιστική διαδικασία θεσμικό πλαίσιο δεν προκύπτει περαιτέρω η υποχρέωση αναγραφής στη διακήρυξη της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των προς προμήθεια αγαθών.(..)Ανακαλεί την 10/2014 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕΣ/ΤΜ.6/4606/2014

Αποκατάσταση οργανισμού και εκσυγχρονισμός υπόγειν χώρων Ιερού Ναού..ζητείται η ανάκληση της 405/2014 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά (βλ. παρ. ΙVΑ), το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι οι εργασίες της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης κατέστησαν αναγκαίες λόγω απροβλέπτων περιστάσεων που ανέκυψαν κατά το στάδιο της εκτέλεσης αυτού, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την αίτηση ανάκλησης και την παρέμβαση. Ειδικότερα, από το έγγραφο της τεχνικής υπηρεσίας με τίτλο «αιτιολόγηση εργασιών συμπληρωματικής σύμβασης» προκύπτει ότι η αναγκαιότητα εκτέλεσης της πλειονότητας των συμπληρωματικών εργασιών διαπιστώθηκε μετά την καθαίρεση των επιχρισμάτων ή μετά την αποξήλωση της επικάλυψης της στέγης και δεν ήταν, ως εκ τούτου, δυνατόν να προβλεφθεί η ύπαρξή τους, κατά το στάδιο εκπόνησης της αρχικής μελέτης, με την επίδειξη της επιμέλειας του μέσου συνετού μελετητή, λόγω της έλλειψης σχετικών στοιχείων, όπως δικαιολογείται εξάλλου από την παλαιότητα του κτιρίου (πρβλ. ΕΣ Τμ. Μειζ. 394/2013, VI Τμ. 797/2012). Άλλωστε, οι υπόλοιπες συμπληρωματικές εργασίες προέκυψαν είτε κατόπιν υποδείξεως της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας είτε από δολιοφθορές λόγω συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας διαφόρων ομάδων πολιτών. Συνεπώς, η ανάγκη εκτέλεσης των συμπεριλαμβανομένων σε αυτήν εργασιών οφείλεται στην ιδιαιτερότητα αυτού του αρχιτεκτονικού μνημείου σε συνδυασμό με τα πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την εκπόνηση της αρχικής μελέτης, παρότι αυτή υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής. Περαιτέρω, με την υπό κρίση αίτηση ανάκλησης προσκομίζεται το πρώτον ενώπιον του Τμήματος το υπ’ αρ. 12/23.6.2014 πρακτικό του οικείου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, με το οποίο παρατείνεται η συμβατική προθεσμία του έργου από 28.2.2014 μέχρι και εκατό (100) ημέρες από την υπογραφή της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης. Η απόφαση, όμως αυτή του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου με την οποία χορηγείται νέα προθεσμία περαίωσης του έργου, μετά την εκπνοή της αρχικής έστω και αν ανατρέχει στο χρόνο λήξης της, κατά την κρίση του Τμήματος, είναι μη νόμιμη, καθόσον, όπως έγινε δεκτό σε προηγούμενη σκέψη με στοιχ. ΙΙΙ, δεν προβλέπεται από διάταξη νόμου. Ωστόσο, το Τμήμα λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Καθεδρικός Ιερός Ναός ... «...» αποτελεί μνημείο της νεώτερης πολιτιστικής κληρονομίας και ότι κινδυνεύει η στατικότητα του ναού, με αποτέλεσμα οι υπό κρίση εργασίες να είναι απαραίτητες για την ασφάλεια του μνημείου, κρίνει ότι στην προκειμένη περίπτωση η εν λόγω τυπική πλημμέλεια δεν είναι ουσιώδης και δεν επλήγη δι’ αυτής το δημόσιο συμφέρον ούτε άλλες θεμελιώδεις αρχές που διέπουν την ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων έργων ώστε να αποτελέσει διακωλυτικό λόγο σύναψης της υπό κρίση σύμβασης. Τέλος, προσκομίστηκε ενώπιον του Τμήματος η 55091/3.11.2014 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας περί ένταξης του ελεγχόμενου έργου στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) 2014. Επομένως, δεν συντρέχει πλέον η σχετική αναδειχθείσα από το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη πράξη πλημμέλεια και παρέλκει η περαιτέρω εξέταση της.


ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/32/2010

Νόμιμη η απόρριψη προσφοράς ως απαράδεκτης διαγωνισμού ανάθεσης προμήθειας με κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή, καθόσον η προσφορά αυτή έπασχε κατά το στάδιο της κατακύρωσης ως ερχόμενη σε αντίθεση με ουσιώδεις όρους της διακήρυξης, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κατακυρωθούν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού στην αναδειχθείσα ανάδοχο εταιρεία, διότι στην περίπτωση αυτή η κατακυρωτική απόφαση θα έπασχε ακυρότητας. Σε κάθε δε περίπτωση, από το γεγονός ότι δεν εκδόθηκε πρακτικό απόρριψης της προσφοράς προ του ανοίγματος των οικονομικών προσφορών και δεν επιστράφηκε σφραγισμένη η οικονομική προσφορά της εταιρείας αυτής, δεν επλήγησαν οι αρχές της διαφάνειας ούτε στερήθηκε η εταιρεία αυτή της δυνατότητας δικαστικής προστασίας.


ΔΕΚ/C-247/2002

Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων – Οδηγία 93/37 – Ανάθεση των συμβάσεων – Κριτήρια αναθέσεως – Εθνική κανονιστική ρύθμιση επιβάλλουσα στις αναθέτουσες αρχές να εφαρμόζουν αποκλειστικά το κριτήριο της χαμηλότερης τιμής – Δεν επιτρέπεται (Οδηγία 93/37 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 1) Το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων κατασκευής δημοσίων έργων, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία, κατά τη σύναψη συμβάσεων κατασκευής δημοσίων έργων κατόπιν ανοικτής ή κλειστής διαδικασίας υποβολής προσφορών, υποχρεώνει κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο την αναθέτουσα αρχή να χρησιμοποιήσει αποκλειστικά το κριτήριο της χαμηλότερης τιμής. Πράγματι, μια τέτοια κανονιστική ρύθμιση δεν επιτρέπει στην αναθέτουσα αρχή να λάβει υπόψη της τη φύση και τις ιδιαιτερότητες των συμβάσεων αυτών, εξετάζοντας την κάθε μία ξεχωριστά και επιλέγοντας για κάθε μία από αυτές το πλέον κατάλληλο κριτήριο, ώστε να διασφαλιστεί ο ελεύθερος ανταγωνισμός και η επιλογή της καλύτερης προσφοράς. (βλ. σκέψεις 40, 42 και διατακτ.)