ΔΕΕ/Υπόθεση C-574/2012
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 19ης Ιουνίου 2014 [αίτηση του Supremo Tribunal Administrativo (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Centro Hospitalar de Setúbal, EPE, Serviço de Utilização Comum dos Hospitais (SUCH) κατά Eurest Portugal — Sociedade Europeia de Restaurantes Lda.:Όταν ο φορέας στον οποίο έχει ανατεθεί δημόσια σύμβαση είναι ένωση κοινωφελούς σκοπού χωρίς κερδοσκοπικό χαρακτήρα η οποία, κατά τον χρόνο της αναθέσεως της συμβάσεως αυτής, περιλαμβάνει, μεταξύ των μελών του, όχι μόνο φορείς του δημοσίου τομέα, αλλά επίσης ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής αλληλεγγύης που ασκούν μη κερδοσκοπικές δραστηριότητες, η προϋπόθεση του «ανάλογου ελέγχου» που έχει διαπλάσει η νομολογία του Δικαστηρίου προκειμένου να μπορεί η ανάθεση μιας δημόσιας συμβάσεως να θεωρείται ως πράξη «in house» δεν πληρούται, με συνέπεια να εφαρμόζεται η οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΥΠΟΘΕΣΗ C-15/2013
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 8ης Μαΐου 2014: Δημόσιες συμβάσεις προμηθειών — Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Ανάθεση χωρίς διεξαγωγή διαδικασίας διαγωνισμού — Ανάθεση “in house” (οιονεί αυτεπιστασία) — Ανάδοχος που από νομικής απόψεως είναι διακριτός από την αναθέτουσα αρχή — Προϋπόθεση του “ανάλογου ελέγχου” — Αναθέτουσα αρχή και ανάδοχος μεταξύ των οποίων δεν υφίσταται σχέση ελέγχου — Τρίτη δημόσια αρχή που ασκεί επί της αναθέτουσας αρχής μερικό έλεγχο και επί του αναδόχου έλεγχο που μπορεί να χαρακτηριστεί ως “ανάλογος” — “Οριζόντια εσωτερική σχέση
C-305/2008
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)της 23ης Δεκεμβρίου 2009 .«Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών – Οδηγία 2004/18 – Έννοιες των όρων “εργολήπτης”, “προμηθευτής” και “πάροχος υπηρεσιών” – Έννοια του όρου “οικονομικός φορέας” – Πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά ινστιτούτα – Κοινοπραξία (“consorzio”) που έχει συσταθεί από πανεπιστημιακά ιδρύματα και φορείς του Δημοσίου – Κύρια καταστατική δραστηριότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα – Συμμετοχή σε διαδικασία διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως»Επιβάλλεται, συνεπώς, στο δεύτερο ερώτημα να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 2004/18 έχει την έννοια ότι αποκλείει ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, όπως η εφαρμοζόμενη στην υπόθεση της κύριας δίκης, συνεπεία της οποίας απαγορεύεται σε φορείς, όπως τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και τα ερευνητικά ινστιτούτα, οι οποίοι δεν ασκούν δραστηριότητα με κατά κύριο λόγο κερδοσκοπικό χαρακτήρα, να συμμετέχουν σε διαδικασία διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως, μολονότι το εθνικό δίκαιο παρέχει στους ως άνω φορείς το δικαίωμα να παρέχουν τις υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της εν λόγω συμβάσεως.
Yπόθεση C-526/2017
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 18ης Σεπτεμβρίου 2019.Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας.Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 258 ΣΛΕΕ – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Συντονισμός των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Συμβάσεις παραχωρήσεως δημοσίων έργων – Παράταση της διάρκειας ισχύος υφιστάμενης συμβάσεως παραχωρήσεως με αντικείμενο την κατασκευή και την εκμετάλλευση αυτοκινητόδρομου, χωρίς δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού.Υπόθεση C-526/17
Υπόθεση C-267/2018
Υπόθεση C-267/18: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 3ης Οκτωβρίου 2019 [αίτηση του Curtea de Apel București (Ρουμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] – Delta Antrepriză de Construcții și Montaj 93 SA κατά Compania Națională de Administrare a Infrastructurii Rutiere SA (Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Άρθρο 57, παράγραφος 4 – Λόγοι προαιρετικού αποκλεισμού – Αποκλεισμός οικονομικού φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως – Καταγγελία προηγούμενης συμβάσεως λόγω μερικής ανάθεσης της συμβάσεως σε υπεργολάβο – Έννοια της «σοβαρής ή επαναλαμβανόμενης πλημμέλειας» – Περιεχόμενο)
C-299/2008
«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα ενιαία διαδικασία για τη σύναψη της συμβάσεως εκπονήσεως σχεδίου όσον αφορά την κάλυψη των αναγκών της αναθέτουσας αρχής και για τη σύναψη της επακόλουθης συμβάσεως υλοποιήσεως – Συμβατό με την εν λόγω οδηγία» η σύναψη μιας σύμβασης υλοποίησης με έναν από τους αναδόχους των αρχικών συμβάσεων εκπόνησης σχεδίου κατόπιν κλειστού διαγωνισμού παραβιάζει τις διατάξεις της οδηγίας 2004/18.Αρχή ίσης μεταχείρισης -αρχή διαφάνειας.
c-115/2014
1)Το άρθρο 26 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων, έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1251/2011 της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2011, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε νομοθετική ρύθμιση περιφερειακής αρχής κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, η οποία υποχρεώνει τους προσφέροντες και τους υπεργολάβους τους να δεσμευθούν, με γραπτή δήλωση επισυναπτόμενη στην προσφορά τους, ότι θα καταβάλλουν στο προσωπικό που θα απασχοληθεί στην εκτέλεση των παροχών που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας δημόσιας συμβάσεως κατώτατο μισθό που καθορίζεται από την εν λόγω νομοθετική ρύθμιση.2)Το άρθρο 26 της οδηγίας 2004/18, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1251/2011, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε νομοθετική ρύθμιση περιφερειακής αρχής κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, η οποία προβλέπει τον υποχρεωτικό αποκλεισμό από τη συμμετοχή στη διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως των προσφερόντων και των υπεργολάβων τους οι οποίοι αρνούνται να δεσμευθούν, με γραπτή δήλωση επισυναπτόμενη στην προσφορά τους, ότι θα καταβάλλουν στο προσωπικό που θα απασχοληθεί στην εκτέλεση των παροχών που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας δημόσιας συμβάσεως κατώτατο μισθό που καθορίζεται από την εν λόγω νομοθετική ρύθμιση.
ΔΕΚ/C-95/2010
Η οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εφαρμόζουν το άρθρο 47, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής και στις συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες του παραρτήματος II B της εν λόγω οδηγίας. Εντούτοις, η οδηγία αυτή δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη και, ενδεχομένως, τις αναθέτουσες αρχές να προβλέπουν, στη νομοθεσία και στα έγγραφα της συμβάσεως αντιστοίχως, την εφαρμογή της διατάξεως αυτής.
ΔΕΚ/C-215/2009
Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Οδηγία 2004/18 – Πεδίο εφαρμογής (Οδηγία 2004/18 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου) Η οδηγία 2004/18, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι σε περίπτωση συνάψεως συμβάσεως μεταξύ αναθέτουσας αρχής και ιδιωτικής εταιρίας, ανεξάρτητης από αυτήν, προς σύσταση κοινής εταιρίας υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρίας, με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της υγείας και της ευεξίας στους χώρους εργασίας, η ανάθεση από την εν λόγω αρχή της παροχής των προοριζόμενων για τους υπαλλήλους της υπηρεσιών, αξίας υπερβαίνουσας το προβλεπόμενο από την ως άνω οδηγία κατώτατο όριο, η οποία ανάθεση μπορεί να αποσπασθεί από την ιδρυτική της εταιρίας αυτής σύμβαση, πρέπει να γίνεται τηρουμένων των διατάξεων της συγκεκριμένης οδηγίας που έχουν εφαρμογή στις υπηρεσίες του παραρτήματος II B. Ειδικότερα, καίτοι η σύσταση εκ μέρους αναθέτουσας αρχής και ιδιωτικού οικονομικού φορέα κοινής επιχειρήσεως δεν εμπίπτει αυτή καθεαυτή στην οδηγία 2004/18, εντούτοις, μια πράξη κεφαλαιακής συναλλαγής δεν μπορεί να υποκρύπτει στην πραγματικότητα την ανάθεση σε εταίρο του ιδιωτικού τομέα συμβάσεων που δύνανται να χαρακτηριστούν ως δημόσιες συμβάσεις ή συμβάσεις παραχωρήσεως. Εξάλλου, το γεγονός ότι ένας ιδιωτικός φορέας και μια αναθέτουσα αρχή συνεργάζονται στο πλαίσιο ενός φορέα μικτού κεφαλαίου δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αθέτηση των διατάξεων των σχετικών με τις δημόσιες συμβάσεις και τις συμβάσεις παραχώρησης κατά την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης στον εν λόγω ιδιωτικό φορέα ή στον φορέα μικτού κεφαλαίου. Επομένως, σε περίπτωση που δεν αποδεικνύεται αντικειμενικώς η ανάγκη συνάψεως της μικτής συμβάσεως με ένα αποκλειστικώς αντισυμβαλλόμενο και το σκέλος της μικτής συμβάσεως που συνίσταται στη δέσμευση της αναθέτουσας αρχής να απευθύνεται στην κοινή εταιρία για την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της υγείας στους υπαλλήλους του είναι αποσπαστό από τη σύμβαση αυτή, οι κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας 2004/18 έχουν εφαρμογή επίσης επί της αναθέσεως του σκέλους αυτού. (βλ. σκέψεις 33-34, 45-47 και διατακτ.)
ΔΕΚ/C-202/1990
Στην υπόθεση C-202/90(....)Όσον αφορά την πρώτη από τις δύο αυτές προϋποθέσεις, το Δικαστήριο διευκρίνισε ήδη στην προαναφερθείσα απόφαση της 26ης Μαρτίου 1987, σκέψη 21, ότι δραστηριότητα η οποία ασκείται από ιδιώτη δεν απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ για μόνο τον λόγο ότι συνίσταται στην εκτέλεση πράξεων που συγκαταλέγονται μεταξύ των προνομιών της δημόσιας αρχής. Από αυτό προκύπτει ότι, εφόσον ένας δήμος αναθέτει τη δραστηριότητα της εισπράξεως φόρων σε ανεξάρτητο τρίτον, δεν έχει εφαρμογή η εξαίρεση που προβλέπεται στην ανωτέρω διάταξη.ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα), κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Andalucia, με Διάταξη της 11ης Ιουνίου 1990, αποφαίνεται:1) Το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 4, της έκτης οδηγίας, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η δραστηριότητα των εισπρακτόρων φόρων πρέπει να θεωρηθεί ότι ασκείται κατά τρόπο ανεξάρτητο. 2) Το άρθρο 4, παράγραφος 5, της έκτης οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αυτό δεν έχει εφαρμογή οσάκις δραστηριότητα δημόσιας αρχής δεν ασκείται άμεσα, αλλά ανατίθεται σε ανεξάρτητο τρίτον.
ΔΕΚ/C-402/2018
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:«Προδικαστική παραπομπή – Άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ – Διαδικασία συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Άρθρο 25 – Υπεργολαβία – Εθνική ρύθμιση η οποία περιορίζει τη δυνατότητα υπεργολαβίας στο 30% της συνολικής αξίας της δημόσιας συμβάσεως και η οποία απαγορεύει οι τιμές που εφαρμόζονται στις παροχές των οποίων η εκπλήρωση έχει ανατεθεί σε υπεργολάβους να μειωθούν κατά ποσοστό άνω του 20% σε σχέση με τις προκύπτουσες από την ανάθεση της συμβάσεως τιμές»(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:Η οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι: – αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία περιορίζει στο 30 % το τμήμα της συμβάσεως το οποίο επιτρέπεται να αναθέσει ο ανάδοχος υπεργολαβικώς σε τρίτους· – αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία περιορίζει τη δυνατότητα μειώσεως των τιμών που εφαρμόζονται στις παροχές των οποίων η εκπλήρωση έχει ανατεθεί σε υπεργολάβους κατά ποσοστό άνω του 20 % σε σχέση με τις προκύπτουσες από την ανάθεση της συμβάσεως τιμές.