Αριθμ.1111374/9160/2152/0014/1993
Τύπος: Αποφάσεις
ΦΕΚ: 700/Β/09.09.1993
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Αριθ. 1105799/1797/8881/0014/1994
Καταβολή του Φ.Π.Α. στο Δημόσιο από τον παραλήπτη των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών, στις περιπτώσεις μη ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου. ΠΟΛ. 1214/1994
ΠΟΛ 1011/2011
ΘEMA: «Υποχρεώσεις φορολογικού αντιπροσώπου από υποκείμενους εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»
ΠΟΛ.1125/2016
Υποχρέωση απόκτησης ΑΦΜ ή ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου από μη εγκατεστημένα στη χώρα μας υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα κατά την εισαγωγή και εξαγωγή εμπορευμάτων καθώς και την υπαγωγή εμπορευμάτων σε τελωνειακά ανασταλτικά καθεστώτα.(ΑΔΑ:791ΨΗ-Π3Α)
Αρ.Πρωτ. 1015809/1993
Επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας που επιβαρύνει την παράδοση αγαθών εμπορικού χαρακτήρα, αυτοκινήτων κλπ., σε αγοραστή υποκείμενο ή μη στο φόρο εγκαταστημένο εκτός Κοινότητας, λόγω εξαγωγής. ΠΟΛ. 1024/1993 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛ.1203/2016 -4396/B/30.12.2016
1103551/8478/Α0014/1993
Διαδικασία απαλλαγής από το Φ.Π.Α, της παράδοσης, ενδοκοινοτικής απόκτησης και εισαγωγής αγαθών που προορίζονται για εξαγωγή ή παράδοση σε υποκειμένους στο φόρο εγκαταστημένους σε άλλο κράτος μέλος, καθώς και της παροχής υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με την πραγματοποίηση των πράξεων αυτών. ΠΟΛ1262/1993
ΠΟΛ.1167/2015,ΦΕΚ-1808/Β/21.08.2015 άρθρο 10: Από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, παύουν να ισχύουν οι αποφάσεις Υπουργού 1103551/8478/Α0014/ΠΟΛ.1262/2.8.1993 (Φ.Ε.Κ 675 Α΄), 1017949/693/ 165/0014/ΠΟΛ.1075/13.3.1995 (ΦΕΚ 212 Β΄),1058757/2754/791/Α0014/ΠΟΛ.1155 /6.6.1995 (ΦΕΚ 527 Β΄), 1083791/3558/ /1071/0014/ΠΟΛ.1198/13.7.1995 (Φ.Ε.Κ. 650 Β΄), 1107479/5132/1534/0014/ΠΟΛ. 1272/17.10.1996 (Φ.Ε.Κ. 993 Β΄), 1064690/3772/713/Α0014/ΠΟΛ.1206/31.7.2002 (Φ.Ε.Κ. 1073 Β΄) και 1035115/1060/ /254/Α0014/ΠΟΛ.1061/26.3.2008 (Φ.Ε.Κ. 581 Β΄) και η Ε.Δ.Υ.Ο. 1121689/7606/ /1303/ Α0014/ΠΟΛ.1156/18.12.2007 καθώς και την Α.Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1229/20.11.2014 (ΦΕΚ 3329 Β΄).
Αριθμ.3009/2/177-α‘/2020
Τροποποίηση των: α) υπό στοιχεία 3009/2/20-στ’/ 07.01.1994 «Καθορισμός διαδικασίας και δικαιολογητικών χορήγησης αδειών αγοράς και κατοχής κυνηγετικών όπλων και συναφή θέματα» (Β’ 41), β) υπό στοιχεία 3009/2/28-γ’/16.06.1994 «Όροι ασφαλούς φύλαξης πυροβόλων όπλων, πυρομαχικών, εκρηκτικών υλών και εκρηκτικών μηχανισμών» (Β’ 461), γ) υπό στοιχεία 3009/2/ 23-α’/31.08.1994 «Δικαιολογητικά και διαδικασία έκδοσης των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του ν. 2168/1993 και ν. 456/1976 αδειών» (Β’ 696), δ) υπό στοιχεία 3009/2/27-γ’/21.09.1994 «Τηρούμενα βιβλία και υποχρεώσεις εμπόρων όπλων, πυρομαχικών, περιστρόφων- πιστολίων, εκρηκτικών υλών κ.λπ. αντικειμένων του ν. 2168/1993» (Β’ 795), ε) υπό στοιχεία 3009/2/ 26-α’/18.06.1994 «Τηρούμενα βιβλία και υποχρεώσεις φυσικών ή νομικών προσώπων που ασχολούνται με την κατασκευή, μετασκευή, συναρμολόγηση, επεξεργασία ή επισκευή εκρηκτικών υλών, όπλων, πυρομαχικών κ.λπ. αντικειμένων του ν. 2168/1993» (Β’ 513) και στ) υπό στοιχεία 3009/2/84-δ’/27.07.2004 «Όροι, προϋποθέσεις και διαδικασία χαρακτηρισμού όπλων και λοιπών αντικειμένων του ν. 2168/1993, ως συλλεκτικών, ιστορικών ή οικογενειακών κειμηλίων. Χορήγηση αδειών εισαγωγής, εμπορίας και κατοχής των αντικειμένων αυτών» (Β’ 1208), αποφάσεων Υπουργού Δημόσιας Τάξης.
EΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)197/2013
Eξόφληση της 1ης εντολής πληρωμής της 1ης παράτασης σύμβασης υπηρεσιών «Σύμβουλος Διαχείρισης Συγχρηματοδοτούμενων Έργων Δήμου .(...)Ο ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης» (ΦΕΚ Α΄ 87/7.6.2010) ορίζει, στο άρθρο 283, ότι: «1. Οι δήμοι που συνιστώνται με το άρθρο 1 υπεισέρχονται αυτοδικαίως από την έναρξη λειτουργίας τους και χωρίς άλλη διατύπωση σε όλα τα ενοχικά και εμπράγματα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δήμων και κοινοτήτων που συνενώνονται, στα οποία περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από διεθνείς συνεργασίες…». Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι από την 1.1.2011 (ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του ν. 3852/2010) οι νέοι Δήμοι που προέκυψαν υπεισέρχονται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση, από την έναρξη λειτουργίας τους, στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των δήμων που συνενώνονται. Περαιτέρω, η συμβατική δράση της δημόσιας διοίκησης υπόκειται στη θεμελιώδη αρχή της νομιμότητας, ως εκ τούτου, κατ’ επιταγή αυτής κάθε δημόσια σύμβαση υπάγεται σε ορισμένο νομικό πλαίσιο, το οποίο περιλαμβάνει και τη διακήρυξη της διαγωνιστικής διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισής της, ως κανονιστική διοικητική πράξη. Παρέπεται τούτου ότι η δυνατότητα των συμβαλλομένων μερών για τροποποίηση όρου ή όρων δημόσιας σύμβασης με νεότερη κοινή συμφωνία τους, δεν μπορεί να εξικνείται μέχρι την κατ’ ουσία τροποποίηση ουσιωδών όρων της οικείας διακήρυξης. Η τροποποίηση μιας δημόσιας σύμβασης κατά τη διάρκεια της ισχύος της μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιώδης όταν προστίθενται όροι οι οποίοι, αν είχαν γνωστοποιηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας σύναψης της αρχικής σύμβασης, θα είχαν ίσως ως αποτέλεσμα να επιτραπεί η συμμετοχή στη διαδικασία άλλων διαγωνιζομένων από εκείνους που έγιναν αρχικώς δεκτοί ή να υποβληθούν προσφορές με διαφορετικό περιεχόμενο ή να επιλεγεί προσφορά διαφορετική από εκείνη που αρχικώς επελέγη. Ομοίως, τροποποίηση της αρχικής σύμβασης μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιώδης όταν διευρύνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης, συμπεριλαμβάνοντας υπηρεσίες που δεν είχαν αρχικώς προβλεφθεί (πρβλ. υπόθεση C-454/06 pressetext Nachrichtenagentur GmbH κατά Republik Österreich, σκέψεις 34-36 και υπόθεση C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Frutta SpA, σκέψεις 113-121). Επιπλέον, όπως γίνεται δεκτό, οι συμβαλλόμενες σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιφυλάσσουν υπέρ αυτών δικαίωμα προαίρεσης για τη δέσμευση του αντισυμβαλλομένου τους να συναινέσει σε νέα σύμβαση ομοειδών υπηρεσιών με τους ίδιους όρους, ασκούμενο με δήλωση της αναθέτουσας αρχής, το οποίο προσδιορίζεται ποσοτικά και ποιοτικά στη διακήρυξη, περιέχεται δε και στη δημοσιευόμενη περίληψή της (VI Τμ. 2224, 1778/2011, 3145, 660, 371/2010, κ.α.). Παρέπεται, αντίστοιχα προς τα προαναφερόμενα, ότι, η ενεργοποίηση του δικαιώματος προαίρεσης επιτρέπεται αποκλειστικά υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαγράφει η σύμβαση που το διαλαμβάνει. Όταν η άσκησή του κείται εκτός των ορίων τούτων, δεν ασκείται νόμιμα, συνεπάγεται δε τροποποίηση της οικείας συμβάσεως και της διακηρύξεως, η οποία ελέγχεται ως προς τη νομιμότητά της κατά τα ανωτέρω (Βλ. απόφαση VI Τμ. Ελ.Συν. 1508/2012
ΣτΕ/1154/2006
Εφόσον, όμως, η πληρωμή του αναδόχου – η καθυστέρηση της οποίας πέραν του διμήνου επιφέρει υπέρ αυτού τις συνέπειες της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 – προϋποθέτει προηγούμενη καταμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, καθώς και έλεγχο και έγκριση των υποβληθεισών επιμετρήσεων, ο χρόνος της εγκρίσεως των εν λόγω επιμετρήσεων έχει ιδιαίτερη σημασία. Για το λόγο αυτό, και προς τον σκοπό να επιλύονται οριστικώς και επικαίρως διαφορές μεταξύ του αναδόχου και του κυρίου του έργου που ενδεχομένως ανακύπτουν στα διάφορα στάδια εκτελέσεως του έργου, ώστε να γνωρίζουν και οι δύο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και να μην επικρατεί αβεβαιότης, – πράγμα που εξυπηρετεί και την ανάγκη ταχείας περατώσεως των δημοσίων έργων – η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως ή η διόρθωση των τμηματικών επιμετρήσεων δεν είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως πρέπει να ενεργείται εντός ευλόγου χρόνου, τέτοιος δε χρόνος, ελλείψει σχετικής προβλέψεως, θεωρείται το τρίμηνο από την υποβολή τους προς έγκριση. Συνεπώς, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή τους, οι τμηματικές επιμετρήσεις θεωρούνται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών τους, αυτοδικαίως εγκεκριμένες και η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τις διορθώσει ούτε κατά το στάδιο ελέγχου της τελικής επιμετρήσεως, με την οποία απλώς ανακεφαλαιώνονται οι ποσότητες των τμηματικών επιμετρήσεων, όπως ρητώς ορίζει η παρ. 4 του άρθρου 38 του π.δ. 609/1985 στο εδάφιο α΄, ούτε με το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής (πρβλ. Σ.τ.Ε. 619/2003, 3819/2000, 1674, 3305/1997, 1921/1993, 472/1992).
ΕλΣυν.Κλ.Ζ/7/2016
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:η εν λόγω σύμβαση, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού της από τα συμβαλλόμενα μέρη ως προγραμματικής, φέρει τα χαρακτηριστικά της οιονεί “in house” ανάθεσης, καθόσον τόσο από τις νομοθετικές (άρθρο 194 παρ. 1, 2, 4 και 9 του ν.3852/2010) όσο και από τις καταστατικές διατάξεις (άρθρα 3, 11, 14, 20, 23, 26, 30 και 43 του οικείου καταστατικού) που διέπουν την οργάνωση και λειτουργία της «…..», προκύπτει ο καθοριστικός βαθμός εμπλοκής της Περιφέρειας … στη διαμόρφωση των στρατηγικών στόχων, των σημαντικών αποφάσεων και στον έλεγχο και την εποπτεία της. Περαιτέρω, πρόκειται μεν για κεφαλαιουχική ανώνυμη εταιρεία, η οποία συστάθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 252 του Δημοτικού Κώδικα από τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις και τις αντίστοιχες Τοπικές Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων (ΤΕΔΚ) των νομών …, …, …, … και … (βλ. ΦΕΚ 155/2008 και 2573/2009 ΤΑΕ & ΕΠΕ), πλην όμως, αφ’ ενός μεν στο μετοχικό της κεφάλαιο μετέχουν σήμερα η Περιφέρεια … με ποσοστό 50%, η οποία υπεισήλθε στα δικαιώματα και υποχρεώσεις των ανωτέρω Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων που έχουν καταργηθεί καθώς και η Περιφερειακή Ένωση Δήμων … με ποσοστό 50%, η οποία υπεισήλθε στα δικαιώματα των προαναφερόμενων ΤΕΔΚ (άρθρα 43 του Καταστατικού και 282 παρ. 11 του ν.3852/2010), ήτοι χωρίς καμιά συμμετοχή ιδιωτικής επιχείρησης, αφ’ ετέρου δε κύριο σκοπό της εταιρείας αυτής, όπως προκύπτει από το άρθρο 4 του Καταστατικού της, αποτελεί η επιστημονική και τεχνική υποστήριξη της Περιφέρειας …, ενώ οι δραστηριότητές της συνάδουν με τις αρμοδιότητες της Περιφέρειας … με έμφαση στην αναπτυξιακή τους διάσταση και ασκούνται εντός των γεωγραφικών ορίων της … Στο πλαίσιο αυτό η ελεγχόμενη ανάθεση στην εν λόγω αναπτυξιακή εταιρεία αποτελεί σύμβαση οιονεί αυτεπιστασίας και ως εκ τούτου εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής των Οδηγιών περί δημοσίων συμβάσεων. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον πληρούνται οι όροι της «in-house» συναλλαγής, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει την υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/403/2021
Δημοσιονομική διόρθωση.Ύδρευση Δήμου..ζητείται η ακύρωση της 54763/Α. Πλ. 5980/24.10.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης ..Με τα δεδομένα αυτά, λόγω της σοβαρότητας της διαπιστωθείσας παρατυπίας, νομίμως αιτιολογήθηκε από την άποψη τήρησης της αρχής της αναλογικότητας, η ανάκτηση του συνόλου της σχετικής χρηματοδότησης, κατ’ άρθρο 2 του Κανονισμού 448/2001 (πρβ. απόφ. Πρωτοδικείου της 9.9.2008, Τ-349/06, Τ-371/06, Τ-14/07, Τ-332/07, Γερμανία κατά Επιτροπής, σκ. 77, απόφ. του Γενικού Δικαστηρίου της 13.7.2011, Τ-81/09, «Ελληνική Δημοκρατία κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής», σκ. 68, ΕΣ Ι Τμ. 1823/2017, 3719/2014). Εξάλλου, η ευθύνη της ΔΕΥΑ ...., σε βάρος της οποίας εξεδόθη η προσβαλλόμενη πράξη, προκύπτει από την ιδιότητά της ως οιονεί καθολικού οιονεί διαδόχου της ΔΕΥΑ .... δυνάμει του άρθρου 107 παρ. 1 του ν. 3852/2010, υπεισερχόμενη στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της τελευταίας (πρβλ. ΕΣ Ι Τμ. 1416/2017), ενώ, δεν ασκεί ουδεμία επιρροή η ύπαρξη ή μη υπαιτιότητάς της στην υλοποίηση του έργου, εφόσον, στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης, η δημοσιονομική διόρθωση αποτελεί διοικητικό μέτρο με αμιγώς αποκαταστατικό και όχι κυρωτικό χαρακτήρα και είναι ανεξάρτητη από τη συνδρομή πταίσματος εκ μέρους του τελικού δικαιούχου (Ε.Σ. Ι Τμ. 820/2018, 1994/2017, 1711, 1721, 1904/2016, ΔΕΕ της 18.11.1987, C-137/85, Maizena κ.λπ., σκ. 19-20). Επίσης, δεν νοείται απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας που ανάγονται στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του αναζητούμενου ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον, σε διαφορετική περίπτωση, θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (αποφ. Ι Τμ. Ε.Σ. 3368, 4992/2015, 1212, 2322, 2672/2014, πρβλ. Δ.Ε.Ε. C-290/91, Peter, αποφ. της 27ης Μαΐου 1993, σκ. 8 και C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, απόφ. της 21ης Σεπτεμβρίου 1983,σκ. 17 και 19). Με τα δεδομένα αυτά, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα περί παραβάσεως της αρχής της αναλογικότητας, της επιείκειας καθώς και περί οικονομικής καταστροφής της ΔΕΥΑ .... από την υποχρέωση επιστροφής του υπέρογκου ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η έφεση να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013).