Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΑΕΠΠ/1601/2020

Τύπος: Προδικαστικές Προσφυγές

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4412/2016/Α.102

Παροχή υπηρεσιών φύλαξης...Επειδή, εντούτοις, σε συνέχεια όσων εκτίθενται αναλυτικά ανωτέρω στις σκέψεις 26, 28 και 29 της παρούσας, και ιδία στη σκέψη 28 η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πράγματι ακυρωτέα και για την εταιρεία «...», λόγω υπέρβασης των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας που παρέχουν οι παρ. 1-4 του άρθρου 102 του Ν. 4412/2016 εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής. Ειδικότερα, όπως παγίως έχει κριθεί από την Α.Ε.Π.Π. (βλ. ενδεικτικά ΑΕΠΠ 133/2019, 967/2020), διευκρινίζεται ότι διακριτική ευχέρεια ή εξουσία υπάρχει, όταν οι κανόνες που καθορίζουν την αρμοδιότητα δεν προκαθορίζουν ακριβώς την ενέργεια του διοικητικού οργάνου αλλά του αφήνουν περιθώριο δράσης. Ειδικότερα, η αρμοδιότητα έχει χαρακτήρα διακριτικής ευχέρειας όταν, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, το σχετικό όργανο: α) μπορεί, αλλά δεν έχει υποχρέωση να εκδώσει τη διοικητική πράξη ή β) πρέπει να εκδώσει την πράξη, μπορεί όμως να καθορίζει κατά την κρίση του το χρονικό σημείο έκδοσής της ή γ) μπορεί να επιλέξει μεταξύ περισσοτέρων ρυθμίσεων τις οποίες επιτρέπει η εφαρμογή των διατάξεων αυτών (βλ. Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτόπουλο, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, τόμ. 1, Νομική Βιβλιοθήκη, 2017, 15η έκδοση, αριθμ. 149, σελ. 139). Προσέτι, ο προσδιορισμός των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας καθορίζεται: α) από το λογικό, κατά την κοινή πείρα και αντίληψη, περιεχόμενο της αόριστης αξιολογικής έννοιας σε συνδυασμό με την ουσιαστική εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης περίπτωσης σε συνδυασμό προς τον επιδιωκόμενο από τον κανόνα αυτό σκοπό δημοσίου συμφέροντος, β) από την ισότητα κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας, δηλαδή, την ίση κρίση ομοειδών νομικών και πραγματικών καταστάσεων, γ) από την αρχή της χρηστής διοίκησης και δ) από την αρχή της αναλογικότητας ή της αναλογίας, σύμφωνα με την οποία το επαχθές μέτρο που επιβάλλεται στον διοικούμενο με τη διοικητική πράξη πρέπει να είναι αναγκαίο, πρόσφορο και ανάλογο προς το εξυπηρετούμενο δημόσιο συμφέρον ή ιδιωτικό προστατευόμενο συμφέρον στο πλαίσιο του Αριθμός Απόφασης: 1601/2020 35 σκοπού που επιδιώκει ο νόμος (βλ. Ε. ΣΠΗΛΙΩΤΟΠΟΥΛΟ, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Τόμ. 2, 13η έκδ., 2010, ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, αριθμ. 514). Σύμφωνα με όσα λοιπόν, έγιναν δεκτά ανωτέρω σχετικά με τις διαπιστωθείσες πλημμέλειες στην προσφορά της εταιρείας «...», τις οποίες η αναθέτουσα αρχή, όχι μόνο δεν αντικρούει, αλλά σαφέστατα ομολογεί και αναγνωρίζει, η τελευταία υπερέβει τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας, μη καλώντας την ανωτέρω εταιρεία να παράσχει τις απαραίτητες διευκρινίσεις επί της προσφοράς της και αίροντας τις όποιες τυχόν προκαλούμενες ασάφειες περί του περιεχομένου της, αλλά και δίνοντας την ευκαιρία σε τρίτους οικονομικούς φορείς, όπως ο προσφεύγων να ασκήσουν τον απαραίτητο έλεγχο επί της ορθότητάς της και της συμμόρφωσής της με τους όρους της διακήρυξης. Κατά συνέπεια, ενόψει των ανωτέρω εκτεθέντων, ο δεύτερος λόγος προσφυγής πρέπει να γίνει δεκτός.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/477/2024

Ανακατασκευή Δικτύου Ηλεκτροφωτισμού 2021- 2022»:ζητείται η ανάκληση της 4/2024 Πράξης της Επιτρόπου του τομέα O.T.A. V του Ελεγκτικού Συνεδρίου:Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι η απόφαση της αναθέτουσας αρχής, δεχόμενη ως επαρκείς τις παρασχεθείσες από τον προσφεύγοντα εξηγήσεις και διευκρινήσεις και κρίνοντας αποδεκτή την οικονομική του προσφορά, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και η ίδια η Αναθέτουσα Αρχή, λαμβάνοντας την απόφαση αυτή, δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας. Τούτο, δε, καθόσον για την λήψη της απόφασης αυτής συνεκτιμήθηκαν πρόσφορα συγκριτικά στοιχεία πολλαπλών εργολαβικών συμβάσεων που έχει εκτελέσει ο ίδιος ο προσφεύγων με ίδιο ή υψηλότερο ποσοστό έκπτωσης. Οι συμβάσεις αυτές, για τις οποίες έχουν υποβληθεί τα αντίστοιχα αποδεικτικά στοιχεία (προϋπολογισμοί - τιμολόγια μελέτης, πίνακες συμμετεχόντων, πρακτικά ανάθεσης, πιστοποιητικά περαίωσης εργασιών) αφορούν σε έργα άλλων Δήμων ή λοιπών φορέων με παρόμοιο ή παρεμφερές (τεχνικό) αντικείμενο, τα οποία ανατέθηκαν και εκτελέσθηκαν κατά το πρόσφατο παρελθόν με τα ίδια ή και υψηλότερα ποσοστά έκπτωσης σε έργα ακόμη και μικρότερου οικονομικού αντικειμένου και ενώ, μάλιστα, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, έχουν ήδη μεταβληθεί επί το δυσμενέστερο οι τιμές της αγοράς (πρβλ. ΔΕφΚομ 13/2024, σκ. 15.). Περαιτέρω, νομίμως συνεκτιμήθηκε η ύπαρξη ιδιόκτητων οχημάτων – μηχανημάτων που διαθέτει ο προσφεύγων και θα τα διαθέσει στην εκτέλεση της σύμβασης με βάση τον σχετικό πίνακα που υπέβαλε ενώπιον της επιτροπής του διαγωνισμού (βλ. και σχετικές άδειες που επισυνάπτονται στα στοιχεία του φακέλου). Επίσης, νομίμως συνεκτιμήθηκε η φύση και τα χαρακτηριστικά του επίμαχου έργου, που αφορά σε τυπικό έργο συντήρησης ηλεκτροφωτισμού χωρίς εκ των προτέρων καθορισμένα σημεία επέμβασης, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή ειδικότερη ανάλυση του κόστους σε σχέση με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των επίμαχων εργασιών, κόστος εργοταξίου κ.λ.π.. Από τα παρατεθέντα στοιχεία προκύπτει η βασιμότητα του προβαλλομένου με την προσφυγή ισχυρισμού ότι, γενικότερα, σε ανάλογα έργα  προσφέρονται, κατά το συνήθως συμβαίνον, υψηλά ποσοστά έκπτωσης, γεγονός που επιβεβαιώθηκε και στον επίμαχο διαγωνισμό, στον οποίο άλλωστε η προσφορά του δεύτερου μειοδότη ανήλθε σε ποσοστό 43,07%. Όλα τα ανωτέρω στοιχεία, που εκτιμήθηκαν συνδυαστικά από την αναθέτουσα αρχή, χωρίς κατά τα λοιπά να έχει αμφισβητηθεί η τεχνική ικανότητα του μειοδότη να εκτελέσει το αντικειμένο της σύμβασης, καθιστούν αιτιολογημένη, στην προκειμένη περίπτωση, την κατά διακριτική ευχέρεια ληφθείσα απόφασή της ότι η επίμαχη προσφορά δεν είναι αφερέγγυα αλλά ακριβής και ικανή να διασφαλίσει την προσήκουσα εκτέλεση της σύμβασης. Άλλωστε, στον εν λόγω διαγωνισμό δεν αμφισβητήθηκε από κάποιον υποψήφιο η πληρότητα της σχετικής αιτιολόγησης ούτε προβλήθηκαν συγκεκριμένοι ισχυρισμοί περί του ασυνήθιστα χαμηλού της οικονομικής προσφοράς του προσφεύγοντος, που έχρηζαν ειδικότερης απάντησης εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής. Αντιθέτως, το αποτέλεσμα της διαγωνιστικής διαδικασίας κατακυρώθηκε χωρίς να ασκηθεί κάποια προδικαστική προσφυγή ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Ως εκ τούτου, κατά παραδοχή του προβαλλομένου με την ένδικη προσφυγή ισχυρισμού, ο μοναδικός διακωλυτικός λόγος υπογραφής του ελεγχόμενου σχεδίου πρέπει να αρθεί. 

  Ανακαλεί την 4/2024 Πράξη της Επιτρόπου του τομέα O.T.A. V του Ελεγκτικού Συνεδρίου στον Δήμο Ηλιούπολης.  



ΑΕΠΠ/84/2020

Προμήθεια ιατρικών ειδών....Επειδή, επομένως, κρίσιμη είναι η διαφοροποίηση και υπό αυτή την έννοια η αποφυγή της σύγχυσης της διακριτικής ευχέρειας με την ερμηνεία ενός κανόνα δικαίου, που οφείλει να κάνει η Διοίκηση, η οποία συνίσταται στην εξακρίβωση, με τη χρήση των διαφόρων ερμηνευτικών μεθόδων, με επικρατέστερες πέραν της γραμματικής, την συστημική - υπό την έννοια της ένταξης της επίμαχης διάταξης σε ένα πλέγμα διατάξεων - και την τελολογική, του ποια πραγματικά αρμοδιότητα παρέχει ο κανόνας δικαίου στο διοικητικό όργανο και καταλήγει στην υιοθέτηση μιας και μόνης άποψης. Αντιστοίχως, διαφοροποιείται η διακριτική ευχέρεια της απλής διαπίστωσης της συνδρομής των πραγματικών ή νομικών καταστάσεων, που συνιστούν τις νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοση της διοικητικής πράξης, η οποία δύναται να είναι θετική ή αρνητική, σωστή ή λανθασμένη. Στην περίπτωση αυτή, το διοικητικό όργανο έχει απλώς αρμοδιότητα να εξακριβώσει την ύπαρξη των στοιχείων, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνθέτουν ορισμένη πραγματική ή νομική κατάσταση, για να κρίνει, εάν υπάρχει η προϋπόθεση εφαρμογής ενός απρόσωπου κανόνα δικαίου με την έκδοση της σχετικής πράξης δεδομένου ότι η διαπίστωση της συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων είναι αναγκαία για την άσκηση της δέσμιας αρμοδιότητας. (Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Νομική Βιβλιοθήκη, Τόμος 1, 15η Έκδοση, 2017, σελ 140).64. Επομένως, δεν χωρεί εφαρμογή των αρχών της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης όπου η αναθέτουσα αρχή οφείλει να εφαρμόσει συγκεκριμένη διάταξη και κατά τον νόμο και την Διακήρυξη ενεργεί κατά δεσμία αρμοδιότητα (πρβλ. ΔΕφΑθ 2098/2013, ΣτΕ 2067/2004, 13/2003, 1072/2003). 25. Επειδή, σε συνέχεια των ανωτέρω νόμω και ουσία αβασίμως επιδιώκει η προσφεύγουσα την ακύρωση του όρου 2.4.4 περί ανώτατου ορίου προσφορών. Τούτο διότι η απάλειψη του συγκεκριμένου όρου θα έχει ως αποτέλεσμα την υπέρβαση του προβλεφθέντος από την διακήρυξη προϋπολογισμού. Εξάλλου ως ήδη προδιελήφθη είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας από την αναθέτουσα αρχή, καθώς αυτή δεν χωρεί εφαρμογή των αρχών της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης όπου η αναθέτουσα αρχή οφείλει να εφαρμόσει συγκεκριμένη διάταξη και κατά τον νόμο και την Διακήρυξη ενεργεί κατά δεσμία αρμοδιότητα. Συνεπώς ο συγκεκριμένος λόγος, απορρίπτεται ως νόμω και ουσία αβάσιμος.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1394/2022

ΟΔΟΠΟΙΙΑ ζητείΤΑΙ την ανάκληση της 518/2022 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού ΣυνεδρίοΥ...Ενόψει των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 4 σχετικά με τις διατάξεις του άρθρου 102 του ν. 4412/2016, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 42 του ν. 4782/2021, το Τμήμα κρίνει ότι η αναθέτουσα Αρχή δεν είχε τη διακριτική ευχέρεια να καλέσει την ανωτέρω διαγωνιζόμενη αρχική προσωρινή μειοδότρια εταιρεία (ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ Α.Τ.Ε.) να συμπληρώσει (αναπληρώσει) το ανωτέρω ελλείπον πεδίο – ερώτημα του ΕΕΕΣ το πρώτον μετά την υποβολή της προσφοράς της, καθώς τούτο θα συνιστούσε παροχή δυνατότητας να υποβάλει αυτή ουσιώδες στοιχείο (δικαιολογητικό) της προσφοράς της, απαιτούμενο επί ποινή αποκλεισμού από τα άρθρα 79, 91 και 93 του ν. 4412/2016 αλλά και 23 και 24 της διακήρυξης (βλ. σκέψη 6), μετά την υποβολή της προσφοράς και όχι επιτρεπόμενη κλήση προς συμπλήρωση ή αποσαφήνιση ή ολοκλήρωση ή τεκμηρίωση υποβληθέντος ήδη με την προσφορά της εγγράφου (δικαιολογητικού) ή των σχετικών πληροφοριών. 

ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΕΠΠ/1636/2021


ΑΕΠΠ/Σ992/2022

ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΙΤΙΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ:Επειδή, κατά τα παγίως γενόμενα δεκτά από τη νομολογία, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική πράξη, η οποία διέπει το διαγωνισμό και δεσμεύει τόσο την αναθέτουσα αρχή, η οποία διενεργεί αυτόν ..., όσο και τους διαγωνιζόμενους. Η δε παράβαση των διατάξεων (όρων) αυτής, οδηγεί σε ακυρότητα των εγκριτικών πράξεων του αποτελέσματος του διαγωνισμού και των κατακυρωτικών αυτού πράξεων ... Κατά συνέπεια, τυχόν παράβαση ουσιώδους όρου της διακήρυξης, είτε κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού, είτε κατά τη συνομολόγηση της σύμβασης, καθιστά μη νόμιμη τη σχετική διαδικασία .... Επομένως, η αναθέτουσα αρχή θεσπίζοντας τους όρους της διακήρυξης αυτοδεσμεύεται και είναι υποχρεωμένη να τους εφαρμόσει χωρίς παρεκκλίσεις, η δε παράβαση των όρων αυτής οδηγεί σε ακυρότητα των εγκριτικών πράξεων του αποτελέσματος του διαγωνισμού. Παρομοίως, οι διαγωνιζόμενοι πρέπει να τηρούν απολύτως τους όρους της διακήρυξης και να υποβάλλουν την προσφορά τους σύμφωνα με αυτούς.(....)Επειδή, από τα προπαρατεθέντα προκύπτει αδιάσειστα ότι δεν χωρεί διακριτική ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, να προσφύγει, στην εφαρμογή του άρθρου 102 του ν. 4412/2016, καλώντας την να προβεί σε προσκόμιση εγγράφου που απαιτείται από τη διακήρυξη, γεγονός που συνιστά ανεπίτρεπτη τροποποίηση, δεδομένου ότι η τελευταία λόγω ουσιώδους απόκλισης από τους όρους της διακήρυξης ήταν, ενόψει της αρχής της τυπικότητας, εκ προοιμίου απορριπτέα(....)Συνακόλουθα, κατά δέσμια αρμοδιότητα η αναθέτουσα αρχή όφειλε να απορρίψει την οικεία προσφορά λόγω μη προσκόμισης απαιτούμενου τεκμηριωτικού υλικού, γεγονός που δεν αφήνει περιθώριο ενάσκησης διακριτικής ευχέρειας από την πλευρά της αναθέτουσας αρχής. Διαφορετική προσέγγιση θα προσέκρουε και στην αρχή της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων ... Συνακόλουθα, η δυνατότητα συμπλήρωσης της προσφοράς κατά άρθρο 102 του Ν. 4412/2016, η οποία θα συνιστούσε ανεπίτρεπτη τροποποίηση της οικείας προσφοράς με σκοπό να καταστεί αυτή επιγενόμενα παραδεκτή, κατά παράβαση της αρχής της νομιμότητας...Δέχεται την εξεταζόμενη προσφυγή.


ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/268/2019

Ψηφιακός μετασχηματισμός του Γεωργικού Τομέα...Ως προς την αιτηθείσα, με τη 218/2019 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου, και παρασχεθείσα διευκρίνιση σχετικά με την απόρριψη από την ... αιτημάτων διαφόρων φορέων για την «ικανή» παράταση της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής προσφορών, παρά την επικαλούμενη «ιδιαίτερη πολυπλοκότητα του ελεγχόμενου “έργου”», το Κλιμάκιο κρίνει ότι, ενόψει της προηγηθείσας, τον Μάιο του έτους 2018 δημόσιας διαβούλευσης μέσω της πλατφόρμας του ΕΣΗΔΗΣ και της δημοσίευσης της διακήρυξης εννέα (9) μήνες αργότερα (τον Φεβρουάριο του έτους 2019), οι ενδιαφερόμενοι είχαν επαρκή χρονικό διάστημα για την προετοιμασία της συμμετοχή τους και, συνακόλουθα, η ... δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας μη παρατείνοντας την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών για τον ελεγχόμενο διαγωνισμό. Εξάλλου, οι προμνησθείσες (σκ. VΙ.Γ) επουσιώδεις τροποποιήσεις όρων της διακήρυξης οδήγησαν στη δεκαήμερη παράταση της ως άνω προθεσμίας (28 Μαρτίου αντί 18 Μαρτίου 2019).Ενόψει των ανωτέρω πλημμελειών που διαπιστώθηκαν (σκ. VII.Α, Β, Γ), το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης, αντίγραφο του οποίου τηρείται ηλεκτρονικά στη Γραμματεία του Κλιμακίου.

ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/1541/2019


ΔΕφΑθ/2587/2007

Υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και κατά συνέπεια η κανονιστική απόφαση, του Δημοτικού Συμβουλίου το κύρος της οποίας ελέγχεται παρεμπιπτόντως στα πλαίσια της παρούσης δίκης, κρίνεται για το λόγο αυτό άκυρη.Οι επικαλούμενοι λόγοι (πεζοδρόμηση-σταθμός μετρό), συνιστώντες στοιχεία της αιτιολογίας, έπρεπε να περιέχονται στο σώμα αυτής, μη δυνάμενοι να ληφθούν υπ΄ όψιν στα πλαίσια της παρούσης δίκης.


ΑΕΠΠ/1702/2020

Επιλογή αναδόχου κατασκευής έργου...Επί υποβολής δε δικαιολογητικού με ελλιπές περιεχόμενο, η αναθέτουσα αρχή ούτε οφείλει ούτε δύναται να ζητήσει διευκρινίσεις αφού δεν είναι δυνατή η εκ των υστέρων συμπλήρωση ή διευκρίνηση μη υποβληθέντος ή μη νομίμως υποβληθέντος δικαιολογητικού (ΣτΕ 1983/2018, 781/2020, ΕΑ ΣτΕ 228/2013, 301/2012 κ.α.) κατ' άρθρο 102 του Ν. 4412/2016 και ως εκ τούτου η ελλιπής συμπλήρωση του ΤΕΥΔ καθίσταται μη θεραπεύσιμη πλημμέλεια (Ελ. Συν. VI Τμήμα 296/2018). Εξάλλου, κατά τα ρητώς ορισθέντα στο άρθρο 79 του Ν. 4412/2016 «Κατά την υποβολή αιτήσεων συμμετοχής ή κατά την υποβολή προσφορών στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων άνω των ορίων, οι αναθέτουσες αρχές δέχονται το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕΕΣ), το οποίο  αποτελείται από ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση, με τις συνέπειες του ν. 1599/1986 (Α΄75), ως προκαταρκτική απόδειξη προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη, επιβεβαιώνοντας ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) δεν βρίσκεται σε μία από τις καταστάσεις των άρθρων 73 και 74 για τις οποίες οι οικονομικοί φορείς αποκλείονται ή μπορούν να αποκλεισθούν», όπου στο άρθρο 73 ορίζεται μεταξύ άλλων, ως λόγος αποκλεισμού η αθέτηση των υποχρεώσεων του οικονομικού φορέα όσον αφορά στην καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Δοθέντος ότι εν προκειμένω η ανωτέρω συμμετέχουσα δεν δεσμεύεται εκ των δηλώσεων της στο υποβληθέν ΤΕΥΔ, που αποτελεί ως επικαιροποιημένη δήλωση του συμμετέχοντος προκαταρκτική απόδειξη αναφορικά με τα κριτήρια επιλογής και τους λόγους αποκλεισμού, διά της παραλείψεως της η ως άνω συμμετέχουσα να απαντήσει στο ερώτημα του ΤΕΥΔ εάν θα είναι σε θέση να προσκομίσει βεβαίωση πληρωμής εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και φόρων, έπρεπε να η αναθέτουσα αρχή να οδηγηθεί στην απόρριψη της προσφορά της, καθώς η παράλειψη συμπλήρωσης του ως άνω αναφερόμενου πεδίου του ΤΕΥΔ είναι ουσιώδης, επί ποινή αποκλεισμού και δεν επιδέχεται συμπληρώσεως ή διευκρινήσεως. Τούτων δοθέντων οι οικείοι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας πρέπει να γίνουν δεκτοί, τα δε περί αντιθέτου ισχυρισθέντα από την αναθέτουσα αρχή στο έγγραφο των απόψεων της να απορριφθούν. 


ΕλΣυν.Κλ.4/247/2015

Υπηρεσίες φύλαξης:Μη νόμιμη καταβολή ποσού 15.180,66 ευρώ, από Υγειονομική Περιφέρεια σε εταιρεία, ως αμοιβή της για την παροχή υπηρεσιών φύλαξης των χώρων Νοσοκομείου, καθόσον η αναθέτουσα αρχή μη νομίμως αποδέχθηκε την οικονομική προσφορά της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας, δοθέντος ότι όφειλε καταρχήν να την καλέσει για παροχή διευκρινίσεων επί των ως άνω στοιχείων της προσφοράς, ούτως ώστε εκτιμώντας τη λυσιτέλεια των παρασχεθεισών εξηγήσεων, να απαντήσει με σαφή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία για την αποδοχή ή την απόρριψη της προσφοράς αυτής. Συνεπώς, η αναθέτουσα αρχή ως προς το αποδεκτό της προσφοράς αναδόχου εταιρείας χωρίς την ειδικότερη αιτιολόγηση από αυτήν των προαναφερθέντων στοιχείων, υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας.


ΑΕΠΠ/114/2020

Ανακαίνιση κτιρίου γηροκομείου...Επειδή, τέλος, αβάσιμα ισχυρίζεται ο παρεμβαίνων ότι από τις λοιπές υπεύθυνες δηλώσεις όσο και από το λευκό ποινικό του μητρώο σε συνδυασμό με το σύνολο των ασφαλιστικών και φορολογικών ενημεροτήτων που υπέβαλε, έχει ήδη δηλώσει υπεύθυνα και αποδεικνύεται ότι δεν του έχει επιβληθεί οιαδήποτε σχετική ποινή, άλλως ότι η επιτροπή του διαγωνισμού δεν ζήτησε, ενώ μπορούσε, διευκρινήσεις ή συμπλήρωση των εγγράφων του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 102 του ν. 4412/2016. Τούτο δε διότι, από τη θεώρηση του περιεχομένου του συνόλου των αναφερόμενων στη 14η σκέψη της παρούσας δικαιολογητικών που υπέβαλε στις 1-11-2019 στην επικοινωνία του ηλεκτρονικού τόπου του διαγωνισμού, δεν προκύπτει το αποδεικτέο ζήτημα κατά τους όρους του άρθρου 22.Α.2 της διακήρυξης. Συγκεκριμένα, καίτοι από το λευκό ποινικό μητρώο που προσκόμισε προκύπτει ότι δεν έχει καταδικαστεί από ποινικό δικαστήριο για κανένα ποινικό αδίκημα, επομένως και για αδίκημα σχετικό με την αθέτηση των υποχρεώσεών του όσον αφορά στην καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, εντούτοις ούτε από το ποινικό μητρώο, ούτε από τα λοιπά προσκομισθέντα έγγραφα προκύπτει ότι δεν έχει εκδοθεί απόφαση διοικητικού δικαστηρίου ή διοικητικής αρχής σχετικά με την αθέτηση των υποχρεώσεών του αυτών. Δεν αρκεί, εξάλλου, η βεβαίωση ότι είναι ενήμερος για χρέη ή δεν έχει οφειλές στο δημόσιο ή τα αρμόδια ασφαλιστικά ταμεία προκειμένου να αποδειχθεί ότι δεν έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την κοινωνικοασφαλιστική και φορολογική νομοθεσία. Και τούτο διότι, ακόμη και αν τις είχε αθετήσει, θα μπορούσε να είχε καταβάλει ή ρυθμίσει τυχόν επιβληθέντα πρόστιμα, προσαυξήσεις, ακόμα και ποινές σε χρήμα, ώστε κατά τον χρόνο έκδοσης των σχετικών πιστοποιητικών να μην έχει σε βάρος του καμία σχετική οφειλή ή να έχει ρυθμίσει την καταβολή τους και επομένως να είναι φορολογικά ή και ασφαλιστικά ενήμερος. Κατά συνέπεια, από το περιεχόμενο των λοιπών συνυποβληθέντων δικαιολογητικών κατακύρωσής του δεν προέκυπτε καμία ασάφεια σχετικώς με το αποδεικτέο γεγονός, ότι δηλαδή δεν έχει εκδοθεί δικαστική ή διοικητική απόφαση με τελεσίδικη και δεσμευτική ισχύ για την αθέτηση των υποχρεώσεών του όσον αφορά στην καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Συνακόλουθα, και ενόψει των όσων γίνονται δεκτά στην 13η σκέψη της παρούσας την παραληφθείσα υπεύθυνη δήλωση δεν θα μπορούσε να την προσκομίσει, διευκρινίζοντας ή συμπληρώνοντας το περιεχόμενο των λοιπών ως άνω υποβληθέντων δικαιολογητικών, διότι κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων θα του δινόταν μη νομίμως η δυνατότητα να υποβάλει νέο έγγραφο σε συμμόρφωση με τους όρους της διακήρυξης (πρβλ. ΕΑ ΣτΕ 135/2018, 1065/2009, 1044/2010 κ.ά.). 


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/590/2019

ΕΡΓΟ:...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η έννοια του εκπροσώπου της ένωσης οικονομικών φορέων που υποβάλλει την προσφορά, - ο οποίος δύναται να είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που έχει νομίμως εξουσιοδοτηθεί προς τούτο από τα μέλη της ένωσης -, είναι όλως διάφορη και διακριτή από την έννοια του εκπροσώπου/συντονιστή της ένωσης, ο οποίος είναι μέλος της ένωσης και, επομένως, δεν επιτρέπεται ούτε η δήλωση περισσότερων φορέων ως επικεφαλής, ούτε η απόδοση της ιδιότητας αυτής σε φυσικό πρόσωπο που δεν συμμετέχει αυτοτελώς στην ένωση, όπως οι εκπρόσωποι των συμμετεχουσών επιχειρήσεων. Μειοψήφησαν η Πρόεδρος Ανδρονίκη Θεοτοκάτου και ο Σύμβουλος Στυλιανός Λεντιδάκης, οι οποίοι υποστήριξαν την ακόλουθη άποψη: Η έννοια του «εκπροσώπου» της ένωσης συνδέεται κατά κανόνα με τον ορισμό φυσικού προσώπου στο οποίο ανατίθεται, για τις ανάγκες της συμμετοχής στο διαγωνισμό, εξουσία αντιπροσώπευσης της ένωσης οικονομικών φορέων, δηλαδή, εξουσία να δηλώνει τη βούληση της ένωσης, να ενεργεί στο όνομά της και να τη δεσμεύει. Στο μέτρο δε που δεν απαγορεύεται ρητώς, οι συμμετέχοντες δύνανται να ορίσουν περισσότερους εκπροσώπους, ενεργούντες χωριστά ή από κοινού, για τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό. Επιπλέον, στον νόμο προβλέπεται ρητώς ότι η προσφορά της ένωσης δεν είναι υποχρεωτικό να υπογράφεται από κοινό εκπρόσωπο όλων των μελών της, αλλά δύναται να υπογράφεται ξεχωριστά από τους εκπροσώπους των οικονομικών φορέων που μετέχουν σε αυτή, ομοίως δε και το Ε.Ε.Ε.Σ. υποβάλλεται και υπογράφεται, κατά νόμο, χωριστά από τους μετέχοντες στην ένωση φορείς. Ενόψει των ρυθμίσεων αυτών, ο ορισμός από τις ενώσεις «εκπροσώπου/συντονιστή», του οποίου η έννοια και τα καθήκοντα άλλωστε δεν προσδιορίζονται στον νόμο, δεν φαίνεται να έχει συγκεκριμένη λειτουργική χρησιμότητα και, επομένως, δεν δύναται να είναι υποχρεωτικός. Σε κάθε περίπτωση, η διαζευκτική παράθεση των δύο όρων (εκπροσώπου/συντονιστή) καταδεικνύει ότι δεν είναι αναγκαίος ο ταυτόχρονος ορισμός και «εκπροσώπου» και «συντονιστή», αλλά ότι οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται αδιακρίτως για να προσδιορίσουν το πρόσωπο που δύνανται να εξουσιοδοτήσουν οι φορείς για την κοινή εκπροσώπησή τους. Εξάλλου, η έννοια του «επικεφαλής εταίρου» που ορίζεται στο Ε.Ε.Ε.Σ. αναφέρεται στον «ρόλο του οικονομικού φορέα στον όμιλο» και, κατά τούτο, συνδέεται με την απαίτηση του άρθρου 96 παρ. 7 του ν. 4412/2016 να προσδιορίζεται από τη διαγωνιζόμενη ένωση οικονομικών φορέων η έκταση και το είδος της συμμετοχής του κάθε μέλους και όχι με την εκπροσώπηση αυτών. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη αφενός την ορολογική ασάφεια των κρίσιμων διατάξεων, αφετέρου την έλλειψη συγκεκριμένης διάταξης από την οποία να προκύπτει σαφώς υποχρέωση των υποψηφίων ενώσεων οικονομικών φορέων να ορίσουν, για την παραδεκτή συμμετοχή τους στον διαγωνισμό, «εκπρόσωπο/συντονιστή», η διάταξη του άρθρου 96 παρ. 7 του ν. 4412/2016: «Στην προσφορά απαραιτήτως πρέπει να προσδιορίζεται (…) ο εκπρόσωπος/συντονιστής αυτής» έχει την έννοια της υποχρέωσης δήλωσης, διά του Ε.Ε.Ε.Σ., των προσώπων που εκπροσωπούν τους φορείς της ένωσης στον διαγωνισμό ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του κοινού εκπροσώπου που έχει εξουσιοδοτηθεί από αυτούς. Πλην, η γνώμη αυτή δεν ίσχυσε. Αναπέμπει την υπόθεση στο VI Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.