ΑΕΔ/33/1999
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες:..αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, υποκείμενο σε φόρο εισοδήματος, και το χρηματικό ποσό που καταβάλλεται ως αποζημίωση δυνάμει δικαστικής αποφάσεως σε μισθωτό ή συνταξιούχο, λόγω παράνομης παραλείψεως προαγωγής του, κατά το μέρος που αντιστοιχεί στις αποδοχές τις οποίες, αν είχε προαχθεί, θα δικαιούτο και θα εισέπραττε, πλέον των όσων εισέπραξε. Διότι η παροχή αυτή, ανεξάρτητα από το χαρακτήρα της ως αποζημιώσεως από αδικοπραξία (άρθρο 914, 71 ΑΚ ή 105, 106 Εισ. Ν.Α.Κ.) πάντως δεν παύει να αποτελεί, στην πραγματικότητα, εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες με την έννοια που δίδεται από την προπαρατεθείσα φορολογικού δικαίου διάταξη, εφόσον οφείλεται εξαιτίας της παροχής μισθωτών υπηρεσιών και επιδικάστηκε στο μισθωτό (ή συνταξιούχο) ως ζημία ένεκα της απώλειας εισοδημάτων από την προσφορά των μισθωτών υπηρεσιών του, τα οποία φορολογούνται με βάση την εν λόγω διάταξη, ενώ, εκ τρίτου, δεν προβλέπεται από την διάταξη αυτήν ή άλλη διάταξη νόμου απαλλαγή της αποζημίωσης που λαμβάνει τη θέση των οφειλόμενων αποδοχών (ή σύνταξης) που παρανόμως δεν καταβλήθηκαν. Επομένως η αμφισβήτηση που προέκυψε μεταξύ της υπ’αριθμ. 2236/1999 αποφάσεως της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και της υπ’αριθμ. 96/1990 αποφάσεως του Α’ Τμήματος του Αρείου Πάγου ως προς την έννοια της διατάξεως του άρθρου 40 παρ. 1 του Ν.Δ. 3323/1955 πρέπει να αρθεί υπέρ της γνώμης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/266/2017
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα - Φορολογική αντιμετώπιση ασφαλίσματος. Το ασφάλισμα που καταβλήθηκε στους εργαζομένους επιχειρήσεων, πριν από την ισχύ του ν. 4110/2013, στα πλαίσια ομαδικών ασφαλιστικών συμβάσεων που είχαν συνάψει οι επιχειρήσεις αυτές με ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά το μέρος που αντιστοιχεί στα καταβληθέντα από τον εργοδότη ασφάλιστρα, αποτελεί εισόδημα των εργαζομένων από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το άρθρο 45 ΚΦΕ, το οποίο υπόκειται σε φορολόγηση κατά το χρόνο που οι δικαιούχοι της ασφαλιστικής παροχής (ασφαλίσματος) απέκτησαν το δικαίωμα είσπραξης αυτής, όχι μόνον όταν η ασφάλιση επιβάλλεται από το νόμο ή έχει αποτελέσει όρο μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών της εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ ή διαιτητικής απόφασης, αλλά και στην περίπτωση της καταβολής των ασφαλίστρων για τον μισθωτό εξ ελευθεριότητος του εργοδότη, εξ αφορμής, πάντως, της σχέσεως εργασίας, ακόμα και αν ο εργοδότης είχε επιφυλαχθεί του δικαιώματος της μονομερούς διακοπής της καταβολής των ασφαλίστρων. Στην περίπτωση της μερικής καταβολής του ασφαλίστρου από τον εργαζόμενο, η παροχή-ασφάλισμα κατά το μέρος που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από τον εργαζόμενο, ακόμη και πριν την έναρξη ισχύος του ν.4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. (ομόφ.) (Η υπ’ αριθ. 22/2017 γνωμ/ση του Β΄ Τμήματος πραγματεύεται σχετικό θέμα)
1118853/2017
Εκπτώσεις από το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες αλλοδαπής προέλευσης (ΑΔΑ:646Γ46ΜΠ3Ζ-ΒΣΛ)
ΝΣΚ/22/2017
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Φορολογική αντιμετώπιση.Η υπ' αριθ. 25/2011 γνωμοδότηση της Ολομελείας του ΝΣΚ έχει εφαρμογή Α. Ως προς τη φορολογική μεταχείριση της, προ της 23-1-2013 (χρόνου ενάρξεως της ισχύος των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 7 του ν. 4110/2013 καταβληθείσας παροχής - ασφαλίσματος που διενεργείται στα πλαίσια ομαδικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων (όπως τα DAF), που έχουν συνάψει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για τους εργαζομένους τους, η οποία παροχή αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εφόσον σωρευτικά συντρέχουν οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α. Ύπαρξη ομαδικής ασφάλισης του προσωπικού της επιχείρησης από τον εργοδότη, β. Κάλυψη, ολική ή μερική, του ασφαλίστρου από το εργοδότη (με σύναψη γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου). γ. Επιβολή της ασφάλισης από το νόμο ή όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ δ. Καταβολή του ασφαλίσματος στον εργαζόμενο, δυνάμει του συμβολαίου ομαδικής ασφάλισης, κατά το χρόνο επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης, ανεξαρτήτως της μικρής ή μεγαλύτερης διάρκειας του συμβολαίου. Στην περίπτωση κατά την οποία ο εργαζόμενος καταβάλλει μέρος του ασφαλίστρου, η παροχή-ασφάλισμα, κατά το μέρος της που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από αυτόν (τον εργαζόμενο) μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. Β. Ως προς τη φορολόγηση της παροχής-ασφαλίσματος ως εισοδήματος από κινητές αξίες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 περ. στ’ του ν. 2238/1994, κατά το μέρος που η παροχή αντιστοιχεί στην υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται για τις ασφαλίσεις ζωής, κατά τις διατάξεις του ν.δ. 400/1970, αδιαφόρως εάν η σύμβαση ασφαλίσεως έχει αποτελέσει ή όχι όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ.
ΣΤΕ 496/2000
Φορολογία εισοδήματος: Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, ο αναιρεσίβλητος, δικαστικός λειτουργός, σε συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 1989 περιέλαβε ως εισόδημα μισθωτών υπηρεσιών ποσό 2.079.730 δραχμών το οποίο κατεβλήθη σ' αυτόν από το Δημόσιο το έτος 1988 ως διαφορά μεταξύ μισθολογίου δικαστικών λειτουργών και μισθολογίου καθηγητών Α.Ε.Ι. των ετών 1985 και 1986 δυνάμει δικαστικής αποφάσεως, επιφύλαξη δε, την οποία διετύπωσε στην δήλωσή του, περί μη υπαγωγής σε φόρο εισοδήματος του ποσού αυτού διότι τούτο αποτελούσε επιδικασθείσα αποζημίωση κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικος, απερρίφθη με την ένδικη πράξη. Με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε κατ' επικύρωση της πρωτοδίκου ότι το εν λόγω ποσό είχε χαρακτήρα αποζημιώσεως κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικος, ήτοι ποσού καταβληθέντος για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη ο αναιρεσίβλητος τα έτη 1985 και 1986 συνεπεία παρανόμου συμπεριφοράς οργάνων του Δημοσίου. Η κρίση, όμως, αυτή του διοικητικού εφετείου δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη διότι, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, το ως άνω ποσό, ανεξαρτήτως αν επιδικάσθηκε στον αναιρεσίβλητο ως αποζημίωση κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικος, αποτελεί εισόδημα μισθωτών υπηρεσιών υποκείμενο σε φόρο εισοδήματος κατά τις ειδικές περί τούτου διατάξεως ...Για τον λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση, χρήζουσα διευκρινίσεως κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
ΝΣΚ/25/2011
Τρόπος φορολόγησης της εφάπαξ παροχής, που εισέπραξαν υπάλληλοι της «Ο.Ε.Ο.Α. Αθήνα 2004», βάσει ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου.Η εφάπαξ συνταξιοδοτική παροχή, που εισέπραξαν οι υπάλληλοι της «Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004», βάσει ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, αφενός μεν σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 45 παρ. 1 Κ.Φ.Ε., ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το μέρος αυτής, που αντιστοιχεί στα καταβληθέντα ασφάλιστρα και αφετέρου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 περίπτ. στ΄ Κ.Φ.Ε., ως εισόδημα από κινητές αξίες, αν μέρος αυτής αντιστοιχεί στην υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται για τις ασφαλίσεις ζωής, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΝΔ 400/1970. (ομοφ.)
39686/2024
Ειδική άδεια και παροχή προστασίας της μητρότητας για όλες τις μισθωτές του e-ΕΦΚΑ ή άλλου φορέα ασφάλισης ασθένειας μισθωτών.
44043/2024
Τροποποίηση της υπ’ αρ. 39686/10.07.2024 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης «Ειδική άδεια και παροχή προστασίας της μητρότητας για όλες τις μισθωτές του eΕΦΚΑ ή άλλου φορέα ασφάλισης ασθένειας μισθωτών» (Β’ 4099).
ΔΕΑΦ Α 1060761/2017
Έννοια του καθαρού εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες αλλοδαπής προέλευσης
Δ13/οικ/25150/557/2019
Τροποποίηση της υπ’αριθμ. Δ13/οικ./33475/ 1935/15-6-2018 (ΦΕΚ Β΄2281) κοινής υπουργικής απόφασης “Καθορισμός των όρων και των προϋποθέσεων εφαρμογής του προγράμματος Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’αριθμ. Δ13/ οικ./54653/2701/18-10-2018 (Β’ 4837)”.
ΣΤΕ 2591/1999
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ: Η κρίση όμως αυτή της προσβαλλόμενης απόφασης δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, γιατί, κατά τα εκτιθέμενα στην προηγούμενη σκέψη, το εν λόγω ποσό, που καταβλήθηκε στην αναιρεσίβλητη με βάση δικαστικές αποφάσεις, ανεξαρτήτως αν τούτο επιδικάστηκε σε αυτήν ως αποζημίωση του άρθρου 105 του Εισ. Ν.Α.Κ., δεν φέρει πράγματι χαρακτήρα αποζημιώσεως προς ανόρθωση επελθούσας ζημίας, δηλαδή αποζημιώσεως μη αποτελούσης εισόδημα και, ως εκ τούτου, μη υποκείμενης σε φόρο εισοδήματος, αλλ' αποτελεί εισόδημα ΣΤ' πηγής υποκείμενο σε φόρο εισοδήματος κατά τις ειδικές περί τούτου διατάξεις. Για το λόγο αυτό, που βάσιμα προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα, παρέλκει δε η εξέταση των λοιπών λόγων αναιρέσεως. Κατόπιν αυτών, η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση κατ' ουσίαν.