Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/2037/2007

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΕΓΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Περαιτέρω, η αναιρεσείουσα είχε προβάλει τον επικουρικό ισχυρισμό ότι, σε κάθε περίπτωση, το εν λόγω ψηφοδέλτιο θα έπρεπε να κριθεί άκυρο από το διοικητικό πρωτοδικείο, διότι έφερε «εμφανή ένδειξη πατημασιάς», στοιχείο που απεδείκνυε, κατά την αναιρεσείουσα, την πρόθεση του εκλογέα να αποδοκιμάσει το συνδυασμό. Το διοικητικό πρωτοδικείο δέχθηκε τα εξής : «Ο ισχυρισμός της ενισταμένης ότι το με αριθμό 263 ψηφοδέλτιο του συνδυασμού του καθ ου η ένσταση του . . . [386ου] εκλογικού τμήματος πρέπει να κριθεί ως άκυρο διότι, κατά τους ισχυρισμούς της, φέρει εμφανή ένδειξη πατημασιάς που αποδεικνύει την πρόθεση του εκλογέως να αποδοκιμάσει το συνδυασμό, απορριπτέος κρίνεται ως αβάσιμος ενόψει του ότι ο ρύπος που αχνά και όχι εμφανώς εμφαίνεται στο εν λόγω ψηφοδέλτιο προφανώς οφείλεται σε αδεξιότητα του ψηφοφόρου, από τα χέρια του οποίου τυχόν κατέπεσε». Η κρίση όμως αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου είναι πλημμελώς αιτιολογημένη, αφού τούτο παρέλειψε να εξετάσει τον ως άνω κύριο ισχυρισμό της αναιρεσείουσας, ο οποίος ήταν ουσιώδης, αφού, σε περίπτωση που ήταν αληθής, το ανωτέρω ψηφοδέλτιο δεν θα συνυπολογιζόταν στα έγκυρα, λόγω της ακυρώσεώς του από την εφορευτική επιτροπή, δεν θα ηδύνατο δε το δικαστήριο της ουσίας να ελέγξει αυτεπαγγέλτως την ορθότητα της κρίσεως της εφορευτικής επιτροπής περί ακυρότητας του ψηφοδελτίου.(...)Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αίτηση. Αναιρεί εν μέρει την 363/2006 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου …, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, κατά τα αναιρούμενα μέρη, για νέα, νόμιμη, κρίση, σύμφωνα με το σκεπτικό. 


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1454/2008

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Με τα δεδομένα αυτά, το δικάσαν Διοικητικό Πρωτοδικείο, εφαρμόζοντας την διάταξη του άρθρου 5 παράγραφος 9 του Ν. 2539/1997 που θεώρησε ότι εξακολουθεί να ισχύει μετά τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που κυρώθηκε με τον Ν. 3463/2006, έκρινε ότι δεν απεκαλύπτετο με το ψηφοδέλτιο αυτό η ταυτότητα του εκλογέα και ως εκ τούτου δεν παρεβιάζετο η μυστικότητα της ψηφοφορίας και ότι το ψηφοδέλτιο αυτό ήταν έγκυρο και έπρεπε να προσμετρηθεί υπέρ του συνδυασμού του ήδη αναιρεσίβλητου και των υποψηφίων δημοτικών συμβούλων για τους οποίους είχε τεθεί σταυρός προτιμήσεως, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν ο σταυρός για υποψήφιο μέλος του τοπικού συμβουλίου, δεδομένου ότι δεν προεβάλλετο άλλος λόγος ακυρότητας του ψηφοδελτίου αυτού. Με την κρινομένη αίτηση αναιρέσεως προβάλλεται ότι η πιο πάνω κρίση του Διοικητικού Πρωτοδικείου είναι εσφαλμένη, διότι η μεταβατικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 5 παράγραφος 9 του Ν. 2539/1997, δεν εξακολουθεί να ισχύει μετά τον Ν. 3463/2006 και το άρθρο δεύτερο του τελευταίου νόμου, και συνεπώς το ψηφοδέλτιο αυτό νομίμως κρίθηκε άκυρο από την εφορευτική επιτροπή, αφού αφορούσε διαφορετικό τοπικό συμβούλιο. Σύμφωνα όμως με τα προεκτεθέντα ορθώς κρίθηκε από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση ότι το προαναφερθέν ψηφοδέλτιο είναι έγκυρο, εν όψει της διατάξεως της παραγράφου παραγράφου 9 του άρθρου 5 του Ν. 2539/1997, δεδομένου ότι δεν συνέτρεχε άλλος λόγος ακυρότητάς του που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 44-46 του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.(...)Δέχεται εν μέρει την κρινομένη αίτηση αναιρέσεως. Αναιρεί, εν μέρει, την 239/2006 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Καλαμάτας, κατά το σκεπτικό. Παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Καλαμάτας κατά τα αναιρούμενα τμήματα για νέα νόμιμη κρίση, κατά το σκεπτικό.


ΣΤΕ/679/2008

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Ειδικότερα, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 45 παρ. 1 περ. δ΄ του ΚΔΚ δέχθηκε ότι όταν ένα ψηφοδέλτιο βρίσκεται στον ίδιο φάκελο με ένα ακόμη ψηφοδέλτιο του ίδιου συνδυασμού τότε το ψηφοδέλτιο είναι άκυρο για τον λόγο ότι δεν είναι σαφές και αναμφίβολο ποια είναι η εκλογική βούληση του συγκεκριμένου ψηφοφόρου χωρίς να καταλείπεται στην οικεία Εφορευτική Επιτροπή ή το αρμόδιο δικαστήριο περιθώριο διαφορετικής κρίσεως σε σχέση με την ακυρότητά του, η οποία επιβάλλεται εκ του νόμου. Περαιτέρω, το δικάσαν δικαστήριο δέχθηκε ότι στο 71ο εκλογικό τμήμα του Δήμου .... βρέθηκαν σε δύο φακέλους δύο διπλά ψηφοδέλτια τα υπ’ αριθμ. 280 και 281 του συνδυασμού «....», θεωρήθηκαν από την Εφορευτική Επιτροπή έγκυρα και προσμετρήθηκαν υπέρ του συνδυασμού αυτού. Το δικάσαν δικαστήριο, με βάση τις προαναφερόμενες σκέψεις ως προς την ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 45 παρ. 1 περ. δ΄ του ΚΔΚ, έκρινε ότι τα υπ’ αριθμ. 280 και 281 ψηφοδέλτια του 71ου εκλογικού τμήματος, τα οποία βρέθηκαν εντός εκλογικού φακέλου με δύο όμοια ψηφοδέλτια του ιδίου συνδυασμού «....» είναι άκυρα, τροποποίησε τον πίνακα αποτελεσμάτων και όρισε ότι ο συνδυασμός αυτός έλαβε, στο σύνολο των εκλογικών τμημάτων του Δήμου 1.359 ψήφους, όσους δηλαδή και ο συνδυασμός «....» του αναιρεσιβλήτου. Περαιτέρω δε, απέρριψε ως αλυσιτελές το αίτημα των διαδίκων περί εξετάσεως μαρτύρων για τη διαπίστωση των ιδιαίτερων συνθηκών χορήγησης των δύο επίμαχων ψηφοδελτίων. Κρίνοντας όμως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι όταν ένα ψηφοδέλτιο βρίσκεται στον ίδιο φάκελο με ένα ακόμη ψηφοδέλτιο του ίδιου ή άλλου συνδυασμού είναι κατά νόμο, σε κάθε περίπτωση, άκυρο και δεν καταλείπεται στην Εφορευτική Επιτροπή ή το αρμόδιο δικαστήριο κανένα περιθώριο διαφορετικής κρίσεως έσφαλε και πρέπει για τον λόγο αυτό, που προβάλλεται βάσιμα με την κρινόμενη αίτηση, αυτή να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο διοικητικό πρωτοδικείο προς περαιτέρω κρίση. Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.


ΣΤΕ/128/2021

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:αν, κατά τις εκλογές για την ανάδειξη των δημοτικών αρχών, ο Πρόεδρος της Εφορευτικής Επιτροπής δεν έχει θέσει την υπογραφή του δίπλα σε κάθε σταυρό προτίμησης υπέρ υποψηφίου, ούτε έχει αναγράψει τον συνολικό αριθμό τους πάνω στο ψηφοδέλτιο, ούτε έχει αριθμήσει το ψηφοδέλτιο, ούτε, τέλος, οι σταυροί αυτοί έχουν καταχωρηθεί νομίμως και προσηκόντως στον πίνακα διαλογής ψήφων της Εφορευτικής Επιτροπής, οι εν λόγω σταυροί είναι άνευ ετέρου άκυροι και δεν εξετάζεται, περαιτέρω, σχετικά με την ακυρότητα των εν λόγω σταυρών, αν από λοιπά στοιχεία της εκλογής δύναται γενικώς να συναχθεί η γνησιότητα αυτών, διότι άλλως, θα επερχόταν πλήρης αποδυνάμωση των ανωτέρω ουσιωδών τύπων τους οποίους ρητώς θεσπίζει ο νομοθέτης για την εξασφάλιση της γνησιότητας της εκλογής(...)Το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει αποφανθεί επί του νομικού αυτού ζητήματος, είναι δε άλλο το ζήτημα ότι για την ερμηνεία των κρίσιμων διατάξεων πρέπει να ληφθεί υπόψη και η συναφής νομολογία του, η οποία παρατίθεται στην ένατη σκέψη. Εξάλλου, ο λόγος αυτός προβάλλεται βασίμως, διότι όπως εκτίθεται στην ένατη σκέψη, κατά την έννοια των αναφερόμενων σε αυτήν συνταγματικών και νομοθετικών διατάξεων, οι ανωτέρω πλημμέλειες στο σύνολό τους καθιστούν, άνευ ετέρου, τους σταυρούς που τέθηκαν στα ψηφοδέλτια άκυρους. Συνεπώς, το Διοικητικό Πρωτοδικείο … εσφαλμένα ερμήνευσε τις κρίσιμες διατάξεις(...)Δέχεται την αίτηση.


ΣΤΕ 311/2011

Συνταξιοδοτικές παροχές:Επειδή, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό προς τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Με την 4864/18.03.1980 πράξη κανονισμού στρατιωτικής σύνταξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους απονεμήθηκε στην αναιρεσείουσα, με την ιδιότητα της διαζευγμένης θυγατέρας, σύνταξη λόγω θανάτου του πατέρα της, λοχαγού εν αποστρατεία. Η αναιρεσείουσα με την από 13.05.1987 αίτησή της προς το αναιρεσίβλητο Ταμείο, ζήτησε να της απονεμηθεί το προβλεπόμενο μέρισμα που λάμβανε ο πατέρας της ως μέτοχος του Ταμείου. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 2430/Σ.13/8.7.1987 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας για απονομή μερίσματος, το οποίο είχε γεννηθεί στις 30.12.1980, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1105/1980, είχε αποσβεστεί, διότι δεν ασκήθηκε, κατά το άρθρο 1 παρ. 14 του ν.δ. 4198/1961, εντός πενταετίας από τη γέννησή του, δηλαδή μέχρι 30.12.1985. Ακολούθως, η αναιρεσείουσα υπέβαλε την 22213/30.11.1995 αίτηση με το ίδιο αίτημα, η οποία απορρίφθηκε με την 744/Σ.6/1996 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Η αναιρεσείουσα άσκησε στις 8.4.1999 την επίδικη αγωγή (α.π. 1370/8.4.1999), με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 30.12.1980 έως 30.3.1999. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο .. εξέδωσε την 12640/1999 προδικαστική απόφαση και, ακολούθως, με την 1583/2001 απόφαση δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, κρίνοντας ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα ήταν απαράγραπτο βάσει του άρθρου 31 του ν. 1027/1980 και ότι μπορούσε, συνεπώς, να ασκηθεί οποτεδήποτε, αναγνώρισε δε την υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό 3.216.931 δραχμών, που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 13.05.1987, ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησής της, έως 30.3.1999. Κατά της απόφασης αυτής το Ταμείο άσκησε έφεση. Επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η 1607/2004 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..και, ακολούθως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση, μεταρρυθμίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και κρίθηκε ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα δεν υπέκειτο σε χρονικούς περιορισμούς, η απορρέουσα όμως από το δικαίωμα αυτό αξίωση υπέκειτο στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ. 496/1974. Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο μεταρρύθμισε την πρωτόδικη απόφαση και περιόρισε το μέρισμα που εδικαιούτο να λάβει η αναιρεσείουσα από το Ταμείο σε 2.720 ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 1.1.1996 ως 30.3.1999. 


ΣΤΕ 715/2013

Τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες- ελεύθερος ανταγωνισμός: Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί α) κατά το μέρος της με το οποίο δέχεται ότι η αναιρεσείουσα εταιρεία παραβίασε το άρθρο 2 του ν. 703/1977 και για τον λόγο ότι προέβη σε ολοκλήρωση της κατάργησης της προεπιλογής φορέα συνδρομητών, χωρίς προηγουμένως να εξετάσει και να απαντήσει ειδικώς στον ουσιώδη ισχυρισμό της αναιρεσείουσας ότι στις περιπτώσεις κατάργησης της προεπιλογής ενεργούσε κατόπιν αιτημάτων των καταναλωτών, και β) ως προς το αμέσως συνεχόμενο προς την ανωτέρω κρίση ζήτημα της επιμέτρησης του προστίμου (600.000 ευρώ) για παράβαση της ανωτέρω διάταξης του ν. 703/1977 και για τον προεκτεθέντα λόγο (της κατάργησης της προεπιλογής φορέα). Δεδομένου δε ότι η υπόθεση χρήζει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκρίνισης ως προς την ουσιαστική βασιμότητα του ανωτέρω ουσιώδους ισχυρισμού της αναιρεσείουσας και περαιτέρω ως προς την προσήκουσα επιμέτρηση του επιβλητέου προστίμου για την παράβαση του άρθρου 2 του ν. 703/1977, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο Διοικητικό Εφετείο για νόμιμη κατά τα ανωτέρω κρίση. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι η δικαστική δαπάνη πρέπει να συμψηφισθεί μεταξύ των διαδίκων.


ΣΤΕ/1795/2007

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Οι αναιρεσείοντες ισχυρίζονται ότι δεν αρκούσε για την εγκυρότητα του δικογράφου η αναγραφή των ονομάτων όλων των μελών του συνδυασμού τους γιατί απαιτείται, κατά νόμο, να αναφέρονται τα ονόματα εκείνων των υποψηφίων που θα έχαναν την εκλογή αν ευδοκιμούσε η ένσταση. Όμως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα, απαιτείται, κατά νόμο, όπως η ένσταση στρέφεται κατά συγκεκριμένων προσώπων μετασχόντων στην εκλογική διαδικασία, εν προκειμένω δε, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του δικογράφου, η ένσταση αναφέρει το σύνολο των υποψηφίων του συνδυασμού των αναιρεσειόντων και δεν απαιτείτο για την εγκυρότητα του δικογράφου της ένστασης να προσδιορίσει ο ενιστάμενος, και ήδη πρώτος των αναιρεσιβλήτων, τους υποψήφιους συμβούλους του συνδυασμού των αναιρεσειόντων που θα έχαναν την εκλογή τους σε περίπτωση ευδοκίμησης της ένστασης δεδομένου ότι με την ένσταση εζητείτο να μεταρρυθμιστεί ο πίνακας αποτελεσμάτων στο Δήμο … προκειμένου να αναδειχθεί επιτυχών ο συνδυασμός … του οποίου ήταν επικεφαλής ο πρώτος των αναιρεσιβλήτων, και επιλαχών ο συνδυασμός των αναιρεσειόντων.(...) Επειδή, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε ισχυρισμός της αντένστασης των ήδη αναιρεσειόντων περί ακυρότητας των ψηφοδελτίων 50, 87, 167 του 45 εκλογικού τμήματος και 2 του 47 εκλογικού τμήματος του συνδυασμού των αναιρεσιβλήτων με τη σκέψη ότι ναι μεν δεν φέρουν μονογραφή του δικαστικού αντιπροσώπου δίπλα από τους σταυρούς προτίμησης που έχουν τεθεί δίπλα στα ονόματα των υποψηφίων, όμως έχουν καταχωρηθεί στο βιβλίο διαλογής υπέρ υποψηφίων και επομένως νομίμως προσμετρήθηκαν ως έγκυρα, ενώ το 296 ψηφοδέλτιο του 45 εκλογικού τμήματος δεν ανευρέθη διότι στο εν λόγω εκλογικό τμήμα οι ψηφίσαντες ήσαν 264. Η κρίση αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.(...)Δέχεται εν μέρει την αίτηση. Αναιρεί εν μέρει την 366/2006 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πύργου. Παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πύργου για να προβεί σε νέα κρίση, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.


ΣΤΕ/634/2023

Καθορισμός εδαφικών ορίων μεταξύ των πρώην κοινοτήτων (...) προκειμένου να επιλυθεί η αμφιβολία περί της διοικητικής υπαγωγής συγκεκριμένης περιοχής (… αρ. … έως …) στα όρια της εδαφικής περιφέρειας του Δήμου … ή του Δήμου … (...) από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της σιωπηρής απόρριψης της από 26.7.2017 αίτησης του Δήμου … δημιουργείται διαφορά ουσίας, για την επίλυση της οποίας αρμόδιο είναι το Διοικητικό Πρωτοδικείο …, στην περιφέρεια του οποίου εδρεύουν ο αιτών Δήμος … και ο παρεμβαίνων Δήμος …(...) Διά ταύτα Απέχει να αποφανθεί επί του ένδικου βοηθήματος. Παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο


ΣΤΕ 2885/2013

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση,κατόπιν διενεργηθείσας στις 10.11.1997 δημοπρασίας, υπεγράφη σύμβαση μεταξύ των διαδίκων για την εκτέλεση του προαναφερθέντος έργου και εν συνεχεία, στις 8.10.2003, η 1η συμπληρωματική σύμβαση, δεδομένου ότι ο αναιρεσείων Δήμος ανέθεσε στην αναιρεσίβλητη την εκτέλεση πρόσθετων εργασιών έναντι πρόσθετης αμοιβής, πλέον Φ.Π.Α. Κ... Εξάλλου, στις 8.9.2005 εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο της προαναφερθείσας Υπηρεσίας ο τελικός λογαριασμός της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Τέλος, στις 15.12.2004 η αναιρεσίβλητη υπέβαλε τον 1ο λογαριασμό – πιστοποίηση της συμπληρωματικής σύμβασης που εγκρίθηκε από τον ανωτέρω Προϊστάμενο στις 19.5.2006. Οι λογαριασμοί, όμως αυτοί δεν εξοφλήθηκαν, Τελικώς, το έργο περαιώθηκε εμπροθέσμως στις 31.12.2003 και οι μεν εργασίες της αρχικής συμβάσεως παρελήφθησαν οριστικά από τον αναιρεσείοντα Δήμο στις 19.9.2005, οι δε εργασίες της συμπληρωματικής στις 23.2.2006, χωρίς όμως να εξοφληθούν τα οφειλόμενα ποσά στην αναιρεσείουσα παρά το γεγονός ότι ο αναιρεσείων Δήμος παρέλαβε ανεπιφύλακτα το έργο. Κατόπιν τούτου η αναιρεσίβλητη άσκησε αγωγή με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί ο αναιρεσείων να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 286.136,46 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Το δικάσαν δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την αγωγή της αναιρεσίβλητης και υποχρέωσε τον αναιρεσείοντα Δήμο να καταβάλει σε αυτήν, νομιμοτόκως, το ποσό των 286.136,46 ευρώ, το οποίο αντιστοιχούσε στους ανωτέρω μη εξοφληθέντες λογαριασμούς. Ειδικότερα, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμο ισχυρισμό του αναιρεσείοντος Δήμου ότι η αναιρεσίβλητη δεν είχε προσκομίσει τιμολόγιο, ώστε να καταστεί δυνατή η έκδοση χρηματικού εντάλματος, με την αιτιολογία ότι, πέραν του ότι για τον πρώτο λογαριασμό που παρέμεινε ανεξόφλητος, είχε εκδοθεί από την αναιρεσίβλητη σχετικό τιμολόγιο, η προηγούμενη έκδοση τιμολογίου δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εξόφληση των εγκριθέντων λογαριασμών μετά την πάροδο μηνός από την έγκριση αυτών. Εξάλλου, όπως έγινε δεκτό, δεν προέκυψε, ούτε ο Δήμος προέβαλε σχετικό ισχυρισμό ότι η αναιρεσίβλητη αρνήθηκε να εκδώσει τιμολόγια ενόψει της καταβολής των εγκριθέντων λογαριασμών. Περαιτέρω, απερρίφθη ως αόριστος ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος Δήμου σχετικά με την παραγραφή των απαιτήσεων που αφορούσαν στον 6ο και 7ο λογαριασμό, για τον λόγο ότι δεν αναφερόταν ο χρόνος αυτής και το αφετήριο σημείο της.. Απορρίπτει την αίτηση


ΣΤΕ 2560/2015

Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα, διότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας απέρριψε τον λόγο της προσφυγής ότι, κατά παράβαση των εν λόγω διατάξεων, η αναιρεσείουσα δεν είχε κληθεί εγγράφως να εκθέσει τις απόψεις της πριν από την έκδοση της προσβληθείσης με την προσφυγή πράξεως. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, προεχόντως διότι η αναιρεσείουσα δεν ανέφερε με το δικόγραφο της προσφυγής τους ισχυρισμούς, τους οποίους θα είχε προβάλει ενώπιον του αναιρεσιβλήτου Δήμου αν είχε κληθεί και οι οποίοι θα κλόνιζαν τις διαπιστώσεις του αναιρεσιβλήτου Δήμου ως προς την εκ μέρους της παράβαση των όρων της συμβάσεως και θα μπορούσαν, ενδεχομένως, εάν ετίθεντο υπόψη του Δήμου, να επηρεάσουν την απόφαση του αρμοδίου οργάνου του ως προς την λύση της επίδικης συμβάσεως (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4447/2012 Ολομ.). Συνεπώς, ορθώς απερρίφθη από το Διοικητικό Εφετείο, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ο σχετικός με την παράβαση του δικαιώματος ακροάσεως λόγος της προσφυγής ....εν όψει των ανωτέρω, καθώς και εν όψει του ότι όλοι οι λοιποί προβαλλόμενοι με την κρινόμενη αίτηση λόγοι έχουν ήδη απορριφθεί με την υπ’ αριθ. 2381/2009 απόφαση του ΣΤ΄ Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, όπως προκύπτει από την εν λόγω απόφαση, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.


ΕλΣυν/Τμ.7/84/2006

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι νομίμως ο Δήμος ... υπέβαλε για θεώρηση το αντίγραφο του 29, οικονομικού έτους 2006, χρηματικού εντάλματος που απωλέσθη μετά τη θεώρησή του και πριν την πληρωμή του και ως εκ τούτου το εν λόγω χρηματικό ένταλμα που φέρει την ένδειξη «αντίγραφο του με τον ίδιο αριθμό εκδοθέντος και απολεσθέντος εντάλματος» πρέπει να θεωρηθεί, δεδομένου ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη από τα άρθρα 74 και 75 του από 17.5.1959 β.δ/τος διαδικασία.