Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

5383/Α1-4709/2021

Τύπος: Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3832/2010, 4387/2016, 4509/2017
ΦΕΚ: 3633/Β/06.08.2021

Σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών/ανάθεσης έργου σε χίλιους σαράντα (1040) Ιδιώτες Συνεργάτες (ΙΣ) στην Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

1331/Α1-1043/2023

Σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών/ανάθεσης έργου σε οκτακόσιους πενήντα πέντε (855) Ιδιώτες Συνεργάτες (ΙΣ) στην Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).


3487/A1-3128/2024

Σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών/ανάθεσης έργου χρονικής διάρκειας οκτώ (8) μηνών σε χίλιους πεντακόσιους (1.500) Ιδιώτες Συνεργάτες (ΙΣ) στην Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).


8988/Α1-7935/2018

 Ανάθεση μίσθωσης έργου σε 1.300 Ιδιώτες Συνεργάτες στην Ελληνική Στατιστική Αρχή. Δ.ΣΦ-ΦΕΚ-5/Α9.1.2019


4455/Α1‐3845/2018

Σύσταση Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης του άρθρου 21 του ν. 4369/2016 στην Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.).


ΝΣΚ/132/2021

Εάν: α) ο Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), με την ιδιότητα του εκμισθωτή ακινήτων ιδιοκτησίας του, στις περιπτώσεις όπου στις μισθωτικές συμβάσεις δεν υπάρχει πρόβλεψη για αναπροσαρμογή του μισθώματος, υποχρεούται να μειώνει το μίσθωμα κατά το ποσοστό μείωσης του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) και β) στις περιπτώσεις όπου η μισθωτική σύμβαση έχει λήξει και ο μισθωτής παραμένει στο μίσθιο, για το χρονικό διάστημα μεταξύ λήξης της μίσθωσης και προκήρυξης νέου διαγωνισμού, ποιό πρέπει να είναι το ύψος της αποζημίωσης χρήσης και ειδικότερα ερωτάται αν το ποσό της αποζημίωσης χρήσης πρέπει να αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τους όρους της ληγμένης συμβατικής σύμβασης ή να παραμένει σταθερό για όσο χρονικό διάστημα ο μισθωτής κάνει χρήση του μισθίου.(...)α) Ο Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 3 του π.δ. 34/1995 (όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 7 του ν. 2741/1999), με την ιδιότητα του εκμισθωτή ακινήτων ιδιοκτησίας του, στις περιπτώσεις των μισθώσεων, που οι μισθωτές ασκούν τις αναφερόμενες στο άρθρο 1 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος δραστηριότητες ή τα επαγγέλματα του άρθρου 2 αυτού και στις σχετικές μισθωτικές αυτές συμβάσεις δεν υπάρχει πρόβλεψη για αναπροσαρμογή του μισθώματος, υποχρεούται κατ’ απόκλιση από τις διατάξεις που ορίζουν την απαγόρευση μείωσης του συμφωνηθέντος μισθώματος (άρθρο 40 παρ. 1 εδ.ζ του π.δ. 715/1979), κατόπιν σχετικής έγγραφης όχλησης του μισθωτή, να αναπροσαρμόσει το μίσθωμα, σε ποσοστό 75% της μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του μήνα της αναπροσαρμογής σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, όπως αυτή υπολογίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). Το δε μίσθωμα που θα προκύψει, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω, καθίσταται απαιτητό από την κοινοποίηση της έγγραφης όχλησης του αιτούντος την αναπροσαρμογή μισθωτή. β) Στις περιπτώσεις όπου η μισθωτική σύμβαση έχει λήξει και ο μισθωτής παραμένει στο μίσθιο, το ποσό που καταβάλλει ο μισθωτής συνιστά αποζημίωση για εξωσυμβατική χρήση ακινήτου και όχι μίσθωμα. Το ύψος της καταβλητέας μηνιαίας αποζημίωσης για εξωσυμβατική χρήση του ακινήτου ανέρχεται στο ύψος του συμφωνηθέντος μισθώματος, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί κατά τον χρόνο λήξης της συμβατικής σχέσης και δεν αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τους όρους της ληγμένης συμβατικής σύμβασης. Επιπλέον, ο e-ΕΦΚΑ δικαιούται να απαιτήσει για την παρακράτηση αυτή του μισθίου, πέραν της κατά τα ανωτέρω αποζημίωσης χρήσης και το διαφυγόν κέρδος του, δηλαδή εκείνο, που θα αποκόμιζε με πιθανότητα, κατά τη συνήθη (κανονική) πορεία των πραγμάτων, αν ο μισθωτής απέδιδε το μίσθιο αμέσως μετά τη λήξη της μίσθωσης.


ΕΣ/ΤΜ.6/593/2019

Παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών...Ενόψει των ανωτέρω δεδομένων, το Τμήμα κρίνει κατά πλειοψηφία ότι η ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης σε ιδιώτη δεν αντίκειται στην αρχή της οικονομικότητας. Και τούτο διότι ότι η Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής είναι εμφανώς υποστελεχωμένη αριθμητικά, το δε προσωπικό που υπηρετεί σε αυτήν δεν προκύπτει ότι διαθέτει κατάλληλη εμπειρία για να ασκήσει τις εξειδικευμένες και επιτελικές αρμοδιότητες που προβλέπονται στο νόμο. Τέλος, ενόψει των σοβαρών ελλείψεων κατάλληλου προσωπικού που κατά τα προαναφερθέντα αντιμετωπίζει η αναθέτουσα αρχή, η διάρκεια της σύμβασης δεν υπερβαίνει το εύλογο και αναγκαίο μέτρο. Συνεπώς, οι συμβουλευτικές υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της ανάθεσης αυτής επιτρεπτώς ανατίθενται σε ιδιώτες, απορριπτομένης ως αβάσιμης της πλημμέλειας που αναδείχθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη.(...)Ως προς τη δεύτερη πλημμέλεια, το αιτούν Υπουργείο υποστηρίζει ότι η Επιτροπή Διενέργειας του Διαγωνισμού νομίμως συγκροτήθηκε, σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 221 του ν. 4412/2016. Πράγματι, η ελεγχόμενη σύμβαση δεν έχει ως αντικείμενο την «παροχή τεχνικών υπηρεσιών», όπως περιγράφονται στο άρθρο 2 παρ. 6 περ. (β) και απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι του Προσαρτήματος Γ του ν. 4412/2016, κατά τούτο δε, η κρίση της προσβαλλόμενης πράξης κατά την οποία η Επιτροπή Διενέργειας του διαγωνισμού έπρεπε να συγκροτηθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για τις δημόσιες συμβάσεις «μελετών και παροχής τεχνικών υπηρεσιών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών» (άρθρο 221 παρ. 9 του ν. 4412/2016), είναι εσφαλμένη. Αντιθέτως, αντικείμενο της σύμβασης αποτελεί η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 παρ. 1 περ. 9 (β)του ίδιου νόμου, για τον λόγο δε αυτόν, η συγκρότησή της σύμφωνα με όσα προβλέπονται για τις δημόσιες συμβάσεις «παροχής γενικών υπηρεσιών» είναι νόμιμη


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/307/2016

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης συνάγεται κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής, ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αυτή συνιστά, κατ’ ουσία, απευθείας ανάθεση από το Δήμο στην «... Α.Ε.» μελετών του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 3316/2005, όπως βασίμως υποστηρίζει ο Επίτροπος. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προεχόντως δε, από τον προαναφερόμενο προσδιορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει ότι δεν αφορά σε αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο κοινά εξυπηρετούμενου δημόσιου σκοπού, που όπως προεκτέθηκε απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, προκύπτει ότι η «... ΑΕ» υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο ... (52.890,00 ευρώ), στην εκπόνηση, προς αυτόν, συγκοινωνιακής μελέτης για την ανάπτυξη και τη λειτουργία συγκοινωνιακών υποδομών και διαχείριση του περιβάλλοντος σε σχέση με τα χαρακτηριστικά των μετακινήσεων και τη βιώσιμη αστική κινητικότητα. Μελέτες, που είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα μελετητή και πάροχο, που κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα. Η συμβολή δε του Δήμου ..., που περιορίζεται στην παροχή υποστήριξης, δια του προσωπικού του προς την «... Α.Ε.», αποτελεί δευτερεύον σκέλος της συμφωνίας και δεν αναιρεί το γεγονός ότι η σύμβαση εμπεριέχει απευθείας ανάθεση υπηρεσιών στην εταιρεία, καθόσον η συμμετοχή του Δήμου δεν αποτιμάται οικονομικά ούτε προσαυξάνει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, το οικονομικό αντικείμενο της συμφωνίας, το οποίο έχει μονόδρομη κατεύθυνση προς την «... Α.Ε.», ως τίμημα έναντι των υπηρεσιών που θα παρέχουν τα στελέχη της και εξωτερικοί συνεργάτες. Συνεπώς, τα μέρη δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων, με σκοπό την εκ μέρους τους εκτέλεση κοινής δημόσιας αποστολής, όπως απαιτεί το άρθρο 100 του ν. 3852/2010, αλλά ο Δήμος λειτουργεί ως αναθέτουσα Αρχή, που επιδιώκει την εκτέλεση υπηρεσίας εκ μέρους της «... Α.Ε.». Περαιτέρω, ο Δήμος ... έχει υποτυπώδη συμμετοχή στην επίμαχη ‘’προγραμματική σύμβαση’’, αναλογικά με το συνολικό αντικείμενό της, καθόσον οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται από αυτόν συνιστούν εκ του νόμου ή εκ του Ο.Ε.Υ. αυτού προβλεπόμενες υποχρεώσεις, όπως βασίμως υποστηρίζει ο Επίτροπος με το σχετικό λόγο διαφωνίας του. Επίσης, η απευθείας ανάθεση των ανωτέρω μελετών που συνιστούν μελέτες συγκοινωνιακών έργων και κυκλοφοριακές μελέτες δεν είναι νόμιμη, διότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αποδεικνύεται ότι συντρέχει, εν προκειμένω, μία από τις εξαιρετικές περιπτώσεις που ορίζονται στο άρθρο 10 του ν. 3316/2005 για την προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης για την εκτέλεση του ως άνω αντικειμένου της ελεγχόμενης σύμβασης, ούτε άλλωστε ο Δήμος προβάλλει τέτοιον ισχυρισμό. Έξαλλου, δοθέντος ότι σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία επιλογής αναδόχου, που ανάγεται στο νόμω βάσιμο της σύμβασης, για την οποία εντέλλεται η ελεγχόμενη δαπάνη, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο (Πράξη 304/2015 του Κλιμακίου τούτου), η ως άνω απευθείας ανάθεση θα μπορούσε ενδεχομένως να βρει έρεισμα στη προεκτεθείσα διάταξη του άρθρου 268 του Κ.Δ.Κ., καθόσον αφενός μεν το ποσό της ανάθεσης, 43.000,00 ευρώ χωρίς ΦΠΑ, δεν υπερβαίνει το ποσό των 45.000 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή η απευθείας ανάθεση σε αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία Ο.Τ.Α. εκπόνησης μελέτης ή παροχής υπηρεσιών συναφών ή συνδεόμενων με το αντικείμενο της δραστηριότητάς της, όπως εν προκειμένω, αφετέρου δε οι παρεχόμενες από την ως άνω Επιχείρηση υπηρεσίες συνάδουν με τους καταστατικούς σκοπούς, τους οποίους αυτή επιδιώκει στο πλαίσιο της λειτουργίας της, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νόμου. Εντούτοις, δεν συντρέχει η έτερη προϋπόθεση που θέτει η ανωτέρω διάταξη ως προς το επιτρεπτό της ανάθεσης εκπόνησης μελέτης από το Δήμο σε αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία του, σύμφωνα με την οποία απαιτείται επιπλέον η Επιχείρηση να μπορεί να εκτελέσει την μελέτη με ίδια μέσα, ήτοι με δικό της προσωπικό ή συνεργάτες αντίστοιχου τίτλου σπουδών ή ειδικότητας. Και τούτο διότι, η «... Α.Ε.» δεν είχε, κατά τον κρίσιμο χρόνο της ανάθεσης (δηλ. κατά την υπογραφή της επίμαχης σύμβασης), τη δυνατότητα δι’ ιδίων μέσων (προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής), αυτοτελούς εκτέλεσης των απορρεουσών από αυτήν υποχρεώσεών της (κατ’ ουσίαν, του κύριου συμβατικού αντικειμένου). Για το λόγο άλλωστε αυτό, προβλέφθηκε στην εν λόγω σύμβαση η δυνατότητα συνεργασίας της Επιχείρησης «με εξωτερικούς συνεργάτες» για την εκπόνηση της επίμαχης μελέτης (περ. 4.2.2.) , χρήση της οποίας έγινε κατά τα προαναφερθέντα, αμέσως μετά την υπογραφή της σύμβασής της με το Δήμο, με την πρόσληψη, με συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, των ως άνω 5 εξωτερικών συνεργατών, το κόστος της αμοιβής των οποίων ανήλθε συνολικά σε 28.300 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), δηλ. πλέον του ημίσεος της αμοιβής της Επιχείρησης από την ως άνω σύμβαση ( 43.000 ευρώ), ενώ, κατά τα προεκτεθέντα, ως εκ των ιδιοτήτων τους και της απασχόλησής τους στην Ομάδα έργου, οι ανωτέρω 5 εξωτερικοί συνεργάτες ανέλαβαν κατ’ ουσίαν τη διεκπεραίωση του κύριου συμβατικού αντικειμένου.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/254/2018

Υπερωριακή απασχόλησή: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, κρίνεται ότι η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης καθ’ υπέρβαση των ωρών του υποχρεωτικού ωραρίου από τους φερόμενους ως δικαιούχους υπαλλήλους, κατά το Μάρτιο του 2018 δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον πρώτο λόγο διαφωνίας. Και τούτο διότι η 717/22.01.2018 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΓΝ ........-ΝΜ ........, όπως αυτή συμπληρώνεται από την 567/22.01.2018 εισήγηση της Διοικητικής Διευθύντριας της ΝΜ ........, κατά το μέρος που αφορά στην καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης καθ’ υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου των φερομένων ως δικαιούχων μόνιμων διοικητικών του υπαλλήλων, δεν διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών), που να δικαιολογούν την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων αυτών, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. Αντιθέτως, στην ως άνω απόφαση περιγράφονται συνήθη καθήκοντα του μόνιμου διοικητικού προσωπικού  του Νοσοκομείου, όσον αφορά στην διεκπεραίωση θεμάτων Τμήματος Προσωπικού, θεμάτων Οικονομικού Τμήματος (προϋπολογισμοί, κλείσιμο ταμείου, απολογισμοί, τροποποιήσεις κ.λπ.), θεμάτων Γραφείου Αναπληρωτή Διοικητή και στην αποστολή στοιχείων σχετικά με προϋπολογισμό, απολογισμό, Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), μητρώο δεσμεύσεων, στοιχεία Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.). Περαιτέρω, στην απόφαση αυτή γίνεται γενική και αόριστη αναφορά στην ανάγκη άμεσης ολοκλήρωσης διαγωνισμών, προκειμένου να μην υπάρξει έλλειψη βασικών υλικών και υπηρεσιών του Νοσοκομείου, στην ανάγκη άμεσης εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων και στις ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες και απαιτήσεις σε όλα τα τμήματα όλων των υπηρεσιών του Νοσοκομείου, χωρίς προσδιορισμό του όγκου των συσσωρευθεισών αναγκών και χωρίς να αναφέρεται για ποιο λόγο δεν ήταν δυνατός ο χρονικός προγραμματισμός και η εκτέλεση των σχετικών εργασιών από τους υπηρετούντες διοικητικούς υπαλλήλους του Νοσοκομείου στο πλαίσιο του υποχρεωτικού ωραρίου τους, λαμβανομένης υπόψη και της αύξησης των οργανικών θέσεων μονίμων διοικητικών υπαλλήλων του ΓΝ ........-ΝΜ ........, μετά την ενοποίηση σε αυτό των επιμέρους οργανισμών των διασυνδεόμενων Γενικών Νοσοκομείων Πύργου, ........ και ΓΝ-ΚΥ Κρεστενών (βλ. ΚΥΑ 123888/31.12.2012, ΦΕΚ Β΄3499), ενώ η αναφορά στην έλλειψη προσωπικού λόγω συνταξιοδοτήσεων και αδυναμίας προσλήψεων (διοικητικού κυρίως προσωπικού) κρίνεται αόριστη, καθόσον δεν παρατίθενται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία περί του αριθμού των αποχωρήσεων και των συνεπειών αυτών σε σχέση με το συνολικό δυναμικό των κατά τα ανωτέρω ενοποιημένων Νοσοκομείων. Περαιτέρω, αναφορικώς προς τον, επαλλήλως προβαλλόμενο, δεύτερο λόγο διαφωνίας, η εντελλόμενη με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνη παρίσταται και μη κανονική, κατά το μέρος αυτής που αφορά σε υπερωρίες προγενέστερες της, επισυναφθείσας στα στοιχεία του χρηματικού εντάλματος, 671/13.03.2018  απόφαση ανάληψης υποχρέωσης έτους 2018, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 66 παρ. 1 και 2 του ν. 4270/2014 και 2 του π.δ/τος 80/2016, μη δυναμένης της εν λόγω κρίσης να διαφοροποιηθεί εκ της προσκομίσεως της 3561/02.01.2018 απόφαση ανάληψης υποχρέωσης, η οποία δεν προκύπτει ότι αφορά στις εντελλόμενες με το υπό έλεγχο χρηματικό ένταλμα υπερωρίες. 


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/254/2018

Υπερωριακή απασχόληση:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, κρίνεται ότι η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης καθ’ υπέρβαση των ωρών του υποχρεωτικού ωραρίου από τους φερόμενους ως δικαιούχους υπαλλήλους, κατά το Μάρτιο του 2018 δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον πρώτο λόγο διαφωνίας. Και τούτο διότι η 717/22.01.2018 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΓΝ .....-ΝΜ ....., όπως αυτή συμπληρώνεται από την 567/22.01.2018 εισήγηση της Διοικητικής Διευθύντριας της ΝΜ ....., κατά το μέρος που αφορά στην καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης καθ’ υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου των φερομένων ως δικαιούχων μόνιμων διοικητικών του υπαλλήλων, δεν διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών), που να δικαιολογούν την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων αυτών, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. Αντιθέτως, στην ως άνω απόφαση περιγράφονται συνήθη καθήκοντα του μόνιμου διοικητικού προσωπικού  του Νοσοκομείου, όσον αφορά στην διεκπεραίωση θεμάτων Τμήματος Προσωπικού, θεμάτων Οικονομικού Τμήματος (προϋπολογισμοί, κλείσιμο ταμείου, απολογισμοί, τροποποιήσεις κ.λπ.), θεμάτων Γραφείου Αναπληρωτή Διοικητή και στην αποστολή στοιχείων σχετικά με προϋπολογισμό, απολογισμό, Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), μητρώο δεσμεύσεων, στοιχεία Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.). Περαιτέρω, στην απόφαση αυτή γίνεται γενική και αόριστη αναφορά στην ανάγκη άμεσης ολοκλήρωσης διαγωνισμών, προκειμένου να μην υπάρξει έλλειψη βασικών υλικών και υπηρεσιών του Νοσοκομείου, στην ανάγκη άμεσης εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων και στις ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες και απαιτήσεις σε όλα τα τμήματα όλων των υπηρεσιών του Νοσοκομείου, χωρίς προσδιορισμό του όγκου των συσσωρευθεισών αναγκών και χωρίς να αναφέρεται για ποιο λόγο δεν ήταν δυνατός ο χρονικός προγραμματισμός και η εκτέλεση των σχετικών εργασιών από τους υπηρετούντες διοικητικούς υπαλλήλους του Νοσοκομείου στο πλαίσιο του υποχρεωτικού ωραρίου τους, λαμβανομένης υπόψη και της αύξησης των οργανικών θέσεων μονίμων διοικητικών υπαλλήλων του ΓΝ .....-ΝΜ ....., μετά την ενοποίηση σε αυτό των επιμέρους οργανισμών των διασυνδεόμενων Γενικών Νοσοκομείων Πύργου, ..... και ΓΝ-ΚΥ Κρεστενών (βλ. ΚΥΑ 123888/31.12.2012, ΦΕΚ Β΄3499), ενώ η αναφορά στην έλλειψη προσωπικού λόγω συνταξιοδοτήσεων και αδυναμίας προσλήψεων (διοικητικού κυρίως προσωπικού) κρίνεται αόριστη, καθόσον δεν παρατίθενται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία περί του αριθμού των αποχωρήσεων και των συνεπειών αυτών σε σχέση με το συνολικό δυναμικό των κατά τα ανωτέρω ενοποιημένων Νοσοκομείων. Περαιτέρω, αναφορικώς προς τον, επαλλήλως προβαλλόμενο, δεύτερο λόγο διαφωνίας, η εντελλόμενη με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνη παρίσταται και μη κανονική, κατά το μέρος αυτής που αφορά σε υπερωρίες προγενέστερες της, επισυναφθείσας στα στοιχεία του χρηματικού εντάλματος, 671/13.03.2018  απόφαση ανάληψης υποχρέωσης έτους 2018, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 66 παρ. 1 και 2 του ν. 4270/2014 και 2 του π.δ/τος 80/2016, μη δυναμένης της εν λόγω κρίσης να διαφοροποιηθεί εκ της προσκομίσεως της 3561/02.01.2018 απόφαση ανάληψης υποχρέωσης, η οποία δεν προκύπτει ότι αφορά στις εντελλόμενες με το υπό έλεγχο χρηματικό ένταλμα υπερωρίες.


ΕλΣυν/ΤμVI/3558/2009

Από τις ανωτέρω διατάξεις του π.δ.60/2007, με το οποίο προσαρμόστηκε η ελληνική νομοθεσία περί δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών προς τις διατάξεις της οικείας κοινοτικής οδηγίας (2004/18/ΕΚ), συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι μία αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να συνάπτει τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών κατά κανόνα με τη διαδικασία του ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού και μόνο κατ’ εξαίρεση με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης. Οι περιπτώσεις της κατ’ εξαίρεση δυνατότητας σύναψης των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση σχετικής προκήρυξης διαγωνισμού, παρατίθενται στο άρθρο 25 του π.δ.60/2007, ενώ παράλληλα τέτοια δυνατότητα αναγνωρίζεται και στο άρθρο 24 παρ. 1 περ. α΄ εδάφιο β του ως άνω π.δ.. Κατά τα παγίως κριθέντα από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.), οι διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών, όπως αυτές που αφορούν στην ανάθεση με διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, οι οποίες εισάγουν παρεκκλίσεις από την εφαρμογή των κανόνων που διέπουν την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά, το δε βάρος απόδειξης ότι συντρέχουν πράγματι οι εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την παρέκκλιση φέρει εκείνος ο οποίος τις επικαλείται (βλ. Δ.Ε.Κ.: απόφαση της 14.9.2004, Υπόθεση C-385/02, απόφαση της 18.5.1995, Υπόθεση C-57/94, απόφαση της 12.1.1994, Υπόθεση C-296/92, απόφαση της 17.11.1993, Υπόθεση C-71/02, απόφαση της 10.3.1987, Υπόθεση C-199/85). Στα πλαίσια αυτά, με τις διατάξεις του άρθρου 25 παρ.1 περ. α΄ του π.δ.60/2007, παρέχεται η δυνατότητα στις αναθέτουσες αρχές να χρησιμοποιούν τη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις: α) έχει προηγηθεί προκήρυξη διαγωνισμού, β) καμία προσφορά δεν υποβλήθηκε ή καμία από τις υποβληθείσες προσφορές δεν ήταν κατάλληλη και γ) δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιαστικά οι αρχικοί όροι της σύμβασης, ενώ με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 περ. α΄ εδ. β΄ του ίδιου π.δ., η ίδια δυνατότητα (προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού) δίδεται στις αναθέτουσες αρχές, όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) έχει προηγηθεί προκήρυξη διαγωνισμού, β) υποβλήθηκαν μη κανονικές προσφορές ή κατατέθηκαν απαράδεκτες προσφορές, γ) δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιαστικά οι αρχικοί όροι της σύμβασης και δ) στη διαδικασία με διαπραγμάτευση περιλαμβάνονται όλοι οι προσφέροντες που πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 43 έως 50 και οι οποίοι είχαν υποβάλει παραδεκτές προσφορές κατά τον προηγηθέντα διαγωνισμό. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι προσφορά που κατατέθηκε στην προηγηθείσα της διαπραγμάτευσης ανοικτή ή κλειστή διαδικασία διαγωνισμού νοείται ως «ακατάλληλη» όταν το περιεχόμενό της δεν έχει καμία σχέση με τις υπό ανάθεση υπηρεσίες και δεν μπορεί, συνεπώς, να ανταποκριθεί στις ανάγκες της αναθέτουσας αρχής, όπως αυτές καθορίστηκαν στα έγγραφα (τεχνικές προδιαγραφές) του διαγωνισμού (βλ. Δ.Ε.Κ. απόφαση της 4.6.2009, Υπόθεση C-250/07, Πράξη VI Τμ.Ε.Σ. 44/2007), για το λόγο δε αυτό η υποβολή «ακατάλληλης» προσφοράς εξομοιώνεται με τη μη υποβολή προσφοράς. Όσον αφορά δε στην έννοια της «μη κανονικής» προσφοράς του άρθρου 24 παρ. 1 περ. α΄ του π.δ.60/2007, η υποβολή τέτοιας προσφοράς εξομοιώνεται με την υποβολή απαράδεκτης προσφοράς. Τούτο σαφώς συνάγεται από τη γραμματική ερμηνεία των ως άνω διατάξεων, καθόσον υφίσταται συνάρτηση, αφενός μεταξύ της περίπτωσης απουσίας προσφοράς και της περίπτωσης υποβολής ακατάλληλης προσφοράς, αφετέρου μεταξύ της περίπτωσης υποβολής απαράδεκτης (σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τηρουμένων των οριζομένων στις διατάξεις των άρθρων 28, 39 έως 52 και 55 του π.δ.60/2007) προσφοράς και εκείνης της υποβολής μη κανονικής προσφοράς, οι οποίες προβλέπεται ότι μπορούν, εναλλακτικά, να αποτελέσουν λόγο απευθείας ανάθεσης. Οι περιπτώσεις αυτές είναι ισοδύναμες όχι μόνον όσον αφορά στις συνέπειες που απορρέουν από αυτές, αλλά και όσον αφορά στις δυσκολίες που συνεπάγονται για τον αναθέτοντα φορέα, δεδομένου ότι είτε δεν καλύπτονται οι σχετικές με τις υπό ανάθεση υπηρεσίες ανάγκες λόγω μη συμβατότητας των υποβληθεισών προσφορών με τις τεχνικές προδιαγραφές, είτε δεν πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις που τίθενται από το νόμο ή τη διακήρυξη σχετικά με τη συμμετοχή στο διαγωνισμό και την υποβολή παραδεκτής προσφοράς. Επομένως, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να συνάψει σύμβαση ανάθεσης υπηρεσιών χωρίς να ακολουθήσει τη συνήθη διαδικασία διαγωνισμού, μόνον εάν οι προσφορές που υποβλήθηκαν είναι «ακατάλληλες» ή «μη κανονικές», στην κατηγορία δε των προσφορών αυτών δεν εμπίπτουν σε καμία περίπτωση οι οικονομικά «μη συμφέρουσες» για την αναθέτουσα αρχή προσφορές. Τέλος, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού και στην προβλεπόμενη στο άρθρο 25 παρ. 1 περ. γ΄ του π.δ.60/2007 περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης, μη απορρέ