Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

2/25248/0023Α/2013

Τύπος: Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2187/1994
ΦΕΚ: 583/Β/13.03.2013

Καθορισμός ενιαίων κανόνων τροποποίησης με συλλογικές διαδικασίες των τίτλων έκδοσης του Ελληνικού Δημοσίου με αρχικά προσδιορισθείσα ημερομηνία λήξης μεγαλύτερη του ενός έτους (Κανόνες Συλλογικής Δράσης).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΔΚΕΚΑ Β 1054441/2021

*Κοινοποίηση Απόφασης 1/2021 του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΕ-Ιορδανίας της 15ης Απριλίου 2021 για την τροποποίηση της ευρωμεσογειακής συμφωνίας περί συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Χασεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας, αφετέρου, με την αντικατάσταση του πρωτοκόλλου 3 αυτής σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» και τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας. *Συνοπτική παρουσίαση της Περιφερειακής Σύμβασης για τους πανευρωμεσογειακούς προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής και της θέσπισης τροποποιημένου συνόλου κανόνων οι οποίοι θα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν διμερώς ως εναλλακτικοί κανόνες καταγωγής (μέσω της τροποποίησης /αντικατάστασης των πρωτοκόλλων καταγωγής) αντί των κανόνων που προβλέπονται στη περιφερειακή σύμβαση, εν αναμονή της οριστικοποίησης και της έναρξης ισχύος της τροποποίησης της περιφερειακής σύμβασης ΑΔΑ: 633Ρ46ΜΠ3Ζ-99Γ


Ε.2174/2021

Κοινοποίηση Αποφάσεων σχετικά με τη θέση που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά την τροποποίηση των πρωτοκόλλων των συμφωνιών της ΕΕ και των αντίστοιχων συμβαλλόμενων μερών, σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» και τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας με σκοπό την θέσπιση τροποποιημένου συνόλου κανόνων (μεταβατικοί κανόνες) οι οποίοι θα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν διμερώς ως εναλλακτικοί κανόνες καταγωγής αντί των κανόνων που προβλέπονται στη περιφερειακή σύμβαση, εν αναμονή της οριστικοποίησης και της έναρξης ισχύος της τροποποίησης της περιφερειακής σύμβασης ΑΔΑ: Ψ1Φ046ΜΠ3Ζ-6ΝΡ


ΕΣ/Τ6/19/2007

Από το συνδυασμό των προεκτεθεισών διατάξεων, με τις οποίες θεσπίζονται οι κανόνες δημοσιότητας που πρέπει να τηρούνται για τη σύναψη σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας, προκύπτει ότι σε περίπτωση μετάθεσης της αρχικά καθορισθείσας με την προκήρυξη καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής των προσφορών δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς τροποποίηση των όρων της διακήρυξης, υφίσταται υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής, μεταξύ άλλων, να αποστείλει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετική ανακοίνωση, με την οποία να γνωστοποιείται η νέα καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών. Η τήρηση των ως άνω μνησθέντων κανόνων αποσκοπεί στην ανάπτυξη υγιούς και ελεύθερου ανταγωνισμού, με την όσο το δυνατόν ευρύτερη γνωστοποίηση του διενεργούμενου διαγωνισμού και υποβολή προσφορών από ικανό αριθμό υποψηφίων. Περαιτέρω, συνάγεται ότι η αναθέτουσα αρχή που διενεργεί διαγωνισμό δημόσιας υπηρεσίας, η οποία περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΒ του π.δ/τος 346/1998, οφείλει ομοίως να τηρήσει όλους τους προαναφερόμενους κανόνες δημοσιότητας, στην περίπτωση που στην προκήρυξη αναφέρει ότι συμφωνεί με τη δημοσίευση αυτής (Πράξη VI Τμ. 219/2006).


ΕλΣυν/Τμ.6/263/2011

Συμπληρωματική σύμβάση.Οι ανωτέρω διατάξεις (άρθρο 57 του ν. 3669/2008) έχουν την έννοια ότι η προσφυγή σε κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημοσίου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης, η οποία επιτρέπεται για την εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών που δεν υπερβαίνουν το 50% του ποσού της κύριας σύμβασης από τον ανάδοχο του αρχικού έργου, όταν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ως προς τις συμπληρωματικές εργασίες : α) αφορούν το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικά συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση του έργου, όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους από αυτή, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Περαιτέρω, οι ως άνω διατάξεις, λόγω του ότι επιτρέπουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που σκοπό έχουν να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα άσκησης των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από την κείμενη νομοθεσία στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος απόδειξης περί του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις, που δικαιολογούν την εφαρμογή τους, το φέρει όποιος τις επικαλείται (Δ.Ε.Κ. απόφαση της 17.09.1998, C-323/96 Επιτροπή κατά Βελγίου, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 28.03.1996, C-318/1994 Επιτροπή κατά Γερμανίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.05.1995, C-57/94 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.03.1992, C-24/91 Επιτροπή κατά Ισπανίας). Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία, μολονότι κατά την εκπόνηση της μελέτης δημοπράτησης του έργου καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής και να ενταχθούν στο αρχικό έργο και τη συναφθείσα σύμβαση. Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες» οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (E.Σ. 2069/2010 κ.α.). Ομοίως δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις η εφαρμογή νέων κανονισμών και κανόνων, συνεπεία των οποίων δεν τροποποιείται η όλη κατασκευή και οι οποίοι καθιερώθηκαν ως υποχρεωτικοί μετά την ανάθεση του έργου, καθώς και παραλείψεις ή σφάλματα της προμέτρησης της μελέτης καθόσον οι εργασίες, που οφείλονται στα ανωτέρω, καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλιο των απροβλέπτων που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση (βλ. Πρ. Ε΄ Κλιμ. 308, 350/2010). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (Ε.Σ. 2066, 285, 136/2010).


ΕΣ/Τ6/92/2011

Η κατάρτιση συμπληρωματικών συμβάσεων με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημοσίου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης εκτέλεσης εργασιών και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, αφού συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας συμμετοχής στις διαδικασίες για την κατάρτιση δημοσίων συμβάσεων και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Ως συμπληρωματικές εργασίες θεωρούνται εκείνες, για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το έργο και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικά συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, που δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου υπήρξε πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής και να ενταχθούν στο αρχικό έργο και τη συναφθείσα σύμβαση. Οι περιστάσεις που επικαλείται για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου η αναθέτουσα αρχή, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης (βλ. αποφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 2066/2010, 3359, 3357, 2502, 1780/2009), δεν πρέπει να απορρέουν από δική της ευθύνη (βλ. απόφ. VI Τμ. 707/2010). Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες» οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, με ανώτερα ποιοτικώς υλικά ή με μεθόδους μη προδιαγραφόμενες στα οικεία συμβατικά τεύχη, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων, κατά την υποβολή της προσφοράς τους, και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (βλ. πράξεις VI Τμ. Ελ. Συν. 98, 192, 197, 216 και 232/2006, 108/2007, 2069/2010). Ομοίως δεν αποτελούν απρόβλεπτες περιστάσεις η εφαρμογή νέων κανονισμών και κανόνων, συνεπεία των οποίων δεν τροποποιείται η όλη κατασκευή και οι οποίοι καθιερώθηκαν ως υποχρεωτικοί μετά την ανάθεση του έργου, οι παραλείψεις ή σφάλματα της προμέτρησης της μελέτης καθώς και απαιτήσεις της κατασκευής για την αρτιότητα και λειτουργικότητα της οποίας καθίστανται απαραίτητες συμπληρωματικές εργασίες, καθόσον οι εργασίες αυτές, καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλιο των απροβλέπτων, που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση. Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (βλ. αποφ. VI Τμ Ελ. Συν. 2066, 285-6, 136/2010).


ΕλΣυν/Τμ.4/3/2010

Αίτηση ανάκλησης πράξης. Με τις προμνησθείσες διατάξεις ( αρθρο 8 ν.1418/1984) ρυθμίζεται ο τρόπος διάθεσης του κονδυλίου των απρόβλεπτων δαπανών της εργολαβικής σύμβασης, με σκοπό την αποτροπή υπέρβασης του προϋπολογισμού του έργου και τη διασφάλιση του οικονομικού θεμελίου της σύμβασης. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι με τα απρόβλεπτα καλύπτονται κατ’ αρχήν δαπάνες, οι οποίες δεν είχαν περιληφθεί στην αρχική σύμβαση, είτε διότι προέκυψαν από τη μεταβολή των κανονισμών και κανόνων που διέπουν την κατασκευή του έργου μετά την κατάρτιση της σύμβασης αυτής, όπως συμβαίνει λ.χ. στην περίπτωση καθιέρωσης ως υποχρεωτικού νέου αντισεισμικού κανονισμού ή αλλαγής του συντελεστή του Φ.Π.Α. διαρκούσης της εκτέλεσης του έργου, είτε εξαιτίας σφαλμάτων της μελέτης, όσον αφορά τις απαιτούμενες ποσότητες των προβλεπόμενων από τη σύμβαση εργασιών. Περαιτέρω, μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 3621/2007, το ίδιο κονδύλιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για συμπληρωματικές εργασίες, απαραίτητες για την αρτιότητα και λειτουργικότητα του έργου, τούτο, όμως, υπό τη διπλή προϋπόθεση αφενός οι εργασίες αυτές να μην μπορούσαν αντικειμενικώς να προβλεφθούν, παρά το ότι η μελέτη, με την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, ήταν στο μέτρο του δυνατού πλήρης και ακριβής και για την εκπόνησή της είχαν τηρηθεί οι σχετικές προδιαγραφές, αφετέρου να μην τροποποιείται με τις χρηματοδοτούμενες από τα απρόβλεπτα εργασίες το «βασικό σχέδιο» του έργου, η όλη κατασκευή, δηλαδή, και τα διακριτά της στοιχεία, όπως προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση, εφόσον, διαφορετικά, θα επρόκειτο για ανεπίτρεπτη εκ των υστέρων μεταβολή του τεχνικού αντικειμένου του έργου, η οποία δεν ήταν γνωστή στους ενδιαφερόμενους για τη ανάληψή του εργολήπτες και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης ανάδοχου. Κατά δε τα λοιπά, εξακολουθεί να ισχύει η διάταξη του άρθρου 43 παρ. 2 του π.δ/τος 609/1985, η οποία απαιτεί τη σύνταξη Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (ΑΠΕ) για τη ανάλωση του κονδυλίου των απροβλέπτων, χωρίς, ωστόσο, τον τιθέμενο από την τελευταία αυτή διάταξη περιορισμό να μην περιλαμβάνει ο εν λόγω ΑΠΕ συμπληρωματικές εργασίες, αφού, όπως προεκτέθηκε, η επελθούσα με το ν. 3621/2007 μεταβολή, η οποία καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη εφαρμογής του διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης έργων, συνίστατο ακριβώς στο επιτρεπτό της διάθεσης των απροβλέπτων και για τέτοιες εργασίες (βλ. την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού και Πρ. VII Τμ. 84/2009 και IV Τμ. 204/2009). …Ο ως άνω λόγος ανάκλησης, όμως, δεν ευσταθεί, δοθέντος ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, όταν το κονδύλιο των απροβλέπτων διατίθεται, όχι σε συμμόρφωση με επιγενόμενους κανονισμούς και κανόνες ή προς επανόρθωση σφαλμάτων σχετικά με τις ποσότητες των αρχικά προβλεπόμενων εργασιών, αλλά για την προσθήκη νέων εργασιών, όπως οι επίμαχες, απαιτείται οι επιπλέον εργασίες να μην ήταν εξ αντικειμένου δυνατόν να ληφθούν εγκαίρως υπόψη και να συμπεριληφθούν στο τεχνικό αντικείμενο του έργου, οι δε αναφερόμενες στην πληρότητα της μελέτης προδιαγραφές είναι προφανώς εκείνες που, κατά την επιστήμη και της τέχνη, πρέπει να τηρηθούν για το άρτιο της κατασκευής, και όχι αυτές με βάση τις οποίες κάθε Αναθέτουσα Αρχή προβαίνει στις αναθέσεις των έργων της. Αντιθέτως, βάσιμος παρίσταται ο λόγος ανάκλησης, με τον οποίον υποστηρίζεται ότι νομίμως ανατέθηκαν οι εργασίες της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης του ελεγχόμενου έργου. Τούτο διότι … με συνέπεια, ως εκ της αιφνίδιας και άνευ υπαιτιότητας του Οργανισμού μεταβολής των τεχνικών παραδοχών με βάση τις οποίες είχε εκπονηθεί η μελέτη, να στοιχειοθετείται εν προκειμένω απρόβλεπτη περίσταση που δικαιολογεί κατά νόμο τη σύναψη της συμπληρωματικής σύμβασης.


ΕΣ/ΤΜ.6/2515/2016

Προμήθεια αεροπορικού καυσίμου...Με την υπό κρίση αίτηση και κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου αυτής προβάλλεται ότι: Α) η επαύξηση κατά ποσοστό 15% της ποσότητας του υπό προμήθεια καυσίμου κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της 6/2015 σύμβασης συνιστά άσκηση δικαιώματος προαίρεσης, που προβλέπεται στα άρθρα 10 παρ.1α του Παραρτήματος Α και 6 παρ. 5 του Παραρτήματος Β της διακήρυξης, που έχουν ενσωματωθεί ως όροι στη σύμβαση (βλ. Παράρτημα Γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παρ. 2 αυτής (όπου οι προς προμήθεια ποσότητες αναφέρονται ως «εκτιμώμενες»), το οποίο η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ασκήσει κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, αφού δεν το άσκησε κατά την κατακύρωση, εφόσον υπάρξουν επιτακτικές ανάγκες και υπό την προϋπόθεση της μη υπέρβασης του ορίου του ποσοστού 15%. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον, σύμφωνα με τους προαναφερόμενους όρους της διακήρυξης και του σχεδίου σύμβασης η αναθέτουσα αρχή έχει το δικαίωμα να αυξήσει την προκηρυχθείσα ποσότητα κατά ποσοστό 15% μόνο κατά το στάδιο της κατακύρωσης του διαγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 21 του π.δ/τος 118/2007, ενώ δεν προβλέπεται δικαίωμα της αναθέτουσας αρχής περί επαύξησης της ποσότητας του προς προμήθεια καυσίμου κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, ήτοι δικαίωμα προαιρέσεως επαρκώς ποσοτικά και ποιοτικά προσδιορισμένο και νόμιμα δημοσιευμένο (ΕΣ Τμ. Μειζ.-Επταμ. Συνθ. 992/2011, VI Tμ. 6634, 6062/2015, 216/2014). Β) Η τροποποίηση της σύμβασης είναι νόμιμη, καθόσον αφενός συντρέχει αντικειμενικά δικαιολογημένη περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 24 του π.δ/τος 118/2007 για την κάλυψη των επιτακτικών αναγκών της Πολεμικής Αεροπορίας για την προμήθεια καυσίμου στο πλαίσιο εκτέλεσης του έργου της αεροπυρόσβεσης, αφετέρου δεν επέρχεται αύξηση της αρχικής προϋπολογιζόμενης δαπάνης, αφού η αξία της πρόσθετης προμήθειας θα εξοφληθεί από το αναμενόμενο διαθέσιμο υπόλοιπο του προϋπολογισμού. Ο λόγος αυτός προβάλλεται αλυσιτελώς, καθόσον ακόμη και εάν υποτεθεί ότι πράγματι συντρέχει εν προκειμένω αντικειμενικά δικαιολογημένη περίπτωση, η τροποποίηση της σύμβασης κατ’ εφαρμογή της ως άνω διάταξης είναι μη νόμιμη, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΑ, αφού αφορά σε ουσιώδη όρο αυτής, ήτοι στην ποσότητα του προς προμήθεια αγαθού, έστω και αν από την τροποποίηση αυτή δεν προκαλείται οικονομική επιβάρυνσης της αναθέτουσας αρχής. Άλλωστε, όπως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο, η πτώση της τιμής των καυσίμων είναι στοιχείο υποθετικό, συγκυριακό και συμπτωματικό και σκοπός κάθε μειοδοτικής διαγωνιστικής διαδικασίας προμήθειας δεν είναι να εξαντληθεί η προϋπολογιζόμενη δαπάνη, αλλά να πραγματοποιηθεί η ζητούμενη προμήθεια με τη μεγαλύτερη δυνατή εξοικονόμηση πόρων. Γ) Συντρέχει επιτακτική ανάγκη για την προμήθεια αεροπορικού καυσίμου για την κίνηση των πυροσβεστικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, καθόσον i) το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας δια του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας σύμφωνα με το άρθρο 7 της ΚΥΑ 12030/Φ.109.1/1999 (ΦΕΚ Β΄ 713) επιτελεί καίριο ρόλο στο έργο της αεροπυρόσβεσης με τη διάθεση εναέριων και επίγειων μέσων, ελικοπτέρων κ.λπ. και συνεπικουρεί το Πυροσβεστικό Σώμα, ii) τα πυροσβεστικά αεροσκάφη συνεχίζουν το πτητικό τους έργο και μετά τη λήξη της αντιπυρικής περιόδου και iii) ο υπό εξέλιξη διαγωνισμός (Δ. 22/2016) για την προμήθεια 7.787.260 λίτρων του ιδίου άνω καυσίμου βαίνει προς ματαίωση και επανάληψη λόγω υποβολής μη συμφέρουσας οικονομικής προσφοράς. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΒ, καθόσον δεν προκύπτει η συνδρομή των εξαιρετικών προϋποθέσεων για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Τούτο δε διότι αφενός δεν συντρέχει κατεπείγουσα ανάγκη για την κίνηση των πυροσβεστικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας λόγω της λήξης της αντιπυρικής περιόδου, αφετέρου το γεγονός της επικείμενης ματαίωσης του εν εξελίξει διαγωνισμού με το ίδιο αντικείμενο που επικαλείται η αναθέτουσα αρχή ούτε απρόβλεπτο είναι, ούτε ανάγεται εκτός σφαίρας δράσης και ευθύνης της. Ε) Τέλος, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι τα αρμόδια όργανα του αιτούντος συγγνωστώς και χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης του νόμου υπέλαβαν ότι διατηρούσαν το δικαίωμα αύξησης των ποσοτήτων και κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης. Ο ως άνω λόγος πρέπει να απορριφθεί ομοίως ως αβάσιμος, λόγω της σαφήνειας των σχετικών όρων της διακήρυξης και του σχεδίου σύμβασης.


ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/197/2022

Προμήθεια πετρελαίου κίνησης:Από τα ανωτέρω πραγματικά δεδομένα προκύπτει ότι σκοπός της αρχικής σύμβασης ήταν η κάλυψη των αναγκών της Κοινωφελούς Επιχείρησης Αθλητισμού, Πολιτισμού και Περιβάλλοντος του Δήμου ..... σε πετρέλαιο κίνησης για την θέρμανση των κολυμβητικών δεξαμενών για τέσσερα έτη. Εν τούτοις, λαμβανομένου υπ’όψιν του γεγονότος ότι παγίως σε παρόμοιες συμβάσεις οι προμήθειες διενεργούνται με βάση τις ισχύουσες κατά το χρόνο παράδοσης των καυσίμων τιμές, τόσο στη Διακήρυξη όσο και στην αρχική σύμβαση η προς προμήθεια ποσότητα και η σχετική δαπάνη έχουν τεθεί συνολικά για τέσσερα έτη, χωρίς επιμερισμό ανά έτος, ενώ ως όριο διάρκειας της σύμβασης έχει τεθεί, κατά το άρθρο 2 αυτής, η   14η. 12.2025. Εξάλλου, ούτε από την οικεία μελέτη (19/2021) προκύπτει ότι η προϋπολογισθείσα ποσότητα πετρελαίου κίνησης (180.000 λίτρα) αφορά αποκλειστικά στο έτος 2022. Τούτων δοθέντων, δεν νοείται εν προκειμένω για τη διασφάλιση της προμήθειας των κατά την αναθέτουσα Αρχή απαιτούμενων για το έτος 2022 ποσοτήτων πετρελαίου κίνησης, η σύναψη τροποποιητικής σύμβασης με επαύξηση της συμβατικής δαπάνης, λόγω της ανυπαρξίας κατανομής ποσοτήτων μεταξύ των ετών 2022-2025. Η κρίση αυτή ισχύει ανεξαρτήτως της συνδρομής της προβλεπόμενης στο άρθρο 132 παρ. 1γ΄ του ν. 4412/2016 απρόβλεπτης περίστασης, η οποία συνίσταται στην αύξηση των τιμών των καυσίμων που κατά τα κοινώς γνωστά έχει παρατηρηθεί κατά το τρέχον έτος και εκφεύγει της σφαίρας ελέγχου της αναθέτουσας Αρχής, καθώς για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης τίθεται σωρευτικά ως προϋπόθεση η τροποποίηση να μην αποσκοπεί στην αποφυγή εφαρμογής των διατάξεων του νόμου για τις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων. Τέτοια αποφυγή εφαρμογής των περί ανάθεσης διατάξεων του ν. 4412/2016 συνιστά και η επιλογή σύναψης τροποποιητικής σύμβασης με επαύξηση του οικονομικού αντικειμένου, όταν τα κονδύλια της σύμβασης δεν έχουν εισέτι αναλωθεί. Άλλωστε, η ορθολογική διαχείριση του προϋπολογισμού και η τήρηση του πνεύματος των διατάξεων του ν. 4412/2016 υπέρ της ανάπτυξης ανταγωνισμού στη σύναψη των δημόσιων συμβάσεων, υπηρετούνται με την κατά το δυνατόν πιο σύντομη λήξη των υφιστάμενων συμβάσεων, οι οποίες έχουν στηριχθεί σε δεδομένα τιμών μη ανταποκρινόμενα στην υφιστάμενη κατάσταση της αγοράς καυσίμων. Γενικότερα δε, σε περιπτώσεις συμβάσεων που καλύπτουν πάγιες και επαναλαμβανόμενες ανάγκες δεν νοείται η σύναψη τροποποιητικών συμβάσεων με επέκταση του οικονομικού αντικειμένου, καθώς ακόμα και αν το συμβατικό αντάλλαγμα αναλώνεται πριν το χρονικό σημείο που είχε αρχικά τεθεί ως σημείο λήξης της διάρκειας της σύμβασης, οι αναθέτουσες Αρχές δύνανται με ορθό προγραμματισμό να εκκινούν έγκαιρα νέες διαδικασίες αναθέσεων, ώστε να μην τίθεται ζήτημα παράκαμψης των σχετικών διατάξεων του ν. 4412/2016. Συνεπώς, εν προκειμένω, η αναθέτουσα Αρχή δύναται να καλύψει τις ανάγκες της για το έτος 2022 με απορρόφηση, μέσω του τρέχοντος προϋπολογισμού, των κονδυλίων που έχουν προβλεφθεί να διατεθούν συνολικά για τα έτη 2022-2025, σε περίπτωση δε που οι τιμές των καυσίμων διατηρηθούν για μακρύ χρόνο σε υψηλά επίπεδα, γεγονός που συνεπάγεται τη λήξη της σχετικής σύμβασης προ της 14ης.12.2025, δύναται να προκηρύξει έγκαιρα νέο διαγωνισμό για την κάλυψη των μελλοντικών αναγκών της. Πέραν των ανωτέρω, η αναγκαιότητα της επίμαχης τροποποίησης δεν αιτιολογείται επαρκώς, δεδομένου ότι, αν συνεκτιμηθεί η συμβατική (άρθρο 9) πρόβλεψη περί επαύξησης του συμβατικού αντικειμένου κατά 20%, η οποία ακριβώς τέθηκε προς κάλυψη της διαφαινόμενης αυξητικής τάσης των τιμών των καυσίμων, κατά την ανωτέρω εισήγηση της Επιτροπής παρακολούθησης και παραλαβής προμηθειών, η αναθέτουσα Αρχή δύναται διά της ενεργοποίησής της και με βάση την τρέχουσα τιμή καυσίμων να προμηθευτεί ακόμα 64.382 λίτρα πετρελαίου κίνησης, ήτοι συνολικά (109.962 + 64.382) 174.344 λίτρα του οικείου καυσίμου, ποσότητα, η οποία εν πολλοίς προσεγγίζει τη συνολική και σχετικώς προϋπολογισθείσα για 4 έτη ποσότητα των 180.000 λίτρων. Κατά τούτο, λαμβάνοντας υπ’όψιν ότι η προϋπολογισθείσα ποσότητα των 180.000 λίτρων προκύπτει από την οικεία μελέτη να αφορά σε χρονική διάρκεια τεσσάρων ετών, η αναθέτουσα Αρχή δεν τεκμηριώνει με επάρκεια γιατί τα υπολειπόμενα (180.000-174.344) 5.656 λίτρα πετρελαίου κίνησης καθιστούν αδύνατη τη λειτουργία του κολυμβητηρίου ακόμη και γι’αυτό το έτος 2022, πόσον μάλλον για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την προκήρυξη νέας αντίστοιχης διαγωνιστικής διαδικασίας, κατά τα προεκτεθέντα.


ΕΣ/ΤΜ.6/2515/2016

Προμήθεια αεροπορικού καυσίμου..ζητείται η ανάκληση της 167/2016 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου,Με την υπό κρίση αίτηση και κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου αυτής προβάλλεται ότι: Α) η επαύξηση κατά ποσοστό 15% της ποσότητας του υπό προμήθεια καυσίμου κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της 6/2015 σύμβασης συνιστά άσκηση δικαιώματος προαίρεσης, που προβλέπεται στα άρθρα 10 παρ.1α του Παραρτήματος Α και 6 παρ. 5 του Παραρτήματος Β της διακήρυξης, που έχουν ενσωματωθεί ως όροι στη σύμβαση (βλ. Παράρτημα Γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παρ. 2 αυτής (όπου οι προς προμήθεια ποσότητες αναφέρονται ως «εκτιμώμενες»), το οποίο η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ασκήσει κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, αφού δεν το άσκησε κατά την κατακύρωση, εφόσον υπάρξουν επιτακτικές ανάγκες και υπό την προϋπόθεση της μη υπέρβασης του ορίου του ποσοστού 15%. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον, σύμφωνα με τους προαναφερόμενους όρους της διακήρυξης και του σχεδίου σύμβασης η αναθέτουσα αρχή έχει το δικαίωμα να αυξήσει την προκηρυχθείσα ποσότητα κατά ποσοστό 15% μόνο κατά το στάδιο της κατακύρωσης του διαγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 21 του π.δ/τος 118/2007, ενώ δεν προβλέπεται δικαίωμα της αναθέτουσας αρχής περί επαύξησης της ποσότητας του προς προμήθεια καυσίμου κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, ήτοι δικαίωμα προαιρέσεως επαρκώς ποσοτικά και ποιοτικά προσδιορισμένο και νόμιμα δημοσιευμένο (ΕΣ Τμ. Μειζ.-Επταμ. Συνθ. 992/2011, VI Tμ. 6634, 6062/2015, 216/2014). Β) Η τροποποίηση της σύμβασης είναι νόμιμη, καθόσον αφενός συντρέχει αντικειμενικά δικαιολογημένη περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 24 του π.δ/τος 118/2007 για την κάλυψη των επιτακτικών αναγκών της Πολεμικής Αεροπορίας για την προμήθεια καυσίμου στο πλαίσιο εκτέλεσης του έργου της αεροπυρόσβεσης, αφετέρου δεν επέρχεται αύξηση της αρχικής προϋπολογιζόμενης δαπάνης, αφού η αξία της πρόσθετης προμήθειας θα εξοφληθεί από το αναμενόμενο διαθέσιμο υπόλοιπο του προϋπολογισμού. Ο λόγος αυτός προβάλλεται αλυσιτελώς, καθόσον ακόμη και εάν υποτεθεί ότι πράγματι συντρέχει εν προκειμένω αντικειμενικά δικαιολογημένη περίπτωση, η τροποποίηση της σύμβασης κατ’ εφαρμογή της ως άνω διάταξης είναι μη νόμιμη, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΑ, αφού αφορά σε ουσιώδη όρο αυτής, ήτοι στην ποσότητα του προς προμήθεια αγαθού, έστω και αν από την τροποποίηση αυτή δεν προκαλείται οικονομική επιβάρυνσης της αναθέτουσας αρχής. Άλλωστε, όπως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο, η πτώση της τιμής των καυσίμων είναι στοιχείο υποθετικό, συγκυριακό και συμπτωματικό και σκοπός κάθε μειοδοτικής διαγωνιστικής διαδικασίας προμήθειας δεν είναι να εξαντληθεί η προϋπολογιζόμενη δαπάνη, αλλά να πραγματοποιηθεί η ζητούμενη προμήθεια με τη μεγαλύτερη δυνατή εξοικονόμηση πόρων. Γ) Συντρέχει επιτακτική ανάγκη για την προμήθεια αεροπορικού καυσίμου για την κίνηση των πυροσβεστικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, καθόσον i) το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας δια του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας σύμφωνα με το άρθρο 7 της ΚΥΑ 12030/Φ.109.1/1999 (ΦΕΚ Β΄ 713) επιτελεί καίριο ρόλο στο έργο της αεροπυρόσβεσης με τη διάθεση εναέριων και επίγειων μέσων, ελικοπτέρων κ.λπ. και συνεπικουρεί το Πυροσβεστικό Σώμα, ii) τα πυροσβεστικά αεροσκάφη συνεχίζουν το πτητικό τους έργο και μετά τη λήξη της αντιπυρικής περιόδου και iii) ο υπό εξέλιξη διαγωνισμός (Δ. 22/2016) για την προμήθεια 7.787.260 λίτρων του ιδίου άνω καυσίμου βαίνει προς ματαίωση και επανάληψη λόγω υποβολής μη συμφέρουσας οικονομικής προσφοράς. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΒ, καθόσον δεν προκύπτει η συνδρομή των εξαιρετικών προϋποθέσεων για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Τούτο δε διότι αφενός δεν συντρέχει κατεπείγουσα ανάγκη για την κίνηση των πυροσβεστικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας λόγω της λήξης της αντιπυρικής περιόδου, αφετέρου το γεγονός της επικείμενης ματαίωσης του εν εξελίξει διαγωνισμού με το ίδιο αντικείμενο που επικαλείται η αναθέτουσα αρχή ούτε απρόβλεπτο είναι, ούτε ανάγεται εκτός σφαίρας δράσης και ευθύνης της. Ε) Τέλος, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι τα αρμόδια όργανα του αιτούντος συγγνωστώς και χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης του νόμου υπέλαβαν ότι διατηρούσαν το δικαίωμα αύξησης των ποσοτήτων και κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης. Ο ως άνω λόγος πρέπει να απορριφθεί ομοίως ως αβάσιμος, λόγω της σαφήνειας των σχετικών όρων της διακήρυξης και του σχεδίου σύμβασης.Δεν ανακαλεί την 167/2016 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕλΣυν.Κλ.ΤΜ.4/146/2016

Παροχή υπηρεσιών διανομής φαγητού:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα: α) Η επίμαχη υπηρεσία διανομής φαγητού, ως εκ του αντικειμένου της (CPV-55321000-6, παράρτημα IIB του π.δ. 60/2007), διέπεται, όσον αφορά τις προϋποθέσεις για την επιτρεπτή προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, από τις διατάξεις του ν. 2286/1995. Πλην όμως, στην προκειμένη περίπτωση η προσφυγή στη διαδικασία αυτή από το Νοσοκομείο για την ανάθεση της επίμαχης υπηρεσίας δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν συντρέχει κάποια από τις περιοριστικά αναφερόμενες στην παρ. 13 του άρθρου 2 του ν. 2286/1995 περιπτώσεις επιτρεπτής προσφυγής στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, δεδομένου ότι αφενός μεν η ανατεθείσα υπηρεσία υπερβαίνει το όριο των 20.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ), έως το οποίο επιτρέπεται η άνευ ειδικών λόγων προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία, αφετέρου δε, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει η συνδρομή έκτακτων περιστάσεων, οφειλομένων σε απρόβλεπτες περιστάσεις, για τα οποία δεν φέρει υπαιτιότητα το Νοσοκομείο και τα οποία κατέστησαν αδύνατη τη διενέργεια και την ολοκλήρωση διαγωνιστικής διαδικασίας. Τέτοιες δε απρόβλεπτες περιστάσεις δεν είναι σε καμία περίπτωση οι διηγηματικώς αναφερόμενες στο αριθ. πρωτ. 7369/18.8.2016 έγγραφο του Νοσοκομείου και στην 1/26.1.2016 (θέμα 1ο) πράξη του Δ.Σ. του Γ.Ν. .... – στα οποία γίνεται αόριστη αναφορά στη νέα διαδικασία έγκρισης τεχνικών προδιαγραφών, στη διενέργεια ενιαίων διαγωνισμών, στις δυσκολίες τροποποίησης του ΠΠΥΦΥ 2014 και των προβλημάτων εφαρμογής του συστήματος διενέργειας ηλεκτρονικών διαγωνισμών – δεδομένου ότι οι περιστάσεις αυτές, ούτε απρόβλεπτες είναι, ούτε και εξωγενείς αλλά οφείλονται στην αδυναμία δράσης και συντονισμού των υπηρεσιών υγείας, στις οποίες περιλαμβάνονται, ενόψει της αρχής της ενότητας της Διοίκησης, τόσο οι υπηρεσίες που είναι αρμόδιες να προγραμματίζουν κεντρικά τις σχετικές διαδικασίες ανάθεσης όσο και οι νοσοκομειακές μονάδες που υλοποιούν τις διαδικασίες αυτές, β) αβασίμως προβάλλεται από την Επίτροπο ότι δεν προσκομίζονται τα θεωρημένα από την αρμόδια Διεύθυνση Επιθεώρησης Εργασίας προγράμματα εργασίας, δεδομένου ότι ούτε από την ισχύουσα νομοθεσία, ούτε από τους όρους της 3575/11.4.2016 πρόσκλησης για την υποβολή οικονομικής προσφοράς και της από 9.5.2016 σύμβασης, προβλέπεται ότι απαιτείται ως δικαιολογητικό για τη θεώρηση του οικείου χρηματικού εντάλματος πληρωμής, ο θεωρημένος από το Σ.ΕΠ.Ε πίνακας προσωπικού της αναδόχου εταιρείας (βλ. πράξ. IV Τμ. 98/2009, VII Τμ. 231/2011) και γ) Κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο, η 132/11.4.2016 απόφαση ανάληψης υποχρέωσης δεν είναι ειδική, αλλά αφορά εν γένει τη δέσμευση πίστωσης 150.355,20 ευρώ για την πληρωμή δαπάνης τόσο για την παροχή υπηρεσιών διανομής φαγητού (συμβατική δαπάνη από 11.5.2016 έως 31.12.2016 138.345,64 ευρώ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.) όσο και για την παροχή υπηρεσιών καθαρισμού κτηρίων (συμβατική δαπάνη 217.462,77 ευρώ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.). Άμεση συνέπεια της αοριστίας που χαρακτηρίζει την ως άνω απόφαση ανάληψης υποχρέωσης, είναι να μην προκύπτει από το περιεχόμενό της το ποσό που αντιστοιχεί σε κάθε μία εκ των ως άνω συμβάσεων, με αποτέλεσμα, κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 4270/2014 και του π.δ. 113/2010, να μη δύναται να συναχθεί αν το ποσό που δεσμεύθηκε με την απόφαση αυτή καλύπτει την προβλεπόμενη συμβατική δαπάνη της επίμαχης από 9.5.2016 σύμβασης παροχής υπηρεσιών διανομής φαγητού για το έτος 2016 (πρβλ. πράξη Κλ.Πρ.Ελ.Δ. IV Τμ. 72/2016). Την ανωτέρω δε πλημμέλεια δεν δύναται να θεραπεύσει το γεγονός ότι εν συνεχεία εκδόθηκε η 132.1/19.9.2016 συμπληρωματική απόφαση ανάληψης υποχρέωσης ποσού 100.000 ευρώ, αφενός για το λόγο ότι οι 132/11.4.2016 και 132.1/19.9.2016 αποφάσεις συνεχίζουν να υπολείπονται του συνολικού ποσού που θα έπρεπε να δεσμευτεί για την εκτέλεση των ως άνω δύο συμβάσεων εντός του έτους 2016, αφετέρου διότι η 132.1/19.9.2016 συμπληρωματική απόφαση εκδόθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο της σύναψης της επίμαχης σύμβασης (βλ. Ελ.Συν. K.Π.Ε.Δ. στο ΙV Tμ. Πρ. 198/2015, 139, 94, 9/2015 κ.α.). Εξάλλου, ο ισχυρισμός του Νοσοκομείου περί της εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση της νομιμοποιητικής διάταξης του άρθρου 73 παρ. 2 του ν. 4368/2016 πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, προεχόντως για το λόγο ότι η επικαλούμενη διάταξη αφορά νομιμοποίηση δαπανών των Δ.Υ.Πε. και όχι των Νοσοκομείων. Τέλος, η επίμαχη δαπάνη δεν δύναται να νομιμοποιηθεί, ούτε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 37 του ν. 4238/2014, η ισχύς της οποίας παρατάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 52 παρ. 6 του ν. 4410/2016 έως 30.6.2016. Τούτο, διότι με τη διάταξη αυτή, ενόψει και της αιτιολογικής της έκθεσης, νομιμοποιούνται δαπάνες για παροχή υπηρεσιών σε νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ., στο πλαίσιο απευθείας αναθέσεων - παρατάσεων συμβάσεων με ήδη εγκατεστημένους αναδόχους, που οφείλονται είτε σε καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των διαδικασιών κεντρικού προγραμματισμού υπηρεσιών της Επιτροπής Προμηθειών Υγείας (Ε.Π.Υ.), λόγω των οποίων δεν μπορούν να δρομολογηθούν εγκαίρως οι διαδικασίες ανάδειξης των νέων οικείων αναδόχων, είτε σε καθυστερήσεις κατά την εξέλιξη των οικείων νέων διαγωνιστικών διαδικασιών, που οφείλονται σε άσκηση ενδίκων βοηθημάτων εκ μέρους των διαγωνιζομένων, υπό την προϋπόθεση, μάλιστα, ότι οι οικείες υπηρεσίες παρέχονται από τους οικείους αναδόχους είτε στις προϋφιστάμενες συμβατικές τιμές είτε στις οικείες τυχόν καταγεγραμμένες τιμές του Παρατηρητηρίου Τιμών της Ε.Π.Υ., εφόσον οι τιμές του Παρατηρητηρίου είναι χαμηλότερες αυτών των οικείων προϋφιστάμενων συμβάσεων, μετά τη λήξη τους, περιστάσεις που το Νοσοκομείο δεν αποδεικνύει ότι συντρέχουν εν προκειμένω. Σε κάθε δε περίπτωση, επισημαίνεται ότι, με την επικαλούμενη νομιμοποιητική διάταξη, δεν νομιμοποιούνται λοιπές περιπτώσεις παράνομων δαπανών, όπως αυτή που αναδείχθηκε με το γ΄ επάλληλο λόγο μη θεώρησης του χρηματικού εντάλματος. ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.4/57/2016.