ΣΤΕ ΟΛ/1780/2006
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Επειδή, κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 702/1977, η ετήσια προθεσμία για άσκηση εφέσεως που αρχίζει από την επομένη της δημοσιεύσεως της αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου λήγει οπωσδήποτε, όταν παρέλθει έτος από την αφετηρία της προθεσμίας αυτής και δεν είναι δεκτική ούτε αναστολής, ούτε παρεκτάσεως για τον ασκούντα το ένδικο αυτό μέσο που διαμένει στην αλλοδαπή. Τούτο δε διότι η αναστολή δεν συμβιβάζεται με τη φύση της εν λόγω προθεσμίας, η οποία αποτελεί το απώτατο χρονικό όριο, μέχρι το οποίο είναι κατά νόμο δυνατή η άσκηση εφέσεως και η οποία θεσπίσθηκε, προκειμένου να διαφυλαχθεί η σταθερότητα στις σχέσεις Διοίκησης και διοικουμένων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά την έκδοση της αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου επί της αιτήσεως ακυρώσεως (βλ. και ΣτΕ 1755/2000, 3398/1998 κ.α.). Για τον ίδιο λόγο η ως άνω ετήσια προθεσμία για άσκηση εφέσεως δεν αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, είτε έχει αρχίσει πριν από αυτές, είτε κατά τη διάρκειά τους (όταν η δημοσίευση της εκκαλουμένης αποφάσεως γίνεται από 1-7 έως 15-9), εφόσον μάλιστα η διάταξη του άρθρου 11 του Κώδικα περί δικών του Δημοσίου που προβλέπει την αναστολή δεν διακρίνει σχετικώς, η δε αναστολή των προθεσμιών που προβλέπεται από την τελευταία αυτή διάταξη για τα ασκούμενα από το Δημόσιο ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα, η οποία ισχύει και για τα ασκούμενα από τους ιδιώτες ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα, αναφέρεται μόνον, όσον αφορά στην έφεση, στην 60νθήμερη προθεσμία από τη κοινοποίηση της εκκαλουμένης αποφάσεως και όχι και στην ετήσια προθεσμία από τη δημοσίευση αυτής. (...)Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλουμένη απόφαση, όπως προκύπτει από τα αναφερόμενα σ’ αυτήν, δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 3-7-2000, η δε κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου .. στις 12.7.2001, δηλαδή μετά την πάροδο της ετήσιας προθεσμίας που τάσσει η πιο πάνω διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 702/1977 και, συνεπώς, η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε εκπροθέσμως, αφού, κατά τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω, δεν χωρεί αναστολή της προθεσμίας αυτής κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών. Πρέπει, επομένως, για το λόγο αυτό, ο οποίος ερευνάται αυτεπαγγέλτως, η έφεση αυτή να απορριφθεί, ως απαράδεκτη
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΑΕΔ 18/2005
Αίτηση για άρση αποφατικής σύγκρουσης δικαιοδοσίας, ασκούμενη στο ΑΕΔ - φύση διαταγής πληρωμής αναστολή προθεσμιών στις δικαστικές διακοπές.(...) Στην προκειμένη περίπτωση, όπως εκτίθεται στην πρώτη σκέψη, η διαφορά προκλήθηκε από την άσκηση ανακοπής και στη συνέχεια εφέσεως ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου κατά διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε από πολιτικό δικαστή, κατά τη διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 του Κώδικα Πολιτ. Δικονομίας. Δεδομένου ότι η έκδοση διαταγής πληρωμής εντάσσεται στην άσκηση δικαστικής και όχι διοικητικής αρμοδιότητας, ο έλεγχος της ορθότητας της αποφάσεως του δικαστικού λειτουργού της πολιτικής δικαιοδοσίας, που δέχθηκε την αίτηση εκδόσεως διαταγής πληρωμής για απαίτηση από σύμβαση δημοτικού έργου, ανήκει, κατά τα προεκτεθέντα, αποκλειστικά στα πολιτικά δικαστήρια. Συνεπώς, ορθώς, αν και με διάφορη αιτιολογία, απορρίφθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών η ανακοπή του Δήμου κατά της διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ, αντιθέτως, εσφαλμένως το πολιτικό Εφετείο Αθηνών απέρριψε έφεση του Δήμου κατά της αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που είχε απορρίψει για έλλειψη δικαιοδοσίας ανακοπή του Δήμου κατά της ανωτέρω διαταγής πληρωμής υπό τα συντρέχοντα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υποθέσεως,..Δια ταύτα Αίρει υπέρ της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων την αποφατική σύγκρουση, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.Εξαφανίζει την 8462/22-10-2002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και παραπέμπει την υπόθεση στο δικαστήριο προς κρίση.
ΝΣΚ/105/2018
Δυνατότητα ανάκλησης αποφάσεων του Υπηρεσιακού Συμβουλίου Υπαλλήλων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που αναγνώρισαν συνάφεια μεταπτυχιακών τίτλων υπαλλήλων με τα ασκούμενα καθήκοντα - Σε καταφατική περίπτωση αν πρέπει να ανακληθούν οι σχετικές αποφάσεις μείωσης της βαθμολογικής τους εξέλιξης και χορήγησης μεταπτυχιακού επιδόματος σύμφωνα με τις διατάξεις των εκάστοτε νόμων και να ζητηθεί η επιστροφή των αποδοχών που εσφαλμένα έλαβαν ως αχρεωστήτως καταβληθείσες – Ενδεικνυόμενες για την διοίκηση ενέργειες.(..)Δεν είναι νόμιμη η ανάκληση των συγκεκριμένων αποφάσεων του Α’ Υπηρεσιακού Συμβουλίου Υπαλλήλων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, επομένως η Διοίκηση δεν επιτρέπεται να τις ανακαλέσει, επειδή παρήλθε η εύλογη προθεσμία που τάσσεται στο νόμο και δεν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που καθιστούν δυνατή την ανάκληση και μετά την παρέλευση της εύλογης προθεσμίας.
ΣΤΕ/1217/2018
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:«Εγκατάσταση Επεξεργασίας Αστικών Στερεών Αποβλήτων Περιφέρειας Ηπείρου»(....)Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 8 του ν. 3886/2010, είναι δυνατή η έκδοση πράξεως, με την οποία, σε συμμόρφωση με το διατακτικό αποφάσεως της Επιτροπής Αναστολών, ανακαλείται ή τροποποιείται καταλλήλως η πράξη της αναθέτουσας αρχής, της οποίας διατάχθηκε η αναστολή εκτελέσεως, καίτοι, κατά το χρόνο εκδόσεώς της, δεν έχει δημοσιοποιηθεί το πλήρες κείμενο της απόφασης, από την οποία προκύπτει η αιτιολογία της. Στην περίπτωση αυτή δεν παραβλάπτεται το δικαίωμα δικαστικής προστασίας του θιγομένου από την πράξη αυτή, εφόσον η προθεσμία για την προσβολή της με αίτηση ακυρώσεως ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων άρχεται από τη κοινοποίηση σ’ αυτόν της αποφάσεως αυτής, κατά την οποία λαμβάνει πλήρη γνώση της αιτιολογίας αυτής. Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση.
ΣΤΕ/2647/2008
Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, η κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (Α’ 8) εξηκονθήμερη προθεσμία για την προσβολή με αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας περί συγκροτήσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ανωτέρω Ταμείου, η οποία, κατά τις προεκτεθείσες διατάξεις, ήταν δημοσιευτέα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, άρχιζε για τον αιτούντα, ως τρίτο, από τη δημοσίευση της υπουργικής αυτής αποφάσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2733/1994, 602/1987 κ.α.). Η προσβαλλόμενη υπουργική δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 14.2.2005 (ΦΕΚ 30, τ. Ν.Π.Δ.Δ.). Επομένως, η υπουργική αυτή απόφαση προσβάλλεται εκπροθέσμως, αφού η κρινόμενη αίτηση ασκήθηκε στις 20.6.2007, δηλαδή μετά την πάροδό της ως άνω εξηκονθήμερης προθεσμίας. Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.
ΝΣΚ/142/2017
Υπόλοιπα αδρανών λογαριασμών. Αναστολή προθεσμίας υποβολής δήλωσης άρθρου 8 ν. 4151/2013.
Κατάσταση : Αποδεκτή. Η εκ του άρθρου 8 του ν. 4151/2013 υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να καταθέτουν τα υπόλοιπα των αδρανών λογαριασμών τους στην Τράπεζα της Ελλάδος, αφορά τους λογαριασμούς που είχαν ήδη καταστεί αδρανείς έως και την 17.7.2015, λόγω της συμπλήρωσης της προθεσμίας του άρθρου 7 ν. 4151/2013, δεδομένου ότι αυτοί δεν επηρεάζονται από την αναστολή της προθεσμίας του άρθρου 4 του ν. 4350/2015, με τον οποίο κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ νόμου από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η Π.Ν.Π. της 18.7.2015 (Α' 84/18.7.2015) (ομοφ.)
ΣΤΕ/808/2004
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σχετικό αποδεικτικό επιδόσεως, η προσβαλλομένη απόφαση κοινοποιήθηκε στις 11.4.2001 στον Επιθεωρητή Τελωνείων ..., τον οποίο, εκπρόσωπο άλλωστε του Δημοσίου στη δίκη ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και μόνον καταθέσαντα υπόμνημα επί της εφέσεως της αναιρεσίβλητης εταιρείας ενώπιον του δικάσαντος διοικητικού εφετείου, το τελευταίο, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλομένης αποφάσεώς του, δέχθηκε ως τον εκπρόσωπο του Δημοσίου στην ενώπιόν του δίκη. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση, η οποία κατετέθη στη γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στις 25.6.2001, μετά δηλαδή την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας από την κοινοποίηση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς το Δημόσιο, ασκήθηκε εκπροθέσμως. Και ναι μεν η προσβαλλόμενη απόφαση κοινοποιήθηκε στις 25.4.2001 και στον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος επίσης φέρεται ότι είχε παραστεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, πλην για την έναρξη της προθεσμίας της αιτήσεως αναιρέσεως από το Δημόσιο αρκούσε, κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη, η κοινοποίηση στον Επιθεωρητή Τελωνείων ... Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Λόγω της σπουδαιότητας όμως των ζητημάτων αυτών, το Τμήμα κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην επταμελή σύνθεσή του, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 5 του Π.Δ. 18/1989 (Α΄ 8), να ορισθεί δε ως εισηγητής η Πάρεδρος Κ. Λαζαράκη.
ΣΤΕ/5643/1996
Aπόφαση Υπουργού Δικαιοσύνης- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως: ..Επειδή, η προσβαλλόμενη 60539/20-7-1990 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης για τον επαναδιορισμό του προαναφερθέντος …, δημοσιεύθηκε στο 151 φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως (τεύχος τρίτο) την 9-8-1990 από την ημερομηνία δε αυτή άρχισε για το Δικηγορικό Σύλλογο …, ο οποίος είναι τρίτος, η εξηκονθήμερος προθεσμία για άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας την 18-10-1990, δηλαδή μετά την πάροδο της παραπάνω εξηκονθημέρου προθεσμίας ασκείται εκπροθέσμως και για τον πρώτο των αιτούντων το δικηγορικό σύλλογο … (πρβλ. ΣΤΕ 2356/1982,1920/1982).
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)219/2013
Εξόφληση του 1ου λογαριασμού του έργου «Αντιπλημμυρικά έργα .....(...). Στο άρθρο 48 του ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (ΦΕΚ Α΄ 116) ορίζεται ότι: «1. Κάθε σύμβαση, εκτός από την προθεσμία για την περάτωση του συνόλου του έργου (συνολική προθεσμία), περιλαμβάνει και προθεσμίες για την ολοκλήρωση συγκεκριμένων τμημάτων αυτού (τμηματικές προθεσμίες). ... 2. Όλες οι προθεσμίες (συνολική και τμηματικές) αρχίζουν από την υπογραφή της σύμβασης, εκτός αν στα συμβατικά τεύχη ορίζεται διαφορετικά. 3. Μέσα στη συνολική προθεσμία πρέπει να έχουν τελειώσει όλες οι επί μέρους εργασίες του έργου και να έχουν ολοκληρωθεί οι τυχόν προβλεπόμενες από τη σύμβαση δοκιμές. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και για τις τμηματικές προθεσμίες (…) 7. Ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την κατασκευή του έργου για επιπλέον της συνολικής προθεσμίας χρονικό διάστημα, ίσο προς το ένα τρίτο (1/3) αυτής και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών (οριακή προθεσμία). Η συνολική προθεσμία υπολογίζεται με βάση την αρχική συμβατική προθεσμία και τις τυχόν παρατάσεις που εγκρίθηκαν ύστερα από σχετικό αίτημα του αναδόχου μέσα στην αρχική συμβατική προθεσμία και δεν οφείλονται σε υπαιτιότητά του. 8. Παράταση της συνολικής ή των τμηματικών προθεσμιών εγκρίνεται: α) Είτε "με αναθεώρηση", όταν η καθυστέρηση του συνόλου των εργασιών του έργου ή του αντίστοιχου τμήματος δεν οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου ή προκύπτει από αύξηση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου. β) Είτε "χωρίς αναθεώρηση", για το σύνολο ή μέρος των υπολειπόμενων εργασιών, όταν η παράταση κρίνεται σκόπιμη για το συμφέρον του έργου, έστω και αν η καθυστέρηση του συνόλου ή μέρους των υπολειπόμενων εργασιών οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου (…). …. 10. Η έγκριση των παρατάσεων προθεσμιών γίνεται από την προϊσταμένη αρχή, ύστερα από αίτηση του αναδόχου. Παράταση μπορεί να εγκριθεί και χωρίς αίτηση του αναδόχου, αν αυτή δεν υπερβαίνει την οριακή προθεσμία. Η αίτηση, αν υπάρχει, κατατίθεται στη διευθύνουσα υπηρεσία που διατυπώνει πάντοτε τη γνώμη της προς την προϊσταμένη αρχή (…)». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι η εκτέλεση των εργασιών, που περιλαμβάνονται σε σύμβαση δημοσίου έργου, πρέπει να ολοκληρώνεται πριν από τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας περαίωσης του έργου ή της νόμιμης παράτασης αυτής. Είναι δε νόμιμη η παράταση της προθεσμίας περαίωσης του έργου όταν χορηγείται, με απόφαση της προϊσταμένης αρχής, είτε με αίτηση του αναδόχου είτε και χωρίς αυτή, κατόπιν γνωμοδότησης της διευθύνουσας υπηρεσίας, αλλά εντός της ανωτέρω συμβατικής προθεσμίας. Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας διάρκειας της σύμβασης δεν αποτελεί όντως παράταση αυτής εφ’ όσον αυτή λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της, αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία, όμως, δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξης, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκλήρωσης και παράδοσης ενός δημόσιου έργου.(βλ. Πρ.VII Τμ. 244/2010, 5,31/2012,94/2013, πρβλ. Αποφ. Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3463/2012).
Μον.Εφ.Αθ/387/2022
Σύμβαση Παροχής Υπηρεσιών:Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα, ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι κατά το χρονικό διάστημα από 15/03/16 έως 08/02/19 συνδεόταν με το εναγόμενο Ν.Π.Ι.Δ. με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, να υποχρεωθεί αυτό να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 22.328,05 € για δεδουλευμένες αποδοχές που αναλύονται σε επιδόματα εορτών Πάσχα, Χριστουγέννων, αδείας και ασφαλιστικές εισφορές των ετών 2016-2019, νομιμοτόκως από τότε που κάθε αξίωσή της κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή(....)Στην προκειμένη περίπτωση, το εναγόμενο εκκαλούν, με τις νομίμως και εμπροθέσμων κατατεθείσες προτάσεις του επικαλείται την εκούσια συμμόρφωση προς το διατακτικό της εκκαλουμένης, κατά την διάταξή της με την οποία κηρύχτηκε προσωρινός εκτελεστή, ως προς το ποσό των 10.000,00 € και ζητεί την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, και ειδικότερα να υποχρεωθεί η ενάγουσα να του αποδώσει το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως από την έκδοση της παρούσας. Η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή και νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερόμενες στη μείζονα σκέψη διατάξεις. Αποδεικνύεται δε ότι είναι και ουσία βάσιμη, αφού το εναγόμενο εκκαλούν κατέβαλε συμμορφούμενο εκουσίως στη διάταξη της κηρυχθείσης προσωρινά εκτελεστής διατάξεως της εκκαλουμένης, στην ενάγουσα εφεσίβλητη το ποσό των 10.000.00 € δυνάμει του αποδεικτικού συναλλαγής ύψους 10.000.00 € της .... Τράπεζας με όνομα αρχείου ... .FT1, αλλά και εκ του από 20/10/2020 επικαλούμενου και προσκομιζόμενου σχετικού ιδιωτικού συμφωνητικού. Δέχεται τυπικώς και ουσία την έφεση. Εξαφανίζει την εκκαλουμένη, υπ’ αριθ. 1472/30-09-20 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Κρατεί την υπόθεση. Δικάζει επί της από 19/04/19 και με αριθ. κατ. ..../..../22-04-19 αγωγής. Απορρίπτει αυτήν. Δέχεται την αίτηση του εκκαλούντος εναγομένου περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Υποχρεώνει την εφεσίβλητη ενάγουσα να καταβάλει στο εκκαλούν εναγόμενο το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10000,00 € ), νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας αποφάσεως σε αυτήν μέχρι πλήρους εξοφλήσεως.
ΕΣ/ΤΜ.6/897/2019
Έλλειμμα στη διαχείριση Δήμου..ζητείται η αναστολή εκτέλεσης 312/2019 οριστικής απόφασης του παρόντος Τμήματος....Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται να ανασταλεί η εκτέλεση της 312/2019 απόφασης του παρόντος Τμήματος, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η από 10-2-2017 έφεση του αιτούντος κατά της 59/2016 Πράξης του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και περιορίσθηκε το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό σε 1.819.953,05 ευρώ. Την αναστολή αυτή ζητεί ο αιτών μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της αίτησης αναθεώρησης την οποία έχει εμπροθέσμως, και κατά τα λοιπά νομοτύπως ασκήσει κατά της ως άνω 312/2019 απόφασης του Τμήματος. Ενόψει των προεκτεθέντων, αφού δεν προβλέπεται ρητώς από τη δικονομία Ελεγκτικού Συνεδρίου χορήγηση αναστολής στην περίπτωση που έχει ασκηθεί αίτηση αναθεώρησης αποφάσεως Τμήματος αυτού, η κρινόμενη αίτηση αναστολής πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 παρ.4 εδάφ.β του ν.4129/2013).