Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/434/2012

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2040/1992

Επειδή, όπως εκτέθηκε στην έβδομη σκέψη, η κατ’ άρθρο 30 παρ.1 του ν. 2040/1992 εισφορά προβλέφθηκε για την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων του Οργανισμού ... για μια σειρά υπηρεσιών, τις οποίες ο Οργανισμός αυτός προσέφερε, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.δ. 3853/1958, στους τομείς της γεωργικής παραγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας του βάμβακος, δηλαδή όχι μόνο προς τους παραγωγούς βάμβακος αλλά και προς τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις, όπως η αναιρεσείουσα. Όπως προκύπτει από την απόφαση της 20.7.1999 της Επιτροπής, ορισμένες από τις υπηρεσίες αυτές δεν ενέπιπταν στην έννοια της κατ’ άρθρο 92 της Συνθήκης κρατικής ενίσχυσης, από δε τις λοιπές η διαδικασία του άρθρου 93 παρ. 3 της Συνθήκης κινήθηκε από την Επιτροπή μόνο για τις υπηρεσίες πιστοποίησης και ελέγχου της ποιότητας του βάμβακος καθώς και για τις χρηματοδοτικές επιδοτήσεις στις μονάδες εκκόκκισης μέσω διαρθρωτικών προγραμμάτων..οι οποίες και τελικώς κρίθηκαν, αυτές καθαυτές, καθώς και ο τρόπος χρηματοδότησής τους με την ένδικη εισφορά, συμβατές με την κοινή αγορά. Εν όψει τούτων, η διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας της διάταξης του άρθρου 93 παρ. 3 της Συνθήκης δεν θα μπορούσε να αποτελέσει, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, τη νομική βάση για την επιστροφή στην αναιρεσείουσα εκκοκκιστική επιχείρηση του συνόλου της εισφοράς που είχε καταβάλει κατά το ένδικο χρονικό διάστημα για τις παρεχόμενες από τον Οργανισμό ... υπηρεσίες, παρά μόνο εκείνου του μέρους της εισφοράς που αναλογούσε στις υπηρεσίες για τις οποίες η Επιτροπή κίνησε την διαδικασία του άρθρου 93 της Συνθήκης, εφόσον το μέρος αυτό μπορούσε επαρκώς να προσδιορισθεί από την αναιρεσείουσα και να τεθεί υπό το δικαστικό έλεγχο. (...)Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος με τον οποίο προβάλλεται ότι το εφετείο όφειλε να ελέγξει τη νομιμότητα της ένδικης εισφοράς από την άποψη του άρθρου 92 της Συνθήκης, παρά την απόφαση της 20.7.1999 της Επιτροπής με την οποία η εισφορά αυτή, ως τρόπος χρηματοδότησης κρατικών ενισχύσεων, κρίθηκε νόμιμη. 


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.1/228/2009

Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών (2685/1999,2/54866/0022/20.7.1999)προκύπτει ότι οι υπάλληλοι που μετακινούνται εκτός έδρας με εντολή του δημοσίου και των ν.π.δ.δ. για εκτέλεση υπηρεσίας δικαιούνται εξόδων μετακίνησης, στα οποία περιλαμβάνεται και η δαπάνη χιλιομετρικής αποζημίωσης, όταν επιτρέπεται κατά τις μετακινήσεις η χρήση ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτου. Για την αναγνώριση, τη νόμιμη εκκαθάριση και εντολή πληρωμής της δαπάνης αυτής απαιτείται, σύμφωνα με ρητή διάταξη της προαναφερθείσας 2/5486/0022//20.7.1999 υπουργικής απόφασης, ως απαραίτητο δικαιολογητικό, η προσκόμιση των αποδείξεων διοδίων, στις οποίες θα αναγράφεται υποχρεωτικά από τις υπηρεσίες διοδίων και η ημερομηνία διέλευσης.


ΕλΣυν/Τμ.1/126/2012

Εισφορά  υπέρ ΟΑΕΔ.Από την καταβολή της ανωτέρω εισφοράς εξαιρείται ρητώς το προσωπικό που καταβάλλει την εισφορά υπέρ του κλάδου ανεργίας, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν.δ. 2961/1954  (ΦΕΚ 197 Α΄), όπως έχουν τροποποιηθεί με τις όμοιες της παρ. 6 του άρθρου 44 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α΄) και της παρ. 9 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152 Α΄). Περαιτέρω, με την παρ. 2 περιπτ. β΄  του άρθρου 38 του ιδίου ως άνω νόμου (ν. 3986/2011) επιβάλλεται επί των αποδοχών, προσθέτων αμοιβών και αποζημιώσεων των μισθοδοτούμενων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ, κ.λπ. ειδική εισφορά 1% υπέρ του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ), για όσους υπαλλήλους είναι ασφαλισμένοι σε αυτό, ή υπέρ του ΟΑΕΔ στην περίπτωση που δεν είναι ασφαλισμένοι στο ΤΠΔΥ. Από την καταβολή ωστόσο της ανωτέρω εισφοράς υπέρ του ΤΠΔΥ ή του ΟΑΕΔ, δεν προβλέπεται εξαίρεση αντίστοιχη με εκείνη που αφορά την καταβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας. Συνεπώς, η προβλεπόμενη από το άρθρο 38 παρ.2 περιπτ. β΄ του ν. 3986/2011 εισφορά υπέρ του ΤΠΔΥ ή του ΟΑΕΔ νομίμως επιβάλλεται από 1.1.2011 και επί των αποδοχών, πρόσθετων αμοιβών και αποζημιώσεων ακόμη και εκείνων που καταβάλλουν την εισφορά υπέρ του κλάδου ανεργίας, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 32 του ν.δ. 2961/1954, όπως αυτές ακολούθως τροποποιήθηκαν.  

ΝΣΚ/111/2012

Παρακράτηση ή μη της ειδικής εισφοράς υπέρ του Ο.Α.Ε.Δ. κατ’ άρθρο 38 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 3986/2011, από τις αποδοχές των δικηγόρων, οι οποίοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους με σχέση πάγιας περιοδικής έμμισθης εντολής στο δημόσιο τομέα.Η προβλεπόμενη από το άρθρο 38 παρ. 2 περίπτωση β΄ του Ν. 3986/2011 ειδική εισφορά 1% υπέρ του Ο.Α.Ε.Δ. πρέπει να παρακρατείται από τις τακτικές και πρόσθετες αποδοχές των δικηγόρων, οι οποίοι παρέχουν τις νομικές υπηρεσίες τους με σχέση έμμισθης εντολής και πάγια περιοδική αντιμισθία στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς και Ν.Π.Ι.Δ., ως μισθοδοτουμένων από τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα. (ομοφ.) 

ΔΕΚ/T-14/1996

Κρατικές ενισχύσεις - Προσφυγή ακυρώσεως - Απόφαση περατώσεως διαδικασίας εξετάσεως που κινήθηκε βάσει του άρθρου 93, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ - Έννοια της κρατικής ενισχύσεως κατά το άρθρο 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ.(....)Λαμβανομένων υπόψη όλων των ανωτέρω, το Πρωτοδικείο συνάγει ότι η εκτίμηση της Επιτροπής, κατά την οποία η συμφωνία του 1995 δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση, στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. Συνεπώς, η απόφαση περατώσεως της διαδικασίας εξετάσεως που κινήθηκε σχετικά με τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στη Ferries Golfo de Vizcaya φέρει το στίγμα παραβάσεως της διατάξεως αυτής και πρέπει να ακυρωθεί.  


ΕΣ/Τ1/197/2007

Για την αναγνώριση, τη νόμιμη εκκαθάριση και εντολή πληρωμής της δαπάνης χρήσης ΙΧ αυτοκινήτου απαιτείται, σύμφωνα με ρητή διάταξη της 2/54866/0022//20.7.1999 υπουργικής απόφασης, ως απαραίτητο δικαιολογητικό, η προσκόμιση των αποδείξεων διοδίων, στις οποίες θα αναγράφεται υποχρεωτικά από τις υπηρεσίες διοδίων και η ημερομηνία διέλευσης. Αφού δε οι αποδείξεις αυτές, σύμφωνα με την ίδια υπουργική απόφαση, χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία της μετακίνησης, δεν μπορούν να αναπληρωθούν από υπεύθυνες δηλώσεις των μετακινηθέντων υπαλλήλων (Ε.Σ. Ι Τμ.43/2005, 266/2006).


ΔΕΚ/C-481/2006

Δημόσιες συμβάσεις — Παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 93/36/ΕΚ — Γενικές αρχές της Συνθήκης — Αρχή της ίσης μεταχείρισης και υποχρέωση διαφάνειας — Εθνική νομοθεσία επιτρέπουσα την προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών όσον αφορά ορισμένα υλικά ιατρικής χρήσης


29158/1202/2015

Διευκρινίσεις επί της προβλεπόμενης από την παρ.2β του άρθρου 38 του ν.3986/2011 ειδικής εισφοράς 1% υπέρ ΟΑΕ. (ΑΔΑ:6ΚΣΖ465Θ1Ω-Σ9Υ)

Επισυνάπτεται γνωμοδότηση ΝΣΚ 117/2015 σύμφωνα με την οποία:

Εξαίρεση ή μη του προσωπικού που καταβάλλει την εισφορά υπέρ κλάδου ανεργίας, από την προβλεπόμενη στην παρ.2β του άρθρου 38 του Ν. 3986/2011 εισφορά 1% υπέρ ΟΑΕΔ.Από την προβλεπόμενη στην παρ.2β του άρθρου 38 του Ν. 3986/2011 ειδική εισφορά 1% υπέρ ΟΑΕΔ δεν εξαιρείται το προσωπικό που καταβάλλει την εισφορά υπέρ κλάδου ανεργίας, που προβλέπεται από την παρ.1 του άρθρου 32 του Ν.Δ. 2961/1954, όπως έχει τροποποιηθεί με την παρ.6 του άρθρου 44 του Ν. 2084/1992 και την παρ.9 του άρθρου 44 του πρώτου ως άνω νόμου, διότι η εξαίρεση αυτή αναγράφεται στην παρ.2α του άρθρου 38 του Ν. 3986/2011 και αφορά την ειδική εισφορά αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας, που καθιερώνεται με την παράγραφο αυτή. (ομοφ.)


ΣΤΕ/ΟΛΟΜ/3409/2013

Έκτακτη εισφορά..Επειδή, όπως προελέχθη, (σκέψη 12), σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 περ. β και γ του ν. 3758/2009, αντικείμενο της επίδικης εισφοράς αποτελεί το «συνολικό καθαρό εισόδημα» των δηλώσεων οικονομικού έτους 2008, «φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο», εξαιρέσει των εισοδημάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Πρόκειται, αντιστοίχως, για την αυτοτελή φορολόγηση αποζημιώσεων στο πλαίσιο μισθωτών υπηρεσιών και την απαλλαγή ορισμένων εφάπαξ ασφαλιστικών παροχών). Όπως συνάγεται από τις διατάξεις αυτές, στην επίδικη εισφορά, πλην των συγκεκριμένων ως άνω εξαιρέσεων, υπόκειται κάθε έσοδο που εμπίπτει, κατ’ αρχήν, στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, άρα και οι «αυτοτελώς φορολογούμενες ειδικές περιπτώσεις» των άρθρων 11 κ.επ. αυτού. Συνεπώς, ισχυρισμός που είχε προβληθεί εν προκειμένω ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας ότι δεν έπρεπε να υπαχθεί στην επίδικη εισφορά ορισμένο κονδύλιο «που αφορά αυτοτελώς φορολ. ποσά», χωρίς να διευκρινίζεται ειδικότερα η φύση των εν λόγω ποσών, δεν ήταν ουσιώδης και ορθώς κατ’ αποτέλεσμα δεν ελήφθη υπ’ όψη από το διοικητικό εφετείο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα. (Βλ. την ως άνω επί της αιτήσεως του κυρίως διαδίκου ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013). Ομοίως, παράπονα της κρινόμενης αίτησης σχετικά με τον ενιαίο τρόπο εμφανίσεως στις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, αφ’ ενός μεν των αυτοτελώς φορολογουμένων εσόδων των υπαγομένων στην εισφορά, αφ’ ετέρου δε των κατά τ’ ανωτέρω εξαιρουμένων από αυτήν, έτσι ώστε τα τελευταία να μη διακρίνονται και να υπόκεινται, ως μη έδει, σε εισφορά, προβάλλονται άνευ εννόμου συμφέροντος, καθώς το αναιρεσείον δεν ισχυρίζεται ούτε προκύπτει ότι στα ένδικα εισοδήματα περιλαμβάνονται και τέτοια εξαιρούμενα της εισφοράς έσοδα. Εξ άλλου, το ότι τα υποκείμενα στην εισφορά ως άνω αυτοτελώς φορολογούμενα έσοδα δηλώνονταν, όπως ισχυρίζεται το αιτούν σωματείο, προαιρετικώς στις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δεν άγει, από πλευράς επιβολής της επίδικης εισφοράς, σε άνιση ευνοϊκή μεταχείριση όσων δεν προέβησαν σε σχετική δήλωση, αφού και στους τελευταίους, πάντως, «βεβαιώνεται οίκοθεν» η εισφορά κατόπιν ελέγχου (παρ. 3 περ. α, β και δ ανωτ. άρθρου 18 ν. 3758). Συνεπώς, και οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. (Βλ. την ως άνω ΣτΕ, Ολομ., 1685/2013).


ΝΣΚ/30/2017

Ειδική εισφορά αλληλεγγύης ν. 3986/2011 – Υπαγωγή ή μη στην υποχρέωση καταβολής, των Ελλήνων πολιτών και των φορολογικών κατοίκων Ελλάδας, που υπάγονται στο «διεθνές» και στο «πολιτικό» προσωπικό του ΝΑΤΟ.(...)Οι υπάλληλοι του ΝΑΤΟ, που είναι Έλληνες υπήκοοι ή φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και υπάγονται στις κατηγορίες «διεθνές προσωπικό» του Οργανισμού της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού και «πολιτικό προσωπικό» συμμαχικού Στρατηγείου, δεν υπόκεινται στην ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 για τους μισθούς και τις εν γένει αποδοχές που λαμβάνουν από το ΝΑΤΟ. Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την 361/2014 γνωμοδότηση του Β΄ Τμ. ΝΣΚ.


ΣΤΕ/ΟΛΟΜ/1685/2013

Φορολογία εισοδήματος..Επειδή, όπως προελέχθη, (σκέψη 10), σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 περ. β και γ του ν. 3758/2009, αντικείμενο της επίδικης εισφοράς αποτελεί το «συνολικό καθαρό εισόδημα» των δηλώσεων οικονομικού έτους 2008, «φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο», εξαιρέσει των εισοδημάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Πρόκειται, αντιστοίχως, για την αυτοτελή φορολόγηση αποζημιώσεων στο πλαίσιο μισθωτών υπηρεσιών και την απαλλαγή ορισμένων εφάπαξ ασφαλιστικών παροχών). Όπως συνάγεται από τις διατάξεις αυτές, στην επίδικη εισφορά, πλην των συγκεκριμένων ως άνω εξαιρέσεων, υπόκειται κάθε έσοδο που εμπίπτει, κατ’ αρχήν, στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, άρα και οι «αυτοτελώς φορολογούμενες ειδικές περιπτώσεις» των άρθρων 11 κ.επ. αυτού. Συνεπώς, ισχυρισμός που είχε προβάλει ο αιτών με την προσφυγή του ότι δεν έπρεπε να υπαχθεί στην εισφορά «ποσό 55.720,13 ευρώ που αφορά αυτοτελώς φορολ. ποσά», χωρίς να διευκρινίζει ειδικότερα τη φύση των εν λόγω ποσών, δεν ήταν ουσιώδης και ορθώς κατ’ αποτέλεσμα δεν ελήφθη υπ’ όψη από το διοικητικό εφετείο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ομοίως, παράπονα της κρινόμενης αίτησης σχετικά με τον ενιαίο τρόπο εμφανίσεως στις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, αφ’ ενός μεν των αυτοτελώς φορολογουμένων εσόδων των υπαγομένων στην εισφορά, αφ’ ετέρου δε των κατά τ’ ανωτέρω εξαιρουμένων από αυτήν, έτσι ώστε τα τελευταία να μη διακρίνονται και να υπόκεινται, ως μη έδει, σε εισφορά, προβάλλονται άνευ εννόμου συμφέροντος, καθώς ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ούτε προκύπτει ότι στα ένδικα εισοδήματά του περιλαμβάνονται και τέτοια εξαιρούμενα της εισφοράς έσοδα. Εξ άλλου, το ότι τα υποκείμενα στην εισφορά ως άνω αυτοτελώς φορολογούμενα έσοδα δηλώνονταν, όπως ισχυρίζεται ο αιτών, προαιρετικώς στις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δεν άγει, από πλευράς επιβολής της επίδικης εισφοράς, σε άνιση ευνοϊκή μεταχείριση όσων δεν προέβησαν σε σχετική δήλωση, αφού και στους τελευταίους, πάντως, «βεβαιώνεται οίκοθεν» η εισφορά κατόπιν ελέγχου (παρ. 3 περ. α, β και δ ανωτ. άρθρου 18 ν. 3758). Συνεπώς, και ο περί του αντιθέτου λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος και απορριπτέος.