Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/26/2007

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 53/1974, 2190/1920, 2339/1995

Υπό τα δεδομένα, όμως, αυτά, συντρέχει περίπτωση καταργήσεως της δίκης, λόγω λήξεως της ισχύος του πληττομένου με τα κύρια δικόγραφα των αιτήσεων ακυρώσεως σκέλους των προσβαλλομένων πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, δοθέντος ότι η αιτούσα, στα κατατεθέντα στις 19.4.2005 και 4.5.2005 υπομνήματά της, επικαλείται λόγους ιδιαιτέρου εννόμου συμφέροντος για τη διατήρηση του αντικειμένου της δίκης που αφορούν, όμως, μόνο το απαραδέκτως, κατά τα ανωτέρω (βλ. σκέψη 10), πληττόμενο σκέλος των πράξεων αυτών, ήτοι την παράλειψη χαρακτηρισμού της εφημερίδας …… ως οικονομικής, ενώ δεν προβάλλει λόγους ιδιαιτέρου εννόμου συμφέροντος συναπτόμενους με το σκέλος των προσβαλλομένων που αφορά τον χαρακτηρισμό των λοιπών τεσσάρων εφημερίδων ως οικονομικών.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΑΔΗΣΥ/1129/2023

Με την προδικαστική προσφυγή ο προσφεύγων ζητά την ακύρωση της με αριθ. 3/9ης Συν/12.06.2020 απόφασης του αναθέτοντος φορέα, κατά το σκέλος αυτής με το οποίο έγινε δεκτή η συμμετοχή του παρεμβαίνοντος στον διαγωνισμό. Με την παρέμβαση ο παρεμβαίνων αιτείται την απόρριψη της ασκηθείσας προσφυγής και τη διατήρηση ισχύος της προσβαλλομένης.Σε συμμόρφωση με την Α49/2023 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου «…» με την οποία ακυρώθηκε η ΓΑΚ 993/2020 απόφαση της ΑΕΠΠ, κατά το σκέλος αυτής με το οποίο δεν εξετάσθηκαν για τυπικούς λόγους, δηλαδή λόγω της έλλειψης εννόμου συμφέροντος, οι λόγοι της ανωτέρω προσφυγής κατά της αποδοχής της προσφοράς του παρεμβαίνοντος και η υπόθεση αναπέμφθηκε στην ΕΑΔΗΣΥ για ουσιαστική κρίση αυτών.


ΑΕΠΠ/118/2020

Προμήθεια ειδών καθαριότητας...Επειδή κατόπιν των ανωτέρω, νόμιμα βάσιμα και παραδεκτά αποκλείσθηκε σύμφωνα με τους όρους της διακήρυξης και του νόμου η προσφορά του προσφεύγοντος και συνεπώς κατέστη τρίτος ως προς τον διαγωνισμό. Κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι, άνευ εννόμου συμφέροντος προβαλλόμενοι οι ισχυρισμοί και οι αιτιάσεις της προσφυγής κατά της νομιμότητας της προσφοράς της παρεμβαίνουσας, δοθέντος μάλιστα ότι δεν εμπίπτουν στην αρχή του ίσου μέτρου κρίσης ως παντελώς διάφοροι των λόγων αποκλεισμού της προσφοράς του ιδίου (σκέψη 22). Περαιτέρω δε, υπό τα σύγχρονα νομικά δεδομένα, η διαστολή του εννόμου συμφέροντος του προσφεύγοντος, ο αποκλεισμός του οποίου έχει ήδη κριθεί με την παρούσα νόμιμος, ώστε να νομιμοποιείται να προβάλλει λόγους ακύρωσης κατά της αποδοχής προσφοράς της παρεμβαίνουσας, δεν μπορεί να γίνει δεκτός καθώς δεν έχει παραχθεί σε επίπεδο οριστικής δικαστικής προστασίας εκείνη η ακυρωτική νομολογία από τα Διοικητικά Δικαστήρια και το ΣτΕ όπου θα γίνεται ρητά λόγος για «μεταστροφή της πάγιας νομολογίας». (...)Εντελώς πρόσφατα, τέλος, δυνάμει παραπομπής από την Απόφαση 180/2019 της Επιτροπής Αναστολών του Α΄ Τμήματος Διακοπών του ΣτΕ παραπέμφθηκε στην Επιτροπή Αναστολών της Ολομελείας το κρίσιμο ζήτημα η οποία με την Απόφασή της 235/2019 που διατύπωσε προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σειρά προδικαστικών ερωτημάτων εν προκειμένω (πηγή www.adjustice.gr Ανακοίνωση 18.10.2019). Μέχρι την εκ νέου αναπομπή της υπόθεσης όμως Αριθμός Απόφασης: 118/2020 46 στο ΣτΕ κατά τα όσα θα κρίνει το ΔΕΕ, λόγοι ασφάλειας δικαίου επιτάσσουν, κατά την κρίση του Κλιμακίου, την εφαρμογή της πάγιας, μέχρι σήμερα, σαφούς νομολογίας του όπως εφαρμόστηκε, οπότε οι λόγοι της προσφυγής με τους οποίους ο προσφεύγων φέρεται επί της αποδοχής της τεχνικής προσφοράς της παρεμβαίνουσας αιτούμενος την ακύρωση της προσβαλλόμενης κατά το μέρος που αποδέχθηκε την προσφορά, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι ελλείψει εννόμου συμφέροντος (αποφάσεις ΑΕΠΠ 1352,1438, 1440/2019).


ΑΕΠΠ/303/2020

Παροχή υπηρεσιών παρασκευής γευμάτων....Επομένως, καθόσον εν προκειμένω η προσφεύγουσα ουδεμία ωφέλεια προσδοκά ούτε είναι δυνατόν να προσποριστεί ωφέλεια από την ακύρωση της προσβαλλόμενης διακήρυξης, η προσφυγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη αλυσιτελής και χωρίς έννομο συμφέρον, επειδή η προσφεύγουσα ούτε επικαλείται ούτε αποδεικνύει ούτε άλλως προκύπτει βλάβη της κατά την έννοια του νόμου, άμεση, προσωπική, ή ενδεχόμενη, και αιτιωδώς συναρτώμενη με την προσβαλλόμενη διακήρυξη. Γίνεται μνεία ότι και αληθείς και βάσιμοι υποτιθέμενοι οι λόγοι της προσφυγής, και ανεξαρτήτως του απαραδέκτου της υπό κρίση προσφυγής, όμως η προσφεύγουσα δεν στερείται έννομης προστασίας ενώπιον της ΑΕΠΠ. Συγκεκριμένα και παρότι η υπό κρίση προσφυγή παραμένει απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αλυσιτέλειας και λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος, όμως δεν περιορίζεται ουδέ εκλείπει η προδικαστική και δικαστική έννομη προστασία της προσφεύγουσας. Ειδικότερα, τα άρθ. 346, 360, 364, 368 του ν. 4412/2016 (σκέψεις 16, 17, 19, 20) θεσπίζουν το δικαίωμα προσβολής και ακύρωσης της επίμαχης σύμβασης, η οποία υπογράφηκε εντός του χρονικού διαστήματος αναστολής της υπογραφής, εφόσον ασφαλώς ήθελε ασκηθεί το συγκεκριμένο δικαίωμα και ήθελαν τυχόν κριθεί βάσιμοι και αποδεδειγμένοι οι ισχυρισμοί της υπό εξέταση προσφυγής. Συνεπώς για τους λόγους αυτούς, όπως βάσιμα αναφέρει η παρεμβαίνουσα, η υπό εξέταση προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής λόγω ολοσχερούς εκτέλεσης του αντικειμένου της διακήρυξης και ως άνευ εννόμου συμφέροντος και βλάβης της προσφεύγουσας. Αντιστοίχως, κατά την μειοψηφούσα γνώμη της Εισηγήτριας πρέπει να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί της παρέμβασης περί απαραδέκτου της προσφυγής και να γίνει δεκτή η παρέμβαση κατά το αίτημα απόρριψης της προσφυγής..


ΝΣΚ/248/2016

Δικαστήρια - Νομολογία - Δέσμευση Διοίκησης - Δημόσιο Συμφέρον - Ανάκληση διοικητικών πράξεων.(...)α) Η νομολογία, η οποία έχει διαμορφωθεί με τις υπ’ αριθμ. 978/2012, 2270/2014, 3349/2014 και 4781/2014 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας συνιστά «παγία νομολογία», καθόσον αφορά την δοθείσα από τις αποφάσεις αυτές ερμηνευτική νομική λύση για την δόμηση εντός των μνημειακού χαρακτήρα οικισμών της Ύδρας και της Χώρας Πάτμου. Η νομολογία αυτή μάλιστα επαναλήφθηκε και με τις μετέπειτα εκδοθείσες υπ’ αρ. 166/2015 (ΕΑ), 4363/2015 και 1248/2016 αποφάσεις του ιδίου δικαστηρίου. β) Ενδείκνυται η Διοίκηση, σε συμφωνία προς τις ανωτέρω αποφάσεις, να εξετάσει τις όμοιες υποθέσεις, ήδη εκκρεμείς ενώπιον αυτής ή μελλοντικές, που αφορούν τη δόμηση στους ίδιους οικισμούς, υιοθετώντας την δοθείσα από τις αποφάσεις αυτές ερμηνευτική νομική λύση. γ) Καθόσον αφορά τις ήδη εκδοθείσες πράξεις και οι οποίες τελούν σε αντίθεση προς την ερμηνευτική νομική λύση, που έχει δοθεί με τις ανωτέρω δικαστικές αποφάσεις, η Διοίκηση δύναται να τις ανακαλέσει οποτεδήποτε και να εξετάσει εκ νέου τις σχετικές υποθέσεις υπό το φως αυτής της νομικής ερμηνευτικής λύσεως, με βάση τις γενικές αρχές, που ισχύουν για την δυνατότητα ανακλήσεως των παράνομων ευμενών ατομικών διοικητικών πράξεων, επικαλούμενη λόγους σπουδαίου δημοσίου συμφέροντος (προστασία μνημειακών οικισμών), λαμβάνοντας, όμως, υπόψη τα δικαιώματα ή τις επωφελείς καταστάσεις, που έχουν δημιουργηθεί από τις πράξεις αυτές για καλόπιστους διοικούμενους, εκτός εάν, κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοικήσεως, συντρέχουν λόγοι γενικότερου δημοσίου συμφέροντος προστασίας των συγκεκριμένων μνημειακού χαρακτήρα οικισμών, σε βαθμό τέτοιο, ώστε να επιβάλλεται η ανάκληση, ακόμα και των πράξεων αυτών (ομοφ).


ΣΤΕ/ΕΑ/167/2009

Εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης...Για την εγκατάσταση του συστήματος αυτού, η διακήρυξη του επίδικου διαγωνισμού προβλέπει την εκτέλεση εργασιών (κατασκευή δεξαμενών, κατασκευή σωληνώσεων για την σύνδεση των μηχανημάτων με τα δίκτυα κλπ), οι οποίες υπάγονται στην έννοια του δημοσίου έργου. Η εκτέλεση των εργασιών αυτών είναι απαραίτητη για την θέση του συστήματος αφαλάτωσης σε παραγωγική λειτουργία, για την εκπλήρωση δηλαδή του σκοπού, στον οποίο απέβλεψε ο καθ’ ου Δήμος με την προκήρυξη του διαγωνισμού. Υπό τα δεδομένα, επομένως, αυτά είναι υποστηρίξιμη η εκδοχή ότι οι ανωτέρω εργασίες προσδιορίζουν τον χαρακτήρα της συμβάσεως, στην σύναψη της οποίας κατατείνει ο επίδικος διαγωνισμός, ως συμβάσεως δημοσίου έργου. Ως εκ τούτου, κατά την μειοψηφήσασα γνώμη, δεν πιθανολογείται σοβαρά η βασιμότητα του ισχυρισμού της αιτούσης ότι η επίμαχη σύμβαση είναι σύμβαση προμήθειας.Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, η εκτέλεση των προσβαλλομένων πράξεων να ανασταλεί, και να μην υπογραφεί η σχετική σύμβαση, ενώ, ενόψει αυτού, παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων αναστολής. Και ναι μεν ο καθ’ ου δήμος ισχυρίζεται ότι λόγοι δημοσίου συμφέροντος, συνιστάμενοι στο πρόβλημα λειψυδρίας που αντιμετωπίζει, ειδικά κατά τους θερινούς μήνες, επιτάσσουν την απόρριψη της αιτήσεως, οι λόγοι όμως αυτοί, σταθμιζόμενοι με τη βλάβη της αιτούσας, δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν την απόρριψη της αιτήσεως.


ΣΤΕ/2817/2008

Παροχή υπηρεσιών μεταφοράς...Ενόψει τούτου, εφόσον, κατά τα προαναφερθέντα, στο επόμενο στάδιο του ελέγχου των τυπικών προσφορών, η αιτούσα εταιρεία απεκλείσθη από το διαγωνισμό, άσκησε δε ανεπιτυχώς αίτηση ασφαλιστικών μέτρων (όχι όμως, μέχρι τη συζήτηση της κρινομένης αιτήσεως, και αίτηση ακυρώσεως) κατά της πράξης αποκλεισμού της, η νομιμότητα της οποίας δεν μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως στα πλαίσια της παρούσης δίκης, εξέλιπε πλέον το έννομο συμφέρον της για την ακύρωση της επίδικης πράξης, με την οποία, στο προηγούμενο στάδιο του ελέγχου των τυπικών προϋποθέσεων και δικαιολογητικών συμμετοχής, είχε γίνει αποδεκτή στο διαγωνισμό η εταιρεία «…….» (προκειμένου περί εκλείψεως του εννόμου συμφέροντος προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως, λόγω γεγονότων μεταγενεστέρων του χρόνου εκδόσεως της προσβαλλόμενης πράξης, πρβλ. ΣτΕ 1002/2007 Ολομ., 1757/2005, επταμ. 742/2005). Δεν συνάγεται δε το αντίθετο από τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 2522/1997 (ΦΕΚ Α΄ 178), κατά την οποία, ναι μεν προκειμένου περί των ενδιαφερομένων για την ανάθεση συμβάσεως που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των κοινοτικών οδηγιών περί δημοσίων συμβάσεων, όπως στην περίπτωση του επίδικου διαγωνισμού, η ενδεχόμενη και μόνο ζημία θεμελιώνει έννομο συμφέρον για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά των πράξεων της αναθέτουσας αρχής, ο αποκλεισθείς, όμως, από το διαγωνισμό με πράξη της αρχής, σε επόμενο στάδιο της διαδικασίας, δεν υφίσταται πλέον, και μάλιστα στην περίπτωση που απερρίφθη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά του αποκλεισμού, ζημία, ούτε καν ενδεχόμενη, ή άλλη βλάβη (και, συνεπώς, δεν έχει έννομο συμφέρον για την ακύρωσή της) από προηγούμενη πράξη με την οποία έγινε αποδεκτή η συμμετοχή άλλου ενδιαφερομένου στο διαγωνισμό. Κατά συνέπεια, η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα, οίκοθεν δε νοείται ότι στην περίπτωση που γίνει δεκτή από το Συμβούλιο της Επικρατείας, ως παραδεκτή και βάσιμη, η αίτηση ακυρώσεως που άσκησε, μετά τη συζήτηση της υποθέσεως, η αιτούσα εταιρεία κατά της πράξης αποκλεισμού της (αριθμός κατάθεσης 4198/20.6.2008), θα ανακτήσει η εν λόγω διαγωνιζομένη το έννομο συμφέρον της και θα αναβιώσει η προθεσμία προσβολής της επίδικης πράξης αποδοχής της εταιρείας «……» στο διαγωνισμό (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 5123/1996).


ΣτΕ/316/2008/ΕΑ

Διαγωνισμός για την εκπόνηση μελέτης. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της απόρριψης της οικονομικής προσφοράς της αιτούσας με την αιτιολογία ότι παραβίαζε το ανώτατο όριο αμοιβών που καθοριζόταν στη διακήρυξη. .7. Επειδή, η αιτούσα στο υποβληθέν από αυτήν έντυπο 1 της οικονομικής προσφοράς της και ειδικότερα …Υπό τα δεδομένα αυτά και εν όψει όσων εξετέθησαν στις προηγούμενες σκέψεις, η κρίση περί απαραδέκτου της οικονομικής προσφοράς της στην οποία κατέληξε η αναθέτουσα αρχή, η οποία πολλαπλασίασε την αναγραφόμενη στη σχετική στήλη τιμή ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου με τον αντίστοιχο αριθμό μονάδων φυσικού αντικειμένου, φαίνεται να είναι νόμιμη, έστω και αν οδηγεί σε υπερβολικά μεγέθη, όπως ισχυρίζεται η αιτούσα. Τέλος, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι η οικονομική προσφορά της δεν έπρεπε να απορριφθεί, καθώς λόγω της αναγραφής της συνολικής προσφερομένης τιμής ανά κατηγορία μελέτης δεν δημιουργήθηκε αμφιβολία ως προς την προσφερομένη τιμή, διότι, κατά τα προεκτεθέντα, η διακήρυξη δεν αρκείται στην υποβολή ορισμένης εκπτώσεως ή μιας συνολικώς προσφερομένης τιμής, αλλά, απαιτεί την εξειδίκευση της προσφερομένης τιμής ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου προβλέποντας προς τούτο την υποβολή ξεχωριστού εντύπου οικονομικής προσφοράς για τις τιμές ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου. 8. Επειδή, εφ` όσον, κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω, δεν πιθανολογείται σοβαρώς ότι ο αποκλεισμός της αιτούσας συμπράξεως από την περαιτέρω διαδικασία εχώρησε κατά παράβαση των κανόνων που διέπουν το διαγωνισμό, αυτή στερείται εννόμου συμφέροντος προς αμφισβήτηση της νομιμότητος των προσβαλλομένων πράξεων, κατά το μέρος που με αυτές κρίθηκε παραδεκτή η οικονομική προσφορά της παρεμβαίνουσας συμπράξεως (Ε.Α. 73/2005 κ.ά.). 9. Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, πρέπει να απορριφθεί, στο σύνολό της, η κρινόμενη αίτηση και να γίνει δεκτή, κατόπιν τούτου, η ασκηθείσα παρέμβαση. Διά ταύτα Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.»


ΣΤΕ ΕΑ/17/2005

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΕΡΓΟΥ-ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ: Επειδή, προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις έχουν αντιφατική και ελλιπή, άρα πλημμελή αιτιολόγηση. Ειδικώτερα προβάλλεται ότι αν και από την απόφαση περί χαρακτηρισμού του επίδικου έργου ως ειδικής φύσης φαίνεται ότι το συγκεκριμένο σύστημα του διαγωνισμού με συμμετοχή συγκεκριμένων εργοληπτικών επιχειρήσεων προκρίθηκε για το λόγο ότι οι επιχειρήσεις οι οποίες θα προσκληθούν πρέπει να έχουν εκτεταμένη εμπειρία σε αντίστοιχα έργα, σχετική εμπειρία σε τέτοιου είδους κατασκευές και να δραστηριοποιούνται στη γύρω από την ..... περιοχή, παραταύτα, όμως, προσκλήθηκε, στη συνέχεια, και η εταιρία ......, που έχει το μικρότερο υπόλοιπο ανεκτέλεστο εργασιών, με το επιχείρημα της αύξησης του ανταγωνισμού. Συνεπεία τούτου η αιτιολογία αυτή είναι αντιφατική ως προς τα κριτήρια επιλογής των εταιρειών που έπρεπε να προσκληθούν, αφού η παρεμβαίνουσα εταιρεία, που υπέβαλε μάλιστα τελικώς τη χαμηλότερη οικονομική προσφορά, δεν έχει τα απαιτούμενα ειδικά προσόντα, ούτε δραστηριοποιείτο στην περιοχή της .... Συναφώς, προβάλλεται επίσης αναιτιολόγητο των προσβαλλομένων πράξεων, από την άποψη ότι δεν εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους δεν προσκλήθηκαν να λάβουν μέρος στον επίμαχο διαγωνισμό και άλλες εργοληπτικές επιχειρήσεις από εκείνες που είχαν λάβει μέρος στον προηγούμενο που αφορούσε το αυτό έργο, αφού μάλιστα, όλες οι τότε μετέχουσες, όπως και η αιτούσα, είχαν γίνει τυπικά δεκτές από την Επιτροπή διαγωνισμού, ως πληρούσες τις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις, και οι εργασίες της επίδικης εργολαβίας περιείχοντο στις εργασίες της αρχικής εργολαβίας.(...)Με τα δεδομένα αυτά, ο λόγος περί αναιτιολογήτου δεν πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος ούτε κατά το δεύτερο σκέλος του, περί μη προσκλήσεως προς συμμετοχή των εργοληπτικών επιχειρήσεων που είχαν συμμετάσχει στον προηγούμενο διαγωνισμό..


ΣΤΕ/ΟΛΟΜ/3095/2001

Οικοδομική άδεια- αίτηση ακυρώσεως...Επειδή, οι αιτούντες, φερόμενοι ως κάτοικοι … και συγκεκριμένα οικοδομής που έχει ανεγερθεί σε ακίνητο όμορο προς το ακίνητο που αφορά η προσβαλλόμενη πράξη, με έννομο συμφέρον ασκούν την υπό κρίση αίτηση. Παραδεκτώς δε προβάλλουν, μεταξύ άλλων, λόγους ακυρώσεως ερειδόμενους στον ισχυρισμό ότι το οικοδομούμενο ακίνητο δεν κείται, όπως θεωρεί η πολεοδομική αρχή, μέσα στα όρια του προϋφισταμένου του έτους 1923 οικισμού του …, αλλά περιλαμβάνεται σε ευρύτερη έκταση συνολικού εμβαδού 550 στρεμμάτων περίπου, η οποία κηρύχθηκε αναδασωτέα με την 844/22.3.1982 απόφαση του …(ΦΕΚ Δ΄ 357), και ως εκ τούτου εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων περί προστασίας των δασών και δασικών εκτάσεων που απαγορεύουν τη δόμηση. Το έννομο δε συμφέρον των αιτούντων για την προβολή των λόγων αυτών, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι στην ευρύτερη περιοχή, η οποία κατά τα προβαλλόμενα έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, με συνέπεια την απαγόρευση της δόμησης εντός αυτής, εμπίπτει και το ακίνητο στο οποίο έχει ανεγερθεί η οικοδομή, της οποίας ιδιοκτήτρια φέρεται η δεύτερη των αιτούντων και στην οποία κατοικούν αμφότεροι (πρβλ. ΣτΕ 6070/1996 Ολομ., 173/1998 Ολομ.). Τούτο διότι, κατά την έννοια του άρθρου 47 παρ. 1 του π. δ/τος 18/1989, το συμφέρον προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως δεν παύει να είναι έννομο από μόνο το γεγονός ότι ο αιτών φέρεται να έχει παραβιάσει διάταξη της κείμενης νομοθεσίας. Ο νόμος αποβλέπει, και αρκείται, στην ύπαρξη δεσμού που επιτρέπει στον αιτούντα να αμφισβητήσει την αντικειμενική νομιμότητα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξεως, προκειμένου να επιτύχει αποτέλεσμα που καθ' εαυτό δεν αποδοκιμάζεται από την έννομη τάξη. Η θεραπεία της τυχόν παρανομίας της νομικής καταστάσεως του αιτούντος δεν επέρχεται με τη στέρηση του εννόμου συμφέροντος προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως αλλά με την δυνατότητα της διοικήσεως να επιβάλλει την άρση της παραβάσεως. Εξ άλλου, σε κάθε περίπτωση, συμφέρον στηριζόμενο σε ισχύουσα διοικητική πράξη είναι πάντοτε και εξ ορισμού έννομο, αφού διοικητική πράξη που δεν ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε παράγει, κατά γενικό κανόνα, όλα τα έννομα αποτελέσματά της, μεταξύ των οποίων και το δικαίωμα του δικαιούχου να αξιώσει την επέλευση όλων των έννομων συνεπειών που απορρέουν από την ύπαρξή της. Ο έλεγχος δε της νομιμότητας της διοικητικής πράξεως, στην οποία ο αιτών στηρίζει το έννομο συμφέρον του, θα συνιστούσε ανεπίτρεπτο παρεμπίπτοντα έλεγχο του κύρους της και θα δημιουργούσε, κατ' αποτέλεσμα, μία άλλη δίκη εντός του πλαισίου της κυρίας δίκης που και δικονομικώς δυσχερής είναι και διεξάγεται χωρίς την τήρηση στοιχειωδών δικονομικών προϋποθέσεων για τον αιτούντα, ενόψει της αυτεπάγγελτης έρευνας της συνδρομής εννόμου συμφέροντος


ΝΣΚ/32/2021

Σε ποιες ενέργειες οφείλει να προβεί το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Γ.Π.Α.) μετά τη γνωστοποίηση από το Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών (Πάντειο Πανεπιστήμιο) και τη με αριθμό 6/2020 έκθεση ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, ότι το από 6.7.1998 πιστοποιητικό παρακολούθησης του Μεταπτυχιακού Κύκλου Σπουδών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Β΄ Ευρωπαϊκή Έδρα JeanMonnet, με τίτλο «Ευρωπαϊκή Ένωση και Αναπτυσσόμενες Χώρες», με το οποίο χορηγήθηκε στη Σ.Π., υπάλληλο του Γ.Π.Α., το επίδομα μεταπτυχιακών σπουδών και το οποίο έχει ληφθεί υπόψη για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξή της, δεν αποτελεί Μεταπτυχιακό Δίπλωμα σε επίπεδο Masters(...)1. α) Η ανάκληση από το όργανο που την εξέδωσε, ως μη σύννομης, της με αριθμό 2/16.7.2009 απόφασης (πρακτικού) του υπηρεσιακού συμβουλίου του Γ.Π.Α., η οποία εκδόθηκε χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προς τούτο προϋποθέσεις, είναι υποχρεωτική και δεν ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης. Συνακόλουθα, καθίστανται υποχρεωτικά ανακλητέες, από το όργανο που τις εξέδωσε, και όλες οι διοικητικές πράξεις, οι οποίες εκδόθηκαν στη συνέχεια και αφορούσαν τόσο στη χορήγηση του επιδόματος μεταπτυχιακών σπουδών όσο και στη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη της Σ.Π., στο μέτρο που για την υπηρεσιακή αυτή μεταβολή λήφθηκε υπόψη η κατοχή από την υπάλληλο του Πιστοποιητικού Παρακολούθησης ως μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, καθόσον ελλείπει το νόμιμο έρεισμα αυτών, συντρεχούσης, δε, περιπτώσεως, πρέπει να ακολουθήσει τυχόν επανακατάταξη της υπαλλήλου στο σωστό μισθολογικό κλιμάκιο. Για τη νομική θεμελίωση της ανάκλησης, η οποία νομίμως ενεργείται πέραν της πενταετίας, απαιτείται ειδική αιτιολόγηση της Διοίκησης με επίκληση λόγων δημοσίου συμφέροντος ή δόλιας συμπεριφοράς της υπαλλήλου. β) Η ανάκληση, ως μη σύννομων, των ανωτέρω διοικητικών πράξεων, η οποία νομίμως διενεργείται χωρίς χρονικό περιορισμό για λόγους δημοσίου συμφέροντος, εξεταζομένου, επιπλέον, από τη Διοίκηση της ύπαρξης τυχόν δόλου εκ μέρους της υπαλλήλου, θα ανατρέξει στο χρόνο έκδοσής τους, οπότε θεωρείται νομικώς, ότι αυτές δεν εκδόθηκαν ποτέ και οι αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές αναζητούνται, σύμφωνα με τα άρθρα 24 παρ. 3 του ν. 4354/2015 και 96 του ν. 4270/2014 (κατά πλειοψηφία). 2. Κλήση της υπαλλήλου σε προηγούμενη ακρόαση δεν απαιτείται, καταρχάς, καθόσον η έκδοση των δυσμενών για την ίδια ανακλητικών πράξεων οφείλεται σε γεγονός αντικειμενικό, και τούτο διότι δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις ούτε για την έκδοση της πράξης χορήγησης επιδόματος μεταπτυχιακών σπουδών στη Σ.Π., ούτε για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη και εξέλιξή της. Εφόσον, όμως, η Διοίκηση εξετάσει τη συνδρομή τυχόν λόγων δόλιας συμπεριφοράς εκ μέρους της υπαλλήλου, λόγων, δηλαδή, που συνδέονται προς υποκειμενική συμπεριφορά της, πρέπει να τηρηθεί η διαδικασία της προηγούμενης ακρόασης αυτής, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 20 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του ν. 2690/1999, καθόσον η προηγούμενη ακρόασή της συνιστά ουσιώδη τύπο της διαδικασίας έκδοσης των ανακλητικών πράξεων και επιπλέον μπορεί να επιδράσει στη διαμόρφωση της κρίσης της Διοίκησης (ομόφωνα).