ΣΤΕ/1533/2002
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟ-ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΞΙΩΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ:Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη εφόσον δεν αναφέρει το ποσό της κάθε μιας των διαδοχικών συμβάσεων που συνήφθησαν μεταξύ της εν λόγω εταιρείας και του Δήμου … για την προμήθεια σκυροδέματος, αφού καμία από αυτές τις συμβάσεις δεν υπερέβαινε το 1.000.000 δραχμές. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, σε περίπτωση σύναψης περισσοτέρων συμβάσεων, κατά τη διάρκεια ενός έτους, μεταξύ αφενός δήμου ή κοινότητος και αφετέρου εταιρείας στην οποία μετέχει δημοτικός ή κοινοτικός άρχοντας, για την αυτοδίκαιη έκπτωση του τελευταίου, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό που προκύπτει από τις επιμέρους συμβάσεις, στην προκείμενη δε περίπτωση, όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και δεν αμφισβητείται από τον αιτούντα, η συνολική αξία των συμβάσεων που αυτός συνήψε κατά το έτος 1999 ανήλθε σε 14.200.816 δραχμές.(...)Απορρίπτει την αίτηση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/3096/2008
ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟ-ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΞΙΩΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ:Επειδή, με τις παρατεθείσες διατάξεις καθιερούται για τους δημοσίους υπαλλήλους (και άλλες κατηγορίες υπαλλήλων), που άσκησαν καθήκοντα προϊσταμένου Γενικής Διευθύνσεως ή Δ/νσεως ένα έτος προ των δημοτικών εκλογών κώλυμα εκλογιμότητας για τον οικείο Δήμο ή Κοινότητα. Εφ όσον δε εξακολουθούν και μετά την εκλογή να έχουν την ιδιότητα αυτή δεν δύνανται να ασκούν τα έργα του δημοτικού ή κοινοτικού άρχοντα (ασυμβίβαστο)(...) Απορρίπτει την αίτηση.
ΕΣ/Τ6/707/2010
Συμπληρωματικές συμβάσεις.Η ορθή έννοια του άρθρου 19 παρ.7 του π.δ. 774/1980 (ΦΕΚ Α΄ 189), όσον αφορά τις προϋποθέσεις ελέγχου των συμπληρωματικών συμβάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, των οποίων η αρχική σύμβαση υπήχθη στον έλεγχο, είναι ότι ο έλεγχος νομιμότητας που καταλείπεται στο Δικαστήριο επεκτείνεται και στην περίπτωση συμπληρωματικών, της κύριας, συμβάσεων, ανεξαρτήτως ποσού. Τούτο, διότι σκοπός της προαναφερόμενης διάταξης είναι η θεσμοθέτηση μίας αποτελεσματικής διαδικασίας για τον έλεγχο της νομιμότητας των συμβάσεων, ο οποίος θα ανατρεπόταν ή θα καθίστατο αλυσιτελής, ιδίως στην περίπτωση που θα παρεχόταν στη Διοίκηση η ευχέρεια να συνάπτει ανέλεγκτα συμπληρωματικές συμβάσεις. Περαιτέρω, οι συμπληρωματικές αυτές συμβάσεις, στη σύναψη των οποίων προβαίνουν οι αναθέτουσες αρχές, αποτελούν παρακολούθημα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης και, ως εκ τούτου, δεν έχουν το χαρακτήρα αυτοτελών συμβάσεων με ιδιαίτερο οικονομικό αντικείμενο, για τις οποίες, προκειμένου να θεμελιωθεί η αρμοδιότητα ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, απαιτείται η προϋπολογισθείσα δαπάνη τους να υπερβαίνει το ποσό που θεσπίζεται από το νόμο για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων. Τούτο ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι συμπληρωματικές συμβάσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν σε ποσοστό 50% το ποσό της αρχικής σύμβασης. Εξάλλου, εάν τεθεί ως αφετηρία ελέγχου των συμπληρωματικών συμβάσεων το ποσό που θεσπίζεται για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων (1.000.000,00 ευρώ ή 5.000.000,00 ευρώ, σε περίπτωση που οι συμβάσεις αφορούν σε δημόσια έργα συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως εν προκειμένω, βλ. άρθρο 25 του ν. 3614/2007, ΦΕΚ Α΄267), μεγάλο μέρος των συμπληρωματικών αυτών συμβάσεων, των οποίων η αρχική σύμβαση υπήχθη στον έλεγχο, θα μείνει, τελικώς, ανέλεγκτο, γεγονός που υπερακοντίζει το σκοπό του νομοθέτη, ο οποίος ήθελε και οι συμβάσεις αυτές, ανεξαρτήτως ποσού, να υπάγονται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενόψει και του ότι η ανάθεση των συμβάσεων αυτών γίνεται συνήθως χωρίς προηγούμενη διενέργεια ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, αλλά κατόπιν εξαιρετικών διαδικασιών (διαπραγματεύσεις, απευθείας ανάθεση κλ.π.). Επομένως, η υπό κρίση αίτηση, είναι τυπικά δεκτή και εξεταστέα περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της. Η κατάρτιση συμπληρωματικών συμβάσεων με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημοσίου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία αναθέσεως εκτελέσεως εργασιών και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, αφού συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας συμμετοχής στις διαδικασίες για την κατάρτιση δημοσίων συμβάσεων και του ελεύθερου ανταγωνισμού.
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/12/2011
Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο έλεγχος νομιμότητας των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000 ευρώ, στοχεύει στη διαπίστωση τυχόν νομικών πλημμελειών σε πράξεις της διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισης της σύμβασης. Στον κατά τα προεκτεθέντα προβλεπόμενο έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται, πλην των αρχικών (κύριων) συμβάσεων δημοσίων υπηρεσιών, οι οποίες έχουν υποβληθεί λόγω ποσού στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και οι συμπληρωματικές αυτών συμβάσεις, ανεξαρτήτως ποσού, διότι αποτελούν παρακολούθημα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης, ως εκ τούτου, δεν έχουν το χαρακτήρα αυτοτελών συμβάσεων με ιδιαίτερο οικονομικό αντικείμενο, για τις οποίες, προκειμένου να θεμελιωθεί η αρμοδιότητα ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, απαιτείται η προϋπολογισθείσα δαπάνη τους να υπερβαίνει το ποσό που θεσπίζεται από το νόμο για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα αναιρούσε τη σκοπιμότητα των σχετικών ρυθμίσεων και θα απέκλειε από τον έλεγχο μεγάλη κατηγορία συμβάσεων (βλ. απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 707/2010).
ΣΤΕ/1842/2006
ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟ-ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΞΙΩΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ:Ειδικότερα, ο … με τα ... τιμολόγια πωλήσεως που υπέβαλε στο Δήμο …, ανταποκρινόμενος σε έγγραφες παραγγελίες του Δημάρχου, προέτεινε τη σύναψη συμβάσεων για την προμήθεια από το Δήμο των αναφερόμενων στα τιμολόγια αυτά ειδών γραφικής ύλης αντί του αναγραφόμενου σ’ αυτά τιμήματος, η πρόταση δε αυτή έγινε αποδεκτή από το Δήμο και γνωστοποιήθηκε στον … με την παραλαβή των ειδών αυτών, η οποία έλαβε χώρα κατά τις ίδιες ημερομηνίες, κατά τις οποίες εκδόθηκαν τα εν λόγω τιμολόγια, με τη σύνταξη των προαναφερόμενων πρωτοκόλλων παραλαβής. Στερείται δε σημασίας, από την άποψη της εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 47 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, αν για την κατάρτιση των εν λόγω συμβάσεων προμηθειών τηρήθηκε ή όχι η προβλεπόμενη από την κείμενη νομοθεσία διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων προμηθειών των δήμων και κοινοτήτων. Επίσης στερείται σημασίας για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, σε ποιο χρόνο καταβλήθηκε το συμφωνηθέν τίμημα για την προμήθεια, αρκεί δε προς τούτο η κατάρτιση της σχετικής συμβάσεως με την ανάληψη υποχρεώσεως παραδόσεως των προς προμήθεια ειδών εκ μέρους του προμηθευτή και την αντίστοιχη πρόβλεψη της υποχρεώσεως του δήμου για την καταβολή του τιμήματος. Εν προκειμένω, η τελευταία σύμβαση που αφορά το ... τιμολόγιο καταρτίσθηκε στις 28.11.2003, αφού κατά την ημερομηνία αυτή παραλήφθηκαν τα αναγραφόμενα στο .... τιμολόγιο είδη αντί του τιμήματος που αναγράφεται στο εν λόγω τιμολόγιο. Με τα δεδομένα αυτά, δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα, η αιτιολογία με την οποία ακυρώθηκε από τον Υφυπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης η ... απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, που συνίσταται στο ότι η τελευταία σύμβαση προμήθειας δεν μπορεί να ληφθεί υπ’ όψη για το λόγο ότι το συμφωνηθέν με αυτήν τίμημα εξοφλήθηκε στις 6.8.2004, δηλαδή σε χρόνο πέραν του έτους από την κατάρτιση της πρώτης συμβάσεως. Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.
ΕλΣυν/6 Τμ/36/2008
Το Τμήμα αίρει την αμφιβολία και αποφαίνεται ότι τροποποιητική, προγενέστερης συμπλη-ρωματικής, σύμβαση, η οποία ως συναφθείσα πριν από την έναρξη ισχύος του άρθρου 8 παρ.1 του ν.2741/1999 δεν ελέγχεται, καθόσον ο έλεγχος της τροποποιητικής αυτής σύμβασης θα οδηγούσε ανεπίτρεπτα στον παρεμπίπτοντα έλεγχο της ήδη συναφθείσας τροποποιούμενης σύμβασης, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 19 παρ.7 του π.δ.774/1980. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι σε περίπτωση που η αρχική (κύρια) σύμβαση δεν υποβλήθηκε σε έλεγχο νομιμότητας ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου λόγω ποσού, ελέγχεται όταν συναθροιζόμενο το ποσό της με το ποσό της συμπληρωματικής σύμβασής της, υπερβαίνουν το όριο του ενός εκατομμυρίου(1.000.000) ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., ώστε να μη δίδεται η ευχέρεια στη Διοίκηση να συνάπτει ανέλεγκτα συμβάσεις με τη μέθοδο της κατάτμησης των πιστώσεων. Ομως, ο ως άνω δικαιολογητικός λόγος δεν συντρέχει όταν η κύρια σύμβαση δε υπήχθη στον έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επειδή κατά το χρόνο κατάρτισής της δεν είχε ακόμα θεσπιστεί νομοθετικά ο έλεγχος αυτός, οπότε δεν τίθεται ζήτημα κατάτμησης των πιστώσεων και αποφυγής του ελέγχου. Στην περίπτωση αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη το ποσό της αρχικής σύμβασης, αλλά αυτοτελώς το οικονομικό αντικείμενο της συμπληρωματικής.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1384/2012
Γενικό Λογιστήριο του Κράτους-Αγωγή καταβολής αποζημίωσης για διαφορές σύνταξης εξαιτίας μη καταταγής σε ανώτερα μισθολογικά κλιμάκια:Με την αίτηση επιδιώκεται η αναίρεση της 298/2008 αποφάσεως του ΙΙ Τμήματος.(....)Ήδη με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το ποσό της εισπραχθείσας από την αναιρεσείουσα συντάξεως κατά το έτος 1991, το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από αυτό που έπρεπε να είχε εισπράξει, προκειμένου να υπολογισθεί ορθά η ζημία της, ανέρχεται σε 1.448.744,50 δραχμές, είναι δηλαδή μικρότερο του ποσού του 1.552.251 δραχμών που υπολογίσθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, με αποτέλεσμα το ποσό της ζημίας της για την περίοδο αυτή να είναι κατά 103.506,50 δραχμές (1.552.251 – 1.448.744,50) ή 303,80 ευρώ μεγαλύτερο από εκείνο που της επιδικάσθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση.(....)Και ο λόγος όμως αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη. Και τούτο διότι ναι μεν, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας η διάταξη αυτή, κατά το μέρος που καθορίζει το νόμιμο και το της υπερημερίας επιτόκιο σε 6% ετησίως είναι ανίσχυρη, ως αντικείμενη στις αναφερόμενες στη σκέψη αυτή συνταγματικές και άλλες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, στην προκειμένη περίπτωση, όμως, καθ’ ερμηνεία του αιτήματος της αγωγής «… να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να … καταβάλει, νομιμοτόκως, το ποσό των 732.933 δραχμών», επιχειρούμενη υπό το φως της κατά την άσκηση της αγωγής (10.5.1995) κρατούσας νομολογίας για υπολογισμό επί χρηματικών οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου επιτοκίου 6% κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 του άνω Κώδικα περί Δικών του Δημοσίου - αφού το ανίσχυρο του επίμαχου μέρους της διάταξης αυτής και η συνακόλουθη εφαρμογή του εκάστοτε ισχύοντος για τους ιδιώτες επιτοκίου, απαγγέλθηκε για πρώτη φορά μεταγενέστερα με την 513/2009 απόφαση της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου - αυτή (ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα) ζήτησε την επιδίκαση του ανωτέρω ποσού αποζημίωσης με επιτόκιο 6% ετησίως.Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης.
2006/C-179/02
Σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο που εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων οι οποίες δεν καλύπτονται ή καλύπτονται εν μέρει από τις οδηγίες για τις «δημόσιες συμβάσεις»
ΣΤΕ/610/2009
ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟ-ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΞΙΩΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ:Επειδή, ο αιτών άσκησε, όπως ο ίδιος δέχεται στο δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως, ασυμβίβαστα έργα τουλάχιστον μέχρι τις 12-1-2008, οπότε έληξε τυπικώς η τριετής θητεία του, ως Προϊσταμένου της Οικονομικής Επιθεωρήσεως …. Επομένως, εθεμελιώθη λόγος ασυμβιβάστου, σύμφωνα με τα γεγονότα δεκτά στην 4η σκέψη, ο οποίος απηγγέλθη με την προσβαλλόμενη πράξη. Συνεπώς, η πράξη αυτή είναι νομίμως αιτιολογημένη, είναι δε αλυσιτελείς οι ισχυρισμοί, σύμφωνα με τους οποίους ο αιτών δεν ενέπιπτε στην παρ. 8 του άρθρου 29 του Δ.Κ.Κ., με το επιχείρημα ότι κατά το χρόνο εκδόσεως της διοικητικής πράξεως (10-7-08) εκτελούσε υποχρεωτικώς κατά νόμο (άρθρο 86, παρ. 4 του Υ.Κ.) καθήκοντα προϊσταμένου Δ/νσεως, δεδομένου ότι είχε τοποθετηθεί νέος προϊστάμενος στην ως είρηται Διεύθυνση. Επίσης αλυσιτελής για τον ίδιο λόγο τυγχάνει και ο συναφώς προβαλλόμενος ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας της σχετικής διατάξεως «κατά το μέρος της, με το οποίο παραλείπει να εξαιρέσει από το κανονιστικό περιεχόμενό της εκείνους τους υπαλλήλους, που υποχρεούνται από το νόμο, χάριν της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της συνέχειας της δημόσιας διοίκησης, να ασκούν καθήκοντα ασυμβίβαστα με την ιδιότητα του δημοτικού συμβούλου».(...)Απορρίπτει την αίτηση.
ΕΣ/ΤΜ.1/259/2010
Καταβολή αμοιβής για νομικές υπηρεσίες:..Εκ των ανωτέρω παρέπεται ότι η ανάθεση, στον φερόμενο ως δικαιούχο εντολοδόχο δικηγόρο, της εντολής σύνταξης των γνωμοδοτήσεων, στις οποίες αφορά η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δικηγορική αμοιβή, δεν είναι νόμιμη για τους ως άνω βασίμως προβαλλόμενους, από τον διαφωνούντα Επίτροπο, λόγους και, επομένως, η δικηγορική αυτή αμοιβή δεν έχει το χαρακτήρα λειτουργικής δαπάνης και δεν μπορεί να βαρύνει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Νοσοκομείου. Σε κάθε δε περίπτωση, και να ακόμη ήθελε θεωρηθεί ότι η ανωτέρω ανάθεση είναι νόμιμη, πράγμα που όπως αναφέρθηκε δεν συμβαίνει, και πάλιν η εκκαθάριση της εντελλόμενης δικηγορικής αμοιβής είναι μη νόμιμη, γιατί έγινε καθ’ υπέρβαση των, μόνων υποχρεωτικών για το Νοσοκομείο, αφού δεν έχει καθοριστεί υψηλότερη αμοιβή πριν την εκτέλεση της σχετικής εντολής, προβλεπόμενων, εκ του νόμου, ελάχιστων ορίων των αμοιβών των δικηγόρων. Συγκεκριμένα και σχετικά με την επάλληλη αυτή σκέψη αναφέρονται τα εξής: Όπως έχει ήδη κριθεί (βλ. 110/2009, 205/2007, 252, 182, 107/2006, 204/2005, 74/2003, 252/2000 πράξεις του Τμήματος τούτου), η ελάχιστη δικηγορική αμοιβή για τη σύνταξη γνωμοδοτήσεων, ελλείψει σχετικής ρύθμισης στη, μνημονευθείσα στην προηγούμενη σκέψη, κοινή υπουργική απόφαση περί "προσδιορισμού των ελάχιστων αμοιβών των Δικηγόρων", καθόσον η συγκεκριμένη νομική υπηρεσία δεν υπάγεται στην έννοια της, προβλεπόμενης στην ανωτέρω υπουργική απόφαση, περίπτωσης «παροχής συμβουλών στους εντολείς των δικηγόρων», καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 158 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.δ/τος 3026/1954 (ΦΕΚ 235 Α΄), Κώδικα περί Δικηγόρων, που ορίζει ότι «Δι’ έγγραφον γνωμοδότησιν επί νομικού ή πραγματικού ζητήματος, εγγράφως επί τούτω υποβαλλομένου, το ελάχιστον όριον της αμοιβής είναι δραχμαί 100.». Επομένως, ο φερόμενος ως δικαιούχος δικηγόρος, σε κάθε περίπτωση, θα δικαιούνταν ως αμοιβή το ποσό των 41,09 ευρώ για κάθε γνωμοδότηση (δηλαδή, 100 μεταλλικές δραχμές 140 μονάδες, όπως η ισοτιμία αυτή έχει καθοριστεί με την 12398/9.2.1989 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ΦΕΚ 131 Β΄, = 14.000 δραχμές ή 41,085 ευρώ) και συνολικά το ποσό των 575,26 ευρώ (41,09 ευρώ 14 γνωμοδοτήσεις) κι όχι το, επιπλέον τούτου, εντελλόμενο ποσό των 868,00 ευρώ. Εν όψει όλων των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δικηγορική αμοιβή δεν είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, το χρηματικό αυτό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΝΣΚ/14/2017
Δυνατότητα προσμέτρησης χρόνου προϋπηρεσίας από συμβάσεις έργου σε συμβάσεις εργασίας στους εργαζόμενους στον ΕΛΚΕ (Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας) του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. (..)Σύμφωνα με το άρθρο 93 του Ν. 4310/2014, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 24 του Ν. 4386/2016, κατά τη σύναψη συμβάσεων εργασίας εργαζομένων στον ΕΛΚΕ, δεν μπορεί να προσμετρηθεί η προϋπηρεσία σε αυτόν με συμβάσεις έργου (ομοφ.)