ΠΟΛ 1009/2008
Τύπος: Αποφάσεις
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Αρ.Πρωτ 1008269/52/0015/2008
ΘΕΜΑ: «Υποχρεώσεις Κ.Β.Σ. και καθορισμός εγγράφων των επιχειρήσεων Καζίνο για τις συναλλαγές τους από τη διεξαγωγή τυχερών παιχνιδιών σε ηλεκτρονικά μηχανήματα με τη χρήση ηλεκτρονικά τυπωμένων κουπονιών χρηματικής αξίας»
ΠΟΛ 1101/2006
Υποχρεώσεις Κ.Β.Σ. επιχειρήσεων Καζίνο για τις συναλλαγές τους από τη διεξαγωγή τυχερών παιχνιδιών σε ηλεκτρονικά μηχανήματα
Αριθμ. 1071467/536/0015/2006
Υποχρεώσεις Κ.Β.Σ. επιχειρήσεων Καζίνο για τις συναλλαγές τους από τη διεξαγωγή τυχερών παιχνιδιών σε ηλεκτρονικά μηχανήματα.
ΠΟΛ 1193/2010
Υποχρεώσεις Κ.Β.Σ. και καθορισμός εγγράφων των επιχειρήσεων Καζίνο, για τις συναλλαγές τους, από τη διεξαγωγή τυχερών παιχνιδιών, με τη χρήση συστημάτων ηλεκτρονικών χρηματικών δοσοληψιών, σε μηχανήματα ηλεκτρονικών τυχερών παιχνιδιών και τερματικούς σταθμούς (θέσεις) ηλεκτρονικών ρουλετών.
ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/7578/2015
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της 55186/Α.Πλ. 7843/15.12.2011 απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν αποδεικνύεται η παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης κατά το χρόνο του ελέγχου. Καταρχήν προκύπτει ότι η επιχείρηση δεν διέθετε εξωτερικά χαρακτηριστικά λειτουργούσας επιχείρησης, συμπέρασμα στο οποίο κατατείνουν τα ακόλουθα στοιχεία, όπως αυτά περιγράφονται από τον έλεγχο: α) Η ακαταλληλότητα του χώρου στον οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση (υπόγειο οικίας, χώρος ενιαίος με αποθηκευτικό χώρο όπου αποθηκεύονταν παλαιά μηχανήματα που, κατά τον έλεγχο, δεν συνδέονταν με τη λειτουργία της επιχείρησης), την ακαταλληλότητα δε αυτή η εκκαλούσα αμφισβητεί μεν, πλην χωρίς οποιαδήποτε τεκμηρίωση, β) Η έλλειψη πινακίδας του καταστήματος κατά το χρόνο του ελέγχου, ως προς τούτο δε, στους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της εκκαλούσας δεν προσδιορίζεται ούτε αποδεικνύεται ο χρόνος τοποθέτησης της πινακίδας που φέρεται να έχει έκτοτε τοποθετηθεί, και γ) Η έλλειψη σύνδεσης της επιχείρησης με τα δίκτυα τηλεφωνίας και διαδικτύου, γεγονός που αντίκειται στη συνήθη συναλλακτική πρακτική, αφού καθιστά δυσπρόσιτη την επιχείρηση στις συναλλαγές της, τούτο δε συνομολογεί κατ’ ουσίαν και η ίδια η εκκαλούσα, υποστηρίζοντας αορίστως ότι διακόπτει την σύνδεση κατά τους χειμερινούς μήνες. Πρωτίστως όμως, η έλλειψη παραγωγικής λειτουργίας προκύπτει από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός (φωτοτυπικά μηχανήματα, σελιδοποιητές, οθόνες, κεραίες, ηλεκτρονικοί υπολογιστές) για τον οποίο επιχορηγήθηκε η εκκαλούσα είτε δεν ήταν συνδεδεμένος είτε δεν λειτουργούσε κατά το χρόνο του ελέγχου, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εκκαλούσας, με τους οποίους υποστηρίζει ότι η διακοπή της λειτουργίας των μηχανημάτων ήταν προσωρινή ή επιβεβλημένη για λόγους ασφαλείας είναι παντελώς αναπόδεικτοι, ενώ οι ισχυρισμοί της ότι ο προορισμός του εξοπλισμού ήταν η επίδειξή του σε ενδιαφερόμενους αγοραστές και δεν απαιτούσε τη σύνδεσή του ή ότι η σύνδεση του εξοπλισμού θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχό του από τους ελεγκτές (βλ. κάμερα), αντίκειται ευθέως στο σκοπό της ενίσχυσης και στις υποχρεώσεις που ανέλαβε η εκκαλούσα. Τα ανωτέρω ισχύουν και ως προς το επιχορηγηθέν λογισμικό γενικής λογιστικής, που κατά τον έλεγχο δεν ήταν εγκατεστημένο σε κανέναν υπολογιστή, κεντρικό ή μη, αφού ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός πρέπει ομοίως να απορριφθεί ως αναπόδεικτος. Ενόψει των ανωτέρω, η εμφάνιση από την επιχείρηση εσόδων κατά το πρώτο εξάμηνο λειτουργίας της, τα οποία έσοδα άλλωστε στηρίζονται σε εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό συναλλαγών (βλ. τη δήλωση εισοδήματος του έτους 2009), δεν δύναται να αποδείξει την συνεχή λειτουργία αυτής, πολύ περισσότερο που ήδη κατά το χρόνο του ελέγχου και εφεξής εμφανίζει μηδενικά εισοδήματα. Συνεπώς, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ανωτέρω λόγου έφεσης στο σύνολό του, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτουργούσε παραγωγικά για το σκοπό για τον οποίο ενισχύθηκε, αυτή παρέβη τις μακροχρόνιες υποχρεώσεις που ανέλαβε με τη σύμβαση χρηματοδότησής της. Η κρίση δε αυτή, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η ενισχυθείσα επιχείρηση εμφανίζει παραγωγική λειτουργία σε μεταγενέστερο χρόνο (2013), αφού η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη αναδρομικά, ως συμμόρφωσή της στις υποχρεώσεις της. Απορρίπτει την έφεση.
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/422/2011
Επεξεργασία των σύμμεικτων αστικών απορριμμάτων:Με τα δεδομένα αυτά το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο όρος της διακήρυξης, σύμφωνα με τον οποίο «εφόσον ο διαγωνιζόμενος είναι Σύμπραξη εταιριών, το κριτήριο της ζητούμενης εμπειρίας θα πρέπει να πληρούται από όλα τα μέλη της κοινοπραξίας», αντίκειται, σύμφωνα με όσα αναλυτικά έγιναν δεκτά ανωτέρω, στη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 4 του π.δ. 60/2007 και στην αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού, γεγονός που καθιστά μη νόμιμη στο σύνολό της τη διεξαγωγή της ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας, αφού η συγκεκριμένη πλημμέλεια εντοπίζεται στο κύκλο των δικαιούμενων προς συμμετοχή οικονομικών φορέων. Η παραδοχή αυτή ισχύει ανεξαρτήτως του ότι σχετική πλημμέλεια προβλήθηκε με την υποβολή ενστάσεως εκ μέρους δύο ενδιαφερομένων να συμμετάσχουν στον συγκεκριμένο διαγωνισμό οικονομικών φορέων. Και υπό οιανδήποτε άλλη, όμως, ερμηνευτική εκδοχή, ο επίμαχος όρος εξακολουθεί να είναι μη νόμιμος, αντιβαίνων στη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 3 του π.δ. 60/2007, σύμφωνα με την οποία το ελάχιστο επίπεδο ικανοτήτων που απαιτείται για τη συγκεκριμένη σύμβαση, πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι συνδεδεμένο και ανάλογο προς το αντικείμενό της. Ως προς αυτό, επισημαίνεται καταρχάς ότι ο συγκεκριμένος όρος χρήζει ιδιαίτερης δικαιολογήσεως, εκ του λόγου ότι εισάγει περιορισμό στην αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού και το δικαίωμα των οικονομικών φορέων, να συμμετέχουν ως μέλη κοινοπρακτικών σχημάτων σε διαγωνισμό ανάθεσης υπηρεσιών. Περαιτέρω, ο σκοπός του συγκεκριμένου όρου, που συνίσταται στο γεγονός ότι « … ζητείται από όλους τους συμμετέχοντες η εμπειρία του συνολικού αντικειμένου προκειμένου να αποφευχθεί η έμμεση εκχώρηση του έργου σε νομικά ή φυσικά πρόσωπα που δεν θα διέθεταν την απαιτούμενη εμπειρία, άλλωστε το αντικείμενο του έργου είναι ενιαίο και δεν υπάρχουν κατηγορίες και ομάδες εργασιών … » (βλ. ανωτέρω αναφερόμενα έγγραφα) δεν δικαιολογεί αλλά καθιστά την πρόβλεψη του σχετικού περιορισμού δυσανάλογου, αφού ο επιδιωκόμενος σκοπός ικανοποιείται πλήρως με την προβλεπόμενη στο άρθρο 6 παρ. 12 περ. ii δ’ και ε’ απαίτηση της διακήρυξης περί υποβολής, ως τυπικού δικαιολογητικού συμμετοχής, υπεύθυνης δήλωσης ότι κάθε μία από τις συμπράττουσες εταιρίες ευθύνονται αλληλέγγυα και σε ολόκληρο για τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση έναντι του Δήμου .... και περί ανάληψης της δέσμευσης, ότι σε περίπτωση ανάθεσης της σύμβασης θα συνταχθεί συμβολαιογραφικό έγγραφο στο οποίο θα αποτυπωθεί η σχετική δέσμευση. Δηλαδή, με την αναγνώριση της σχετικής συμβατικής ευθύνης διασφαλίζεται υπέρ του Δήμου .... πλήρως η άρτια και προσήκουσα εκτέλεση της σύμβασης από το μέλος της σύμπραξης που πληροί αυτοτελώς την απαιτούμενη από τη διακήρυξη εμπειρία σε ανάλογες εργασίες. Συναφώς, ο σκοπός του όρου ικανοποιείται και με την προβλεπόμενη στο άρθρο 3.1. υποχρέωση της σύμπραξης επιχειρήσεων, που θα λάβουν μέρος στο διαγωνισμό χωρίς συγκεκριμένη νομική μορφή, να συστήσουν για την υπογραφή της σύμβασης Κοινοπραξία με σκοπό την εξυπηρέτηση της σύμβασης, αφού με την σύσταση αυτή η εμπειρία των συμπραττουσών εταιριών καθίσταται κοινή υπέρ της κοινοπραξίας και διασφαλίζεται επίσης η άρτια εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου. Επίσης, επισημαίνεται ότι παρίσταται αντιφατικό να αναγνωρίζεται από την διακήρυξη η δυνατότητα χρήσης δάνειας εμπειρίας, η οποία κατοχυρώνεται ευθέως στο π.δ. 60/2007, στο οποίο η διακήρυξη ρητά παραπέμπει μεταξύ των διατάξεων που διέπουν τον επίμαχο διαγωνισμό (βλ. εισαγωγικό μέρος διακήρυξης), δηλαδή η δυνατότητα χρήσης τεχνικών ικανοτήτων τρίτων φορέων, προδήλως διότι οι σχετικές απαιτήσεις δεν πληρούνται από τα μέλη της κοινοπραξίας αυτοτελώς και συγχρόνως να μην αναγνωρίζεται η δυνατότητα της κοινοπραξίας να στηριχθεί στις τεχνικές δυνατότητες ορισμένων από τα ίδια τα μέλη της. Υπό την αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή, εάν δηλ. υποστηριχθεί ότι δεν αναγνωρίζεται ρητά η δυνατότητα της δάνειας εμπειρίας, καθίσταται πλημμελής η ίδια η διακήρυξη, αφού η χρήση δάνειας εμπειρίας κατοχυρώνεται ευθέως στη διάταξη του άρθρου 46 του π.δ. 60/2007 για λόγους ανάπτυξης του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης.ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΕΣ/ΤΜ.6/527/2012