ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/7578/2015
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της 55186/Α.Πλ. 7843/15.12.2011 απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν αποδεικνύεται η παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης κατά το χρόνο του ελέγχου. Καταρχήν προκύπτει ότι η επιχείρηση δεν διέθετε εξωτερικά χαρακτηριστικά λειτουργούσας επιχείρησης, συμπέρασμα στο οποίο κατατείνουν τα ακόλουθα στοιχεία, όπως αυτά περιγράφονται από τον έλεγχο: α) Η ακαταλληλότητα του χώρου στον οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση (υπόγειο οικίας, χώρος ενιαίος με αποθηκευτικό χώρο όπου αποθηκεύονταν παλαιά μηχανήματα που, κατά τον έλεγχο, δεν συνδέονταν με τη λειτουργία της επιχείρησης), την ακαταλληλότητα δε αυτή η εκκαλούσα αμφισβητεί μεν, πλην χωρίς οποιαδήποτε τεκμηρίωση, β) Η έλλειψη πινακίδας του καταστήματος κατά το χρόνο του ελέγχου, ως προς τούτο δε, στους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της εκκαλούσας δεν προσδιορίζεται ούτε αποδεικνύεται ο χρόνος τοποθέτησης της πινακίδας που φέρεται να έχει έκτοτε τοποθετηθεί, και γ) Η έλλειψη σύνδεσης της επιχείρησης με τα δίκτυα τηλεφωνίας και διαδικτύου, γεγονός που αντίκειται στη συνήθη συναλλακτική πρακτική, αφού καθιστά δυσπρόσιτη την επιχείρηση στις συναλλαγές της, τούτο δε συνομολογεί κατ’ ουσίαν και η ίδια η εκκαλούσα, υποστηρίζοντας αορίστως ότι διακόπτει την σύνδεση κατά τους χειμερινούς μήνες. Πρωτίστως όμως, η έλλειψη παραγωγικής λειτουργίας προκύπτει από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός (φωτοτυπικά μηχανήματα, σελιδοποιητές, οθόνες, κεραίες, ηλεκτρονικοί υπολογιστές) για τον οποίο επιχορηγήθηκε η εκκαλούσα είτε δεν ήταν συνδεδεμένος είτε δεν λειτουργούσε κατά το χρόνο του ελέγχου, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εκκαλούσας, με τους οποίους υποστηρίζει ότι η διακοπή της λειτουργίας των μηχανημάτων ήταν προσωρινή ή επιβεβλημένη για λόγους ασφαλείας είναι παντελώς αναπόδεικτοι, ενώ οι ισχυρισμοί της ότι ο προορισμός του εξοπλισμού ήταν η επίδειξή του σε ενδιαφερόμενους αγοραστές και δεν απαιτούσε τη σύνδεσή του ή ότι η σύνδεση του εξοπλισμού θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχό του από τους ελεγκτές (βλ. κάμερα), αντίκειται ευθέως στο σκοπό της ενίσχυσης και στις υποχρεώσεις που ανέλαβε η εκκαλούσα. Τα ανωτέρω ισχύουν και ως προς το επιχορηγηθέν λογισμικό γενικής λογιστικής, που κατά τον έλεγχο δεν ήταν εγκατεστημένο σε κανέναν υπολογιστή, κεντρικό ή μη, αφού ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός πρέπει ομοίως να απορριφθεί ως αναπόδεικτος. Ενόψει των ανωτέρω, η εμφάνιση από την επιχείρηση εσόδων κατά το πρώτο εξάμηνο λειτουργίας της, τα οποία έσοδα άλλωστε στηρίζονται σε εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό συναλλαγών (βλ. τη δήλωση εισοδήματος του έτους 2009), δεν δύναται να αποδείξει την συνεχή λειτουργία αυτής, πολύ περισσότερο που ήδη κατά το χρόνο του ελέγχου και εφεξής εμφανίζει μηδενικά εισοδήματα. Συνεπώς, απορριπτομένου ως αβάσιμου του ανωτέρω λόγου έφεσης στο σύνολό του, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτουργούσε παραγωγικά για το σκοπό για τον οποίο ενισχύθηκε, αυτή παρέβη τις μακροχρόνιες υποχρεώσεις που ανέλαβε με τη σύμβαση χρηματοδότησής της. Η κρίση δε αυτή, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η ενισχυθείσα επιχείρηση εμφανίζει παραγωγική λειτουργία σε μεταγενέστερο χρόνο (2013), αφού η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη αναδρομικά, ως συμμόρφωσή της στις υποχρεώσεις της. Απορρίπτει την έφεση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/3096/2014
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Αίτηση ακύρωσης της 10287/Γ/1682/6.9.2007 (...) Ενόψει του ισχυρισμού αυτού, το Δικαστήριο κρίνει ότι η παράβαση των υποχρεώσεων που αποδίδεται στην εκκαλούσα με την προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, και συγκεκριμένα η μη λειτουργία του εξοπλισμού που αποκτήθηκε με τη χρηματοδότηση, αποτελεί πραγματικό γεγονός που δεν μπορεί να κριθεί στιγμιαία, από τη μη λειτουργία του μηχανήματος κατά το χρόνο του ελέγχου, αλλά συνδέεται άρρηκτα με την απόδειξη της παραγωγικής λειτουργίας της επιχείρησης. Πράγματι, κατά την έννοια των όρων της χρηματοδότησης, που καθορίζονται στα άρθρα 7 του Κανονισμού Υλοποίησης, 6.1 του Οδηγού του Προγράμματος και 13 της απόφαση για την έγκριση της χρηματοδότησης (απόφαση 1990/12747/30.10.2002 ΕΟΜΜΕΧ), η ενισχυόμενη επιχείρηση ανέλαβε τη δέσμευση ότι θα συνεχίσει την παραγωγική λειτουργία της για πέντε έτη μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, αξιοποιώντας για την εκπλήρωση του κυρίου αντικειμένου της λειτουργίας της τον εξοπλισμό που απέκτησε μέσω της χρηματοδότησης. Επομένως, προϋπόθεση για τη συμμόρφωση της εκκαλούσας στους όρους της χρηματοδότησης, αποτελεί, αφενός, η εκτέλεση μεταποιητικών εργασιών με αναγκαία χρήση του κρίσιμου μηχανολογικού εξοπλισμού (ανεξάρτητα δηλαδή από την κυριότητα των πρώτων υλών ή την έκδοση συγκεκριμένου τύπου παραστατικού), αφετέρου, η εν λόγω μεταποιητική δραστηριότητα να έχει διάρκεια και συνέχεια, αποτελούσα την κύρια δραστηριότητα της επιχείρησης. (..)Συνεπώς, από τα ανωτέρω αποδεικτικά στοιχεία, αποδεικνύεται μόνο η εκτέλεση μεμονωμένων μεταποιητικών εργασιών, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, τα έσοδα από τις οποίες αποτελούν μικρό μέρος των εσόδων της επιχείρησης. Ως εκ τούτου, δεν αποδείχτηκε η συνεχής παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης με κύρια δραστηριότητα τη διαμόρφωση χαρτοκιβωτίων, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε για τη χρηματοδότησή της, συμπέρασμα που ενισχύεται από το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία απασχολουμένων μισθωτών της επιχείρησης και δεν αμφισβητεί η εκκαλούσα, ουδέποτε απασχολήθηκαν στην επιχείρηση τα προβλεπόμενα στο επιχειρηματικό της σχέδιο άτομα. Επομένως, ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος.Απορρίπτει την έφεση
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1847/2022
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ-ΑΧΡΕΩΣΤΗΤΩΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΝΤΑ:ζητείται η ακύρωση της ... απόφασης του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της εκκαλούσας δημοτικής επιχείρησης η ανάκτηση του ποσού των 104.779,28 ευρώ. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο σύνολο της επιχορήγησης, που φέρεται ότι καταβλήθηκε αχρεωστήτως στην εκκαλούσα, στο πλαίσιο υλοποίησης του έργου «Υλοποίηση προγράμματος Βοήθεια στο Σπίτι έτους 2011 στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας»(...)εφόσον ο ένδικος καταλογισμός διενεργήθηκε υπέρ του Δημοσίου, για την τακτοποίηση του ελλείμματος που ανέκυψε από την αχρεώστητη καταβολή επιχορήγησης στην εκκαλούσα δημοτική επιχείρηση από πιστώσεις του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων – εθνικό σκέλος, αρμόδιο για την εκδίκαση της κρινόμενης έφεσης είναι το Πρώτο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στο οποίο και πρέπει αυτή να παραπεμφθεί.Κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο για την εκδίκαση της έφεσης της «Δημοτικής Κοινωφελούς Επιχείρησης Δήμου …».
ΕΣ/ΤΜ.1/2215/2008
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Ζητείται η ακύρωση της 279915/2228/9.5.2006 πράξης καταλογισμού του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Με βάση τα προπαρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη στερείται νόμιμης αιτιολογίας, καθόσον κατά την έκδοσή της, δεν εξετάστηκε το παραπάνω 7424/30.7.2004 έγγραφό της Διεύθυνσης Γεωργίας με το οποίο έγινε δεκτό, ύστερα από άσκηση αντιρρήσεων από την εκκαλούσα, ότι αυτή τηρεί τις δεσμεύσεις που ανέλαβε προκειμένου να υπαχθεί στο Πρόγραμμα των Νέων Αγροτών. Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη είναι νομικά πλημμελής αφού δεν καθίσταται βέβαιη η παραβίαση υποχρεώσεων από μέρους της εκκαλούσας, ώστε να επιβάλλεται η επιστροφή της χρηματοδότησης που είχε εισπραχθεί. Εν όψει τούτων, η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ως άνω ποσό ως αχρεστήτως καταβληθέν δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη και για το λόγο αυτό, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, να αρθεί ο καταλογισμός και να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στην εκκαλούσα, κατ’ άρθρο 61 παρ.5 του π.δ. 1225/1981. Τέλος, το Δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις της υπόθεσης κρίνει ότι πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει και της παρ. 1 εδάφ. 2 τελευταίο του άρθρου 275 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999, Α΄97).(....)Ακυρώνει την 279915/2228/9.5.2006 πράξη καταλογισμού του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΕΣ/ΤΜ.1/7574/2015
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ Στη συνέχεια, προβάλλει ότι τα καλώδια T.V. και τα καλώδια ΠΛΑΚΕ δεν εντοπίστηκαν από τον έλεγχο διότι τοποθετήθηκαν εσωτερικά στους τοίχους του κτηρίου, παράλληλα δε, προσβάλλει ως αυθαίρετη την κρίση του ελέγχου ότι η προμηθευθείσα ποσότητα των αναφερομένων υλικών (καλώδια του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης CCTV και καλώδια COMPUTER UTP KAT. 5e και NYM 3x2.5 και NYM 3x1.5) υπερέβαινε τις ανάγκες του έργου. Ωστόσο, στο μέτρο που η επιμέτρηση των συγκεκριμένων υλικών δεν ήταν πλέον εφικτή κατά το χρόνο ελέγχου, λόγω ακριβώς της τοποθέτησής τους εντός των τοίχων, το βάρος απόδειξης για την πραγματική χρησιμοποίηση των υλικών αυτών στο έργο φέρει η ίδια η εκκαλούσα, η οποία δεν προσκομίζει κανένα στοιχείο προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού της (π.χ. στοιχεία ηλεκτρολογικής εγκατάστασης, επιμετρήσεις κ.λπ.). Συνεπώς, ο λόγος αυτός είναι αναπόδεικτος και πρέπει ομοίως να απορριφθεί. Τέλος, ως προς το διαφημιστικό υλικό, που κατά την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, «δεν ταυτοποιήθηκε», η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι δεν έχει παραβεί τις υποχρεώσεις που ανέλαβε με τη σύμβασή της, αφού το υλικό αυτό διανεμήθηκε στους καταναλωτές. Πράγματι, στο μέτρο που το διαφημιστικό υλικό είναι είδος «αναλώσιμο» και προορίζεται από τη φύση του για διανομή και όχι για διατήρηση στην επιχείρηση, και με δεδομένο ότι ούτε από τα στοιχεία του φακέλου ούτε από τις ίδιες τις ελεγκτικές παρατηρήσεις δεν προκύπτουν με σαφήνεια ειδικές δεσμεύσεις της ενισχυόμενης επιχείρησης προκειμένου να διαπιστωθεί η «πραγματική πραγματοποίηση» (κατά την ορολογία του άρθρου 8 του ν. 3614/2007) των σχετικών δαπανών, ο προβαλλόμενος λόγος είναι βάσιμος και το ποσό δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να μειωθεί κατά το μέρος που αντιστοιχεί στη δαπάνη αυτή, δηλαδή κατά 2.500 ευρώ (5.000 € x 50%).Δέχεται εν μέρει την έφεση.
ΕλΣυν.Κλ.7/310/2015
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.Ανάθεση:Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Δήμο σε εργοληπτικές επιχειρήσεις, ως απόρροια ανάληψης των υποχρεώσεων της αυτοδικαίως λυθείσας και τεθείσας σε εκκαθάριση Δημοτικής Επιχείρησης, καθόσον: α) η υποκατάσταση της Δημοτικής Επιχείρησης από τις ανωτέρω εργοληπτικές επιχειρήσεις στην εκτέλεση των ως άνω έργων είναι μη νόμιμη, όχι μόνο διότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία για την επιτρεπόμενη από το ν. 1418/1984 υποκατάσταση του αναδόχου, αλλά προεχόντως διότι, μέσω αυτής της ανάθεσης εκ μέρους της Δημοτικής Επιχείρησης, καταστρατηγήθηκαν οι οικείες διατάξεις περί διενέργειας διαγωνισμών, β) κατά το χρόνο που ο Πρόεδρος της Δημοτικής Επιχείρησης υπέγραψε τις επίμαχες συμβάσεις με τις ως άνω εργοληπτικές επιχειρήσεις, το Δ.Σ. της Δημοτικής Επιχείρησης δεν είχε ακόμα αποδεχθεί τις οικείες αναθέσεις από το Δήμο και επομένως, κατά τον επίμαχο χρόνο, η Δημοτική Επιχείρηση δεν είχε την αρμοδιότητα να αναθέσει την εκτέλεση των έργων σε τρίτους και γ) δεν υπάρχουν πρωτόκολλα παραλαβής των έργων, που να έχουν εκδοθεί από την Δημοτική Επιχείρηση και με τα οποία να πιστοποιείται η καλή εκτέλεση των έργων εκ μέρους των αναδόχων, αλλά μόνο τα από 11.10.2012 και 1.2.2013 πρωτόκολλα οριστικής παραλαβής από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου, με τα οποία πιστοποιείται η καλή εκτέλεση των έργων εκ μέρους της Δημοτικής Επιχείρησης, ενώ ούτε οι τελικές επιμετρήσεις και οι λογαριασμοί των έργων έχουν συνταχθεί από τους ανωτέρω αναδόχους, αλλά από την Δημοτική Επιχείρηση.
ΕΣ/ΤΜ.1/3680/2009
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ Με την υπό κρίση έφεση ζητείται η ακύρωση της 8485/ΕΦΑ/2125/18.5.2007 καταλογιστικής πράξης του Γενικού Γραμματέα `Ερευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 1.409.326,05 ευρώ, το οποίο προέρχεται από τη χρηματοδότηση του υποέργου: «ανάπτυξη και λειτουργία θερμοκοιτίδας από την εταιρία ……..», που έχει ενταχθεί στο έργο: «Υποστήριξη επιστημονικών και τεχνολογικών πάρκων και θερμοκοιτίδων επιχειρήσεων – ΕΛΕΥΘΩ », που εντάσσεται στον άξονα προτεραιότητας 4 του Ε.Π. Ανταγωνιστικότητα «τεχνολογική καινοτομία και έρευνα» στο μέτρο 4.2.1. και χρηματοδοτείται κατά 70% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (Ε.Τ.Π.Α.), και κατά 30% από εθνικούς πόρους.(.....)Εξάλλου, το γεγονός ότι το Ελληνικό Δημόσιο επέλεξε την εκκαλούσα ως φορέα εκμετάλλευσης και της ανέθεσε την επιλογή των επιχειρηματιών, στους οποίους αυτή θα παρείχε υπηρεσίες υποστήριξης για την ανάπτυξη τεχνολογικών καινοτομιών, δεν συνεπάγεται, όπως αβασίμως υπολαμβάνει η εκκαλούσα, ότι το Ελληνικό Δημόσιο απεκδύθηκε της αρμοδιότητας να ελέγχει αν η επιλογή αυτή έγινε σύμφωνα με τους οικείους κανόνες. Ούτε το γεγονός ότι στην αίτηση της …….., προκειμένου να ενταχθεί στο πρόγραμμα ΕΛΕΥΘΩ, γίνεται μνεία των νομικών προσώπων, που έχουν εκδηλώσει πρόθεση για εγκατάσταση έχει ως συνέπεια να καθίστανται οι δαπάνες που αφορούν τα νομικά αυτά πρόσωπα επιλέξιμες, όπως εσφαλμένα υποστηρίζει η εκκαλούσα. Τέλος, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι η Διοίκηση με την επιβολή ενός εξαιρετικά επαχθούς μέτρου σε βάρος της (του επίδικου καταλογισμού), παραβίασε τις αρχές της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης παρίσταται απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον, αφενός μεν ο επίδικος καταλογισμός δεν συναρτάται με αιφνίδια μεταβολή μιας μακροχρόνιας πρακτικής της Διοίκησης ή εν γένει με τη συμπεριφορά της Διοίκησης, αλλά έχει ως νόμιμη αιτία την παραβίαση εκ μέρους της ίδιας της εκκαλούσας δικών της νόμιμων υποχρεώσεων, αφετέρου δε το καταλογίσαν αρμόδιο όργανο, αφού διαπίστωσε ότι κατά την εκτέλεση του έργου σημειώθηκαν υπερβάσεις αλλά και ενέργειες που συστηματικά ήταν ασύμβατες με το σκοπό της δράσης ΕΛΕΥΘΩ, ανακάλεσε την πιο πάνω απόφαση χρηματοδότησης και στη συνέχεια καταλόγισε εις βάρος της τα ποσά που εισέπραξε αχρεωστήτως. Απορρίπτει την έφεση.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/541/2024
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η κλήτευση της εκκαλούσας στην ορισθείσα δικάσιμο της 4ης Οκτωβρίου 2022 δεν ήταν νόμιμη, διότι δεν αποδεικνύεται ότι την κλήση παρέλαβε πρόσωπο που εκπροσωπεί την εταιρεία, ενώ η κλήση που επιδόθηκε στον υπογράφοντα το δικόγραφο της έφεσης δικηγόρο δεν είναι έγκυρη, διότι δεν έχει κατατεθεί έγγραφο παροχής πληρεξουσιότητας σε αυτόν. Συνεπώς πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της υπόθεσης, να ορισθεί αρμοδίως νέα δικάσιμος για τη συζήτησή της, να εγγραφεί η υπόθεση στο πινάκιο της νέας δικασίμου και να κληθεί, με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου, η εκκαλούσα να παραστεί σε αυτήν.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/499/2021
Ενίσχυση τουριστικών δραστηριοτήτων.Δημοσιονομική διόρθωση...Επίσης, προβάλλεται ότι η προσβαλλομένη στερείται νόμιμου ερείσματος διότι, μη νομίμως εξέλαβε ότι η εκκαλούσα είχε την υποχρέωση να παράγει ικανά έσοδα από την επένδυση για διάστημα πέντε ετών από την πιστοποίηση της ολοκλήρωσής της, ενώ, αντιθέτως, αρκούσε, μετά το στάδιο υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου, μόνο η ετοιμότητα της επιχείρησης για προσφορά υπηρεσιών χωρίς να απαιτείται και κερδοφορία της επιχείρησης για το χρονικό αυτό διάστημα. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, αφού το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ο έλεγχος ήταν ότι η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτούργησε, ως όφειλε, κατά το χρονικό διάστημα της πενταετίας κατά το οποίο είχε αναλάβει μακροχρόνιες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις και την απόφαση έγκρισης του επενδυτικού σχεδίου. Το συμπέρασμα δε αυτό προέκυψε, μεταξύ άλλων, από την έλλειψη επισκεψιμότητας που αναίρεσε κατ΄ουσιάν τον σκοπό της επένδυσης (βλ. άρθρο 3 παρ.3.2. του οδηγού εφαρμογής), όπως καταδείχθηκε, με πρόσφορο τρόπο από την παντελή έλλειψη εσόδων και την μη έκδοση δελτίων παροχής υπηρεσιών, για το χρονικό διάστημα που τελικώς ελήφθη υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της ανάκτησης (48,5 μήνες από τους 60 μήνες), το οποίο (διάστημα) είναι κατ΄αρχήν αρκούντως επαρκές, προκειμένου να στηρίξει το συμπέρασμα αυτό, λαμβανομένου υπόψη ότι η ύπαρξη πελατών στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις είναι συνυφασμένη με τη λειτουργία τους (Ι Τμ. 263/2018). Εξάλλου, η υλοποίηση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του χρηματοδοτούμενου έργου και η διατήρηση της λειτουργικής ετοιμότητας σηματοδοτεί μεν την έναρξη των μακροχρόνιων υποχρεώσεων αλλά δεν αποτελεί απόδειξη τήρησης αυτών, όπως δεν αποτελεί απόδειξη και η εκπλήρωση άλλων υποχρεώσεων του λήπτη της ενίσχυσης, που προβλέπονται από την φορολογική και τουριστική νομοθεσία (δήλωση έναρξης εργασιών, τήρηση βιβλίων και στοιχείων, λήψη σήματος ΕΟΤ κτλ). Εξάλλου, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι το ανωτέρω συμπέρασμα του ελέγχου καταρρίπτεται από την παραδοχή ότι κατά το από 30.9.2011 έως 1.10.2012 χρονικό διάστημα η επιχείρηση βρισκόταν σε λειτουργία, αφού τούτο προϋποθέτει αφενός την ύπαρξη προπαρασκευαστικών ενεργειών (και συνεπώς λειτουργική ετοιμότητα) προ της πρώτης ημερομηνίας, αφετέρου τη συνέχιση της λειτουργίας της για ικανό διάστημα μετά τη δεύτερη ημερομηνία, δεν αρκεί προκειμένου να κλονίσει την αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη, προκειμένου να στηρίξει την κρίση της περί μη λειτουργίας της επένδυσης για χρονικό διάστημα 48,5 μηνών συνεκτίμησε, πέραν της παντελούς έλλειψης εσόδων, το γεγονός ότι η έναρξη λειτουργίας αυτής, κατά παράβαση της παρ. Γ του άρθρου 8 της απόφασης έγκρισης, έλαβε χώρα την 1.7.2010, δηλαδή μετά από 1,5 χρόνο περίπου από την έναρξη της πενταετίας των μακροχρόνιων υποχρεώσεών της και ότι εκτός της αναφοράς των δύο προαναφερομένων ΑΠΥ στο Ε3 της επιχείρησης, κανένα άλλο στοιχείο δεν προσκομίστηκε στον έλεγχο, που να αποδεικνύει οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα κατά το διάστημα αυτό είτε σε επίπεδο εκμίσθωσης δωματίων, είτε σε επίπεδο προπαρασκευαστικών ενεργειών, όπως λ.χ. το βιβλίο πόρτας ή πρόσληψη προσωπικού ή καταβολή εξόδων συντήρησης τουριστικής μονάδας.
ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/264/2018
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της της 49/20.1.2014 απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (...)Τέλος, απορριπτέοι είναι και οι ισχυρισμοί του περί αδυναμίας εκμίσθωσης των κατοικιών λόγω της μείωσης του τουρισμού συνεπεία της οικονομικής κρίσης, ενόψει και του γεγονότος ότι από το προσκομισθέν αντίγραφο βιβλίου κίνησης πελατών προκύπτει ότι κατά τα έτη 2011 – 2014, που ακολούθησαν μετά τον έλεγχο, η επιχείρηση παρουσιάζει έσοδα από εκμισθώσεις κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Επικουρικά δε ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα υπολογίστηκε ως χρόνος μη λειτουργίας της επιχείρησης το σύνολο του χρονικού διαστήματος που προαναφέρθηκε (18.6.2009 έως 6.12.2010), αφού έπρεπε να ληφθεί υπόψη μόνο ο χρόνος από το τέλος της τουριστικής περιόδου. Ο λόγος αυτός είναι επίσης απορριπτέος, διότι, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, αφού δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια ο χρόνος κατά τον οποίο θεωρεί ο εκκαλών ότι μη νόμιμα καταλογίζεται, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι αυτός ανέλαβε την υποχρέωση να λειτουργεί η επιχείρησή του ορισμένη μόνο χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια του έτους. Μειοψήφησε η εισηγήτρια της υπόθεσης, Προεδρεύουσα Σύμβουλος του Τμήματος, Μαρία Αθανασοπούλου, που διατύπωσε τη γνώμη ότι δεν συντρέχει, εν προκειμένω, περίπτωση διακοπής της λειτουργίας της επιχείρησης και παραβίασης των μακροχρόνιων υποχρεώσεων του εκκαλούντος, δοθέντος ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε ολοκληρωθεί η επένδυση και είχε αρμοδίως πιστοποιηθεί η ολοκλήρωσή της, βρισκόταν δε σε πλήρη ετοιμότητα και λειτουργία, προκειμένου να δεχτεί πελάτες. Οι επικαλούμενες από τη Διοίκηση παρατυπίες, στις οποίες και ερείδεται το πόρισμά της περί μη παραγωγικής λειτουργίας της επιχείρησης είναι μη ουσιώδεις και δεν μπορούν να αποτελέσουν νόμιμη αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, ως μη συνιστώσες βαρύνουσα δημοσιονομική παράβαση, ενόψει δε του ότι η επιχείρηση αυτή λειτουργεί έκτοτε αδιαλείπτως, δεν δικαιολογούν, κατ’ εφαρμογήν και της αρχής της αναλογικότητας, το ύψος του προς ανάκτηση ποσού. Πλην όμως, η γνώμη αυτή δεν εκράτησε.Απορρίπτει την έφεση.
ΕΣ/ΤΜ.1/389/2018
Καταλογισμός-αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές σχολικής σύμβουλου.(..)σύμφωνα με τη μνημονευόμενη στο προσκομιζόμενο από 22.1.2016 ακριβές απόσπασμα πρακτικού ανάληψης υπηρεσίας, από 17.1.2012 απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης Αττικής, ήτοι μετά την 11η Ιανουαρίου 2012, οπότε ο νεοεπιλεγείς σχολικός σύμβουλος της 23ης Περιφέρειας (....), είχε ήδη αναλάβει υπηρεσία, και οπωσδήποτε μετά την 16η.1.2012, οπότε η Διοίκηση θεώρησε ότι έληξε η θητεία της εκκαλούσας, ο λόγος έφεσής της ότι δεν υπήρξε έγκαιρη πριν την 16.1.2012 ανάληψη καθηκόντων από τους νεοεπιλεγέντες σχολικούς συμβούλους για όλα τα σχολεία ευθύνης της και συνεπώς η θητεία της δεν έληξε την ημερομηνία αυτή, με αποτέλεσμα ο ένδικος καταλογισμός να παρίσταται μη νόμιμος, είναι αβάσιμος. Ομοίως, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι όφειλε αυτή να τοποθετηθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 3467/2006, σε προσωποπαγή θέση μετά την αποχώρησή της από τη θέση του σχολικού συμβούλου, αβασίμως προτείνεται, δοθέντος ότι η παύση των καθηκόντων της συνδέεται αποκλειστικά, κατά την προαναφερθείσα και ισχύουσα για τους τοποθετηθέντες με βάση το νομικό πλαίσιο του ν. 3467/2006 σχολικούς συμβούλους διάταξη του άρθρου 24 παρ. 2 του νόμου αυτού, με την ανάληψη υπηρεσίας των νεοτοποθετηθέντων σχολικών συμβούλων και δεν τίθεται υπό την αίρεση της τοποθέτησης της απερχόμενης συμβούλου σε άλλη θέση. Αβασίμως, εξάλλου προβάλλεται ότι για τη λήξη της θητείας της εκκαλούσας απαιτείτο και η έκδοση εντολής από την υπηρεσία για αποχώρηση και παράδοση του αρχείου της, καθόσον η προαναφερθείσα διάταξη με σαφήνεια θέτει ως απώτατο όριο της συνέχισης της ήδη λήξασας θητείας σχολικού συμβούλου την πράξη ανάληψης υπηρεσίας του νεοεπιλεγέντος σχολικού συμβούλου. ...Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι καθόλο το επίμαχο χρονικό διάστημα (16.1.2012 έως 29.2.2012) παρουσιαζόταν καθημερινά στην υπηρεσία και εργαζόταν με πλήρες ωράριο, ανεξαρτήτως του ότι προτείνεται αορίστως, εφόσον δε στοιχεί με συγκεκριμένα στοιχεία του φακέλου, δεν αναιρεί το γεγονός της λήξης της θητείας της, με την ανάληψη καθηκόντων από τους νεοεπιλεγέντες, ούτε βέβαια η αχρεώστητη καταβολή σε αυτήν αποδοχών κατά το χρόνο αυτό δύναται να αποδείξει την εν τοις πράγμασι άσκηση καθηκόντων από αυτήν...Επίσης, αβασίμως επικαλείται η εκκαλούσα παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθόσον, το μεν, δεν παρήλθε μακρός χρόνος μεταξύ του επίμαχου χρονικού διαστήματος και του ένδικου καταλογισμού, το δε, η εκκαλούσα που ούτε επικαλείται ούτε αποδεικνύει τυχόν οικονομική της αδυναμία δεν μπορεί να θεωρηθεί καλόπιστη, εφόσον γνώριζε ήδη από τον Ιανουάριο του έτους 2012, με την κοινοποίηση σ΄αυτήν του αναφερομένου στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας Φ.351.1/15/453/Δ1/20.1.2012 εγγράφου, τη θέση της Διοίκησης..Συνακόλουθα, πρέπει η ένδικη έφεση να απορριφθεί ως αβάσιμη..