Π.Δ.42/2015
Τύπος: Προεδρικά Διατάγματα
ΦΕΚ: 71/Α/03.07.2015
Διοικητικό Πρόστιμο σε οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης ή/και προστασίας.
Ν. 4481/2017, ΦΕΚ-100 Α/20-7-17 παρ. 14 άρθρο 54: Το π.δ. 42/2015 (Α΄ 71) καταργείται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου (Ν. 4481/17) . Για τις εκκρεμείς ενώπιον της Διοίκησης υποθέσεις εξακολουθεί να εφαρμόζεται το ως άνω προεδρικό διάταγμα
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΚΑΝ 1304/2013
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1304/2013 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 17 Δεκεμβρίου 2013 για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1081/2006 του Συμβουλίου.
ΕΕ/2021/1057-ΦΕΚ:L/231/30.06.2021:ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/1057 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 24ης Ιουνίου 2021 περί ιδρύσεως του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου+ (EKT+) και καταργήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1296/2013:ΑΡΘΡΟ 40:Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 223/2014 ή κάθε πράξη εκδοθείσα δυνάμει των εν λόγω κανονισμών εξακολουθεί να εφαρμόζεται στα προγράμματα και στις πράξεις που υποστηρίζονται στο πλαίσιο των εν λόγω κανονισμών κατά την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020.
ΣτΕ/2350/2017
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ-ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΘΗΤΕΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ: Επειδή, η καθ’ ης η προσφυγή, εκπαιδευτικός της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του κλάδου ΠΕ03, παραπέμφθηκε στο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Π.Υ.Σ.Δ.Ε.) Δ' Αθήνας με το ερώτημα της οριστικής παύσεως για το πειθαρχικό παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων της, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι δύο (22) εργασίμων ημερών συνεχώς ή μεγαλύτερο των τριάντα (30) εργασίμων ημερών σε διάστημα ενός (1) έτους (...) ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης είναι μετακλητός υπάλληλος και, επομένως, τελεί σε σχέση πολιτικής εμπιστοσύνης προς το πολιτικό πρόσωπο που τον διορίζει. Κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως (άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 3074/2002), με τη συμπλήρωση της πενταετούς θητείας του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης χωρίς προηγουμένως να έχει εκδοθεί το προεδρικό διάταγμα ανανεώσεως της θητείας του επέρχεται αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής του σχέσης (...) Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι, μετά τη λήξη της θητείας του και μέχρι τον διορισμό άλλου προσώπου στη θέση αυτή, ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης εξακολουθεί να ενεργεί νομίμως, έστω και επί «εύλογο», κατά περίπτωση, χρονικό διάστημα, ως de facto όργανο, προς τον σκοπό της εξασφάλισης της συνέχειας της δημόσιας υπηρεσίας. Και τούτο διότι η αρχή της συνεχούς και αδιατάρακτης λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας επιτρέπει την, κατά παρέκκλιση από την αρχή της νομιμότητας (ιδιαίτερη έκφανση της οποίας αποτελεί η ανάθεση χρονικώς περιορισμένων αρμοδιοτήτων στα επί θητεία όργανα της Διοίκησης), υπό προϋποθέσεις άσκηση αρμοδιοτήτων μετά τη λήξη της θητείας του οργάνου όταν η συνταγματική τάξη δεν ανέχεται την διακοπή μιας διοικητικής δραστηριότητας, περίπτωση που δεν συντρέχει, όμως, προκειμένου περί του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης (μη συνταγματικά κατοχυρωμένης δημόσιας αρχής) εν όψει της φύσεως των καθηκόντων του. Κατά συνέπεια, μετά την αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής του σχέσης με τη λήξη της θητείας του, δεν δύναται το συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο να εκφράσει εγκύρως τη βούληση του προαναφερόμενου διοικητικού οργάνου, αλλ’ ούτε να ασκήσει, κατά το νόμο, οποιαδήποτε από τις αρμοδιότητες του ιδίου οργάνου και, επομένως, ούτε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά των τελεσίδικων αποφάσεων των πειθαρχικών συμβουλίων.(...) Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, ο …, ο οποίος υπογράφει την κρινόμενη προσφυγή διορίσθηκε στη θέση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης με το από 10-9-2004 Προεδρικό Διάταγμα (Γ΄ 239/14-9-2004) και η θητεία του έληξε στις 14-9-2009. Σύμφωνα όμως με τα γενόμενα κατά πλειοψηφία δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, νομίμως και παρά τη λήξη της θητείας του άσκησε την κατατεθείσα στις 9.6.2010 προσφυγή κατά της ανωτέρω 179/28.1.2010 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου, με την οποία επιβλήθηκε στην καθ’ ης η προσφυγή η προαναφερθείσα πειθαρχική ποινή. Κατόπιν δε επιλύσεως του ζητήματος αυτού, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο Γ΄ Τμήμα προς περαιτέρω κρίση επί της ανωτέρω προσφυγής.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)200/2013
Καταβολή αμοιβής έναντι εκτέλεσης: α) της 4805/24.4.2009 σύμβασης «Προετοιμασία και Υποστήριξη της υποβολής του φακέλου αίτησης του Δήμου ...... στο Πρόγραμμα Εξοικονομώ (Ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης και σχέδιο υλοποίησης) και β) της 4806/24.4.2009 σύμβασης «Επιστημονική Υποστήριξη στην εκτίμηση των απαιτούμενων Ενεργειακών δεδομένων που απαιτούνται κατά την συμπλήρωση των αντίστοιχων πεδίων και εντύπων των ΟΣΔ και ΣΧΥ του Δήμου ...... στο πλαίσιο του Προγράμματος “ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ”» αντιστοίχως (...) Ο ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄ 114) ορίζει, στην παρ. 2 του άρθρου 209, ότι: «Η παροχή των κάθε είδους υπηρεσιών προς τους φορείς της προηγούμενης παραγράφου, πλην αυτών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α΄), ρυθμίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών», στην παρ.9 του ιδίου ως άνω άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 20 παρ.13 του ν.3731/2008 «Αναδιοργάνωση της δημοτικής αστυνομίας και ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών» (ΦΕΚ Α΄ 262/23.12.2008), ότι: «Οι Δήμοι (…) δύνανται να αναθέτουν απευθείας ή με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) παροχή υπηρεσιών, που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν.3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α΄), σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 83 του ν.2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄), ως προς τα επιτρεπτά χρηματικά όρια, όπως αυτά καθορίζονται με τις εκάστοτε εκδιδόμενες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (…)» και, στο άρθρο 273 παρ.1, ότι: «Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 2 του άρθρου 209 οι κάθε είδους υπηρεσίες, εκτός από τις υπηρεσίες που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α΄), διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ/τος 28/1980 (ΦΕΚ 11 Α΄), με την επιφύλαξη των ειδικών ρυθμίσεων του π.δ/τος 346/1998 (ΦΕΚ 230 Α΄), ως ισχύει». Σύμφωνα δε με το άρθρο 70 παρ. 1 του π.δ. 28/1980 «Περί εκτελέσεως έργων και προμηθειών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως» (ΦΕΚ Α΄ 11): «Αι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται γενικώς και κατ’ αναλογίαν και επί της εκτελέσεως (…), εργασιών (…) των δήμων (…)», ενώ στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ίδιου π.δ. ορίζεται ότι: «Η εκτέλεσις δημοτικών και κοινοτικών έργων και προμηθειών (…) ενεργείται επί τη βάσει (…) της συμβάσεως, συναπτομένης κατόπιν τακτικής δημοπρασίας, πλην των περιπτώσεων, όπου, κατά νόμον, δεν απαιτείται αύτη». Τέλος, κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 83 του ν. 2362/95 εκδόθηκε η 35130/739/9.8.2010 Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Αύξηση και ορισμός σε ευρώ των χρηματικών ποσών του άρθρου 83 παρ. 1 του Ν. 2362/95» (ΦΕΚ Β΄ 1291/11.8.2010), στο άρθρο 1 της οποίας ορίζεται ότι: «1. Αναπροσαρμόζουμε τα ποσά για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων που αφορούν προμήθεια προϊόντων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων ως ακολούθως: α) Με απευθείας ανάθεση μέχρι του ποσού των είκοσι χιλιάδων (20.000,00) ευρώ. β) Με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) από του ποσού της προηγουμένης περίπτωσης μέχρι του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ. γ) Με διενέργεια τακτικού διαγωνισμού άνω του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ. 2. Οι περιορισμοί των ως άνω ποσών αναφέρονται σε σχέση με το ύψος της εγγεγραμμένης ετήσιας πίστωσης κατά Ειδικό Φορέα και Κ.Α.Ε. στον προϋπολογισμό κάθε φορέα και στα ποσά αυτά δεν συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α. (…)». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι για την ανάθεση παροχής υπηρεσιών από Ο.Τ.Α., εφόσον ο προϋπολογισμός αυτών δεν εμπίπτει στα όρια εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (Οδηγία 2004/18/ΕΚ, που ισχύει από 1.2.2006 και ήδη π.δ. 60/2007), εφαρμόζονται, για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί μετά την 1.1.2007, ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (άρθρο τέταρτο του ν. 3463/2006, ΦΕΚ Α΄ 114) και μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος, που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 209 του ως άνω νομοθετήματος, οι διατάξεις του π.δ. 28/1980, από τις οποίες προκύπτει ότι για την ανάθεση υπηρεσιών, στην έννοια των οποίων εμπίπτει και η εκτέλεση εργασιών, απαιτείται η διενέργεια δημόσιου ανοικτού μειοδοτικού διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α. με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η απευθείας ανάθεση υπηρεσιών, όταν η συνολική δαπάνη αυτών δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. (βλ. άρθρο 83 του ν. 2362/1995, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της 35130/739/9.8.2010 Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών). Προκειμένου δε να διαπιστωθεί το ποσό, στο οποίο ανέρχεται η δαπάνη παροχής συγκεκριμένων υπηρεσιών και, κατ’ επέκταση, η δυνατότητα απευθείας ανάθεσής τους, λαμβάνεται υπόψη η συνολική δαπάνη που απαιτείται για να καλυφθούν οι ανάγκες του δήμου σε υπηρεσίες στο σύνολό τους, οι οποίες, κατά τα διδάγ
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)246/2013
Καταβολή αμοιβής για την εκτέλεση των εργασιών συλλογής δεδομένων για το γεωγραφικό πληροφοριακό σύστημα Δήμου(....). Ο Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄ 114) ορίζει, στην παράγραφο 2 του άρθρου 209, ότι: «Η παροχή των κάθε είδους υπηρεσιών προς τους φορείς της προηγούμενης παραγράφου (συμπεριλαμβάνονται και οι Δήμοι), πλην αυτών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α΄), ρυθμίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών», στην παράγραφο 9 του ιδίου ως άνω άρθρου, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 20 παρ. 13 του ν. 3731/2008 «Αναδιοργάνωση της δημοτικής αστυνομίας και ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών» (ΦΕΚ Α΄ 263/23.12.2008), ότι: «Οι Δήμοι (…) δύνανται να αναθέτουν απευθείας ή με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) παροχή υπηρεσιών, που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α΄), σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 83 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄), ως προς τα επιτρεπτά χρηματικά όρια, όπως αυτά καθορίζονται με τις εκάστοτε εκδιδόμενες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Για την απευθείας ανάθεση απαιτείται απόφαση Δημάρχου (…), χωρίς προηγούμενη απόφαση του συμβουλίου. (…)» και στο άρθρο 273 παρ.1, ότι: «Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 2 του άρθρου 209 οι κάθε είδους υπηρεσίες, εκτός από τις υπηρεσίες που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α΄), διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ/τος 28/1980 (ΦΕΚ 11 Α΄), με την επιφύλαξη των ειδικών ρυθμίσεων του π.δ./τος 346/1998 (ΦΕΚ 230 Α΄), ως ισχύει». Σύμφωνα δε με το άρθρο 70 παρ. 1 του π.δ/τος 28/1980 «Περί εκτελέσεως έργων και προμηθειών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως» (ΦΕΚ Α΄ 11) «Αι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται γενικώς και κατ’ αναλογίαν και επί της εκτελέσεως (…), εργασιών (…) των δήμων (…)», ενώ στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ίδιου π.δ/τος ορίζεται ότι: «Η εκτέλεσις δημοτικών και κοινοτικών έργων και προμηθειών (…) ενεργείται επί τη βάσει (…) της συμβάσεως, συναπτομένης κατόπιν τακτικής δημοπρασίας, πλην των περιπτώσεων, όπου, κατά νόμον, δεν απαιτείται αύτη» και στο άρθρο 12 παρ. 1, ότι: «Δεν επιτρέπεται η κατάτμησις έργων και προμηθειών…». Τέλος, κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 83 του ν. 2362/95 εκδόθηκε η ισχύουσα, κατά τον κρίσιμο για την παρούσα υπόθεση χρόνο, 35130/739/9.8.2010 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Αύξηση των χρηματικών ποσών του άρθρου 83 παρ. 1 του ν. 2362/95 για τη σύναψη συμβάσεων που αφορούν προμήθεια προϊόντων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων» (ΦΕΚ Β΄ 1291/11.8.2010), στο άρθρο 1 της οποίας ορίζεται ότι: «1. Αναπροσαρμόζουμε τα ποσά για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων που αφορούν προμήθεια προϊόντων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων ως ακολούθως: α) Με απευθείας ανάθεση μέχρι του ποσού των είκοσι χιλιάδων (20.000,00) ευρώ β) Με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) από του ποσού της προηγουμένης περίπτωσης μέχρι του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ. 2. (…) στα ποσά αυτά δεν συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α.». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι για την ανάθεση εκτέλεσης εργασιών από Ο.Τ.Α., εφόσον ο προϋπολογισμός της σχετικής υπηρεσίας δεν εμπίπτει στα όρια εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (Οδηγία 2004/18/ΕΚ, που ισχύει από 1.2.2006 και ήδη π.δ. 60/2007), εφαρμόζονται, για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί μετά την 1.1.2007, ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (άρθρο τέταρτο του ν. 3463/2006, ΦΕΚ Α΄ 114) και μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος, που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 209 του ως άνω νομοθετήματος, οι διατάξεις του π.δ/τος 28/1980, από τις οποίες προκύπτει ότι για την ανάθεση υπηρεσιών, στην έννοια των οποίων εμπίπτει και η εκτέλεση εργασιών, απαιτείται η διενέργεια δημόσιου ανοικτού μειοδοτικού διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α. με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η απευθείας ανάθεση εργασιών με απόφαση του Δημάρχου, όταν η συνολική ετήσια δαπάνη αυτών δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., όπως και η ανάθεση εργασιών με τη συνοπτική διαδικασία του πρόχειρου διαγωνισμού από το ποσό των 20.000,00 ευρώ μέχρι το ποσό των 60.000,00 ευρώ (βλ. άρθρο 83 του ν. 2362/1995, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της 35130/739/2010 Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών). Προκειμένου δε να διαπιστωθεί το ύψος του ποσού, στο οποίο ανέρχεται η δαπάνη εκτέλεσης συγκεκριμένων υπηρεσιών και, κατ’ επέκταση, η δυνατότητα απευθείας ανάθεσής τους, λαμβάνεται υπόψη η συνολική δαπάνη που απαιτείται για να καλυφθούν οι ανάγκες του δήμου σε εργασίες στο σύνολό τους, οι οποίες, κατά τα διδάγματα τ
ΕΣ/ΤΜ.4/57/2016
Παροχή υπηρεσιών διανομής φαγητού:ζητείται η ανάκληση της 146/2016 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμήμα του Δικαστηρίου τούτου(...)Η αιτούσα δεν προβάλλει, ούτε αποδεικνύει την κατεπείγουσα ανάγκη για προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού οφειλόμενη σε απρόβλεπτα γεγονότα, τα οποία αφορούν στη διενέργεια των αντίστοιχων διαγωνισμών ανάθεσης για την κάλυψη των παγίων και εκ των προτέρων γνωστών αναγκών του Νοσοκομείου σε παροχή υπηρεσιών διανομής φαγητού. Συνεπώς, αβασίμως αυτή προβάλλει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 13 του άρθρου 2 του ν. 2286/1995 και ο ανωτέρω σχετικός ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί. Β) Όσον αφορά ειδικότερα την υπό στοιχείο β΄ αναδειχθείσα, από την πληττόμενη πράξη, πλημμέλεια, αυτή εξακολουθεί να υφίσταται αφού και μετά την προσκόμιση των σχετικών αποφάσεων ανάληψης υποχρέωσης, όπως ισχύουν μετά την ορθή επανάληψή τους, το ποσό δέσμευσης για την παροχή υπηρεσιών διανομής φαγητού για το έτος 2016 (36.767,31+36.767,31=73.534,62 ευρώ) υπολείπεται της συμβατικής δαπάνης για το χρονικό διάστημα από 11.5.2016 έως 31.12.2016, η οποία ανέρχεται σε 138.345,64 ευρώ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.. Γ) Η εντελλόμενη δαπάνη δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί με βάση τη διάταξη του άρθρου 37 του ν. 4238/2014 (Α΄ 38), της οποίας η ισχύς παρατάθηκε σύμφωνα με τα άρθρα δέκατο τρίτο παρ. Β 2 του ν. 4286/2014 (Α΄ 194), 17 παρ. 1 του ν. 4332/2015 (Α΄76), 51 παρ. 4Β του ν. 4384/2016 (Α΄ 78) και 52 παρ. 6 του ν. 4410/2016 (Α΄ 141) έως τις 30.6.2016 και όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο έκτο παρ. 2β του ν. 4432/2016 (Α΄ 212), αφού δεν αποδεικνύεται ότι συντρέχουν οι απαιτούμενες (βλ. οικεία αιτιολογική έκθεση) περιστάσεις, ούτε με την κρινόμενη αίτηση γίνεται επίκληση και προσκόμιση νέων στοιχείων ως προς τη συνδρομή τους (βλ. Ε.Σ. Πρ. IV Τμ. 42, 25/2016, 15, 222/2014, πρβλ. και Πράξη IV Τμ. 31/2013). Δ) Ορθώς το Κλιμάκιο έκρινε με την πληττόμενη πράξη ότι η δαπάνη δεν υπάγεται στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της νομιμοποιητικής διάταξης του άρθρου 73 παρ. 2 του ν. 4368/2016, όπως τροποποιήθηκε με τα άρθρα 51 παρ. 4α του ν. 4384/2016 (Α΄ 78) και 52 παρ. 6 του ν. 4410/2016 (Α΄ 141) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο έκτο παρ. 2γ του ν. 4432/2016 (Α΄ 212), προεχόντως για το λόγο ότι η επικαλούμενη διάταξη αφορά νομιμοποίηση δαπανών των Δ.Υ.Πε. και όχι των Νοσοκομείων. Ε) Το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, ο ισχυρισμός περί συνδρομής λόγων υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι επέβαλαν τη σύναψη της σύμβασης και δικαιολογούν, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου της υπό κρίση ανάκλησης, τη θεώρηση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, καθόσον το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας και όχι με παραβιάσεις της εθνικής νομοθεσίας (Ε.Σ. Πρ. ΙV Tμ. 42/1916, πρβλ. VI Τμ. αποφ. 1249, 1254/2011). ΣΤ) Περαιτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι από το περιεχόμενο των προβαλλόμενων από την αιτούσα ισχυρισμών περί δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και ανάγκης συνέχισης της εύρυθμης λειτουργίας της δεν στοιχειοθετείται λόγος ανάκλησης κατά την έννοια της διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 32 του ν. 4129/2013, δοθέντος ότι ανεξαρτήτως του εάν τυγχάνουν αληθείς ή μη, δεν πλήττεται τοιουτοτρόπως η εκφερθείσα κρίση του Κλιμακίου ως προς τη νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης, στην εξέταση της οποίας και μόνο περιορίζεται το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την παρούσα διαδικασία (Ε.Σ. VII Tμ. 7/2015, πρβλ. VII Tμ. 40/2013, ΙV Tμ. 8/2012). Ζ) Τέλος, ο ισχυρισμός της αιτούσας περί συγγνωστής πλάνης των οργάνων του Νοσοκομείου προβάλλεται απαραδέκτως, καθóσον αφορά αποκλειστικά στον εν λόγω φορέα, ο οποίος και μόνο δύναται να επικαλεστεί το λόγο αυτό (Ε.Σ. IV Tμ. 13/2015).Απορρίπτει την αίτηση.
ΕΣ/Τ6/46/2007
Δημόσια έργα.ΙΙΙ. Ο ν. 1418/1984 «Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α΄ 23), στο άρθρο 4 παρ. 2 ορίζει : «Τρόποι επιλογής της εργοληπτικής επιχείρησης για την κατασκευή του έργου είναι : α) ... β) ... γ) Η απευθείας ανάθεση ή διαγωνισμός μεταξύ περιορισμένου αριθμού προσκαλούμενων εργοληπτικών επιχειρήσεων. Ο τρόπος αυτός αποτελεί εξαιρετική διαδικασία και εφαρμόζεται όταν συντρέχει μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπει το άρθρο 86 του Ν.Δ. 321/1969 (ΦΕΚ Α΄ 205), όπως κάθε φορά ισχύει και σε ειδικές περιπτώσεις, όπως σε περίπτωση θεομηνίας, σοβαρού επικείμενου κινδύνου, μοναδικότητας του κατασκευαστή, συνέχισης εργασιών ύστερα από έκπτωση του αναδόχου ή διάλυσης της εργολαβικής σύμβασης (...)». Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 86 του ν.δ/τος 321/1969 καταργήθηκε με το άρθρο 17 παράγραφος 1 περ. β’ του ν. 1797/1988, ενώ η παράγραφος 2 της 2043748/519/0026/22.5.1989 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 388), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 11 του ν. 1881/1990 (ΦΕΚ Α΄ 42), αναφέρει : «Ειδικές διατάξεις που παραπέμπουν στα άρθρα 86 του ν.δ. 321/1969 (…), νοούνται εφεξής ότι παραπέμπουν στα κατ’ ιδίαν άρθρα του ν. 1797/1988». Συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 εδ. γ΄ του ν. 1418/1984, η οποία παρέπεμπε στο άρθρο 86 του ν.δ/τος 321/1969, παραπέμπει πλέον στις ανάλογες διατάξεις περί αναθέσεως προμηθειών με διαπραγμάτευση του ν. 2286/1995 «Προμήθειες του δημοσίου τομέα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α΄ 19), ο οποίος ισχύει μετά την κατάργηση του ν. 1797/1988 και ορίζει στο άρθρο 2 ότι : «(…) 12. Οι διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων προμηθειών διακρίνονται σε συνοπτικές, ανοικτές, κλειστές και με διαπραγμάτευση : (…) δ) Με διαπραγμάτευση (εξαιρετική ή απευθείας ανάθεση) είναι η διαδικασία που οι επί μέρους φορείς προσφεύγουν στους προμηθευτές της επιλογής τους και διαπραγματεύονται τους όρους των υπό σύναψη συμβάσεων με έναν ή περισσότερους από αυτούς, με ή χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού». Από το συνδυασμό των προεκτεθεισών διατάξεων συνάγεται ότι ο διαγωνισμός μεταξύ περιορισμένου αριθμού προσκαλουμένων εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως τρόπος επιλογής αναδόχου για την κατασκευή έργου, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης, εφαρμοζόμενη στις περιπτώσεις που ορίζονται ρητά από το νόμο, μεταξύ των οποίων αναφέρεται και η απειλή επέλευσης σοβαρού κινδύνου, όπως είναι ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, μη οφειλομένου σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής, η αποτροπή του οποίου επιβάλλει την άμεση έναρξη εκτέλεσης του έργου και την εντός σύντομου χρόνου αποπεράτωση αυτού (Πράξεις VI Τμ. 140/2006, 102/2005). Περαιτέρω, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου για τη διενέργεια διαγωνισμού με πρόσκληση περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως διοικητική πράξη αιτιολογητέα από τη φύση της, αφού εκδίδεται κατ’ εφαρμογή εξαιρετικών διατάξεων, πρέπει, βάσει γενικής αρχής του διοικητικού δικαίου, να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, υπό την έννοια ότι οι ειδικές εκείνες περιστάσεις που δικαιολογούν την εφαρμογή της εξαιρετικής αυτής διαδικασίας επιλογής αναδόχου αρκεί να προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητάς της από το Δικαστήριο (Πράξη VII Τμ. 196/2006).
ΕλΣυν/Κλ7/103/2015
Παροχή υπηρεσιών συμβούλου για την τεχνική υποστήριξη και τη διαχείριση των συγχρηματοδοτούμενων έργων.Στο πλαίσιο ελέγχου της νομιμότητας της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης, το Ελεγκτικό Συνέδριο (δια του Κλιμακίου ή του αρμοδίου Επιτρόπου) υποχρεούται να προβεί σε παρεμπίπτοντα έλεγχο της νομιμότητας κάθε διοικητικής πράξης της σύνθετης διοικητικής ενέργειας του διαγωνισμού, χωρίς να δεσμεύεται από το τεκμήριο νομιμότητας των ατομικών διοικητικών πράξεων, παρά μόνον από την ύπαρξη αποφάσεων των αρμοδίων Δικαστηρίων που δημιουργούν δεδικαμένο επί των κριθέντων ζητημάτων. Τούτο δε καθόσον, η διάταξη είναι γενική καλύπτουσα το σύνολο του ελέγχου που πραγματοποιεί το Δικαστήριο και οι ατομικές διοικητικές πράξεις που συνθέτουν τη διαδικασία ανάθεσης διαγωνισμού, αποτελούν τη γενεσιουργό αιτία της δαπάνης, ενώ περαιτέρω, αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα ματαίωνε κατ’ ουσίαν τον έλεγχο και δεν θα επέτρεπε την εκταμίευση δημοσίου χρήματος για την πληρωμή μη νομίμων δαπανών (πρβλ. απόφαση Ολομ. Ελ. Συν. 3035/2012, Πράξη VII Τμήματος 964/2009). Τέλος, σύμφωνα με τα κρατούντα στο χώρο του διοικητικού και δημοσιονομικού δικαίου, διοικητική πράξη είναι αυτή που, κατά το λειτουργικό κριτήριο, εκδίδεται από διοικητικό όργανο (αποτυπώνοντας τη βούλησή του), η οποία θεσπίζει μονομερώς μία νομική ρύθμιση, μεταβάλλοντας την υφιστάμενη νομική ή πραγματική κατάσταση. (...)Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι ως μελέτη, υπαγόμενη στο ρυθμιστικό πεδίο του Ν. 3316/2005, ορίζεται το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών, κατά τρόπον ώστε να μην εξαντλείται στην καταγραφή των δεδομένων, αλλά μέσω της επεξεργασίας και της επιστημονικής ανάλυσης, να προχωρά στη διατύπωση συμπερασμάτων ή την υποβολή προτάσεων. Η αναλυτική επιστημονική και τεχνική εργασία και έρευνα δύναται να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στην παραγωγή τεχνικού έργου ή να αφορά σε γνωστικό αντικείμενο που συνδέεται με τεχνικό έργο ή με την επέμβαση σε τεχνικό έργο ή με το σχεδιασμό ή την απεικόνιση αυτού (Πράξεις VII Τμήματος 211/2010, 199/2010, 185/2009, 102/2009, Πράξεις Κλιμ. Προλ. Ελέγχου VII Τμήματος 34/2013, 27/2013, Πράξεις IV Τμήματος 216/2009, 179/2008, 178/2008). Στις μελέτες οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας καθ’ εαυτής ιδιαίτερα με την προσφορά γνώσεων και ικανοτήτων από συγκεκριμένο επιστημονικό προσωπικό για ορισμένο χρόνο (Πράξεις VII Τμήματος 211/2010, 157/2010, 185/2009, 102/2009, Πράξη Κλιμ. Προλ. Ελέγχου VII Τμήματος 34/2013). Στη σύμβαση παροχής υπηρεσιών, η οποία, ομοίως, ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Ν. 3316/2005, η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην αποτύπωση των δεδομένων συγκεκριμένης πραγματικής κατάστασης με τη διάθεση των γνώσεων και ικανοτήτων και άλλων μέσων, τα οποία αυτός διαθέτει ως επιστήμονας συγκεκριμένης ειδικότητας (Πράξεις Κλιμ. Προλ. Ελέγχου VII Τμήματος 177/2014, 159/2012). Ως συμβάσεις παροχής υπηρεσιών νοούνται, ιδίως, οι συμβάσεις που αφορούν : α) στη σύνταξη των τευχών δημοπράτησης δημόσιου διαγωνισμού ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας, β) στον έλεγχο και την επίβλεψη έργου ή μελέτης, όπου εντάσσεται, μεταξύ άλλων, η διαρκής παρακολούθηση και ο έλεγχος του αντικειμένου μίας σύμβασης έργου, η τήρηση φακέλου για την πορεία και την εξέλιξή της, η τήρηση εκθέσεων προόδου και η επικαιροποίηση του φακέλου του έργου, και γ) στην υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας. Οι περιπτώσεις των ως άνω υπηρεσιών διαφέρουν εννοιολογικά από τις υπηρεσίες του άρθρου 209 παρ.2 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, κατά το ότι οι τελευταίες αποτελούν το αποτέλεσμα της δραστηριότητας του αναδόχου και των μέσων που αυτός διαθέτει χωρίς να είναι αναγκαία για την επίτευξη του αποτελέσματος στο οποίο κατατείνουν τα συμβαλλόμενα μέρη, η προσφορά εξειδικευμένων επιστημονικών γνώσεων και ικανοτήτων (Πράξη Κλιμ. Προλ. Ελέγχου VII Τμήματος 177/2014, Πράξεις ΙV Τμήματος 187/2011, 16/2010). Ο νομικός χαρακτηρισμός μιας συμβάσεως κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και συναρτάται με την υπαγωγή των διαπιστωθέντων πραγματικών καταστάσεων (ιδία του αντικειμένου της συμβάσεως, του σκοπού, τον οποίο επιδιώκουν τα συμβαλλόμενα μέρη και του καθεαυτού έργου ή της εργασίας που παρείχε ο ανάδοχος) στις ως άνω έννοιες της μελέτης και της παροχής απλών ή εξειδικευμένων υπηρεσιών, το τυχόν δε σφάλμα κατά την υπαγωγή συνιστά παράβαση νόμου. Περαιτέρω, η ανάθεση παροχής υπηρεσιών για τις οποίες απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις, από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α΄ βαθμού, διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3316/2005, με τις οποίες θεσπίζεται, ως κύρια διαδικασία ανάθεσης αυτή της διενέργειας ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων τους, με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας προσφοράς. (...) Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη διότι ανατέθηκαν εξειδικευμένες υπηρεσίες του άρθρου 1 παρ.2 περ.β) του Ν. 3316/2005 με πρόχειρο διαγωνισμό, (κατ’ επίκληση των διατάξεων του Π.Δ/τος 28/1980, που εφαρμόζεται επί απλών υπηρεσιών), χωρίς τούτο να προβλέπεται από το εφαρμοστέο νομοθετικό πλαίσιο ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗ ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/42/2015