Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/586/2012

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3232/2004, 2297/1975
Συνταξιοδοτικό καθεστώς υπαλλήλων του Ο.Γ.Α., οι οποίοι μετατάχθηκαν σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. – Τύχη αποζημίωσης προνοιακού χαρακτήρα. Ο μεταταχθείς από τον Ο.Γ.Α. στον ΕΛ.Γ.Α. και εν συνεχεία στο Υπουργείο Γεωργίας υπάλληλος Κ.Τ δεν δικαιούται, μετά την παραίτησή του από την τελευταία υπηρεσία προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί, την προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 42 του Κανονισμού Κατάστασης Διοικητικού Προσωπικού του Ο.Γ.Α., αποζημίωση. (ομοφ.)

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/323/2019

Καταβολή αποδοχών...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι νόμιμη. Και τούτο διότι, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος είχε επιλέξει να λαμβάνει τις αποδοχές της οργανικής του θέσης, καθώς και ότι δεν έχει συνταξιοδοτηθεί, αλλά παραμένει ενεργός ιατρός του Ε.Σ.Υ., ο ανωτέρω δικαιούται να λαμβάνει τις πλήρεις αποδοχές της οργανικής του θέσης, όπως αυτές διαμορφώνονται κάθε φορά. Δεδομένου δε ότι οι επιβληθείσες, με τις διατάξεις του ν. 4093/2012, από 1.8.2012, περικοπές στις αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ., κρίθηκαν αντισυνταγματικές με την προαναφερόμενη απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο ανωτέρω, προς αποκατάσταση της διαμορθωθείσας νομικής κατάστασης, δικαιούται να λάβει ό,τι θα ελάμβανε εάν δεν είχε μεσολαβήσει η κατά τα ανωτέρω ακυρωθείσα ως αντισυνταγματική διάταξη. Στην έννοια δε της αποκατάστασης αυτής περιλαμβάνεται η καταβολή σε αυτόν του ως άνω προβλεπόμενου εφάπαξ χρηματικού ποσού, το οποίο δικαιούται να λάβει, εφόσον κατά το διάστημα από 13.11.2014 έως 31.12.2016 ήταν ιατρός του Ε.Σ.Υ., ανεξαρτήτως μάλιστα της συμμετοχής του στο πρόγραμμα εφημεριών του Γενικού Νοσοκομείου – Κέντρου Υγείας ... στο οποίο κατέχει οργανική θέση.


ΝΣΚ/151/2017

Υπολογισμός του ύψους της σύνταξης γήρατος που λαμβάνει δικαστική λειτουργός, η οποία έχει συνταξιοδοτηθεί κατ΄ εφαρμογήν των ευεργετικών διατάξεων περί αναπηρίας καθώς και του γεγονότος ότι έχει διανύσει ασφαλιστικό χρόνο τόσο με την ιδιότητα της δικηγόρου όσο στη συνέχεια και με εκείνη της δικαστικής λειτουργού(...)Για τον υπολογισμό του ύψους της σύνταξης που δικαιούται να λάβει, η τέως δικαστική λειτουργός Α.Ε., θα πρέπει να προστεθούν πλέον του πραγματικού χρόνου ασφάλισης που έχει διανύσει και πλασματικά έτη μέχρι την συμπλήρωση 35 ετών συνολικά. Ο πλασματικός αυτός χρόνος πρέπει να κατανεμηθεί επί του χρόνου ασφάλισης και των δύο ιδιοτήτων με βάση αναφοράς τα έτη που έχουν διανυθεί με εκάστη ιδιότητα.


ΣΤΕ/2107/2017

Αστική ευθύνη του δημοσίου από μη καταβολή παροχής προνοιακού χαρακτήρα:..Όπως έχει κριθεί, υπάλληλος του Δημοσίου, συνδεδεμένος κατά το παρελθόν με αυτό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και υπαχθείς στις διατάξεις του ν. 993/1979, όπως κωδικοποιήθηκαν με το π.δ. 410/1988, ο οποίος, εν συνεχεία, διορίστηκε σε θέση μόνιμου δημοσίου υπαλλήλου κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 1476/1984 και διατήρησε τόσο το δικαίωμα συνταξιοδότησής του από το ΙΚΑ, κάνοντας χρήση της ευχέρειας που του παρείχε σχετικώς το άρθρο 1 του ν. 1583/1985, όσο και το αντίστοιχο καθεστώς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, διατηρούμενο υποχρεωτικώς κατά το άρθρο 3 του νόμου αυτού, διατηρεί, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το δικαίωμα απολήψεως της κατ' άρθρο 49 παρ. 4 του ν. 993/1979 εφάπαξ αποζημιώσεως, η οποία συνιστά παροχή προνοιακού χαρακτήρα (ΣτΕ 2760/1999).

Επειδή, εξάλλου, κατά την έννοια των προαναφερόμενων στην όγδοη και ένατη σκέψη διατάξεων, η προβλεπόμενη στο άρθρο 49 παρ. 4 του ν. 993/1979 εφάπαξ χρηματική αποζημίωση δεν αποτελεί μέρος των αποδοχών των μονιμοποιηθέντων υπαλλήλων ούτε «απολαβή, υπό την έννοια της παροχής που δίνεται ως αντάλλαγμα για την προσφερόμενη εργασία δυνάμει της ιδιότητας του υπαλλήλου ούτε αποτελεί αποζημίωση λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού, αλλά έχει το χαρακτήρα έκτακτης κατά την αποχώρηση του υπαλλήλου οικονομικής ενισχύσεώς του ενόψει της διακοπής της σχέσης του με το Δημόσιο κατά τη συνταξιοδότησή του και της επιλογής διατήρησης του δικαιώματος συνταξιοδότησής του από το ΙΚΑ. Επομένως, η αξίωση καταβολής του εφάπαξ χρηματικού αυτού προνοιακού βοηθήματος, μη δυνάμενη να θεωρηθεί ότι απορρέει από την υπαλληλική σχέση μονιμοποιηθέντος υπαλλήλου του Δημοσίου κατ’ άρθρο 1 του ν. 1476/1984, δεν υπόκειται στην διετή, αλλά στην πενταετή παραγραφή που προβλέπεται από την παρ. 1 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 για τη γενική παραγραφή αξιώσεων από αδικοπραξία οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου (πρβλ. ΣτΕ 1503/2007, σκ. 8). Ορθώς δε έκρινε το ίδιο το δικάσαν διοικητικό εφετείο, αν και με κάπως διαφορετική αιτιολογία, ο δε περί του αντιθέτου μόνος παραδεκτώς προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.


Ελ.Συν.Τμ.1(ΚΠΕ)317/2014

ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ ΛΟΓΩ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ:Μη νόμιμη η καταβολή ποσού που αντιστοιχεί σε τρίμηνες αποδοχές από το ν.π.δ.δ.δ. ΄΄Πνευματικό Κοινωνικό Αθλητικό Κέντρο Δήμου …΄΄, σε υπάλληλό του, μετά την αυτοδίκαιη απόλυσή του από την υπηρεσία, βάσει των διατάξεων των άρθρων 156,159 και 160 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν.3584/2007), καθόσον παρ΄όλο που οι τρίμηνες αποδοχές αποτελούν μισθό, η αξίωση για την καταβολή τους από την Υπηρεσία, στην οποία υπηρετούσε ο υπάλληλος πρέπει να προβλέπεται από ρητή διάταξη της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας, πλην όμως το συνταξιοδοτικό καθεστώς του ως άνω υπαλλήλου δεν διέπεται ούτε από τις διατάξεις του Κώδικα  Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, ούτε  από τις διατάξεις του ν.3163/1995 και συνεπώς ως πρώην υπάλληλος του συγκεκριμένου δημοτικού ν.π.δ.δ. δεν δικαιούται τρίμηνες αποδοχές. 


ΣΤΕ/2760/1999

Αστική ευθύνη δημοσίου-καταβολή αποζημίωσης από σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου:..Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, υπάλληλος του Δημοσίου, συνδεδεμένος κατά το παρελθόν με αυτό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και υπαχθείς στις διατάξεις του Ν. 993/1979 όπως κωδικοποιήθηκαν με το Π.Δ. 410/1988, ο οποίος, εν συνεχεία, διορίσθηκε σε θέση μονίμου δημοσίου υπαλλήλου κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 Ν. 1476/1984 και διατήρησε τόσο το δικαίωμα συταξιοδοτήσεώς του από το Ι.Κ.Α., κάνοντας χρήση της ευχέρειας που του παρείχε σχετικώς το άρθρο 1 Ν. 1583/1985, όσο και το αντίστοιχο καθεστώς επικουρικής ασφαλίσεως και πρόνοιας, διατηρούμενο υποχρεωτικώς κατά το άρθρο 3 του νόμου αυτού, διατηρεί, εφ' όσον συντρέχει περίπτωση, το δικαίωμα απολήψεως της κατ' άρθρο 49 παρ. 4 Ν. 993/1979 εφ' άπαξ αποζημιώσεως, η οποία συνιστά παροχή προνοιακού χαρακτήρα. 

Επειδή ο πρώτος λόγος αναιρέσεως, κατά τον οποίο τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια εστερούντο δικαιοδοσίας για την εκδίκαση της προκείμενης διαφοράς, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, εφ' όσον η αναιρεσίβλητη, στρεφόμενη κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ζήτησε με την ανωτέρω αγωγή της που στηρίζεται στις διατάξεις του άρθρ. 105 Εισ. Ν.Α.Κ. την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από την παράλειψη των οργάνων του να της χορηγήσουν την επίμαχη αποζημίωση.Επειδή, ο λόγος αναιρέσεως περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των προπαρατεθεισών διατάξεων είναι, εν όψει της εννοίας που δόθηκε σ' αυτές στην τρίτη σκέψη της αποφάσεως, απορριπτέος ως αβάσιμος.


ΕλΣυν.Τμ.1/790/2016

Κατόπιν αυτών και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας, εφόσον ο εκκαλών, ο οποίος διορίσθηκε στις 22.12.1987 και έχει ανήλικο τέκνο (με ημερομηνία γέννησης: 25.7.2001), συμπληρώνει μέχρι 31.12.2010 εικοσιπενταετή συντάξιμη υπηρεσία με τον συνυπολογισμό ως συντάξιμου τόσο του χρόνου ασφάλισής του στο Ι.Κ.Α. κατά τις διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης, όσο και ολόκληρου του χρόνου της στρατιωτικής του θητείας (από 3.12.1984 έως 11.10.1986, ήτοι ένα έτος δέκα μήνες και επτά ημέρες) με την καταβολή των αναλογουσών εισφορών κατά τις διατάξεις των άρθρων 17 και 20 του ν. 2084/1992, θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι την ημερομηνία αυτή (31.12.2010) και δικαιούται, συνακόλουθα, σύνταξη με τη συμπλήρωση του 50ου έτους της ηλικίας του, ήτοι από 7.7.2015, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 56 παρ. 1 β΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, όπως αυτό ίσχυε πριν αντικατασταθεί από 1.1.2011 με το άρθρο 6 παρ. 2 β΄ του ν. 3865/2010..(..)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει, κατά παραδοχή της ένδικης έφεσης, να ακυρωθεί και να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο V σκέψη, στην αρμόδια Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Μελών Α.Ε.Ι. και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών, Τμήμα Α΄, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους..


ΣΤΕ/3474/2006

Εκτέλεση έργου..:Επειδή, εν προκειμένω, ως προκύπτει εκ της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία ανέλαβε διά του από 11.9.1989 εργολαβικού συμφώνου την εκτέλεσιν του έργου «Οικοδομικές και Η/Μ μελέτες και εργασίες κατασκευής συνεργείου αυτοκινήτων στη ..». Στις 23.5.1991 υπέβαλε στην Διευθύνουσα Υπηρεσία τον 9ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως εργασιών προς έλεγχον, έγκρισιν και πληρωμήν, εν συνεχεία δε της εζητήθη να προσκομίση βεβαίωσιν του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών, την οποίαν και προσεκόμισε την 7.9.1991. Μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του λογαριασμού η αναιρεσίβλητος υπέβαλε την από 25.7.1991 όχλησιν προς τον αναιρεσείοντα Δήμον, ο οποίος απήντησε ότι δεν δικαιούται τόκων υπερημερίας λόγω της καθυστερήσεως υποβολής της βεβαιώσεως του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών. ΄Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 1365/1991 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, η δε από 24.12.1991 αίτησις θεραπείας κατά της αποφάσεως ταύτης απερρίφθη σιωπηρώς υπό του Νομάρχου ... Εν συνεχεία η αναιρεσίβλητος υπέβαλε προς έγκρισιν τον 10ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως, ο οποίος της επεστράφη προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παραλειφθή ο υπολογισμός τόκων υπερημερίας.Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 643/1992 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, ενώ αίτησις θεραπείας αυτής εγένετο εν μέρει δεκτή, ως προς τον κεφάλαιον των τόκων, διά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου ... Ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ήσκησαν προσφυγή, αφ’ ενός μεν η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία, στρεφομένη κατά της σιωπηράς απορρίψεως της από 24.12.1991 αιτήσεως θεραπείας της υπό του Νομάρχου .., αφ’ ετέρου δε ο Δήμος .., στρεφόμενος κατά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου .. καθ’ ο μέρος εγένετο δι’ αυτής δεκτόν το αίτημα της αναιρεσιβλήτου περί καταβολής τόκων υπερημερίας. Το Διοικητικόν Εφετείον … συνεξεδίκασε τις ως άνω προσφυγές και διά της προσβαλλομένης αποφάσεώς του απέρριψε την μεν προσφυγήν της αναιρεσιβλήτου λόγω ελλείψεως του εννόμου συμφέροντος αυτής, την δε προσφυγήν του Δήμου … επί τη αιτιολογία ότι η ανάδοχος κοινοπραξία δικαιούται τόκων υπερημερίας μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του 9ου λογαριασμού, αφού η πληρωμή αυτή καθυστέρησε άνευ υπαιτιότητός της και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως αυτού.Η κρίσις, όμως, αυτή του δικαστηρίου της ουσίας είναι μη νόμιμος αφού, κατά τα προεκτεθέντα, δεν υφίσταται υπαιτιότης του κυρίου του έργου εκ της μη πληρωμής υποβληθέντος λογαριασμού και, κατά συνέπειαν, δεν γεννάται υποχρέωσις αυτού προς καταβολήν τόκων υπερημερίας, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται υπό βεβαιώσεως περί καταβολής των υπό του αναδόχου οφειλομένων προς το Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών. Κατ’ ακολουθίαν, για τον λόγον τούτον, βασίμως προβαλλόμενον, η προσβαλλομένη απόφασις πρέπει κατά το μέρος αυτό, να αναιρεθή, και η υπόθεσις να παραπεμφθή στο Διοικητικόν Εφετείον … προς νέαν νόμιμον κρίσιν.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/322/2019

Καταβολή αποζημίωσης σε έμμισθο δικηγόρο...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος από την διαφωνούσα Επίτροπο λόγος είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη. Τούτο δε διότι, όπως αποδεικνύεται από την προαναφερόμενη βεβαίωση του Τμήματος Αστικής & Δημοτικής Αρχής του Υπουργείου Εσωτερικών, ο φερόμενος ως δικαιούχος δικηγόρος είναι γεννημένος το έτος 1946 και όχι το έτος 1950, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει με υπεύθυνη δήλωσή του. Συνεπώς, η λύση της –με έμμισθη εντολή- σχέσης εργασίας του με τον ... μη νομίμως χώρησε το έτος 2017 και, ως εκ τούτου, μη νομίμως η ελεγχόμενη αποζημίωση υπολογίστηκε βάσει μεγαλύτερης διάρκειας της έμμισθης εντολής του. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι ο ανωτέρω συμπλήρωσε το ανώτατο όριο ηλικίας που προβλέπεται στο προαναφερόμενο άρθρο 45 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων, ήτοι το 67ο έτος της ηλικίας του, το έτος 2013, καθώς και ότι με την συμπλήρωση του έτους αυτού θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα για πλήρη σύνταξη, στην υπό κρίση υπόθεση οι τιθέμενες στις ως άνω διατάξεις προϋποθέσεις λύσης της εν λόγω σχέσης εργασίας πληρούνταν ήδη από το έτος 2013. Επομένως, ανεξαρτήτως του ότι η διαπιστωτική πράξη λύσης της επίμαχης σύμβασης εντολής εκδόθηκε κατά το έτος 2017 και όχι κατά το έτος 2013, όπως θα έπρεπε σύμφωνα με το πραγματικό έτος γέννησης του συγκεκριμένου δικηγόρου, η αποζημίωση που ο φερόμενος ως δικαιούχος δικαιούται να λάβει δεν πρέπει να υπολογιστεί με βάση την προϋπηρεσία δεκαεννέα (19) ετών, που στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με το νόμο, η αποζημίωση ισούται με αποδοχές δεκαπέντε (15) μηνών. Κατόπιν τούτων, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη κατά το μέρος που υπερβαίνει το ύψος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στον χρόνο υπηρεσίας που διένυσε ο ως άνω δικηγόρος με έμμισθη εντολή στον Οργανισμό μέχρι τις 31.12.2013, οπότε και η εν λόγω σχέση εργασίας έπρεπε να είχε λυθεί λόγω συμπλήρωσης του κατά τα προεκτεθέντα ανώτατου ορίου ηλικίας.


ΕΣ/Τμ.1/283/2010

ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ λόγω συνταξιοδότησης:Μη νόμιμη καταβολή εφάπαξ αποζημίωσης στην …., πρώην μόνιμη υπάλληλο του ως άνω Ιδρύματος και νυν συνταξιούχο του Ι.Κ.Α(....)Στην υπό κρίση υπόθεση, από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Η φερόμενη ως δικαιούχος του επίμαχου χρηματικού εντάλματος προσλήφθηκε στο Α.Τ.Ε.Ι……. αρχικά με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και στη συνέχεια αορίστου χρόνου, σε θέση του κλάδου Υ.Ε. Προσωπικού Καθαριότητας, ακολούθως δε, με την 630/23.2.2000 πράξη του Προέδρου του ως άνω Ιδρύματος (τεύχος Ν.Π.Δ.Δ. 111), μονιμοποιήθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2738/1999, σε θέση διοικητικού υπαλλήλου του Κλάδου Υ.Ε. Προσωπικού Καθαριότητας. Περαιτέρω, με την 3241/23.6.2010 απόφαση του Προέδρου του ανωτέρω Ιδρύματος (Φ.Ε.Κ. Γ΄ 701) διαπιστώθηκε η λύση της σχέσης της ανωτέρω υπαλλήλου με την υπηρεσία, από 16.6.2010, λόγω υποβολής παραίτησης, ενώ με την 4192/6.9.2010 απόφαση του ίδιου οργάνου αποφασίστηκε η χορήγηση σ` αυτή αποζημίωσης λόγω παραίτησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988, ίσης με το 40% των αποδοχών 19 και 1/6 μηνών. Εξάλλου, με την 1353/24.9.2010 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ……. δικαιώθηκε πλήρους σύνταξης γήρατος, γεγονός από το οποίο τεκμαίρεται ότι είχε διατηρήσει το προ της μονιμοποίησής της ασφαλιστικό καθεστώς του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Ήδη, με το ελεγχόμενο ένταλμα - στο οποίο δεν αναγράφεται το όνομα της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος, αυτό, όμως, προκύπτει από τα συνημμένα δικαιολογητικά – εντέλλεται η καταβολή αποζημίωσης ποσού 11.841,34 ευρώ στην ανωτέρω υπάλληλο, σε εκτέλεση της προαναφερόμενης απόφασης του Προέδρου του Α.Τ.Ε.Ι. ……. Ενόψει των προεκτεθέντων, όμως, η φερόμενη ως δικαιούχος του επίμαχου χρηματικού εντάλματος δεν δικαιούται την προβλεπόμενη από το άρθρο 55 του π.δ. 410/1988 (άρθρο 49 του ν. 993/1979) αποζημίωση, αφού πλέον κατά την αποχώρησή της από την υπηρεσία η οργανική της θέση είχε μετατραπεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2738/1999 σε θέση μονίμου υπαλλήλου και δεν τελούσε σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και ως εκ τούτου, είχε διακοπεί κάθε δεσμός αυτής με το καθεστώς του ν. 993/1979, ανεξαρτήτως του ότι μετά τη μονιμοποίησή της φέρεται να διατήρησε, κατ’ επιλογή της, το συνταξιοδοτικό καθεστώς του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., αφού η επιλογή της αυτή αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στη σύνταξη. Κατόπιν αυτών, μη νόμιμα εντέλλεται η ελεγχόμενη δαπάνη και, συνεπώς, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΝΣΚ/142/2015

Κατασχεθείσες εις χείρας του Υπουργού Εσωτερικών απαιτήσεις, που αφορούν κατατεθειμένα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κεφάλαια, από Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους υπέρ των Δήμων.

Στην περίπτωση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων, τρίτος, εις χείρας του οποίου εγκύρως οι δανειστές Δήμου δύνανται να επιβάλουν κατάσχεση, κατά το χρόνο πριν από την έκδοση της αποφάσεως κατανομής, είναι αποκλειστικά ο Υπουργός Εσωτερικών. -Η άσκηση ανακοπής και αιτήσεως αναστολής από τον καθ' ου η κατάσχεση Δήμο, κατά του κατασχετηρίου, μετά και την απόρριψη αιτήματος χορηγήσεως προσωρινής διαταγής, δεν κωλύει τον Υπουργό Εσωτερικών να εκδώσει χρηματική εντολή για την καταβολή των κατασχεθέντων χρημάτων στους κατασχόντες, καθ' ο μέρος έχει υποβάλει σχετική θετική δήλωση. -Ο Υπουργός Εσωτερικών, ως τρίτος, ουδόλως έχει δικαίωμα, υπό την ιδιότητα του τρίτου, να αμφισβητήσει το κύρος της κατασχέσεως για λόγους που ανάγονται στην ουσία της απαιτήσεως των κατασχόντων. -Ακόμη και μετά την υποβολή θετικής δηλώσεως, ο Υπουργός Εσωτερικών, ως τρίτος, δύναται να προβάλει αιτιάσεις σχετικά με το κύρος της εις χείρας του κατασχέσεως, λόγω του ακατασχέτου της απαιτήσεως. -Δεν υπόκεινται σε κατάσχεση τα κεφάλαια τα οποία αποδίδονται στους Δήμους, από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους, εφ' όσον προκύπτει ότι αφορούν και αποβλέπουν στην εκτέλεση συγκεκριμένων έργων, την εξυπηρέτηση ειδικών δημοτικών σκοπών και, εντέλει, στην ίδια τη λειτουργία και την παροχή κρίσιμων αυτοδιοικητικών υπηρεσιών, των οποίων η μη εκπλήρωση θα οδηγούσε στην αναίρεση της λειτουργίας και, εντέλει, την ματαίωση της αποστολής των Δήμων. -Η θετική δήλωση του Υπουργού Εσωτερικών αποτελεί εκτελεστό τίτλο κατά του Ελληνικού Δημοσίου, τυχόν δε, μετά την επίδοση του κατασχετηρίου, απόδοση στο Δήμο του κατασχεθέντος ποσού, για το οποίο υποβλήθηκε θετική δήλωση, δεν παράγει έννομες συνέπειες, έναντι των κατασχόντων, ώστε το Δημόσιο εξακολουθεί να ευθύνεται έναντι αυτών για την καταβολή του. Το Υπουργείο Εσωτερικών, όμως, δικαιούται να αναζητήσει, όσα απέδωσε στο Δήμο, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, μεταξύ των οποίων και με ανάκληση της πράξεως και εν συνεχεία βεβαίωση του σχετικού ποσού ή με συμψηφισμό (παρακράτηση) οποιασδήποτε μελλοντικής επιχορηγήσεως του Δήμου. (ομοφ.)