Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/505/1991

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2081/1992

Επιμελητήρια. Σύναψη προγραμματικής συμβάσεως. Είναι δυνατή η σύναψη προγραμματικής συμβάσεως υπό επιμελητηρίου δυνάμει των διατάξεων του Ν.1797/1988 και της υπ αριθμ.2043748/519/0026/20.5.89 αποφάσεως του Υπουργείου των Οικονομικών για εργασίες των κύκλων της αρμοδιότητός του και δι απ ευθείας αναθέσεως, αν συντρέχουν οι νόμιμοι όροι.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/274/2013

Σύναψη προγραμματικής συμβάσεως για την εκτέλεση έργου, που συγχρηματοδοτείται από τον Χρηματοδοτικό Μηχανισμό του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΧΜ-ΕΟΧ) – Νομιμότητα και επιλεξιμότητα των δαπανών.Η νομιμότητα και επιλεξιμότητα δαπανών στο πλαίσιο εκτελέσεως προγραμματικής συμβάσεως μεταξύ Δήμου και Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, δεν θίγεται από το γεγονός ότι την προγραμματική σύμβαση υπέγραψε αντί του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού, η Προϊσταμένη της καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιας για την εκτέλεση της προγραμματικής συμβάσεως, Προϊσταμένη της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. 

ΕλΣυν/Τμ.7/179/2006

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι το αντικείμενο της από 26.2.2004 προγραμματικής συμβάσεως, όπως αυτό περιγράφεται στο κείμενο αυτής, είναι συγκεκριμένο και επαρκώς ορισμένο. Επιπλέον, κρίνει ότι, ως προς το δεύτερο λόγο διαφωνίας της Επιτρόπου και ανεξαρτήτως της αόριστης διατυπώσεώς του, η σύναψη συμβάσεων έργου με τους προαναφερθέντες επιστήμονες δεν συνιστά ανεπίτρεπτη ανάθεση του αντικειμένου της προγραμματικής συμβάσεως σε μη συμμετέχοντες σε αυτήν ιδιώτες, ούτε αποτελεί καταστρατήγηση των διατάξεων περί αναθέσεως δημοσίων έργων και μελετών, καθόσον, όπως προκύπτει από το αντικείμενο των εργασιών που ανατίθενται σε έκαστο των προσληφθέντων, δεν ανατίθεται σε αυτούς η σύνταξη οποιασδήποτε μελέτης παρά μόνον η επικαιροποίηση ήδη υπαρχουσών μελετών. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και ως εκ τούτου το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί.


ΝΣΚ/44/2017

Ζητήματα που ανακύπτουν από τη σύναψη προγραμματικής συμβάσεως μεταξύ ο.τ.α. α' και β' βαθμού και εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου της παρ. 4 άρθρου 1 του ν. 590/1977.(..) Βάσει του άρθρου 12 του ν. 3516/2006, εξακολουθεί να επιτρέπεται και μετά την ισχύ της υποπαρ. 3 παρ. 1 άρθρου 68 του ν. 4235/2014, η σύναψη προγραμματικής συμβάσεως μεταξύ Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού και εκκλησιαστικών νομικών προσώπων της παρ. 4 άρθρου 1 του ν. 590/1977, πλην, η συμμετοχή σε αυτές των Ο.Τ.Α, είναι επιτρεπτή μόνον υπό την ιδιότητά των εκ τρίτου (και όχι κυρίων) συμβαλλόμενων. Επί των ανωτέρω συναπτομένων προγραμματικών συμβάσεων, ισχύουν οι αναφερόμενες στην γνωμοδότηση (παρ. 13-15) ειδικότερες θετικές και αρνητικές προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να εξετάζονται κατά περίπτωση από την αρμόδια υπηρεσία, στο πλαίσιο του προσήκοντος και επίκαιρου ελέγχου νομιμότητας. Στην ειδικότερη περίπτωση, κατά την οποία, συμβαλλόμενο μέρος, που δεν έχει την ιδιότητα του κυρίου του έργου, αναλαμβάνει το σύνολο των υποχρεώσεων για την υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου, άλλο δε μέρος, αναλαμβάνει την εκπροσώπηση στην επιτροπή παρακολούθησης, την παροχή πληροφοριών και την διευκόλυνση των λοιπών συμβαλλομένων, δεν συνάπτεται επιτρεπόμενη από το νόμο προγραμματική σύμβαση (ομοφ.).-


ΕΣ/ΚΛ.Ε/399/2017

Νομιμότητα του σχεδίου προγραμματικής συμβάσεως μεταξύ της Περιφέρειας ...και του Δήμου .. για την εκτέλεση έργου..(....) Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, πρέπει να γίνει δεκτό ότι είναι επιτρεπτή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, η σύναψη προγραμματικής σύμβασης μεταξύ της Περιφέρειας Αττικής και του Δήμου Μάνδρας-Ειδυλλίας με το προεκτεθέν περιεχόμενο, καθώς η σύμβαση αυτή εγκαθιδρύει πράγματι συνεργασία μεταξύ δημόσιων φορέων με σκοπό, δια της συνενώσεως των μέσων που διαθέτει ο καθένας από αυτούς, την από κοινού εκτέλεση της δημόσιας αποστολής τους, και ως τέτοια δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016, το δε υποβληθέν για έλεγχο οικείο σχέδιο σύμβασης έχει το ελάχιστο κατά νόμο περιεχόμενο και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει την υπογραφή του σχεδίου αυτού, το οποίο επισυνάπτεται στην παρούσα Πράξη και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.


ΕΣ/Τ6/46/2007

Δημόσια έργα.ΙΙΙ. Ο ν. 1418/1984 «Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α΄ 23), στο άρθρο 4 παρ. 2 ορίζει : «Τρόποι επιλογής της εργοληπτικής επιχείρησης για την κατασκευή του έργου είναι : α) ... β) ... γ) Η απευθείας ανάθεση ή διαγωνισμός μεταξύ περιορισμένου αριθμού προσκαλούμενων εργοληπτικών επιχειρήσεων. Ο τρόπος αυτός αποτελεί εξαιρετική διαδικασία και εφαρμόζεται όταν συντρέχει μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπει το άρθρο 86 του Ν.Δ. 321/1969 (ΦΕΚ Α΄ 205), όπως κάθε φορά ισχύει και σε ειδικές περιπτώσεις, όπως σε περίπτωση θεομηνίας, σοβαρού επικείμενου κινδύνου, μοναδικότητας του κατασκευαστή, συνέχισης εργασιών ύστερα από έκπτωση του αναδόχου ή διάλυσης της εργολαβικής σύμβασης (...)». Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 86 του ν.δ/τος 321/1969 καταργήθηκε με το άρθρο 17 παράγραφος 1 περ. β’ του ν. 1797/1988, ενώ η παράγραφος 2 της 2043748/519/0026/22.5.1989 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 388), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 11 του ν. 1881/1990 (ΦΕΚ Α΄ 42), αναφέρει : «Ειδικές διατάξεις που παραπέμπουν στα άρθρα 86 του ν.δ. 321/1969 (…), νοούνται εφεξής ότι παραπέμπουν στα κατ’ ιδίαν άρθρα του ν. 1797/1988». Συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 εδ. γ΄ του ν. 1418/1984, η οποία παρέπεμπε στο άρθρο 86 του ν.δ/τος 321/1969, παραπέμπει πλέον στις ανάλογες διατάξεις περί αναθέσεως προμηθειών με διαπραγμάτευση του ν. 2286/1995 «Προμήθειες του δημοσίου τομέα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α΄ 19), ο οποίος ισχύει μετά την κατάργηση του ν. 1797/1988 και ορίζει στο άρθρο 2 ότι : «(…) 12. Οι διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων προμηθειών διακρίνονται σε συνοπτικές, ανοικτές, κλειστές και με διαπραγμάτευση : (…) δ) Με διαπραγμάτευση (εξαιρετική ή απευθείας ανάθεση) είναι η διαδικασία που οι επί μέρους φορείς προσφεύγουν στους προμηθευτές της επιλογής τους και διαπραγματεύονται τους όρους των υπό σύναψη συμβάσεων με έναν ή περισσότερους από αυτούς, με ή χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού». Από το συνδυασμό των προεκτεθεισών διατάξεων συνάγεται ότι ο διαγωνισμός μεταξύ περιορισμένου αριθμού προσκαλουμένων εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως τρόπος επιλογής αναδόχου για την κατασκευή έργου, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης, εφαρμοζόμενη στις περιπτώσεις που ορίζονται ρητά από το νόμο, μεταξύ των οποίων αναφέρεται και η απειλή επέλευσης σοβαρού κινδύνου, όπως είναι ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, μη οφειλομένου σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής, η αποτροπή του οποίου επιβάλλει την άμεση έναρξη εκτέλεσης του έργου και την εντός σύντομου χρόνου αποπεράτωση αυτού (Πράξεις VI Τμ. 140/2006, 102/2005). Περαιτέρω, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου για τη διενέργεια διαγωνισμού με πρόσκληση περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως διοικητική πράξη αιτιολογητέα από τη φύση της, αφού εκδίδεται κατ’ εφαρμογή εξαιρετικών διατάξεων, πρέπει, βάσει γενικής αρχής του διοικητικού δικαίου, να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, υπό την έννοια ότι οι ειδικές εκείνες περιστάσεις που δικαιολογούν την εφαρμογή της εξαιρετικής αυτής διαδικασίας επιλογής αναδόχου αρκεί να προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητάς της από το Δικαστήριο (Πράξη VII Τμ. 196/2006).


ΕΣ/Τμ.5/217/2014

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Προγραμματικές συμβάσεις:Κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της προγραμματικής σύμβασης μεταξύ  Περιφέρειας, Δήμου και νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, με την επωνυμία «Δημοτικός Αθλητικός Οργανισμός …», για το έργο «Αντικατάσταση χλοοτάπητα και ελαστικού τάπητα στίβου στο Δημοτικό Γήπεδο …». Ο Δήμος δεν μπορεί να αναλάβει νομίμως τη δημοπράτηση, την υπογραφή της σύμβασης με τον ανάδοχο και την κατασκευή του εν λόγω έργου, μέσω της σύναψης προγραμματικής σύμβασης του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, διότι αφενός όλα τα θέματα της λειτουργίας και συντήρησης του δημοτικού γυμναστηρίου, όπως είναι και η αντικατάσταση του χλοοτάπητα και του ελαστικού τάπητα στίβου, έχουν ανατεθεί στον Δημοτικό Αθλητικό Οργανισμό, ο οποίος είναι ν.π.δ.δ. και έχει συσταθεί, μεταξύ άλλων για τον σκοπό αυτό (ν.δ. 650/1970, ΦΕΚ Α΄ 175/1970) και αφετέρου η σύναψη προγραμματικής συμβάσεως αποτελεί το ultimun refugium, θεμελιώνει μεν την συνεργασία πλειόνων φορέων, αλλά δεν επιτρέπει την αξιοποίηση των προγραμματικών συμβάσεων ως μέσου μεταβίβασης αρμοδιότητας από έναν συμβαλλόμενο φορέα στον αντισυμβαλλόμενό του και η προσφυγή σε αυτή επιτρέπεται μόνο στην περίπτωση που το επιδιωκόμενο με αυτή αποτέλεσμα δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί με άλλο νόμιμο τρόπο.


ΕλΣυν/Τμ.6/4143/2013

Προγραμματικές συμβάσεις .όταν πρόκειται για προγραμματική σύμβαση, με την οποία μεταβιβάζεται αρμοδιότητα σε φορέα που άλλως δεν θα είχε τη δυνατότητα να προβεί στην εκτέλεση του αντικειμένου της ή παρέχει τη δυνατότητα εξευρέσεως των πόρων χρηματοδοτήσεως των συμφωνηθεισών δράσεων, αύτη δεν έχει αμιγώς οικονομικό αντικείμενο καθόσον θέτει το γενικό πλαίσιο υπό το οποίο η εκτελεστική αυτής σύμβαση (με το οικονομικό αντικείμενο) μπορεί να πραγματοποιηθεί.  Σε αυτή την περίπτωση η μη υπαγωγή στον προσυμβατικό έλεγχο της προγραμματικής συμβάσεως δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια την αυτοδίκαιη ακυρότητα τόσο αυτής όσο και της εκτελεστικής που ερείδεται επ’ αυτής, καθόσον υφίσταται πάντοτε η δυνατότητα να ελεγχθεί στο πλαίσιο του προσυμβατικού ελέγχου της εκτελεστικής τοιαύτης, ως αμέσως και αναγκαίως συνδεόμενη με αυτήν, προκειμένου να κριθεί η νομιμότητά της τόσο στο σύνολο όσο και ως προς τους επιμέρους όρους της, στο μέτρο που αυτοί ανάγονται στο αναγκαίο περιεχόμενό της ή εφαρμόσθηκαν για τη σύναψη της εκτελεστικής της σύμβασης (βλ. και απόφαση  VI  Τμήματος 3237/2013).  Κατά συνέπεια η υπαγωγή των προγραμματικών συμβάσεων στον έλεγχο του Δικαστηρίου είναι επιβεβλημένη, πλην όμως, όσες από αυτές στερούνται αμιγώς οικονομικού αντικειμένου, καθόσον τούτο αποτελεί περιεχόμενο της εκτελεστικής τους συμβάσεως, μπορούν να υποβληθούν σε αυτόν και μετά τη σύναψή τους επ’ ευκαιρία του προσυμβατικού ελέγχου της εκτελεστικής αυτών συμβάσεως, οπότε και θα κριθεί η νομιμότητά τους ως αναγκαίο πρόκριμμα της τελευταίας.


ΕλΣυν.Τμ.Μείζ.-Επταμελούς Σύνθεσης/1284/2011

ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Αίτηση αναθεώρησης της 279/2011 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Περαιτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως απαραδέκτως υποβαλλόμενο ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου το αίτημα αναμόρφωσης του ελεγχόμενου σχεδίου, ώστε επαναδιατυπούμενο, να εναρμονισθεί με τα προβλεπόμενα στις οικείες διατάξεις, καθόσον από τα προσκομισθέντα ενώπιον του παρόντος Τμήματος στοιχεία δεν αποδεικνύεται ότι οι κριθέντες μη νόμιμοι όροι έχουν πλέον απαλειφθεί από το σχέδιο της ελεγχόμενης σύμβασης, με τη συναίνεση και της δανείστριας Τράπεζας. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός, σύμφωνα με τον οποίο, λόγω συγγνωστής πλάνης τα αρμόδια όργανα της αιτούσας ενήργησαν κατά τον κριθέντα ως μη νόμιμο τρόπο, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, καθόσον -ανεξαρτήτως του ότι η πλάνη αυτή, ενόψει του γεγονότος ότι οι αναδειχθείσες στο ελεγχόμενο σχέδιο πλημμέλειες κρίνονται από το Τμήμα ως ουσιώδεις, δεν είναι συγγνωστή- τυχόν συνδρομή πλάνης στο πρόσωπο της αιτούσας δεν αποτελεί, κατά νόμο, λόγο αναθεωρήσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως του VI Τμήματος ούτε καθιστά επιτρεπτή την υπογραφή δανειακής σύμβασης που περιλαμβάνει μη νόμιμους και καταχρηστικούς όρους, χωρίς την προηγούμενη τροποποίηση και αναμόρφωση των εν λόγω όρων. Τέλος, οι ισχυρισμοί της αιτούσας ότι δεν υπήρξε νόθευση του ανταγωνισμού και της διαφάνειας των διαδικασιών και ότι η συμπεριφορά της δεν μπορεί να αποδοθεί σε κακοπιστία ή δόλο, καθώς και ότι η σύναψη του δανείου εξυπηρετεί σκοπό δημοσίου συμφέροντος αλυσιτελώς προβάλλονται, διότι η συνδρομή των στοιχείων αυτών αποτελεί προαπαιτούμενο της σύναψης νόμιμης δανειακής συμβάσεως και όχι λόγο άρσης της εξ άλλων λόγων παρανομίας της συμβάσεως.(...)Ως εκ τούτου, συντρέχουν λόγοι διακωλυτικοί της υπογραφής της ελεγχόμενης δανειακής σύμβασης, η δε αίτηση αναθεώρησης αποβαίνει αβάσιμη στο σύνολό της και πρέπει να απορριφθεί.Απορρίπτει  την αίτηση αναθεώρησης της Περιφέρειας…..


ΣτΕ/4940/1995

ΕΡΓΑ.Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες εταιρείες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθ. 640/Κ.Ε.710/16-4-1992 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως...Μετά τη διεξαγωγή του διαγωνισμού, στον οποίο συμμετέσχε και η πρώτη των αιτουσών Κοινοπραξία της οποίας μέλος αποτελεί η δευτέρα των αιτουσών εταιρεία, εκδόθηκε η απόφαση 640/Κ.Ε.710/ /16-4-1992 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων. Δι' αυτής, 1) εγκρίθηκε το από 10-4-1992 πρακτικό της Επιτροπής Εισηγήσεως για την ανάθεση και απερρίφθη το αποτέλεσμα του διαγωνισμού, ειδικώτερα δε απορρίφθηκαν α) η προσφορά της Κοινοπραξίας …. που πρόσφερε μεν τη μικρότερη οικονομική προσφορά, όμως η προσφορά αυτή κρίθηκε ότι έχει απόκλιση σε μια τιμή από το όριο ομαλότητας, κατά το άρθρο 8 του Π.Δ. 609/85. β) Ολες οι άλλες προσφορές, λόγω ασυμφόρου για το Δημόσιο, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2β του Π.Δ. 609/85. 2) Εγκρίθηκε η απ' ευθείας ανάθεση κατασκευής του έργου στην Κοινοπραξία …., που πρόσφερε τη μικρότερη οικονομική προφορά, βάσει των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 2γ του Ν. 1418/1984 και του άρθρου 3 παράγραφος 20ε του Ν. 1797/1988, υπό τους διαλαμβανόμενους ειδικώτερους όρους και προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων και η ομαλοποίηση της τιμής του κονδυλίου Α.Τ.Φ. 19. Της τελευταίας αυτής αποφάσεως ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση διά της κρινομένης αιτήσεως.(..)Ενόψει αυτού του περιεχομένου της σχετικά με τη συνδρομή λόγων κατεπείγοντος που οφείλονται σε γεγονότα που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν από την αναθέτουσα αρχή και που καθιστούσαν αδύνατη την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται από τις διαδικασίες για ανοικτές και κλειστές δημοπρασίες (πρβλ. Σ.Ε. 1070/93), η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, αφού εκθέτει ότι εξαιτίας της παρατεινόμενης κατά την έκδοση της αποφάσεως αυτής λειψυδρίας, που οφειλόταν στη συνεχιζόμενη ανομβρία, δημιουργείτο εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση για την κάλυψη των οξύτατων αναγκών υδρεύσεως της Πρωτεύουσας, σε περίπτωση "απωλείας και του ελαχίστου χρόνου στην εκτέλεση και ολοκλήρωση του έργου", μετά την πάροδο δεκατεσσάρων μηνών για τη διενέργεια του διαγωνισμού, του οποίου το αποτέλεσμα ματαιώθηκε ως ασύμφορο...Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.


ΕλΣυν/Τμ.4/3/2013

Σύμφωνα με την 2043748/519/0026/22-5-1989 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄, 388), που κυρώθηκε με το άρθρο 11 παρ. 12 του ν. 1881/1990 (ΦΕΚ Α΄, 42), οι διαδικασίες για την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, που διενεργούνται από το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), διέπονται από τις περί προμηθειών διατάξεις του ν. 2286/1995 και του κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντος π.δ. 118/2007, αναλόγως εφαρμοζόμενες (Πράξη 84/2012 Κλιμ. IV Τμ. Ελ. Συν., βλ. και Πράξεις 156, 134, 133/2009, 52/2006, 113/2005 κ.ά. IV Τμ. Ελ. Συν.). Περαιτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 24 του π.δ. 118/2007 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου (Κ.Π.Δ.)» (ΦΕΚ Α΄, 150), λαμβανομένου υπ’ όψη και του ότι η συμβατική δράση της δημόσιας διοίκησης υπόκειται στη θεμελιώδη αρχή της νομιμότητας, και όχι στον κανόνα της συμβατικής ελευθερίας του ιδιωτικού δικαίου κατά το άρθρο 361 του Α.Κ., η σύμβαση τροποποιείται, όταν τούτο προβλέπεται από συμβατικό όρο ή όταν συμφωνήσουν προς τούτο τα συμβαλλόμενα μέρη, ύστερα από γνωμοδότηση του αρμοδίου οργάνου. Ακολούθως, η δυνατότητα των συμβαλλόμενων μερών για τροποποίηση όρου ή όρων αυτής, με νεότερη κοινή συμφωνία τους, δεν μπορεί να ανάγεται μέχρι την κατ’ ουσία τροποποίηση ουσιωδών όρων της διακήρυξης - η οποία αποτελεί κανονιστική πράξη - στους οποίους περιλαμβάνεται και η διάρκειά της. Σε καμία, όμως, περίπτωση, ως επιτρεπομένη τροποποίηση αυτής, δεν νοείται η παρεπόμενη ή πρόσθετη συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων που έχει αυτοτελή νομική ύπαρξη και αφορά παράταση της συμβατικής διάρκειας της σύμβασης και εντεύθεν της ισχύος αυτής, άλλως θα περιορίζονταν οι κατά νόμο επιβαλλόμενες διαδικασίες για τη σύναψη των διοικητικών συμβάσεων προς βλάβη των συμφερόντων των διενεργούντων αυτές. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, γίνεται παγίως δεκτό ότι τροποποίηση σύμβασης με νεότερη πρόσθετη συμφωνία των συμβαλλομένων, αφορώσα παράταση ισχύος της με χρονική διεύρυνση της συμβατικής διάρκειάς της, δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα στην κείμενη νομοθεσία και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα (βλ. Πράξεις IV Τμήματος 169, 110/2011, 141/2010, 55/2007, 175/2006, 121/2003).