ΝΣΚ/112/2023
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ερωτάται εάν μπορεί το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων να αποδώσει χρηματική παρακαταθήκη στον δικαστικώς αναγνωρισθέντα δικαιούχο αυτής πριν την πλήρωση της αναβλητικής αίρεσης (όρου) της προσκόμισης φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας που έχει τεθεί από τον καταθέτη στο σχετικό Γραμμάτιο Σύστασης.(..)Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δεν μπορεί να αποδώσει χρηματική παρακαταθήκη στον δικαστικώς αναγνωρισθέντα δικαιούχο αυτής πριν την πλήρωση της αναβλητικής αίρεσης (όρου) της προσκόμισης φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας που έχει τεθεί από τον καταθέτη στο σχετικό Γραμμάτιο Σύστασης, διότι δεν επιτρέπεται εκ μέρους του ΤΠΔ, που είναι απλός θεματοφύλακας, αλλοίωση της παρακαταθήκης καθ’ οιονδήποτε τρόπο ούτε απόδοση αυτής, καθόσον τούτο θα αναιρούσε το σκοπό της παρακαταθήκης και θα παραβίαζε τη βούληση του παρακαταθέτη και την αναβλητική αίρεση (όρο) που έχει διατυπωθεί σ’ αυτήν (ομόφωνα).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/93/2022
Ερωτάται, αν η συσταθείσα παρακαταθήκη που ενσωματώνεται στο με αρ. 49066/25-02-2014 γραμμάτιο παρακαταθήκης, μπορεί να αποδοθεί, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2 του ν. 5638/1932, στο σύνολό της στους αιτούντες (δικαστικούς συμπαραστάτες των τέκνων τους ως επιζώντων συνδικαιούχων κοινού τραπεζικού λογαριασμού) ή εάν πρέπει να αποδοθεί σε όλους τους αναγραφόμενους δικαιούχους του γραμματίου από κοινού, «ανεξαρτήτως της προέλευσής της ως προϊόν κοινού λογαριασμού» και, προκειμένου περί της απόδοσης του μέρους που αναλογεί στη θανούσα συνδικαιούχο, λαμβανομένου υπόψη και του άρθρου 480ΑΚ, να ακολουθηθεί η διαδικασία κληρονομικής διαδοχής και νομιμοποίησης των κληρονόμων της.(...)Για την εκ μέρους του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων απόδοση παρακατατεθέντος ποσού στους συνδικαιούχους συσταθέντος γραμματίου παρακαταθήκης, δεν καταλείπεται πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 5638/32 περί κοινού λογαριασμού, διότι επί δημόσιας κατάθεσης, η προγενέστερη ενοχή αποσβέννυται (άρθρο 431 ΑΚ) ipso jure, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων αποκτά την κυριότητα των χρημάτων και έχει ενοχική υποχρέωση να αποδώσει ίσο χρηματικό ποσό σε όλους τους δικαιούχους του γραμματίου, εφόσον επέρχεται απόσβεση της ενοχής με τη δημόσια κατάθεση και παύουν να είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις των άρθρων 1,2 ν. 5638/32 περί της σύμβασης κατάθεσης σε κοινό λογαριασμό, συνεπώς εφαρμοστέες αποκλειστικά είναι οι ειδικές για το Ταμείο διατάξεις, σε συνδυασμό με τις γενικές διατάξεις του ΑΚ για την απόδοση του γραμματίου (ομόφωνα).
ΝΣΚ/31/2020
Παρακαταθήκη στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Παραγραφή.Η αξίωση της δικαιούχου για είσπραξη του αποδοτέου ποσού δυνάμει του υπ’ αριθμ. 334171/14-10-1996 γραμματίου παρακαταθήκης που υποβλήθηκε στο ΤΠΔ μέσω του δικαστικού συμπαραστάτη της τον Δεκέμβριο του 2019, έχει υποπέσει και στη δεκαπενταετή παραγραφή του άρθρου 17 εδ. β’ του ν. 3646/1928 και στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 του Α.Κ. υπέρ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (ομόφωνα).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/44/2019
Προμήθεια και τοποθέτηση κλειδαριών: Η επίμαχη σύμβαση είναι σύμβαση μεικτή (υπηρεσίας/προμήθειας), το κύριο αντικείμενο της οποίας είναι αυτό της υπηρεσίας κλειθροποιού ενόψει της μεγαλύτερης (έστω και κατά λίγο) εκτιμώμενης αξίας της υπηρεσίας έναντι της προμήθειας [βλ. άρθρο 4 παρ. 2 του 4412/2016 «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ )», Α΄ 147]. Συνεπώς, ο πρώτος λόγος της Επιτρόπου είναι αβάσιμος και το ...... ορθώς επιβάρυνε μόνον τον Κ.Α.Ε. 0863.01 «Συντήρηση και επισκευή κτιρίων». Κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο, στο κείμενο της 64/2017 σύμβασης δεν περιλαμβάνεται όρος περί τμηματικής παραλαβής του συμβατικού αντικειμένου. Ωστόσο, ενόψει του ότι, παρά την έλλειψη ρητού συμβατικού όρου, τα συμβαλλόμενα μέρη δρουν, κατ’ αποτέλεσμα, εντός του πλαισίου της οικείας διακήρυξης, όπου ρητώς προβλεπόταν η τμηματική παράδοση του συμβατικού αντικειμένου, το οποίο μάλιστα έχει προδιαγραφεί να διαρκέσει δύο έτη, το Κλιμάκιο κρίνει την εν λόγω πλημμέλεια μη ουσιώδη και, συνεπώς, μη δυνάμενη να οδηγήσει σε μη θεώρηση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος.Αναφορικά με τον τρίτο λόγο της Επιτρόπου, το Κλιμάκιο σημειώνει τα εξής: Τα γραμμάτια σύστασης παρακαταθήκης εκδόσεως του Τ.Π.Δ. αποτελούν έναν διαφορετικό τρόπο καταβολής εγγύησης από τις εγγυητικές επιστολές των τραπεζών. Ειδικότερα, με την κατάθεση εγγύησης από τους εργολάβους παρακαταθέτες στο ως άνω Ταμείο καταρτίζεται εγγυοδοτική παρακαταθήκη, σύμβαση δηλαδή η οποία διέπεται από τις ειδικές διατάξεις του π.δ/τος της 30ης Δεκ.1926/3ης Ιαν. 1927 «Περί συστάσεως και αποδόσεως παρακαταθηκών και καταθέσεων παρά τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων» καθώς και από τις γενικές διατάξεις των άρθρων 822 επ. ΑΚ. Η εν λόγω σύμβαση είναι αυτοτελής και έχει ως περιεχόμενο την εξασφάλιση που παρέχεται με μετρητά από ένα πρόσωπο για την καλή εκπλήρωση των καθηκόντων του (εγγυοδοσία) και διαφέρει της εγγύησης (άρθρα 847 επ. ΑΚ), της ανάληψης δηλαδή από τον εγγυητή της υποχρέωσης απέναντι στο δανειστή να εκπληρώσει την παροχή του πρωτοφειλέτου, αν δεν το κάνει ο τελευταίος. Πιο συγκεκριμένα, στην εγγυοδοτική παρακαταθήκη ο ίδιος ο υποψήφιος εγγυάται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του και για την εξασφάλιση της αναθέτουσας Αρχής, καταβάλλοντας ο ίδιος το χρηματικό ποσό προς φύλαξη στο Τ.Π.Δ. ως δημόσιο θεματοφύλακα (βλ. Ελ.Συν. αποφ. VI Tμ. 3118/2014). Περαιτέρω, δεν υφίσταται συγκεκριμένη ρητώς οριζόμενη διάρκεια της εγγυοδοσίας που παρέχεται με την παρακαταθήκη αλλά λαμβάνεται υπόψη η δεκαπενταετής παραγραφή της αξίωσης του λήπτη του γραμματίου παρακαταθήκης δυνάμει του άρθρου 17 του Ν. 3647/1928 (βλ. ΑΠ 544/2011). Συνεπώς, είναι απορριπτέα τα προβαλλόμενα από την Επίτροπο περί μη νομιμότητας της κατατεθείσας, εν προκειμένω, εγγυοδοτικής παρακαταθήκης, λόγω μη αναγραφής στο σώμα της ημερομηνίας λήξης. Περαιτέρω, ορθώς επισημαίνει η Επίτροπος, στην από 30.10.2018 διαφωνία της, ότι δεν ελέγχθηκε η γνησιότητα της εγγυοδοτικής παρακαταθήκης εντός ευλόγου χρόνου, αλλά μόλις στις 6.9.2018, ήτοι μετά και την έκδοση της δεύτερης πράξης επιστροφής του ελεγχόμενου εντάλματος. Ωστόσο, ενόψει της, έστω εκ των υστέρων, βεβαίωσης από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων της γνησιότητας της εγγυοδοτικής παρακαταθήκης για την καλή εκτέλεση της σύμβασης, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ως άνω πλημμέλεια είναι μη ουσιώδης.Κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο, η απόφαση έγκρισης ανάληψης πολυετούς υποχρέωσης της Συγκλήτου δεν αναρτήθηκε στη Διαύγεια (βλ. άρθρο 2 παρ. 6Α του ν. 3861/2010, Α΄ 112), ενώ, περαιτέρω, δεν προκύπτει να στηρίζεται σε πλήρη ως προς τον προϋπολογισμό της σύμβασης εισήγηση του Τμήματος Προμηθειών. Ωστόσο, το Κλιμάκιο παρατηρεί ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το ......, παρά την ύπαρξη απόφασης έγκρισης ανάληψης πολυετούς υποχρέωσης, προχώρησε εν τέλει σε έκδοση απόφασης ανάληψης υποχρέωσης για το σύνολο της δαπάνης της σύμβασης, τούτο δε σε έγκριση του πρωτογενούς αιτήματος του Τμήματος Συντήρησης Εγκαταστάσεων (βλ. το από 6.10.2017 υπηρεσιακό σημείωμα), ενώ, επιπλέον, τηρήθηκαν ως προς αυτήν την τελευταία απόφαση (για το σύνολο της δαπάνης) όλες οι νόμιμες διατυπώσεις δημοσιότητας (ΔΙΑΥΓΕΙΑ, ΚΗΜΔΗΣ). Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψη τα ανωτέρω, καθώς και τους ισχυρισμούς του ...... περί εξασφάλισης ικανοποίησης τυχόν έκτακτων και απρόβλεπτων αναγκών του έτους 2018, το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα όργανα του ...... λειτούργησαν, εν προκειμένω, χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης της κείμενης νομοθεσίας.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/85/2017
ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η 2976/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατέστη τελεσίδικη, αφού το αρμόδιο όργανο του Δήμου Νοτίου ....., με την 171/22.5.2015 απόφασή του, που εκδόθηκε ύστερα από την από 18.5.2015 γνωμοδότηση του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δήμου και ενώ διαρκούσε η προθεσμία για την άσκηση έφεσης κατά της ως άνω δικαστικής απόφασης, αποφάσισε να μην ασκήσει έφεση κατ’ αυτής. Εξάλλου, η προβαλλόμενη από την Προϊσταμένη Διοικητικών Υπηρεσιών του Δήμου, καθώς και από τη Γραμματέα Δικαστικών Υποθέσεων μη έγκαιρη γνώση της επίδοσης της προαναφερόμενης δικαστικής απόφασης δεν ασκεί, εν προκειμένω, επιρροή, καθόσον η μη άσκηση έφεσης δεν ήταν αποτέλεσμα απώλειας της προθεσμίας για την άσκησή της, αλλά απόφασης του αρμόδιου οργάνου, με την οποία παραιτήθηκε από την άσκηση έφεσης. Λόγω δε μη άσκησης οποιουδήποτε ένδικου μέσου κατ’ αυτής, η εν λόγω δικαστική απόφαση έχει καταστεί αμετάκλητη (σχετ. το 9434/3.9.2015 πιστοποιητικό της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Αθηνών). Περαιτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το παραγόμενο από την ως άνω αμετάκλητη δικαστική απόφαση δεδικασμένο ανέκυψε υποχρέωση του Δήμου Νοτίου ..... να συστήσει προσωποπαγή θέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, προκειμένου να καλυφθεί από τη φερόμενη ως δικαιούχο του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, υπέρ της οποίας εκδόθηκε η προαναφερόμενη δικαστική απόφαση και συνακόλουθα, υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου να εκδώσει την οικεία πράξη κατάταξής της, αφού διαπιστώθηκε ότι διέθετε το απαιτούμενο από το νόμο τυπικό προσόν για τον Κλάδο ΔΕ (απολυτήριο τίτλο Λυκείου) καταβάλλοντάς της τις νόμιμες αποδοχές. Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι διαφωνίας (2ος, 3ος, 4ος) του αναπληρωτή Επιτρόπου. Εξάλλου, το γεγονός της προσκόμισης από την λόγω εργαζόμενη παραποιημένου ως προς τον βαθμό απόλυσης απολυτηρίου, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της εντελλόμενης με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνης, καθόσον η φερόμενη ως δικαιούχος διέθετε γνήσιο απολυτήριο τίτλο Λυκείου, που προβλέπεται από το νόμο (π.δ. 50/2001) ως τυπικό προσόν για την κατάταξη στον κλάδο ΔΕ, χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε διάκριση ανάλογα με τον βαθμό απόλυσης (βλ. και άρθρο 52 του ν. 4456/2017, Α΄24/1.3.2017). Μειοψήφησε η Πάρεδρος Χρυσούλα Μιχαλάκη, σύμφωνα με τη γνώμη της οποίας η εντελλόμενη με το επίμαχο ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι νόμιμο έρεισμά της δεν συνιστά κατ’ ουσίαν η ανωτέρω απόφαση του ΜΠΑ, με την οποία, ανεξαρτήτως της ορθότητάς της, απλώς υποχρεώθηκε ο Δήμος να αποδέχεται τις υπηρεσίες της φερομένης ως δικαιούχου υπαλλήλου υπό καθεστώς εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου έναντι μισθού έως ότου προβεί στην καθ’ οιονδήποτε νόμιμο τρόπο λύση της εργασιακής σχέσης, αλλά η κατόπιν αυτής εκδοθείσα πράξη σύστασης οργανικής θέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωποπαγούς χαρακτήρα, η οποία βαίνει πέραν των αναγκαίων ενεργειών της Διοίκησης για την υλική συμμόρφωσή της προς το περιεχόμενο της επίμαχης δικαστικής απόφασης, συνιστά δε νομική πράξη πρωτογενούς άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη προσιδιάζουσα σε έγκυρη σύμβαση εργασίας, η οποία όμως εν προκειμένω δεν υφίσταται, αφού δεν έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη εκ του εκτελεστικού του Συντάγματος ν. 2190/1994 διαδικασία. Επομένως, λαμβανομένου υπ’ όψη και του περιεχομένου της επίμαχης δικαστικής απόφασης, οι αξιώσεις της φερομένης ως δικαιούχου που παρέχει την εργασία της σε συμμόρφωση προς τον εκτελεστό αυτό τίτλο, δεν μπορούν να έχουν ως έρεισμά τους πράξεις αναγόμενες στη λειτουργία νομίμων συμβάσεων εργασίας που συνιστούν όρους οριστικής υποδοχής του εργαζομένου στην εκμετάλλευση του εργοδότη, όπως η τοποθέτησή του σε θέση, ο προσδιορισμός οργανικής ειδικότητας ή η μισθολογική του αντιμετώπιση αντιστοίχως προς το νομίμως προσληφθέν προσωπικό, με έκδοση πράξεων κατάταξης σε μισθολογικό κλιμάκιο και ευθεία εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4354/2015. Αντιθέτως, οι αξιώσεις αυτές έχουν ως βάση τους τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (904 ΑΚ) και, ως εκ τούτου, ο Δήμος υποχρεούται, χωρίς να εκδώσει νομικές πράξεις αντίστοιχες προς εκείνες που εκδίδει για τους μισθωτούς με έγκυρη σύμβαση εργασίας να αποδώσει στη φερόμενη ως δικαιούχο απλώς την ωφέλεια που αποκόμισε από την εργασία της. Η ωφέλεια δε αυτή συνίσταται στα ποσά που θα κατέβαλλε ως αμοιβή σε άλλα πρόσωπα, τα οποία, προς κάλυψη των αντίστοιχων αναγκών του θα προσελάμβανε με έγκυρες συμβάσεις και τα οποία θα είχαν τις ίδιες ικανότητες και τα ίδια προσόντα με αυτή (πρβ. Πρ. Ι Τμ. 141/2012, ΑΠ 885/2014, 126/2015). Τέλος, κατά την μειοψηφούσα αυτή άποψη, ενόψει των προεκτεθέντων παρίσταται αλυσιτελής ο προβαλλόμενος από τον Επίτροπο λόγος που αφορά τη γνησιότητα του απολυτηρίου της φερόμενης ως δικαιούχου. Περαιτέρω, απορριπτέος είναι και ο λόγος διαφωνίας, με τον οποίο προβάλλεται ότι μη νόμιμα με την 14484/2016 απόφαση του Δημάρχου κατατάχθηκε η εν λόγω εργαζόμενη σε μισθολογικά κλιμάκια από 1.1.2016, καθόσον, πέραν του ότι δεν προσκομίζεται η προαναφερόμενη απόφαση του Δημάρχου, δεν προβάλλεται συγκεκριμένος λόγος μη νομιμότητας της απόφασης αυτής, όπως δε προκύπτει από την οικεία μισθοδοτική κατάσταση η κατάταξη της εν λόγω δικαιούχου έγινε στο εισαγωγικό για τον κλάδο της μισθολογικό κλιμάκιο (Μ.Κ.1). Τέλος, το ζήτημα της νομιμότητας της 171/2015 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Νοτίου ....., το οποίο τίθεται με τον πρώτο λόγο διαφωνίας, με τον οποίο ο αναπληρωτής Επίτροπος εκφράζει αμφιβολίες ως προς το ουσιαστικό μέρος της δαπάνης που εντέλλεται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, προβάλλεται απαραδέκτως ενώπιον του παρόντος Κλιμακίου, καθόσον, όπως έγινε δεκτό στη σκέψη ΙΙ, ο αρμόδιος Επίτροπος, εάν δεν υφίσταται άλλος λόγος που να επιβάλλει τη μη θεώρηση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, οφείλει να το θεωρήσει και να αναφέρει συγχρόνως την περίπτωση στο Ι Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο, μετά από αξιολόγηση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, εφόσον κρίνει ότι είναι βάσιμες οι αμφιβολίες του Επιτρόπου, θα προβεί σε ανακοίνωση του θέματος στον Υπουργό Οικονομικών και τον αρμόδιο Υπουργό.