Ν. 765/1978
Τύπος: Νόμοι και Διατάγματα
ΦΕΚ: 49/Α/05.04.1978
Περί μονιμοποιήσεως των εκτάκτων υπαλλήλων των επανελθόντων εις την υπηρεσίαν κατ' εφαρμογήν του Ν. 193/75 επιλογής ασφαλιστικού φορέως παρά των υπαγομένων εις τας διατάξεις του Ν.Δ. 874/71, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν. 103/75 και ρυθμίσεως ετέρων τινων συνταξιοδοτικών θεμάτων
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Ν.4202/1961
Περί διατηρήσεως των εκ της κοινωνικής ασφαλίσεως δικαιωμάτων εις περιπτώσεις μεταβολής ασφαλιστικού φορέως.
Ν.Δ 107/1946
Περί διατάξεων τινων αφορωσών εις τους Δήμους και τας Κοινότητας.
Ν.380/1976
Περί εισαγωγής εις τας Δημοσίας Σχολάς Εμπορικού Ναυτικού, υποψηφίων ειδικών τινων κατηγοριών
Ν.992/1979
Περί οργανώσεως των διοικητικών υπηρεσιών δια την εφαρμογήν της Συνθήκης Προσχωρήσεως της Ελλάδος εις τας Ευρωπαϊκάς Κοινότητας και ρυθμίσεως συναφών θεσμικών και οργανωτικών θεμάτων
1342/867/1975
Περί τρόπου ρυθμίσεως θεμάτων αναφερομένων εις τας αναγνωριζομένας εις τους Βουλευτάς ατελείας κ.λπ.
295/201/1984Για την συμπλήρωση της υπ’ αριθ. 1342/867/18-3-75 απόφασής μας (ΦΕΚ -339 Β/24.3.75 "περί τρόπου ρυθμίσεως θεμάτων αναφερομένων εις τας αναγνωριζομένας εις τους βουλευτάς ατελείας κλπ."
295/201/1984
Για την συμπλήρωση της υπ’ αριθ. 1342/867/18-3-75 απόφασής μας (ΦΕΚ -339 Β/24.3.75 "περί τρόπου ρυθμίσεως θεμάτων αναφερομένων εις τας αναγνωριζομένας εις τους βουλευτάς ατελείας κλπ."
Ν.234/1975
Περί υπαγωγής εις τας διατάξεις του άρθρου 11 του Ν.Δ. 4277/62 του προσωπικού του πρώην Ελληνικού Ταπητουργικού Οργανισμού και των Επαγγελματιών και Βιοτεχνικών Επιμελητηρίων, ως και περί αναγνωρίσεως προυπηρεσιών τινων ιατρών του ΙΚΑ.
ΣΤΕ/2854/1997
Ανάδειξη αναδόχου εκτελέσεως έργου:..Επειδή εν όψει των ανωτέρω εκτεθέντων διά την συμμετοχήν της εις τον επίδικον διαγωνισμόν η παρεμβαίνουσα ιταλική εταιρεία ... ώφειλε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 24 παρ. 1 περ. γ, 2 περ. α, 3 π.δ. 23/93 και των διατάξεων της διακηρύξεως του επιδίκου διαγωνισμού, τελουσών εν αρμονία προς τας διατάξεις του άρθρου 24 της Οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, να προσκομίση πιστοποιητικά ποινικού μητρώου των διοικούντων ταύτην, προερχόμενα από το κατά τόπον αρμόδιον διΆαυτούς ποινικόν δικαστήριον. Το πιστοποιητικόν τούτο δεν ηδύνατο να αναπληρωθή από υπεύθυνον δήλωσιν, διότι, όπως προκύπτει από το XV/D/002030/17.3.1997 έγγραφον της Γενικής Διευθύνσεως XV της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αι ιταλικαί αρχαί έχουν ανακοινώσει εις την Επιτροπήν ότι αρμοδία αρχή δια την έκδοσιν ποινικού μητρώου είναι το κατά τόπον αρμόδιον ποινικόν δικαστήριον. Συναφώς, ως προς το τελευταίο ζήτημα, η παρεμβαίνουσα αλλοδαπή εταιρεία ισχυρίζεται ότι η ιταλική νομοθεσία αρκείται εις την υποβολήν εκ μέρους του ενδιαφερομένου προσωρινής δηλώσεως, η οποία αντικαθιστά το πιστοποιητικόν ποινικού μητρώου που διαβιβάζεται μεταγενεστέρως απ’ ευθείας εις την αναθέτουσαν αρχήν. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αβάσιμοι, διότι η εσωτερική νομοθεσία της έδρας της εταιρείας δεν δύναται να κατασχύση των ειδικών διατάξεων της κοινοτικής οδηγίας και της ελληνικής νομοθεσίας, κατ’ εφαρμογήν των οποίων διεξήχθη ο επίδικος διαγωνισμός. Εξ άλλου, η υποβολή πιστοποιητικού ποινικού μητρώου δεν ηδύνατο να γίνη μεταγενεστέρως κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 28 του π.δ/τος 23/1993 και του αντίστοιχου άρθρου της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, το οποίον, όπως ελέχθη, δεν καλύπτει την περίπτωσιν της παντελούς ελλείψεως νομίμου δικαιολογητικού. Υπό τα δεδομένα αυτά μη νομίμως και δη κατά παράβασιν των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 24 και 28 του π.δ/τος 23/1993, έγινε δεκτή εις τον επίδικον διαγωνισμόν η παρεμβαίνουσα εταιρεία ... Διά τον λόγον δε αυτόν, βασίμως προβαλλόμενον διά της υπό κρίσιν αιτήσεως, η αίτησις αυτή πρέπει να γίνη δεκτή και να ακυρωθή η απόφασις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/2020/2020
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ-ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Για να αποφανθεί επί των προδικαστικών ερωτημάτων που αφορούν στην αντίθεση των άρθρων 4 παρ. 1, 6 παρ. 1 και 4, 7, 8, 13, 14 και 15 του ν. 4387/2016 περί υπαγωγής των δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών στην ασφάλιση του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και υπολογισμού των συνταξιοδοτικών αποδοχών τους, σε υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις(...)Η Ολομέλεια θεωρεί ότι, υπό την επιφύλαξη των αναφερόμενων στη σκέψη 91, η συνταγματικότητα του συνταξιοδοτικού καθεστώτος των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων που καθορίζεται στον ν. 4387/2016 όπως τροποποιήθηκε, πρέπει να κριθεί χωρίς σύγκριση με το καθεστώς ετέρων συνταξιοδοτουμένων. Αν το νέο αυτό καθεστώς, αυτοτελώς εξεταζόμενο, ανταποκρίνεται στις ειδικές απαιτήσεις του Συντάγματος όπως προσδιορίσθηκαν ανωτέρω, ήτοι οικοδομείται επί της ιδέας της θεσμικής εγγύησης, διαρρυθμίζοντας τη σύνταξη των ανωτέρω ως συνέχεια του μισθού τους με τήρηση της εύλογης αναλογίας, με το Δημόσιο συγχρόνως, ανεξαρτήτως των οποιωνδήποτε τεχνικής φύσεως ρυθμίσεων, να παραμένει βαρυνόμενο με την υποχρέωση καταβολής της σύνταξης αυτής, τότε το εν λόγω καθεστώς, ακόμη και αν καταλήγει να παρέχει ομοίου επιπέδου συντάξεις με αυτές άλλων καθεστώτων, δεν εγείρει προβλήματα συνταγματικότητας.(...)το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι με τις ρυθμίσεις του ν. 4670/2020 που αναφέρονται στις σκέψεις αυτές, στις οποίες, ως εκ των επεξηγήσεων που τις συνοδεύουν, πρέπει να αποδοθεί γνησίως ερμηνευτικός χαρακτήρας προσδίδων σε αυτές αναδρομικότητα, ο νομοθέτης επιχείρησε να ευθυγραμμίσει τις ρυθμίσεις του ν. 4387/2016 στις εκ του Συντάγματος ιδιαίτερες απαιτήσεις, ως αυτές αποτυπώνονται ιδίως στη συναφή νομολογία του Δικαστηρίου, αναφορικά με το ιδιαίτερο συνταξιοδοτικό καθεστώς των δημοσίων λειτουργών, υπαλλήλων και στρατιωτικών (σκέψεις 42, 43, 52, 72, 75, 78, 82 της παρούσας). Εν όψει τούτων και υπό την επιφύλαξη όσων εκτίθενται στη συνέχεια, η Ολομέλεια θεωρεί δεδομένο ότι και στην ισχύουσα πλέον νομοθεσία αναγνωρίζεται η ύπαρξη ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος της ανωτέρω κατηγορίας συνταξιούχων, ότι το καθεστώς αυτό εντάσσεται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης για λόγους βιωσιμότητας του συστήματος και λογιστικής διαχείρισης και ότι η σύνταξη που καταβάλλεται στους ανωτέρω είναι συνέχεια του μισθού τους και όχι αναπλήρωση των αποδοχών ενεργείας.(...)Με βάση τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η Ολομέλεια, έχοντας ανωτέρω εκθέσει το σύνολο των κανόνων που διέπουν τα επίδικα ζητήματα, κρίνει, ότι δεν πρέπει αυτή να δώσει τη συγκεκριμένη λύση στην έφεση που παραπέμφθηκε ενώπιόν της, αλλά πρέπει να αναπεμφθεί η υπόθεση στο Τμήμα προκειμένου αυτό προς οριστική εκδίκαση της εφέσεως, αφού διαπιστώσει, πρώτον, το ύψος των αποδοχών ενέργειας της εκκαλούσας κατά τον χρόνο της συνταξιοδότησής της, δεύτερον, τη σύνταξη που κανονίσθηκε σε αυτήν, και, τρίτον, το εύρος της απόστασης μεταξύ μισθού ενέργειας και σύνταξης ως αριθμητικό ποσοστό, να κρίνει στη συνέχεια, σεβόμενο την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών, ήτοι ασκώντας οριακό έλεγχο, αν καταδήλως, εν όψει του συνόλου των αντικειμενικών δεδομένων που επιτρέπεται να σταθμισθούν σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά, η αναλογία μισθού ενέργειας και σύνταξης δεν κρίνεται εύλογη.(...)Το Δικαστήριο αποφαίνεται: (i) Επί του ερωτήματος αν η ίδρυση Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και η ανάληψη από αυτόν σύμφωνα με τον ν. 4387/2016, όπως τροποποιήθηκε, της υποχρέωσης καταβολής των συντάξεων στους δημοσίους λειτουργούς και υπαλλήλους παραβιάζει το Σύνταγμα, η κρίση του Δικαστηρίου είναι, για τους λόγους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 138 έως 141 της παρούσας, ότι δεν υφίσταται ζήτημα αντισυνταγματικότητας των σχετικών ρυθμίσεων. (ii) Επί του ερωτήματος αν με τον τρόπο χρηματοδότησης, ορισμού και υπολογισμού των συντάξεων των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, όπως ορίσθηκαν στον ν. 4387/2016 όπως τροποποιήθηκε, παραβιάζεται το Σύνταγμα ή υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, η κρίση του Δικαστηρίου είναι ότι, εφόσον η σύνταξη που προκύπτει ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εύλογης αναλογίας όπως προσδιορίσθηκε στις σκέψεις 145 έως 152 της παρούσας, δεν τίθεται ζήτημα αντίθεσης των οικείων νομοθετικών ρυθμίσεων στο Σύνταγμα ή σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες.