Ν.4288/2014
Τύπος: Νόμοι και Διατάγματα
Κύρωση του Πέμπτου Πρωτοκόλλου για τα Εκρηκτικά Κατάλοιπα Πολέμου στη Σύμβαση για απαγόρευση ή περιορισμό χρήσης Ορισμένων Συμβατικών Όπλων που μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικώς επιβλαβή ή ως προκαλούντα αδιακρίτως αποτελέσματα
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
248631/2006
Υπόδειγμα πρωτοκόλλου παραλαβής ή απόρριψης συμβατικών ειδών αμυντικού υλικού σύμφωνα με το ν. 3433/2006 «Προμήθειες Αμυντικού Υλικού των Ενόπλων Δυνάμεων» (ΦΕΚ Α΄ 20).
ΕΑΔΗΣΥ/243/2022
Με την προδικαστική προσφυγή, η προσφεύγουσα αιτείται να ακυρωθεί η με αριθμό πρωτοκόλλου … απόφαση κατακύρωσης της 10.12.2021 της αναθέτουσας αρχής σχετικά με την σύμβαση για την προμήθεια χιλίων διακοσίων (1.200) πυροβόλων όπλων χειρός (πιστολιών) διαμετρήματος 9x19mm για κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών της …, με την οποία γίνεται δεκτή η προσφορά της παρεμβαίνουσας, κατακυρώνονται τα αποτελέσματα στην άνω εταιρεία, της ανατίθεται η σύμβαση και εγκρίνεται η αποστολή πρόσκλησης για την υπογραφή της σύμβασης, καθώς και να απορριφθεί η προσφορά της παρεμβαίνουσας ως απαράδεκτη και να συνεχιστεί η διαγωνιστική διαδικασία με την εναπομείνασα προσφορά της προσφεύγουσας, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς της, είναι αποδεκτή.
Δ1α/Γ.Π.οικ. 27805/2020
Προσωρινή απαγόρευση λειτουργίας και κανόνες λειτουργίας κλάδων λαϊκών αγορών της περ. 9 του άρθρου 2 του ν. 4497/2017 (Α΄ 171), για χρονικό διάστημα από 30.4.2020 έως και 31.5.2020 ή 10.5.2020 κατά περίπτωση, για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας προς περιορισμό της διασποράς του κορωνοϊού COVID-19.
ΣΤΕ/2811/2017
ΑΡΧΕΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ, ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (...) ζητείται η ακύρωση του π.δ. 139/2010 (Α΄ 232/27.12.2010) «Οργανισμός της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου», κατά το μέρος που στις διατάξεις του που αφορούν στον ορισμό προϊσταμένων στις σχετικές οργανικές μονάδες ορίζεται ότι επιλέγονται διαζευκτικά υπάλληλοι διαφορετικής κατηγορίας (ΠΕ ή ΤΕ), χωρίς να ορίζεται ότι η κατηγορία ΠΕ έχει προβάδισμα έναντι της κατηγορίας ΤΕ (...) και ότι επιλέγονται για την κατάληψη θέσεως προϊσταμένου ορισμένων οργανικών μονάδων υπάλληλοι «ΤΕ Μηχανικών όλων των κλάδων», χωρίς να ορίζεται ότι επιλέγονται υπάλληλοι «ΠΕ Μηχανικών όλων των κλάδων»(...)Περαιτέρω κατά την έννοια των συνταγματικών αρχών της ισότητας, της αξιοκρατίας και της κατοχυρούμενης στο άρθρο 103 του Συντάγματος αρχής της ορθολογικής οργανώσεως της Δημόσιας Διοικήσεως (...) καθώς και των προαναφερθεισών διατάξεων και ιδίως του άρθρου 97 του κώδικα κατάστασης δημόσιων πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων και υπαλλήλων ν.π.δ.δ. και της προμνησθείσας νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως του ν. 3852/2010, το καθοριζόμενο προβάδισμα των κατηγοριών των υπαλλήλων παύει να ισχύει μόνον στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι οργανικές διατάξεις βάσει του αντικειμένου των συγκεκριμένων οργανικών μονάδων και την ειδικότητα του κλάδου των υπαλλήλων προβλέπουν την τοποθέτηση ως προϊσταμένου οργανικής μονάδας υπαλλήλου που έπεται κατά το προβάδισμα και όχι αδιακρίτως για όλες τις σχετικές οργανικές μονάδες.(...) Επειδή σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, ο προσβαλλόμενος οργανισμός παρανόμως προβλέπει την επιλογή διαζευκτικώς υπαλλήλων διαφορετικής κατηγορίας (ΠΕ ή ΤΕ) ως προϊσταμένων σε όλες τις αναφερθείσες οργανικές μονάδες (Διευθύνσεις και Τμήματα), καταργώντας αδιακρίτως το θεσπιζόμενο προβάδισμα με το άρθρο 97 του κώδικα κατάστασης δημόσιων πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων και υπαλλήλων ν.π.δ.δ. Δέχεται εν μέρει την αίτηση
ΕλΣυνΚλ.Τμ.4/89/2018
Παροχή υπηρεσιών εσωτερικού ελεγκτή:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι πράγματι το πρωτόκολλο παραλαβής των επίμαχων υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου εκ μέρους του φερόμενου ως δικαιούχου, εκδόθηκε από την οικεία επιτροπή παραλαβής του Νοσοκομείου είκοσι επτά (27) ημέρες μετά τη λήξη του μήνα, κατά τον οποίο εκτελέσθηκαν οι εργασίες, κατά παράβαση του σχετικού όρου της σύμβασης. Επιπλέον, το εν λόγω πρωτόκολλο παραλαβής δεν έχει το προβλεπόμενο στη σύμβαση περιεχόμενο, καθώς δεν αναφέρεται σε αυτό, ποιες συγκεκριμένα είναι οι υπηρεσίες, που προσέφερε ο φερόμενος ως δικαιούχος κατά τον μήνα, στον οποίο αφορά το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, το δε προσκομισθέν από το Νοσοκομείο, με το έγγραφο επανυποβολής, πρωτόκολλο παραλαβής δεν φέρει αριθμό πρωτοκόλλου και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη. Εξάλλου η τροποποίηση του σχετικού όρου της σύμβασης, που έλαβε χώρα μετά την διαφωνία του Αναπληρωτή Επιτρόπου, δεν δύναται να επιφέρει έννομα αποτελέσματα αναδρομικώς, παρά μόνο εφεξής. Δοθέντος, ωστόσο, ότι η μεν πρώτη διαπιστωθείσα πλημμέλεια κρίνεται από το Κλιμάκιο ως μη ουσιώδης, σε ό,τι αφορά δε την παραλαβή των επίμαχων υπηρεσιών του φερόμενου ως δικαιούχου εσωτερικού ελεγκτή, από την διατύπωση του σχετικού πρωτοκόλλου παραλαβής δεν προκύπτει κάποια αμφιβολία ή επιφύλαξη ως προς την νόμιμη και εμπρόθεσμη παροχή, εκ μέρους του, των συμφωνηθεισών υπηρεσιών, όπως αυτές περιγράφονται αναλυτικά στη σύμβαση, το Κλιμάκιο κρίνει ότι θα πρέπει να αναγνωρισθεί η συνδρομή συγγνωστής πλάνης υπέρ των οργάνων του Νοσοκομείου, τα οποία σχημάτισαν την πεπλανημένη, πλην όμως συγγνωστή πεποίθηση ότι το συνταχθέν από αυτά πρωτόκολλο παραλαβής είχε το νόμιμο περιεχόμενο.
ΣΤΕ/2812/2017
ΑΡΧΕΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ, ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (...) ζητείται η ακύρωση του π.δ. 135/2010 (Α΄ 228/27.12.2010) «Οργανισμός της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής», κατά το μέρος που στις διατάξεις του που αφορούν στον ορισμό προϊσταμένων στις σχετικές οργανικές μονάδες ορίζεται ότι επιλέγονται διαζευκτικά υπάλληλοι διαφορετικής κατηγορίας (ΠΕ ή ΤΕ), χωρίς να ορίζεται ότι η κατηγορία ΠΕ έχει προβάδισμα έναντι της κατηγορίας ΤΕ (...) και ότι επιλέγονται για την κατάληψη θέσεως προϊσταμένου ορισμένων οργανικών μονάδων υπάλληλοι «ΤΕ Μηχανικών όλων των κλάδων», χωρίς να ορίζεται ότι επιλέγονται υπάλληλοι «ΠΕ Μηχανικών όλων των κλάδων»(...)Περαιτέρω κατά την έννοια των συνταγματικών αρχών της ισότητας, της αξιοκρατίας και της κατοχυρούμενης στο άρθρο 103 του Συντάγματος αρχής της ορθολογικής οργανώσεως της Δημόσιας Διοικήσεως (...) καθώς και των προαναφερθεισών διατάξεων και ιδίως του άρθρου 97 του κώδικα κατάστασης δημόσιων πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων και υπαλλήλων ν.π.δ.δ. και της προμνησθείσας νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως του ν. 3852/2010, το καθοριζόμενο προβάδισμα των κατηγοριών των υπαλλήλων παύει να ισχύει μόνον στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι οργανικές διατάξεις βάσει του αντικειμένου των συγκεκριμένων οργανικών μονάδων και την ειδικότητα του κλάδου των υπαλλήλων προβλέπουν την τοποθέτηση ως προϊσταμένου οργανικής μονάδας υπαλλήλου που έπεται κατά το προβάδισμα και όχι αδιακρίτως για όλες τις σχετικές οργανικές μονάδες.(...)Δέχεται την κρινόμενη αίτηση
ΣΤΕ/3283/2012
Οδική ασφάλεια-εναρμόνιση της νομοθεσίας με κοινοτικές οδηγίες:Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 28366/2098/1.3.2006 απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β’ 441/11.4.2006) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.(....)Η επέμβαση, όμως, αυτή δεν συνιστά «στέρηση ιδιοκτησίας», κατά την παρ. 1 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., διότι, όπως ήδη έχει εκτεθεί, με την προσβαλλόμενη απόφαση παρέχεται η δυνατότητα στους ιδιοκτήτες μεταχειρισμένων οχημάτων, που δεν είναι εφοδιασμένα με το ανωτέρω σύστημα, να το εγκαταστήσουν σε αυτά, με συνέπεια να δύνανται, μετά την εγκατάσταση αυτή, να μεταβιβάζουν και να κυκλοφορούν ελευθέρως τα οχήματά τους. Προς το σκοπό δε αυτόν παρεσχέθη στους ιδιοκτήτες τέτοιων οχημάτων ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα για να προβούν στην εγκατάσταση του συστήματος (από την δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως έως την έναρξη της απαγορεύσεως). Το χρονικό δε αυτό διάστημα είναι, κατά κοινή πείρα, επαρκές για τον σκοπό αυτό ακόμη και αν θεωρηθεί ότι, για να εγκατασταθεί το ανωτέρω σύστημα στα μεταχειρισμένα οχήματα, έπρεπε να εκδοθούν οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 4 της προσβαλλομένης αποφάσεως οδηγίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών(....)Με τα δεδομένα αυτά οι επίμαχες απαγορεύσεις συνιστούν «ρύθμιση της χρήσεως αγαθών», η οποία, εξεταζόμενη υπό το πρίσμα της παρ. 2 του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., δεν αντίκειται στη διάταξη αυτή, εφ’ όσον προβλέπεται από την προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη, δικαιολογείται από τον εκτεθέντα ανωτέρω στην όγδοη σκέψη λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όπως έχει ήδη εκτεθεί. Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Εξ άλλου, με τα ανωτέρω δεδομένα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και ο λόγος περί παραβάσεως του συνταγματικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας των μελών των αιτούντων σωματείων, δεδομένου ότι τα επιβαλλόμενα μέτρα συνιστούν περιορισμό και όχι στέρηση του δικαιώματος αυτού, που δικαιολογείται από λόγο δημοσίου συμφέροντος και δεν αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας.Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
ΕλΣυν/Τμ.VII/344/2009
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων (1418/1984) προκύπτουν τα ακόλουθα: α) Ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο ο Α.Π.Ε. συντάσσεται και εγκρίνεται πριν από τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας περαίωσης του έργου ή της νόμιμης παράτασης αυτής ισχύει στην περίπτωση κατά την οποία ο εν λόγω Α.Π.Ε. περιλαμβάνει πρόσθετες εργασίες, οι οποίες πρέπει να ολοκληρώνονται εντός των ανωτέρω προθεσμιών. Στην περίπτωση, όμως, κατά την οποία η σύνταξη Α.Π.Ε. σκοπό έχει τη διάθεση των απρόβλεπτων δαπανών (απρόβλεπτα) μιας εργολαβικής σύμβασης και μάλιστα για την κάλυψη αυξημένης δαπάνης αναθεώρησης, νομίμως η σύνταξη του εν λόγω Α.Π.Ε. λαμβάνει χώρα σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο της εκπνοής της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή της νόμιμα χορηγηθείσας παράτασης αυτής, εφόσον η ανωτέρω δαπάνη δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί πριν από τις προθεσμίες αυτές. β) Η αναθεώρηση – αύξηση ή μείωση – των συμβατικών τιμών κάθε σύμβασης δημοσίου έργου υπολογίζεται, για κάθε αναθεωρητική περίοδο, με βάση τον τύπο της παρ. 5 του άρθρου 10 του ν. 1418/1984, του οποίου ο συντελεστής «σ» προσδιορίζεται με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.. Η αναθεώρηση υπολογίζεται καταρχήν προσωρινά, με βάση τους συντελεστές της προηγούμενης αναθεωρητικής περιόδου και στη συνέχεια, μετά την κοινοποίηση των νέων συντελεστών, υπολογίζεται οριστικά η αναθεώρηση και περιλαμβάνεται στην πρώτη πιστοποίηση που ακολουθεί την κοινοποίηση αυτή. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι, εφόσον το τελικό ποσό της αναθεώρησης συναρτάται, όπως προεκτέθηκε, με προσδιοριζόμενο με απόφαση του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. συντελεστή, δηλαδή με κανόνα που καθιερώνεται ως υποχρεωτικός μετά την ανάθεση δημοσίου έργου, νομίμως το τυχόν αυξημένο ποσό αναθεώρησης καλύπτεται από το κονδύλι των απρόβλεπτων που περιλαμβάνεται στη σύμβαση, καθόσον μάλιστα η απαγόρευση της μεταφοράς των κονδυλίων της σύμβασης αφορά, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, μόνο στην αναθεώρηση και τον Φ.Π.Α.. γ) Είναι νόμιμη η σύνταξη Α.Π.Ε. που παρουσιάζει αύξηση σε σχέση με τη συνολική συμβατική δαπάνη σε ποσοστό έως και 20% αυτής.
ΕλΣυν.Τμ.Μείζονος-Επταμ.Σύνθ/864/2018
Προμήθεια με χρηματοδοτική μίσθωση:ζητείται η αναθεώρηση της 337/2018 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, απορριπτικής αιτήσεων των ήδη αιτούντων για την ανάκληση της 243/2017 πράξης του Στ΄ Κλιμακίου.:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν σε προηγούμενες σκέψεις, εσφαλμένως το Τμήμα δέχθηκε, με την ήδη προσβαλλόμενη απόφαση, ότι με τις διατάξεις του ν. 1665/1986 θεσπίζεται περιοριστικά το νομικό καθεστώς των εκμισθωτών στις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης. Τούτο διότι, κατά τα προεκτεθέντα, με τις διατάξεις του εν λόγω νόμου θεσπίζονται οι όροι ιδρύσεως, λειτουργίας και εποπτείας των εταιρειών ειδικού σκοπού με αποκλειστικό αντικείμενο τη σύναψη συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, χωρίς βεβαίως να εισάγεται οποιαδήποτε απαγόρευση σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα να συνάπτουν τέτοιας μορφής συμβάσεις, η οποία (απαγόρευση) σε κάθε περίπτωση θα ήταν αντίθετη σε υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις. Πέραν των ανωτέρω, οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, που συνάπτονται από δημόσια νομικά πρόσωπα, ρυθμίζονται αποκλειστικά από τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3775/2009, με τις οποίες, κατά τα λοιπά, γίνεται παραπομπή στις περί δημοσίων συμβάσεων διατάξεις. Υπό την τυχόν αντίθετη εκδοχή, έστω και καθ’ υπέρβαση των υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεων, ο νομοθέτης δεν θα αγνοούσε, ως προς την κατάρτιση τέτοιας μορφής συμβάσεων από δημόσια νομικά πρόσωπα, τις διατάξεις του βασικού νόμου για τη χρηματοδοτική μίσθωση, ήτοι το ν. 1665/1986, στον οποίο κατά τα λοιπά θα παρέπεμπε. Τέλος, ως προς την καταλληλότητα, την χρηματοοικονομική επάρκεια και την τεχνική ικανότητα των συμμετεχόντων σε δημόσιους διαγωνισμούς οικονομικών φορέων προνοούν οι διατάξεις των άρθρων 73 επ. του ν. 4412/2016 περί δημοσίων συμβάσεων και συναφώς η εκδοθείσα σχετικώς οικεία διακήρυξη, με αποτέλεσμα ο αποκλεισμός φορέα με μοναδικό λόγο ότι δεν εντάσσεται στους φορείς του άρθρου 2 του ν. 1665/1986, να συνιστά υπέρμετρο περιορισμό της οικονομικής ελευθερίας και θέσπιση αδικαιολόγητων διακρίσεων.
Αναθεωρεί την 337/2018 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ανακαλεί τη 244/2017 πράξη του Στ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΣΤΕ ΟΛΟΜ/2307/2014
Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ είναι αντίθετες στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, διότι, κατά τους αιτούντες, «τα δικαιώματα που συνδέονται με τη σχέση εξαρτημένης εργασίας (προσδιορισμός μισθού, ρύθμιση όρων εργασία με συλλογικές συμβάσεις ...)» θίγονται με την πράξη αυτή «στο βαθμό που αυτές [οι ρυθμίσεις] ισοδυναμούν με απαλλοτρίωση δικαιωμάτων που απορρέουν από τη σχέση εργασίας». Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος. Τούτο, διότι ναι μεν, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 668/2012 Ολομ), η αξίωση για καταβολή προβλεπόμενων από την νομοθεσία του συμβαλλόμενου κράτους αποδοχών αποτελεί περιουσία, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, εφ’ όσον συντρέχουν οι προβλεπόμενες για την καταβολή τους προϋποθέσεις, όμως με το τελευταίο αυτό άρθρο δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε μισθό ορισμένου ύψους. Δεν αποκλείεται, επομένως, κατ’ αρχήν, η διαφοροποίηση του ύψους του μισθού ανάλογα με τις επικρατούσες εκάστοτε συνθήκες. Κάθε δε επέμβαση σε περιουσιακής φύσεως αγαθό, υπό την ανωτέρω έννοια, πρέπει να προβλέπεται από νομοθετικές ή άλλου είδους κανονιστικές διατάξεις και να δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος, στους οποίους περιλαμβάνονται, κατ’ αρχήν, και λόγοι συναπτόμενοι προς την αντιμετώπιση ενός ιδιαιτέρως σοβαρού, κατά την εκτίμηση του εθνικού νομοθέτη, δημοσιονομικού προβλήματος. Η εκτίμηση δε του νομοθέτη ως προς την ύπαρξη λόγου δημοσίου συμφέροντος επιβάλλοντος τον περιορισμό περιουσιακού δικαιώματος και ως προς την επιλογή της ακολουθητέας πολιτικής για την εξυπηρέτηση του δημοσίου αυτού συμφέροντος υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο. Περαιτέρω, η επέμβαση στα περιουσιακά δικαιώματα πρέπει να είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού γενικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογη σε σχέση με αυτόν ... Συνεπώς, εν προκειμένω, εφ’ όσον, όπως κρίθηκε ανωτέρω στην σκέψη 23, οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012, θεωρούμενες στο σύνολό τους, δεν θίγουν τον πυρήνα των συνταγματικών δικαιωμάτων, που απορρέουν ιδίως από τα άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος, ούτε παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, οι ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζουν ούτε το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και, άρα, είναι απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως.. Επειδή, σύμφωνα με τις προηγούμενες σκέψεις, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές, κατά το μέρος που πλήττουν τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1, 2 και 4 της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012 και να απορριφθούν κατά τα λοιπά. Αντιστοίχως, πρέπει η παρέμβαση του ... να απορριφθεί, κατά το μέρος που αφορά τις διατάξεις αυτές της προσβαλλόμενης ΠΥΣ, και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά.