Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Υπόθεση T-81/2009

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 13ης Ιουλίου 2011.
Ελληνική Δημοκρατία κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
ΕΤΠΑ - Μείωση της χρηματοδοτικής συνδρομής - Επιχειρησιακό πρόγραμμα στο πλαίσιο του στόχου 1 (1994-1999), "Προσβάσεις και οδικοί άξονες" στην Ελλάδα - Ανάθεση εκ μέρους της Επιτροπής βοηθητικών καθηκόντων σε τρίτους - Επαγγελματικό απόρρητο - Συντελεστής δημοσιονομικής διορθώσεως - Διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής - Δικαστικός έλεγχος.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Υπόθεση C-500/1999 P.

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Ιανουαρίου 2002. 
Conserve Italia Soc. Coop. arl κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. 
Αίτηση αναιρέσεως - Γεωργία - Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων - Κατάργηση χρηματοδοτικής συνδρομής - Κανονισμός (ΕΟΚ) 355/77 - Κανονισμός (ΕΟΚ) 4253/88 - Αρχή της αναλογικότητας. 


Υπόθεση Τ-570/13

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 28ης Ιανουαρίου 2016.
Agriconsulting Europe SA κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Διαδικασία διαγωνισμού — Υλικοτεχνική υποστήριξη για τη δημιουργία και διαχείριση μηχανισμού δικτύου με σκοπό την υλοποίηση της ευρωπαϊκής συμπράξεως καινοτομίας για τη “γεωργική παραγωγικότητα και βιωσιμότητα” — Απόρριψη προσφοράς διαγωνιζομένου — Ανάθεση της συμβάσεως σε άλλο διαγωνιζόμενο — Ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά — Εξωσυμβατική ευθύνη.
Υπόθεση T-570/13.


Yπόθεση C-486/2015

Υπόθεση C-486/15 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, Orange, Ομοσπονδιακής Δημοκρατία της Γερμανίας (Αίτηση αναιρέσεως — Κρατικές ενισχύσεις — Οικονομικά μέτρα υπέρ της France Télécom — Πρόταση προκαταβολής μετόχου — Δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων του Γαλλικού Δημοσίου — Απόφαση με την οποία η ενίσχυση χαρακτηρίζεται ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά — Έννοια του όρου «ενίσχυση» — Έννοια του όρου «οικονομικό πλεονέκτημα» — Κριτήριο του συνετού ιδιώτη επενδυτή — Υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει το Γενικό Δικαστήριο — Όρια του δικαστικού ελέγχου — Παραμόρφωση του περιεχομένου της αποφάσεως της Επιτροπής)


ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1008/2024

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου και αποτελεί γενική αρχή και του δικαίου της ΕΕ, οι πράξεις των διοικητικών οργάνων που εκδίδονται κατά διακριτική ευχέρεια δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν καταδήλως τα όρια του ενδεδειγμένου και αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει η οικεία ρύθμιση, οι προκύπτουσες δε εξ αυτών δυσμενείς συνέπειες δεν πρέπει να τελούν σε προφανή δυσαναλογία με τη βαρύτητα των διαπραχθεισών παραβάσεων ή/και παρατυπιών. Η αρχή μάλιστα αυτή αποτυπώνεται ειδικότερα στους κανόνες που διέπουν τις παρεμβάσεις που πραγματοποιούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ, βάσει των οποίων τα όργανα ελέγχου των οικείων έργων που χρηματοδοτούνται με κονδύλια της ΕΕ, όταν διαπιστώνουν παραβιάσεις ή/και παρατυπίες των όρων των οικείων έργων δεν υποχρεούνται να ζητήσουν την επιστροφή της οικείας ενίσχυσης και μάλιστα στο σύνολο της αλλά διαθέτουν περιθώριο εκτίμησης και επιλογής, ανάλογα με τη φύση και βαρύτητα των παραβάσεων ή/και παρατυπιών, καθώς και την έκταση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις τους (άρθρο 39 παρ. 3 του κανονισμού 1260/1999, άρθρο 4 παρ. 2 του κανονισμού 448/2001, Έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 29.11.2007 COCOF 07/0037/03). Σε περίπτωση δε που η δημοσιονομική διόρθωση είναι καταφανώς δυσανάλογη, σύμφωνα με τα ανωτέρω κριτήρια, είναι δυνατή η εν όλω ή εν μέρει ακύρωσή της από το Δικαστήριο που κρίνει τη σχετική διαφορά (ΕλΣυν 1009/2022 σκ. 34, πρβλ. ΔΕΕ απόφ. της 25ης Μαρτίου 2010, C-414/08 P, Sviluppo Italia Basilicata SpA κατά Επιτροπής, σκ. 129 επ., της 5ης Ιουνίου 2008, C-534/06, Industria Lavoratione Carni Ovine Srl σκ. 25, όπου και παρατιθέμενη νομολογία, της 19ης Ιανουαρίου 2006, C-240/03 P, Comunita Montana della Valnerina κατά Επιτροπής, της 24ης Ιανουαρίου 2002, C-500/99 P, Conserve Italia κατά Επιτροπής, σκ. 100, σκ. 140, ΠΕΕ της 12ης Δεκεμβρίου 2007, Τ-308/05 Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, σκ. 153). Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον η επιστροφή του συνόλου της χρηματοδότησης δεν στηρίχθηκε σε τυπικές παραλείψεις, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει η αναιρεσείουσα, αλλά στην συνεκτίμηση της παράβασης επιμέρους αυτοτελών υποχρεώσεων σε συνδυασμό με τα ελεγκτικά ευρήματα, που οδήγησαν στη διαπίστωση ότι το τουριστικό κατάλυμα ουδέποτε τέθηκε σε λειτουργία, ούτε ήταν σε ετοιμότητα λειτουργίας σύμφωνα με το επενδυτικό σχέδιο. Η παράβαση δε αυτή, η οποία ματαιώνει τους σκοπούς του νομοθέτη της Ένωσης, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις σκέψεις 12 και 13, δικαιολογεί την επιβολή του μέτρου της επιστροφής του συνόλου της χρηματοδότησης, ως πρόσφορο και κατάλληλο για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης των καταβληθέντων πόρων της Ένωσης, το οποίο δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο, εν όψει της σοβαρότητας της παρατυπίας της μη λειτουργίας της ενισχυόμενης επιχείρησης καθ’ όλο το χρονικό διάστημα των μακροχρόνιων υποχρεώσεών της. Τέλος, ισχυρισμοί αφορώντες τις καλές προθέσεις της ιδίας τυγχάνουν απορριπτέοι ως αλυσιτελείς, καθόσον, ανεξαρτήτως του ότι εκτιμήθηκαν ως ουσία αβάσιμοι κατά την ανέλεγκτη κρίση του Τμήματος, πάντως δεν αίρουν την νομιμότητα του επιβληθέντος με αντικειμενικά κριτήρια μέτρου της δημοσιονομικής διόρθωσης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και μη προβαλλομένου άλλου λόγου η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.