ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/590/2019
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΕΡΓΟ:...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η έννοια του εκπροσώπου της ένωσης οικονομικών φορέων που υποβάλλει την προσφορά, - ο οποίος δύναται να είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που έχει νομίμως εξουσιοδοτηθεί προς τούτο από τα μέλη της ένωσης -, είναι όλως διάφορη και διακριτή από την έννοια του εκπροσώπου/συντονιστή της ένωσης, ο οποίος είναι μέλος της ένωσης και, επομένως, δεν επιτρέπεται ούτε η δήλωση περισσότερων φορέων ως επικεφαλής, ούτε η απόδοση της ιδιότητας αυτής σε φυσικό πρόσωπο που δεν συμμετέχει αυτοτελώς στην ένωση, όπως οι εκπρόσωποι των συμμετεχουσών επιχειρήσεων. Μειοψήφησαν η Πρόεδρος Ανδρονίκη Θεοτοκάτου και ο Σύμβουλος Στυλιανός Λεντιδάκης, οι οποίοι υποστήριξαν την ακόλουθη άποψη: Η έννοια του «εκπροσώπου» της ένωσης συνδέεται κατά κανόνα με τον ορισμό φυσικού προσώπου στο οποίο ανατίθεται, για τις ανάγκες της συμμετοχής στο διαγωνισμό, εξουσία αντιπροσώπευσης της ένωσης οικονομικών φορέων, δηλαδή, εξουσία να δηλώνει τη βούληση της ένωσης, να ενεργεί στο όνομά της και να τη δεσμεύει. Στο μέτρο δε που δεν απαγορεύεται ρητώς, οι συμμετέχοντες δύνανται να ορίσουν περισσότερους εκπροσώπους, ενεργούντες χωριστά ή από κοινού, για τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό. Επιπλέον, στον νόμο προβλέπεται ρητώς ότι η προσφορά της ένωσης δεν είναι υποχρεωτικό να υπογράφεται από κοινό εκπρόσωπο όλων των μελών της, αλλά δύναται να υπογράφεται ξεχωριστά από τους εκπροσώπους των οικονομικών φορέων που μετέχουν σε αυτή, ομοίως δε και το Ε.Ε.Ε.Σ. υποβάλλεται και υπογράφεται, κατά νόμο, χωριστά από τους μετέχοντες στην ένωση φορείς. Ενόψει των ρυθμίσεων αυτών, ο ορισμός από τις ενώσεις «εκπροσώπου/συντονιστή», του οποίου η έννοια και τα καθήκοντα άλλωστε δεν προσδιορίζονται στον νόμο, δεν φαίνεται να έχει συγκεκριμένη λειτουργική χρησιμότητα και, επομένως, δεν δύναται να είναι υποχρεωτικός. Σε κάθε περίπτωση, η διαζευκτική παράθεση των δύο όρων (εκπροσώπου/συντονιστή) καταδεικνύει ότι δεν είναι αναγκαίος ο ταυτόχρονος ορισμός και «εκπροσώπου» και «συντονιστή», αλλά ότι οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται αδιακρίτως για να προσδιορίσουν το πρόσωπο που δύνανται να εξουσιοδοτήσουν οι φορείς για την κοινή εκπροσώπησή τους. Εξάλλου, η έννοια του «επικεφαλής εταίρου» που ορίζεται στο Ε.Ε.Ε.Σ. αναφέρεται στον «ρόλο του οικονομικού φορέα στον όμιλο» και, κατά τούτο, συνδέεται με την απαίτηση του άρθρου 96 παρ. 7 του ν. 4412/2016 να προσδιορίζεται από τη διαγωνιζόμενη ένωση οικονομικών φορέων η έκταση και το είδος της συμμετοχής του κάθε μέλους και όχι με την εκπροσώπηση αυτών. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη αφενός την ορολογική ασάφεια των κρίσιμων διατάξεων, αφετέρου την έλλειψη συγκεκριμένης διάταξης από την οποία να προκύπτει σαφώς υποχρέωση των υποψηφίων ενώσεων οικονομικών φορέων να ορίσουν, για την παραδεκτή συμμετοχή τους στον διαγωνισμό, «εκπρόσωπο/συντονιστή», η διάταξη του άρθρου 96 παρ. 7 του ν. 4412/2016: «Στην προσφορά απαραιτήτως πρέπει να προσδιορίζεται (…) ο εκπρόσωπος/συντονιστής αυτής» έχει την έννοια της υποχρέωσης δήλωσης, διά του Ε.Ε.Ε.Σ., των προσώπων που εκπροσωπούν τους φορείς της ένωσης στον διαγωνισμό ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του κοινού εκπροσώπου που έχει εξουσιοδοτηθεί από αυτούς. Πλην, η γνώμη αυτή δεν ίσχυσε. Αναπέμπει την υπόθεση στο VI Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.6/826/2019
Δημόσια έργα..επιδιώκεται η ανάκληση της 647/2018 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά με την – δεσμευτική για το Τμήμα τούτο – απόφαση του Τμήματος Επταμελούς Μείζονος Σύνθεσης 590/2019, οι ανωτέρω κρίσεις του Κλιμακίου είναι εσφαλμένες. Και τούτο, διότι νομίμως η αναθέτουσα αρχή απέρριψε την προσφορά της πρώτης κατά σειρά μειοδοσίας Κοινοπραξίας ..., αφού τα Ε.Ε.Ε.Σ. που υπέβαλαν οι μετέχουσες σε αυτήν επιχειρήσεις για τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό δεν περιελάμβαναν όλες τις ζητούμενες, επί ποινή απόρριψης της προσφοράς, πληροφορίες και ειδικότερα, δεν προσδιόριζαν το μέλος της κοινοπραξίας που θα αναλάμβανε καθήκοντα «εκπροσώπου/συντονιστή (επικεφαλής)» έναντι της αναθέτουσας αρχής. Εξάλλου, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην ίδια απόφαση, οι σχετικές διατάξεις του νόμου και της διακήρυξης δεν πάσχουν ασάφειας, απορριπτομένου κατά τούτο ως αβάσιμου και του επικουρικού ισχυρισμού των παρεμβαινουσών, κατά τον οποίο η απόρριψη της προσφοράς τους αντίκειται στις αρχές του δίκαιου ανταγωνισμού, ως ερειδόμενη σε ασαφείς όρους της διακήρυξης.
Ανακαλεί την 647/2018 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1275/2021
ΜΕΛΕΤΕΣ:ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 24/2021 Πράξης του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην 1η Υπηρεσία Επιτρόπου Περιφερειακής Ενότητας Λαρίσης, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Περιφέρειας Θεσσαλίας και της προσφεύγουσας ένωσης οικονομικών φορέων, με αντικείμενο την εκπόνηση μελέτης με τίτλο «Μελέτη Ανατολικής Παράκαμψης Λάρισας: Τμήμα από Ι/Κ Π.Ε.Ο. Βόλου έως Ι/Κ Αγιάς», συνολικής εκτιμώμενης αξίας 799.943,63 ευρώ (με Φ.Π.Α.).(...)Επομένως, οι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας ότι δεν αρκούσε ο ορισμός του … ως κοινού εκπροσώπου της ένωσης, χωρίς την ταυτόχρονη, ρητή παροχή εξουσιοδότησης προς υπογραφή της προσφοράς της ένωσης, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν. Αντίθετα, η αναθέτουσα αρχή ήταν υποχρεωμένη να αποδεχθεί την οικονομική προσφορά της παρεμβαίνουσας ένωσης, η οποία υπογραφόταν νομίμως από τον ορισθέντα κοινό εκπρόσωπο αυτής, χωρίς, ενόψει όσων προαναφέρθηκαν, να καταλείπεται ασάφεια που να χρήζει διευκρίνισης. Τέλος, το γεγονός ότι η παρεμβαίνουσα ένωση οικονομικών φορέων δεν αμφισβήτησε, μέσω της άσκησης προδικαστικής προσφυγής, την απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας Θεσσαλίας, με την οποία αποκλείστηκε από τον διαγωνισμό, προβάλλεται αλυσιτελώς, καθώς ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι έλεγχος αντικειμενικής νομιμότητας της εκάστοτε υποβαλλόμενης προς έλεγχο διαγωνιστικής διαδικασίας και του οικείου σχεδίου σύμβασης και, για τον λόγο αυτόν, είναι πλήρης, αυτεπάγγελτος, καθολικός και ανεξάρτητος των προβλεπόμενων διοικητικών προσφυγών και ενδίκων βοηθημάτων, περιοριζόμενος μόνον από την ύπαρξη δεδικασμένου στις περιπτώσεις που τα αρμόδια δικαστήρια αποφάνθηκαν επί ζητημάτων που έθεσαν ενώπιόν τους οι συμμετέχοντες στον διαγωνισμό, αιτούμενοι δικαστικής προστασίας.Απορρίπτει την προσφυγή ανάκλησης.
ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1827/2021.
ΕΣ/ΤΜ.6/1/2019
ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΕΡΓΟΥ..επιδιώκεται η ανάκληση της 647/2018 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη αφενός την ορολογική ασάφεια των κρίσιμων διατάξεων, οι οποίες (σε αντίθεση με το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς), έχουν αποσυνδεθεί από τις διατάξεις του υπόλοιπου νόμου, αφετέρου την έλλειψη συγκεκριμένης διάταξης – αντίστοιχης του προϊσχύσαντος άρθρου 20 παρ. 2 του ν. 3316/2005 – από την οποία να προκύπτει σαφώς υποχρέωση των υποψηφίων ενώσεων οικονομικών φορέων να ορίσουν, για την παραδεκτή συμμετοχή τους στο διαγωνισμό, «εκπρόσωπο/συντονιστή», η αναφορά στο νόμο ότι «Στην προσφορά απαραιτήτως πρέπει να προσδιορίζεται … ο εκπρόσωπος/συντονιστής αυτής» έχει την έννοια της υποχρέωσης δήλωσης, διά του Ε.Ε.Ε.Σ. των προσώπων που εκπροσωπούν τους φορείς της ένωσης στο διαγωνισμό ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του κοινού εκπροσώπου που έχει εξουσιοδοτηθεί από αυτούς.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ενόψει την αμφιβολίας που ανέκυψε για την ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 96 παρ. 7 του ν. 4412/2016, πρέπει κατά την ομόφωνη κρίση του Τμήματος να παραπεμφθεί το ζήτημα στο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου Μείζονος –Επταμελούς Σύνθεσης, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 37 παρ. 9 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο.Αναβάλλει την οριστική του κρίση επί της από 6.11.2018 αίτησης των μελών της ένωσης οικονομικών φορέων «...», για την ανάκληση της 647/2018 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΕΠΠ/9/2021
Εκτέλεση έργου....Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 741 ΑΚ. 18, 20 ΕμπΝ και 2 του δ/τος της 2/14.5.1835 "περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων" συνάγεται ότι η κοινοπραξία, που με ιδιαίτερη επωνυμία, ή με τα ονόματα όλων των μελών της αναλαμβάνει την εκτέλεση έργου, το οποίο συνιστά αντικειμενικά εμπορική πράξη, εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο, έχει το χαρακτήρα ομόρρυθμης εμπορικής εταιρίας. Εάν όμως δεν υποβλήθηκε στις διατυπώσεις δημοσιότητας που προβλέπουν τα άρθρα 42-45 του ΕμπΝ για τις ομόρρυθμες εταιρίες, λειτουργεί ως ομόρρυθμη εμπορική εταιρία "εν τοις πράγμασι" (ΟλΑΠ 22/1998 ΕλλΔνη 1998.532, ΑΠ 36/2011 ΕλλΔνη 2011.1389, ΑΠ 654/2010 Αρμ 2011.1177, ΑΠ 362/2009 ΕΕμπΔ 2010.63, ΕφΘεσ 1704/2011 ΕπισκΕμπΔ 2012.457, ΕφΠατρ 88/2008 Αχα Νομ 2009.571) με όλες τις συνέπειες που απορρέουν από το γεγονός αυτό, δηλαδή εφαρμόζεται το δίκαιο της ομόρρυθμης εταιρίας σε όλη του την έκταση, ως προς τη διαχείριση της εταιρίας, την ευθύνη των εταίρων, τη λύση και τις συνέπειες αυτής (ΑΠ 36/2011 ΕλλΔνη Αριθμός απόφασης: 9/2021 38 2011.1389, ΑΠ 654/2010 Αρμ 2011.1177, ΑΠ 362/2009 ΕΕμπΔ 2010.63, ΕφΔωδ 125/2012 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1704/2011 ΕπισκΕμπΔ 2012.457). Επομένως, από την ερμηνεία της ρητής αναφοράς σε κοινοπραξία και την παράλειψη λοιπών αναφορών στα επιμέρους μέρη, που θα μπορούσαν να συντείνουν στην ερμηνεία της κάλυψης των υποχρεώσεων ενός εκάστου αυτών, προκύπτει ότι η εν θέματι πλημμέλεια της εγγυητικής επιστολής είναι ουσιώδης, μη δυνάμενη να διορθωθεί με διευκρίνιση κατ’ άρθρο 102 του Ν 4412/2016, καθώς κάτι τέτοιο θα συνιστούσε ανεπίτρεπτη τροποποίηση της προσφοράς με σκοπό να καταστεί αυτή επιγενομένως παραδεκτή (πρβλ. ενδεικτικώς βλ. Δ.Εφ. Χανίων 13/2019 σκ. 14, βλ. Δεφ Χαν 10/2019). Επομένως, ο τρίτος λόγος της προσφυγής κρίνεται βάσιμος.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1827/2021
ΜΕΛΕΤΕΣ:ζητείται η αναθεώρηση της 1275/2021 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή ανάκλησης της ήδη προσφεύγουσας κατά της 24/2021 πράξης του Επιτρόπου της 1ης Υπηρεσίας Επιτρόπου Περιφερειακής Ενότητας Λαρίσης, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Περιφέρειας Θεσσαλίας και της προσφεύγουσας ένωσης οικονομικών φορέων, με αντικείμενο την εκπόνηση μελέτης με τίτλο «Μελέτη Ανατολικής Παράκαμψης Λάρισας: Τμήμα από Ι/Κ Π.Ε.Ο. Βόλου έως Ι/Κ Αγιάς», συνολικής εκτιμώμενης αξίας 799.943,63 ευρώ (με Φ.Π.Α.), ενώ, αντιθέτως, έγινε δεκτή η κατά της προσφυγής ανάκλησης και υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης έγγραφη παρέμβαση της ένωσης οικονομικών φορέων με την επωνυμία «1. … Α.Ε., 2. … Α.Ε., 3. …, 4. …».(...)Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, όπως ορθά κρίθηκε με την προσβαλλομένη, ο ορισμός του …, ήτοι ενός φυσικού προσώπου που δεν αποτελούσε μέλος της προσφέρουσας ένωσης οικονομικών φορέων, ως κοινού εκπροσώπου της, δεν μπορούσε να έχει άλλη έννοια παρά μόνον ότι η ένωση αυτή αξιοποίησε τη δυνατότητα που της παρέχει ο νόμος και η διακήρυξη και χορήγησε εξουσιοδότηση στο συγκεκριμένο πρόσωπο να υπογράψει την κοινή προσφορά της, .... Τυχόν δε απαίτηση να αναφέρεται πανηγυρικά στα ΕΕΕΣ και, συναφώς, στα ως άνω πρακτικά Δ.Σ. και την ανωτέρω υπεύθυνη δήλωση, ότι ο κοινός εκπρόσωπος της ένωσης εξουσιοδοτείται να υπογράψει την κοινή προσφορά, επί ποινή μάλιστα απόρριψης αυτής, παρίσταται, όπως ορθά έκρινε το Τμήμα, νομικά αβάσιμη και σε κάθε περίπτωση, υπό τα κρινόμενα νομικά και πραγματικά δεδομένα, δυσανάλογη.(...)Δεν αναθεωρεί την 1275/2021 απόφαση του Εβδόμου Τμήματος.
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/1211/2020
Ασφαλτοστρώσεις...ζητείται η αναθεώρηση της 126/2020 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η ως άνω πλημμέλεια είναι ουσιώδης, οδηγούσα σε αρνητική κρίση ως προς την υπογραφή της σύμβασης, διότι τόσο σοβαρά ζητήματα στις σχέσεις των υποβαλλόντων προσφορά μελών της ένωσης προσώπων πρέπει να έχουν διευκρινισθεί μεταξύ τους εγκαίρως, ώστε να μη ανακύψουν αργότερα ζητήματα που θα οδηγήσουν σε διάρρηξη του δεσμού τους με ενδεχόμενο την εκ του λόγου αυτού ματαίωση της εκτέλεσης της σύμβασης, τούτο δε ανεξάρτητα από την εκ του νόμου διαρρύθμιση της μεταξύ τους ευθύνης έναντι της αναθέτουσας αρχής.Ο ισχυρισμός των αιτούντων ότι οι επίμαχες διατάξεις δεν εφαρμόζονται στις υπό σύσταση κοινοπραξίες, οι οποίες θα περιβληθούν τη νομική μορφή της κοινοπραξίας σε περίπτωση ανάδειξής τους ως αναδόχων, γιατί τα μέλη τους ευθύνονται εις ολόκληρον ανεξαρτήτως του ποσοστού συμμετοχής τους στην εκτέλεση του έργου, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο διότι κρίσιμος χρόνος, κατά τον οποίο γεννάται η υποχρέωση δήλωσης των ως άνω στοιχείων, είναι ο χρόνος υποβολής των προσφορών, εφόσον δε η «υπό σύσταση κοινοπραξία» αποτελούσε κατά τον χρόνο αυτό ένωση προσώπων, τα μέλη της είχαν υποχρέωση να δηλώσουν τα ως άνω στοιχεία, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή που η ένωση θα περιβαλλόταν μεταγενέστερα.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση αναθεώρησης πρέπει να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο).Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση αναθεώρησης πρέπει να απορριφθεί
ΕΣ/ΤΜ.6/126/2020
Ασφαλτοστρώσεις...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν παραπάνω (σκέψη 2) δεκτά το Τμήμα κρίνει ότι μη νομίμως κρίθηκε παραδεκτή η προσφορά της αιτούσας υπό σύσταση κοινοπραξίας, καθόσον δεν προσδιορίστηκαν τα απαιτούμενα ρητώς και σαφώς, επί ποινή απαραδέκτου, από τις διατάξεις του άρθρου 96 παρ. 7 του ν. 4412/2016 και του ειδικού όρου 3.1 της διακήρυξης, στοιχεία, ήτοι η έκταση και το είδος συμμετοχής εκάστου των μελών της στο έργο, καθώς και η κατανομή της αμοιβής μεταξύ τους, στα κατατεθέντα .... των μελών της ή σε άλλο σημείο της κοινής οικονομικής προσφοράς τους, κατά τα ορθώς κριθέντα υπό του Κλιμακίου, απορριπτομένων όλων των περί του αντιθέτου προβαλλόμενων λόγων ως αβασίμων. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός ότι δεν έγινε προσδιορισμός των ως άνω στοιχείων στο προδιαμορφωμένο έντυπο του ΤΕΥΔ διότι δεν υφίσταται αντίστοιχο πεδίο πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αλυσιτελής λόγω της επάλληλης αιτιολογίας της κρίσης του Κλιμακίου, σύμφωνα με την οποία τα εν λόγω στοιχεία δεν δηλώθηκαν σε κανένα εν γένει σημείο της οικονομικής προσφοράς της αιτούσας. Σε κάθε δε περίπτωση ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει αβάσιμος, καθόσον ο προσδιορισμός των ως άνω απαιτουμένων επί ποινή απαραδέκτου στοιχείων γίνεται είτε στο ... (Μέρος ΙΙ Ενότητα Α πεδίο «Τρόπος συμμετοχής» περ. β. «προσδιορίστε τους άλλους οικονομικούς φορείς που συμμετέχουν από κοινού στη διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης»), είτε με υποβολή ξεχωριστής υπεύθυνης δήλωσης, είτε σε οποιοδήποτε σημείο της οικονομικής προσφοράς της προσφέρουσας ένωσης (βλ. και κατευθυντήρια οδηγία 18 της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων, σελ. 14-15). Ομοίως, ο ισχυρισμός ότι οι διατάξεις του άρθρου 96 παρ. 7 του ν. 4412/2016 και του άρθρου 3 της οικείας διακήρυξης εφαρμόζονται μόνο στις ενώσεις προσώπων και όχι στις κοινοπραξίες, πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, καθόσον η αιτούσα τυγχάνει υπό σύσταση κοινοπραξία και ως εκ τούτου κατά το χρόνο υποβολής της επίμαχης προσφοράς και εισέτι έως τον παρόντα χρόνο δεν υφίσταται συσταθείσα κοινοπραξία αλλά απλώς μη καταχωρισθείσα στο ΓΕΜΗ ένωση οικονομικών φορέων προς το σκοπό της υποβολής απλώς προσφοράς, που θα εξελιχθεί υπό τον όρο ανάληψης της σύμβασης στη συσταθησόμενη κοινοπραξία. Επιπλέον, ο ισχυρισμός που προβάλλεται με την υπό κρίση παρέμβαση ότι σε κάθε περίπτωση ο Δήμος δύναται να ζητήσει τη συμπλήρωση των .... της μειοδότριας ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 102 του ν. 4412/2016 τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον η παράλειψη υποβολής των ως άνω ρητώς απαιτουμένων από τη διακήρυξη επί ποινή αποκλεισμού στοιχείων σε οποιοδήποτε εν γένει έγγραφο της προσφοράς της αιτούσας τυγχάνει ουσιώδης και δεν είναι επιδεκτική 4412/2016. Τέλος, ο προβαλλόμενος από την αναθέτουσα αρχή λόγος περί συγγνωστής πλάνης των οργάνων της πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος (βλ. και Ε.Σ. VI Τμ. 2027/2017, όπου και ειδικότερη γνώμη), καθόσον οι σχετικές διατάξεις είναι σαφείς ως προς το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής τους (βλ. και κατευθυντήρια οδηγία 18 της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ).
ΕΣ/ΤΜ.6/824/2019
ΑΝΑΘΕΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ..ζητείται η ανάκληση της 166/2019 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Όπως ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο, η εταιρεία «...» (μέλος της παρεμβαίνουσας ένωσης) όφειλε να καταθέσει τη σχετική ένορκη βεβαίωση περί μη ισχύος του λόγου αποκλεισμού της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 73 του ν. 4412/2016, που αφορά σε τυχόν επιβληθέντα από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) πρόστιμα, παρά το γεγονός ότι η σχετική πρόβλεψη στη διακήρυξη, περί αναπλήρωσης του πιστοποιητικού του Σ.ΕΠ.Ε. με ένορκη βεβαίωση, δεν είχε τεθεί μετά την πρόβλεψη της απαίτησης να προσκομισθεί αυτό, αλλά στο προηγούμενο εδάφιο του σχετικού όρου της διακήρυξης. Και τούτο διότι η υποχρέωση αυτή προκύπτει ευθέως από τις διατάξεις των άρθρων 73 και 80 του ν. 4412/2016, η δε συνδρομή του σχετικού λόγου αποκλεισμού πρέπει να ελέγχεται υποχρεωτικά από την αναθέτουσα αρχή. Το δε αιτούν όφειλε, εν προκειμένω, να διαπιστώσει την αναφερθείσα ως άνω έλλειψη στα δικαιολογητικά κατακύρωσης της ως άνω εταιρείας και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 103 παρ. 2 του ν. 4412/2016 και 3.2 της διακήρυξης να την καλέσει να τα συμπληρώσει. Τέλος, επισημαίνεται ότι το αιτούν θα μπορούσε οίκοθεν να επαναλάβει τον έλεγχο των δικαιολογητικών κατακύρωσης, ακολουθώντας τη νόμιμη διαδικασία που περιγράφηκε ανωτέρω (υπό σκέψη IV B), αν δεν συνέτρεχε ο έτερος (υπό σκέψη VIIΙ A) λόγος, που κωλύει την υπογραφή της σύμβασης.Κατά τούτο, αλυσιτελώς, πέραν του ότι και αβασίμως, υποστηρίζεται από το αιτούν ότι πρέπει να εφαρμοσθεί στην υπό κρίση υπόθεση αφενός η παρ. 7α του άρθρου 43 του ν. 4605/2019, με την οποία τροποποιήθηκε το άρθρο 80 παρ. 2 του ν. 4412/2016 και πλέον δεν προβλέπεται αντικατάσταση/αναπλήρωση του ως άνω πιστοποιητικού από ένορκη βεβαίωση, και αφετέρου η παρ. 46 του ίδιου ως άνω άρθρου 43, που προβλέπει ότι, μέχρι να καταστεί εφικτή η έκδοση του ως άνω πιστοποιητικού του Σ.ΕΠ.Ε., αυτό αντικαθίσταται από υπεύθυνη δήλωση του οικονομικού φορέα και ότι η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς διαγωνιστικές διαδικασίες, για τις οποίες κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου αυτού (1.4.2019) δεν έχει εκδοθεί πράξη κατακύρωσης. Τούτο διότι η πράξη κατακύρωσης στην ανάδοχο ένωση εκδόθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου (30.1.2019), και δεν μπορεί αυτός, όπως αβασίμως υποστηρίζεται, επιλεκτικώς να εφαρμοσθεί, καθώς μία τέτοια ερμηνεία θα αντέβαινε προδήλως στην αρχή της ασφάλειας δικαίου για τους οικονομικούς φορείς που συμμετέχουν σε διαγωνισμό για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης.Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν και να μην ανακληθεί η 166/2019 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΕΠΠ/737/2021
ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ:...η αναθέτουσα αρχή προκήρυξε ανοικτή διαδικασία κάτω των ορίων για την επιλογή αναδόχου υλοποίησης του υποέργου «Πιλοτικές Δράσεις για την Προώθηση των Ευπαθών Ομάδων και των Νέων στην Απασχόληση στο Δήμο ..., στο πλαίσιο της ΒΑΑ/ΟΧΕ της ...(Διαδημοτικό Κοινωνικό Δίκτυο "...")», με κριτήριο κατακύρωσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει βέλτιστης σχέσης ποιότητας - τιμής.(....)Περαιτέρω, ο ισχυρισμός φέρεται αορίστως και συνεπώς απαραδέκτως διότι αφ΄ ενός μεν η προσφεύγουσα δεν επικαλείται διάταξη του νόμου ή τη διακήρυξης από την οποία να προκύπτει ότι η αναθέτουσα αρχή οφείλει να υπογράφει τα έγγραφά της με προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, άλλως απαλλάσσεται και ο προσφέρων από την υποχρέωση να θέτει ο ίδιος προηγμένη ψηφιακή υπογραφή επί των εγγράφων του, και διότι αφ΄ ετέρου δε η προσφεύγουσα δεν συσχετίζει το επιχείρημα αυτό με ισχυρισμό ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Για τους λόγους αυτούς πρέπει να απορριφθεί η προσφυγή και να γίνει δεκτή η παρέμβαση, διότι ορθά και σύννομα η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε την προσφορά της προσφεύγουσας με την αιτιολογία ότι το επίμαχο ΤΕΥΔ του μέλους της προσφεύγουσας ένωσης δεν φέρει προηγμένη ψηφιακή ηλεκτρονική υπογραφή ως απαιτείται επί ποινή αποκλεισμού της προσφοράς από τον διαγωνισμό.
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/417/2023
Εκσυγχρονισμός του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Αναβάθμιση Ψηφιακών Υπηρεσιών αυτού: Περαιτέρω, όμως, από τον έλεγχο της ανωτέρω διαγωνιστικής διαδικασίας το Κλιμάκιο κρίνει με βάση τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν ότι μη νομίμως απορρίφθηκε η προσφορά της ένωσης εταιρειών «…..». Ειδικότερα, στα υποβληθέντα από τις εν λόγω δύο εταιρείες ΕΕΕΣ περιλαμβάνεται, κατ’ αρχάς, δήλωση περί των ποσοστών συμμετοχής καθεμίας στην ένωση, ήτοι διαλαμβάνεται ότι το ποσοστό της …… είναι 95% και της ….. S.A. είναι 5%. Από τη διατύπωση αυτή, ελλείψει ειδικότερου προσδιορισμού, δεν προκύπτει πράγματι με σαφήνεια εάν τα ως άνω ποσοστά ανταποκρίνονται και στην κατανομή της αμοιβής και των εργασιών του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης μεταξύ των μελών της ένωσης. Και τούτο διότι, όπως δέχεται και η Αναθέτουσα Αρχή, κατανομή αμοιβής και έκταση συμμετοχής είναι δυνατό να μην συμπίπτουν, δεν αποκλείεται όμως, όπως είναι το συνήθως συμβαίνον, να ταυτίζονται. Ωστόσο, υπό το καθεστώς ισχύος της νέας ρύθμισης του άρθρου 102 του ν. 4412/2016, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί στην παράγραφο 3.1.2 της οικείας διακήρυξης, οι αναθέτουσες αρχές ζητούν από τους οικονομικούς φορείς, όταν οι πληροφορίες ή η τεκμηρίωση που πρέπει να υποβάλλονται είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων στο ΕΕΕΣ, να υποβάλουν, συμπληρώνουν, αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τεκμηρίωση, υπό την προϋπόθεση ότι μέσω της παροχής της δυνατότητας αυτής δεν τροποποιείται η προσφορά τους. Κατόπιν των ανωτέρω, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση στο σχετικό πεδίο του ΕΕΕΣ που υπέβαλε καθένα από τα μέλη της προαναφερόμενης ένωσης εταιρειών περιέχεται μια αρχική, έστω και γενική δήλωση σχετικά με το ποσοστό συμμετοχής εκάστου στην ένωση, από την οποία, όπως προαναφέρθηκε, καταλείπεται ασάφεια σχετικά με το εάν το εν λόγω ποσοστό αφορά και στην κατανομή των κρίσιμων μεγεθών (έκταση συμμετοχής σε σχέση με το αντικείμενο της σύμβασης και κατανομής της αμοιβής μεταξύ των μελών της ένωσης), η Αναθέτουσα Αρχή όφειλε, κατά την κρίση του Κλιμακίου, αφού μάλιστα έκρινε ότι κατά το στάδιο της εξέτασης των δικαιολογητικών συμμετοχής δεν μπορεί να αξιολογηθεί άλλο έγγραφο που τυχόν έχει προσκομισθεί, να ζητήσει από την αποκλεισθείσα ένωση να διασαφηνίσει τις ανωτέρω δηλώσεις των μελών της. Η πρόσκληση δε αυτή θα αποσκοπούσε στο να συμπληρωθεί μία τυπική έλλειψη και να λειτουργήσει διευκρινιστικά ως προς τις ήδη παρασχεθείσες πληροφορίες και όχι στην υποκατάσταση ελλείπουσας εξ υπαρχής δήλωσης. Επομένως, δεν θα είχε ως αποτέλεσμα την υποβολή νέας προσφοράς, η οποία, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 7 της παρούσας, τίθεται ως όριο στις προβλέψεις του νόμου, αλλά θα παρείχε τη δυνατότητα στην ως άνω ένωση να συμπληρώσει πληροφορίες που παρίστανται ελλιπείς προς αποφυγή του αποκλεισμού της για αυστηρά τυπικούς λόγους. Εξάλλου, με δεδομένο ότι, εν προκειμένω, στον φάκελο των δικαιολογητικών συμμετοχής συνυποβλήθηκε και το από 15.3.2022 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Σύστασης Ένωσης Προσώπων, του οποίου ο προγενέστερος χαρακτήρας σε σχέση με την καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών είναι αντικειμενικά εξακριβώσιμος, η Αναθέτουσα Αρχή, αφού όφειλε κατά μείζονα λόγο να ζητήσει σχετικές διευκρινίσεις, θα μπορούσε ακόμη και να το λάβει απευθείας υπόψη, προκειμένου να κρίνει, κατόπιν συνεκτίμησής του, εάν καλύπτονται οι διαπιστωθείσες ελλείψεις. Από την επισκόπηση του ανωτέρω ιδιωτικού συμφωνητικού, το περιεχόμενο του οποίου παρατίθεται στη σκέψη 19.2 της παρούσας, προκύπτει ότι σε αυτό αφενός μεν δηλώνονται τα ποσοστά συμμετοχής εκάστου μέλους στην ένωση ως προς το φυσικό και οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης, αφετέρου δε συμπεριλαμβάνεται πίνακας, στον οποίο αποτυπώνονται όλες οι υπηρεσίες (και η προμήθεια) που απαρτίζουν το φυσικό της αντικείμενο, ενώ με τη χρήση σχετικού συμβόλου δηλώνεται ποιο μέλος θα εκτελέσει καθεμία από αυτές. Επιπροσθέτως, στην αμέσως επόμενη παράγραφό του (2.7) συμφωνείται ότι κάθε συμβαλλόμενο μέλος θα είναι υπεύθυνο για την παροχή των υπηρεσιών που το αφορούν με βάση την ανωτέρω κατανομή των ποσοστών και αντικειμένων του Έργου. Το γεγονός δε ότι ο πίνακας της κατανομής των εργασιών μεταξύ των μελών της ένωσης συνοδεύεται από τη φράση «ενδεικτικά και όχι περιοριστικά», δεν καθιστά το περιεχόμενο της δήλωσης ασαφές, καθώς σε αυτόν περιλαμβάνεται το σύνολο των εργασιών που απαρτίζουν το φυσικό αντικείμενο της σύμβασης. Ούτε από το γεγονός ότι η μία από της εταιρείες θα αναλάβει κατά μόνας την Προμήθεια, Εγκατάσταση και Παραμετροποίηση Εξοπλισμού ΤΠΕ (σαρωτές, υπολογιστές κ.λπ.) και έτοιμων πακέτων λογισμικού, ενώ η άλλη θα παρέχει μόνη της τις Συμβουλευτικές – Μελετητικές Υπηρεσίες, δημιουργείται οποιαδήποτε ασάφεια, καθώς προκύπτει ότι οι λοιπές υπηρεσίες θα παρασχεθούν και από τους δύο οικονομικούς φορείς, σε αναλογία με το ποσοστό που έχουν δηλώσει ως συμμετοχή στην ένωση. Συνεπώς, από το όλο περιεχόμενο του εν λόγω ιδιωτικού συμφωνητικού συνάγεται με σαφήνεια τόσο η έκταση συμμετοχής εκάστης των εταιρειών στην ένωση σε σχέση με το φυσικό αντικείμενο της σύμβασης, όσο και η κατανομή της αμοιβής μεταξύ τους (συμμετοχή στο οικονομικό αντικείμενο), ανερχόμενων στα δηλωθέντα ποσοστά (95%-5%), ώστε αυτό (συμφωνητικό) να δύναται να συμπληρώσει και να διευκρινίσει την ασάφεια των περιλαμβανόμενων στα ΕΕΕΣ δηλώσεων είτε λαμβανόμενο απευθείας υπόψη είτε κατόπιν προσκόμισής του ύστερα από σχετική πρόσκληση. ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1291/2023