ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/741/2021
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Δημοσιονομική διόρθωση αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού...Ακολούθως, ως προς την ασφάλιση του έργου, ο εκκαλών προβάλλει ότι δεν προέβη σε κατάρτιση ασφαλιστικής σύμβασης, διότι δεν έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο από τη νομοθεσία προεδρικό διάταγμα, σε κάθε δε περίπτωση, η συγκεκριμένη παρατυπία έχει τυπικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, η επιβολή διόρθωσης ποσοστού 1% βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου, αφού είναι πολλαπλάσια της πραγματικής δαπάνης ασφάλισης του έργου. Προσάγει δε την από 10.2.2016 προσφορά ασφάλισης αστικής ευθύνης της ασφαλιστικής εταιρείας ..., σύμφωνα με την οποία η δαπάνη της ασφάλισης για όλη τη διάρκεια του έργου ανέρχεται σε 4.300 €. Ο ισχυρισμός αυτός, κατά το πρώτο σκέλος του, προβάλλεται αλυσιτελώς, διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 10 της παρούσας, η μη έκδοση του προεδρικού διατάγματος του άρθρου 45 παρ. 4 του ν. 3669/2008 ουδεμία επιρροή ασκεί εν προκειμένω, καθόσον η ευθύνη των μερών, για βλάβες που προκαλούνται στο έργο μέχρι την οριστική του παραλαβή, προσδιορίζεται από τους σχετικούς με την ασφάλιση του έργου όρους που περιέχονται στα συμβατικά τεύχη, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση, από το άρθρο 38 της Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων. Λαμβάνοντας, όμως, υπόψη ότι α) σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα της C(2013)9527 final/19.12.2013 απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε περιπτώσεις παρατυπιών τυπικού μόνο χαρακτήρα χωρίς πραγματική ή πιθανή δημοσιονομική επίπτωση, είναι δυνατό να μην επιβάλλονται διορθώσεις, και β) το επίδικο έργο ολοκληρώθηκε επιτυχώς, χωρίς το ελεγκτικό όργανο να διαπιστώσει, αλλά ούτε από τα στοιχεία του φακέλου να προκύπτει, οιαδήποτε ζημία ή βλάβη κατά την εκτέλεσή του και, ως εκ τούτου, η συγκεκριμένη παρατυπία έχει όλως τυπικό χαρακτήρα (βλ. και την Έκθεση Οριστικών Αποτελεσμάτων Ελέγχου, η οποία χαρακτηρίζει την παρατυπία αυτή «Τυπικό Εύρημα»), χωρίς πραγματική δημοσιονομική επίπτωση, πρέπει, κατ’ εφαρμογήν της αρχής της αναλογικότητας, ο σχετικός λόγος να γίνει δεκτός ως βάσιμος.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Τέλος, εν όψει των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τη δικαστική δαπάνη του εκκαλούντος (άρθρο 314 παρ. 3 του ν.4700/2020).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1326/2023
Δημοσιονομική διόρθωση για την ανάκτηση ποσού 1.458.808,16 ευρώ, και περιορίστηκε το προς ανάκτηση ποσό στο ύψος του 1.048.917,29 ευρώ, απορρίφθηκε δε η έφεσή της κατά τα λοιπά. (Το Δικαστήριο κρίνει, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 14, ότι η παραβίαση από την αναιρεσείουσα του όρου ένταξης της πράξης που προέβλεπε ότι ο τελικός δικαιούχος είχε υποχρέωση να εκτελέσει τα υποέργα της πράξης δι’ ανάθεσης σε τρίτους σύμφωνα με τη νομοθεσία περί δημοσίων έργων και όχι δι’ αυτεπιστασίας και τον οποίο η αναιρεσείουσα είχε δεσμευθεί ότι θα τηρήσει, συνιστά ουσιώδη παρατυπία καθόσον προδήλως απέβλεπε στην ποιότητα εκτέλεσης του έργου, η παρατυπία δε αυτή δικαιολογεί την ανάκτηση της κοινοτικής συνδρομής της συγκεκριμένης ενέργειας προκειμένου αυτή να επανέλθει στις πιστώσεις του προγράμματος, καθώς η πληρωμή μη επιλέξιμης δαπάνης, όπως, εν προκειμένω, η δαπάνη μισθοδοσίας του μόνιμου προσωπικού της αναιρεσείουσας, είχε ως αποτέλεσμα την επιβάρυνση του προϋπολογισμού της πράξης. Ο ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι η κατασκευή του έργου δι’ αυτεπιστασίας δεν είχε καμία δημοσιονομική επίπτωση ούτε επαγόταν πρόσθετη επιβάρυνση του προϋπολογισμού της πράξης, σε σύγκριση προς την τυχόν ανάθεση της εκτέλεσης του έργου σε τρίτους, ερείδεται επί της εσφαλμένης παραδοχής ότι ο τελικός δικαιούχος μιας συγχρηματοδοτούμενης πράξης έχει την ευχέρεια να προβαίνει σε δαπάνες που δεν είναι επιλέξιμες και των οποίων δεν έχει εγκριθεί η χρηματοδότηση σύμφωνα με τους όρους ένταξης της πράξης. Σε κάθε περίπτωση, δεν απαιτείται κατ’ ανάγκην ποσοτικός προσδιορισμός της ζημίας, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει η αναιρεσείουσα, αλλά αρκεί ότι η σχετική παρατυπία ήταν ικανή να προκαλέσει ζημία στον εθνικό και ενωσιακό προϋπολογισμό, προϋπόθεση που εν προκειμένω πληρούται. Πράγματι, η πληρωμή των εργασιών αυτών, οι οποίες δεν είχαν ανατεθεί νομίμως, συνιστά, κατά τα προεκτεθέντα, σοβαρή παρατυπία κατά την εκτέλεση της σύμβασης, δυνάμενη να έχει ουσιώδη αντίκτυπο στον ενωσιακό και εθνικό προϋπολογισμό, προεχόντως λόγω της απόκλισης από τη διαδικασία ανάθεσης σε ανάδοχο, πληρούντα τα εχέγγυα που απαιτεί η διαδικασία ανάδειξης, και αντ΄ αυτού η χρησιμοποίηση προσωπικού υπάρχοντος, ήδη διαθέσιμου στην αναιρεσείουσα, του οποίου η επιλογή δεν διέρχεται της επιβαλλόμενης διαδικασίας ανάθεσης. Περαιτέρω, αλυσιτελώς προβάλλει η αναιρεσείουσα ότι η κατασκευή του έργου δι’ αυτεπιστασίας αποτελεί σύννομο τρόπο ανάθεσης, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί δημοσίων έργων, καθώς αιτία της ανάκτησης του ποσού με την επίδικη δημοσιονομική διόρθωση δεν ήταν το σύννομο ή μη της ανάθεσης έργων δι΄ αυτεπιστασίας σύμφωνα με τη νομοθεσία περί δημοσίων έργων, αλλά η παραβίαση του όρου ένταξης της πράξης, σύμφωνα με τον οποίο ο τελικός δικαιούχος είχε υποχρέωση να εκτελέσει τα υποέργα αυτής με ανάθεση σε τρίτους. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και μη υπάρχοντος άλλου λόγου αναίρεσης, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/389/2021
Κατασκευή επαρχιακής οδού...Δημοσιονομικη διόρθωση....Με την έφεση αυτή, η εκκαλούσα επιδιώκει την ακύρωση της 387/0052/5.2.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.. Επί του ως άνω λόγου, το Δικαστήριο, κατ΄αρχήν, παρατηρεί τα ακόλουθα : Oι επίμαχες τροποποιήσεις του κρινόμενου υποέργου, έχουσες ως αντικείμενο α) την μείωση των λωρίδων ευθείας κίνησης προς ... και προς ... στο κρινόμενο σημείο της οδού (ισόπεδος κόμβος ...) από δύο (2) σε μία (1), ήτοι η προσαρμογή κατά την υλοποίηση του υποέργου στην υφιστάμενη κατάσταση και β) την επέκταση της τάφρου ΤΔ4 στο σημείο Χ.Θ. 21+00 και την προαπαιτούμενη αυτής μετατόπιση του παράλληλου δρόμου προς την κεντρική αρτηρία, ώστε να χωρέσει η τάφρος μέσα στο υπάρχον εύρος απαλλοτρίωσης, δεν αποτελούν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, «μικρομεταβολές», για τις οποίες, κατά τα αβασίμως προβαλλόμενα από την εκκαλούσα, δεν απαιτείται η τήρηση των διατάξεων του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο άρθρου 45 του ν. 3669/2008. Εξάλλου, ο νόμος δεν διακρίνει την υποχρέωση τήρησης της ως άνω διαδικασίας ανάλογα με το μέγεθος της τροποποίησης αλλά προβλέπει ότι σε κάθε περίπτωση επιτρεπτής τροποποίησης της μελέτης, ήτοι για τη διόρθωση σφαλμάτων της ή την συμπλήρωση ελλείψεών της απαιτείται η προεκτεθείσα διαδικασία. Συναφώς, η έκθεση ελέγχου δεν αμφισβήτησε την αναγκαιότητα των εν λόγω προσαρμογών αλλά εντόπισε την πλημμέλεια στην μη τήρηση της κατά νόμο επιβαλλόμενης διαδικασίας, διαπιστώνοντας, κατ΄αρχήν, ορθώς, ότι υφίσταται εξ αυτού του λόγου παρατυπία. Ωστόσο, το Δικαστήριο, δεδομένου του όλως τυπικού χαρακτήρα των παρατυπιών, όπως άλλωστε η ίδια η Ε.Δ.ΕΛ. χαρακτηρίζει συνολικά και τις τρεις διαπιστώσεις του ελέγχου, που περιγράφονται στο σημείο Δ3 της οικείας έκθεσης, διαπιστώνει ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας ότι τα επίδικα και χαρακτηριζόμενα, ως τυπικά ευρήματα, επέφεραν ουσιώδη μεταβολή του φυσικού αντικειμένου του υποέργου ούτε ότι είχαν οποιαδήποτε επίπτωση επί του οικονομικού αντικειμένου αυτού, γεγονός που δεν αμφισβητείται από το αντίδικο Ελληνικό Δημόσιο. Ειδικότερα, ούτε στην οικεία έκθεση ελέγχου, ούτε στην προσβαλλόμενη απόφαση, διαλαμβάνεται ειδική αιτιολογία σχετικά με την εύλογη σχέση αναλογίας μεταξύ της επιβληθείσας δημοσιονομικής διόρθωσης και των διαπιστωθεισών διοικητικών παρατυπιών μετά από συνεκτίμηση του είδους και της σοβαρότητας αυτών και του επελθόντος εξαιτίας αυτών αποτελέσματος, δεδομένης μάλιστα και της ευχέρειας της ελεγκτικής αρχής σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών τυπικού απλώς χαρακτήρα, χωρίς ενδεχόμενη οικονομική επίπτωση να μην επιβάλλουν δημοσιονομική διόρθωση (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 2293/2017, σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής COCOF 07/0037/03/29.11.2007). Κατά συνέπεια, ο επίμαχος καταλογισμός δεν έχει επανορθωτικό – αποκαταστατικό χαρακτήρα αλλά καταλήγει να προσλαμβάνει κυρωτικό όμοιο, καθόσον η Διοίκηση, κατά την επιβολή του, δε συνεκτίμησε, υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας, τις συντρέχουσες περιστάσεις, όπως αυτές προκύπτουν από το πραγματικό της ένδικης υπόθεσης (σκέψη IV της παρούσας), τη βαρύτητα των διαπιστωθεισών παραβάσεων και την αιτιώδη σχέση αυτών με την άρτια υλοποίηση και λειτουργικότητα του επίμαχου υποέργου, η οποία, σημειωτέον (άρτια υλοποίηση και λειτουργικότητα), δεν αμφισβητείται από το αντίδικο, ούτε αιτιολόγησε ειδικά την ύπαρξη εύλογης σχέσης αναλογίας μεταξύ της κατ΄αποκοπήν επιβληθείσας διόρθωσης και των επίμαχων παρατυπιών, αξιολογώντας αυτές ειδικά με βάση τα ανωτέρω κριτήρια (ΕΣ Ολ. 3403/2014, Ι Τμ. 127/2019, 2293, 2299/2017).Τούτων δοθέντων, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλομένη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και, ακολούθως, εκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).
ΕΣ/ΚΛ.Ε/2438/2009
Αντιπλημμυρική προστασία περιοχών..ζητείται η ανάκληση της 257/2009 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα συνεκτιμώντας τη φύση του υπό κρίση έργου, αλλά και την πολυπλοκότητα του διέποντος την υπό κρίση υπόθεση νομοθετικού πλαισίου και ενόψει του ότι προσκομίστηκε ενώπιόν του η Δ15/173/27.2.2009 βεβαίωση εγγραφής στο ... της επιχείρησης …. (ισχύος έως 26.2.2012), άγεται στην κρίση ότι δικαιολογείται, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αναγνώριση συγγνωστής πλάνης υπέρ της αναθέτουσας αρχής και η εξ αυτού του λόγου ανάκληση της προσβαλλόμενης (257/2009) πράξης.Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση ανάκλησης του Δήμου .... πρέπει να γίνει δεκτή λόγω συνδρομής, στη συγκεκριμένη περίπτωση, συγγνωστής πλάνης και να ανακληθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν 257/2009 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/7/2023
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Λαμβάνοντας, περαιτέρω, υπ’ όψιν το μη ουσιώδες της διαπιστωθείσας παρατυπίας, ένεκα του τυπικού χαρακτήρα αυτής, αφού το έργο, όπως γίνεται δεκτό από την από ... τελική έκθεση πιστοποίησης, είναι πλήρως λειτουργικό και όλες οι άδειες για την νόμιμη λειτουργία του έχουν προσκομιστεί, καθώς και ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι το ως άνω «τυπικό εύρημα» επέφερε ουσιώδη μεταβολή του φυσικού αντικειμένου του έργου ούτε ότι είχε επίπτωση επί του οικονομικού αντικειμένου αυτού, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και για το λόγο αυτό, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την εκκαλούσα, είναι ακυρωτέα, ως αντιβαίνουσα στην εν λόγω αρχή. Το αίτημα όμως της έντοκης επιστροφής του ποσού των 105.413,26 ευρώ, είναι απορριπτέο προεχόντως ενόψει του διαπλαστικού χαρακτήρα του εν προκειμένω κρινομένου ενδίκου βοηθήματος, καθώς με την έφεση αμφισβητείται μόνο η νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και επιδιώκεται η ακύρωσή της ή η μεταρρύθμισή της, ενώ η αναγνώριση ή καταψήφιση χρηματικού ποσού και μάλιστα εντόκως, επιδιώκεται με το ένδικο βοήθημα της αγωγής.Δέχεται την έφεση.Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.Ακυρώνει την 4513/1078/Β2/18.9.2017 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Τομεακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ταμείου Συνοχής.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/394/2021
Δημοσιονομική Διόρθωση..Με την έφεση αυτή επιδιώκεται η ακύρωση της 40043ΕΞ2019/17.4.2019 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών....Με δεδομένα αυτά, πρέπει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, για την ασφαλή διάγνωση της υπόθεσης να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης και να προσκομισθούν με επιμέλεια αμφότερων των διαδίκων, ήτοι του Ελληνικού Δημοσίου (Ενδιάμεση Διαχειριστική Αρχή του ΕΠ .... 2014-2020 ή άλλης εξομοιούμενης με αυτή ή διαδόχων αυτής Αρχής Διαχείρισης – Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου) και της εκκαλούσας: στοιχεία διευκρινιστικά της ταυτότητας του πράγματι εκτελούντος το επίμαχο έργο, όπως τιμολόγια προμήθειας υλικών, μηχανημάτων και εξοπλισμού για την εκτέλεση του έργου, στοιχεία για δαπάνες λειτουργίας, συντήρησης ή μίσθωσης αυτών, στοιχεία απασχόλησης, αμοιβής, ασφάλισης απασχολούμενου προσωπικού και έργου, καταβολής κρατήσεων, τυχόν φορολογικά στοιχεία καθώς και έγγραφες εξηγήσεις της εκκαλούσας περί της μεταβολής του προσώπου του αναδόχου, δια της επικαλούμενης υπεργολαβίας, ενόψει της υπαγωγής του επίμαχου έργου λόγω προϋπολογισμού στις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, της πρόβλεψης σχετικώς ανώτατου νόμιμου ορίου (30%) καθώς και του περιεχομένου της οικείας Διακήρυξης. Προς διερεύνηση δε της βασιμότητας του περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας ισχυρισμού, να προσκομισθούν από την εκκαλούσα αναλυτικά στοιχεία περί προσωρινής και οριστικής παραλαβής του έργου καθώς και έγγραφες εξηγήσεις περί της προόδου / περάτωσης του φυσικού αντικειμένου, ενόψει της ανάλωσης του οικονομικού αντικειμένου και, τέλος, τυχόν λοιπές, πλην των περιεχομένων στο φάκελο, σχετικώς εκδοθείσες διοικητικές πράξεις. Τα ανωτέρω δε, να προσκομισθούν εντός προθεσμίας 2 μηνών από την κοινοποίηση σε έκαστο των διαδίκων αντιγράφου της παρούσας. Ακολούθως, να οριστεί νέα δικάσιμος, διατασσομένης της εγγραφής της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο και της διενέργειας, με επιμέλεια της Γραμματείας, των επιβαλλόμενων από το νόμο κοινοποιήσεων.
ΣτΕ/86/2000(ΕΑ)
Περαιτέρω, από την μελέτη με τίτλο “ΜΕΛΕΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΠΕΡΑΜΑΤΟΣ ΜΕ ΛΕΩΦΟΡΟ ΣΧΙΣΤΟΥ” προκύπτει ότι το εν λόγω έργο αποτελείται από ένα σύστημα οδών που θα ενώνουν το Πέραμα με την Λεωφόρο Σχιστού και ότι μέρος αυτού του συστήματος είναι και το επίδικο τμήμα. Μάλιστα με την υπ’ αριθμ. ΔΜΕΟ/η/1640/22.12.1995 απόφαση του Γενικού Διευθυντή του ΥΠΕΧΩΔΕ με τίτλο “Έγκριση Οριστικής Μελέτης Κυκλοφ. Διάταξης και Οδοποιίας 2ης ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΠΕΡΑΜΑΤΟΣ με Λεωφ. ΣΧΙΣΤΟΥ” εγκρίθηκε η μελέτη του όλου έργου. Ο προϋπολογισμός δε του συνόλου του έργου είναι 4.500.000.000 δραχμές. Με τα δεδομένα αυτά, (δηλαδή ότι το δημοπρατούμενο τμήμα του επίδικου οδικού έργου προϋπολογισμού δαπάνης 800.000.000 δραχμών αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου έργου με συνολικώς προϋπολογιζόμενη δαπάνη 4.500.000.000 δραχμών, και περιλαμβάνεται στην ενιαία μελέτη ολοκλήρου του έργου), το επίδικο έργο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παραπάνω οδηγίας, καθώς και της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και επομένως έχουν εν προκειμένω εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 2522/1997.(...)3.Εάν διαπιστωθούν λάθη ή παραλείψεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας μπορεί να ακυρωθεί μερικά η διαδικασία της δημοπρασίας και, ή να αναμορφωθεί ανάλογα το αποτέλεσμα της δημοπρασίας απ’ την αρμόδια για την έγκριση Αρχή ή να διαταχθεί η επανάληψη της δημοπρασίας από το σημείο που έγινε το λάθος ή η παράλειψη. Ακύρωση της δημοπρασίας επέρχεται επίσης αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία ισχύος των προσφορών και δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 5”. Κατά την έννοια των τελευταίων αυτών διατάξεων, εάν έχουν εμφιλοχωρήσει σφάλματα στην εν γένει διαδικασία διεξαγωγής δημοπρασίας δημοσίου έργου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα λογιστικά λάθη ή οι διαφορές και αντιφάσεις μεταξύ των αριθμητικών και των γραφικών παραστάσεων των προδιαγραφών της υπηρεσίας σχετικά με το δημοπρατούμενο έργο, που επηρέασαν την προσφορά των διαγωνιζομένων και είχαν επιπτώσεις στη διαμόρφωση της κρίσεως για την ανάδειξη του τελικού μειοδότη, πρέπει η αρμόδια αρχή να ακυρώσει τη δημοπρασία και να διατάξει την επανάληψή της από το σημείο όπου εχώρησε η παρατυπία (ΣτΕ 1840/92). Εάν όμως πρόκειται για πρόδηλο σφάλμα, από το οποίο δεν μπορεί να προκύψει καμμιά λογική αμφιβολία στους διαγωνιζομένους ως προς το ποιά είναι η αναγραφόμενη τιμή, και επομένως δεν μπορούσε να επηρεάσει την διαμόρφωση της προσφοράς των διαγωνιζομένων τότε ισχύει το πρόδηλο νόημα της διατάξεως αυτής.
ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010
Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.
ΝΣΚ/71/2017
Δυνατότητα εκτέλεσης σύμβασης δημοσίου έργου με τροποποίηση αυτής, λόγω χρήσης νέας τεχνολογίας, διαφορετικής από την συμβατικά προβλεπόμενη - Δυνατότητα διάλυσης σύμβασης από την Υπηρεσία - Συνέπειες της διάλυσης.Α) Η εκτέλεση της σύμβασης δημοσίου έργου πρέπει να γίνει σύμφωνα με το νομικό και συμβατικό πλαίσιο που την διέπει, το οποίο δεν επιτρέπει (παρά με προϋποθέσεις που δεν συντρέχουν στη συγκεκριμένη περίπτωση) την ουσιώδη τροποποίηση του συμβατικού αντικειμένου. Δεν είναι επιτρεπτή η εκτέλεση της σύμβασης με χρήση της προτεινόμενης νέας τεχνολογίας, αντί της συμβατικά προβλεπόμενης, αφού, όπως έκρινε κυρίαρχα για το τεχνικό αυτό ζήτημα η Υπηρεσία, τούτο θα συνιστούσε ουσιώδη τροποποίηση του συμβατικού αντικειμένου. (πλειοψ). Β) Από τη νομοθεσία δημοσίων έργων παρέχεται η δυνατότητα στον κύριο του έργου να προβεί, μονομερώς, σε διάλυση της σύμβασης, οι δε συνέπειες αυτής (αποζημίωση του αναδόχου) προβλέπονται στο νόμο και καθορίζονται με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής και σε περίπτωση αμφισβήτησης από τα δικαστήρια. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η συνολική εκτίμηση και στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος για την διάλυση ή μη της σύμβασης, αποτελεί αντικείμενο της κυριαρχικής δράσης της Διοίκησης (ομοφ.)
ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.7/387/2015
Εξόφληση του 1ουΛογαριασμού του έργου «Κατασκευή Συνδέσεων αποχέτευσης για τη λειτουργία των νέων υπό κατασκευή δικτύων οικισμού ....»(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ως προς την τηρητέα διαδικασία δημοσιονομικής ανάληψης της υποχρέωσης της «Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης - Αποχέτευσης ...» εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του β.δ. 17.5./15.6.1959, καθόσον ούτε από τα στοιχεία του φακέλου, ούτε από το 2836/14.8.2015 έγγραφό της προκύπτει ότι υφίστανται ειδικές διατάξεις στον Κανονισμό Διοίκησης και Διαχείρισης αυτής, σχετικά με τη διαδικασία πραγματοποίησης των δαπανών της. Επομένως, πριν την 155/22.10.2014 απόφαση του Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α.Α.Ν., η οποία συνιστά και τη γενεσιουργό αιτία της επίμαχης δαπάνης, έπρεπε να έχει προηγηθεί η δέσμευση της αναγκαίας πίστωσης από τις εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό, οικονομικού έτους 2014, πιστώσεις του οικείου Κ.Α.Ε αυτής με τη δημοσιονομική ανάληψη υποχρέωσης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του β.δ. 17.5/15.6.1959, καθώς και η ανάρτηση της πράξης αυτής στο διαδίκτυο. Συναφώς, εφόσον η ως άνω δημοσιονομική δέσμευση δεν εκτελέστηκε εντός του έτους 2014, έπρεπε να ανατραπεί με σχετική ανακλητική απόφαση και να εκδοθεί νέα απόφαση δέσμευσης στο επόμενο οικονομικό έτος (2015), διαδικασία η οποία επίσης δεν ακολουθήθηκε. Η παράλειψη τήρησης των ανωτέρω διαδικασιών καθιστά τη δαπάνη μη νόμιμη και μη κανονική, όπως βασίμως προβάλλεται από τη διαφωνούσα Αναπληρώτρια Επίτροπο, οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της Δ.Ε.Υ.Α.Α.Ν., ότι δεν υπάγεται στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και άρα δεν όφειλε να τηρήσει τις διαδικασίες αυτές, προβάλλονται αλυσιτελώς και πρέπει να απορριφθούν.Περαιτέρω όμως, το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα της Δ.Ε.Υ.Α.Α.Ν πεπλανημένως πλην συγγνωστώς υπέλαβαν, αφενός ότι δεν απαιτείται για την πραγματοποίηση των δαπανών αυτής η τήρηση της προεκτεθείσας διαδικασίας, αφετέρου ότι με την εκ των υστέρων έκδοση της 238/30.1.2015 απόφασης του Προέδρου της επιχείρησης για την δημοσιονομική ανάληψη της υποχρέωσης και την ανάρτησή της στο πρόγραμμα διαύγεια στις 26.6.2015 αίρεται η πλημμέλεια της μη ανάρτησης αυτής πριν την υπογραφή της οικείας σύμβασης και του συναφώς εκδοθέντος τιμολογίου της αναδόχου εταιρείας. Συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης.
ΕΣ/ΤΜ.1/2212/2008
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η επίδικη δημοσιονομική διόρθωση παρίσταται νόμιμη και αιτιολογημένη, καθόσον η εκκαλούσα με την ιδιότητα του τελικού δικαιούχου παραβίασε τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία και τους οικείους όρους της 3839/14.3.2003 απόφασης ένταξης της πράξης στο Ε.Π. υποχρεώσείς της περί έγκαιρης και πλήρους ενημέρωσης της Διαχειριστικής Αρχής επί της πορείας εκτέλεσης του έργου και των προβλημάτων που τυχόν θα ανέκυπταν, δεδομένου ότι μολονότι από τις 21.7.2003 ανέκυψε το πρόβλημα της αδυναμίας υλοποίησης του έργου σύμφωνα με την εκπονηθείσα μελέτη, με τον ανάδοχο να ζητεί εκ του λόγου αυτού τη διακοπή των σχετικών εργασιών και τη διάλυση της σύμβασης, τα ανωτέρω κατέστησαν γνωστά στη Διαχειριστική Αρχή μόλις στις 16.3.2004, ήτοι μετά την παρέλευση μακρού χρονικού διαστήματος και ενώ η εργολαβική σύμβαση είχε ήδη διαλυθεί, με συνέπεια τον κίνδυνο ματαίωσης του ανατεθέντος έργου, ενόψει και του ανελαστικού λόγω τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων χρόνου ολοκλήρωσής του. Η ως άνω παρατυπία λόγω της σοβαρότητάς της οδήγησε αιτιολογημένα στην ανάκληση της απόφασης ένταξης του έργου στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα (Ε.Π.) και στην υποχρεωτική εκ του λόγου αυτού, δυνάμει και του άρθρου 6 της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 878 Β΄), αναζήτηση της δοθείσας στην εκκαλούσα συνολικής χρηματοδότησης με την επιβολή εις βάρος αυτής της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης.