ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)267/2014
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Μη νόμιμη η καταβολη που αφορουσε στη δαπάνη πληρωμής, στο "……" (…..), της πρώτης δόσης της προγραμματικής σύμβασης, που έχει συνάψει ο Δήμος με το ανωτέρω νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με αντικείμενο την "Επιστημονική υποστήριξη Δήμου …. στο πλαίσιο του Συμφώνου των Δημάρχων και της Βιώσιμης Ανάπτυξης".(....)Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: α) Κατ’ αρχάς, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. - το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν.3685/2008, ΦΕΚ 148 Α΄, και το ιδρυτικό του π.δ/μα 271/1989, ΦΕΚ 129 Α΄, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το π.δ/μα 13/1998, ΦΕΚ 24 Α΄, αποτελεί Ε.Π.Ι., ήτοι αυτοτελές ν.π.ι.δ. εκτός δημοσίου τομέα, λειτουργούντος στο πλαίσιο του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου - δεν μπορούσε, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3β΄) να συμμετέχει στην ελεγχόμενη σύμβαση ως μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου, καθόσον δεν του αναγνωρίζεται από το νόμο η δυνατότητα συμμετοχής του στις προγραμματικές συμβάσεις ως συνάπτοντα φορέα αλλά μόνο ως εκ τρίτου συμβαλλόμενο. Εξάλλου, δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα για την σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης το άρθρο 11 παρ. 4 περ. δ΄ εδ. α΄ του μνημονευθέντος ν.3685/2008 (βλ. Ελ. Συν., Τμ. VII πράξη 181/2009), καθόσον η εν λόγω ειδική διάταξη, ισχύουσα παράλληλα με τις γενικές διατάξεις του εφαρμοζόμενου εν προκειμένω άρθρου 100 του ν.3852/2010, παρέχει, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 32 παρ. 1 του ν.3794/2009 (ΦΕΚ 156 Α΄), στα Ε.Π.Ι. τη δυνατότητα σύναψης προγραμματικών συμβάσεων μόνο όταν αυτές αφορούν στη «βασική έρευνα στο γνωστικό αντικείμενό τους» ή στην «έρευνα που εξυπηρετεί την ανάπτυξη τομέων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα», περίπτωση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση (βλ. κατωτέρω στοιχείο γ΄ παρούσας σκέψης). Επομένως, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη και για τον ως άνω λόγο, ο οποίος, αφού αφορά στο νόμω βάσιμο της δαπάνης και προκύπτει ευθέως από τα στοιχεία του φακέλου, μπορεί να εξετασθεί και αυπεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο τούτο (βλ. 198/2009, 83, 75/2007 πράξεις Ι Τμ. Ελ. Συν.).β) Από το παρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει, κατά ορθό νομικό χαρακτηρισμό αυτής, ότι, αν και φέρεται ως προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010 αυτή συνιστά κατ’ ουσίαν απευθείας ανάθεση συνήθους εξ επαχθούς αιτίας δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών από το Δήμο στο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών προκύπτει ότι δεν αφορά σε πραγματική συνεργασία για την, από κοινού, εκτέλεση δημόσιας αποστολής των συμβαλλόμενων φορέων στον τομέα σχετικά με την ανάπτυξη της περιοχής του Δήμου, που, όπως προεκτέθηκε (ανωτέρω σκέψη 3α΄, β΄), απαιτείται να αφορά η προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010. Αντίθετα, το Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. υποχρεούται, έναντι καταβολής ανταλλάγματος από το Δήμο (50.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α., βλ. ανωτέρω σκέψη 4), στη παροχή προς αυτόν, απλώς, συγκεκριμένων υπηρεσιών συμβούλου για την εκπόνηση του ΣΔΑΕ του Δήμου, υπηρεσίες που είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και παρέχονται ελεύθερα στον ιδιωτικό τομέα από οποιονδήποτε δραστηριοποιούμενο στο σχετικό τομέα πάροχο. Περαιτέρω, από τη μνημονευθείσα στην προηγούμενη σκέψη σχετική 123/10.3.2013 πράξη ανάθεσης του Δ.Σ. ….προκύπτει ότι η σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης συνιστά πρωτοβουλία του Δήμου, κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του, ο οποίος απέβλεψε στην υλοποίηση των ανατιθέμενων μ' αυτή υπηρεσιών με την ανάθεσή τους στο ανάδοχο Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., ενώ από το περιεχόμενο της σύμβασης αυτής προκύπτει ότι η συμβολή του περιορίζεται αποκλειστικά στην κάλυψη του κόστους για την παροχή των ανατεθεισών υπηρεσιών, βαρυνόμενος μόνο αυτός με το οικονομικό αντικείμενό της. Συνεπώς, τα μέρη δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό την από κοινού εκπλήρωση μίας δημόσιας υπηρεσίας, αλλά ο Δήμος λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή που επιδιώκει την εκτέλεση υπηρεσίας εκ μέρους του αναδόχου Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ., το οποίο επέχει θέση, απλώς, παρόχου υπηρεσιών, ελεγχόμενο ως προς την προσήκουσα υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου, προκειμένου να λάβει το συμβατικό αντάλλαγμα, που συνιστά και το αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά πράγματι σύμβαση παροχής υπηρεσιών, μεταξύ ενός δήμου και ενός οικονομικού φορέα, συναπτόμενη εξ επαχθούς αιτίας, αφού η παροχή του παρέχοντος την υπηρεσία Ε.Π.Ι.Σ.Ε.Υ. αντιστοιχεί στην υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει αμοιβή. γ) Εφόσον, όπως έγινε δεκτό, η ελεγχόμενη σύμβαση συνιστά στην πραγματικότητα σύμβαση παροχής υπηρεσιών προς το Δήμο, η αξία της οποίας, χωρίς Φ.Π.Α., ανέρχεται στο ποσό των 50.000,00 ευρώ, η προσήκουσα διαδικασία ανάθεσής της ρυθμίζεται με τις μνημονευθείσες (ανωτέρω σκέψη 3.γ΄) διατάξεις των άρθρων 209 παρ. 2, 9 και 10, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 20 παρ. 13 του ν.3731/2008, και 273 του Κ.Δ.Κ.. Στο πλαίσιο αυτό, κατ' αρχάς, σύμφωνα με την αρχή της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης της γενικής αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία διέπει τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών των δήμων με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. και άρθρο 1 του ν.3871/2010 "Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη", ΦΕΚ 141 Α΄, που καθιερώνει και νομοθετικά την ανωτέρω γενική αρχή), δεν αποδεικνύεται από τον, έχοντα το σχετικό βάρος απόδειξης, Δήμο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανάθεσης των υπηρεσιών, που αποτελούν αντικείμενο των ως άνω συμβάσεων, σε τρίτους ιδιώτες (εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, που δεν διαθέτουν οι δημοτικοί υπάλληλοι ή απόδειξη αντικειμενικής έλλειψης επαρκούς προσωπικού). Περαιτέρω, σε κάθε περίπτωση, η απευθείας ανάθεση της ελεγχόμενης σύμβασης αντιβαίνει στο μνημονευθέν άρθρο 209 παρ. 9 του Κ.Δ.Κ., αφού η δαπάνη της υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 20.000,00 ευρώ, μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή βάσει ποσού η απευθείας
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.7/12/2018 (σε συμβούλιο)
Προγραμματική σύμβαση.(..) επιδιώκεται η ανάκληση της 10/2018 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Τμήμα τούτο...το Κλιμάκιο προέβαλε ότι με την ως άνω προγραμματική σύμβαση υποκρύπτεται η σύναψη δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών του άρθρου 2 παρ. 9 του ν. 4412/2016, για την οποία ο αιτών Δήμος όφειλε να διενεργήσει συνοπτικό (πρόχειρο) διαγωνισμό, δεδομένου ότι αφενός δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής των παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 12 του νόμου αυτού, ούτως ώστε η προγραμματική αυτή σύμβαση να θεωρηθεί ως σύμβαση οιωνεί αυτεπιστασίας (in house) ή σύμβαση συνεργασίας μεταξύ αναθετουσών αρχών(..)Με τα δεδομένα αυτά η συγκεκριμένη σύμβαση, που συνήφθη μεταξύ του αιτούντος Δήμου και της αιτούσας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α., αφενός δεν συνιστά προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, αφετέρου ως τέτοια δεν εμπίπτει σε κανέναν από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 του ν. 4412/2016 συμβατικούς τύπους, τους οποίους ο νόμος αυτός εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του. Τούτο, διότι από το αντικείμενο της ανωτέρω συναφθείσας σύμβασης και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών, προκύπτει ότι αυτά δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό την από κοινού, δια της αλληλοσυμπλήρωσης αρμοδιοτήτων ή οικονομοτεχνικών μέσων, εκτέλεση της δημόσιας αποστολής τους, ούτε συμβάλλουν με ισορροπημένο τρόπο στην υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης.(..)Ενόψει των προαναφερομένων, η εν λόγω σύμβαση έχει το χαρακτήρα δημόσιας σύμβασης παροχής τεχνικών υπηρεσιών συναφών με την εκπόνηση μελέτης, η οποία ανατέθηκε απευθείας στην αιτούσα αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία, χωρίς, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που προεκτέθηκαν, να συντρέχουν οι προς τούτο προβλεπόμενες στο ν. 4412/2016 προϋποθέσεις για την απευθείας ανάθεσή της...Απορρίπτει την αίτηση του Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού με την επωνυμία «Δήμος ...» και της αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας...
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/265/2017
Εκπόνηση μελέτης και σύμβαση παροχής υπηρεσιών: ..Από τα παραπάνω παρέπεται ότι η κρινόμενη σύμβαση, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση, αλλά κοινή εξ επαχθούς αιτίας δημόσια σύμβαση. Η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι με το άρθρο 138 του ν. 4070/2012 η «….» μπορεί να μετέχει ως αντισυμβαλλόμενο μέρος σε προγραμματικές συμβάσεις, καθόσον αυτονόητη προϋπόθεση είναι η συναπτόμενη σύμβαση να φέρει ως εκ του αντικειμένου της τα χαρακτηριστικά προγραμματικής, ουδόλως προσδίδει δε σ’ αυτή τη νομική φύση προγραμματικής σύμβασης το γεγονός ότι η «..» συμβάλλεται με κάποιον από τους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 100 του ν. 3852/2010. Σύμφωνα με το τεχνικό της αντικείμενο, η σύμβαση αυτή συνιστά σύνθετη σύμβαση εκπόνησης σύνθετης μελέτης, ήτοι μελέτης που περιλαμβάνει περισσότερες κατηγορίες μελετών του άρθρου 2 ν. 3316/2005 αναφορικά με το έργο της επέκτασης του κοιμητηρίου .., και παροχής συναφών υπηρεσιών, ως τέτοιων νοουμένων των υπηρεσιών που απαιτούνται για την προετοιμασία, τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης και τη διοίκηση της μελέτης, κυρίως δε για τον καθορισμό των γενικών και ειδικών τεχνικών όρων, με τους οποίους θα εκτελούνταν η σύμβαση ανάθεσης μελέτης, ακολούθως δε για τη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης του συγκεκριμένου τεχνικού έργου, τη διοίκηση των συμβάσεων, την έγκριση των μελετών και την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης. Η προβλεπόμενη από τον ν. 3316/ 2005 διαδικασία για τη σύναψη αυτής είναι κατ’ αρχήν αυτή του διαγωνισμού, όλως εξαιρετικώς προβλέπεται δε η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης με συγκεκριμένο ανάδοχο εφόσον συντρέχει κατεπείγουσα ανάγκη, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, στην τελευταία αυτή περίπτωση, ότι η έλλειψη επαρκούς χρόνου δεν ανάγεται σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας Αρχής. Εν προκειμένω, ο Σύνδεσμος προσέφυγε στη σύναψη σύμβασης με την ... επικαλούμενος λόγους κατεπείγοντος συνιστάμενους στην επιδείνωση του προβλήματος έλλειψης διαθέσιμων ταφικών τμημάτων, όπως αναφέρεται στο από 16.1.2015 έγγραφο του Τμήματος Κοινωνικής Εξυπηρέτησης αυτού. Ωστόσο, την επικαλούμενη συνδρομή κατεπείγουσας ανάγκης αναιρεί το γεγονός της επί 13 μήνες αναμονής του Συνδέσμου μέχρι την οριστικοποίηση της ηγεσίας της .. προκειμένου να επικαιροποιηθεί η έγκριση σύναψης της μεταξύ τους σύμβασης, ενώ άλλωστε και από το Τμήμα Κοινωνικής Εξυπηρέτησης είχε προταθεί ως μέτρο, πρόσκαιρης έστω, αντιμετώπισης του ζητήματος η αναστολή χορήγησης παράτασης της τριετούς υποχρεωτικής ταφής, συνεπώς επί μη συνδρομής κατεπείγουσας ανάγκης μη νομίμως προσέφυγε ο Σύνδεσμος στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης. Κατ’ ακολουθία η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη νόμιμη, συνεπώς αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜ/1747/2016
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Αίτηση αναθεώρηση της 1114/2016 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, ορθώς το VI Τμήμα έκρινε ότι η ελεγχόμενη σύμβαση δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 38520/2010, τουναντίον αυτή υποκρύπτει εξ επαχθούς αιτίας σύμβαση παροχής υπηρεσιών, αφού συνάπτεται μεταξύ δύο μερών που δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν, ο μεν Δήμος τη δημιουργία και την εύρυθμη λειτουργία του Γραφείου Πληροφόρησης και Προώθησης της Απασχόλησης, για την εκπλήρωση της αποστολής που έχει αναλάβει, δυνάμει του άρθρου 75 του Κ.Δ.Κ., η δε «Ε.ΚΕ.ΠΕ.Ε. ΕΠΕ» το αντάλλαγμα για την παροχή των υπηρεσιών που αποτελεί το αντικείμενο των αναλαμβανόμενων από αυτή δράσεων. Για την επίτευξη του σκοπού της σύμβασης, προβλέπεται μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο στην «Ε.ΚΕ.ΠΕ.Ε. ΕΠΕ», με τη μορφή ανταλλάγματος έναντι των παρεχόμενων, μέσω της σύμβασης, υπηρεσιών, ενώ ο επιδιωκόμενος από τα αντισυμβαλλόμενα μέρη σκοπός επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω της σύμβασης αυτής και κατ’ ουσία εξαντλείται με την εκτέλεσή της, χωρίς να απαιτείται η σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων. Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η σύμβαση συνάπτεται από επαχθή αιτία μεταξύ μίας αναθέτουσας Αρχής, κατά την έννοια του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενός ιδιώτη, η οποία υπάγεται στην έννοια της δημόσιας σύμβασης του π.δ. 60/2007 και έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών κατάρτισης και επαγγελματικής εκπαίδευσης που εντάσσονται στο Παράρτημα ΙΙ Β της Οδηγίας 2004/18, έναντι αντιπαροχής ύψους 390.660,00 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ). Ειδικότερα, οι ανωτέρω υπηρεσίες που παρέχονται από την «Ε.ΚΕ.ΠΕ.Ε. ΕΠΕ» στο Δήμο και προσιδιάζουν σε : α) «Υπηρεσίες επαγγελματικής κατάρτισης» (CPV 80530000-8), β)«Υπηρεσίες εκπαίδευσης και επιμόρφωσης» (CPV 80000000-4 ) και γ) «Υπηρεσίες εκπαίδευσης ενηλίκων και άλλες εκπαιδευτικές υπηρεσίες» (CPV 80400000-8), είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό και δύνανται να παρασχεθούν από πλήθος δραστηριοποιούμενων επιχειρήσεων, είτε με την μορφή του Κέντρου Επαγγελματικής Κατάρτισης, είτε με άλλη μορφή. Τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα Δήμο, ήτοι ότι, εν προκειμένω, πρόκειται για γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Στο ως άνω νομικό χαρακτηρισμό της ελεγχόμενης σύμβασης, ως εξ επαχθούς αιτίας, συνηγορεί και η πρόβλεψη επιβολής ΦΠΑ 23%, ο οποίος επιβάλλεται μόνο σε αυτής της κατηγορίας συμβάσεις παροχής υπηρεσιών. Κατόπιν αυτών, για την ανάθεση των εν λόγω υπηρεσιών έπρεπε να προηγηθεί διαγωνιστική διαδικασία, ώστε να αναπτυχθεί ανταγωνισμός, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν προέκυψε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 25 του π.δ 60/2007 για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της ανάθεσης, με διαπραγμάτευση, χωρίς την δημοσίευση προκήρυξης. Με την κρινόμενη αίτηση, προβάλλεται επίσης ότι παραβιάζονται οι αρχές της ισότητας και της ασφάλειας δικαίου, καθόσον με την 7/2015 Πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό Κυκλάδων κρίθηκε νόμιμη προγραμματική σύμβαση μεταξύ της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Ν. Αιγαίου και της εταιρείας «.....», με αντικείμενο «Προγράμματα και δράσεις κατάρτισης», η οποία είχε όμοιο περιεχόμενο με την κρινόμενη σύμβαση. Συναφώς, στο από 24.6.2016 υπόμνημα αναφέρονται και άλλες ελεγχόμενες περιπτώσεις προγραμματικών συμβάσεων, οι οποίες κρίθηκαν νόμιμες από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τα ανωτέρω, όμως, προβάλλονται αλυσιτελώς, αφού πρόκειται για συμβάσεις με διαφορετικό αντικείμενο από την ελεγχόμενη, συνεπώς οι κρίσεις επ’ αυτών δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο στην ένδικη περίπτωση. Τέλος, απορριπτέοι είναι οι ισχυρισμοί περί συγγνωστής πλάνης του αναθέτοντος Δήμου και συνδρομής λόγων δημοσίου συμφέροντος για τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης. Και τούτο διότι, οι διατάξεις που διέπουν τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων είναι σαφείς και η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου πάγια, το δε δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται, προεχόντως, με την τήρηση των αρχών της νομιμότητας στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων αυτών.
Απορρίπτει την από 15.6.2016 αίτηση αναθεώρησης
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/219/2020
Προγραμματική σύμβαση....Στην υπό κρίση υπόθεση, υποβάλλεται προς έλεγχο σχέδιο προγραμματικής σύμβασης (άρθρο 100 του ν. 3852/2010) μεταξύ του Συνδέσμου Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων ... - ... και του Δήμου .... με αντικείμενο την «Υποστήριξη για τη διεξαγωγή στο ΕΣΗΔΗΣ του διαγωνισμού για την παροχή υπηρεσιών - Μεταβατική φάση διαχείρισης απορριμμάτων ΧΥΤΑ ...». Πλην όμως, στα οικεία σχέδια που επισυνάπτονται στην 330/2019 εγκριτική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου .... και την 18/2019 απόφαση του Δ.Σ. του ανωτέρω Συνδέσμου δεν προσδιορίζεται η προϋπολογισθείσα αξία της προγραμματικής σύμβασης (άρθρο 3), αλλά αντιθέτως αναφέρεται ότι η « ... παρούσα προγραμματική σύμβαση είναι άνευ οικονομικού ανταλλάγματος ...». Δεδομένου ότι από την προϋπολογιζόμενη δαπάνη συναρτάται άμεσα η διάγνωση της αρμοδιότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προς διενέργεια προσυμβατικού ελέγχου επί συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας (άρθρο 98 παρ. 1 β' του Συντάγματος), και το στοιχείο αυτό δεν εξειδικεύεται στο διαβιβαστικό έγγραφο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας ούτε προκύπτει από κάποιον άλλο στοιχείο του φακέλου, το Κλιμάκιο κρίνει ότι απαραδέκτως εισάγεται ενώπιον του προς έλεγχο το οικείο σχέδιο σύμβασης.
ΕΣ/Τμ.6/607/2012
Αίτηση για ανάκληση της 365/2011 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου προγραμματικής σύμβασης μεταξύ: α) του Υπουργείου …., β) του Δήμου … και γ) της ανώνυμης αναπτυξιακής εταιρείας Ο.Τ.Α. με την επωνυμία «…..» με αντικείμενο την «…..», προϋπολογιζόμενης δαπάνης 1.137.631,00 ευρώ (πλέον ΦΠΑ 23%).(....)Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η ελεγχόμενη σύμβαση αποτελεί προγραμματική σύμβαση, κατά την έννοια των άρθρων 100 του ν. 3852/2010 και 225 του ν. 3463/2006, δεδομένου ότι από το υποβληθέν σχέδιο προκύπτει η ανάληψη σχετικών υποχρεώσεων εκ μέρους όλων των συμβαλλομένων μερών, αλληλοσυμπληρώνοντας τις αρμοδιότητές τους (πρβλ. αποφάσεις Τμ. Μείζ. – Επταμ. Σύνθ. Ελ. Συν. 2769, 2770 και 2271/2011). Συγκεκριμένα, ο Δήμος …. ασκεί εποπτικές και υποστηρικτικές αρμοδιότητες, αναλαμβάνει την παροχή δια του προσωπικού του υπηρεσιών, που σχετίζονται με την εγκατάσταση των νέων υποσυστημάτων του πληροφοριακού συστήματος, την διάθεση κατάλληλων χώρων εγκατάστασης και λειτουργίας του “Help Desk” και χρηματοδοτεί την υποστήριξη της λειτουργίας των υποδομών του ΚΕΑ ως φορέα πιλοτικής ή/ και δοκιμαστικής εγκατάστασης και λειτουργίας των επιμέρους τεχνικών εφαρμογών του συστήματος. Περαιτέρω, το Υπουργείο Εσωτερικών αναλαμβάνει την εν μέρει χρηματοδότηση του έργου και την άσκηση των ανωτέρω εκτιθεμένων εποπτικών και υποστηρικτικών αρμοδιοτήτων (βλ. ανωτέρω σκ. IV ε). Ως εκ τούτου, η ελεγχόμενη σύμβαση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 60/2007, δεδομένου ότι δεν αποτελεί κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 2 αυτού δημόσια σύμβαση με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, συναπτόμενη εξ επαχθούς αιτίας, αλλά είναι γνήσια προγραμματική σύμβαση, το αντικείμενο της οποίας συνίσταται στην συνεργασία των ανωτέρω φορέων προς την επίτευξη ενός σκοπού δημοσίου συμφέροντος. Συνεπώς, ο κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της κρινόμενης αίτησης συναγόμενος σχετικός ισχυρισμός του αιτούντος κρίνεται βάσιμος. Αν και κατά τη γνώμη των Ευαγγελίας Σεραφή και ., Παρέδρων με συμβουλευτική ψήφο, η ελεγχόμενη σύμβαση, με αντικείμενο την πανελλαδική υποστήριξη του πληροφορικού συστήματος διαχείρισης αιτήσεων υπηκόων τρίτων χωρών και αδειών διαμονής, υποθέσεων κτήσης της ελληνικής ιθαγένειας και της οικείας τηλεφωνικής υποστήριξης, δεν πληρεί τις προϋποθέσεις της προγραμματικής σύμβασης καθόσον δεν θέτει γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση του ως άνω πληροφορικού συστήματος που διασυνδέει τις δημόσιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων με τους Δήμους της χώρας. Τούτο διότι, το συνολικό τεχνικό της αντικείμενο δεν έχει προγραμματικό χαρακτήρα, αλλά σαφώς προσδιορισμένες υπηρεσίες ανάπτυξης και συντήρησης πληροφορικού συστήματος που ήδη λειτουργεί, οι δε υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν το Υπουργείο Εσωτερικών και ο Δήμος Αθηναίων αποτελούν υποχρεώσεις που, πέραν του οικονομικού ανταλλάγματος, είναι παρεπόμενες του κυρίου αντικειμένου και κατά συνέπεια αν όχι αυτονόητα πάντως ευλόγως μπορούν να αναληφθούν στο πλαίσιο μιας σύμβασης ανάθεσης δημόσιων υπηρεσιών, στο βαθμό που προηγουμένως έχουν προσδιοριστεί με την οικεία διακήρυξη. Τη φύση του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης ως δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η ανάθεση των ίδιων ακριβώς εργασιών έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο διαγωνιστικής διαδικασίας (με πρωτοβουλία του Υπουργείου), μέχρι την ολοκλήρωση της οποίας η παροχή των υπηρεσιών προβλέπεται να εξυπηρετείται μέσω της ελεγχόμενης προγραμματικής σύμβασης. Επομένως όπως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο, η ελεγχόμενη σύμβαση αποτελεί δημόσια σύμβαση πληροφορικών υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 2 του π.δ. 60/2007, για την ανάθεση της οποίας οι αρμόδιοι φορείς, εν προκειμένω Υπουργείο Εσωτερικών και Δήμος Αθηναίων (είτε αυτοτελώς ενεργώντας είτε σε συνεργασία) οφείλουν να εφαρμόζουν τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα νομοθεσία ρυθμίσεις, από τις οποίες επιβάλλεται η διενέργεια διαγωνισμού. Περαιτέρω, όσον αφορά στο χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης του έργου, το Τμήμα κρίνει ότι από το άρθρο 4 της ελεγχόμενης προγραμματικής σύμβασης, που καταρτίστηκε τον Οκτώβριο του 2011, στο οποίο προβλέφθηκε ότι αυτή θα λήξει την 30.6.2012, συνάγεται όπως άλλωστε επικαλούνται, ότι πρόθεση των συμβαλλομένων μερών είναι η εννεάμηνη διάρκεια της ανωτέρω σύμβασης και κατά συνέπεια το χρονικό αυτό διάστημα έκριναν τα συμβαλλόμενα μέρη ως αναγκαίο για την υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης. Ως εκ τούτου, το Τμήμα κρίνει ότι εκ παραδρομής όρισαν συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης της υπό κρίση προγραμματικής σύμβασης, καθόσον από το σύνολο του κειμένου της διακρίνεται η σαφής πρόθεσή τους, όπως συνάψουν σύμβαση διαρκείας 9 μηνών (βλ. αποφάσεις Τμ. Μείζ. – Επταμ. Σύνθ. Ελ. Συν. 2769, 2770 και 2271/2011). Τέλος, από το επισυναπτόμενο στο σχέδιο της ελεγχόμενης σύμβασης αναλυτικό πίνακα κοστολόγησης και χρονοδιάγραμμα, προκύπτουν τόσο το κόστος των επιμέρους υπηρεσιών, όσο και ο εκτιμώμενος χρόνος περάτωσης καθεμίας εξ αυτών. Ως εκ τούτου, η παράλειψη αναφοράς του χρόνου καταβολής καθεμίας από τις τρεις δόσεις της χρηματοδότησης και η μη πρόβλεψη συγκεκριμένης αντιστοιχίας των περιοδικών καταβολών προς την πρόοδο των εργασιών δεν αποτελεί, κατά την κρίση του Τμήματος, ουσιώδη πλημμέλεια, καθόσον οι εν λόγω καταβολές, όποτε και αν διενεργηθούν, αφορούν σε συγκεκριμένες υπηρεσίες, οι οποίες θα έχουν ήδη ολοκληρωθεί κατά το χρόνο πληρωμής, με βάση το χρονοδιάγραμμα (βλ. και άρθρο 3 της ελεγχόμενης σύμβασης ανωτέρω σκέψη ΙV ε΄). Εξάλλου, ο χρόνος καταβολής της χρηματοδότησης δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των στοιχείων, τα οποία συγκροτούν με βάση τα άρθρα 100 του ν. 3852/2010 και 225 του ν. 3463/2006 το ελάχιστο νόμιμο περιεχόμενο των προγραμματικών συμβάσεων. Κατά συνέπεια, ο σχετικώς προβαλλόμενος λόγος του αιτούντος κρίνεται βάσιμος.(...)Συνακόλουθα, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει να γίνουν δεκτές οι υπό κρίση αίτηση και παρεμβάσεις και να ανακληθεί η προσβαλλόμενη πράξη του Κλιμακίου, το δε οικείο σχέδιο σύμβασης μπορεί να υπογραφεί, δοθέντος ότι δεν αναδείχθηκε με την ανακαλούμενη πράξη άλλος λόγος διακωλυτικός της υπογραφής του.
ΕΣ/Τ6/26/2008
Διάκριση σύμβασης έργου από τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών.Ως "συμβάσεις υπηρεσιών", νοούνται συμβάσεις πλην των συμβάσεων έργων ή προμηθειών, που έχουν ως αντικείμενο την παροχή των υπηρεσιών, οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα XVII. Σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο ταυτοχρόνως προϊόντα και υπηρεσίες κατά την έννοια του παραρτήματος XVII, θεωρείται ως "σύμβαση υπηρεσιών", εφόσον η αξία των συγκεκριμένων υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων που περιλαμβάνονται στη σύμβαση. Σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο υπηρεσίες, κατά την έννοια του παραρτήματος XVII και η οποία δεν περιλαμβάνει δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα XII παρά μόνο παρεμπιπτόντως σε σχέση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, θεωρείται ως "σύμβαση υπηρεσιών"».
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/97/2018
Προγραμματική σύμβαση.Με αυτά τα δεδομένα και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο, εκτιμώντας το περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης επί της οποίας ερείδεται η εντελλόμενη με το κρινόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, κρίνει ότι, μολονότι αυτή επιγράφεται ως προγραμματική, ωστόσο, δεν εμπίπτει στην έννοια αυτής. Συγκεκριμένα, από το αντικείμενό της και κυρίως από τη διαμόρφωση των υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών, προκύπτει ότι δεν πρόκειται για περίπτωση συνεργασίας φορέων που εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό -με την αλληλοσυμπλήρωση αρμοδιοτήτων ή οικονομικοτεχνικών μέσων- την από κοινού εκτέλεση δημόσιας αποστολής τους. Αντιθέτως, αποβλέπουν η μεν Περιφέρεια -η ουσιώδης συμβολή της οποίας εξαντλείται στην ανάληψη της υποχρέωσης για τη συνολική κάλυψη του συμβατικού κόστους- στην υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης, το δε ... - ΕΛΚΕ στη λήψη της αντιπαροχής για την εκ μέρους του υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου. Στην ερμηνευτική αυτήν εκδοχή συνηγορεί, άλλωστε, και η επιβάρυνση του ποσού του προϋπολογισμού της σύμβασης με ΦΠΑ, ο οποίος επιβάλλεται στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, όχι όμως και στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. Ελ.Συν VII Τμ. πράξη 29/2015, ΚΠΕΔ στο VIIΤμ. πράξη 81/2016, 350/2015)....Εκ των ανωτέρω παρέπεται ότι η ανωτέρω σύμβαση αποτελεί, κατ’ ορθή νομική εκτίμηση αυτής, εξ επαχθούς αιτίας δημόσια σύμβαση παροχής υπηρεσιών. Η ανάθεση, ωστόσο, αυτής, για την οποία, σημειωτέον, δεν προκύπτει βέβαιο διασυνοριακό ενδιαφέρον ενόψει των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της (εργαστηριακοί έλεγχοι μια ή και δύο φορές την εβδομάδα σε διαπιστευμένο εργαστήριο) και της χαμηλής της αξίας (βλ. ενδεικτικώς ως προς τα κριτήρια για κρίση περί του βέβαιου του διασυνοριακού ενδιαφέροντος μιας δημόσιας σύμβασης ΔΕΕ απόφαση της 6.10.2016, C-318/2015, σκ. 20 και εκεί παραπεμπόμενη νομολογία), νομίμως μπορούσε να γίνει απευθείας. (συγγνωστή πλάνη)
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/240/2017
Προγραμματική σύμβαση:..Με δεδομένα τα ανωτέρω γίνονται δεκτά τα ακόλουθα: Δοθέντος ότι είναι επιτρεπτή η σύναψη προγραμματικής σύμβασης μεταξύ πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. και Φο.Δ.Σ.Α. για την ανάθεση στον τελευταίο των εργασιών συλλογής και μεταφοράς αστικών στερεών αποβλήτων, νομίμως συνάφθηκε εν προκειμένω η από 17.3.2017 προγραμματική σύμβαση μεταξύ του Δήμου … και της …. με αντικείμενο όχι μεν την εξ ολοκλήρου ανάθεση των εργασιών αυτών -σε σχέση με τα απόβλητα συσκευασίας- στη ..., αλλά τις επιμέρους ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν προκειμένου να είναι σε θέση ο Δήμος να εκτελέσει τις εν λόγω εργασίες. Νομίμως, συνεπώς, προβλέφθηκε και η κάλυψη του αναφυόμενου στο πλαίσιο της προγραμματικής αυτής σύμβασης διοικητικού κόστους των παρεχόμενων από τη …. υπηρεσιών, χωρίς τούτο να συνιστά παραβίαση των όρων της προηγουμένως συναφθείσας εξαετούς σύμβασης συνεργασίας μεταξύ του Δήμου …, της …. και της .., εφόσον, άλλωστε, στο κείμενο αυτής γινόταν μνεία ότι ο Δήμος επρόκειτο να αναλάβει το σύνολο των δαπανών που θα ανέκυπταν στο πλαίσιο εκτέλεσης από μέρους του των εργασιών συλλογής και μεταφοράς των αποβλήτων συσκευασίας. Η δε προβλεπόμενη από την άνω προγραμματική σύμβαση προκαταβολή του 30% του συνολικού κόστους αυτής, δεν αντίκειται στο νόμο. Και τούτου διότι με το άρθρο 100 παρ. 2α. του ν. 3852/2010 δεν ορίζεται, ως μοναδικός επιτρεπόμενος τρόπος εκπλήρωσης των αναλαμβανόμενων οικονομικών υποχρεώσεων των μερών, η εφάπαξ καταβολή των οφειλόμενων ποσών με την ολοκλήρωση του αντικειμένου της σύμβασης, επιτρεπομένης, ως εκ τούτου, της τμηματικής καταβολής τους, στην έννοια της οποίας εμπίπτει και η χορήγηση προκαταβολής. Εντούτοις, ο τρόπος προσδιορισμού του διοικητικού κόστους παροχής των υπηρεσιών της …. για την εκτέλεση του αντικειμένου της συγκεκριμένης προγραμματικής σύμβασης, ήτοι σε σχέση με την εκτιμώμενη συνολική ποσότητα αστικών στερεών αποβλήτων που παράγει ο Δήμος, δεν είναι νόμιμος.(..)Κατ’ ακολουθία, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, αυτό δεν δύναται να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜΕΣ/2007/2014
Προγραμματικές-συμβάσεις. ζητείται η αναθεώρηση της 557/2014 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του ως άνω Δήμου για ανάκληση της 250/2013 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου,(...) Η ελεγχόμενη σύμβαση δεν συνιστά γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, παρά τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα Δήμο, δεδομένου ότι συνάπτεται μεταξύ δύο μερών που δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν, ο μεν Δήμος την επίτευξη της εύρυθμης λειτουργίας των παιδικών και βρεφoνηπιακών σταθμών προς εκπλήρωση της αποστολής που έχει αναλάβει, δυνάμει του άρθρου 75 του Κ.Δ.Κ., η δε αντισυμβαλλόμενη ιδιωτικού δικαίου Κοιν.Σ.Επ. το αντάλλαγμα για την παροχή της υπηρεσίας λειτουργίας αυτών. Περαιτέρω, για την επίτευξη του σκοπού της σύμβασης προβλέπεται μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο στην επιχείρηση με τη μορφή του ανταλλάγματος έναντι των παρεχόμενων μέσω της σύμβασης υπηρεσιών, ενώ ο επιδιωκόμενος από τα αντισυμβαλλόμενα μέρη σκοπός επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω της σύμβασης αυτής, χωρίς να απαιτείται η περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων. Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση η σύμβαση συνάπτεται από επαχθή αιτία μεταξύ μίας αναθέτουσας αρχής, κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης και ενός ιδιώτη και έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών, έναντι αντιπαροχής ύψους 673.406.55 ευρώ, που αποτελεί και το αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο της συμφωνίας, χωρίς ο επαχθής χαρακτήρας αυτής να αναιρείται από την παραδοχή ότι στο συμφωνηθέν ποσό δεν περιλαμβάνεται ευθέως κάποιο ποσό ως κέρδος της αντισυμβαλλόμενης επιχείρησης, αφού η ύπαρξή του δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως επαχθούς αιτίας.
ΕλΣυν/Τμ6/408/2017
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ: Αίτηση ανάκλησης της 4/2017 πράξης της Αναπληρώτριας Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου (...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II, το Τμήμα κρίνει ότι το αντικείμενο της υπό έλεγχο σύμβασης θα μπορούσε να υπαχθεί στο άρθρο 89 του ν.4368/2016, αφού με αυτήν επιδιώκεται η αντιμετώπιση επισιτιστικών προβλημάτων κοινωνικά ευπαθών περιοχών της χώρας. Eν προκειμένω όμως, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος για τη σύναψη προγραμματικής σύμβασης, καθώς οι συμβαλλόμενοι δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία, συμπράττοντας ισόρροπα για την από κοινού εξυπηρέτηση ενός δημόσιου σκοπού, αλλά αποβλέπουν η μεν αιτούσα-η ουσιώδης συμβολή της οποίας εξαντλείται στην ανάληψη της υποχρέωσης για τη κάλυψη του συμβατικού κόστους- στην υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης, το δε ...... ...... στη λήψη της αντιπαροχής για την εκ μέρους του υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου. Στην ερμηνευτική αυτήν εκδοχή συνηγορεί και η επιβάρυνση, στο αρχικώς υποβληθέν στην Υπηρεσία Επιτρόπου σχέδιο σύμβασης, του ποσού του προϋπολογισμού της σύμβασης με ΦΠΑ, ο οποίος επιβάλλεται στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, όχι όμως και στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. ΕΣ Πρ. VII Τμ. 29/2015). Περαιτέρω με την ελεγχόμενη σύμβαση δεν τίθεται ένα γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση των υπηρεσιών ούτε προσδίδεται προγραμματικός χαρακτήρας στο αντικείμενό της, αντιθέτως οι παρεχόμενες υπηρεσίες προσδιορίζονται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο (βλ. την από 26.8.2016 πρόταση του ......υ στην οποία αναφέρονται αναλυτικά ο αριθμός των σχολείων και των μαθητών, τα παρεχόμενα είδη τροφίμων και το κοστολόγιό τους), τα δε συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να εκπληρώσουν τις κύριες υποχρεώσεις (παροχή υπηρεσίας-αμοιβή) μίας εξ επαχθούς αιτίας σύμβασης παροχής υπηρεσιών. Συνακόλουθα το Τμήμα κρίνει- παρελκομένης της εξέτασης των λοιπών πλημμελειών που τίθενται με την προσβαλλομένη πράξη- ότι δεν ήταν νόμιμη η προσφυγή από την αιτούσα στη διαδικασία της προγραμματικής σύμβασης αλλά για την υλοποίηση του αντικειμένου της ελεγχόμενης σύμβασης έπρεπε να επιλεγεί η διαγωνιστική διαδικασία. Τέλος απορριπτέος είναι ο λόγος ανάκλησης περί συνδρομής λόγων δημοσίου συμφέροντος δεδομένου ότι αυτό υπηρετείται με την τήρηση του νόμου, ενώ πρέπει να απορριφθεί ενόψει της σαφήνειας των εφαρμοστέων διατάξεων και ο λόγος ανάκλησης περί συγγνωστής πλάνης.Απορρίπτει την αίτηση της ανάκλησης.