ΕΣ/ΤΜ.1/540/2017
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Εξάλλου, ο συναγόμενος, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πλημμελής διότι ο έλεγχος για την υλοποίηση της πράξης διενεργήθηκε και, ακολούθως, η σχετική 375/20.12.2010 έκθεση ελέγχου συντάχθηκε από την εν λόγω ΕΥΔ, δηλαδή από την αναθέτουσα αρχή, υπό την παράλληλη ιδιότητά της ως Διαχειριστικής Αρχής του Ε.Π. «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού», είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο διότι: α) σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, η ευθύνη, εν προκειμένω, της εκκαλούσας, ως τελικού αποδέκτη της χρηματοδότησης, βασίζεται στο πραγματικό γεγονός της μη ολοκλήρωσης του φυσικού αντικειμένου της πράξης, η δε προσβαλλόμενη καταλογιστική απόφαση για την ανάκτηση της αχρεωστήτως καταβληθείσας χρηματοδότησης εκδόθηκε από την αρμόδια ελεγκτική αρχή κατά δεσμία αρμοδιότητα ως απλή συνέπεια της διαπίστωσης ότι δεν συνέτρεχαν οι όροι καταβολής της χρηματοδότησης, χωρίς να συναρτάται με αξιολογικές κρίσεις και δεν ελέγχεται, ως εκ τούτου, ως προς τις εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης των οργάνων της, β) με τις διατάξεις του άρθρου 7 (παρ. 1 εδ. β΄) του ν. 2860/2000 ρητώς προβλέπεται ότι στις περιπτώσεις πράξεων τεχνικής βοήθειας η άσκηση των αρμοδιοτήτων της διαχειριστικής αρχής είναι συμβατή με την ιδιότητα τελικού δικαιούχου, η δε εκτέλεσή τους, σύμφωνα με τον Οδηγό Διαδικασιών και Επιλέξιμων Ενεργειών Τεχνικής Βοήθειας Στήριξης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης 2000 – 2006, γίνεται σύμφωνα με το π.δ. 4/2002, ήτοι με ανάθεση σε τρίτο οικονομικό φορέα και γ) με τις διατάξεις της 118267/20000 (ΦΕΚ Β’ 1595) ΚΥΑ, για τη σύσταση και λειτουργία της υπηρεσίας αυτής, όπου προβλέπεται ότι για το Ε.Π. «Απασχόληση και Επαγγελματική Κατάρτιση» της προγραμματικής περιόδου 2000-2006, αρμόδια για την πραγματοποίηση των ελέγχων σε ενταγμένες πράξεις και τη σύνταξη των σχετικών εκθέσεων ελέγχου είναι η Μονάδα Γ Προεγκρίσεων και Επιτόπιων Επαληθεύσεων, ενώ αρμόδια για την εκτέλεση των έργων τεχνικής βοήθειας με τελικό δικαιούχο τη διαχειριστική αυτή αρχή, ήτοι και για την ανάθεση των σχετικών συμβάσεων σε τρίτους, είναι η Μονάδα Δ Οργάνωσης – Υποστήριξης, διασφαλίζεται επαρκώς η διάκριση αρμοδιοτήτων στο εσωτερικό της και ο αναγκαίος βαθμός αυτονομίας στην άσκηση των καθηκόντων τους. Ανεξαρτήτως δε των ανωτέρω, ο ισχυρισμός αυτός, όπως προβάλλεται, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος και για τον λόγο ότι με αυτόν, κατ’ ουσίαν, δεν αμφισβητείται η νόμιμη άσκηση της ελεγκτικής αρμοδιότητας της ανωτέρω ΕΥΔ ειδικώς κατά τη διενέργεια του ελέγχου, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης δημοσιονομικής διόρθωσης, αλλά η πάγια και δομική αμεροληψία της εν λόγω υπηρεσίας, εκ του γεγονότος ότι ως διαχειριστική αρχή του οικείου προγράμματος είναι ταυτόχρονα και φορέας εκτέλεσης των ενταγμένων σε αυτό πράξεων τεχνικής βοήθειας.(...)Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα προηγουμένως κρίθηκαν και έγιναν δεκτά, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί, περαιτέρω δε να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος για την έφεση παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 παρ.4 του ν. 4129/2013, ΦΕΚ Α 52) και, εκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί η εκκαλούσα από τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 123 π.δ.1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006, ΦΕΚ Α΄ 1354, και 275 παρ. 1 Κ.Δ.Δ.).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/208/2012
Παροχή ναυαγοσωστικών υπηρεσιών...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη διότι βρίσκει έρεισμα στη διάταξη του άρθρου 7 του π.δ/τος 23/2000, που ορίζει την υποχρέωση των δήμων για παροχή ναυαγοσωστικής κάλυψης σε πολυσύχναστες λουτρικές εγκαταστάσεις της χωρικής αρμοδιότητάς τους. Εξάλλου, ανεξάρτητα από τη δυνατότητα παροχής (προαιρετικής) ναυαγοσωστικής κάλυψης και κατά τον μήνα Σεπτέμβριο, πέραν της προβλεπόμενης από το π.δ. 23/2000 ως υποχρεωτικής κατά τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο, στην προκειμένη υπόθεση, δεν παρασχέθηκαν, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο έγγραφο επανυποβολής, ναυαγοσωστικές υπηρεσίες κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2012 και ως εκ τούτου η δαπάνη που τελικά βαρύνει τον Δήμο νομίμως περιορίζεται στο χρονικό διάστημα παροχής των εν λόγω υπηρεσιών, δηλαδή από 27.6.2012 έως 31.8.2012, διάστημα που εμπίπτει στο προβλεπόμενο από το π.δ. 23/2000 ως υποχρεωτικό διάστημα παροχής ναυαγοσωστικών υπηρεσιών. Τέλος, αβασίμως προβάλλεται από τον Επίτροπο ότι η εντελλόμενη δαπάνη υπερβαίνει το προσήκον μέτρο τόσο ως προς το ύψος του ημερομισθίου όσο και ως προς τον αριθμό των ναυαγοσωστών, καθόσον, αφενός μεν το ποσό του ημερομισθίου που αναφέρεται ως τιμή μονάδας στη σχετική μελέτη και στην από 27.6.2012 σύμβαση δεν αφορά μόνο στο καταβαλλόμενο σε κάθε ναυαγοσώστη ημερομίσθιο (συμπεριλαμβανομένου μισθού, επιδομάτων, αναλογίας δώρου και επιδόματος αδείας καθώς και όλων των εργοδοτικών εισφορών προς τα ασφαλιστικά ταμεία) αλλά περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών, με τις οποίες βαρύνεται ο ανάδοχος για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών και αφετέρου ο αριθμός των επτά πόστων ναυαγοσωστών για την παροχή ναυαγοσωστικής κάλυψης σε πέντε πολυσύχναστες παραλίες του Δήμου δεν υπερβαίνει κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας τον αριθμό που είναι αναγκαίος για την προστασία των λουομένων. Κατ’ ακολουθίαν, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν.Τμ.4/32/2011
Προμήθεια πακέτου προγραμμάτων πληροφορικής:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η ανωτέρω, από 1.1.2010, σύμβαση συντήρησης και τεχνικής υποστήριξης των εγκατεστημένων στο Γενικό Νοσοκομείο ... «..» προγραμμάτων, νομίμως συνάφθηκε απευθείας με την εταιρεία «…» χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης για τη διενέργεια ανοικτού ή κλειστού δημόσιου μειοδοτικού διαγωνισμού. Τούτο διότι, σύμφωνα με την, από 1.8.1994, αρχική σύμβαση προμήθειας των προγραμμάτων αυτών, οι όροι της οποίας δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ούτε εξάλλου η Επίτροπος προβάλλει, ότι έχουν τροποποιηθεί, η προαναφερόμενη εταιρεία, ως δημιουργός των σχετικών προγραμμάτων λογισμικού, έχει διατηρήσει την κυριότητα του πηγαίου κώδικά τους καθώς και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σ’ αυτά, με συνέπεια να καθίσταται η μοναδική που μπορεί νόμιμα να παρέχει (η ίδια ή μέσω συνεργαζόμενων με αυτή εταιρειών – third party maintenance ) υπηρεσίες συντήρησης και τεχνικής υποστήριξης αυτών για όσο χρονικό διάστημα το Νοσοκομείο χρησιμοποιεί τα δημιουργηθέντα από αυτή προγράμματα, αποκλειομένης ρητά της δυνατότητας του τελευταίου να αναθέτει την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών σε τρίτους..Κατ’ ακολουθία, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, που αφορά στην καταβολή αμοιβής στην άνω εταιρεία για τις υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης και συντήρησης των προαναφερόμενων προγραμμάτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών του κατά το μήνα Ιανουάριο του έτους 2010 σε εκτέλεση της προαναφερόμενης, από 1.1.2010, σύμβασης, είναι νόμιμη και επομένως το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα το οποίο μπορούσε να θεωρηθεί, δεν πρέπει να θεωρηθεί λόγω λήξης του οικονομικού έτους 2010, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.
ΕλΣυν.Τμ.Μειζ.Επταμ.Συνθ/1746/2016
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-Αίτηση αναθεώρησης: από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του VI Τμήματος κοινοποιήθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο της αιτούσας από τη Γραμματεία του Τμήματος, με τηλεομοιοτυπία στις 11 Φεβρουαρίου 2016, όπως αποδεικνύεται από το αποδεικτικό επιτυχούς αποστολής τηλεομοιοτυπίας της ιδίας ως άνω ημερομηνίας. Στη συνέχεια δε αντίγραφο του αποδεικτικού κοινοποίησης, υπογεγραμμένο από τον πληρεξούσιο της αιτούσας και με σφραγίδα της δικηγορικής εταιρείας, επιστράφηκε στη γραμματεία του Τμήματος και ως εκ τούτου αποδεικνύεται ότι ο πληρεξούσιος της αιτούσας, που είναι υποχρεωτικά και αντίκλητός της για την κοινοποίηση της απόφασης, έλαβε κατά την ανωτέρω ημερομηνία πλήρη γνώση του περιεχομένου της. Περαιτέρω, η κρινομένη αίτηση κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Τμήματος στις 4.4.2016, με αριθμό κατάθεσης 583/2016, ήτοι μετά την παρέλευση σχεδόν δύο μηνών από την κοινοποίηση της πληττόμενης απόφασης στην αιτούσα.Ενόψει αυτών και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά, η υπό κρίση αίτηση αναθεώρησης που κατατέθηκε μετά την πάροδο της δεκαπενθήμερης αποκλειστικής προθεσμίας από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι εκπρόθεσμη και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη,
ΕΣ/ΤΜ.4/224/2010
Προμήθεια ιατρικών αερίων...:Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, και τούτο διότι δεν είναι σύννομη η κατακύρωση του διαγωνισμού στη μοναδική εναπομείνασα - και ήδη φερόμενη ως δικαιούχο - εταιρία, καθόσον, παρά το γεγονός ότι εφαρμόσθηκε ως κριτήριο κατακύρωσης αυτό της χαμηλότερης τιμής, δεν λήφθηκαν υπόψη από το Νοσοκομείο συγκριτικά στοιχεία, είτε των επιτευχθεισών σε ανάλογους, προηγούμενους διαγωνισμούς τιμών, είτε της αγοράς για την προμήθεια ομοειδών υλικών, που να επιβεβαιώνονται μάλιστα από συγκεκριμένα παραστατικά στοιχεία. Η υποχρέωση αυτή της Αναθέτουσας Αρχής, όπως προκύπτει από την απόφαση κατακύρωσης όπου δεν περιλαμβάνεται σχετική ειδική αιτιολογία, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι ανάδοχος σε όλους τους διεξαχθέντες από το 2003 διαγωνισμούς ήταν η ίδια εταιρία, καθώς, ακόμη κι αν παρατίθεντο οι τιμές που είχαν προσφερθεί στους διαγωνισμούς εκείνους, και πάλι θα απαιτούνταν η διερεύνηση και η σύγκριση των τιμών της οικείας αγοράς, ενόψει του ότι α) δεν μπορούν να θεωρηθούν ως συγκριτικά στοιχεία οι τιμές που η ίδια ανάδοχος προσέφερε σε διαγωνισμούς με όμοιο αντικείμενο και β) αυτό καθαυτό το γεγονός ανάδειξης της ίδιας προμηθεύτριας εταιρίας επί σειρά ετών (χωρίς να διευκρινίζεται αν τότε είχαν υποβληθεί και αξιολογηθεί περισσότερες προσφορές) καθιστά, κατά την κοινή πείρα, επιτακτικότερη την ανάγκη συλλογής των στοιχείων αυτών, προκειμένου να διασφαλισθεί το επιδιωκόμενο από τις κείμενες διατάξεις συμφέρον του Νοσοκομείου μέσω της ανάπτυξης υγιούς ανταγωνισμού. Περαιτέρω, όπως αποδεικνύεται από την απόφαση συγκρότησης της επιτροπής διαγωνισμού, η σύνθεσή της περιλάμβανε εκπροσώπους της ΔΥΠΕ και του Επιμελητηρίου, κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 2955/2001. Συνεπώς, όσα, αντιθέτως, ισχυρίζεται το Νοσοκομείο είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, ενώ είναι βάσιμοι οι προβαλλόμενοι λόγοι διαφωνίας της Επιτρόπου και δεν πρέπει να θεωρηθεί το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής.
ΕΣ/ΤΜ.1/1804/2011
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με βάση τα παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει καταρχήν ότι νόμιμα η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης στηρίχθηκε στις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 κοινή υπουργικής απόφασης, η οποία, όπως αναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην περίπτωση χρηματοδοτήσεων που έχουν ήδη καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της αλλά και στην περίπτωση που διαπιστωθεί αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδότησης κατά τη διενέργεια ελέγχου από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης ενός Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2860/2000, όπως πράγματι συνέβη στην υπό κρίση υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δε διαφέρει ουσιαστικά από την περιγραφόμενη στην 15954/(ππο)559/11.8.2006 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1266), που εκδόθηκε μεταγενέστερα και αφορά στην ανάκτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Ε.Τ.Π.Α. του Γ΄ Κ.Π.Σ., μεταξύ άλλων, και του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα». Εξάλλου, ούτε η εκκαλούσα επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επέλευση οποιασδήποτε βλάβης στα δικαιώματα της, που να οφείλεται ειδικά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος από την εκκαλούσα λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να ακυρωθεί ως ερειδόμενη σε ανίσχυρη κοινή υπουργική απόφαση είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, η εκκαλούσα, παρά το ότι στη συναφθείσα ως άνω από 25.11.2002 σύμβαση αλλά και στην από 23.8.2006 έκθεση ελέγχου φέρεται ως τελικός αποδέκτης, εντούτοις αποτελεί τον τελικό δικαιούχο της συγχρηματοδοτούμενης επένδυσης, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 (περίπτ. ιβ) του Κανονισμού (ΕΚ)1260/1999 και 1 (περίπτ. στ) του ν. 2860/2000, καθόσον αποτελεί το φορέα που είχε την ευθύνη υλοποίησης – με δική της οργάνωση και μέσα – της επένδυσης. Κατά συνέπεια, φέρει την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου, ευθυνόμενη για κάθε πταίσμα αναφορικά με τις παρατυπίες που διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση της επένδυσης αυτής. (...)Ενόψει αυτών, κατά παραδοχή του αντίστοιχου λόγου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη διαπιστωθείσα παρατυπία, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την έφεση λόγων. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης (άρθρα 56 παρ. 2 του π.δ/τος 774/1980 και 61 παρ. 5 του π.δ/τος 1225/1981), ενώ πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από την δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Διοικ.Δικ., σε συνδυασμό προς το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).
ΕλΣυν.Τμ.6/2239/2016
Προμήθεια ραδιοφαρμάκων-ραδιοϊσοτόπων: ..ζητείται η ανάκληση της 141/2016 Πράξης του Στ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά (βλ. σκ. II), η κρινόμενη αίτηση είναι εκπρόθεσμη, δεδομένου ότι κατατέθηκε στη Γραμματεία του Τμήματος στις 22.9.2016 (βλ. τη συνταχθείσα επί του δικογράφου αυτής πράξη κατάθεσης), ήτοι μετά την παρέλευση της σχετικής αποκλειστικής δεκαπενθήμερης προθεσμίας, η οποία, στην προκειμένη περίπτωση, άρχισε την επομένη της κοινοποιήσεως της προσβαλλόμενης πράξης στην αναθέτουσα αρχή δηλ. στις 18.8.2016 και συμπληρώθηκε την 1.9.2016, ημέρα Πέμπτη, εργάσιμη και μη εξαιρετέα εκ του νόμου και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών αυτής ως αβασίμων. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός του αιτούντος Νοσοκομείου περί αναστολής της εν λόγω προθεσμίας κατά διάρκεια των δικαστικών διακοπών πρέπει, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν (βλ. ανωτέρω σκέψη IΙ) να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ομοίως, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός ότι η μη έγκαιρη κατάθεση της αίτησης οφείλεται στην καθυστερημένη ενημέρωση του Διοικητή του αιτούντος Νοσοκομείου αναφορικά με την προσβαλλόμενη πράξη λόγω του ότι ο τελευταίος ανέλαβε καθήκοντα το πρώτον στις 16.9.2016, καθόσον η ανωτέρω περίσταση δεν ανέστειλε την προθεσμία υποβολής αίτησης ανάκλησης, αφού δεν συνιστά γεγονός ανωτέρας βίας που συνεπάγεται την απόλυτη αδυναμία των οργάνων του νοσοκομείου για την έγκυρη άσκηση της αίτησης ανάκλησης ούτε, σε κάθε περίπτωση, συνέτρεξε κατά το χρόνο λήξης της εν λόγω προθεσμίας. Περαιτέρω, οι ισχυρισμοί του αιτούντος ότι η προσβαλλομένη όφειλε να επιδοθεί στο νόμιμο εκπρόσωπό του με δικαστικό επιμελητή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 33 επ. του π.δ. 1225/1981 (ΦΕΚ Α΄304) και, ως εκ τούτου δεν άρχισε η δεκαπενθήμερη προθεσμία και η κρινόμενη αίτηση έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, καθώς και ότι υπάρχει δυνατότητα ανάκλησης της προσβαλλόμενης πράξης είτε οίκοθεν είτε κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης βάσει των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου περί ανάκλησης των διοικητικών πράξεων είναι, ομοίως, απορριπτέοι ως αβάσιμοι, διότι, όπως ήδη εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη η διάταξη του άρθρου 35 παρ. 5 του Κώδικα Νόμων για το ΕΣ ρυθμίζει κατά τρόπο εξαιρετικό και εξαντλητικό τη διαδικασία ανάκλησης των πράξεων προσυμβατικού ελέγχου των Κλιμακίων ή Επιτρόπων, χωρίς να καταλείπεται περιθώριο αναλογικής ή ευθείας εφαρμογής των ως άνω γενικών αρχών, και προβλέπει ότι η αποκλειστική δεκαπενθήμερη προθεσμία για την υποβολή της σχετικής αίτησης άρχεται από την κοινοποίηση (και όχι επίδοση) της πράξεως του Κλιμακίου ή Επιτρόπου στον οικείο φορέα, η οποία γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο, συμπεριλαμβανομένης και της τηλεομοιοτυπίας (fax).
ΕΣ/ΤΜ.Μ.Ε.Σ/3207/2011
Κατασκευή κλειστού κολυμβητηρίου...ζητείται η αναθεώρηση της 2201/2011 απόφασης του VI Τμήματος..Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η υπό κρίση αίτηση ασκηθείσα μετά την πάροδο της τασσόμενης από το νόμο δεκαπενθήμερης προθεσμίας είναι εκπρόθεσμη και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, χωρίς να ασκούν επιρροή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, οι ισχυρισμοί, τους οποίους ο αιτών Δήμος προβάλλει με το από 8.11.2011 υπόμνημά του, ότι η προθεσμία άσκησης αίτησης αναθεώρησης άρχεται από την επίδοση στην αναθέτουσα αρχή, η οποία πρέπει να γίνεται κατά τις διατάξεις του π.δ.1225/1981 περί επιδόσεων εγγράφων, καθόσον οι διατάξεις αυτές δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην κρινόμενη περίπτωση, δεδομένου ότι ο νομοθέτης ορίζει ρητά ότι η απόφαση του Τμήματος κοινοποιείται (και όχι ότι επιδίδεται) στην αναθέτουσα αρχή. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ο Δήμος ότι δεν παρέλαβε την τηλεομοιοτυπία της 16.9.2011, προς απόδειξη δε του ισχυρισμού του αυτού επικαλείται το 322/9.11.2011 έγγραφο του Δημάρχου ..., με το οποίο όμως το μόνο που βεβαιώνεται είναι ότι η 2201/2011 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν πρωτοκολλήθηκε κατά το χρονικό διάστημα από 16.9.2011 έως 21.9.2011 από την υπηρεσία του Δήμου. Το νομότυπο όμως της κοινοποιήσεως με τηλεομοιοτυπία της προσβαλλόμενης αποφάσεως του VI Τμήματος στο Δήμο … δεν αίρεται από το βεβαιούμενο στο ως άνω έγγραφο του Δημάρχου γεγονός της μη πρωτοκολλήσεως της αποφάσεως, καθόσον ναι μεν κατά τις διατάξεις του άρθρου 12 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (βλ. παρ. 13 του άρθρου 14 του ν. 2672/1998), έπρεπε τούτο να πρωτοκολληθεί με την ημερομηνία και κατά τη σειρά λήψης του, η παράλειψη όμως αυτή ανάγεται στη σφαίρα δράσης και ευθύνης του προαναφερόμενου Δήμου (βλ. Τμήμα Μείζονος – Επταμελούς Συνθέσεως 2163/2011) και δεν δύναται να ασκήσει επιρροή επί της ήδη αρξαμένης -από της κοινοποιήσεως -προθεσμίας ασκήσεως αιτήσεως αναθεωρήσεως.
95393 ΕΞ 2024
Ρύθμιση θεμάτων των προγραμμάτων δράσεων τεχνικής βοήθειας και διαδικασίες κατάρτισης και τήρησης των καταλόγων προμηθευτών και παρόχων υπηρεσιών ενεργειών τεχνικής βοήθειας και εξειδίκευση θεμάτων επιλογής αναδόχων για την υλοποίηση δράσεων Τεχνικής Βοήθειας.
ΕΣ/ΤΜ.7/189/2011
Ανάπλαση εισόδου πόλης-προγραμματική σύμβαση...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι η σύναψη της επίμαχης προγραμματικής σύμβασης μεταξύ του Δήμου ... και της ... δεν είναι νόμιμη, καθόσον οι εργασίες που αποτελούν αντικείμενο αυτής δεν εμπίπτουν στους σκοπούς και τις αρμοδιότητες της ..., όπως αυτές καθορίζονται από τις παρατεθείσες ως άνω διατάξεις του ν. 1069/1980, του π.δ. 1176/1980 και του Οργανισμού της Εσωτερικής Υπηρεσίας της .... Από το πλέγμα των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης λειτουργούν εντός του προκαθορισμένου κανονιστικού πλαισίου που τις διέπει και ως εκ τούτου πρέπει να ακολουθούν τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται στο πλαίσιο αυτό. Συνεπώς, η .... δεν δύναται να συνάπτει προγραμματικές συμβάσεις με αντικείμενο την εκτέλεση εργασιών που δεν εμπίπτουν στις προαναφερόμενες διατάξεις. Εξάλλου, το αντικείμενο της ως άνω σύμβασης, που σχετίζεται με τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου της εισόδου της πόλης με πεζόδρομους, φωτιστικά και πράσινο, δεν εμπίπτει στους σκοπούς της Επιχείρησης. Ο ισχυρισμός του Δήμου πως επρόκειτο για έργο κατασκευής συντριβανιού, εγκατάστασης εκτοξευτήρων και βανών ελέγχου άρδευσης κρίνεται ως αβάσιμος, καθώς όπως προκύπτει από την ανάλυση κόστους επιμέρους εργασιών, η κατασκευή συντριβανιού, για την οποία, σε κάθε περίπτωση, η ... δεν έχει αρμοδιότητα, εφόσον, όπως αναφέρεται στις προεκτεθείσες διατάξεις, η αρμοδιότητά της αφορά τη συντήρηση και όχι την κατασκευή συντριβανιών και της σχετικής υδραυλικής υποδομής αυτών, αποτελεί πολύ μικρό μέρος του συνόλου του έργου, που συνίσταται σε εργασίες σκυροδέματος, πρασίνου και ηλεκτρομηχανολογικών, για την ανάπλαση της περιοχής της εισόδου της πόλης. Επιπλέον, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός του Δήμου ότι το έργο περιελάμβανε και λοιπές εργασίες κατασκευής δικτύου όμβριων υδάτων και αποχετεύσεως, οι οποίες δεν περιγράφονται ρητά στην τεχνική περιγραφή του έργου, προβάλλεται αναποδείκτως. Βάσιμος κρίνεται και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, εφόσον οι ανωτέρω ανατεθείσες εργασίες παρανόμως ανατέθηκαν στη ..., διότι αφενός εμπίπτουν στα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του προσωπικού της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και Περιβάλλοντος του Δήμου και αφετέρου οι ανατεθείσες εργασίες δεν απαιτούν ειδικότερες γνώσεις και εμπειρία από αυτές που κατέχει ήδη το υπηρετούν προσωπικό και ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται η ανάθεσή της σε τρίτο και η διενέργεια πρόσθετης δαπάνης. Η επικαλούμενη από το Δήμο αυξημένη εμπειρία της ... δεν ασκεί επιρροή στην κρίση περί νομιμότητας της δαπάνης, καθόσον τελικά το έργο δεν εκτελέστηκε από την ίδια, αλλά από τρίτο, εργοληπτική επιχείρηση. Περαιτέρω, ο σχετικός ισχυρισμός του Δήμου ότι στη ... ανατέθηκε απλώς η επίβλεψη κατασκευής του έργου και όχι η υλοποίησή του, πέραν του ότι στην προγραμματική σύμβαση αναφέρεται (άρθρο 2 αυτής, που αφορά το αντικείμενο του έργου) ότι ανατίθεται η υλοποίηση του έργου στη δημοτική επιχείρηση, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, εφόσον και στην περίπτωση της ανάθεσης επίβλεψης έργου στην ..., το αντικείμενό της θα πρέπει να είναι σχετικό προς τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της επιχείρησης. Πρέπει, εξάλλου, να σημειωθεί ότι δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί η επίβλεψη δημοτικού έργου σε Δ.Ε.Υ.Α., δεδομένου ότι ο νομοθέτης δεν καταλείπει στη διοίκηση (εν προκειμένω στο Δήμο) σχετική δυνατότητα, αλλά αντιθέτως καθορίζει περιοριστικά τα όργανα επίβλεψης δημοτικών έργων, τα οποία είναι κατά περίπτωση αρμόδια (βλ. πράξη VII Τμ. 334/2010). Επίσης, οι ισχυρισμοί σχετικά με το ότι όλες οι πράξεις και αποφάσεις του Δήμου, που κατέληξαν στην υπογραφή της κρίσιμης προγραμματικής σύμβασης, εγκρίθηκαν από το Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, αλυσιτελώς προβάλλονται, διότι ο έλεγχος νομιμότητας των πράξεων των οργάνων των Ο.Τ.Α. από τα αρμόδια όργανα της Περιφέρειας, στο πλαίσιο της άσκησης εποπτείας, δεν δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο στην κρίση του για την νομιμότητα ή μη της δαπάνης που με αυτές αναλαμβάνεται (βλ. πράξεις 51, 110/2010 VII Τμήματος κ.ά.). Τέλος, δεν συντρέχει περίπτωση συγγνωστής πλάνης των αρμοδίων οργάνων του Δήμου, ως προς τη σύναψη της ανωτέρω προγραμματικής σύμβασης, καθόσον οι εφαρμοζόμενες στην προκειμένη περίπτωση διατάξεις είναι σαφείς και δεν αναφύονται ζητήματα ερμηνείας τους. Κατόπιν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη και αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.6/636/2020
Έλλειμμα στη διαχείριση νομικού προσώπου...Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα προβάλλει ότι πιθανολογείται η ευδοκίμηση της ασκηθείσας κατά της 12/2017 καταλογιστικής Πράξης του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου έφεσής της, ενώ η βλάβη της από την εκτέλεση της Πράξης αυτής είναι και ηθική. Αμφότεροι οι ως άνω λόγοι είναι απορριπτέοι ως νόμω αβάσιμοι, διότι αφενός η ευδοκίμηση του κύριου ενδίκου βοηθήματος δεν αποτελεί ειδικό λόγο που δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης αναστολής, η οποία ως μέτρο προσωρινής προστασίας με επείγοντα χαρακτήρα δεν συνάδει με την έρευνα της βασιμότητας των λόγων έφεσης, αφετέρου, η προβαλλόμενη ηθική βλάβη της αιτούσας παρίσταται ευχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση αποδοχής της έφεσης της (βλ. Ε.Σ. VII Tμ. 1312/2019). Περαιτέρω, η αιτούσα προβάλλει, ως λόγο αναστολής, ότι η άμεση καταβολή από αυτήν ως μοναδικής εκ διαθήκης κληρονόμου του προαποβιώσαντος συζύγου της του καταλογισθέντος εις βάρος αυτού, με την ως άνω 12/2017 Πράξη του Β΄ Κλιμακίου ποσού, το οποίο ανέρχεται σε 255.433,36 ευρώ, θα της επιφέρει ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη, αφού με τα εισοδήματά της, που είναι ιδιαιτέρως χαμηλά, με δυσκολία αντιμετωπίζει τις δαπάνες διαβίωσης της καθώς και τις δαπάνες για την ιατροφαρμακευτική της περίθαλψη, λόγω των προβλημάτων υγείας της. Προς απόδειξη δε των ισχυρισμών της προσκομίζει τα ακόλουθα έγγραφα: α) αντίγραφα εκκαθαριστικών σημειωμάτων φορολογίας εισοδήματος φορολογικών ετών 2016, 2017 και 2018, από τα οποία προκύπτει ότι το φορολογητέο εισόδημά της ανήλθε σε 10.380,40, 12.446,96 και 16.501,53 ευρώ, αντίστοιχα, και β) τα από 10.10.2016, 9.6.2016, 9.6.2016, 2.10.2018 και 11.4.2018 ιατρικά σημειώματα από τα οποία προκύπτουν τα προβλήματα της υγείας της. Κατόπιν αυτών, μετά από συνεκτίμηση του συνόλου των προσκομιζόμενων από την αιτούσα εγγράφων, καθώς και του ύψους του καταλογισθέντος σε βάρος του δικαιοπαρόχου της ποσού (255.433,36 ευρώ), το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι, η άμεση καταβολή του θα προκαλέσει σ’αυτήν ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη. Ακολούθως, συντρέχει, εν προκειμένω, ειδικός λόγος που δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης αναστολής εκτέλεσης.Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή και να ανασταλεί, ως προς την αιτούσα, η εκτέλεση της 12/2017 Πράξης του Β΄ Κλιμακίου, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση για την έφεση που έχει ασκήσει κατά της Πράξης αυτής ή μέχρι την κατάργηση της επί της έφεσης αυτής δίκης. Μετά την παραδοχή της αίτησης, πρέπει να επιστραφεί στην αιτούσα το παράβολο που κατέθεσε για την άσκησή της (βλ. άρθρο 51 παρ. 2 του π.δ. 1225/1981, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 83 παρ. 2 του ν. 4055/2012, Α΄ 51, καθώς και άρθρο 73 παρ. 4 του ως άνω Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο). Περαιτέρω, απορριπτέο τυγχάνει το αίτημα για επιδίκαση της δικαστικής δαπάνης της αιτούσας σε βάρος του καθ’ου η αίτηση, δεδομένου ότι η παροχή έννομης προστασίας στο πλαίσιο της παρούσας δίκης έχει προσωρινό χαρακτήρα και γίνεται αποκλειστικά και μόνο προς το συμφέρον της αιτούσας, χωρίς να δικαιολογείται για το λόγο αυτό η καταδίκη του αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη (Βλ. Ε.Σ Ελάσσ.Ολ.708/2019,2261/2014,Ολ.2480/2012,3061,2064/2009).