ΕΣ/ΤΜ.1/1438/2018
Τύπος: Αποφάσεις
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ Επιδιώκει την ακύρωση της 77412/24.12.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.(....) Τέλος, ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι ο ίδιος κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια να τηρήσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις, ενώ το μόνο εισόδημα που έχει προέρχεται από την λειτουργία της ατομικής του επιχείρησης. Ο ισχυρισμός αυτός, ακόμη και εάν εξεταστεί υπό το πρίσμα της τυχόν οικονομικής αδυναμίας του εκκαλούντος να επιστρέψει το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό, είναι απορριπτέος, διότι δεν νοείται, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις, η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού, καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 461/2016, 2672, 2322, 1212/2014, 3156/2014).Απορρίπτει την έφεση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.Ι/1450/2018
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Ο ισχυρισμοί αυτοί προβάλλονται το πρώτον με το υπόμνημα και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι, σε κάθε δε περίπτωση και ως αβάσιμοι, διότι: α) η ιστορική και νομική αιτία της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης - ανάκτησης δεν ερείδεται στην πρόκληση ελλείμματος, β) η ευθύνη του επενδυτή και δη της εκκαλούσας, προς επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, στο πλαίσιο επιβολής δημοσιονομικής διόρθωσης, είναι, εν όψει της φύσης της διόρθωσης ως διοικητικού μέτρου με αμιγώς αποκαταστατικό χαρακτήρα -και όχι ως κύρωσης- καθώς και εν όψει των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της αποτελεσματικότητας στην προστασία των κοινοτικών πόρων, ανεξάρτητη από τη συνδρομή πταίσματος στο πρόσωπο του (πρβλ. ΕΣ 1711, 1721, 1904/2016), γ) δεν νοείται, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις, απαλλαγή του δικαιούχου αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας, αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού, καθόσον, σε διαφορετική περίπτωση, θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού / ενωσιακού δικαίου (ΕΣ 461/2016, 1212, 2322, 2672, 3156/2014) και δ) εν προκειμένω, δεν επιβλήθηκαν προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, λόγω ελλείμματος, αλλά τόκοι, οι οποίοι υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του Κανονισμού (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής της 21ης Απριλίου 2004.
Χ. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω και μη προβαλλόμενου άλλου λόγου έφεσης, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση με μείωση του προς ανάκτηση ποσού στο ποσό των 461.658,94 ευρώ (=593.238,94 ευρώ - 131.580,00 ευρώ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου, καθώς και να καταλογιστεί η εκκαλούσα με το οφειλόμενο ποσό παραβόλου πέραν του ήδη καταβληθέντος ποσού 1.500 ευρώ, και τούτο να μειωθεί λόγω αποδοχής της έφεσης εν μέρει κατά 1.500 ευρώ, δηλαδή από το επιπλέον οφειλόμενο παράβολο ποσού 4.432,38 ευρώ (5.932,38 ευρώ - 1.500 ευρώ) η εκκαλούσα πρέπει να καταλογιστεί με ποσό 2.932,38 ευρώ (άρθρο 73 παρ. 3 και 4 Κώδικα νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013, ΕΣ 1007/2017), ενώ πρέπει να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων (άρθρο 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικ. Δικον. αναλογικώς εφαρμοζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/403/2021
Δημοσιονομική διόρθωση.Ύδρευση Δήμου..ζητείται η ακύρωση της 54763/Α. Πλ. 5980/24.10.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης ..Με τα δεδομένα αυτά, λόγω της σοβαρότητας της διαπιστωθείσας παρατυπίας, νομίμως αιτιολογήθηκε από την άποψη τήρησης της αρχής της αναλογικότητας, η ανάκτηση του συνόλου της σχετικής χρηματοδότησης, κατ’ άρθρο 2 του Κανονισμού 448/2001 (πρβ. απόφ. Πρωτοδικείου της 9.9.2008, Τ-349/06, Τ-371/06, Τ-14/07, Τ-332/07, Γερμανία κατά Επιτροπής, σκ. 77, απόφ. του Γενικού Δικαστηρίου της 13.7.2011, Τ-81/09, «Ελληνική Δημοκρατία κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής», σκ. 68, ΕΣ Ι Τμ. 1823/2017, 3719/2014). Εξάλλου, η ευθύνη της ΔΕΥΑ ...., σε βάρος της οποίας εξεδόθη η προσβαλλόμενη πράξη, προκύπτει από την ιδιότητά της ως οιονεί καθολικού οιονεί διαδόχου της ΔΕΥΑ .... δυνάμει του άρθρου 107 παρ. 1 του ν. 3852/2010, υπεισερχόμενη στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της τελευταίας (πρβλ. ΕΣ Ι Τμ. 1416/2017), ενώ, δεν ασκεί ουδεμία επιρροή η ύπαρξη ή μη υπαιτιότητάς της στην υλοποίηση του έργου, εφόσον, στο πλαίσιο των καθεστώτων ενίσχυσης, η δημοσιονομική διόρθωση αποτελεί διοικητικό μέτρο με αμιγώς αποκαταστατικό και όχι κυρωτικό χαρακτήρα και είναι ανεξάρτητη από τη συνδρομή πταίσματος εκ μέρους του τελικού δικαιούχου (Ε.Σ. Ι Τμ. 820/2018, 1994/2017, 1711, 1721, 1904/2016, ΔΕΕ της 18.11.1987, C-137/85, Maizena κ.λπ., σκ. 19-20). Επίσης, δεν νοείται απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας που ανάγονται στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του αναζητούμενου ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον, σε διαφορετική περίπτωση, θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (αποφ. Ι Τμ. Ε.Σ. 3368, 4992/2015, 1212, 2322, 2672/2014, πρβλ. Δ.Ε.Ε. C-290/91, Peter, αποφ. της 27ης Μαΐου 1993, σκ. 8 και C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, απόφ. της 21ης Σεπτεμβρίου 1983,σκ. 17 και 19). Με τα δεδομένα αυτά, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα περί παραβάσεως της αρχής της αναλογικότητας, της επιείκειας καθώς και περί οικονομικής καταστροφής της ΔΕΥΑ .... από την υποχρέωση επιστροφής του υπέρογκου ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η έφεση να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013).
ΕΣ/ΤΜ.1/3156/2014
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την έφεση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 12154/9.12.2010 πράξης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία καταλογίστηκε εις βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 5.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην πρώτη δόση της χρηματοδότησης που αυτή έλαβε, ως νέα γεωργός, στο πλαίσιο του Μέτρου 3.1 «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης νέων γεωργών» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη – Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006».(....)Ενόψει αυτών, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο επίδικος καταλογισμός παρίσταται νόμιμος, αφού η εκκαλούσα, χωρίς να προκύπτει η συνδρομή λόγων ανωτέρας βίας, δεν απέκτησε, εντός της ανωτέρω πενταετούς προθεσμίας για την επίτευξη των δεσμευτικών στόχων του σχεδίου δράσης της, επαρκή επαγγελματική ικανότητα, η παράλειψή της δε αυτή συνιστά, κατά νόμο, αθέτηση των όρων ένταξής της στο καθεστώς πριμοδότησης, η οποία επισύρει την ανάκτηση του ποσού της χρηματοδότησης που της είχε μέχρι τότε καταβληθεί. Τέλος, η εκκαλούσα προβάλλει, κατ’ εκτίμηση του υπομνήματος της, ότι εισέπραξε καλόπιστα το καταλογισθέν ποσό και βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία να το επιστρέψει. Ο προβαλλόμενος, όμως, ισχυρισμός περί συνδρομής καλής πίστης στο πρόσωπό της, πέραν του ότι απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα, είναι εξεταστέος μόνο υπό τις προϋποθέσεις της κοινοτικής αρχής της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, καθόσον, στο πλαίσιο της συγχρηματοδότησης από κοινοτικούς πόρους του άνω Μέτρου 3.1., ο επιβληθείς καταλογισμός διενεργήθηκε συνεπεία θεσπισθείσας διαδικασίας υποχρεωτικής ανάκτησης παρανόμως διατεθέντων κονδυλίων, κατ’ επιταγή του κοινοτικού δικαίου, του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται η εφαρμογή και αποτελεσματικότητα (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 1748/2014, πρβλ. ΔΕΚ αποφ. της 13.3.2008 στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-383/06 έως C-385/06, σκ. 48, 49, 53). Περαιτέρω, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται και η καλή πίστη της εκκαλούσας, διότι δεν προκύπτει η ύπαρξη συγκεκριμένων και ανεπιφύλακτων διαβεβαιώσεων, αρμοδίως απευθυνθεισών προς αυτή (την εκκαλούσα), που να της δημιούργησαν οποιαδήποτε θεμιτή προσδοκία αντίθετη στο επιβληθέντα καταλογισμό, αλλά, αντίθετα, γνώριζε ότι η χρηματοδότηση που έλαβε μπορούσε να ανακτηθεί, καθώς τελούσε σε συνάρτηση με την εκπλήρωση των ρητά αναληφθεισών συμβατικών της δεσμεύσεων, προς τις οποίες δεν συμμορφώθηκε (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 1748/2014, πρβλ. αποφ. του Δικαστηρίου της 24.3.2011, C-369/09 P, σκ. 122 επ., της 16.12.2010, C-537/08P, σκ. 63, της 19.9.2002 στην υπόθεση C-336/00, σκ. 59). Ομοίως και ο σχετικός ισχυρισμός περί οικονομικής αδυναμίας, ο οποίος απαραδέκτως, επίσης, προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα, είναι απορριπτέος, διότι η οικονομική αδυναμία δεν συνιστά, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις, νόμιμο λόγο για την άρση ή τον περιορισμό της ευθύνης της εκκαλούσας προς επιστροφή του άνω αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού (Ε.Σ. Ι Τμ. 2322, 1748/2014, 909/2012). Συγκεκριμένα, στο σύστημα των αγροτικών ενισχύσεων που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, δεν νοείται η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 2672, 2322, 1212/2014, πρβλ. προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψη 8, απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1983, C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, σκέψεις 17 και 19).Απορρίπτει την έφεση.
ΕΣ/ΤΜ.1/2322/2014
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την υπό κρίση έφεση ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 9238/8.7.2009 πράξης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία καταλογίσθηκε σε βάρος του εκκαλούντος το ποσό των 9.100 ευρώ, που φέρεται ότι του καταβλήθηκε αχρεωστήτως ως οικονομική ενίσχυση στο πλαίσιο του Μέτρου 3.1. «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης» του Άξονα 3 «Βελτίωση της ηλικιακής σύνθεσης του αγροτικού πληθυσμού» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη – Ανασυγκρότηση Υπαίθρου 2000-2006», που χρηματοδοτείται κατά 69,3% από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων – Τμήμα Προσανατολισμού (Ε.Γ.Τ.Π.Ε.-Π) και κατά 30,7% από εθνικούς πόρους. (....)Εξάλλου, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που περιλαμβάνεται στην κοινοτική έννομη τάξη, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται η καλή πίστη του δικαιούχου, καθόσον ο εκκαλών με τη μη υποβολή αίτησης για χορήγηση δεύτερης δόσης, σύμφωνα με την ΚΥΑ 448/2001, κατέστη υπαίτιος πρόδηλης παραβίασης των όρων της οικονομικής ενίσχυσης, όπως αυτοί αποτυπώθηκαν στην 233707/3923/178/22.4.2003 απόφαση ένταξης και στην 245869/3.6.2003 πράξη αποδοχής (βλ. mutatis mutandis απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Νοεμβρίου 2002, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-141/99, T-142/99, T-150/99 και T-151/99, Vela Srl, Tecnagrind SL, σκέψη 388 επ.). Τέλος, αυτοτελώς η οικονομική αδυναμία του εκκαλούντος προς καταβολή του ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης, πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται εν προκειμένω, δεν συνιστά λόγο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει αυτοτελώς την απαλλαγή του, για λόγους προσωπικής επιείκειας, από την υποχρέωση επιστροφής της επίμαχης οικονομικής ενίσχυσης. Συγκεκριμένα, στο σύστημα των αγροτικών ενισχύσεων που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, δεν νοείται η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψη 8, απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1983, C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, σκέψεις 17 και 19). Απορρίπτει την έφεση.
ΣτΕ/1218/2006
Η γνωστοποίηση εγγράφου με fax αποτελεί νόμιμο τρόπο γνωστοποίησης, εφόσον έχουν όμως τηρηθεί οι τύποι που τάσσονται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 2672/1998 (σχετικές οι αποφάσεις της ΕπΑναστ. ΣτΕ 608/06, 509/2004, 727/2003 κ.ο.κ.). Τηλεομοιοτυπία εγγράφου η οποία έφερε τα στοιχεία: ημερομηνία αποστολής, αριθμό κλήσης της υπηρεσίας που το έστειλε, αριθμό σελίδων, έναρξη και λήξη αποστολής και αριθμούς κλήσης στους οποίους έγινε επιτυχημένη αποστολή δεν είναι νόμιμη, επειδή λείπουν α) η ταυτότητα του αποσταλέντος εγγράφου και β) το έγγραφο που πρέπει να συνοδεύει κατά το άρθρο 14 παρ. 11 του ν. 2672/1998 την τηλεομοιοτυπία (ΕΑ 383/2006), συγκεκριμένα δε δεν προκύπτει ο αριθμός πρωτοκόλλου του αποσταλέντος εγγράφου.Το νόμιμο ή μη της γνωστοποίησης έχει συνέπειες μόνο στην έναρξη της προθεσμίας άσκησης ενστάσεως ή προσφυγής και όχι στην εγκυρότητα του εγγράφου καθεαυτού.
ΕΣ/ΤΜ.1/2672/2014
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την έφεση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 9244/8.7.2009 καταλογιστικής πράξης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που υπογράφεται κατ΄ εντολή του από τον Γενικό Γραμματέα του ιδίου Υπουργείου. Με την πράξη αυτή καταλογίσθηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 11.200 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην πρώτη δόση της χρηματοδότησης που αυτή έλαβε ως νέος γεωργός στο πλαίσιο του Μέτρου 3.1 «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης νέων γεωργών» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη - Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000 - 2006».(.....)Άλλωστε δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, όπως αβάσιμα διατείνεται η εκκαλούσα. Και τούτο διότι η διαπλασθείσα από τη νομολογία του Δικαστηρίου αυτού αρχή της χρηστής και εύρυθμης διοίκησης κατά τον καταλογισμό σε βάρος δημοσίων υπαλλήλων ή συνταξιούχων με μισθολογικές παροχές ή συντάξεις που τους καταβλήθηκαν αχρεωστήτως, δεν είναι συμβατή με το καθεστώς των κοινοτικών ενισχύσεων που προβλέπει την ανάληψη εκ μέρους του δικαιούχου συγκεκριμένων υποχρεώσεων και δεσμεύσεων, οι οποίες έχουν αποτυπωθεί στην απόφαση ένταξης και στη σύμβαση, καθώς και την ανάκτηση της χρηματοδότησης σε περίπτωση αθέτησης αυτών, συνακόλουθα, δεν έχει εφαρμογή στην αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών βάσει του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. ΣτΕ 2451/2007 σκ. 7), του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται από τον εθνικό δικαστή η εφαρμογή και η αποτελεσματικότητα (βλ. απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2005, C.443/03 Leffler, Συλλογή 2005, σ.Ι-9611, σκ. 51). Εξάλλου, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που περιλαμβάνεται στην κοινοτική έννομη τάξη, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται η καλή πίστη του δικαιούχου, καθόσον η εκκαλούσα με τη μη υποβολή αίτησης για χορήγηση δεύτερης δόσης, σύμφωνα με την ΚΥΑ 448/2001, κατέστη υπαίτια πρόδηλης παραβίασης των όρων της οικονομικής ενίσχυσης, όπως αυτοί αποτυπώθηκαν στην 319018/10160/63/31.12.2002 απόφαση ένταξης και στην 241017/2.5.2003 πράξη αποδοχής (βλ. κατ’ αναλογία απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Νοεμβρίου 2002, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-141/99, T-142/99, T-150/99 και T-151/99, Vela Srl, Tecnagrind SL, σκέψη 388 επ.). Τέλος, αυτοτελώς η οικονομική αδυναμία της εκκαλούσας προς καταβολή του ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης, πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται εν προκειμένω με την προσκόμιση επίκαιρων στοιχείων, δεν συνιστά λόγο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει αυτοτελώς την απαλλαγή της, για λόγους προσωπικής επιείκειας, από την υποχρέωση επιστροφής της επίμαχης οικονομικής ενίσχυσης. Συγκεκριμένα, στο σύστημα των αγροτικών ενισχύσεων που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, δεν νοείται η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψη 8, απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1983, C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, σκέψεις 17 και 19).Απορρίπτει την έφεση.
ΕΑΔΗΣΥ/727/2023
Με την πρώτη προδικαστική προσφυγή, ο πρώτος προσφεύγων αιτείται την ακύρωση της υπ’ αριθμ. …/9-2-2023 πράξης του Δ.Σ. του Γενικού Νοσοκομείου .., στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού διαγωνισμού με αντικείμενο την «ΕΠΙΣΚΕΥΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ Η/Μ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ», με την οποία εγκρίθηκε το υπ’ αριθ. πρωτ. 383/12-01-2023 Πρακτικό Αποσφράγισης και Αξιολόγησης των δικαιολογητικών συμμετοχής και της τεχνικής προσφοράς, το υπ’ αριθ. πρωτ. 417/13-01- 2023 Πρακτικό Αποσφράγισης και Αξιολόγησης των οικονομικών προσφορών και το υπ’ αριθ. πρωτ. 2322/03-03-2023 Πρακτικό Αποσφράγισης και Αξιολόγησης των δικαιολογητικών κατακύρωσης προσωρινού αναδόχου, καθ’ ο μέρος έγινε δεκτή η προσφορά του οικονομικού φορέα «Θ. Σ.» και ανακηρύχθηκε αυτός ανάδοχος της διαγωνιστικής διαδικασίας.
ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜ/542/2023
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:επιδιώκεται η αναίρεση της 1721/2016 οριστικής απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Κατ’ ακολουθίαν όσων εκτέθηκαν ανωτέρω, ο οικείος λόγος αναίρεσης είναι βάσιμος, διότι εν προκειμένω δεν μπορούσε να επιβληθεί αυτοτελώς καταλογισμός σε βάρος της αναιρεσείουσας ΟΤΔ, αλλά έπρεπε πρωτίστως να ζητηθεί η επιστροφή της αχρεωστήτως καταβληθείσας ενίσχυσης από την επενδύτρια εταιρεία – τελική αποδέκτη, η οποία διέπραξε την παρατυπία της προσκόμισης εικονικών και ανακριβών δικαιολογητικών απόδειξης των δαπανών στις οποίες υποβλήθηκε για την υλοποίηση του επενδυτικού της σχεδίου. Αναιρεί την 1721/2016 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/2163/2011
Προμήθεια οφθαλμολογικών φακών...Άλλωστε, το νομότυπο της κοινοποίησης με τηλεομοιοτυπία στο αιτούν νομικό πρόσωπο της 100/2010 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν αίρεται, όπως αβασίμως υποστηρίζει το ήδη αιτούν, από το γεγονός ότι το αριθμ. πρωτ. 58979/8.12.2010 διαβιβαστικό έγγραφο της Γραμματείας του ως άνω Κλιμακίου δεν πρωτοκολλήθηκε στο ηλεκτρονικό πρωτόκολλο του αιτούντος, όπως τούτο βεβαιώνεται με το αριθμ. πρωτ. 7558/10.3.2011 έγγραφο της Υποδιευθύντριας Διοικητικού του Γενικού Νοσοκομείου ...., καθόσον, παρά το ότι αυτό, ως εισερχόμενο με τηλεομοιοτυπία έγγραφο, έπρεπε, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 13 του άρθρου 14 του ν. 2672/1998, να πρωτοκολληθεί με την ημερομηνία και κατά τη σειρά λήψης του, η παράλειψη αυτή ανάγεται στη σφαίρα δράσης και ευθύνης του προαναφερόμενου νοσοκομείου (πρβλ. και ΣτΕ 377/2007). Τέλος, απορριπτέος ως αόριστος είναι και ο ισχυρισμός του αιτούντος νομικού προσώπου ότι έλαβε γνώση της 100/2010 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου, μόνο όταν αυτή απεστάλη για δεύτερη φορά σ’ αυτό, οπότε και πρέπει να θεωρηθεί ως εμπροθέσμως ασκηθείσα η αίτησή του για την ανάκλησή της. Και αυτό, γιατί, ναι μεν κατά την παρ. 14 του άρθρου 14 του ν. 2672/1998 το τεκμήριο της πλήρους και κανονικής λήψης του αποστελλόμενου με τηλεομοιοτυπία εγγράφου και άρα της νόμιμης κοινοποίησής του δεν ισχύει αν ο παραλήπτης ζητήσει, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, τηλεφωνικώς ή με τηλεομοιοτυπία την εκ νέου αποστολή του, πλην όμως στην κρινόμενη περίπτωση το αιτούν νομικό πρόσωπο ούτε επικαλείται ούτε αποδεικνύει αν η εκ νέου αποστολή ζητήθηκε από το ίδιο, πότε ζητήθηκε και πότε έλαβε χώρα αυτή. Κατόπιν αυτών, εφόσον ορθώς απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του VI Τμήματος ως εκπρόθεσμη η αίτηση του Γενικού Νοσοκομείου .... για ανάκληση της 100/2010 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου, παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση αναθεώρησης και πλήττουν την κρίση του Κλιμακίου.Ακολούθως, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση του Γενικού Νοσοκομείου .... για αναθεώρηση της 1639/2011 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και η υπέρ αυτού ασκηθείσα παρέμβαση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…».
ΕΣ/ΤΜ.Μ.Ε.Σ/3207/2011
Κατασκευή κλειστού κολυμβητηρίου...ζητείται η αναθεώρηση της 2201/2011 απόφασης του VI Τμήματος..Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η υπό κρίση αίτηση ασκηθείσα μετά την πάροδο της τασσόμενης από το νόμο δεκαπενθήμερης προθεσμίας είναι εκπρόθεσμη και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, χωρίς να ασκούν επιρροή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, οι ισχυρισμοί, τους οποίους ο αιτών Δήμος προβάλλει με το από 8.11.2011 υπόμνημά του, ότι η προθεσμία άσκησης αίτησης αναθεώρησης άρχεται από την επίδοση στην αναθέτουσα αρχή, η οποία πρέπει να γίνεται κατά τις διατάξεις του π.δ.1225/1981 περί επιδόσεων εγγράφων, καθόσον οι διατάξεις αυτές δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην κρινόμενη περίπτωση, δεδομένου ότι ο νομοθέτης ορίζει ρητά ότι η απόφαση του Τμήματος κοινοποιείται (και όχι ότι επιδίδεται) στην αναθέτουσα αρχή. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ο Δήμος ότι δεν παρέλαβε την τηλεομοιοτυπία της 16.9.2011, προς απόδειξη δε του ισχυρισμού του αυτού επικαλείται το 322/9.11.2011 έγγραφο του Δημάρχου ..., με το οποίο όμως το μόνο που βεβαιώνεται είναι ότι η 2201/2011 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν πρωτοκολλήθηκε κατά το χρονικό διάστημα από 16.9.2011 έως 21.9.2011 από την υπηρεσία του Δήμου. Το νομότυπο όμως της κοινοποιήσεως με τηλεομοιοτυπία της προσβαλλόμενης αποφάσεως του VI Τμήματος στο Δήμο … δεν αίρεται από το βεβαιούμενο στο ως άνω έγγραφο του Δημάρχου γεγονός της μη πρωτοκολλήσεως της αποφάσεως, καθόσον ναι μεν κατά τις διατάξεις του άρθρου 12 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (βλ. παρ. 13 του άρθρου 14 του ν. 2672/1998), έπρεπε τούτο να πρωτοκολληθεί με την ημερομηνία και κατά τη σειρά λήψης του, η παράλειψη όμως αυτή ανάγεται στη σφαίρα δράσης και ευθύνης του προαναφερόμενου Δήμου (βλ. Τμήμα Μείζονος – Επταμελούς Συνθέσεως 2163/2011) και δεν δύναται να ασκήσει επιρροή επί της ήδη αρξαμένης -από της κοινοποιήσεως -προθεσμίας ασκήσεως αιτήσεως αναθεωρήσεως.